Αν δεν υπήρχαν δύτες, κανένας δεν θα γνώριζε τα μαργαριτάρια…
Και τούτου γιατί ένα σημαντικό κομμάτι από το σύνολο των εισηγμένων εταιρειών, αδυνατούν να κεντρίσουν το συναλλακτικό ενδιαφέρον. Περιοριζόμενες έτσι σε μεταβολές των τιμών, με γνώμονα τις συγκυρίες και την ανορθολογική αποτύπωση της ζήτησης και της προσφοράς.
Το πόσο μικρό είναι το εύρος των επενδυτικών επιλογών πιστοποιείται απερίφραστα από το γεγονός ότι σε 13 από τις 152 μετοχές, γίνεται το 84% του συναλλακτικού τζίρου στον ελληνικό «ναό» του χρήματος. Όπου οι 99 από τις εισηγμένες εταιρείες της Κύριας και της Εναλλακτικής αγοράς, έχουν κεφαλαιοποίηση κάτω από 89 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων μάλιστα οι 36 είναι κάτω από τα 10 εκατ. ευρώ.
Στην αντίπερα όχθη βρίσκονται μόνο 25 εισηγμένες με χρηματιστηριακή αξία άνω των 500 εκατ. ευρώ, που για τα περισσότερα από τα διεθνή χαρτοφυλάκια θεωρείται ώς μία εκ των βασικότερων προϋποθέσεων για την εκδήλωση επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία, η μέση, ημερήσια αξία συναλλαγών, διαμορφώθηκε στα 70, 278 εκατ. ευρώ, στη διάρκεια της περσινής χρονιάς. Ενισχυμένη κατά 9,9% σε σύγκριση με τα πεπραγμένα του 2020.
Στις τρείς πρώτες χρηματιστηριακές συνεδριάσεις του 2022 ο συναλλακτικός τζίρος «τρέχει» με 38,774 εκατ. ευρώ, εμφανίζοντας μείωση 44,8%, σε σχέση με την περσινή χρονιά. Ένδειξη της διστακτικότητας που χαρακτηρίζει τα εφετινά, πρώτα βήματα των επενδυτών.
Μόλις το 0,27% των συναλλαγών κάνουν 61 μετοχές
Τα στοιχεία δείχνουν ότι 61 μετοχές, δηλαδή το…40% του συνόλου, είχαν πέρσι μέσο, ημερήσιο τζίρο συναλλαγών κάτω από τα 10.000 ευρώ. Δηλαδή κάτω από το μίνιμουμ αποδεκτό, προκειμένου να μπει μια μετοχή στη λίστα με τις μεγαλύτερες μεταβολές τιμών ( άνοδο ή πτώση), που αποτυπώνονται στα ημερήσια δελτία του χρηματιστηρίου. Στις 61 αυτές μετοχές συγκαταλέγονται οι 6 από τις 11 της Εναλλακτικής αγοράς, καθώς επίσης και οι 17 από τις 19 που βρίσκονται στην Επιτήρηση.
Αν και οι μετοχές αυτές αποτελούν αριθμητικά ένα μεγάλο κομμάτι της αγοράς, εν τούτοις η αξία των συναλλαγών τους διαμορφώθηκε πέρσι στα 121.214 ευρώ ανά ημέρα, που αντιστοιχεί μόλις στο…0,27% του συνόλου της χρηματιστηριακής αγοράς. Παρά το γεγονός ότι ο συναλλακτικός τους τζίρος αυξήθηκε κατά…64,6%, ενώ με όρους κεφαλαιοποίησης εκφράζουν το 5,2% των εισηγμένων εταιρειών.
Είναι πάντως χαρακτηριστικό, ότι από τα 61 «χαρτιά» που βρίσκονται σε συναλλακτική ξηρασία, η μετοχή της (επιτηρούμενης) «Μπήτρος» ήταν εκείνη που είχε τη μεγαλύτερη άνοδο το 2021. Πέτυχε το θεαματικό +295,6%, με μέση ημερήσια αξία συναλλαγών…1.168 ευρώ.
Υπάρχουν όμως και 20 μετοχές, για τις οποίες ο συναλλακτικός τζίρος ήταν πέρσι κάτω από τα 1.000 ευρώ ανά ημέρα.
Τα 13 «χαρτιά» που έχουν τη μερίδα του λέοντος
Στον αντίποδα 13 μετοχές ισάριθμων εισηγμένων εταιρειών, κατέχουν τη μερίδα του λέοντος στις συναλλαγές, η συνολική αξία των οποίων διαμορφώθηκε πέρσι στα 58,981 εκατ. ευρώ ανά ημέρα διαπραγμάτευσης. Ενισχυμένη κατά 11% σε σχέση με το 2020.
Οι συγκεκριμένες αυτές μετοχές, εκτός του ότι απορροφούν το 84% του συνόλου της αγοράς, έχουν μερίδιο της τάξεως του 85,7% στον τζίρο που κάνουν τα 60 «χαρτιά» των εταιρειών που συνθέτουν τον Γενικό Δείκτη. Ο οποίος πέρσι ήταν στα 68,823 εκατ. ευρώ ανά ημέρα. Με άλλα λόγια, στις μετοχές του Δείκτη γίνεται το…97,9% της συναλλακτικής δραστηριότητας στο χρηματιστήριο της Αθήνας.
Καταδεικνύοντας έτσι το πόσο ρηχή είναι η ελληνική αγορά, με συνέπεια να αδυνατεί να συνεγείρει το ευρύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον από διεθνή χαρτοφυλάκια.
Λόγω και της κεφαλαιακής αύξησης η πρωταθλήτρια σε συναλλακτικό τζίρο μετοχή είναι εκείνη της Alpha Bank (Alpha Υπηρεσιών και Συμμετοχών είναι πλέον η…ταυτότητά της). Με τη μέση ημερήσια αξία των συναλλαγών της να είναι πέρσι στα 9,932 εκατ. ευρώ, ενισχυμένη μάλιστα κατά 52%.
Ακολουθεί ο ΟΤΕ με ημερήσιες συναλλαγές 7,082 εκατ. ευρώ, οι οποίες όμως παρουσιάζουν κάμψη κατά 21,7% σε σύγκριση με τα δεδομένα της προηγούμενης χρονιάς.
Έπονται η Eurobank με 6,328 εκατ. ευρώ και ο ΟΠΑΠ με 5,633 εκατ. ευρώ, χωρίς ουσιώδεις μεταβολές σε σχέση με το 2020.
Ο μέσος ημερήσιος τζίρος της ΔΕΗ αυξήθηκε πέρσι κατά 104,6% και διαμορφώθηκε στα 5,491 εκατ. ευρώ. Με την ΑΜΚ να έχει ουσιώδη ρόλο στην αύξηση του συναλλακτικού ενδιαφέροντος.
Κάτι το οποίο συνέβη και με την Πειραιώς, της οποίας η μέση, αξία των συναλλαγών πήγε στα 5,540 εκατ. ευρώ, ενισχυμένη κατά 48,9%.
Αντίθετα η Εθνική, που βρίσκεται μια θέση παραπάνω, είχε μείωση του συναλλακτικού τζίρου κατά 19%, πηγαίνοντας στα 5,491 εκατ. ευρώ ανά ημέρα.
Για τη Jumbo η αξία των ημερήσιων συναλλαγών αυξήθηκε πέρσι κατά 15,9% και έφτασε στα 3,408 εκατ. ευρώ. Απόρροια και της παραχώρησης του «πακέτου» μετοχών από τον βασικό μέτοχο.
Στην Μυτιληναίος ο μέσος τζίρος των συναλλαγών είναι 2,956 εκατ. ευρώ, ενισχυμένος κατά 3,7%.
Τα «πακέτα» που άλλαξαν χέρια στη ΓEK Τέρνα οδήγησαν τον μέσο ημερήσιο τζίρο στα 2,999 εκατ. ευρώ, με αύξηση της τάξεως του 178,6% σε σύγκριση με την αντίστοιχη επίδοση του 2020.
Σε ανοδική τροχιά, επίσης λόγω των «πακέτων» και η Τέρνα Ενεργειακή. Της οποία η μέση αξία των συναλλαγών έφτασε στα 2,299 εκατ. ευρώ ανά ημέρα, ενισχυμένη κατά 48,5%.
Ακολουθεί η Μότορ Όιλ με συναλλαγές 1,741 εκατ. ευρώ (μειωμένες κατά 38,5%), ενώ ο κύκλος κλείνει με τη Lamda Development, της οποίας η ημερήσια αξία των συναλλαγών είναι στα 1,697 εκατ. ευρώ, με υποχώρηση 12,5%.
Παρά το γεγονός ότι η μεγάλη συναλλακτική δραστηριότητα δεν συνδυάζεται αυτοδίκαια και με την καλή πορεία των μετοχών, εν τούτοις πιστοποιεί την επενδυτική τους εμβέλεια.
Την οποία διαθέτουν σαφώς και άλλες εισηγμένες, με μικρότερο μεν αλλά ουσιώδες συναλλακτικό ενδιαφέρον. Σε αδρές γραμμές όμως μια αγορά με λιγοστά «χαρτιά» ως βασικές επιλογές για εγχώρια και ξένα χαρτοφυλάκια, έχει εξ αντικειμένου μικρό επενδυτικό εκτόπισμα. Αφήνοντας στο περιθώριο ένα μεγάλο κομμάτι εταιρειών, ορισμένες από τις οποίες μπορεί όντως να συνιστούν ευκαιρίες. Αλλά ακόμη, για διάφορους λόγους, δεν είναι προσβάσιμες στους…αλιείς μαργαριταριών.
Το πόσο μικρό είναι το εύρος των επενδυτικών επιλογών πιστοποιείται απερίφραστα από το γεγονός ότι σε 13 από τις 152 μετοχές, γίνεται το 84% του συναλλακτικού τζίρου στον ελληνικό «ναό» του χρήματος. Όπου οι 99 από τις εισηγμένες εταιρείες της Κύριας και της Εναλλακτικής αγοράς, έχουν κεφαλαιοποίηση κάτω από 89 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων μάλιστα οι 36 είναι κάτω από τα 10 εκατ. ευρώ.
Στην αντίπερα όχθη βρίσκονται μόνο 25 εισηγμένες με χρηματιστηριακή αξία άνω των 500 εκατ. ευρώ, που για τα περισσότερα από τα διεθνή χαρτοφυλάκια θεωρείται ώς μία εκ των βασικότερων προϋποθέσεων για την εκδήλωση επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία, η μέση, ημερήσια αξία συναλλαγών, διαμορφώθηκε στα 70, 278 εκατ. ευρώ, στη διάρκεια της περσινής χρονιάς. Ενισχυμένη κατά 9,9% σε σύγκριση με τα πεπραγμένα του 2020.
Στις τρείς πρώτες χρηματιστηριακές συνεδριάσεις του 2022 ο συναλλακτικός τζίρος «τρέχει» με 38,774 εκατ. ευρώ, εμφανίζοντας μείωση 44,8%, σε σχέση με την περσινή χρονιά. Ένδειξη της διστακτικότητας που χαρακτηρίζει τα εφετινά, πρώτα βήματα των επενδυτών.
Μόλις το 0,27% των συναλλαγών κάνουν 61 μετοχές
Τα στοιχεία δείχνουν ότι 61 μετοχές, δηλαδή το…40% του συνόλου, είχαν πέρσι μέσο, ημερήσιο τζίρο συναλλαγών κάτω από τα 10.000 ευρώ. Δηλαδή κάτω από το μίνιμουμ αποδεκτό, προκειμένου να μπει μια μετοχή στη λίστα με τις μεγαλύτερες μεταβολές τιμών ( άνοδο ή πτώση), που αποτυπώνονται στα ημερήσια δελτία του χρηματιστηρίου. Στις 61 αυτές μετοχές συγκαταλέγονται οι 6 από τις 11 της Εναλλακτικής αγοράς, καθώς επίσης και οι 17 από τις 19 που βρίσκονται στην Επιτήρηση.
Αν και οι μετοχές αυτές αποτελούν αριθμητικά ένα μεγάλο κομμάτι της αγοράς, εν τούτοις η αξία των συναλλαγών τους διαμορφώθηκε πέρσι στα 121.214 ευρώ ανά ημέρα, που αντιστοιχεί μόλις στο…0,27% του συνόλου της χρηματιστηριακής αγοράς. Παρά το γεγονός ότι ο συναλλακτικός τους τζίρος αυξήθηκε κατά…64,6%, ενώ με όρους κεφαλαιοποίησης εκφράζουν το 5,2% των εισηγμένων εταιρειών.
Είναι πάντως χαρακτηριστικό, ότι από τα 61 «χαρτιά» που βρίσκονται σε συναλλακτική ξηρασία, η μετοχή της (επιτηρούμενης) «Μπήτρος» ήταν εκείνη που είχε τη μεγαλύτερη άνοδο το 2021. Πέτυχε το θεαματικό +295,6%, με μέση ημερήσια αξία συναλλαγών…1.168 ευρώ.
Υπάρχουν όμως και 20 μετοχές, για τις οποίες ο συναλλακτικός τζίρος ήταν πέρσι κάτω από τα 1.000 ευρώ ανά ημέρα.
Από αυτές, η Sato που είναι επίσης σε καθεστώς επιτήρησης είχε την πιο μεγάλη άνοδο ( 130,8%). Μια άνοδος όμως που συντελέστηκε με συναλλαγές μόλις…325 ευρώ ανά ημέρα.
Τα 13 «χαρτιά» που έχουν τη μερίδα του λέοντος
Στον αντίποδα 13 μετοχές ισάριθμων εισηγμένων εταιρειών, κατέχουν τη μερίδα του λέοντος στις συναλλαγές, η συνολική αξία των οποίων διαμορφώθηκε πέρσι στα 58,981 εκατ. ευρώ ανά ημέρα διαπραγμάτευσης. Ενισχυμένη κατά 11% σε σχέση με το 2020.
Οι συγκεκριμένες αυτές μετοχές, εκτός του ότι απορροφούν το 84% του συνόλου της αγοράς, έχουν μερίδιο της τάξεως του 85,7% στον τζίρο που κάνουν τα 60 «χαρτιά» των εταιρειών που συνθέτουν τον Γενικό Δείκτη. Ο οποίος πέρσι ήταν στα 68,823 εκατ. ευρώ ανά ημέρα. Με άλλα λόγια, στις μετοχές του Δείκτη γίνεται το…97,9% της συναλλακτικής δραστηριότητας στο χρηματιστήριο της Αθήνας.
Καταδεικνύοντας έτσι το πόσο ρηχή είναι η ελληνική αγορά, με συνέπεια να αδυνατεί να συνεγείρει το ευρύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον από διεθνή χαρτοφυλάκια.
Λόγω και της κεφαλαιακής αύξησης η πρωταθλήτρια σε συναλλακτικό τζίρο μετοχή είναι εκείνη της Alpha Bank (Alpha Υπηρεσιών και Συμμετοχών είναι πλέον η…ταυτότητά της). Με τη μέση ημερήσια αξία των συναλλαγών της να είναι πέρσι στα 9,932 εκατ. ευρώ, ενισχυμένη μάλιστα κατά 52%.
Ακολουθεί ο ΟΤΕ με ημερήσιες συναλλαγές 7,082 εκατ. ευρώ, οι οποίες όμως παρουσιάζουν κάμψη κατά 21,7% σε σύγκριση με τα δεδομένα της προηγούμενης χρονιάς.
Έπονται η Eurobank με 6,328 εκατ. ευρώ και ο ΟΠΑΠ με 5,633 εκατ. ευρώ, χωρίς ουσιώδεις μεταβολές σε σχέση με το 2020.
Ο μέσος ημερήσιος τζίρος της ΔΕΗ αυξήθηκε πέρσι κατά 104,6% και διαμορφώθηκε στα 5,491 εκατ. ευρώ. Με την ΑΜΚ να έχει ουσιώδη ρόλο στην αύξηση του συναλλακτικού ενδιαφέροντος.
Κάτι το οποίο συνέβη και με την Πειραιώς, της οποίας η μέση, αξία των συναλλαγών πήγε στα 5,540 εκατ. ευρώ, ενισχυμένη κατά 48,9%.
Αντίθετα η Εθνική, που βρίσκεται μια θέση παραπάνω, είχε μείωση του συναλλακτικού τζίρου κατά 19%, πηγαίνοντας στα 5,491 εκατ. ευρώ ανά ημέρα.
Για τη Jumbo η αξία των ημερήσιων συναλλαγών αυξήθηκε πέρσι κατά 15,9% και έφτασε στα 3,408 εκατ. ευρώ. Απόρροια και της παραχώρησης του «πακέτου» μετοχών από τον βασικό μέτοχο.
Στην Μυτιληναίος ο μέσος τζίρος των συναλλαγών είναι 2,956 εκατ. ευρώ, ενισχυμένος κατά 3,7%.
Τα «πακέτα» που άλλαξαν χέρια στη ΓEK Τέρνα οδήγησαν τον μέσο ημερήσιο τζίρο στα 2,999 εκατ. ευρώ, με αύξηση της τάξεως του 178,6% σε σύγκριση με την αντίστοιχη επίδοση του 2020.
Σε ανοδική τροχιά, επίσης λόγω των «πακέτων» και η Τέρνα Ενεργειακή. Της οποία η μέση αξία των συναλλαγών έφτασε στα 2,299 εκατ. ευρώ ανά ημέρα, ενισχυμένη κατά 48,5%.
Ακολουθεί η Μότορ Όιλ με συναλλαγές 1,741 εκατ. ευρώ (μειωμένες κατά 38,5%), ενώ ο κύκλος κλείνει με τη Lamda Development, της οποίας η ημερήσια αξία των συναλλαγών είναι στα 1,697 εκατ. ευρώ, με υποχώρηση 12,5%.
Παρά το γεγονός ότι η μεγάλη συναλλακτική δραστηριότητα δεν συνδυάζεται αυτοδίκαια και με την καλή πορεία των μετοχών, εν τούτοις πιστοποιεί την επενδυτική τους εμβέλεια.
Την οποία διαθέτουν σαφώς και άλλες εισηγμένες, με μικρότερο μεν αλλά ουσιώδες συναλλακτικό ενδιαφέρον. Σε αδρές γραμμές όμως μια αγορά με λιγοστά «χαρτιά» ως βασικές επιλογές για εγχώρια και ξένα χαρτοφυλάκια, έχει εξ αντικειμένου μικρό επενδυτικό εκτόπισμα. Αφήνοντας στο περιθώριο ένα μεγάλο κομμάτι εταιρειών, ορισμένες από τις οποίες μπορεί όντως να συνιστούν ευκαιρίες. Αλλά ακόμη, για διάφορους λόγους, δεν είναι προσβάσιμες στους…αλιείς μαργαριταριών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου