Το αστρο που δεν θα δυση ποτε
«Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ» (Ἀκάθ. ὕμν. Ι1α΄)
Χρόνια τώρα, ἀγαπητοί μου, δὲν ἔπαυσα νὰ ὁμιλῶ ἐπάνω στὸν Ἀκάθιστο ὕμνο. Καὶ πάλι ἀπόψε μὲ τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ θὰ πῶ λίγα λόγια.
Ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος εἶνε ἕνα ποίημα καὶ τραγούδι ποὺ διαφέρει ἀπὸ
τὰ ἄλλα τὰ κοσμικὰ τραγούδια ὅσο τὸ διαμάντι ἀπὸ τὰ χαλίκια. Ἐκεῖνα
εἶνε ἐφήμερα, αὐτὸς ἀντέχει στοὺς αἰῶνες. Ἐψάλη πρώτη φορὰ τὸ 626 μ.Χ.
στὴν Κωνσταντινούπολι, στὸ ναὸ τῶν Βλαχερνῶν, ὡς ἔκφρασι
εὐγνωμοσύνης τοῦ λαοῦ τοῦ Βυζαντίου πρὸς τὴν Θεοτόκο, τὴν «ὑπέρμαχο
στρατηγὸ» τοῦ γένους, γιὰ τὴ διάσωσι τῆς Πόλεως ἀπὸ τὴ συνδυασμένη
ἐπιδρομὴ Περσῶν καὶ Ἀβάρων.
Τὸ θέμα τοῦ ποιήματος εἶνε τὸ μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας·
ὅτι δηλαδὴ ὁ Θεὸς ἦλθε ἐπὶ τῆς
Ὅλα τὰ χρόνια μιλοῦσα κάθε φορὰ στὴν ἀκολουθία αὐτὴ κ᾽ ἔχω ἑρμηνεύσει ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ «Χαῖρε» – ἂν θέλῃ ὁ Θεός, μπορεῖ νὰ τὰ ἐκδώσω σὲ βιβλίο. Ἀπόψε θέλω νὰ σᾶς ἑρμηνεύσω ἕναν ἄλλο χαιρετισμό. Ποιόν; Τὸν ἀκούσατε στὴν ἀρχὴ τῆς ὁμιλίας· «Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ» (Ἀκάθ. ὕμν. Ι1α΄). Τί μᾶς λέει;
* * *
Ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα θεάματα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ὁ ἔναστρος οὐρανός. «Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα» (Ψαλ. 18,2).
Λένε ὅτι ἕνας ἄπιστος εἶπε κάποτε σ᾽ ἕναν ἱεροκήρυκα·
―Ἐγὼ γιὰ νὰ πιστέψω, θέλω ἀποδείξεις.
―Ἀποδείξεις; λέει ὁ ἱεροκήρυκας· ὅσες θέλεις.
―Ὑπάρχουν πολλές;
―Βεβαίως.
―Ἐγὼ θέλω μία ποὺ νὰ μὲ πείθῃ.
―Βγάλε τὸ ρολόι σου. Τί ὥρα ἔχεις;
―10 τὸ πρωί.
―Περίμενε. Μετὰ ἀπὸ ὥρα λέει·
―Ἔγινε 11, τί θὰ κάνουμε;
―Περίμενε, λέει ὁ ἱεροκήρυκας.
―Μὰ ἦρθε μεσημέρι, τί θὰ γίνῃ;
―Περίμενε. Ἔτσι ἔγινε 3 τ᾽ ἀπόγευμα, 4….
―Ὣς πότε λοιπὸν θὰ περιμένω;
―Περίμενε, τοῦ λέει. Ἔτσι ἔφτασε 6, 7, ὥσπου βασίλεψε ὁ ἥλιος καὶ βράδιασε. Ὅταν σκοτείνιασε καλά, τοῦ λέει·
―Σήκωσε τώρα τὸ κεφάλι σου καὶ κοίταξε τὰ ἄστρα στὸν οὐρανό. Σὲ ρωτῶ, ποιός τὰ ἔκανε; Μία ἡ λογικὴ ἀπάντησι, ὁ Θεός· δὲν ὑπάρχει ἄλλη. Κάθε ἄλλη ἀπάντησι δὲν μπορεῖ νὰ σταθῇ. Ἐκεῖ σταμάτησε ὁ ἄπιστος καὶ εἶπε·
―Ὑπάρχει Δημιουργός.
Τὰ ἄστρα λοιπόν. Πόσα εἶνε; Μὲ γυμνὸ μάτι βλέπει κανεὶς 5.000
περίπου· ἐὰν ἐφοδιαστῇ μὲ τηλεσκόπιο, θὰ δῇ πάνω ἀπὸ 10.000. Ὑπάρχουν
τεράστια τηλεσκόπια στὴν Ἀμερική, μὲ τὰ ὁποῖα βλέπεις ἑκατομμύρια
ἄστρα. Καὶ συνεχῶς ἀνακαλύπτονται ἄστρα μέσ᾽ στὸ ἀχανὲς σύμπαν, τὸ
ὁποῖο ἔχει ἀσύλληπτες διαστάσεις. Δὲ βρίσκεις ἄκρο στὸ σύμπαν! Ναί,
τέτοιο μεγαλεῖο παρουσιάζει ὁ ἔναστρος οὐρανός· κ᾽ ἐγὼ ἀπορῶ πῶς
ὑπάρχουν ἄπιστοι.
Ὁ πιστὸς ὅμως διαφέρει. Τὰ βλέπει ὅλ᾽ αὐτά, ἀλλὰ μὲ ἄλλο βλέμμα καὶ τ᾽ ἀκούει νὰ τοῦ μιλοῦν μὲ μιὰ ἄλλη γλῶσσα. Διότι μιλοῦν καὶ τὰ ἄστρα. Ὅλα λαλοῦν, ἔχουν φωνὲς μυστικές, ποὺ φτάνουν στὸν ἄνθρωπο. Πίσω ἀπὸ τὰ ὑλικὰ εἶνε τὰ πνευματικά. Κάθε ὑλικὸ μπορεῖ νὰ γίνῃ εἰκόνα – σύμβολο μιᾶς πραγματικότητος τοῦ ἀοράτου πνευματικοῦ κόσμου.
Βλέπεις λοιπὸν τὰ φυσικὰ ἄστρα; Αὐτὰ εἰκονίζουν κάποια ἄλλα πνευματικὰ ἄστρα. Ποιά εἶν᾽ αὐτά; Οἱ ἅγιοι. Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· καὶ ὁ πιὸ ταπεινὸς θνητός, ἂν εἶνε ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, θὰ λάμψῃ σὰν ἄστρο καὶ σὰν ἥλιος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν (βλ. Ματθ. 13,43).
Οὐρανὸς εἶνε ἡ Ἐκκλησία καὶ ἄστρα, ποὺ λάμπουν σ᾽ αὐτὸν μὲ θεῖο φῶς, εἶνε οἱ ἅγιοι. Βλέπεις καὶ τὴ σελήνη τί ὡραία ποὺ εἶνε, ἰδίως ἡ πανσέληνος μὲ τὸ γλυκὺ φῶς; Αὐτὴ εἰκονίζει τὴν Παναγία· ἔτσι τὴν ὀνομάζουν οἱ ποιηταί, «πανσέληνο», γιὰ τὴν παρηγορία ποὺ χαρίζει.
Βλέπεις τέλος τὸν ἥλιο; Τί εἶν᾽ αὐτὸς ὁ
αἰσθητὸς ἥλιος μπροστὰ στὸν ἄλλο, τὸ «νοητὸ ἥλιο τῆς δικαιοσύνης»;
Ἥλιος τῆς δόξης εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Θυμηθῆτε τὸ ἀπολυτίκο
τῶν Χριστουγέννων· «…Οἱ τοῖς ἄστροις λατρεύοντες ὑπὸ ἀστέρος
ἐδιδάσκοντο σὲ προσκυνεῖν τὸν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης, καὶ σὲ γινώσκειν
ἐξ ὕψους Ἀνατολήν…». Ὁ ἀληθινὸς ἥλιος εἶνε ὁ Χριστός.
Αὐτὰ λοιπὸν ποὺ βλέπουμε εἶνε σύμβολα. Ἐδῶ ὅμως προστίθεται μιὰ
ἄλλη παρατήρησις. «Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ». Χαῖρε, Παναγία,
λέει, διότι εἶσαι ἡ μάνα ποὺ γέννησες τὸν Ἀστέρα τὸν «ἄδυτον».
Τί ἐννοεῖ
μ᾽ αὐτό; τί θὰ πῇ ἄδυτος ἀστέρας;
Καθημερινῶς, μὲ τὴν ἐναλλαγὴ ἡμέρας καὶ νύχτας, βλέπουμε τὰ
οὐράνια σώματα (τὴν ἡμέρα τὸν ἥλιο, καὶ τὴ νύχτα τὸ φεγγάρι καὶ τὰ
ἄστρα) ν᾽ ἀνατέλλουν καὶ νὰ δύουν. Μετὰ τὸ τέλος ὅμως τοῦ παρόντος
κόσμου, ὅπως λέει ἡ Ἀποκάλυψις, δὲν θὰ ὑπάρχῃ πλέον νύχτα (Ἀπ. 21,25·
22,5). Θὰ ὑπάρχῃ, ὅπως λέει ὁ ποιητής, μόνο μία «ἀβράδιαστη μέρα».
Ἑπομένως οὔτε θ᾽ ἀνατέλλουν οὔτε θὰ δύουν οὐράνια σώματα. Τὰ πάντα θὰ
φωτίζωνται ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θὰ μεσουρανῇ αἰωνίως σὰν ἀστὴρ
πρώτου μεγέθους καὶ δὲν θὰ βασιλεύῃ ποτέ.
Ὅλα ἄλλωστε τὰ οὐράνια σώματα ἀποτελοῦνται ἀπὸ ὕλη· καὶ ἡ ὕλη
εἶνε φθαρτή, φθείρεται. Ὅσο κι ἂν φαίνωνται ἀμετάβλητα, θά ᾽ρθῃ μιὰ
μέρα ποὺ ―τὸ λέει καὶ ἡ ἐπιστήμη αὐτὸ συμφωνώντας μὲ τὴ Γραφή― τὰ ἄστρα
θὰ σβήσουν ὅπως σβήνουν τὰ καντήλια ὅταν σῴνεται τὸ λάδι, ὅπως
σβήνουν τὰ κεριά.
Ἔτσι καὶ τὰ ἄστρα. Ὅλα θὰ σβήσουν· ἕνας δὲν θὰ σβήσῃ,
γιατὶ εἶνε ἄφθορος· ἕνα ἀστέρι δὲν θὰ δύσῃ, ἀλλὰ θὰ μεσουρανῇ καὶ θὰ
λάμπῃ εἰς αἰῶνας αἰώνων στὸν κόσμο τῶν πνευμάτων, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς
Χριστός. Αὐτὸς εἶνε ὁ ἄδυτος ἥλιος. Χαῖρε λοιπόν, Παναγία, λέει ὁ
Ἀκάθιστος ὕμνος, διότι γέννησες τὸ Χριστό, τὸ ἄστρο ποὺ δὲ θὰ βασιλέψῃ
ποτέ.
Ὁ χαιρετισμὸς αὐτὸς τοῦ ποιητοῦ στηρίζεται στὸ «Χαῖρε» ποὺ
εἶπε ὁ ἄγγελος στὴν Παρθένο Μαρία τὴν ἡμέρα τοῦ εὐαγγελισμοῦ (Λουκ.
1,28-29). Ἦταν ἕνα φτωχὸ κορίτσι, ἔμενε σὲ μιὰ καλύβα τῆς Ναζαρέτ, καὶ
δέχθηκε τὴν ἐπίσκεψι τοῦ ἀρχιστρατήγου Γαβριήλ. Μὴν ταράζεσαι, τῆς
λέει· θὰ γεννήσῃς μὲ Πνεῦμα ἅγιο· κι αὐτὸς ποὺ θὰ γεννήσῃς θὰ εἶνε ὁ
βασιλεὺς τοῦ κόσμου ὅλου, «καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος»,
δὲν ὑπάρχει τέλος στὴ βασιλεία του (ἔ.ἀ. 1,30-33). Πότε ἐλέχθη αὐτό; Πρὸ
εἴκοσι αἰώνων. Καὶ ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχῃ.
Χαῖρε λοιπόν, Παναγία, ποὺ γέννησες τὸ ἀστέρι – τὸν ἥλιο, ποὺ δὲ θὰ
βασιλέψῃ ποτέ.
* * *
Θέλουμε, ἀγαπητοί μου, ἄλλη ἀπόδειξι;
Ἀπὸ τότε ποὺ γεννήθηκε ὁ Χριστός, μέσα στὸ διάστημα τῶν
αἰώνων, ἔχουν συμβῆ μεγάλα ἱστορικὰ γεγονότα. Πέρασαν ἄνδρες μεγάλοι
(φιλόσοφοι, ῥήτορες, βασιλεῖς, αὐτοκράτορες…), ποὺ ἔκαναν κρότο στὴν
ἐποχή τους. Βασίλεψαν δέκα, εἴκοσι, σαράντα, πενήντα χρόνια. Καὶ μετά;
Ἔσβησαν σὰν τὰ πυροτεχνήματα.
Εἶχε δίκιο ὁ Ἡράκλειτος ποὺ εἶπε ὅτι «πάντα ῥεῖ», ὅλα δηλαδὴ τὰ ἐγκόσμια ῥέουν σὰν τὸ ποτάμι ποὺ τρέχει, ἀλλάζουν, παρέρχονται. Μέσα στὴ διαρκῆ καὶ ἀκατάπαυστη αὐτὴ ῥοὴ τῶν πραγμάτων, λησμονοῦνται ὅλοι. Πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια λ.χ. ποιός ἦταν πρωθυπουργὸς τῆς Ἑλλάδος; Ποῦ νὰ ψάξῃς, ν᾽ ἀνοίξῃς τὴν ἱστορία νὰ δῇς; Ἄγνωστος. Κι αὐτὸς ποὺ θὰ ἔρθῃ μετὰ ἑκατὸ χρόνια, κι αὐτὸς θὰ ξεχαστῇ.
Ἕνας μόνο θὰ ὑπάρχῃ εἰς αἰῶνας αἰώνων, εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων καὶ ὅλων
τῶν ἐχθρῶν του, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· «καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ
οὐκ ἔσται τέλος». Ἄδυτος ἀστὴρ παραμένει ὁ Κύριος.
Ὅπως στὸν οὐρανὸ ὁ ἥλιος κρύβεται ἀπὸ σύννεφα, ἔτσι στὸν
ὁρίζοντα τῆς Ἐκκλησίας ἔρχονται ἐποχὲς ποὺ ἡ ἀπιστία καὶ ἀθεΐα
δίνουν τὴν ἐντύπωσι ὅτι ἡ πίστις ἔσβησε καὶ ἐπικρατεῖ σκοτάδι. Ἀλλὰ
πόσο κρατάει ἡ σκοτεινιά; σύντομα ὁ ἥλιος ἐμφανίζεται πάλι λαμπρός.
Καὶ ἐδῶ ὁ Ἥλιος θὰ νικήσῃ τὰ σύννεφα, ὄχι τὰ σύννεφα τὸν Ἥλιο. Μὲ
καταλαβαίνετε;
Θέλετε μιὰ ἄλλη ἀπόδειξι; Στὴ μεγάλη χώρα τῶν ῾Ρώσων,
ἐπικράτησαν ἄθεοι. Ὁ Ντοστογιέφσκυ εἶπε· Θ᾽ ἀνοίξουν τάφο, Χριστέ, καὶ
θὰ σὲ θάψουν χίλια μέτρα κάτω ἀπ᾽ τὴ γῆ καὶ θὰ ποῦν, Πάει πλέον ὁ
Χριστός. Αὐτὸ ἔγινε τὸ 1917. Πέρασαν ὅμως ἑβδομήντα χρόνια καὶ ἡ πίστι
στὸ Χριστὸ ὄχι μόνο δὲν ἔσβησε ἀλλὰ καὶ ζωντανεύει. Ἀπόψε στὴ ῾Ρωσία
πηγαίνουν κ᾽ ἐκεῖ στὴν ἐκκλησία καὶ ψάλλουν στὴν Παναγία· «Χαῖρε,
ἀστέρος ἀδύτου μήτηρ…».
Ζωντανὴ εἶνε ἡ θρησκεία μας, ὁλοζώντανη. Νὰ εἴμαστε πιστοὶ λοιπόν. Ὅλοι στὴν ἐκκλησία. Νὰ δείξουμε πάνω στὰ πράγματα, ὅτι γιὰ μᾶς ἕνας εἶνε ὁ ἄδυτος ἥλιος, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὸ ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν Παρασκευὴ 24-3-1989 βράδυ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου