Ο κύριος κυματοθραύστης του είναι ορατός από ένα αεροπλάνο στα 6.000 μέτρα, ένας γάντζος που διαγράφεται στον Ειρηνικό, ως συνέχεια της παράκτιας ερήμου του Περού. Τον Νοέμβριο, αν όλα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ο πρόεδρος της Κίνας, Xi Jinping, θα εγκαινιάσει το νέο τεράστιο λιμάνι στο
Chancay, 70 χιλιόμετρα (44 μίλια) βόρεια της Λίμα, για το οποίο η Cosco και ο τοπικός εταίρος της έχουν δαπανήσει μέχρι στιγμής 1,3 δισ. δολάρια.Το Chancay αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του αποτυπώματος της Κίνας στη Λατινική Αμερική αυτόν τον αιώνα.
Το αμφίδρομο εμπόριο αυξήθηκε από 18 δισ. δολάρια το 2002 σε 450 δισ. το 2022.
Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος στην περιοχή συνολικά, η Κίνα είναι πλέον ο μεγαλύτερος στη Νότια Αμερική -μαζί με τη Βραζιλία, τη Χιλή, το Περού και άλλες χώρες. Η παρουσία του ασιατικού γίγαντα δεν είναι μόνο οικονομική. Οι πρεσβευτές της γνωρίζουν καλά τη Λατινική Αμερική και μιλούν καλά ισπανικά και πορτογαλικά. Το διπλωματικό προσωπικό της αυξάνεται.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, αντίθετα, λόγω του πολιτικού αδιεξόδου στην Ουάσιγκτον, συχνά αφήνουν κενές θέσεις πρεσβευτών. Επιπλέον, η Κίνα προσφέρει σε τοπικούς αξιωματούχους, δημοσιογράφους και ακαδημαϊκούς δωρεάν ταξίδια για να την επισκεφτούν. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας η Κίνα έστειλε στη Λατινική Αμερική εμβόλια πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι οι Ηνωμένες Πολιτείες ή η Ευρώπη.
Αυτή η επέκταση ανησυχεί ανθρώπους όπως ο Marco Rubio, ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής που συμμετέχει στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων. Λέει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «δεν έχουν την πολυτέλεια να αφήσουν το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα να επεκτείνει την επιρροή του και να απορροφήσει τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική στο δικό του πολιτικοοικονομικό μπλοκ». Η Κίνα βρίσκεται «στη γραμμή των 20 μέτρων για την πατρίδα μας», δήλωσε νωρίτερα φέτος η στρατηγός Laura Richardson, επικεφαλής της Νότιας Διοίκησης των ΗΠΑ.
Η αντίδραση στη Λατινική Αμερική ήταν γενικά ένα ανασήκωμα των ώμων.
Οι αξιωματούχοι της υποστηρίζουν ότι, ενεργώντας ως αγοράστρια, επενδύτρια και χρηματοδότρια των αναγκαίων υποδομών, η Κίνα κάλυψε το κενό που άφησε η Δύση. Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν συνάψει συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με 11 χώρες της Λατινικής Αμερικής, δεν δείχνουν καμία διάθεση για περισσότερες. Η κεντροδεξιά κυβέρνηση της Ουρουγουάης διαπραγματεύεται μια συμφωνία με την Κίνα μετά την απόρριψη των αιτημάτων της για μια συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Γαλλία και άλλοι εμποδίζουν την επικύρωση ενός εμπορικού συμφώνου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και της MERCOSUR (ένα εμπορικό μπλοκ πέντε χωρών που περιλαμβάνει τη Βραζιλία και την Αργεντινή), η διαπραγμάτευση του οποίου διήρκεσε πάνω από 20 χρόνια.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη παραμένουν οι μεγαλύτεροι ξένοι επενδυτές στη Λατινική Αμερική. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να κυριαρχούν στο εμπόριο με το Μεξικό, την Κεντρική Αμερική και τις περισσότερες χώρες της Καραϊβικής. Καθώς, όμως, ο ρόλος της Κίνας ως εμπορικού και επενδυτικού εταίρου αυξάνεται, ιδίως στη Νότια Αμερική, οι κυβερνήσεις δεν θέλουν να αναγκαστούν να επιλέξουν μεταξύ των δύο μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων. «Η πολιτική μας είναι η αντιστάθμιση κινδύνου, η προσπάθεια διατήρησης μιας ισορροπίας», λέει ένας υπουργός Εξωτερικών.
Ορισμένοι θέλουν να μετατρέψουν την αντιστάθμιση κινδύνου σε ένα πιο διεκδικητικό δόγμα εξωτερικής πολιτικής, την «ενεργητική ουδετερότητα», έναν όρο που επινόησε ο Jorge Heine, πρώην πρέσβης της Χιλής, ο οποίος δημοσίευσε ένα σημαντικό βιβλίο που προπαγάνδιζε την ιδέα το 2023. Η προσέγγιση παραπέμπει στο Κίνημα των Αδεσμεύτων, που ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου από ηγέτες του Τρίτου Κόσμου (όπως ονομαζόταν τότε), όπως ο Jawaharlal Nehru της Ινδίας και ο Sukarno της Ινδονησίας. Ο κ. Heine υποστηρίζει ότι η υιοθέτηση του προστατευτισμού από τις Ηνωμένες Πολιτείες υπό τον Donald Trump (η οποία συνεχίστηκε υπό τον Joe Biden) και η άνοδος της ομάδας BRICS, η οποία περιλαμβάνει τη Βραζιλία και την Κίνα, ισοδυναμούν με μια μη αναστρέψιμη αλλαγή στην παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Η ενεργητική ουδετερότητα, υποστηρίζει, «επιτρέπει στα έθνη να στέκονται πιο κοντά σε μία από τις μεγάλες δυνάμεις σε ορισμένα ζητήματα και σε μία άλλη σε ένα διαφορετικό σύνολο ζητημάτων».
Η πολιτική αυτή απηχεί ιδιαίτερα στην Αριστερά στη Λατινική Αμερική, η οποία εδώ και καιρό έχει εκνευριστεί με αυτό που θεωρεί ιμπεριαλισμό των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή (αν και από τη δεκαετία του 1980 η πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών έχει επικεντρωθεί κυρίως στην υποστήριξη της δημοκρατίας). Βεβαίως, μυρίζει υποκρισία όταν αξιωματούχοι στην Ουάσιγκτον καλούν τη Λατινική Αμερική να απαγορεύσει τη Huawei λόγω του κινδύνου κινεζικής κατασκοπείας, για την οποία δεν έχουν παράσχει αποδείξεις.
Αντιθέτως, ήταν η Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών που αποκαλύφθηκε από έναν πληροφοριοδότη το 2013 ότι εκτελούσε πρόγραμμα παρακολούθησης σε όλη τη Λατινική Αμερική. Είχε υποκλέψει τις επικοινωνίες της τότε προέδρου της Βραζιλίας, Dilma Rousseff, και της Petrobras, της κρατικά ελεγχόμενης εταιρείας πετρελαίου. «Η Λατινική Αμερική εκτιμά ότι η Κίνα δεν έχει κηρυκτική εξωτερική πολιτική», λέει ο Matias Spektor του Fundação Getulio Vargas, ενός βραζιλιάνικου πανεπιστημίου.
Ωστόσο, ενώ η αντιστάθμιση κινδύνου μπορεί να έχει νόημα για τη Λατινική Αμερική, στην πράξη οι ηγέτες της συχνά δείχνουν να αγνοούν τις πιθανές πολιτικές συνέπειες των οικονομικών αποφάσεων. «Η Λατινική Αμερική δεν σκέφτεται την κυριαρχία της Κίνας ούτε στη βραχυπρόθεσμη χάραξη πολιτικής, ούτε μακροπρόθεσμα», λέει η Margaret Myers του Διαμερικανικού Διαλόγου, ενός κέντρου μελετών στην Ουάσιγκτον.
Αυτό ισχύει σίγουρα για το Περού, το οποίο, εκτός από το λιμάνι Chancay, επέτρεψε σε κινεζικές κρατικές εταιρείες να αποκτήσουν μονοπώλιο στην παροχή ηλεκτρικής ενέργειας στην πρωτεύουσα Λίμα. Η ρυθμιστική αρχή ανταγωνισμού εφάρμοσε ελάχιστους όρους όσον αφορά την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας από συνδεδεμένους ηλεκτροπαραγωγούς, χωρίς, ωστόσο, καμία κυβερνητική οντότητα να λάβει υπόψη της τις γεωπολιτικές επιπτώσεις. Η απειλή δεν είναι τόσο ότι η Κίνα θα μπορούσε να σβήσει τα φώτα, όσο ότι έχει αποκτήσει ένα εργαλείο για την άσκηση πιο διακριτικής πίεσης. «Η Κίνα προσπαθεί να δημιουργήσει μια κατάσταση στην οποία θα διαμορφώνει το εξωτερικό περιβάλλον στη Λατινική Αμερική σύμφωνα με τα συμφέροντά της», λέει η κ. Myers.
Αυτό, βέβαια, είναι κάτι που επιδιώκουν εδώ και καιρό και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Ωστόσο, αυτό αρχίζει να γίνεται όλο και περισσότερο κατανοητό στη Λατινική Αμερική, και πυροδοτεί περισσότερη ανεξάρτητη σκέψη για το πώς να το διαχειριστεί. «Κανείς δεν σκέφτεται οργανωμένα για τις κινεζικές επενδύσεις», λέει ο υπουργός Εξωτερικών.
Δεν υπάρχει στρατηγικός έλεγχος των ξένων επενδύσεων, όπως συμβαίνει στην Ευρώπη ή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μια κρατική κινεζική εταιρεία έχει σαφώς διαφορετική σχέση με την κυβέρνηση της χώρας της απ’ ό,τι, ας πούμε, μια ιδιωτική ευρωπαϊκή εταιρεία. Υπάρχει έλλειψη εμπειρογνωμόνων για την Κίνα στην περιοχή και η Κίνα χρηματοδοτεί το έργο αρκετών από τα ελάχιστα κέντρα μελετών που υπάρχουν για την εξωτερική πολιτική.
Τόσο η ΕΕ όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες κάνουν λόγο για περισσότερες επενδύσεις στη Λατινική Αμερική.
Σε σύνοδο κορυφής πέρυσι, η ΕΕ δεσμεύτηκε να επενδύσει μέχρι το 2027 πάνω από 45 δισ. ευρώ (48 δισ. δολάρια) στην περιοχή, εστιάζοντας στην πράσινη ενέργεια, την ψηφιοποίηση και τα κρίσιμα ορυκτά.
Λίγο αργότερα, ο κ. Biden φιλοξένησε δέκα χώρες από τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική στην πρώτη σύνοδο κορυφής της «Americas Partnership for Prosperity», η οποία υποστηρίζεται κυρίως από κεφάλαια της Διαμερικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης. Λατινοαμερικανοί διπλωμάτες λένε ότι και οι δύο πρωτοβουλίες αποτελούν σε μεγάλο βαθμό «επανασυσκευασία» υφιστάμενων προγραμμάτων και στερούνται περιεχομένου. Περισσότερη δύναμη θα μπορούσε να προέλθει από το Americas Act, ένα νομοσχέδιο που στάλθηκε στο Κογκρέσο τον Μάρτιο με διακομματική υποστήριξη. Αυτό θα προσέφερε εμπορικά οφέλη, χρηματοδότηση υποδομών και επενδυτικές επιδοτήσεις στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, στο πλαίσιο του near-shoring (εγγύτητας).
Εάν εγκριθεί, θα μπορούσε τουλάχιστον να σημαίνει ότι η Κίνα θα βρεθεί αντιμέτωπη με λίγο περισσότερο ανταγωνισμό στην περιοχή. Όσο για τη Λατινική Αμερική, αν θέλει να αξιοποιήσει στο έπακρο τους διάφορους μνηστήρες της, ελαχιστοποιώντας ταυτόχρονα τον κίνδυνο εξάρτησης, θα πρέπει να έχει τα μάτια της δεκατέσσερα.
Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου