Το πρώτο που αναζητούν οι υποψήφιοι εργοδότες είναι συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του ατόμου. Ακόμη και αν είναι μια εργασία που δεν προυποθέτει μεγάλη επαφή με πελάτες, όλοι οι εργοδότες, θέλουν να δουν άτομα που είναι κοινωνικά και ευχάριστα, τα οποία χαμογελούν αληθινά και τα οποία αποπνέουν επαγγελματισμό και φιλικότητα.
Αυτό οφείλεται στο ότι ανεξάρτητα από τον τύπο της εργασίας, η φιλικότητα και η ψυχολογία του ατόμου είναι το βασικότερο για να μπορέσει ένας εργαζόμενος να προσαρμοστεί ομαλά σε έναν χώρο εργασίας και να έχει ομαλές σχέσεις με τους άλλους εργαζομένους.
Όμως, συχνά οι υποψήφιοι έχουν περάσει πολύ άσχημες εμπειρίες με πολλούς μήνες (ή χρόνια) στην ανεργία, ή έχουν πρόσφατες κακές εμπειρίες με πολλές αρνητικές απαντήσεις σε αιτήσεις τους. Αυτά όλα είναι δύσκολο να μην βγουν πάνω στην συνέντευξη. Η συνεχής ταλαιπωρία καταπονεί τους υποψηφίους με αποτέλεσμα αυτό να φαίνεται στα πρόσωπά τους. Είναι δύσκολο κάποιος να φανεί ξαφνικά σαν όλα να είναι φυσιολογικά.
Το γεγονός αυτό μπορεί να κάνει πολλούς υποψηφίους αρνητικούς, διστακτικούς, να μην έχουν την απαραίτητη αυτοπεποίθηση ή να πέφτουν θύματα της ψυχολογικής τους ατυοεκπληρούμενης προφητείας.
Εφόσον όμως τα παραπάνω τα σκεφτεί ένας υποψήφιος, μπορεί πολύ ευκολότερα να μανατζάρει τα συναισθήματά του και να συνειδητοποιήσει ότι θα πρέπει να δώσει μια ευκαιρία στον εαυτό του με όσο το δυνατόν λιγότερο άγχος σαν να επρόκειτο για τον καλύτερο εργοδότη με τις καλύτερες προθέσεις.
Εφόσον έχει προετοιμαστεί κατάλληλα για τις ερωτήσεις που θα του γίνουν, και οι οποίες σχεδόν πάντα γίνονται με αφορμή το βιογραφικό του, μπορεί να νιώσει λίγη παραπάνω ασφάλεια και αυτοπεποίθηση ότι θα τα καταφέρει.
Πέρα λοιπόν από τις προηγούμενες εμπειρίες μας οι οποίες συχνά χρωματίζουν την ψυχολογία μας πολύ έντονα, θα πρέπει εφόσον έχουμε επιλέξει σωστά που στέλνουμε και που δεν στέλνουμε βιογραφικά, να θεωρήσουμε ότι ο εκάστοτε εργοδότης που μας παίρνει συνέντευξη έχει τις καλύτερες προθέσεις απέναντί μας και να συμπεριφερθούμε ανάλογα. Δεν σκεφτόμαστε (τουλάχιστον όχι σε αυτήν τη φάση) ότι υπάρχει περίπτωση να μας έχει ανασφάλιστους ή να μην μας πληρώνει ή ότι θέλει να μας εκμεταλλευτεί με κάποιον τρόπο. Όχι, δεν τα σκεφτόμαστε αυτά τώρα. Άλλωστε δεν στέλνουμε ποτέ βιογραφικό σε εργοδότες που οι αγγελίες τους υπόσχονται τον ουρανό με τα άστρα ή δεν είναι επαγγελματικές. Εξάλλου τέτοιοι εργοδότες δεν προτιμούν άτομα με βιογραφικά που ξεχωρίζουν θετικά. Για να πέσουμε λοιπόν σε περίπτωση κακοπροαίρετων με κάποιο τρόπο εργοδοτών, θα πρέπει να έχουν γίνει ήδη πολλά λάθη.
Αντίθετα, σκεφτόμαστε σαν να ήμασταν εμείς οι εργοδότες και κάναμε τη δουλειά που κάνουν αυτοί. Ποιες είναι οι ανησυχίες τους; Ποιο είναι το οικονομικό κλίμα και περιβάλλον; Σε τι πλεονεκτεί αυτή η επιχείρηση σε σχέση με άλλες του κλάδου της; Πιστεύουμε στα προιόντα και τις υπηρεσίες που πουλάει; Και αν ναι γιατί; Τι θα κάναμε εμείς αν ήμασταν στη θέση του επιχειρηματία; Τι αντίστοιχη αγορά υπάρχει στο εξωτερικό;
Όλες αυτές οι σκέψεις θα μας βάλουν στην κατάλληλη ψυχολογία για τη συνέντευξη.
Μην ξεχνάμε ότι εμείς στέλνουμε βιογραφικό σε αυτούς και όχι αυτοί σε εμάς. Δεν μας χρωστάνε τίποτα. Συνεπώς πρέπει να μπούμε στο επιχειρηματικό πνεύμα της εκάστοτε επιχείρησης.Να δείξουμε ότι δεν είμαστε υποψήφιοι υπάλληλοι αλλά υποψήφια στελέχη και με κάποιο τρόπο συνεταίροι.
Αν για παράδειγμα είναι μια μικρή ή μεσαία επιχείρηση πρέπει να σκεφτούμε ότι ο ιδιοκτήτης που πιθανώς θα μας πάρει συνέντευξη είναι ένας αυτοδημιούργητος άνθρωπος (στην καλύτερη περίπτωση) ο οποίος αν ακούσει να μιλάμε για ωράρια και τυπικά προσόντα τότε το χάσαμε το παιχνίδι. Τέτοιοι άνθρωποι επιθυμούν να δουν όρεξη για προσφορά, θετική ενέργεια και ικανότητες στην πράξη. Το βιογραφικό είναι μόνο η αφορμή. Να δείξουμε ότι μας συγκινεί και μας ενδιαφέρει η επιχειρηματικότητα, ότι δεν έχουμε δημοσιουπαλληλική νοοτροπία και γνωρίζουμε τις αγωνίες του επιχειρηματία σαν να ήμασταν συνεργάτες του και συνεταίροι του. Οι άνθρωποι αυτοί εκτιμούν την ευθύτητα και μισούν την γραφειοκρατία και νοήματα όπως “νόμιμος μισθός”, “ωράριο εργασίας” κτλ. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτά δεν θα υπάρχουν, θα υπάρχουν, απλά δεν τους αρέσει να τονίζουμε τέτοια πράγματα.
Αν αντίθετα ο πιθανός εργοδότης μας είναι μια μεγάλη επιχείρηση θα πρέπει να αναλογιστούμε την εταιρική κουλτούρα της επιχείρησης, είναι για παράδειγμα μια καινοτόμα επιχείρηση ή μια επιχείρηση σε έναν κλάδο που μετράει περισσότερο η γραφειοκρατία, η παράδοση και η σταθερότητα. Αν πηγαίνουμε για παράδειγμα για υπάλληλοι/στελέχη μιας τράπεζας, δεν έχουν και πολύ νόημα οι νέες ιδέες μας. Αυτές είναι επιχειρήσεις που ζητάνε άτομα με σταθερό χαρακτήρα που μπορούν να εμπιστεύονται αυτοί και οι πελάτες τους εφόσον άλλωστε ο τραπεζικός κλάδος (ή ο ευρύτερος χρηματοπιστωτικός) υπόκειται σε αυστηρές νομοθεσίες. Ευχάριστη προσωπικότητα αλλά και στρατιωτική πειθαρχία. Οι νέες ιδέες σε τέτοιες ή παρόμοιες επιχειρήσεις ίσως θεωρηθούν και επικίνδυνες.
Αν αντίθετα απευθυνόμαστε σε μια θέση μάρκετινγκ μιας εταιρείας ή σε θέση που έχει να κάνει με πωλήσεις, το εμπορικό τους κομμάτι κτλ μπορούμε να είμαστε λιγότερο τυποποιημένοι και λιγότερο συγκρατημένοι, ελεγχόμενα αυθόρμητοι και πιο πηγαίοι. Εκεί οι ιδέες μετράνε πολύ περισσότερο.
Επίσης, μεγάλη σημασία έχει και σε ποιον δίνουμε τη συνέντευξη, άλλο να μας παίρνει συνέντευξη ο τοπικός υπεύθυνος που βλέπει για πρώτη φορά τα άτομα κάνοντας την πρώτη διαλογή, άλλο να μιλάμε με άτομο της διοίκησης ανθρωπίνου δυναμικού και άλλο να μιλήσουμε με τον γενικό διευθυντή ή άτομο του τμήματος που θα προσληφθούμε. Τα άτομα από τη διοίκηση ανθρωπίνου δυναμικού θα εστιάσουν περισσότερο στην προσωπικότητά μας και στο αν αυτή ταιριάζει με την κουλτούρα της επιχείρησης. Το άτομο από το τμήμα που κάνει την πρόσληψη, θα εστιάσει επι του πρακτέου στο αν μπορούμε να κάνουμε την εργασία την οποία θέλει. Ο γενικός διευθυντής απλά ελέγχει μήπως οι υπόλοιποι έχουν κάνει κάποιο σοβαρό λάθος, άλλωστε έχει την ευθύνη για όλα όσα συμβαίνουν.
Σε κάθε περίπτωση γνωρίζουμε ότι είμαστε ικανοί και καλά προετοιμασμένοι. Δεν πάμε σε συνεντεύξεις χωρίς προετοιμασία και διατηρούμε καλή διάθεση. Το κυριότερο από όλα είναι να δείξουμε έμπρακτα ότι δεν έχουμε δημοσιουπαλληλική νοοτροπία η οποία αποτελεί ένα ταμπού για τον επιχειρηματικό κόσμο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι επιχειρήσεις προσπαθούν να μην πέσουν πάνω σε κάποιο υποψήφιο που ονειρεύεται μια θέση στο δημόσιο. Αν λοιπόν έχουμε κάτι τέτοιο στο μυαλό μας θα πρέπει να σκεφτούμε καλά από την άλλη πλευρά τα πράγματα ώστε να προετοιμαστούμε καταλλήλως.
Μπορεί κάποιος να θέλει μόνο τα βασικά αλλά για να τα αποκτήσει η πιο χρήσιμη στρατηγική να είναι να μην εστιάσει σε αυτά αλλά σε θέματα επιχειρηματικότητας. Αν πούμε σε έναν εργοδότη/επιχείρηση (όταν γίνει από την πλευρά τους ανάλογη συζήτηση για τις αποδοχές): “εγώ θα είμαι ικανοποιημένος και με τον μίνιμουμ βασικό μισθό” ο επιχειρηματίας θα αισθανθεί άβολα, αφενός θα σκεφτεί ότι υποτιμάτε τον εαυτό σας και αυτό θα τον προβληματίσει, από την άλλη ο όρος “βασικός μισθός” ή “νόμιμα” είναι έννοιες που του φέρνουν συνειρμικά στο μυαλό εμπλοκές με συνδικάτα, εργατικούς νόμους και δημόσιες επιχειρήσεις. Αν πούμε όμως ότι θέλουμε ένα χ ποσό για να μπορούμε να καλύπτουμε τις ανάγκες μας γιατί τόσα είναι τα έξοδά μας (το οποίο χ ποσό θα ισούται οπωσδήποτε με τον βασικό και νόμιμο μισθό και πάνω ή τον αντίστοιχο που πάνω -κάτω αντιστοιχεί στην περίπτωσή μας), ο επιχειρηματίας θα το δει πολύ θετικά και θα μας ξεχωρίσει.
Αντίστοιχα, σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις θα πρέπει να έχουμε κάνει κάποια έρευνα για το που κυμαίνονται οι αποδοχές σε σχέση με την εμπειρία μας και τις γνώσεις μας ώστε να ξέρουμε τι θεωρείται φυσιολογικό. Επίσης, να ξέρουμε τι πολιτική ακολουθεί η εταιρεία σε περιπτώσεις σαν τη δική μας. Και αυτό γιατί αν πούμε έναν μισθό πολύ κατώτερο της αγοράς τότε θα μας υποτιμήσουν πολύ και θα σκεφτούν ότι ίσως έκαναν λάθος μαζί μας και ότι αξίζουμε λιγότερο από όσο αρχικά πίστευαν.Αν όμως υπερβάλουμε είναι πολύ πιθανό να μας απορρίψουν.
ΠΗΓΗ:enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου