Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ήταν πόλεμος· όπως κάθε επανάσταση. Και ο πόλεμος έχει
κόστος· υψηλό κιόλας. Τίθεται επομένως ένα ερώτημα: Πού βρέθηκαν τόσα
χρήματα για να καλύψουν τις ανάγκες του Αγώνα των Ελλήνων; Ο Σπυρίδων
Τρικούπης μάς το έχει πει από τη δεκαετία του 1850: Ο πόλεμος της
Ανεξαρτησίας έγινε με ιδιωτικά κεφάλαια.
Τι θα πει όμως τότε, εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή, ιδιωτικά
κεφάλαια· ασφαλώς θα πει, πρώτα πρώτα, κεφάλαια στα χέρια ιδιωτών. Ποιων
όμως; Των υπόδουλων Ελλήνων; Ας απαντήσουμε με άνεση, ναι. Και επειδή ο
συνειρμός μάς παραπέμπει στις σημερινές μας πραγματικότητες, ναι, σε
χέρια πολλών υπόδουλων Ελλήνων «υπήρχαν λεφτά»· πολλά όμως κατά
περιπτώσεις. Ας θυμηθούμε στο
σημείο αυτό τα προεπαναστατικά αδιέξοδα
που είχε δημιουργήσει, κυρίως στην αστική τάξη, η οικονομική κρίση·
είχαμε πει ότι οι κορυφές των αδιεξόδων ήταν η εκτεταμένη ανεργία και τα
μεγάλα συσσωρευμένα, αλλά ανενεργά, κεφάλαια.
Θα δούμε —και δεν πειράζει να το πούμε από τώρα— ότι η Επανάσταση
απορρόφησε και τα δύο· και την ανεργία και τα κεφάλαια· και θα δούμε
αμέσως πιο κάτω την καθημερινότητα του Αγώνα και θα καταλάβουμε πώς
απορροφήθηκαν και τα δύο. Ως προς τα κεφάλαια, είναι προφανές ότι η
Επανάσταση λειτούργησε ως επιχείρηση στην οποία οι κεφαλαιούχοι τα
επένδυσαν με το ρίσκο να τα χάσουν, όπως κάθε επένδυση είχε και αυτή
ρίσκο.
Πρέπει όμως να ξέρουμε πώς γινόταν, πώς λειτούργησε η επιχείρηση
Αγώνας για την Ανεξαρτησία: Οι αγωνιστές αμείβονταν για τον χρόνο που
ήταν απασχολημένοι στη μάχη· αμείβονταν και για το άλογό τους·
αμείβονταν από κάποιον κεφαλαιούχο, ο οποίος κατέθετε στην Κεντρική
Διοίκηση της Επανάστασης κατάλογο με τα έξοδα που είχαν κάνει
προκειμένου να αποζημιωθούν από το «αυριανό» κράτος. Το ίδιο συνέβαινε
και στη στεριά και στη θάλασσα. Έτσι είναι, λοιπόν, που απορροφήθηκαν
και η ανεργία και τα ανενεργά κεφάλαια.
Γιά να μπαίνουμε τώρα στην καθημερινότητα, που λέγαμε πριν, του
Αγώνα· πριν, ας επαναλάβουμε ότι μια επανάσταση είναι καταρχήν πόλεμος
και ο πόλεμος είναι κατεξοχήν οικονομικό γεγονός. Ας παρακολουθήσουμε
τώρα ένα σχήμα διεξαγωγής του ελληνικού πολέμου της Ανεξαρτησίας:
Αποφασίζεται, ας πούμε, σε σύσκεψη πολιτικών και στρατιωτικών η
πολιορκία —με σκοπό την κατάληψη— της Τριπολιτσάς, υπό την ηγεσία του
Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Αυτός θα οργανώσει το σχέδιο και θα καλέσει άλλους
οπλαρχηγούς να λάβουν μέρος με τους στρατιώτες τους – εννοείται ότι
μιλούμε για άτακτο στρατό εναντίον τακτικού, ή μάλλον για άτακτους
πολεμιστές…
Σημείωσα πριν ότι ο Κολοκοτρώνης θα καλούσε να λάβουν μέρος στην
πολιορκία και άλλοι «οπλαρχηγοί με τους στρατιώτες τους». Η έκφραση:
«οι στρατιώτες τους» ξενίζει. Χρειάζεται εξήγηση. Όσοι διέθεταν τα
οικονομικά μέσα μπορούσαν να διατηρούν «στρατόπεδο», να διαθέτουν δηλαδή
δέκα, είκοσι, πενήντα, εκατό ετοιμοπόλεμους ατάκτους που θα τον
ακολουθούσαν στις μάχες εγκαταλείποντας οικογένεια και ασχολίες. Αυτοί,
όσο καιρό ήταν απασχολημένοι στην πολιορκία ή στη μάχη, θα πληρώνονταν
από τον οπλαρχηγό τους. Θα ελάμβαναν ημερομίσθιο (το «σιτηρέσιον»),
αποζημίωση για τα πυρομαχικά τους και για το άλογό τους (ελάμβανε και το
άλογο ημερομίσθιο). Οι τιμές των αμοιβών ήταν ορισμένες, δεν έδινε κάθε
οπλαρχηγός όσα ήθελε.
Θεωρητικά, η αμοιβή του στρατιώτη αντιστάθμιζε το ημερομίσθιο που θα
είχε αν δεν ήταν στη μάχη. Το κέρδος του, το άτυπο κέρδος του, θα ήταν
το λάφυρο. Ο οπλαρχηγός, από τη μεριά του, κρατούσε σημειώσεις των
εξόδων και, μετά την πολιορκία ή τη μάχη, παρέδιδε στη διοίκηση το
σχετικό κατάστιχο για να αποζημιωθεί.
Στη θάλασσα, στις ναυμαχίες, γινόταν το ίδιο: το πλήρωμα του καραβιού
—πρώην εμπορικού καραβιού στο οποίο είχαν προστεθεί κανόνια, πυρπολικά
και ό,τι άλλο χρειαζόταν για τον πόλεμο— το πλήρωνε ο πλοιοκτήτης. Και
στο τέλος της επιχείρησης, αυτός ήταν που υπέβαλλε το αντίστοιχο
κατάστιχο των εξόδων, στο οποίο όμως προσετίθεντο ενδεχόμενες βλάβες
και επισκευές ή, ακόμα, και απώλεια του καραβιού. Αυτό εννοεί ο
Σπυρίδων Τρικούπης όταν λέει ότι η Επανάσταση έγινε με ιδιωτικά
κεφάλαια. Και έτσι γίνεται φανερό πως η Επανάσταση απορρόφησε
συσσωρευμένα ανενεργά κεφάλαια – και ανεργία.
Αντιλαμβανόμαστε, συνεπώς, ότι όσο περισσότερα κεφάλαια διέθετε
κάποιος, τόσο περισσότερους πολεμιστές μπορούσε να έχει στις μάχες και
τόσο μεγαλύτερη σημασία είχε η παρουσία του στη μάχη – ο λόγος του
αποκτούσε περισσότερο βάρος, ο ίδιος αποκτούσε περισσότερη εξουσία. Ο
οπλαρχηγός δεν εκλεγόταν με κάποιας μορφής δημοκρατικές διαδικασίες,
γινόταν αυτόματα επειδή διέθετε κεφάλαια.
Με αυτή την έννοια, λοιπόν, μπορούμε να πούμε ότι η χρηματοδότηση των
πολεμικών επιχειρήσεων με ιδιωτικό χρήμα συνιστούσε επένδυση των
ανενεργών κεφαλαίων στην Επανάσταση. Πρέπει, όμως, να διευκρινίσω ότι
αυτού του είδους η χρηματοδότηση πολεμικών επιχειρήσεων δεν συνιστά
μισθοφορικού τύπου πόλεμο. Οι αγωνιστές του Εικοσιένα δεν ήταν
μισθοφόροι, ο μισθοφορικός στρατός είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα.
* * *
Έπειτα από όλα τα παραπάνω, εκκρεμεί ακόμα ένα ερώτημα: Αφού ο
πόλεμος χρηματοδοτήθηκε με αυτόν τον τρόπο και αφού ο κεφαλαιούχος
έκανε ένα είδος επένδυσης, λογικό είναι να του επιστράφηκε το αρχικό
κεφάλαιό του μαζί με κάποιο κέρδος. Πώς μπορεί να συνέβη αυτό; Το μικρό
ελληνικό κράτος που γεννήθηκε από την Επανάσταση ήταν σε θέση να
αποπληρώσει όλα αυτά τα χρέη;
Ασφαλώς, ναι. Ήταν σε θέση, επειδή έγινε ιδιοκτήτης ενός τεράστιου
πλούτου, του πλούτου που πριν ήταν οθωμανικός. Η με όποιον τρόπο διανομή
αυτού του πλούτου για την αποζημίωση των ιδιωτών-κεφαλαιούχων ανέδειξε
και κοινωνικές διαφοροποιήσεις – σοβαρές. Γι’ αυτό, όμως, μια άλλη φορά.
Σε μερικά από αυτά θα χρειαστεί να επανέλθουμε· τώρα, πρέπει αμέσως
να παρατηρήσουμε ότι όσοι «επένδυαν» με αυτόν τον τρόπο τα κεφάλαιά τους
στην Επανάσταση, το έκαναν γιατί, προφανώς, είχαν εμπιστοσύνη στην
Κεντρική Διοίκηση, στην επαναστατική κυβέρνηση.3
Και ας λάβουμε υπόψη, παρεμπιπτόντως, ότι ο πόλεμος στη θάλασσα είχε
πολύ υψηλότερο κόστος σε σύγκριση με τον πόλεμο στη στεριά. Αυτός ήταν ο
«εθελοντικός» τρόπος χρηματοδότησης της Επανάστασης· γιατί υπήρχε και ο
υποχρεωτικός. Ας διαβάσουμε:
Κύριε Αντωνόπουλε,
κατά την διαταγήν των ανωτέρων μας σε προστάζομεν όπως έως αύριον
πέμπτης λίαν πρωί συνεισφέρεις προς ημάς προς βοήθειαν του γένους και
της κοινής κάσας γρόσια τρεις χιλιάδες πεντακόσια, Ν. 3500. Απελθούσης
δε της διορίας διπλασιάζονται έως διάστημα εξ ωρών και μετά ταύτα
θάνατος ή παιδεία εις τον απειθή και παρήκοον.
1822, τη 26 Ιουλίου, Καλαμάτα
καπετάν Γιάννης Μαυρομιχάλης
[παιδεία = βασανιστήρια -Ν.Σ.]
Εκ των ανωτέρω γροσίων μάς εμέτρησεν ο ρηθείς κυρ Αντωνάκης
γρόσια δύο χιλιάδες οκτακόσια ογδόντα οκτώ 2.888 και έστω εις ένδειξιν.
Τη 22 Αυγούστου, Καλαμάτα
ό,τι αντίγραφον ακριβές εκ του παρουσιασθέντος πρωτοτύπου
Καλάμαι τη 3 Μαΐου 1846 ο Δήμαρχος
Μαθαίνουμε, έτσι, ότι υπήρχαν και πλούσιοι που, έως τα μέσα Ιουλίου
1822, δεν είχαν συνεισφέρει υλικά στον Αγώνα και έτσι η επαναστατική
κυβέρνηση αναγκαζόταν να τους ζητήσει συγκεκριμένα ποσά και να απαιτήσει
να τα αποπληρώσουν επί ποινή βασανισμού ή ακόμη και θανάτου.
Έχουμε βρει έως τώρα δύο πηγές άντλησης πόρων από την Επανάσταση·
υπάρχουν άλλες τρεις· πρώτη ήταν η αφαίρεση, υπέρ του γένους, χρυσών
και αργυρών σκευών και κειμηλίων· ένας άλλος ήταν η συγκέντρωση πόρων
από λείες και λάφυρα, μολονότι τα περισσότερα από αυτά πήγαιναν στα
χέρια των αγωνιστών.
Τέλος, η μεγαλύτερη πηγή άντλησης πλούτου για λογαριασμό της
Επανάστασης ήταν αυτός ο πλούτος, που συγκροτούνταν από τις οθωμανικές
περιουσίες, κτήματα και κτίσματα. Αυτές χρησίμεψαν ως ένα εργαλείο για
την Επανάσταση. Σε άλλο σημείο, πιο κάτω, θα πούμε περισσότερα, για να
αντιληφθούμε πως αυτός ο πλούτος χρησιμοποιήθηκε, ασφαλώς για τις
ανάγκες συνέχισης του Αγώνα, αλλά και για αποζημιώσεις μέρους τών,
ιδιωτικών που λέγαμε, κεφαλαίων που είχαν πιστωθεί στην κεντρική
Διοίκηση και κατέληξε να μεταβάλουν, σε ώρα πολέμου, μέρος από τις
κοινωνικές σχέσεις.
Ο ρόλος των λαφύρων
Τα λάφυρα ήταν κάτι συγκεκριμένο, φαίνεται, και προσδιορισμένο· δεν
ήταν οτιδήποτε μπορούσε να πάρει ο αντίπαλος όταν νικούσε. Λάφυρο ήταν
αυτό που παρέδιδε ο εχθρός, αποδεχόμενος την ήττα του– ή που έπεφτε στα χέρια του νικητή χωρίς παράδοση από τον ηττημένο εχθρό.
Και, φαίνεται πάλι, ότι υπήρχαν κανόνες μοιρασιάς των λαφύρων – άλλο
η τήρησή τους. Ας διευκρινιστεί επίσης ότι οι σχετικές περιγραφές
επιτρέπουν να συμπεράνουμε ότι τα λάφυρα ήταν κάτι επίσημο, ας πούμε·
ό,τι άλλο ήταν πλιάτσικο. Ας δούμε:
Εκατέβηκαν οι τέσσεροι και εκάτσαμε αντάμα. Τότε έστειλα έως τον
κατή (σαν τους έβαλα εις το χέρι τούτους) με τους τριάντα ανθρώπους
μέσα εις το κάστρο διά να παραδώσουν τα άρματά τους όλοι οι Τούρκοι
και να τα βάλουν εις ένα σπίτι. Ο κατής έκαμε λόγον και τους όρκωσε εις
την πίστιν τους· να μην κρύψουν κανένα άρμα, αλλά να τα δώσουν όλα. Και
έτσι εξαρματώθηκαν όλοι και τα έβαλαν εις ένα σπίτι… εστείλαμε να
έλθουν και πέντε έξη πολιτικοί, να παρευρεθούν εις τα λάφυρα, και να
βγάλουμε και του Έθνους.
Πρόκειται για την παράδοση της Κορίνθου από τους Τούρκους στον
αρχιστράτηγο Θ. Κολοκοτρώνη. Πιο ενδιαφέρουσα είναι η περιγραφή από την
κατάληψη της Τριπολιτσάς.
Είχαμε σχέδιο να προβάλομε εις τους Τούρκους της Τριπολιτσάς να
παραδοθούν και έτσι να στείλομεν ανθρώπους μέσα να μαζευθούν όλα τα
λάφυρα και έπειτα να τα διαμοιράσουν κατ’ αναλογίαν εις διαφόρους
επαρχίας και να βγάλουν διά το έθνος, αλλά ποιος ήκουσε. […] Ύστερα από
δέκα ημέρας εβγήκαν όλοι οι Έλληνες με τα λάφυρα και επήγαν εις τες
επαρχίες σκλάβους, σκλάβες…
Η υπόθεση με τα λάφυρα είχε διάφορες όψεις και σε κάποιες περιπτώσεις οδήγησε την Επανάσταση σε αποτυχίες– άλλοτε σε άρνηση συμμετοχής και άλλες συμπεριφορές. Ιδού τι γράφει σχετικά ο Κολοκοτρώνης:
Τότε εκίνησα μόνο με σαράντα σωματοφύλακες για την Πάτρα. Έστειλα
προσταγή εις την επαρχία της Καρύταινας να μαζωχθούν τα στρατεύματα διά
την Πάτρα. Και όταν έφτασα στη Μαγούλιανα, έξη ώρες από την Τριπολιτσά
εσυνάχθηκαν χίλιοι εφτακόσιοι στρατιώτες και έως να κατεβώ εις την
Γαστούνην εμάζωνα δέκα χιλιάδες. Ακούοντας ότι εκστράτευα διά την Πάτρα
οι άρχοντες, ο Α. Ζαΐμης, Σωτήρ Χαραλάμπης, Π. Πατρών, που πολιόρκιζαν
την Πάτρα, γράφουν ένα γράμμα του Υψηλάντη και Πετρόμπεη και όλης της
τότε κυβερνήσεως: «Εμάθαμε ότι ο Κολοκοτρώνης έρχεται εις την Πάτρα. Ο
Κολοκοτρώνης να μείνει και να έλθει βοήθεια μια τριακοσαριά νομάτοι,
διατί σε έξη ημέρες παίρνομε την Πάτρα» – διατί, έλεγαν των μικρών, «Δεν
συμφέρει ότι αν έλθει ο Κολοκοτρώνης, θε να πάρει και της Πάτρας τα
λάφυρα, καθώς και της Τριπολιτζάς».
Αυτά τα λίγα αποσπάσματα από τα άφθονα στα Απομνημονεύματα του Θ.
Κολοκοτρώνη επιτρέπουν να αποδεσμεύσουμε ένα σχήμα για τη λειτουργία των
λαφύρων στην Επανάσταση του 1821. Το σχήμα θα ήταν το εξής: Τα λάφυρα,
δηλαδή ο κινητός πλούτος του ηττώμενου στη μάχη Οθωμανού, από χρυσαφικό
μέχρι οπλισμό και πολεμοφόδια, θεωρητικά ανήκαν στην Επανάσταση, όπως
και ο ακίνητος· τον κινητό όμως επέτρεπε να τον διανείμουν μεταξύ τους
αυτοί που τον κατέκτησαν τη διανομή θα έκανε ο επικεφαλής της
σύγκρουσης, ίσως ο αρχιστράτηγος, ο οποίος φρόντιζε ένα μέρος – δεν
ξέρουμε το μέγεθος του, να πάει στην Επανάσταση, στο «έθνος».
sarantakos.wordpress.com
Η «χρηματολογία» και ο «υποθετικός λογαριασμός» - Τα έσοδα και τα έξοδα κατά την διάρκεια της Επανάστασης του 1821
1) Η « Χρηματολογία»
« Η «λαφυραγωγία» που δεν απέδωσε
τα αναμενόμενα, η «χρηματολογία» που άνοιξε το δρόμο της ιστορίας των
εθνικών δανείων, τα χαράτσια στους ευκατάστατους και η «εξόρμηση» (για
την είσπραξή τους) της ομάδας με τη συμμετοχή του »Γέρου του Μοριά»…..
Είχε προηγηθεί προσπάθεια να εξασφαλιστούν έσοδα από τη «λαφυραγωγία».
Στις συνθήκες που διαμορφώνονταν τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης
μπορούσαν να έχουν εξασφαλιστεί σπουδαία έσοδα από τη συστηματική
λαφυραγωγία επί των Τούρκων. Έπρεπε ωστόσο μέρος των λαφύρων να πωληθεί
προς όφελος του Δημοσίου. Ο Δημήτριος Υψηλάντης προσπάθησε να θέσει ως
κανόνα ότι μέρος των λαφύρων θα διατίθενταν υπέρ του κοινού ταμείου.
Εισέπραξε όμως γέλια και χλευασμούς…
.Οπότε ως μόνη λύση εμφανιζόταν η
αναγκαστική φορολογία. Αλλά πώς ήταν δυνατόν κάτω από τις συνθήκες όπου
ζούσε η Ελλάδα το 1822, τον δεύτερο χρόνο της Επανάστασης, να
εισπραχθούν οι εισφορές, έστω και αν γνώριζαν εκείνους από τους οποίους
έπρεπε να εισπράξουν τα διάφορα ποσά; Λόγω του κρίσιμου των περιστάσεων
κλήθηκε να συνυπογράψει τη σχετική απόφαση και ο «γενναιότατος στρατηγός
κύριος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης», όπως αυτολεξεί αναφέρει το σχετικό
θέσπισμα.
Στη συνέχεια σχηματίστηκε μια πενταμελής επιτροπή, στην οποία,
εκτός από τον Θ. Κολοκοτρώνη συμμετείχαν και οι γερουσιαστές Ανδρέας
Καλαμογδάρτης, Ηλίας Καράπαυλος, Χριστόδουλος Άχολος και Παναγιώτης
Σοφιανόπουλος.
Οι πέντε αφού εφοδιάστηκαν με ένα πληρεξούσιο και ικανή
στρατιωτική δύναμη, άρχισαν να γυρνούν τις επαρχίες της Πελοποννήσου για
να εισπράξουν τον αναγκαστικό φόρο. Έπρεπε δε, σύμφωνα με το
πληρεξούσιο, «να βιάσουν τόσον τους καταγεγραμμένους εις τον κατάλογον,
διά να λάβουν τας προσδιωρισμένας ποσότητας, όσον και όσους άλλους
γνωρίσουν ευκαταστάτους εκτός του καταλόγου εις πάσαν επαρχίαν διά να
λάβουν όσα χρήματα κρίνουν εύλογον αναλόγως των καταστάσεων».
Και για να
διασκεδάσουν τις εντυπώσεις, ώστε να μπορούν να αποσπάσουν τα χρήματα,
οι πέντε εντεταλμένοι της νεοσύστατης ελληνικής διοίκησης μοίραζαν τα
πρώτα ελληνικά ομόλογα, τα οποία τότε δεν είχαν βεβαίως αντίκρισμα….
Επιλέγουμε μερικά από τα ονοματεπώνυμα στα οποία αντιστοιχούσαν τα
μεγαλύτερα ποσά: Δεληγιανναίοι από Καρύταινα (120.000 γρόσια), Γ. και Ι.
Σισίνης από Γαστούνη (60.000 γρόσια), Λ. Κοπανίτσας από Μυστρά (50.000
γρόσια), Ι. Παπαδόπουλος από Καλάβρυτα (60.000 γρόσια), Παν. και Αναγν.
Τροχάνης από Πραστό (75.000 γρόσια).
Ακολουθούσε ένας μακρύς κατάλογος
με ονόματα, τόπους και ποσά. Σύμφωνα δε με τα σωζόμενα στοιχεία και παρά
το γεγονός ότι η Πελοπόννησος είχε ερημωθεί και μεγάλο μέρος των
ακινήτων είχε καταστραφεί, οι πλούσιοι της Πελοποννήσου –θέλοντας και
μη– ανταποκρίθηκαν στις επιταγές της Πελοποννησιακής Γερουσίας.
Συγκεντρώθηκε δε το σημαντικότατο για εκείνη την εποχή ποσό του
1.066.000 γροσιών…..
Λίγο αργότερα αποφασίσθηκε οι εισφορές να
συγκεντρώνονται σε χρήμα και είδος για τις ανάγκες των στρατευμάτων του
Καραϊσκάκη. Μόνο γι’ αυτή την περίσταση συλλέχθηκαν 16.000 σφαχτά και
60.000 γρόσια. Άλλοτε μάζευαν ζώα, άλλοτε κριθάρι και διάφορα άλλα είδη.
Αλλά το ιδιόρρυθμο εκείνο δημοσιονομικό σύστημα δεν ήταν δυνατόν να
χρηματοδοτήσει τις μακρόχρονες στρατιωτικές επιχειρήσεις. Οπότε γινόταν
καθημερινά και πιο επιτακτική η ανάγκη για τη σύναψη δανείων από το
εξωτερικό. Εξάλλου, η εξασφάλισή τους φαινόταν όλο και πιο πιθανή, με
την ευτυχή τροπή που έπαιρνε ο ελληνικός αγώνας, ανοίγοντας την όρεξη
των Ευρωπαίων δανειστών αλλά και αυτεπάγγελτων μεσιτών, που κατέρχονταν
αυτόκλητοι στη μικρή, ασχημάτιστη και αγωνιζόμενη ακόμη Ελλάδα. Έτσι,
άνοιξε η ιστορία των εθνικών δανείων. ..»
Πηγή : ‘Άρθρο του κ. Ε.
Σκιαδά «Και ο Κολοκοτρώνης (το 1822) σε…ρόλο φοροεισπράκτορα!»
http://mikros-romios.gr/και-ο-θεόδωρος-κολοκοτρώνης-το-1822-σε-ρό/
………………
2) Το Γρόσι : Νόμισμα ( Τουρκικό ), που χρησιμοποιείτο και στα Χρόνια της Επανάστασης.
Το
μόνο εθνικό νόμισμα από τα πρώτα χρόνια ίδρυσης του Οθωμανικού κράτους
ήταν το άσπρο (akce). …..Το πρώτο χρυσό τουρκικό νόμισμα το altyn
(φλουρί) , κόπηκε από τον Μωάμεθ β΄ τον πορθητή το 1478 , …..Ο παράς
αποτέλεσε την βάση του νέου νομισματικού συστήματος. Η χρονολογία και ο
τόπος κοπής του δεν μας είναι γνωστά. Άλλο ασημένιο νόμισμα είναι το
gurus (γρόσι) , το οποίο κόπηκε επί Σουλεϊμάν β΄ (1687-1691) , μεταξύ
γροσιού και παρά υπάρχουν ενδιάμεσα αργυρά νομίσματα που είναι
υποδιαιρέσεις του γροσιού ή πολλαπλάσια του παρά…
Το βάρος και ο
τίτλος τόσο στον παρά όσο και στο γρόσι είχαν μεταβολές. Ο παράς από
19,24 γραμμάρια τον 17ο αιώνα, πέφτει στα 4,65 γραμμάρια το 1810. Στις
αρχές του 18ου αιώνα 3 γρόσια ισοδυναμούσαν με ένα Βενετσιάνικο τσεκίνι.
Στο τέλος του αιώνα η ισοδυναμία έγινε 7,75 γρόσια. ………………….
( Πηγή : http://coinsmaniaothoman.tripod.com/turkish_coins/turkish_coins.htm
και «Τα Νομίσματα του Βενετοκρατούμενου Και Τουρκοκρατούμενου Ελληνικού
Χωρου (15ος-18ος α,)», Ευτυχία Δ. Λιατα Διευθύντρια Ερευνών στο
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών/ΕΙΕ https://helios-eie.ekt.gr/EIE/bitstream/10442/4365/1/M01.025.05.pdf )
3) Ο «Υποθετικός Λογαριασμός » του έτους 1823.
[
Ακολουθεί λεπτομερής ανάλυση των προϋπολογισμένων Εσόδων ( αναλυτικά
για κάθε περιοχή της Ελλάδας ) και Εξόδων ( κυρίως στρατιωτικών ) ]
Πηγή
: «Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας». Το έργο αποτελείται από
είκοσι πέντε τόμους. Οι τόμοι περιέχουν έγγραφα της περιόδου 1821-1832,
τα οποία έχουν μεταγραφεί, φωτογραφικό υλικό και ομοιότυπα χειρογράφων, (
Δείτε αναλυτικά ) .http://paligenesia.parliament.gr/page.php?img=books/tome/03/01417113.gif
4) Τα Έσοδα της Επανάστασης.
«
… Μετά την πτώση του Μεσολογγίου τον Ιούνιο του 1826 στο Ναύπλιο ο Γ.
Γεννάδιος, δάσκαλος στο επάγγελμα, μίλησε με λόγια συγκινητικά για την
ανάγκη του αγώνα και πρώτος προσέφερε τις μικρές του οικονομίες. Τότε
προσήλθε και προσέφερε τον οβολό της επευφημούμενη από το πλήθος μια
γνωστή ζητιάνα από τις Κυδωνίες, η παροιμιακή Ψωροκώσταινα. … Το 1822
στην Α΄ Εθνοσυνέλευση το σύνταγμα προνοεί: «η Κυβέρνηση στην αρχή του
έτους συντάσσει υποθετικόν λογαριασμόν [ Σημ. «Προϋπολογισμός » ] και
υποβάλλει για επίκρισιν . ……Παρόλα αυτά για το οικονομικό έτος 1822-1823
δεν κατόρθωσαν να συντάξουν προϋπολογισμό, και το επόμενο οικονομικό
έτος συντάχθηκε προϋπολογισμός, αλλά δεν έγινε απολογισμός και τούτο,
γιατί δεν υπήρχε ειδική υπηρεσία. Το Υπουργείο οικονομίας λειτουργούσε
με έναν υπάλληλο. ……
Γενικά τα στοιχεία για τα οικονομικά της περιόδου
1821-1824 δεν είναι ιδιαίτερα ακριβή λόγω έλλειψης οργανωμένης
επιμελητείας των υπουργείων οικονομικών και πολέμου. Επίσης
αμφισβητούμενο στοιχείο είναι και η διαχείριση των οικονομικών πόρων. Το
σίγουρο είναι ότι τα έσοδα ήταν πολύ λιγότερα από τα έξοδα του αγώνα. …
Έσοδα για τα έτη 1821-1824:
α) Φορολογία:
ο πρώτος φορολογικός νόμος που εκδόθηκε στις 26 Απριλίου 1822 διατηρεί
το φόρο της δεκάτης (1/10 επί του παραγόμενου προϊόντος) και τα 3/10 για
τους καλλιεργητές των τουρκικών κτημάτων που είχαν περιέλθει στην
κατοχή της διοικήσεως των Ελλήνων. Παράλληλα έγινε προσπάθεια για τη
συγκέντρωση των τελωνειακών φόρων.
Τα έσοδα αυτά, τα οποία προέρχονταν
από την Πελοπόννησο κατά πρώτο λόγο και δευτερευόντως από τα νησιά του
Αιγαίου, αποτέλεσαν τη βασικότερη πηγή για τη χρηματοδότηση της
επανάστασης, ιδίως μέχρι το 1824, ενώ η ισχνή οικονομική υποδομή της
Στερεάς Ελλάδας δεν της επέτρεπε οικονομική ενίσχυση του αγώνα.
Ο
πόλεμος δεν ευνοούσε ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής και του εμπορίου.
Ταυτόχρονα,
η συγκέντρωση και η επίδοση των φόρων ανατέθηκε με εκμίσθωση σε
ενοικιαστές οι οποίοι εκμεταλλεύονταν όχι μόνο τους αγρότες, αλλά και το
δημόσιο ταμείο.
Οι εισφορές των προϋχοντικών οικογενειών στην
Πελοπόννησο και τα νησιά του Αιγαίου ήταν σημαντικές. Στην πλούσια και
επαναστατημένη Πελοπόννησο οι κοτζαμπάσηδες που αποτελούσαν την άρχουσα
τάξη σήκωσαν τις στρατιωτικές δαπάνες στην πρώτη φάση του αγώνα με
απώτερο σκοπό να μη μεταβληθεί το κτητικό καθεστώς στην περιοχή μετά τη
λήξη του αγώνα.
Οι ίδιες οικογένειες που στην Οθωμανική περίοδο ήταν
υπεύθυνες για τη συγκέντρωση των φόρων στις περιοχές τους και την
επίδοσή τους στις οθωμανικές αρχές και επιπλέον εμπλέκονταν στους
μηχανισμούς υπενοικίασης των φόρων αυτών συνέχισαν και στη διάρκεια των
πρώτων χρόνων της επανάστασης τη δραστηριότητά τους αυτή. Βασική
οικονομική πηγή της επανάστασης υπήρξαν τα νησιά Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά που
διέθεταν λόγω των οικονομικών δραστηριοτήτων τους στη θάλασσα μέγιστο
ρευστό κεφάλαιο και αξιόμαχο στόλο στον οποίο οφείλεται σε βαθμό
σημαντικό η μεγάλη σε σχέση με τις δυνατότητες των επαναστατημένων
Ελλήνων διάρκεια της επανάστασης.
β) Συμπληρωματικό έσοδο αποτέλεσε και ένα ποσοστό από τα πολεμικά λάφυρα, το
μοίρασμα των οποίων αποτέλεσε συχνά αντικείμενο σύγκρουσης μεταξύ των
διάφορων αρχηγών. Σημαντική λεία έπεσε στα χέρια των Ελλήνων με την
άλωση της Τριπολιτσάς, την πτώση της Κορίνθου και του Ναυπλίου. Πολλά
λάφυρα αποκόμισαν οι νικητές στην μάχη των Βασιλικών. Εσωτερικά δάνεια:
κατά τα πρώτα έτη του πολέμου οι κυβερνήσεις κατέφυγαν σε εσωτερικό
δανεισμό, αλλά τέτοιες προσπάθειες ήταν δύσκολο να τελεσφορήσουν σε
περίοδο πολέμου που η κατάσταση ήταν αβέβαιη και ρευστή.
Το πρώτο
ομολογιακό δάνειο ψηφίστηκε το 1822 πέντε εκατομμύρια γρόσια και
εξόφληση σε τρία χρόνια με τόκο 8%. Το 1825 έγινε προσπάθεια για νέο
εσωτερικό δάνειο 100.000 τάληρα, αλλά η προσπάθεια δεν ευοδώθηκε. Με
νόμο του 1822 αποφασίστηκε η εκποίηση ιερών σκευών των μοναστηρίων και
των εκκλησιών, γιατί η απελευθέρωση του γένους εθεωρείτο ιερός σκοπός.
γ) Εισφορές και έρανοι από το εξωτερικό:
ο ελληνικός αγώνας συγκίνησε τους λαούς της Ευρώπης. Ενεργότερη
συμπαράσταση προς τους επαναστατημένους Έλληνες εκδηλώθηκε ύστερα από τα
θρυλικά πολεμικά κατορθώματα του β έτους. Σε διάφορες πόλεις της Δ.
Ευρώπης συγκροτήθηκαν Επιτροπές για τη συγκέντρωση χρημάτων και την
αγορά εφοδίων για το μαχόμενο ελληνισμό.
Οι πιο δραστήριες επιτροπές
ήταν στο Παρίσι, στη Γενεύη, στο Μόναχο και στο Λονδίνο καθώς και του
ρωσικού λαού που λόγω του τσαρικού καθεστώτος δεν μπορούμε να γνωρίζουμε
τις πραγματικές του διαστάσεις. Έλληνες ομογενείς και Ρώσοι φιλέλληνες
προσέφεραν μεγάλα χρηματικά ποσά. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε
την περίπτωση του λόρδου Βύρωνα που εξόδευσε κατά την παραμονή του στην
Ελλάδα περί τις 28.000 λίρες προκειμένου να συνδράμει στον ελληνικό
αγώνα και του τραπεζίτη και φιλέλληνα Εϋνάρδου που η προσφορά του υπήρξε
ιδιαίτερα σημαντική στην καποδιστριακή περίοδο.
Παρόλα αυτά θεωρείται
ότι ελάχιστα από τα χρήματα των εισφορών χρησιμοποιήθηκαν για τις άμεσες
ανάγκες του αγώνα. Και εδώ υπεισήλθε το φαινόμενο του τυχοδιωκτισμού
και της αισχροκέρδειας.
δ) [ Δάνεια ] Η οικονομική καχεξία
του αγώνα, η δυσαναλογία εσόδων - εξόδων οδηγούσε στην ωρίμανση της
ιδέας για αναζήτηση οικονομικής ενίσχυσης από τη δύση με τη μορφή
σύναψης δανείου. Οι επιτυχίες της επανάστασης, η φιλελληνική κίνηση που
είχε αναπτυχθεί στη δύση και η διαφαινόμενη μεταστροφή της αγγλικής
πολιτικής υπέρ των Ελλήνων δημιουργούσε θετικό κλίμα για την επίτευξη
της προσπάθειας.
Σύναψη δανείων
Aπό το 1824 και μετά η σημαντικότερη
εξέλιξη στα οικονομικά θέματα υπήρξε η σύναψη δύο εξωτερικών δανείων από
χρηματοπιστωτικούς κύκλους της Αγγλίας. Οι όροι της αποπληρωμής τους
ήταν εξαιρετικά αρνητικοί, ενώ παράλληλα υποθηκεύτηκαν τα Eθνικά
Kτήματα, οι πρώην οθωμανικές ιδιοκτησίες που πέρασαν στα χέρια των
επαναστατών ….
( Πηγή : Αγγελική Σταματούρου « ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ 1821-1930» , https://www.slideshare.net/angelastam/ss-35666220 )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου