Του Λέανδρου Τ. Ρακιντζή
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων είναι το αρχαιότερο και μεγαλύτερο συνδικαλιστικό όργανο των δικαστικών λειτουργών της τακτικής δικαιοσύνης και διοικείται από εκλεγόμενο δεκαπενταμελές διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με το καταστατικό του.
Ανέκαθεν προέκυπταν διαφωνίες μεταξύ των μελών του Δ.Σ. κυρίως για υπηρεσιακά θέματα, που
πολλές φορές είχαν πολιτική χροιά, γιατί μολονότι τα μέλη του Δ.Σ. δεν δήλωναν επισήμως τη πολιτική τους τοποθέτηση, όλοι τη γνωρίζαμε γιατί οι δικαστές αποτελούν μια κλειστή κοινωνία. Πάντοτε όμως οι διαφωνίες αυτές παρέμεναν στο κλειστό δικαστικό κύκλο.
Γι’αυτό το δελτίο τύπου, που εξέδωσε ο κ. Σεβαστίδης, πρόεδρος του Δ.Σ. της ΕΔΕ(φωτο), με βαριές αιτιάσεις κατά μελών του ΔΣ κυρίως για το θέμα της δια νόμου αυξήσεως των οργανικών θέσεων των προέδρων εφετών και των συνεπειών της σε σχέση με ορισμένους δικαστικούς λειτουργούς προκάλεσε δυσμενείς εντυπώσεις σε βάρος της δικαιοσύνης και των δικαστικών λειτουργούν και ορισμένα ΜΜΕ έκαναν λόγο για εμφύλιο πόλεμο μεταξύ δικαστών.
Σαφώς το όλο ζήτημα έχει εσωτερικές
διαστάσεις, που θα λυθούν στις προσεχείς αρχαιρεσίες για την ανάδειξη
της συνδικαλιστικής ηγεσίας, που θα παιχθεί όχι τόσο σε πολιτικές
βάσεις, αλλά σε τοπικό επίπεδο γιατί κατόπιν της λειτουργίας της σχολής δικαστών στη Θεσσαλονίκη το κέντρο βάρους από άποψη σύνθεσης του
δικαστικού σώματος έχει μετατεθεί από τη παλιά Ελλάδα στη Βόρεια
Ελλάδα.
Γεγονός όμως είναι ότι παρά το υψηλό
πνευματικό επίπεδο των δικαστών οι υποψήφιοι συνδικαλιστές, που πολλοί
έχουν μακρά συνδικαλιστική θητεία και που έχουν σχηματίσει παρατάξεις,
συμπεριφέρονται για άγρα ψήφων, όπως και οι υπόλοιποι συνδικαλιστές, με
υποσχέσεις για παροχές μισθολογικές και αυξήσεις θέσεων.
Και δεν
ασχολούνται κυρίως με τα σοβαρότερα προβλήματα, που ταλανίζουν τη
λειτουργία της δικαιοσύνης.
Δεν θα σχολιάσω, όμως, τις εκατέρωθεν
δηλώσεις, αρκούμενος σε γενικές διαπιστώσεις, με την ευχή να εκλεγούν οι
άριστοι, που μπορούν πραγματικά να προσφέρουν και οτιδήποτε συμβαίνει
που μπορεί να προκαλέσει δυσμενή σχόλια να παραμένει στο κλειστό κύκλο
των δικαστών, γιατί ο κόσμος περιμένει πολλά από τη δικαιοσύνη και τους
λειτουργούς της.
Τα προβλήματα της δικαιοσύνης στη χώρα
μας είναι πολλά με το κυριότερο να αφορά τη βραδύτητα απονομής της, που
πολλές φορές φθάνει σε επίπεδο αρνησιδικίας. Είναι γεγονός ότι σε όλα
τα δικαστήρια (πολιτικά, ποινικά, διοικητικά) της χώρας έχει σωρευθεί
πληθώρα εκκρεμών υποθέσεων, με αποτέλεσμα οι περισσότερες ποινικές να
εκδικάζονται στα όρια της παραγραφής.
Το πρόβλημα είναι πλέον εμφανές
στη ποινική δικαιοσύνη, όπου αφενός λόγω της προδικασίας
(προκαταρκτική-προανάκριση) που διαρκεί πολλές φορές πέραν των νόμιμων
ορίων, αφετέρου λόγω των αλλεπαλλήλων αναβολών εκδικάσεως, που χορηγούν
αφειδώς τα δικαστήρια, η απόδοση της δικαιοσύνης καθυστερεί τόσο πολύ
που επαληθεύει αυτό που έλεγε ο Εμμανουήλ Ροΐδης για τη δικαιοσύνη της
εποχής του.
Όταν γινόταν ένα έγκλημα, όλοι ρωτούσαν, γιατί δεν εκτελούν
τον κακούργο, όταν κάποτε τον εκτελούσαν, όλοι ρωτούσαν, τι έκανε ο
κακομοίρης και τον εκτελούν.
Το ίδιο περίπου συμβαίνει με τις μεγάλες
δίκες, που τελειώνουν τώρα μετά από μία δεκαπενταετία σε πρώτο βαθμό.
Η λύση είναι απλή αλλά προσκρούει στις
συνδικαλιστικές αντιδράσεις κυρίως των δικηγόρων. Πρώτον, να μην
επιτρέπεται η αναβολή εκδικάσεως της υποθέσεως, αλλά μόνο η διακοπή της
για σημαντικά αίτια για σύντομο χρονικό διάστημα.
Δεύτερον, να
επεκταθεί το ωράριο συνεδριάσεως των ποινικών δικαστηρίων κατά δίωρο.
Τρίτον, σε περίπτωση, που αναβάλλεται η υπόθεση να δικάζεται από τον
ίδιο δικαστή, που κατά τη γνώμη μου είναι ο φυσικός δικαστής που ορίζει
το άρθρο 8 του Συντάγματος.
Ο βαθμός του προέδρου Εφετών είναι ο
υψηλότερος και καταληκτικός βαθμός της ουσιαστικής δικαιοσύνης, είναι
ισότιμος από κάθε άποψη μισθολογική και βαθμολογική με το βαθμό του
Αρεοπαγίτη, στον οποίο προάγεται μόνο με αίτηση του και δεν επιθεωρείται
ούτε συντάσσονται για αυτόν εκθέσεις επιθεωρήσεως, αλλά επιθεωρεί τους
κατώτερους δικαστές της περιφερείας του. Προεδρεύει του δικαστηρίου,
που εκδικάζει πολιτικές και ποινικές υποθέσεις σε δεύτερο βαθμό και τώρα
ως μονομελής του δευτεροβαθμίου εφετείου κακουργημάτων για ορισμένες
υποθέσεις. Ασκεί και διοικητικά καθήκοντα, ως προϊστάμενος του
εφετείου, πλην των μεγάλων εφετείων, που εκλέγεται συμβούλιο διοικήσεως.
Όταν έγινα δικαστής το 1966 οι πρόεδροι
εφετών της τακτικής δικαιοσύνης σε όλη τη χώρα ήταν δώδεκα, ένας, κατά
εφετείο, πλην του εφετείου Αθηνών όπου υπηρετούσαν δύο. Ήδη με τον
τελευταίο νόμο οι οργανικές θέσεις των προέδρων εφετών αυξάνονται κατά
86 και φθάνουν αισίως στους 201 με αντίστοιχη μείωση των θέσεων των
εφετών με την αιτιολογία, ότι θα χρησιμοποιηθούν στα Μονομελή Εφετεία
Κακουργημάτων.
Δεν γνωρίζω τα ακριβή στατιστικά
στοιχεία διακινήσεως των ποινικών υποθέσεων, αλλά λόγω των ευεργετικών
νόμων Παρασκευοπούλου και του νέου Ποινικού Κώδικα εκτιμώ, ότι οι
ποινικές υποθέσεις δεν έχουν αυξηθεί τουλάχιστον κατά αριθμό, ώστε να
δικαιολογείται η αύξηση των θέσεων.
Φοβάμαι όμως, ότι εάν συνεχισθεί η
άκριτη αύξηση των οργανικών θέσεων των ανωτάτων δικαστών για λόγους
προσωπικούς η συνδικαλιστικούς, με συνέπεια την ανατροπή της ιεραρχικής
πυραμίδας των δικαστικών λειτουργών στο τέλος η δικαιοσύνη θα
καταντήσει σαν το παρακάτω ανέκδοτο.
Σε χώρα της Νότιας Αμερικής έχουν
προγραμματισθεί να γίνουν μεγάλα γυμνάσια και για το λόγο αυτό έχουν
συγκεντρωθεί στο Γενικό Επιτελείο 10 στρατάρχες, 50 στρατηγοί και άλλοι
τόσοι ταξίαρχοι. Όταν εισέρχεται ένας λοχαγός και ανακοινώνει: "Κύριοι
τα μεγάλα γυμνάσια αναβάλλονται, ο στρατιώτης μας αρρώστησε".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου