Εκτός της κλασικής φορολόγησης εισοδήματος νομικών προσώπων από τις κυβερνήσεις, συναντάμε και τη φορολόγηση υπερκερδών.
Τα υπερκέρδη είναι τα επιπρόσθετα από τα αναμενόμενα κέρδη, που αποκομίζει μια εταιρεία, κι είναι συνώνυμα με τα απροσδόκητα κέρδη.
Η έννοια αυτή είχε αναλυθεί σε προηγούμενο άρθρο κι είχαμε πει ότι περιλαμβάνει τα κέρδη που
προέρχονται από τυχαία γεγονότα, εκτός της λειτουργίας της εκάστοτε επιχείρησης.Οι κυβερνήσεις, με δεδομένες τις προηγούμενες Καταστάσεις Αποτελεσμάτων Χρήσης, καθορίζουν ένα όριο κερδοφορίας και φορολογούν το πλεόνασμα που εντοπίζουν.
Στο παρόν άρθρο θα αναλύσουμε τι είναι η φορολόγηση υπερκερδών, πώς λειτουργεί και κατά πόσο είναι αποδοτική.
Ας ξεκινήσουμε με έναν ορισμό:
Τι είναι η φορολόγηση υπερκερδών;
Ο φόρος υπερκερδών είναι ένας ειδικός φόρος που υπολογίζεται στο εταιρικό εισόδημα πέραν ενός καθορισμένου ποσού απόδοσης επενδυμένου κεφαλαίου, συνήθως πάνω από αυτό που θεωρείται κανονικό εισόδημα.
Ένας τέτοιος φόρος μπορεί να εφαρμοστεί με σκοπό τη μείωση της εισοδηματικής ανισότητας:
- αναδιανέμοντας τα απροσδόκητα κέρδη που μπορεί να προκύψουν από ειδικές συνθήκες ή κυβερνητικές πολιτικές ή
- δημιουργώντας έκτακτα έσοδα για την κυβέρνηση σε περιόδους κρίσης.
Η φορολόγηση υπερκερδών μπορεί να είναι προσωρινό ή μόνιμο χαρακτηριστικό ενός φορολογικού συστήματος.
Πώς λειτουργεί;
Είναι ένας επιπλέον φόρος που επιβάλλεται στα επιχειρηματικά κέρδη ή εισοδήματα που ξεπερνούν ένα καθορισμένο ποσοστό κέρδους.
Ο φόρος υπερκερδών υπολογίζεται επιπλέον του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων που ήδη ισχύει.
Στην πραγματικότητα, αντιπροσωπεύει αύξηση των οριακών φορολογικών συντελεστών για τα κέρδη σε υψηλότερες φορολογικές κατηγορίες.
Εξαιτίας αυτού, η φορολόγηση υπερκερδών αντιπροσωπεύει αύξηση της προοδευτικότητας του φορολογικού συστήματος, με τη φορολόγηση επιχειρήσεων υψηλότερου εισοδήματος με ακόμη υψηλότερο συντελεστή από ό,τι συνήθως.
Ορισμένοι οικονομολόγοι κι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, που κατακρίνουν την εισοδηματική ανισότητα στην κοινωνία, θεωρούν τη φορολόγηση αυτή ως τρόπο μείωσης ή επιβράδυνσης του χάσματος πλούτου.
Αντιθέτως, η φορολόγηση υπερκερδών δεν υποστηρίζεται από τους στοχαστές των ελεύθερων επιχειρήσεων.
Αυτοί πιστεύουν ότι αποθαρρύνει την παραγωγικότητα, μειώνοντας το κίνητρο κέρδους για τις επιχειρήσεις.
Φορολόγηση υπερκερδών σε ακραίες συνθήκες
Οι φόροι υπερκερδών μπορούν, επίσης, να επιβληθούν για την άμεση αναδιανομή των απροσδόκητων κερδών που προκύπτουν από τυχαία, ακραία γεγονότα.
Ας πάρουμε ως παράδειγμα τις εταιρείες προμηθειών κατασκευών, που είναι σε θέση να αποκομίσουν κέρδη υψηλότερα από τα κανονικά χρεώνοντας υψηλότερες τιμές μετά από έναν τυφώνα.
Εν προκειμένω, μια κυβέρνηση μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο επιβολής φόρου υπερκερδών σε αυτές με την αιτιολογία ότι τα υψηλότερα κέρδη τους οφείλονται στην τυχαία εμφάνιση του τυφώνα κι όχι στην καλή επιχειρηματική λογική ή τις πρακτικές διαχείρισης.
Ο φόρος θα μπορούσε να ισχύει για οποιαδήποτε αύξηση του ποσοστού κέρδους που λαμβάνουν αυτές οι επιχειρήσεις σε σχέση με τα κέρδη που λαμβάνουν υπό φυσιολογικές συνθήκες.
Εναλλακτικά, μπορεί να επιβληθεί φορολόγηση υπερκερδών εάν τα απροσδόκητα κέρδη οφείλονται σε σκόπιμη κυβερνητική πολιτική.
Για παράδειγμα, ας πούμε ότι ξεσπάσει πόλεμος κι η κυβέρνηση αυξήσει, ξαφνικά, τη ζήτηση για πυρομαχικά.
Τότε, θα μπορούσε να εφαρμοστεί φόρος υπερκερδών σε κατασκευαστές πυρομαχικών και προμηθευτές σχετικών πρώτων υλών, όπως ο χαλκός κι ο μόλυβδος.
Έτσι, θα αντιστάθμιζε το αυξημένο ποσοστό κέρδους που θα απολάμβαναν οι επιχειρήσεις, ως αποτέλεσμα της αυξημένης κρατικής ζήτησης.
Σε αυτήν την περίπτωση, ο ίδιος ο φόρος μπορεί να επιβληθεί στη διαφορά μεταξύ του ποσού του κέρδους που κερδίζει μια εταιρεία, γενικά, σε καιρό ειρήνης και των κερδών που αποκτήθηκαν σε περιόδους πολέμου.
Προτάσεις για φορολόγηση υπερκερδών
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού το 2020, οι οικονομολόγοι Emmanuel Saez και Gabriel Zucman πρότειναν
- φορολόγηση υπερκερδών για τις επιχειρήσεις που επωφελήθηκαν από τις επιπτώσεις της πανδημίας και
- την επιβολή των σχετικών περιορισμών στη δημόσια υγεία από την κυβέρνηση.
Οι φόβοι για την ίδια την ασθένεια, καθώς κι οι επιβεβλημένες καραντίνες, το κλείσιμο επιχειρήσεων, οι παραγγελίες για καταφύγια και τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης έβλαψαν πολλές επιχειρήσεις.
Παράλληλα, όμως, ωφέλησαν κι ορισμένες, ειδικά τις υπηρεσίες που βασίζονται στο διαδίκτυο και τις απομακρυσμένες υπηρεσίες.
Οι ηλεκτρονικές αγορές, το cloud computing, οι εφαρμογές απομακρυσμένων επιχειρήσεων, οι υπηρεσίες media streaming και τα social media έχουν δει όλα σημαντικές αυξήσεις στην επισκεψιμότητα και τον όγκο δουλειάς.
Αυτό προέκυψε, διότι περισσότεροι άνθρωποι εργάζονται, ψωνίζουν και κοινωνικοποιούνται από το σπίτι μέσω του Διαδικτύου.
Την ίδια στιγμή, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αύξησε δραματικά τις δαπάνες περνώντας ένα πακέτο τόνωσης για να αντισταθμίσει την οικονομική ζημιά που προκλήθηκε από τον ιό και την απόκριση της δημόσιας υγείας σε αυτόν.
Ο Saez κι ο Zucman πρότειναν τη φορολόγηση υπερκερδών, προκειμένου να συμβάλλει στην πληρωμή των έκτακτων δαπανών.
Επιπλέον, θα καταστούσε σίγουρο ότι τα απροσδόκητα κέρδη όσων επωφελήθηκαν από τον κορονοϊό θα μοιράζονταν με αυτούς που έχουν υποφέρει.
Είναι η φορολόγηση υπερκερδών αποδοτική πολιτική;
Μέχρι στιγμής ερμηνεύσαμε τι είναι και τι περιλαμβάνει αυτό το ξεχωριστό είδος φορολόγησης.
Φορολογούνται, εν ολίγοις, τα κέρδη που ξεφεύγουν από τη μέση κερδοφορία των τελευταίων ετών μιας επιχείρησης.
Εντούτοις, η εστιασμένη αυτή περιοριστική, δημοσιονομική πολιτική είναι αμφιλεγόμενη, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, κι εδώ που τα λέμε μερικώς δικαιολογημένα.
Τα κριτήρια, τα οποία οδηγούν στην επιβολή φόρου για τα πλεονάζοντα κέρδη, δεν είναι ακριβή και παρουσιάζουν ατέλειες.
Παραδείγματος χάρη, μια νεοσύστατη επιχείρηση μπορεί, κατά τα πρώτα οικονομικά έτη, να μην έχει αρκετές εισροές ούτε ιδιαίτερη ζήτηση από πλευράς πελατών/καταναλωτών.
Συνεπώς, δεν προσφέρει μεγάλες ποσότητες αγαθών ή υπηρεσιών κι αυτό περιορίζει σημαντικά τα κέρδη της.
Παρ’ όλα αυτά, επενδύοντας μέρος των κερδών και με τη διατήρηση μιας πελατειακής βάσης, η κερδοφορία της συγκεκριμένης startup είναι πιθανό να εκτοξευτεί απότομα την ερχόμενη χρονιά.
Η φορολόγηση των αυξημένων κερδών, λοιπόν, θα ήταν εσφαλμένη, αφού αυτά προήλθαν από επιχειρηματικές δραστηριότητες κι όχι κατά λάθος.
Είναι απολύτως κατανοητή και λογική η δράση για την ισοκατανομή του πλούτου εντός μιας οικονομίας, αλλά πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα ισχύοντα δεδομένα.
Μια σημαντική παράμετρος αποτελεί η συμμόρφωση των ποικίλων εταιρειών με τον νόμο Sarbanes-Oxley, που σημαίνει να συντάσσονται οι οικονομικές καταστάσεις τους με ειλικρίνεια και διαύγεια.
Αυτό θα συμβάλλει στη διευκόλυνση του έργου της εκάστοτε κυβέρνησης για αξιολόγηση των κερδών και τον διαχωρισμό τους από υπερκέρδη κι αισχροκέρδεια.
Γενικά, χρειάζεται μια προσαρμοστική φορολόγηση, ώστε οι επιχειρηματίες να μην πλουτίζουν εκμεταλλευόμενοι τις συνθήκες.
Παράλληλα, τα κράτη δεν πρέπει να φέρονται άδικα και να υπερβάλλουν στη φορολόγηση υπερκερδών.
Εν κατακλείδι…
Η φορολόγηση υπερκερδών προστίθεται σε αυτή του εισοδήματος των οργανισμών κι αφορά κέρδη που προέρχονται από τυχαία συμβάντα.
Οι κυβερνήσεις συγκρίνουν τον μέσο όρο των κερδών των προηγουμένων χρόνων και φορολογούν ένα μέρος της επιπλέον κερδοφορίας.
Ωστόσο, αυτή η πολιτική δε βασίζεται σε σταθερά δεδομένα κι είναι πιθανό να μην αποδόσει τη δικαιοσύνη που αναμενόταν.
Άρα, απαιτείται τόσο έρευνα από τη μεριά του κράτους όσο κι ειλικρίνεια από τη μεριά των επιχειρηματιών.
Πηγή: Investopedia, Taxfoundation
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου