Όπως όλες οι σημαντικές ανακαλύψεις, προήλθε από μια στιγμή μοναδικής απλοποίησης της πραγματικότητας.
Η βασική της αρχή είναι απολύτως κατανοητή και στον τελευταίο μη οικονομολόγο.
Σκεφθείτε ένα απλό διάγραμμα που στον έναν άξονα μετρά το ύψος του φορολογικού συντελεστή και στον άλλον το ύψος των φορολογικών εσόδων.
Σκεφθείτε ένα απλό διάγραμμα που στον έναν άξονα μετρά το ύψος του φορολογικού συντελεστή και στον άλλον το ύψος των φορολογικών εσόδων.
Μπορούμε με βεβαιότητα να προσδιορίσουμε δύο σημεία στην καμπύλη αυτή, τα οποία παραδόξως καταλήγουν στο ίδιο τελικό ύψος φορολογικών εσόδων.
Το πρώτο είναι στην αρχή της καμπύλης όταν ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής είναι μηδέν, οπότε ευλόγως και φορολογικά έσοδα δεν υπάρχουν.
Το δεύτερο είναι στο τέλος της καμπύλης, όπου αν κάποιος επιδιώξει να επιβάλει πραγματικό φορολογικό συντελεστή 100%, τα έσοδα πάλι μηδενίζονται.
Ο λόγος είναι απλός.
Αν το κράτος συλλέγει όλα τα έσοδα από μια δραστηριότητα, τότε κανείς δεν έχει κίνητρο για εργασία και παραγωγή, οπότε έσοδα υπάρχουν μόνο σε περίπτωση δουλοκτητικών κοινωνιών.
Το αυτονόητο αυτό συμπέρασμα οδήγησε στην επόμενη διαπίστωση ότι αν τα φορολογικά έσοδα στην πρώτη φάση της καμπύλης (όταν αρχίζεις να επιβάλεις δηλαδή χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές) ανεβαίνουν, τότε από κάποια στιγμή και πέρα, όταν ο φορολογικός συντελεστής ξεπεράσει ένα όριο τότε θα πρέπει να αρχίσουν και πάλι να κατεβαίνουν, για να μπορέσουν να επανέλθουν στο μηδέν όταν ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής φτάσει στο 100%.
Το αυτονόητο αυτό συμπέρασμα οδήγησε στην επόμενη διαπίστωση ότι αν τα φορολογικά έσοδα στην πρώτη φάση της καμπύλης (όταν αρχίζεις να επιβάλεις δηλαδή χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές) ανεβαίνουν, τότε από κάποια στιγμή και πέρα, όταν ο φορολογικός συντελεστής ξεπεράσει ένα όριο τότε θα πρέπει να αρχίσουν και πάλι να κατεβαίνουν, για να μπορέσουν να επανέλθουν στο μηδέν όταν ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής φτάσει στο 100%.
Η καμπύλη αυτή –με απολύτως καλή θεωρητική αιτιολόγηση- ήταν πρακτικά δύσκολο να επαληθευτεί εμπειρικά, γιατί ακόμα και οι πιο παράλογες κυβερνήσεις απέφευγαν να ανεβάσουν τόσο τους συντελεστές ώστε να καταλήξουν σε απώλεια φορολογικών εσόδων, αλλά και γιατί άλλοι παράγοντες (μαύρη οικονομία κ.λπ.) μείωναν τον πραγματικό φορολογικό συντελεστή, μόλις αυτός ξεπέρναγε κάποια όρια.
Στην Ελλάδα, σε κάποιους κλάδους, με χαρακτηριστικούς αυτούς των προϊόντων καπνού, των καυσίμων και των αλκοολούχων ποτών, οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών έχουν βαλθεί να προσφέρουν στους οικονομολόγους πεδίο εμπειρικής επιβεβαίωσης της καμπύλης Laffer.
Στον κλάδο των ποτών για παράδειγμα, η συνεχής αύξηση της φορολογίας σε συνδυασμό με την κρίση έχει οδηγήσει σε μια μείωση της κατανάλωσης σε όγκο κατά 47%, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ, αλλά και στην υποκατάσταση των νόμιμων αλκοολούχων ποτών σε πολύ μεγάλη έκταση με παράνομα.
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει έκρηξη της (υποτιθέμενης) ιδιοπαραγωγής τσίπουρου, τσικουδιάς, ρακής κ.λπ. με παραγωγή δεκάδων εκατομμυρίων λίτρων, τα οποία έχουν βεβαίως ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά με τα άλλα αλκοολούχα ποτά, με μια μικρή ουσιώδη διαφορά: Δεν φορολογούνται καθόλου και κυκλοφορούν παράνομα.
Αντίθετα, τα νόμιμα αλκοολούχα (περιλαμβανομένων και των νόμιμων εγχώριων προϊόντων που προαναφέραμε), συρρικνώνονται ιδίως όταν από τη φύση του εμπορίου (εισαγωγές ή ασφυκτικοί φορολογικοί έλεγχοι), δεν μπορούν να αποφύγουν την φορολογία.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο την συρρίκνωση της συγκεκριμένης αγοράς, αλλά και σοβαρές επιπτώσεις στην ποιότητα και στην ανταγωνιστικότητα του τουριστικού προϊόντος, το οποίο επιβαρύνεται από αυτές τις ανωμαλίες.
Ο Laffer κατά τον αστικό μύθο είχε σχεδιάσει την καμπύλη του σε μια χαρτοπετσέτα. Άραγε που έχουν σχεδιάσει οι κυβερνώντες των τελευταίων ετών τη δική τους φορολογική πολιτική;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου