Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
απο τον ραδιοφωνικο Σταθμό των Ενόπλων Δυνάμεων
Συμπεριελήφθη στο βιβλίο «ΕΚ ΤΟΥ ΑΝΕΣΠΕΡΟΥ ΦΩΤΟΣ», εκδοση 1950
Ἀπὸ αὔριον, ἀγαπητοί μου ἀκροαταί, ἀρχίζει ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, περίοδος πνευματικῆς ἀσκήσεως, κατὰ τὴν ὁποίαν ἡ ἁγία ἡμῶν Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καλεῖ τοὺς πάντας εἰς ἕνα συναγερμὸν τοῦ πνεύματος, εἰς μίαν ψυχικὴν ἀνάτασιν πρὸς τὰ ἄνω, κατὰ τὸ «… τὰ ἄνω ζητεῖτε, τὰ ἄνω φρονεῖτε, μὴ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς (Κολ. γ΄ 1,2).
Ναί! Πρὸς τὰ ἄνω. Δὲν εἶνε μόνον ἡ γῆ μὲ τὰς ὡραίας πεδιάδας, τοὺς ποταμοὺς και τοὺς
ὠκεανούς της, μὲ τὰ πλούτη καὶ τοὺς θησαυρούς της, μὲ τὰς κατοικίας καὶ τοὺς οὐρανοξύστας, μὲ τὰς μεγάλας καὶ ποικίλας ἐφευρέσεις τῆς ἐπιστήμης ποὺ πρέπει αὐτὴ καὶ μόνον νὰ ἑλκύῃ τὸ ἐνδιαφέρον μας. Διότι τὶ εἶνε ἐπιτέλους αὐτὴ ἡ γῆ; Ἐν σχέσει μὲ τὸ Σύμπαν δὲν εἶνε τίποτε ἄλλο παρ’ ἕνας κόκκος ἄμμου. Αὐτὸ ἀπαντᾶ ἡ Ἐπιστήμη.Καὶ ὅμως διὰ τὸν κόκκον αὐτὸν τῆς ἄμμου τόσα ἐγκλήματα, τόσοι πόλεμοι, τόσα αἵματα. Διατί; Διότι εμεθα ὅλοι προσκεκολλημένοι εἰς τὴν ὕλην. Διότι ἐπιστεύσαμεν ὅτι οἱ θησαυροὶ τῆς γῆς εἶνε οἱ μόνοι θησαυροί. Διότι οὐδέποτε ὑψώσαμεν τὸ βλέμμα πρὸς τὰ ἄνω. Καὶ ὁμοιάζομεν μὲ τὰ βοσκηματώδη ἐκεῖνα ζῷα― τοὺς χοίρους ― οἱ ὁποῖοι εἰσέρχονται κατ’ ἀγέλας εἰς τὰ ὡραῖα δάση, ποὺ ἀποτελοῦνται ἀπὸ βελανιδιές, σκύβουν πρὸς τὰ κάτω, τὰ ρύγχη των ἐγγίζουν διαρκῶς τὴν γῆν καὶ τρώγουν μὲ λαιμαργίαν τοὺς καρποὺς τῶν δένδρων, ἀλλὰ κανένα ἀπὸ τὰ ζῷα αὐτά, δὲν βλέπετε νὰ ὑψώνῃ τὴν κεφαλήν του πρὸς τὰ ἄνω διὰ νὰ δῃ μίαν στιγμὴν τὰ πανύψηλα δένδρα ποὺ τοῖς παρέχουν τὴν τροφήν.
Εἰς μίαν τοιαύτην κατάστασιν
εὑρίσκεται σήμερον καὶ ὁ ἄνθρωπος τοῦ 20οῦ αἰῶνος. Ἀπολαμβάνει τὰ
διάφορα ἀγαθά, τὰ ὁποῖα ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἀναλύσει ἔχουν πηγὴν προελεύσεως
τὸν Πάνσοφον καὶ Πανάγαθον Θεόν, ἀλλὰ δυστυχῶς ἀπορροφημένος ἀπὸ τὴν
ὕλην, ἀπὸ τὴν μανίαν τῆς κατακτήσεως τῆς ὕλης δὲν εὐκαιρεῖ, δὲν θέλει νὰ
εὐκαιρήσῃ οὔτε ἕνα δευτερόλεπτον, διὰ νὰ ὑψώσῃ τὴν κεφαλήν του πρὸς τὰ
ἄνω καὶ νὰ είπῃ πρὸς τὸν Δημιουργὸν ἕνα εὐχαριστῶ.
Ἀλλ’ ἰδοὺ ἐν μέσῳ τῆς ἀποκτηνώσεως, εἰς τὴν ὁποίαν ὁδηγοῦν τὸν
ἄνθρωπον αἱ ὑλιστικαὶ ἀντιλήψεις περὶ τῆς ζωῆς, ἀκούεται σήμερον ἡ φωνὴ
τοῦ Πνεύματος, ἡ φωνὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἡμῶν. Καὶ ἡ φωνὴ αὐτὴ λέγει:
Ἄνθρωποι! Ἕως πότε εἰς τὰ τέλματα; Ἕως πότε εἰς τὴν ὕλην; Ἀπογειωθεῖτε.
Δὲν εἶνε μόνον ἡ γῆ, δὲν εἶνε μόνον ἡ ὕλη ὁ μόνος κόσμος ποὺ πρέπει ν’
ἀπορροφᾷ ὅλην τὴν ζωτικότητα καὶ δραστηριότητα τοῦ πνεύματός σας.
Πέραν
τῶν μορίων τῆς ὕλης ἁπλοῦται ἕνας ἄλλος κόσμος, κόσμος ἀπείρως
ὡραιότερος τοῦ ὑλικοῦ κόσμου τὸν ὁποῖον βλέπομεν καὶ ἐγγίζομεν μὲ τὰς
αἰσθήσεις μας. Εἶνε ὁ κόσμος τοῦ πνεύματος. Εἶνε ὁ κόσμος τῶν ἰδεῶν.
Εἶνε ὁ κόσμος τῶν αὔλων, τῶν ἀθανάτων πραγμάτων, τὰ ὁποῖα οὐδεὶς χρόνος
δύναται νὰ ἀλλοιώσῃ καὶ ἐξαλείψῃ. Εἶνε ὁ κόσμος, εἰς τὸν ὁποῖον ἡ ψυχὴ
εὑρίσκει τὸ ὀξυγόνον της καὶ ἀναπνέει καὶ ζῇ τὴν ζωὴν ἐκείνην, ἡ ὁποία
μόνη ἀξίζει νὰ λέγεται ζωή.
Ἀπογείωσις! Ὡραῖον εἶνε, ἀγαπητέ, ν’ ἀναβῇς εἰς ἀεροπλάνον, νὰ
πετάξῃς ὑπεράνω πεδιάδων καὶ φαράγγων καὶ πανυψήλων ὀρέων καὶ νὰ ρίψῃς
τὸ βλέμμα πρὸς τὴν γῆν, ἡ ὁποία ἁπλοῦται ὡς πανόραμα, ἀλλὰ ἀπείρως
ὡραιότερον, νὰ εὕρῃ ἡ ψυχή σου τὰ μέσα ἐκεῖνα, διὰ τῶν ὁποίων θὰ θραύσῃ
τὰ δεσμὰ τῆς ὕλης, θὰ πάρῃ φτερὰ καὶ θὰ πετάξῃ πρὸς τὰ ἄνω, θὰ ἐγγίσῃ τὰ
ἄστρα, θὰ περάσῃ τὰ ἄστρα, θὰ φθάσῃ εἰς τὸν Θρόνον τοῦ Ὑψίστου, θ’
ἀκούσῃ ἄσματα ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, καὶ θὰ δῃ ὁράματα ποὺ θὰ τῆν
κρατοῦν εἰς θάμβος καὶ ἔκστασιν καὶ θὰ λέγῃ: «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος
Σαβαὼθ· πλήρης εἶνε ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης Σου».
Ὤ! Εἰς ὁποῖα ὕψη δύναται νὰ πτερυγίσῃ ἡ ἀνθρωπίνη ψυχή!
Ἀλλὰ ποῖα τὰ μέσα μὲ τὰ ὁποῖα ἡ ψυχὴ ἵπταται εἰς τὰ πνευματικὰ
αὐτὰ ὕψη εἰς τὰ ὁποῖα ἀνῆλθον Ἱερεμίαι καὶ Ἡσαΐαι, Παῦλοι καὶ Πέτροι,
Βασίλειοι καὶ Χρυσόστομοι;
Ἕνα ἀπὸ τὰ ἀσφαλῆ ἐκεῖνα μέσα ποὺ ἐξυψώνουν τὴν ψυχὴν
ὑποδεικνύει κατὰ τὴν περίοδον αὐτὴν τῆς Ἁγίας καὶ Μ. Τεσσαρακοστῆς ἡ
Ἐκκλησία μας.
Εἶνε ― ἄς μὴ μειδιάσῃ κανείς. Εἶνε ἡ Νηστεία! Ἡ νηστεία;
Ναί, ἡ Νηστεία! Ἀλλὰ ποία νηστεία; Ὄχι ἡ νηστεία, ὅπως τὴν κατήντησε ἡ
ἄγνοια καὶ ἡ διαστροφὴ τοῦ γνησίου Χριστιανικοῦ πνεύματος. Ἀλλὰ ἡ
νηστεία ὅπως τὴν ἐδίδαξεν ὁ θεάνθρωπος, ὅπως τὴν ἐκήρυξαν οἱ μεγάλοι
Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅπως τὴν ἐφήρμοσαν οἱ Χριστιανοὶ τῶν
κατακομβῶν καὶ τῶν πρώτων αἰώνων, οἱ ὁποῖοι ὡς πνεύματα, ὡς ἄγγελοι ἔζων
ἐπὶ τῆς γῆς αὐτῆς καὶ ἐπροκάλουν τὸν θαυμασμὸν καὶ αὐτῶν ἀκόμη τῶν
ἐχθρῶν των, τῶν σταυρωτῶν καὶ τῶν δημίων των.
Θὰ ἐγίνετο πολὺ μακρὰ ἡ ἀποψινὴ ὁμιλία μας ἐὰν ἠθέλαμεν νὰ
παρουσιάσωμεν ὅλα τὰ περὶ νηστείας θαυμάσια διδάγματα τῶν Μ. Πατέρων τῆς
Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἡ Νηστεία θὰ ἐπρόβαλεν ὄχι ὡς μία ρακένδυτος
καὶ ρυπαρὰ γυνή, ἀλλὰ ὡς μία μεγαλοπρεπὴς βασίλισσα ποὺ ἔρχεται ἐξ
οὐρανοῦ διὰ νὰ δώσῃ μύρια δῶρα εἰς τοὺς κατοίκους τῆς γῆς.
Τὶ εἶνε ἡ νηστεία; Ἀληθὴς νηστεία ἀπαντᾶ ὁ Μ. Βασίλειος εἶνε «ἡ
τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις», δηλαδὴ ν’ ἀπέχῃς ὄχι ἁπλῶς ἀπὸ τροφήν, ἀλλὰ ἀπ’
ὅλα τὰ κακά. «Ἡ νηστεία ― συνεχίζει ὁ ίδιος Πατὴρ ― δίδει πτερὰ διὰ νὰ
φθάσῃ ἡ προσευχὴ γρηγορώτερον πρὸς τὸν Θεόν. Νηστεία οίκων αὐξησις,
ὑγείας, μήτηρ, νεότητος παιδαγωγός, γήρατος στόλισμα, ψυχῆς
γυμναστήριον, ὅπλον κατὰ τοῦ πειρασμοῦ, πολύτιμος σύντροφος εἰς ὅλην μας
τὴν ζωήν».
Ὁ δὲ Ἱερὸς Χρυσόστομος σὲ ἐρωτᾷ: «Χριστιανὲ νηστεύεις; Ἐὰν νηστεύῃς πραγματικὰ δεῖξέ τὸ μὲ τὰ ἔργα σου. Ποῖα ἔργα; Ἐὰν ίδῃς πτωχὸν ἐλέησέ τον. Ἐὰν ἔχῃς ἐχθρὸν συμφιλιώσου μαζύ του. Ἐὰν φίλος σου εὐδοκιμͺῆ καὶ προοδεύῃ μὴ τὸν φθονήσῃς. Ἐὰν ίδῃς γυναῖκα ὡραίαν, προσπέρασε γρήγορα. Διότι δὲν πρέπει νὰ νηστεύῃ μόνον τὸ στόμα ἀπὸ τὰ φαγητά· πρέπει νὰ νηστεύουν καὶ τὰ μάτια μας καὶ τ’ αὐτιά μας καὶ τὰ χέρια μας καὶ τὰ πόδια μας καὶ λλα τὰ μέλη τοῦ σώματός μας.
Ἄς νηστεύουν
τὰ μάτια μας ἀπὸ τὰ θεάματα ἀκολασίας. Ἄς νηστεύουν τ’ αὐτιά μας καὶ τὰ
χέρια μας καὶ τὰ πόδια μας καὶ ὅλα τὰ μέλη τοῦ σώματός μας. Ἄς
νηστεύουν τὰ μάτια μας ἀπὸ τὰ θεάματα ἀκολασίας. Ἄς νηστεύουν τ’ αὐτιά
μας ἀπομακρυνόμενοι ἀπ’ ἐκείνους ποὺ αἰσχρολογοῦν καὶ κακολογοῦν καὶ
διαβάλλουν. Ἄς νηστεύουν τὰ πόδια μας, μὴ μεταβαίνοντες εἰς κέντρα
διαφθορᾶς καὶ ἀσωτείας. Ἄς νηστεύῃ ἡ γλῶσσά μας ἀπὸ κάθε περιττὸν καὶ
βλαβερὸν λόγον. Διότι τὶ τὸ ὄφελος νὰ νηστεύωμεν μὲ τὸ κρέας καὶ τὸ ψάρι
καὶ νὰ δαγκώνωμεν μὲ τὴν διαβολὴν καὶ τὴν συκοφαντίαν τοὺς ἀδελφούς
μας;»
«Νηστεύσωμεν― ἐκήρυττεν ἄλλος ἀρχαῖος διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας ―
νηστεύσωμεν, ἀδελφοί, ΔΙΑ ΝΑ ΕΛΕΗΣΩΜΕΝ». Δηλαδὴ οἱ ἀρχαῖοι Χριστιανοὶ
περιώριζον τὰ γεύματά των καὶ τὰ χρήματα ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα θὰ ἐδαπάνων διὰ
τὰ φαγητὰ τὰ ἔδιδον εἰς ἐλεημοσύνας.
«Νηστεύσωμεν διὰ νὰ ἐλεήσωμεν».
Ὤ! Καὶ ἐὰν ἐπανήρχετο ἡ ὡραία αὐτὴ συνήθεια τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων καὶ πάλιν εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἑλληνικήν μας Πατρίδα.
Ἀδελφοὶ Ἕλληνες! Κλείσατε πρὸς στιγμὴν τοὺς ὀφθαλμούς σας καὶ
φαντασθῆτε ὅλην τὴν Ἑλλάδα μας ἀπὸ Ἕβρου μέχρι Κρήτης καὶ ἀπὸ Κερκύρας
μέχρι Ρόδου καὶ Κύπρου, φαντασθῆτε τὴν Ἑλλάδα ὅλην, ὅλους δηλαδὴ τοὺς
Ἕλληνας ἀπὸ τὰ βασιλικὰ ἀνάκτορα μέχρι τῆς καλύβης τῶν χωρικῶν μας νὰ
νηστεύουν ὁλοκληρωτικὴν νηστείαν τὴν τελευταίαν ἡμέραν ἑκάστου μηνὸς καὶ
τὴν ἑπομένην τὰ χρήματα τὰ ὁποῖα θὰ ἐδαπανοῦσε ὁ καθένας διὰ τὸ φαγητὸν
τὰ κατέθεται εἰς μίαν Τράπεζαν ὑπὲρ τῆς Ἐλλάδος, ὑπὲρ τῶν ὀρφανῶν, τῶν
χηρῶν, τῶν ἀναπήρων, τῶν μυρίων θυμάτων τῆς ἐθνικῆς μας τραγῳδίας.
Ὁποῖα πλούτη θὰ συνεκέντρωνεν ἡ Ἑλλὰς ἀπὸ τὰ τέκνα της, ἐὰν ἐφηρμόζετο ἡ ἁγία αὔτὴ συνήθεια τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων.
«Νήστεύσωμεν, ἵνα ἐλεήσωμεν».
Ἀλλὰ δόξα τῷ Θεῷ. Βλέπομεν φῶς! Εἰς τὰς ἐφημερίδας ἀνεγνώσαμεν
ὅτι ἀπὸ 20―25 Μαρτίου, ἡμέραν Κυριακήν, θὰ παρακληθοῦν όλοι οἱ Ἕλληνες
νὰ παραιτηθοῦν ἑνὸς γεύματός των, τὸ δὲ ἀντίτιμον τοῦ γεύματος θὰ
προσφερθῇ κατὰ τὴν περιφορὰν τοῦ δίσκου, ὅστις τὴν ἡμέραν ἐκείνην θὰ
περιφερθῇ εἰς ὅλους τοὺς Ἑλληνικοὺς Ναοὺς τοῦ ἐσωτερικοῦ καὶ τοῦ
ἐξωτερικοῦ.
Καὶ ποῖος τώρα θὰ εἶνε ἐκεῖνος ὁ Χριστιανὸς Ἕλλην ἤ ἐκείνη ἡ
Χριστιανὴ Ἑλληνίς, ἡ ὁποία τὴν 20ην Μαρτίου δὲν θὰ παραιτηθῇ ἑνὸς
γεύματος ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος; Ἐδῶ, εἰς τὰ ἱστορικὰ αὐτὰ βράχια ποὺ πατῶμεν
προσέφερον ἄλλοι χέρια, ἄλλοι πόδια καὶ ἄλλοι μάτια καὶ ἐχύθησαν ποταμοὶ
αἵματος καὶ ἡμεῖς δὲν θὰ νηστεύσωμεν τὴν ἡμέραν ἐκείνην διὰ νὰ
προσφέρωμεν εἰς τὴν Πατρίδα μας τὸ ἀντίτιμον ἑνὸς γεύματος;
Είθε ἡ ὡραία αὕτη ἔμπνευσις νὰ λάβῃ σάρκα καὶ ὀστᾶ, είθε κατὰ
τὴν Ἁγίαν καὶ Μ. Τεσσαρακοστὴν κατὰ τὴν ὁποίαν καλούμεθα νὰ ἑορτάσωμεν
τὰ σεπτὰ πάθη τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, είθε ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ Ἕλληνες νὰ
αἰσθανθῶμεν τὴν κρισιμότητα τῶν στιγμῶν ποὺ διέρχεται ἡ φυλή μας καὶ διὰ
παντὸς τρόπου βοηθήσωμεν τὴν Πατρίδα μας, διὰ νὰ ἀξιωθῶμεν νὰ ίδωμεν
συντομώτερον τὴν ἐθνικήν της Ἀνάστασιν.
Ἀδελφοὶ Ἕλληνες! Τελειώνομεν τὴν ραδιοφωνικὴν ὁμιλίαν μὲ τὸ
ἀρχαῖον χριστιανικὸν σύνθημα, ποὺ ὄχι μόνον κατὰ τὴν 20ην Μαρτίου ποὺ
μᾶς ἔρχεται πρέπει νὰ τὸ ἐνθυμηθῶμεν, ἀλλὰ πάντοτε νὰ ἔχωμεν ὑπ’ ὄψιν:
«Νηστεύσωμεν, ἵνα ἐλεήσωμεν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου