Αρχικά, η μοίρα δεν ήταν καθόλου καλή με την Μαργκαρίτα Μπογκντάνοβα
από το Λένινγκραντ. Μόλις στα επτά της έμεινε ορφανή και από τους δύο
γονείς, όταν αυτοί σκοτώθηκαν σε σιδηροδρομικό δυστύχημα.
Τη μεγάλωσε με δυσκολία ο παππούς της. Σπούδασε στη Μόσχα.
Κι όταν μπόρεσε να ανοίξει τα «φτερά» της, η 18χρονη πια έφηβη Ρωσίδα «πέταξε» από
την πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ στην πλούσια Ελβετία.
Εκεί, εργάστηκε ως βοηθός σε μια εταιρεία εισαγωγών-εξαγωγών.
Μέχρι που το 1989 -καθώς στην πατρίδα της η περεστρόικα «έστρωνε» το έδαφος για την κατάρρευση του κομμουνισμού- η Μαργκαρίτα γνώρισε στα 27 της και τον έρωτα, και τον καπιταλισμό από πρώτο χέρι.
Στη διάρκεια μίας πτήσης από τη Ζυρίχη προς τη Νέα Υόρκη, με ενδιάμεσο σταθμό το Λονδίνο, γνωρίστηκε με τον κατά 21χρόνια μεγαλύτερό της Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφίς, τότε νεοδιορισθέντα CEO της Saatchi & Saatchi, φρεσκοχωρισμένο από την πρώτη του σύζυγο και κληρονόμο του γαλλικού κολοσσού Louis Dreyfus Group.
Όπως λέει η ίδια, ήταν ένας έρωτας με την πρώτη ματιά, η απαρχή μίας καρμικής σχέσης, που επισημοποιήθηκε τρία χρόνια αργότερα, με έναν από τους πιο κοσμοπολίτικους γάμους του 1992.
Η μοίρα επιτέλους χαμογελούσε πλατιά στην Μαργκαρίτα, που είχε αλλάξει πια επίθετο κι ονομαζόταν Λουί-Ντρεϊφίς. Μέσα σε λίγα χρόνια, απέκτησε με τον Ρομπέρ τρεις γιους.
Και η έλευση των απογόνων «γλύκανε» σταδιακά τις κάκιστες σχέσεις της με την ζάμπλουτη πεθερά της, η οποία μέχρι τότε την αντιμετώπιζε ως αδίστακτη προικοθήρα.
Οι ευτυχισμένες οικογενειακές στιγμές όμως δεν κράτησαν πολύ.
Το 2006, ο Ρομπέρ διεγνώσθη ότι έπασχε από λευχαιμία.
Έπειτα από τρία χρόνια, πέθανε, αφήνοντας πίσω του τη Μαγκαρίτα με τρία παιδιά και μία τεράστια περιουσία στα χέρια, περιτριγυρισμένη με πρώην φίλους, που έγιναν τώρα εχθροί κι αντίπαλοί της.
Η ίδια χρειάστηκε να παλέψει σκληρά με τον τότε πρόεδρο του Louis Dreyfus Group, Ζακ Βεϊρά, προκειμένου να καταφέρει να πάρει τα «ηνία» του ομίλου, στις επιχειρήσεις του οποίου απασχολούνται περισσότερα από 30.000 άτομα, με κύκλο εργασιών πάνω από 50 δισ. δολάρια το χρόνο.
Μεγάλο εφόδιο για να υπερισχύσει τότε -λέει η Μαργκαρίτα- ήταν η ψυχική δύναμη που είχε ήδη αντλήσει μέσα τον τριετή συνεχή πλην μάταιο αγώνα που έδωσε στο πλευρό του άρρωστου συζύγου της, καθώς αυτός προσπαθούσε να κρατηθεί στη ζωή.
«Χρειάστηκε να φέρω τότε στο ίδιο τραπέζι πέντε μεγάλου κύρους καθηγητές ιατρικής, από ολόκληρο τον κόσμο», θυμάται. «Και καθένας από αυτούς είχε τη δική του θεωρία και στρατηγική, τις οποίες ήθελε να τις υπακούν πιστά οι άλλοι».
«Τότε κατάλαβα τη δύναμη που είχα ως γυναίκα», εξιστορεί, «καθώς βρισκόμουν ανάμεσα σε πέντε τεράστια «εγώ» κι έπρεπε να δείχνω σε σέβομαι και υπολογίζω τις απόψεις όλων, ακόμη κι εάν αυτό δεν ίσχυε. Αυτή ακριβώς η εμπειρία αποδείχθηκε τελικά πολύτιμη, όταν λίγο αργότερα βρέθηκα στον ανδροκρατούμενο χώρο των επιχειρήσεων», διαπιστώνει.
Της φάνηκε χρήσιμη και στον όμιλο Louis Dreyfus Group, αλλά και στην Olympique de Marseille, που η Μαργκαρίτα επίσης κληρονόμησε από τον πλούσιο μεγαλομέτοχο της ποδοσφαιρικής ομάδας σύζυγό της.
Με αυτά και με άλλα, στα τέλη του 2011 το περιοδικό Le Nouvel Économiste το την έχρισε «Καπιταλιστή της χρονιάς».
Πλέον, θεωρείται η πλουσιότερη ρωσικής καταγωγής γυναίκα.
Και στη νέα της πατρίδα, τη Γαλλία, την αποκαλούν εδώ και καιρό «Madame MLD» ή απλά «τσαρίνα», χάρη στην προσωπική περιουσία της, που ξεπερνά τα έξι δισ. δολ!
απο το fortunegreece.com
Τη μεγάλωσε με δυσκολία ο παππούς της. Σπούδασε στη Μόσχα.
Κι όταν μπόρεσε να ανοίξει τα «φτερά» της, η 18χρονη πια έφηβη Ρωσίδα «πέταξε» από
την πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ στην πλούσια Ελβετία.
Εκεί, εργάστηκε ως βοηθός σε μια εταιρεία εισαγωγών-εξαγωγών.
Μέχρι που το 1989 -καθώς στην πατρίδα της η περεστρόικα «έστρωνε» το έδαφος για την κατάρρευση του κομμουνισμού- η Μαργκαρίτα γνώρισε στα 27 της και τον έρωτα, και τον καπιταλισμό από πρώτο χέρι.
Στη διάρκεια μίας πτήσης από τη Ζυρίχη προς τη Νέα Υόρκη, με ενδιάμεσο σταθμό το Λονδίνο, γνωρίστηκε με τον κατά 21χρόνια μεγαλύτερό της Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφίς, τότε νεοδιορισθέντα CEO της Saatchi & Saatchi, φρεσκοχωρισμένο από την πρώτη του σύζυγο και κληρονόμο του γαλλικού κολοσσού Louis Dreyfus Group.
Όπως λέει η ίδια, ήταν ένας έρωτας με την πρώτη ματιά, η απαρχή μίας καρμικής σχέσης, που επισημοποιήθηκε τρία χρόνια αργότερα, με έναν από τους πιο κοσμοπολίτικους γάμους του 1992.
Η μοίρα επιτέλους χαμογελούσε πλατιά στην Μαργκαρίτα, που είχε αλλάξει πια επίθετο κι ονομαζόταν Λουί-Ντρεϊφίς. Μέσα σε λίγα χρόνια, απέκτησε με τον Ρομπέρ τρεις γιους.
Και η έλευση των απογόνων «γλύκανε» σταδιακά τις κάκιστες σχέσεις της με την ζάμπλουτη πεθερά της, η οποία μέχρι τότε την αντιμετώπιζε ως αδίστακτη προικοθήρα.
Οι ευτυχισμένες οικογενειακές στιγμές όμως δεν κράτησαν πολύ.
Το 2006, ο Ρομπέρ διεγνώσθη ότι έπασχε από λευχαιμία.
Έπειτα από τρία χρόνια, πέθανε, αφήνοντας πίσω του τη Μαγκαρίτα με τρία παιδιά και μία τεράστια περιουσία στα χέρια, περιτριγυρισμένη με πρώην φίλους, που έγιναν τώρα εχθροί κι αντίπαλοί της.
Η ίδια χρειάστηκε να παλέψει σκληρά με τον τότε πρόεδρο του Louis Dreyfus Group, Ζακ Βεϊρά, προκειμένου να καταφέρει να πάρει τα «ηνία» του ομίλου, στις επιχειρήσεις του οποίου απασχολούνται περισσότερα από 30.000 άτομα, με κύκλο εργασιών πάνω από 50 δισ. δολάρια το χρόνο.
Μεγάλο εφόδιο για να υπερισχύσει τότε -λέει η Μαργκαρίτα- ήταν η ψυχική δύναμη που είχε ήδη αντλήσει μέσα τον τριετή συνεχή πλην μάταιο αγώνα που έδωσε στο πλευρό του άρρωστου συζύγου της, καθώς αυτός προσπαθούσε να κρατηθεί στη ζωή.
«Χρειάστηκε να φέρω τότε στο ίδιο τραπέζι πέντε μεγάλου κύρους καθηγητές ιατρικής, από ολόκληρο τον κόσμο», θυμάται. «Και καθένας από αυτούς είχε τη δική του θεωρία και στρατηγική, τις οποίες ήθελε να τις υπακούν πιστά οι άλλοι».
«Τότε κατάλαβα τη δύναμη που είχα ως γυναίκα», εξιστορεί, «καθώς βρισκόμουν ανάμεσα σε πέντε τεράστια «εγώ» κι έπρεπε να δείχνω σε σέβομαι και υπολογίζω τις απόψεις όλων, ακόμη κι εάν αυτό δεν ίσχυε. Αυτή ακριβώς η εμπειρία αποδείχθηκε τελικά πολύτιμη, όταν λίγο αργότερα βρέθηκα στον ανδροκρατούμενο χώρο των επιχειρήσεων», διαπιστώνει.
Της φάνηκε χρήσιμη και στον όμιλο Louis Dreyfus Group, αλλά και στην Olympique de Marseille, που η Μαργκαρίτα επίσης κληρονόμησε από τον πλούσιο μεγαλομέτοχο της ποδοσφαιρικής ομάδας σύζυγό της.
Με αυτά και με άλλα, στα τέλη του 2011 το περιοδικό Le Nouvel Économiste το την έχρισε «Καπιταλιστή της χρονιάς».
Πλέον, θεωρείται η πλουσιότερη ρωσικής καταγωγής γυναίκα.
Και στη νέα της πατρίδα, τη Γαλλία, την αποκαλούν εδώ και καιρό «Madame MLD» ή απλά «τσαρίνα», χάρη στην προσωπική περιουσία της, που ξεπερνά τα έξι δισ. δολ!
απο το fortunegreece.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου