Γ. Στουρνάρας, πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ Στέλιος Σταυρίδης,Δημήτρης Μελισσανίδης |
Η ιδιωτικοποίηση του ΟΠΑΠ, το 2013, με την πώληση του 33% που κατείχε το Δημόσιο, ήρθε να ολοκληρώσει μια μεθόδευση για την εκποίηση μιας από τις πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις που ανήκαν στο κράτος, η οποία σε αρκετές πτυχές της μπορεί να χαρακτηριστεί σκανδαλώδης.
Παρότι το πρώτο μνημόνιο, όπως μάλιστα υπενθύμισε και με συνέντευξή του ο
πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, δεν περιλάμβανε ιδιωτικοποιήσεις, η κυβέρνηση Παπανδρέου διαπιστώνει πολύ σύντομα ότι είναι «αδύνατο να βγει το πρόγραμμα», ενώ την ίδια στιγμή η τρόικα πίεζε διαρκώς για έσοδα προκειμένου να καλυφθεί η τεράστια τρύπα στο δημόσιο χρέος.
Έτσι, τον Φεβρουάριο του 2011, το επικαιροποιημένο Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής περιλαμβάνει και την πρόβλεψη για πολύ μεγάλα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις στην τριετία 2012-2015.
Συγκεκριμένα αναφέρει ότι θα πρέπει να υπάρξει «ολοκλήρωση της καταγραφής και της δημιουργίας ενός χαρτοφυλακίου συμμετοχών και εμπορικά αξιοποιήσιμων ακινήτων ύψους τουλάχιστον 50 δισ. ευρώ.
Στόχος είναι η συνολική είσπραξη εσόδων τουλάχιστον 50 δισ. ευρώ την περίοδο 2011-15 εκ των οποίων τα 15 δισ. έως το 2012».
Το καλοκαίρι του 2011 και ενώ η Ελλάδα συνταράσσεται από το μεγάλο Κίνημα των Πλατειών ιδρύεται το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας Ελληνικού Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ).
Σε αυτό περνούν τα προς εκποίηση περιουσιακά στοιχεία του ελληνικού δημοσίου. Έτσι, τον Οκτώβριο του 2012 μεταβιβάζεται στο Ταμείο το 33% των μετοχών της ΟΠΑΠ ΑΕ, ρίχνοντας το ποσοστό του Δημοσίου στον Οργανισμό περίπου στο 1%.
Η κίνηση γίνεται στο πλαίσιο της προσπάθειας να ιδιωτικοποιηθεί ο ΟΠΑΠ.
Άλλωστε, η πώληση του ποσοστού του που ανήκε στο Δημόσιο ήταν μια ρητή πρόβλεψη του δεύτερου μνημονίου του Φεβρουάριου του 2012 «Σκοπεύουμε να ξεκινήσουμε κάποιες πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων ορόσημο κατά το πρώτο εξάμηνο του 2012, όπως είναι η ΔΕΠΑ/ΔΕΣΦΑ, ΧΕΛΠΕ, ΟΠΑΠ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ και IBC και κατά το δεύτερο μισό του έτους να κάνουμε προσκλήσεις ενδιαφέροντος για λιμένες, αεροδρόμια και την Εγνατία Οδό», ανέφερε χαρακτηριστικά το κείμενο του δεύτερου μνημονίου.
Η προίκα του ΟΠΑΠ
Σαν πολύφερνη νύφη στο μεγάλο πακέτο των ιδιωτικοποιήσεων, δεδομένης και της εγγυημένης κερδοφορίας του, ο ΟΠΑΠ έπρεπε πριν ιδιωτικοποιηθεί να προικιστεί αρμοδίως. Όχι πως δεν ήταν προικισμένος, εάν αναλογιστούμε ότι μιλάμε για έναν όμιλο που το 2012, τελευταία χρονιά πριν από την ιδιωτικοποίησή του, είχε στην κατοχή του τους εξής τομείς δράσης:
το Κίνο που για το 2012 αντιπροσώπευε το 54,02% του κύκλου εργασιών των παιχνιδιών του Ομίλου, ενώ συνεισέφερε και το 50,96% του συνοδικού μεικτού κέρδους με έσοδα που το 2012 ανήλθαν σε 2.145.497.000 ευρώ.
Το «Πάμε Στοίχημα» που συμμετείχε το 2012 κατά 34,78% επί των συνοδικών πωλήσεων των παιχνιδιών και κατά 33,17% στα μεικτά κέρδη του Ομίλου και με έσοδα 1.381.175.000 ευρώ για το 2012.
Το Τζόκερ με 10,04% επί του συνοδικού μεικτού κέρδους με έσοδα, το 2012, 208.695.000 ευρώ.
Τα υπόλοιπα παιχνίδια Super 3, Προ-Πο, Λόττο, Πρότο, Extra 5, Προπογκόλ και τα νέα παιχνίδια στοιχηματισμού (Go Lucky, Monitor Games) αποτελούσαν το 2012 το 5,95% του κύκλου εργασιών του Ομίλου. Μόνο που αυτά δεν ήταν αρκετά.
Έτσι ο ΟΠΑΠ έδωσε σχεδόν 1 δισ. ευρώ για να γίνει ακόμη πιο ελκυστική η πώληση του. Το 2011 ο Οργανισμός καταβάλλει 560 εκατ. ευρώ για να αποκτήσει την άδεια για 35.000 VLTs, τα γνωστά μας «φρουτάκια».
Ειδικότερα, με βάση και τις προβλέψεις του Ν. 4002/2011, η ΟΠΑΠ ΑΕ αποκτούσε το δικαίωμα να εκμεταλλεύεται η ίδια 16.500 VLTs, ενώ άλλα 18.500 μηχανήματα θα τα παραχωρούσε έναντι ανταλλάγματος. Την ίδια χρόνια κατέβαλε και 375 εκατ. ευρώ για να παρατείνει το μονοπώλιο που είχε ως το 2030 στα υπόλοιπα τυχερό παιχνίδια που διαχειρίζεται.
Ουσιαστικά, ήδη πριν από την πώληση του, οι διοικήσεις τού ακόμη υπό δημόσιο έλεγχο ΟΠΑΠ φρόντιζαν να διαθέτουν σημαντικούς πόρους για να διατηρήσουν και να διευρύνουν τα πεδία στα οποία θα μπορούσε να δραστηριοποιείται ο ΟΠΑΠ όχι με σκοπό την περαιτέρω ανάπτυξη ενός δημόσιου οργανισμού, αλλά για να γίνει ακόμη πιο ελκυστική η αγορά του από τον υποψήφιο επενδυτή.
Η ίδια η τότε κυβέρνηση παρουσίαζε την επέκτασή του, πέραν όλων των άλλων, και ως τρόπο να αυξηθεί η συνεισφορά του στα δημόσια έσοδα.
Και όποιος κι αν ήταν ο αγοραστής που θα ερχόταν δεν θα πλήρωνε απολύτως τίποτα για το δικαίωμα να δραστηριοποιηθεί σε νέα και ιδιαίτερα κερδοφόρα πεδία, ενώ απαλλασσόταν και από τις διάφορες υποχρεώσεις ως προς τη στήριξη του αθλητισμού, όπως ίσχυε για τον δημόσιο ΟΠΑΠ.
Η ίδια η κυβέρνηση Σαμαρά, κατά την προετοιμασία της ιδιωτικοποίησης και προς προσέλκυση επενδυτών, παρουσίαζε τότε πίνακες που ανέφεραν προσδοκώμενα καθαρά κέρδη για τη δεκαετία 2013-2022 ύψους 3,16 δια. ευρώ, με εκτιμώμενο μέρισμα του Δημοσίου 852 εκατ. (ίσως και παραπάνω, ως τα 950 εκατομμύρια].
Πώς να υποτιμήσετε την αξία μιας εταιρείας
Ο ΟΠΑΠ από όλες τις πλευρές φάνταζε πραγματικό φιλέτο, καθώς ήταν μια από τις πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις στην Ελλάδα και έδειχνε να έχει σταθερά έσοδα, την ίδια ώρα που κινήσεις όπως η απόκτηση αδειών για τα VLTs άνοιγαν τον δρόμο και για την επένδυση σε νέες πηγές εσόδων. Οποιοσδήποτε αποκτούσε το κρίσιμο 33% που προσφερόταν προς πώληση θα αποκτούσε τον έλεγχο μιας εταιρείας με σταθερή ροή εσόδων αλλά και με εγγυημένη κερδοφορία που μπορούσε να διευρυνθεί με τις κατάλληλες κινήσεις.
Όμως, όλα αυτά θα είχαν και μια «παρενέργεια» για τον υποψήφιο αγοραστή: ανέβαζαν την αποτίμηση του ΟΠΑΠ και την πραγματική του αξία. Έτσι γινόταν ακριβότερος και λιγότερο ελκυστικός. Αυτό καθιστούσε αναγκαία, λοιπόν, την ιδιαίτερα χαμηλή αποτίμησή του, ώστε αντιστοίχως να οριστεί και χαμηλή τιμή για την απόκτηση του 33%.
Και η υποτίμηση της πραγματικής αξίας του ΟΠΑΠ, βέβαια, δεν μπορούσε να εμφανιστεί ως αυθαίρετη εκτίμηση – έπρεπε να φανεί και τεκμηριωμένη και ότι δεν θα παρέκαμπτε κανόνες που θεωρούνται γενικά αποδεκτοί στον κόσμο των αγορών.
Ωστόσο, ακόμη και υπουργοί της κυβέρνησης της ΝΔ εκτιμούσαν το καλοκαίρι του 2012 ότι δεδομένων των μεγάλων εσόδων που έφερνε ο Οργανισμός στα δημόσια ταμεία θα έπρεπε το τίμημα να είναι ανάλογα μεγάλο.
Για παράδειγμα, ιδιαίτερο θόρυβο είχε προκαλέσει η δήλωση του τότε υφυπουργού Αθλητισμού Γ. Ιωαννίδη ότι μόνο εάν είναι ιδιαίτερα υψηλό το τίμημα έχει νόημα να γίνει η πώληση και σίγουρα όχι με βάση τη χρηματιστηριακή αξία και μόνο.
«Ο ΟΠΑΠ αποφέρει στο Δημόσιο περίπου 800 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο. Με τα νέα παιγνίδια εκτιμώ ότι τα ετήσια κέρδη του Οργανισμού θα πλησιάσουν το ένα δισ. ευρώ», είχε δηλώσει ο Ιωαννίδης σε συνέντευξή του στο Βήμα FM, τον Ιούνιο του 2012, λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στην κυβέρνηση Σαμαρά. «Μόνο αν το τίμημα εξαγοράς είναι πολύ μεγάλο θα πρέπει να πουληθεί σε ιδιώτες», είχε επιμείνει, τονίζοντας μάλιστα ότι οε καμία περίπτωση δεν μπορεί η αποκρατικοποίηση να προχωρήσει με βάση τη χρηματιστηριακή αποτίμηση του Οργανισμού Προγνωστικών. «Αν έρθει ένας ιδιώτης και μας δώσει το προβλεπόμενα κέρδη της επόμενης επταετίας τότε μπορούμε να το συζητήσουμε», ήταν η τοποθέτηση του Ιωαννίδη, που σήμαινε αποτίμηση του ΟΠΑΠ στα 5-7 δισ. ευρώ.
Πως, όμως, μπορεί να γίνει η αποτίμηση μιας τέτοιας εταιρείας;
Η πάγια διεθνής πρακτική αναφέρει ότι μια εταιρεία τυχερών παιχνιδιών αποτιμάται σε περίπου 10 φορές τα ετήσια κέρδη της.
Εάν μάλιστα πρόκειται για μια εταιρεία με κρατικό μονοπώλιο, όπως ισχύει στην περίπτωση του ΟΠΑΠ, μπορεί η αποτίμηση να φτάσει ακόμη και 12 φορές τα ετήσια κέρδη της.
Ποια ήταν η κερδοφορία της ΟΠΑΠ ΑΕ; 575,8 εκατ. ευρώ καθαρό κέρδη το 2010 (που στην πραγματικότητα ήταν 666,7 εκατ. ευρώ και απλώς υπήρξε έκτακτη φορολογική εισφορά 91,9 εκατ. ευρώ). 537,5 εκατ. ευρώ το 2011, ενώ το 2012 τα καθαρά κέρδη ήταν 505.487 ευρώ.
Παρά τη μείωση των κερδών, αναμενόμενη ίσως εάν αναλογιστούμε τη συνολικότερη υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας εξαιτίας της βαθιάς ύφεσης, η κερδοφορία παρέμενε ιδιαίτερα υψηλή και θα έπρεπε να συνεπάγεται μείωση και ανάλογα υψηλή αποτίμηση της αξίας της εταιρείας και αντίστοιχο τίμημα για τον όποιο υποψήφιο αγοραστή.
Ωστόσο, η ιδιωτικοποίηση του ΟΠΑΠ στηρίχτηκε σε μια αποτίμηση συνολικής αξίας 1,8 δισ. ευρώ, όταν ακόμη και πιο συντηρητικές εκτιμήσεις διεθνών οίκων μιλούσαν για αξία 3,5 δισ. ευρώ.
Πώς έγινε αυτό; Επειδή ο ΟΠΑΠ δεν αποτιμήθηκε ούτε με βάση τα πραγματικά του οικονομικά στοιχεία, ούτε με βάση τα προβλεπόμενα έσοδα, ούτε καν με βάση το ότι ένα μονοπώλιο στον χώρο του τζόγου με ήδη αγορασμένα δικαιώματα επέκτασης σε νέους κλάδους αποτελούσε ένα πραγματικό cash machine.
Ο ΟΠΑΠ αποτιμήθηκε με βάση τη χρηματιστηριακή αξία και μάλιστα καθοδικά.
Τον Απρίλιο του 2013 η μέση τιμή της μετοχής ήταν 6,9 ευρώ. Η εταιρεία Emma Delta πρόσφερε 5,91, οι σύμβουλοι του ΤΑΙΠΕΔ, της Εθνικής και της Deutsche Bank αποφάνθηκαν ότι τα 5,79 ευρώ είναι ικανοποιητική τιμή, ενώ ο διορισθείς από το ΤΑΙΠΕΔ ανεξάρτητος εκτιμητής, η εταιρεία Duff&Phelps, την ανέβαζε στα 6,17.
Η Marfin είχε προτείνει 7,90 ευρώ τιμή-στόχο, ενώ η Eurobank 7,70. Η Goldman Sachs 7,41, η Πειραιώς 7 ευρώ ακριβώς, ενώ η Πειραιώς και η Citi 6,80 ευρώ.
Το κλειδί εδώ ήταν η μεγάλη υποχώρηση της τιμής της μετοχής του ΟΠΑΠ, αποτέλεσμα και της συνολικότερης τάσης υποχώρησης του Χρηματιστηρίου, αλλά και των αλλαγών στη φορολογία του ΟΠΑΠ, το 2012, που οδήγησαν σε ακόμη μεγαλύτερη υποχώρηση της τιμής της μετοχής.
Ας μην ξεχνάμε ότι ήταν γενικότερο φαινόμενο εκείνη την περίοδο, δεδομένου και ότι είχε ανοίξει ο κύκλος των ιδιωτικοποιήσεων, ελληνικοί και ξένοι επενδυτικοί οίκοι να πιέζουν προς τα κάτω τιμές μετοχών με στόχο ακριβός να υποτιμηθούν και να υπάρξει ένα πραγματικό πλιάτσικο δημόσιων περιουσιακών στοιχείων.
Από 16 ευρώ στην αρχή του 2011, η μετοχή του ΟΠΑΠ έφτασε να διαπραγματεύεται κάποια στιγμή το 2012 κοντά στα 4 ευρώ, την ώρα που η εταιρεία παρέμενε μία από τις πιο κερδοφόρες στην Ελλάδα.
Έτσι, το τελικό τίμημα με το οποίο το 2013 πωλήθηκε το 33% του ΟΠΑΠ στην Emma Delta (στην οποία συμμετείχαν Τσέχοι επενδύτες μαζί με τους έλληνες Μελισσανίδη και Κοπελούζο) ήταν 652 εκατ. ευρώ (με το Δημόσιο να έχει τελικό συνολικό όφελος 712 εκατ., καθώς πήρε και το μέρισμα της χρήσης 2012, ύψους 60 εκατ. ευρώ).
Δηλαδή, η αποτίμηση του συνόλου της εταιρείας έγινε σε ένα ύψος κάτι λιγότερο από 4 φορές τα μέσα ετήσια κέρδη των προηγούμενων ετών. Ένα τέτοιο τίμημα δεν το λες υψηλό. Μάλλον το ακριβώς αντίθετο. Ο ΟΠΑΠ σχεδόν χαρίστηκε.
Βέβαια, με μια ιδιότυπη αριθμητική αλχημεία το ΤΑΙΠΕΔ είχε σπεύσει να πει ότι το τίμημα ήταν πολύ καλό καθώς «αντιστοιχεί σε 18,6 φορές τα εκτιμώμενα κέρδη της χρήσης του 2013», ενώ τόνιζε ότι «εάν δεν ιδιωτικοποιείτο ο ΟΠΑΠ, το Δημόσιο θα εισέπραττε μέρισμα (για τη χρήση του 2013} ύψους μόνο 13 εκ. €, ενώ για τη δεκαετία θα εισέπραττε μόλις 360 εκ. €, δηλαδή το 50% περίπου του ποσού που εισπράττει με την αποκρατικοποίηση».
Ωστόσο, οι προβλέψεις του ΤΑΙΠΕΔ ήταν μάλλον… απαισιόδοξες. Όντως τα καθαρά κέρδη και εξαιτίας της αύξησης της φορολογίας παρουσίασαν το 2013 υποχώρηση. Έφτασαν τα 141.115.000 ευρώ παρουσιάζοντας μείωση 72,08% σε σύγκριση με το 2012. Όμως, την αμέσως επόμενη χρονιά παρουσίασαν σημαντική αύξηση κατά 41,18% (φτάνοντας τα 199.224.000 ευρώ, ενώ αύξηση είχαν και τη μεθεπόμενη χρονιά, το 2015, φτάνοντας τα 209.901.000 ευρώ. Είναι εμφανές ότι συνειδητά διαστρεβλώθηκε η εικόνα των πραγματικών δεδομένων για να διευκολυνθεί το ξεπούλημα του ΟΠΑΠ.
Άλλωστε, ούτε και οι αγορές πολυπίστεψαν τις εκτιμήσεις αυτές. Λίγους μήνες μετά την ολοκλήρωση της πώλησης η τιμή της μετοχής ήδη κινιόταν πολύ πάνω από την τιμή πώλησης. Τον Δεκέμβριο του 2013 η τιμή της μετοχής είχε εκτοξευτεί σια 10,24 ευρώ. Αυτό σήμαινε ότι ακόμη και η χρηματιστηριακή του αξία (στο γενικώς υποτιμημένο ελληνικό χρηματιστήριο) έφτανε τότε τα 3,317 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι το ελληνικό δημόσιο, ακόμη και με όρους χρηματιστηριακής αξίας, πήρε περίπου 450 εκατ. λιγότερα για την πώληση του 33%.
Η μεθόδευση του διαγωνισμού
Εντυπωσιακή ήταν και η μεθόδευση για τον ίδιο τον διαγωνισμό πώλησης.
Στην πραγματικότητα ήταν μια παράσταση γραμμένη εξαρχής για να έναν ρόλο.
Η προκήρυξη έγινε στις 27 Σεπτεμβρίου 2012 και το πρώτο όριο για την κατάθεση προσφορών ήταν στις 19 Οκτωβρίου 2012. Ενδιαφερόμενες ήταν αρχικά οι εταιρείες: BC Partners, Emma Delta LtD, η κοινοπραξία Gauselmann AG – Plagtech Ltd – Helvason Ltd, η κοινοπραξία Intralot Holdings Luxemburg S.A. – Intralot International Ltd, n Primrose Treasure Ltd, n Third Point LLC και n TPG Capital.
Μέχρις ότου φτάσουμε στη φάση των προσφορών υπήρξαν διάφορες καθυστερήσεις και οι περισσότερες εταιρείες απέσυραν το ενδιαφέρον τους.
Στη φάση των προσφορών έφτασαν ωστόσο δύο: η Emma Delta και η Third Point.
Η δεύτερη ήταν ένα hedge fund με έδρα τη Νέα Υόρκη και στην πραγματικότητα αναζητούσε ευκαιρίες στην Ευρώπη, κοινώς ήθελε να αγοράσει φτηνά.
‘Όμως, το ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ αποφάσισε ομόφωνα να μην αποσφραγίσει την οικονομική προσφορά της Third Point, καθώς υπέβαλε προσφορά υπό αίρεση, γεγονός που δεν επιτρεπόταν από τη διαδικασία του διαγωνισμού.
Έτσι έμεινε μόνο η προσφορά της Emma Delta, η οποία μετά από «σκληρές» διαπραγματεύσεις απλώς βελτιώθηκε ελαφρά.
Το καλοκαίρι του 2013, πάντως, εν μέσω της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης του, ο ΟΠΑΠ προικίζεται και με ένα ακόμη περιουσιακό στοιχείο. Τα Κρατικά Λαχεία.
Η σύμβαση παραχώρησης της 12ετούς άδειας υπογράφηκε από το ΤΑΙΠΕΔ και την εταιρεία Ελληνικά Λαχεία, στην οποία συμμετέχουν με 67% ο ΟΠΑΠ, με 16,5% η Intralot και με 16,5% η αμερικανική Scientific Games. Το τίμημα ορίστηκε στα 190 εκατ. ευρώ.
Το βασικό που πρόσθετε η πώληση αυτή στο οπλοστάσιο της ΟΠΑΠ ήταν η προοπτική να εκδοθεί εκ νέου Στιγμιαίο Λαχείο («Ξυστό»), είδος που θεωρείται μαζικό, δεν ταυτίζεται με την αρνητική εικόνα του τζόγου και μπορεί να απευθυνθεί και σε γυναικείο κοινό. Το 2015 ο κύκλος εργασιών του Στιγμιαίου Λαχείου («Σκρατς») έφτασε τα 290.292.900 ευρώ.
Έτσι, τον Αύγουστο του 2013, μέσα σε πανηγυρικό κλίμα, ο τότε υπουργός Οικονομικών και σημερινός Διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γ. Στουρνάρας μαζί με τον εκλιπόντα πρόεδρο του ΤΑΙΠΕΔ Στέλιο Σταυρίδη υπογράψουν για την πώληση του ΟΠΑΠ στην Emma Delta και τον Δημήτρη Μελισσανίδη ως εκπρόσωπο της εταιρείας.
Ο Γ. Στουρνάρας πανηγυρίζει για την πώληση. «Με επιτυχία ολοκληρώθηκε σήμερα η πρώτη μεγάλη αποκρατικοποίηση που πραγματοποιήθηκε στη χώρα μας», δήλωσε αμέσως μετά την πώληση, για να συμπληρώσει ότι «Τα οφέλη για το ελληνικό δημόσιο είναι πολλαπλά, αφού αποδεικνύεται η εμπιστοσύνη των επενδυτικών κεφαλαίων στην ελληνική οικονομία και ταυτόχρονα εξασφαλίζονται για πρώτη φορά, πέραν του τιμήματος, και έσοδα από φόρους 30% επί των μεικτών κερδών που θα μπαίνουν κάθε χρόνο στο δημόσιο ταμείο».
Εδώ να σημειώσουμε ότι όντως από τη φορολόγηση των μεικτών κερδών (δηλαδή των ποσών που απομένουν εάν από το συνολικό χρηματικό ποσό συμμετοχής των παικτών αφαιρεθούν τα αποδιδόμενα σε αυτούς ποσό) προκύπτει ένα σημαντικό ποσό, που όμως έγινε στο πλαίσιο της γενικής αύξησης της φορολογίας εν μέσω μνημονίων.
Επίσης, τα ίδια φορολογικά έσοδα θα μπορούσε να έχει το Δημόσιο και χωρίς την πώληση της ΟΠΑΠ ΑΕ.
Για να μπουν τελικά οι υπογραφές στη συμφωνία στις 12 Αυγούστου, ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ έπρεπε να είναι εγκαίρως στην Αθήνα από την Κεφαλονιά όπου παραθέριζε και να επιστρέψει αμέσως μετά για να συνεχίσει τις διακοπές του.
Όπως δήλωσε και ο ίδιος λίγες μέρες αργότερα «Είχα έρθει για μία ημέρα στην Αθήνα προκειμένου να υπογράψω την πώληση και θα έφευγα την επομένη το ξημερώματα με μια πτήση που είχε στις 5.20, δηλαδή θα ξυπνούσα στις 4 τα χαράματα.
Ο κ. Μελισσανίδης όμως, ο οποίος πήγαινε στη Γαλλία, μου πρότεινε να με πάρει μαζί του για να με διευκολύνει. Είχε την καλοσύνη να με αφήσει στην Κεφαλονιά, όπου και έκανε ανεφοδιασμό και έτσι δεν ταλαιπωρήθηκα και γλίτωσα και μια μέρα». Το ταξίδι είναι και μια ευκαιρία για να συζητήσει με τον κ. Μελισσανίδη ζητήματα που αφορούν την πώληση: «Κατά την πτήση μιλήσαμε για την πώληση του ΟΠΑΠ, όπως μιλάμε συνέχεια με τον κ. Μελισσανίδη γι’ αυτό το θέμα. Παραμένει πάρα πολύ δυσαρεστημένος για το θέμα των λαχείων, διότι θεωρεί ότι η συμφωνία δεν έπρεπε να γίνει έτσι. Εμείς δεν συμφωνούμε καθόλου με αυτό που υποστηρίζει. Αν και διαφωνούμε πολλούς μήνες, έχουμε διατηρήσει μαζί του ένα επίπεδο σχέσεων εξαιρετικό» Στον Τύπο θα δημοσιευτεί φωτογραφία από το ταξίδι, θα προκληθεί ο σχετικός θόρυβος, και εντέλει ο αρμόδιος υπουργός θα τον αποπέμψει.
Η αλήθεια είναι ότι ο Σταυρίδης αποπέμφθηκε για να δοθεί η εικόνα ότι η κυβέρνηση δεν σχετίζεται με τη διαπλοκή. Και ένα άλλο κομμάτι της αλήθειας, ότι ο Σταυρίδης διαχειρίστηκε πολύ μικρό μέρος της διαπραγμάτευσης η οποία ήταν υπόθεση της ίδιας της κυβέρνησης και μάλιστα σε ανώτατο επίπεδο.
Άλλωστε, οι φιλικές σχέσεις που είχε ο Δ. Μελισσανίδης με τον Αντώνη Σαμαρά ήταν γνωστές. «Είμαι 30 χρόνια φίλος του Σαμαρά», φέρεται να έχει δηλώσει ο επιχειρηματίας.
Τον Ιούνιο του 2013, εν μέσω της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης του ΟΠΑΠ, ο Μελισσανίδης βρέθηκε στη βράβευση των πιο επιτυχημένων επιχειρηματιών της χρονιάς του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητήριου Αθηνών (ΕΒΕΑ) που έγινε στο Μέγαρο Μουσικής.
Καθόταν μάλιστα στην πρώτη σειρά και ήταν ο πρώτος που βραβεύτηκε από τον Αντώνη Σαμαρά. Μετά την ομιλία του τότε πρωθυπουργού, ο Μελισσανίδης παρέλαβε το πρώτο βραβείο για λογαριασμό της Aegean Oil και καταχειροκροτήθηκε από τους παρευρισκομένους.
Οι τυχεροί αγοραστές και τα… ζητήματα τους
Πράγματι η πώληση του 33% του ΟΠΑΠ ήταν ένα επιτυχημένο deal. Όχι όμως για τα συμφέροντα του ελληνικού δημοσίου.
Κερδισμένοι ήταν οι νέοι αγοραστές της Emma Delta, μιας κοινοπραξίας που στήθηκε ανάμεσα σε τσέχους και έλληνες επενδυτές. Με βάση τη γνωστοποίηση του Αυγούστου 2013, ως μέτοχοι Tns Emma Delta αναφέρονταν οι εταιρείες Geonama, συμφερόντων Δ. και Γ. Μελισσανίδη, η MEF Holdings του τσέχου Γίρι Σμεκ, η Vital Peak του ρώσου Αλεξάντρ Νέσιε, η Roubindiam του σλοβάκου Πάβελ Κομάρεκ, ο μονοβασικό επενδυτικός όμιλος Helixsor και η εταιρεία Helvasor του ομίλου Κοπελούζου. Τον Οκτώβριο του 2013 γνωστοποιείται ότι τις 105.270.000 μετοχές της ΟΠΑΠ ΑΕ τις αγόρασε η Emma Delta Hellenic Holdings Ltd, που ανήκε κατά 100% οτην Emma Delta Ltd, επενδυτική εταιρεία που είχε συσταθεί στην Κύπρο, της οποίας το 100% των μετοχών με δικαίωμα ψήφου κατείχε η Emma Delta Management Ltd, τελικοί δικαιούχοι της οποίας ήταν οι είναι ο Γίρι Σμεκ (κατά 66,7%) και ο Γεώργιος Μελισανίδης (κατά 33,3%) μέσω των εταιρειών τους Emma Capital Limited και Georgiella Holdings Co. Limited αντίστοιχα.
Να σημειώσουμε εδώ ότι, κατά μία πάγια πρακτική του, ο Δ. Μελισσανίδης, παρότι υπέγραψε τη συμφωνία εκ μέρους της Emma Delta, γενικά ως προς τη δημόσια παρουσία της κοινοπραξίας φαινόταν μεν ως εκ των βασικών μετόχων της, η ίδια η άμεση συμμετοχή του σε αυτήν όμως είναι μικρή, όπως συμβαίνει και με αρκετές επιχειρήσεις συμφερόντων του ίδιου και της οικογένειας του.
Για να φτάσουμε στην ίδια την πώληση του ΟΠΑΠ και την καταβολή χρημάτων στα δημόσια ταμεία, έπρεπε να λυθούν και μερικά ακόμη προβλήματα. Το πρώτο ήταν να βρεθούν αυτά τα ποσά και να καταβληθούν.
Δημοσιογραφικό ρεπορτάζ εκείνης της περιόδου αναφέρουν τον ακόλουθο διάλογο μεταξύ του Γιάννη Στουρνάρα και του Δημήτρη Μελισσανίδη κατά την υπογραφή της σχετικής σύμβασης:
Γ. Στουρνάρας: «Και πότε με το καλό θα δούμε τα λεφτά;»
Δ. Μελισσανίδης: «Σιγά μη δείτε και Λεφτά».
Αυτό που επεδίωκε η Emma Delta ήταν να εξασφαλίσει τον αναγκαίο δανεισμό για να μπορέσει να αποκτήσει τις μετοχές του ΟΠΑΠ, προσφέροντας ως ενέχυρο για τον δανεισμό τις μετοχές που θα αγόραζε με τα χρήματα που θα έπαιρνε ως δάνειο.
Δημοσιογραφικές έρευνες εκείνων των ημερών λένε πως για το ζήτημα ενδιαφέρθηκε προσωπικά ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, που διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον Δημήτρη Μελισσανίδη.
Σύμφωνα με αυτές τις έρευνες, ο Σαμαράς μαζί με τον τότε υπουργό Οικονομικών προσπάθησαν να πείσουν τις διοικήσεις των μεγάλων ελληνικών συστημικών τραπεζών (Εθνική, Alpha, Eurobank, Πειραιώς) να προσφέρουν τα δάνεια που απαιτούνταν, ύψους περίπου 400 εκατ. ευρώ.
Οι διοικήσεις των τραπεζών έκαναν πίσω.
Η αιτία ήταν ο θόρυβος που προκλήθηκε τότε μπροστά στο ενδεχόμενο οι συστημικές τράπεζες, που μόλις είχαν ανακεφαλαιοποιηθεί, να χορηγήσουν, ύστερα από πολιτικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης, πολύ μεγάλα δάνεια για να μπορέσει να ολοκληρωθεί μια ιδιωτικοποίηση που είχε χαρακτηριστεί ξεπούλημα.
Τα δανεικά θα βρεθούν με δύο ομολογιακά δάνεια που θα εκδώσει η Emma Delta, ύψους 250 και 150 εκατ. ευρώ, με μοναδικό διοργανωτή του βιβλίου προσφορών την Jefferies International, με εγγύηση τις ίδιες τις μετοχές του ΟΠΑΠ τις οποίες θα αποκτούσαν με αυτόν τον δανεισμό. Υπήρχε και ένα άλλο πρόβλημα που έπρεπε να αντιμετωπιστεί.
Για να πραγματοποιηθεί το deal του ΟΠΑΠ, έπρεπε οι αγοραστές να μη χρωστούν στο ελληνικό δημόσιο.
Στην εταιρεία Geonama, που ήταν βασικός μέτοχος της κοινοπραξίας Emma Delta, βασικοί μέτοχοι είναι ο Μελισσανίδης και ο γιος του Γιώργος Μελισσανίδης.
Σύμφωνα μάλιστα με τον κανονισμό του ΤΑΙΠΕΔ, για να προχωρήσει μια αποκρατικοποίηση, χρειάζεται αναλυτική κατάσταση της μετοχικής σύνθεσης της εταιρείας και φορολογική ενημερότητα των φυσικών προσώπων που την απαρτίζουν.
Ωστόσο, υπήρχαν προβλήματα με εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις εταιρειών που ανήκαν σε μετόχους της Geonama και συγκεκριμένα της Πετρέλαια Αιγαίου ΑΕ, που είχε κλείσει και ήταν συμφερόντων του Δ. Μελισσανίδη και του Γ. Καρρά, και της εταιρείας Αιγαίον Όιλ, επίσης συμφερόντων της οικογένειας Μελισσανίδη.
Η λυθείσα Πετρέλαια Αιγαίου ΑΕ, τον Αύγουστο του 2013, εμφανιζόταν, σύμφωνα με δημοσίευμα της Αυγής, να έχει συνολική οφειλή στο Δημόσιο ύψους 10.376.605,4 ευρώ.’
Η πλευρά Μελισσανίδη ανταπαντούσε ότι ήταν υποθέσεις 20ετίας τις οποίες είχε αμφισβητήσει δικαστικά, είχε δικαιωθεί σε ορισμένες, και επιπλέον ότι διεκδικούσε να δικαιωθεί ωε προς το σύνολο της οφειλής, αμφισβητώντας και τις εντολές κατάσχεσης που είχαν εκδοθεί εναντίον του Δ. Μελισσανίδη για τις οφειλές της Πετρέλαια Αιγαίου ΑΕ (δημοσιεύματα τον έφεραν να απειλείται από την Εφορία με αναγκαστική κατάσχεση εις χείρας τρίτων για το ποσό των 9.425.166,59 ευρώ).
Από τη μεριά της, η λειτουργούσα Αιγαίον Όιλ Ανώνυμη Εταιρεία Βιομηχανίας και Εμπορίας Πετρελαιοειδών, συμφερόντων και αυτή Μελισσανίδη, είχε οφειλές προς τα κρατικά ταμεία. Το 2010 το Διαπεριφερειακό Ελεγκτικό Κέντρο (ΔΕΚ) Αθηνών έκανε έλεγχο στη χρήση του 2001 και καταλόγισε πρόστιμα στην επιχείρηση συνολικά 26.660.261,15 ευρώ για παραβάσεις σχετικά με τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, την απόδοση ΦΠΑ και τη φορολογία εισοδήματος.
Ειδικότερα, οι καταλογισμοί αφορούν 2.934.127,21 ευρώ για παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, 8.922.333,75 ευρώ για προσδιορισμό ΦΠΑ και 14.803.800,19 ευρώ από έλεγχο στον φόρο εισοδήματος.
Η Αιγαίον Όιλ προσέφυγε ενάντια σε αυτόν τον καταλογισμό. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ρεπορτάζ του Κ. Πουλακίδα στην Αυγή στις 25 Ιουλίου 2013: «Για να καταθέσει προσφυγή η “Αιγαίον ‘Οιλ» υποχρεούται να καταθέσει το 25% του ποσού, δηλαδή 6.665.065,29 ευρώ.
Ενώ όμως ξεκίνησε να καταβάλλει δόσεις, άρχισαν ταυτόχρονα και οι ρυθμίσετε υπέρ της εταιρείας με υπουργικές αποφάσεις.
Στις 19 Μαρτίου 2013 έρχεται η πρώτη υπουργική απόφαση (αρ. πρωτ. ΔΠΕΙΣ Ε1048840 ΕΞ 2013), η οποία δίνει δυνατότητα καταβολής του ποσού σε 15 δόσεις. Ακολουθεί νέα αίτηση της επιχείρησης στις 3 Ιουνίου 2013, με την οποία ζητεί περισσότερες δόσεις. Το αίτημα ικανοποιείται μέσα σε λίγες μέρες και εκδίδεται νέα υπουργική απόφαση (αρ. πρωτ. ΔΠΕΙΣ Ε1096774 ΕΞ 2013) και οι 15 δόσεις γίνονται 45!»
Πέραν, όμως, αυτής της διευκόλυνσης από τη μεριά του υπουργείου Οικονομικών, εξακολουθούσαν να πλανώνται ερωτήματα σε σχέση με τιε εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις των επίδοξων αγοραστών της ΟΠΑΠ ΑΕ. Το πρόβλημα έλυσε με συνοπτικές διαδικασίες το Υπουργείο Οικονομικών. Στα τέλη Ιουλίου του 2013 (δύο εβδομάδες πριν πέσουν οι υπογραφές για τον ΟΠΑΠ) υπήρξε μια φωτογραφική διάταξη που έδινε τη δυνατότητα σε εταιρείες που είχαν εκκρεμείς υποθέσεις προστίμων και χρεών προς τα δημόσια ταμεία να ζητήσουν νέο δικαστικό συμβιβασμό για το σύνολο των προστίμων τους και να πάρουν φορολογική ενημερότητα. Η ρύθμιση αυτή συμπεριλήφθηκε στον Ν. 4174/2013.
Η συγκεκριμένη διάταξη ήταν κομμένη και ραμμένη για το κλείσιμο υποθέσεων με χρέη και πρόστιμα προς το Δημόσιο.
Συγκεκριμένα, στο άρθρο 66 του Ν. 4174/2013, και ειδικότερα στην παράγραφο 6, σε συνδυασμό με τιε παραγράφους 7 και 8, παρέχεται η δυνατότητα σε εταιρείες, εφόσον έχουν εκκρεμείς υποθέσεις προστίμων ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, να επικαλεστούν τις νέες διατάξεις του νόμου εντός 60 ημερών και να ζητήσουν νέο δικαστικό συμβιβασμό για το σύνοδο των προστίμων ανά καταλογιστική πράξη: «Για τις υποθέσεις προστίμων των άρθρων 5 παρ. ΙΟ και 6 του ν. 2523/1997, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και του ΣτΕ κατά τη δημοσίευση του παρόντος, οι υπόχρεοι δύνανται με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται στη φορολογική αρχή που εξέδωσε την πράξη, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του Κώδικα ή σε περίπτωση που κατά το χρόνο δημοσίευσης του Κώδικα εκκρεμεί η έκδοση απόφασης μετά από συζήτηση, σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4, να ζητήσουν το δικαστικό συμβιβασμό με βάση το ευνοϊκότερο καθεστώς για το σύνολο των προστίμων ανά καταλογιστική πράξη»
Η ιδιωτικοποίηση του Ιπποδρομιακού Στοιχήματος
Η ιδιωτικοποιημένη ΑΕ δεν περιορίστηκε στον ΟΠΑΠ. Αποκτώντας την άδεια για το Ιπποδρομιακό Στοίχημα, επεκτάθηκε και σε έναν άλλο κρίσιμο και κερδοφόρο τομέα του τζόγου, δηλαδή το Ιπποδρομιακό Στοίχημα, επεκτείνοντας έτσι μία επί της ουσίας μονοπωλιακή συνθήκη.
Μέχρι τότε το Ιπποδρομιακό Στοίχημα το είχε ο κρατικός ΟΔΙΕ.
Μέχρι το 2002 ο ΟΔΙΕ ήταν μια κερδοφόρα κρατική επιχείρηση με σημαντικό τζίρο.
Εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων, το 2003, η κυβέρνηση Σημίτη αποφάσισε τη μετεγκατάσταση του Ιππόδρομου από το Φάληρο στο Μαρκόπουλο.
Ο ΟΔΙΕ κλήθηκε να πληρώσει την κατασκευή των νέων εγκαταστάσεων, αλλά και τις απαλλοτριώσεις γης που χρειάστηκαν.
Έτσι, ο ΟΔΙΕ δεν διέθετε τα ανάλογα κεφάλαια, οδηγήθηκε στη σύναψη δανείου ύψους 210 εκατ. ευρώ με τη βρετανική τράπεζα RBS. Από αυτά, τα 130 εκατ. ευρώ δόθηκαν στη γερμανική εταιρεία που κατασκεύασε τις κτιριακές εγκαταστάσεις και τα 80 εκατ. ευρώ για τις απαλλοτριώσεις.
Ο ΟΔΙΕ, λοιπόν, βρέθηκε υπερχρεωμένος και σε σύντομο χρονικό διάστημα κατέστη ζημιογόνος εξαιτίας του δανείου. Το Δημόσιο άρχισε να προσφέρει εγγυήσεις 20 εκατ. ευρώ τον χρόνο, προκειμένου να καλύπτει τις δανειακές ανάγκες του. Η υπερχρέωση του Οργανισμού σε συνδυασμό με τη μεταφορά του Ιππόδρομου στη μέση του πουθενά και την οικονομική κρίση, που μείωσαν τον τζίρο του στοιχήματος, μετέτρεψαν τον ΟΔΙΕ σε προβληματική επιχείρηση. Ακόμη χειρότερα ήταν τα πράγματα για τους εργαζομένους του. Από 700 συμβασιούχους το 2009, το 2013 είχαν απομείνει 450. ενώ από τους 70 μόνιμους είχαν απομείνει 55. Οι συμβασιούχοι ειδικά είχαν να αντιμετωπίσουν το άθλιο εργασιακό καθεστώς των συμβάσεων της μιας μέρας. Ακόμη και σήμερα εκκρεμεί η πλήρης αποκατάσταση όλων των συμβασιούχων.
Εντωμεταξύ, η ΕΕ ξεκίνησε έρευνα για τις κρατικές ενισχύσεις που δόθηκαν στον ΟΔΙΕ τον Φεβρουάριο του 2012. Αυτό οδήγησε στην απόφαση να γίνει εκκαθάριση του ΟΔΙΕ.
Η προθεσμία για την εκκαθάριση έληγε τον Σεπτέμβριο του 2014.
Έτσι, η κυβέρνηση Σαμαρά ξεκίνησε να δρομολογεί την ιδιωτικοποίηση του Αμοιβαίου Ιπποδρομιακού Στοιχήματος, για την ακρίβεια την 20ετή παραχώρηση της σχετικής άδειας, την άνοιξη του 2013.
Στην αφετηρία πήραν θέση μάχης δύο κοινοπραξίες.
Η Intralot, συμφερόντων του Σ. Κόκκαλη, με τον Οργανισμό Ιπποδρομιών του Μπουένος Άιρες, και η γαλλική PMU, η μεγαλύτερη εταιρεία ιπποδρομιακού στοιχήματος στον κόσμο με ετήσιο τζίρο 10,5 δισ. ευρώ, σε συνεργασία με τη νοτιοαφρικανική Phumelela.
Στην πορεία του διαγωνισμού, όμως, οι Γάλλοι αποχώρησαν, χωρίς καν να υποβάλουν πρόταση εξαγοράς, αφού διαφώνησαν με το ΤΑΙΠΕΔ στο ύψος του ενοικίου που ζητούσε το Ταμείο για να νοικιάσει και τις εγκαταστάσεις στο Μαρκόπουλο, όπου διεξάγονται οι ιπποδρομιακές κούρσες.
Παρότι φαινόταν ότι η υπόθεση πήγαινε να κατοχυρωθεί στην Intralot, η πλευρά της ΟΠΑΠ φάνηκε ότι δεν ήταν ιδιαίτερα ευχαριστημένη με αυτή την προοπτική. Άλλωστε, είχε υπάρξει έντονη αντιπαράθεση σε σχέση με την παραμονή της Intralot ως βασικού τεχνολογικού προμηθευτή του ΟΠΑΠ μετά την ιδιωτικοποίηση, όπου η εταιρεία κατάφερε να διατηρήσει αυτήν τη θέση μέχρι το 2018.
Αν έπαιρνε η Intralot το Ιπποδρομιακό Στοίχημα, θα διαμορφωνόταν ένας ανταγωνιστικός πόλος στον χώρο του τζόγου με δικό του δίκτυο καταστημάτων.
Το Ιπποδρομικό Στοίχημα δεν είναι μεγάλο μέρος του τζόγου αν το δει κάνεις σε απόλυτα μεγέθη. Όμως, το δίκτυο του Ιπποδρομιακού Στοιχήματος αποτελείτο εκείνη τη στιγμή από 450 πρακτορεία, εκ των οποίων τα 50 αμιγώς ιπποδρομιακά και τα υπόλοιπα 400 συστεγάζονταν σε πρακτορεία του ΟΠΑΠ.
Όμως, ο νέος ιδιοκτήτης του Ιπποδρομιακού Στοιχήματος θα είχε τη δυνατότητα να δώσει νέες άδειες πρακτορείων ή ακόμα και να απαιτήσει να μη συστεγάζονται στα πρακτορεία του ΟΠΑΠ.
Αν το έπαιρνε ανταγωνιστής του ΟΠΑΠ, θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα νέο μεγάλο δίκτυο πρακτορείων που θα μπορούσε να ανοιχτεί πέραν του Ιπποδρομιακού σε άλλες παραλλαγές στοιχήματος, κάτι για το οποίο ενδιαφέρονταν ούτως ή άλλως αρκετοί επιχειρηματίες.
Επομένως, η πλευρά των ιδιοκτητών της ΟΠΑΠ είχε κάθε λόγο να αποτρέψει να μπει άλλος επιχειρηματίας στο Ιπποδρομιακό Στοίχημα.
Η αρχική προσφορά της Intralot είναι ύψους 5,25 εκατ. ευρώ – η εταιρεία πλέον αυτού θα αναλάμβανε και το ενοίκιο των εγκαταστάσεων στο Μαρκόπουλο Αττικής, ύψους 2,5 εκατ. ευρώ ετησίως.
Το ΤΑΙΠΕΔ ύστερα από συνεννόηση με τους εμπειρογνώμονες ζητά βελτιωμένη προσφορά μέχρι τις 27 Αυγούστου 2014.
Όμως, και η νέα πρόσφορά κρίθηκε «ασαφής», αφού το επαυξημένο καταβαλλόμενο τίμημα συναρτήθηκε με την πορεία των κερδών της εταιρείας εκμετάλλευσης της σχετικής άδειας. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, η βελτιωμένη προσφορά ήταν 12 εκατ. ευρώ, αλλά κρίθηκε υποδεέστερη του τιμήματος που προσδιόρισαν οι ανεξάρτητοι αποτιμητές μετά την παρέμβαση του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων. Έτσι, για πρώτη φορά ένας διαγωνισμός του ΤΑΙΠΕΔ κηρύσσεται άγονος, ακόμη και μετά την κατάθεση βελτιωμένης προσφοράς, και προκηρύσσεται νέος διαγωνισμός για το Ιπποδρομιακό Στοίχημα.
Τι είχε προηγηθεί; Λίγη ώρα πριν ξεκινήσει η συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, κατέφθασε εγγυητική επιστολή ύψους 40 εκατ. ευρώ από κοινό επενδυτικό σχήμα των ΟΠΑΠ (μέσω της θυγατρικής του, ΟΡΑΡ Investment) και του βρετανικού fund Global Family Partners. Στην τριών σελίδων εγγυητική επιστολή το επενδυτικό σχήμα δεσμευόταν να προσφέρει το ποσό των 40 εκατ. ευρώ κατ’ ελάχιστον για την απόκτηση του Ιπποδρομιακού Στοιχήματος. Βέβαια, η μεθόδευση να κηρυχθεί άγονος ένας διαγωνισμός, παρότι είχε κατατεθεί βελτιωμένη προσφορά, στο όνομα μιας εκπρόθεσμης προσφοράς που είχε μεν κατατεθεί αλλά δεν είχε συμπεριληφθεί σε αυτές που θα αξιολογούνταν, προκάλεσε απορίες και αμφισβήτηση για την όλη διαδικασία.
Το ΤΑΙΠΕΔ, πάντως, προχώρησε σε νέο διαγωνισμό στον οποίο έβαλε χρονικό όριο τις 19 Σεπτεμβρίου 2014.
Η προσφορά ΟΠΑΠ-GFP γίνεται δεκτή, θα υπάρξουν διάφορες αμφισβητήσεις και προς την ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού -που όμως θα δώσει το «πράσινο φως»- και προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά τελικά τον Οκτώβριο του 2015, επί κυβέρνησης Τσίπρα, που δεν θα επιχειρήσει να αμφισβητήσει ιη συμφωνία, θα επικυρωθεί και τυπικά η πώληση.
Έτσι, ο ιδιωτικοποιημένος ΟΠΑΠ βρέθηκε να έχει το μονοπώλιο σε όλες τις εκδοχές του πρώην κρατικού τζόγου, και δη επί μιας υποτίθεται αριστερής κυβέρνησης.
πηγή: praktores.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου