Ανάλυση του Foreign Policy για τη στάση των κυβερνήσεων Τραμπ και Μπάιντεν απέναντι στην αραβική κοινή γνώμη
Από όταν ξέσπασε ο πόλεμος στη Γάζα – μετά την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023- η Μέση Ανατολή είναι αντιμέτωπη με
μαζικές διαδηλώσεις.Αιγύπτιοι, Μαροκινοί, Τυνήσιοι, Ιρακινοί, Υεμενίτες, κατεβαίνουν μαζικά στους δρόμους και διαδηλώνουν σε ένδειξη συμπαράστασης με τους Παλαιστινίους. Η Σαουδική Αραβία αναγκάστηκε να παγώσει τη διαδικασία ομαλοποίησης των σχέσεων με το Ισραήλ εν μέρει εξαιτίας της οργής που έχουν προκαλέσει στην κοινή γνώμη τα ζοφερά δεδομένα για τους πάνω από 33.000 νεκρούς και τις συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης στη Γάζα.
Η κεντρική θέση της Ουάσιγκτον, σύμφωνα με ανάλυση του Foreign Policy, είναι πως οι κινητοποιήσεις αυτές είναι άνευ σημασίας. Οι Άραβες ηγέτες, εξάλλου, είναι μεταξύ των πιο έμπειρων στην εφαρμογή της realpolitik, ενώ οι διαδηλώσεις αν και μεγάλες, είναι εν πολλοίς διαχειρίσιμες. Ο πρώην πρόεδρος της Αιγύπτου, Χόσνι Μουμπάρακ, και άλλοι ηγέτες στο παρελθόν ενθάρρυναν μάλιστα τις διαδηλώσεις υπέρ των Παλαιστινίων, θεωρώντας ότι είναι ένας τρόπος να επιτρέπουν στους πολίτες να ξεσπούν, κατευθύνοντας την οργή τους προς έναν ξένο εχθρό, αντί να τον εστιάζουν στην εσωτερική διαφθορά και κακοδιαχείριση.
Εν καιρώ, λέει το κυρίαρχο αφήγημα, ο πόλεμος στη Γάζα θα τελειώσει, οι οργισμένοι διαδηλωτές θα επιστρέψουν σπίτι τους και οι ηγέτες της περιοχής θα συνεχίσουν να προωθούν τα συμφέροντά τους.
Οι Αμερικανοί, σημειώνει το Foreign Policy, έχουν μακρά ιστορία στο να υποβαθμίζουν ή και να αγνοούν πλήρως την κοινή γνώμη στη Μέση Ανατολή. Όταν είναι αυταρχικοί ηγέτες αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις, τι νόημα έχει να ακούς τι φωνάζουν οι ακτιβιστές ή ο απλός κόσμος; Από τη στιγμή που δεν υπάρχουν ουσιαστικά δημοκρατίες στη Μέση Ανατολή, το μόνο που έχει σημασία είναι να βλέπει τι πιστεύουν και τι επιδιώκουν τα παλάτια. Σε αυτό το δόγμα συνοψίζεται η στάση των ΗΠΑ.
Μπορεί κανείς να θυμηθεί τι έγινε το 2003, όταν η αραβική κοινή γνώμη ήταν εξοργισμένη με την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ, αλλά οι περισσότεροι ηγέτες της περιοχής συνεργάστηκαν με τους Αμερικανούς και κανείς δεν έλαβε μέτρα για να αντιταχθεί σε αυτούς. Η αμερικανική αυτή πεποίθηση κλονίστηκε προσωρινά κατά την Αραβική Άνοιξη του 2011, αλλά επέστρεψε σε πλήρη ισχύ όταν οι απολυταρχίες επιβεβαίωσαν τον έλεγχό τους τα επόμενα χρόνια. Ουσιαστικά οι ΗΠΑ δείχνουν να μην έχουν καταλάβει τι πραγματικά έχει αλλάξει μετά τις εξεγέρσεις του 2011.
Πριν από το 2011, οι πιο μαζικές διαδηλώσεις είχαν καταγραφεί κατά τον αραβικό ψυχρό πόλεμο της δεκαετίας του 1950, όταν λαοφιλείς ηγέτες κινητοποιούσαν μεγάλες μάζες κατά δυτικών συμμάχων στο όνομα της αραβικής ενότητας και της στήριξης των Παλαιστινίων. Τη δεκαετία του 1990 ωστόσο ήταν η δορυφορική τηλεόραση και ειδικά το Al Jazeera που διαμόρφωναν την αραβική κοινή γνώμη. Αργότερα ήταν τα social media που επέτρεψαν μία αραβική πολυφωνία, με τους πολίτες να διαλύουν στερεότυπα, εκφραζόμενοι άμεσα και αδιαμεσολάβητα.
Από όταν ξέσπασε ο πόλεμος στη Γάζα – μετά την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023- η Μέση Ανατολή είναι αντιμέτωπη με
μαζικές διαδηλώσεις.Μύθος η σταθερότητα των απολυταρχιών
Το 2011 η ταχεία εξάπλωση των απειλητικών για το καθεστώς διαμαρτυριών από την Τυνησία σε ολόκληρη σχεδόν την περιοχή έδειξε ότι η υποτιθέμενη σταθερότητα των αραβικών απολυταρχιών ήταν κυρίως ένας μύθος. Για μια σύντομη στιγμή, έπαψε να έχει νόημα για την Ουάσιγκτον να αγνοεί τις θέσεις της αραβικής κοινής γνώμης ή να στηρίζεται στις διαβεβαιώσεις των κουρασμένων Αράβων ηγεμόνων.
Οι εξεγέρσεις προφανώς δεν ήταν απλώς η έκρηξη ανώριμων διαδηλωτών. Οι νέοι επαναστάτες που αιχμαλώτισαν το πνεύμα της εποχής άρθρωσαν στοχαστικές, ξεκάθαρες κριτικές απέναντι στα αυταρχικά καθεστώτα της περιοχής. Οι δυτικές κυβερνήσεις αρχικά προσπάθησαν να υποστηρίξουν τις προσπάθειες για δημοκρατικές μεταβάσεις και πιο ανοιχτά πολιτικά συστήματα.
Αλλά καθώς αλλού είχαμε στροφή σε ισλαμιστικά εξτρεμιστικά κινήματα και αλλού τα αραβικά καθεστώτα ανέκτησαν τον έλεγχο μέσω στρατιωτικών πραξικοπημάτων και ευρείας καταστολής, τα διδάγματα του 2011 ξεχάστηκαν και πάλι. Η αυταρχική παλινόρθωση που ακολούθησε έφερε ένα επίπεδο καταστολής που ξεπέρασε πολύ αυτό που υπήρχε πριν από το 2011, με καθεστώτα σε όλη την περιοχή να συνθλίβουν και να φιμώνουν την κοινωνία των πολιτών, εξηγεί το Foreign Policy. Επιστρέψαμε έτσι σε ένα παλαιότερο μοντέλο δυτικής εξωτερικής πολιτικής που βασιζόταν στη συνεργασία με τις αυταρχικές ελίτ και στην αγνόηση των απόψεων των αραβικών πολιτών. Πουθενά αυτό δεν θα μπορούσε να φανεί πιο ξεκάθαρα από την πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση.
Αλλά Τραμπ και Μπάιντεν αγνόησαν τα διδάγματα του 2011
Η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ απλώς αγνόησε την παλαιστινιακή και αραβική κοινή γνώμη, όταν μεσολάβησε στις Συμφωνίες του Αβραάμ, οι οποίες εξομάλυναν τις σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Μπαχρέιν και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, χωρίς να επιλύσουν την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση. Οι συμφωνίες περιελάμβαναν επίσης το Σουδάν, καθώς και το Μαρόκο, αφού η Ουάσιγκτον θέλησε να αναγνωρίσει την κυριαρχία της στη Δυτική Σαχάρα.
Ο σημερινός πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, παρά τα όσα έλεγε προεκλογικά, αγκάλιασε ολόψυχα την προσέγγιση του Τραμπ στη Μέση Ανατολή, πιέζοντας για αραβο-ισραηλινή ομαλοποίηση και αγνοώντας ζητήματα δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Μετά την ορκωμοσία του το 2021, ο Μπάιντεν εγκατέλειψε τις υποσχέσεις του να γυρίσει την πλάτη στη Σαουδική Αραβία για τη δολοφονία του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι και τον πόλεμο στην Υεμένη. Αντίθετα, προσπάθησε να ολοκληρώσει τις πολιτικές του Τραμπ, επιδιώκοντας να φέρει το Ριάντ κοντά με την ισραηλινή κυβέρνηση, σε μία συμφωνία, που πάλι άφηνε εκτός εξίσωσης το παλαιστινιακό ζήτημα. Υπήρχαν πολλά σημάδια αραβικής δυσαρέσκειας για την προσπάθεια αυτή και αμέτρητες προειδοποιήσεις για μια επικείμενη έκρηξη στη Γάζα. Η κυβέρνηση Μπάιντεν επέλεξε να τα αγνοήσει. Τώρα πληρώνει και αυτή το λάθος της.
Πηγές: Foreign Policy, Ναυτεμπορική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου