Τι είνε Ορθοδοξία
(ἱερὰ παράδοσις & θεία εὐχαριστία)
Σήμερα ἑορτή, ἀγαπητοί μου·
εἶνε μία ἀπὸ τὶς λαμπρότερες ἑορτὲς τῆς Ἐκκλησίας μας,
Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας.
1. ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ. Ἂν ὑπάρχῃ μιὰ λέξι ποὺ χαρακτηρίζει
τὴν Ἐκκλησία μας, εἶνε ἡ λέξι παράδοσις.
Ὀρθοδοξία ἴσον παράδοσις.
Τί
θὰ πῇ παράδοσις;
Ὑποθέστε, ὅτι ἕνας ἔχει ἕνα θησαυρό, ἀπὸ 100 πολύτιμα πετράδια, καὶ τὰ ἐμπιστεύεται σὲ καθένα
ἀπὸ μᾶς καὶ μᾶς λέει· Πάρτε αὐτὰ τὰ πετράδια καὶ νὰ προσέξτε νὰ τὰ φυλάξετε· θὰ
ἔρθω πάλι νὰ τὰ παραλάβω· δὲν πρέπει νὰ λείπῃ οὔτε ἕνα· ἑκατὸ σᾶς ἔδωσα, ἑκατὸ
θὰ μοῦ παραδώσετε. Προσέξτε ἀκόμη νὰ μὴ ἀντικαταστήσετε ἕνα πραγματικὸ πετράδι
μὲ κάποιο ψεύτικο… Παραβολικὸς ὁ λόγος· θησαυρὸς ἀνεκτίμητος εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία.
Πετράδια ποὺ ἀστράφτουν εἶνε ἡ διδασκαλία της.
Καὶ φύλακας, στὸν ὁποῖον ὁ
Κύριος ἔχει ἐμπιστευθῆ αὐτὸ τὸ θησαυρό, εἴμαστε ὅλη ἡ Ἐκκλησία, κλῆρος καὶ
λαός, καὶ μάλιστα ὁ λαός· αὐτὸς εἶνε ὁ φύλακας τῆς Ὀρθοδοξίας. Πρέπει νὰ προσέξουμε
τὸ θησαυρό μας. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος φωνάζει· «Στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς
παραδόσεις τὰς ὁποίας ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν» (Β΄
Θεσ. 2,15).
Νὰ
φοβούμεθα κρατώντας τὸν πολύτιμο θησαυρό. Ὅπως ἕνα παιδάκι ποὺ ἡ μητέρα τοῦ
δίνει ἕνα χρυσὸ νόμισμα κι αὐτὸ τὸ κάνει κομπόδεμα, καὶ προσέχει μὴν τὸ χάσῃ, ἔτσι
κ᾽ ἐμεῖς αὐτὸ ποὺ μᾶς παρέδωσαν γενεὲς γενεῶν νὰ τὸ κρατήσουμε πολὺ
προσεκτικά. Νὰ ἀγρυπνοῦμε, μήπως μία γενεὰ παραδώσῃ στὴν ἄλλη κάτι λιγώτερο ἀπ᾿
ὅ,τι παρέλαβε.
Ἂν ἡ δική μας γενεὰ ἀπὸ τὰ 100 πετράδια παραδώσῃ στὴν ἄλλη 99,
ἡ ἄλλη γενεὰ θὰ παραδώσῃ στὴν ἑπομένη 98, ἡ ἄλλη γενεὰ θὰ παραδώσῃ 97 κ.ο.κ..
Ξέρετε ποῦ θὰ φθάσουμε ἔτσι;
Ἀφαιρώντας ἕνα – ἕνα τὰ πετράδια ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ
στέμμα τῆς Ὀρθοδοξίας, θὰ φθάσουμε σὲ μία γενεὰ μακρινὴ στὴν ὁποία θὰ
λεγώμαστε ὀρθόδοξοι ἀλλὰ δὲν θὰ εἴμαστε πλέον ὀρθόδοξοι.
Νά ἔχουμε ἐπίσης φόβο
μήπως κάποια γενεὰ παραδώσῃ στὴν ἄλλη κάτι διαφορετικὸ ἀπ᾽ ὅ,τι παρέλαβε, μήπως
γίνῃ νοθεία τοῦ ἀληθινοῦ πνεύματος τοῦ εὐαγγελίου τῆς Ἐκκλησίας μας.
Οἱ
ὀρθόδοξοι πιστεύουμε σὲ ὅ,τι παρέλαβαν καὶ δίδαξαν οἱ ἅγιοι πατέρες· ἡ Ἐκκλησία
μας εἶνε Ἐκκλησία τῶν πατέρων.
Πιστεύουμε σ᾽ αὐτὰ ποὺ οἱ πατέρες παρέλαβαν ἀπὸ
τοὺς ἀποστόλους, σ᾿ αὐτὰ ποὺ οἱ ἀπόστολοι παρέλαβαν ἀπὸ τὸ Χριστό, σ᾽ αὐτὰ ποὺ
ὁ Χριστὸς παρέλαβε ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα. Ἀπὸ ᾽κεῖ ἀρχίζει ἡ παράδοσις, ἐκεῖ
εἶνε ὁ πρῶτος κρίκος.
Ὅπως ὁ πολυέλεος –ποὺ ἔχει συμβολισμό– κρέμεται ἀπὸ μιὰ
ἁλυσίδα, τῆς ὁποίας ὁ πρῶτος κρίκος εἶνε πιασμένος ἐπάνω στὸν τροῦλλο, ἔτσι
καὶ ἡ παράδοσις εἶνε μία σειρὰ κρίκων, χρυσῆ ἁλυσίδα μὲ πολλοὺς κρίκους. Ὁ πρῶτος
κρίκος εἶνε ἡ ἁγία Τριάς, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπὸ ᾽κεῖ κατόπιν κατεβαίνουμε· ἀκολουθοῦν
οἱ ἀπόστολοι, μετὰ οἱ πατέρες, καὶ προχωρώντας φθάνουμε ἕως ἐμᾶς, μέχρι τὴ
γενεά μας. Χρειάζεται μεγάλη προσοχὴ νὰ μὴν ἀδυνατίση καὶ νὰ μὴ σπάσῃ κανένας
κρίκος, νὰ μὴ γίνῃ ἀλλοίωσις τῆς διδασκαλίας ποὺ παραλάβαμε.
Ἡ
Ὀρθοδοξία εἴπαμε εἶνε θησαυρός, εἶνε χρυσός. Καὶ ἔτσι, σὰν χρυσὸ νόμισμα,
κυκλοφορεῖ στὸν κόσμο διὰ μέσου τῶν γενεῶν. Ἀλλὰ στὴν ἀγορὰ κοντὰ στὰ γνήσια
χρυσᾶ νομίσματα κυκλοφοροῦν καὶ κίβδηλα, κάλπικα. Ἢ μπορεῖ κάποιοι ἀπατεῶνες μὲ
μιὰ λίμα νὰ φθείρουν ἕνα χρυσὸ νόμισμα ἀφαιρώντας κάτι ἐλάχιστο ἀπὸ τὴν ἀξία
του. Γι᾽ αὐτὸ βρέθηκε μηχάνημα, μέσα στὸ ὁποῖο ῥίχνουν ὅλα τὰ νομίσματα, κι
αὐτὸ κάνει ἔλεγχο· κρατάει ὅσες λίρες εἶνε γνήσιες, καὶ ὅσες ἔχουν καὶ τὴν ἐλάχιστη
φθορὰ τὶς πετάει ἔξω. Ἔτσι καὶ ἡ Ὀρθοδοξία· δοκιμάζει ποιά διδασκαλία
ξεφεύγει ἀπὸ τὴν παράδοσι καὶ τὴν ἀπορρίπτει καὶ ποιά εἶνε σύμφωνη καὶ τὴν
κρατάει, κατὰ τὸ λόγο τοῦ Παύλου «Στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις…».
2. ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ. Ἡ
Ὀρθοδοξία, ἀγαπητοί μου, θεωρεῖ τὸν λόγο – τὸ κήρυγμα οὐσιῶδες στὴ ζωή της· γι᾿
αὐτὸ ἐπάνω στὴν ἁγία τράπεζα ὑπάρχει τὸ Εὐαγγέλιο. Τὸ κέντρο ὅμως τοῦ βάρους
πέφτει στὴ μυσταγωγία. Εἶνε μυσταγωγικὸς ὁ χαρακτήρας τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ καρδιὰ τῆς
Ὀρθοδοξίας μας, ποὺ μεταδίδει τὸ αἷμα σὲ ὅλο τὸ σῶμα, εἶνε τὸ ἁγιώτατο καὶ ὑπερφυέστατο
μυστήριο, ὁ μυστικὸς δεῖπνος· τὸ σῶμα
καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τὸ «Λάβετε, φάγετε…» – «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες…» (Ματθ.
26,26-27. Μᾶρκ. 14,22-23), τὸ ποτήριον τῆς καινῆς διαθήκης (Λουκ. 22,20. Α΄
Κορ. 11,25).
Ἐν
ἀντιθέσει μὲ τοὺς προτεστάντες, ποὺ δὲν πιστεύουν στὸ μυστήριο ἀλλὰ θεωροῦν
τὰ τελούμενα ὡς σύμβολα καὶ σκιὲς καὶ ἀνάμνησι, κ᾽ ἐν ἀντιθέσει μὲ τοὺς
παπικούς, ποὺ δὲν κοινωνοῦν ὅλοι παρὰ μόνο οἱ κληρικοὶ ἀπὸ τὸν οἶνο καὶ τὸν ἄρτο,
ἡ Ἐκκλησία μας εἶνε ἡ μόνη ποὺ κοινωνεῖ ὅλο τὸ λαό της καὶ ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ ἀπὸ
τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ θεία λειτουργία
εἶνε ὁ πνευματικὸς ἥλιος ποὺ ζωογονεῖ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία μας. Γιὰ νὰ τὴν ἐξηγήσουμε
θὰ χρειάζονταν πολλὰ κηρύγματα· μιὰ εἰκόνα της ἁπλῶς θὰ δώσω.
Ἡ θεία λειτουργία
εἶνε μιὰ περίληψις καὶ ἔκφρασις τοῦ ὅλου μυστηρίου τῆς θείας οἰκονομίας.
Ἀρχίζει
ἀπὸ τὴ Βηθλεέμ, ἀπὸ τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ…» (Λουκ. 2,14), καὶ φθάνει μέχρι τὴν
Ἀνάληψι, μέχρι τὸν οὐρανό, πέρα ἀπὸ τὸν οὐρανό.
Ἂν προσέξατε, ἀπὸ τὸ «Εὐλογημένη
ἡ βασιλεία…» μέχρι τὸ «Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων…» τρεῖς φορὲς βγαίνει ὁ ἱερεὺς
ἀπὸ τὸ ἱερὸ βῆμα. Τὴ μία βγαίνει ὑψώνοντας τὸ Εὐαγγέλιο στὴν λεγομένη μικρὰ εἴσοδο.
Τί εἶνε ἡ μικρὰ εἴσοδος; εἶνε ἡ ἔλευσις τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο ὡς διδασκάλου·
εἰκονίζει τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς ἔρχεται στὸν κόσμο ὡς κῆρυξ τῶν αἰωνίων ἀληθειῶν.
Γι᾿ αὐτὸ λέει «Σοφία· ὀρθοί» καὶ κατόπιν «ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου». Ἡ
δεύτερη φορὰ εἶνε ὅταν ἀνοίγει ἡ θύρα γιὰ τὴν λεγομένη μεγάλη εἴσοδο· τότε ἐξέρχεται
ὁ Χριστὸς ὄχι πλέον ὡς διδάσκαλος, ἀλλὰ ὡς ἀρχιερεὺς καὶ ὡς «ὁ Βασιλεὺς τῶν ὅλων».
Ἡ μεγάλη εἴσοδος στὴν ὁποία ὁ ἱερεὺς κρατάει τὰ τίμια δῶρα ποὺ θὰ μεταβληθοῦν σὲ
σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ, εἶνε ἡ πορεία πρὸς τὸν Γολγοθᾶ· ἔρχεται ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ
προσφέρῃ τὴ θυσία ποὺ τώρα τελεῖται ἀναιμάκτως. Καὶ ἡ τρίτη φορὰ εἶνε ὅταν ἔχει
τελεσθῆ τὸ μυστήριο καὶ τότε πλέον κρατώντας τὰ ἅγια, τὸ ποτήριο μὲ τὸ σῶμα καὶ
τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἀνοίγει τὰ βημόθυρα καὶ λέει· «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως
καὶ ἀγάπης προσέλθετε».
Ἡ θυσία ἐτελέσθη· δεῦτε πάντες τρυφήσατε, «πάντες ἀπολαύσατε
τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως» (κατηχ. λόγ. Πάσχα), «Λάβετε, φάγετε…».
Ἡ θεία λειτουργία ἔχει μεγαλοπρέπεια ἀφάνταστη. Ἀλλὰ ποιός τὴν αἰσθάνεται; Τὴν
ἔχουμε συνηθίσει, ὅπως ἔχουμε συνηθίσει καὶ τὸν ἥλιο, καὶ δὲν αἰσθανόμεθα τὸ
μυστήριο.
Καὶ ἡ συνήθεια καταστρέφει τὸν θαυμασμό.
Γιὰ νὰ σᾶς δείξω τί δύναμι ἔχει
ἡ θεία λειτουργία, θὰ σᾶς φέρω ἕνα παράδειγμα.
Πρὶν χίλια χρόνια τὸ μεγάλο ἔθνος τῶν ῾Ρώσων ζοῦσε στὸ σκοτάδι, ἦταν εἰδωλολάτρες.
Τότε ὁ βασιλιᾶς τους Βλαδίμηρος κάλεσε τοὺς ἐπιτελεῖς του καὶ λέει· Θὰ πᾶτε στὰ
κέντρα τῶν διαφόρων θρησκειῶν καὶ θὰ δῆτε ποῦ εἶνε ἡ καλύτερη θρησκεία.
Ἔτσι αὐτὴ
ἡ πρεσβεία ἔφθασε καὶ στὴν Κωνσταντινούπολι.
Ἦταν Κυριακή.
Στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας
Σοφίας λειτουργοῦσε ὁ πατριάρχης μὲ ὅλο τὸ ἱερατεῖο, παρίστατο ὁ αὐτοκράτωρ, ἡ
βασίλισσα, οἱ πρίγκιπες καὶ ἀξιωματοῦχοι καὶ λαὸς πολύς.
Μπῆκαν μέσα οἱ ξένοι,
στάθηκαν καὶ ἄκουσαν τὴν ψαλμῳδία, εἶδαν τὸ δεσπότη μὲ τὰ ἄμφια καὶ τὸν αὐτοκράτορα,
εἶδαν τὸ ναὸ μὲ τὸν τροῦλλο καὶ τὸ φῶς νὰ μπαίνῃ ἀπ᾽ τὰ παράθυρα, μὰ παραπάνω ἀπ᾽
ὅλα τοὺς ἔκανε ἐντύπωσι ἡ εὐλάβεια καὶ κατάνυξι ποὺ ἐπικρατοῦσε στὸ ἐκκλησίασμα.
Ὅταν βγῆκαν ἔξω, αὐτοὶ οἱ βάρβαροι ἦταν πλέον ἄλλοι ἄνθρωποι.
Γύρισαν στὴ ῾Ρωσία
καὶ εἶπαν·
Πήγαμε παντοῦ, ἀλλὰ πουθενὰ δὲ βρήκαμε θρησκεία ἀνώτερη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ
λατρεύεται μέσα στὴν Ἁγια-Σοφιά· αὐτὴ ἡ θρησκεία εἶνε ἡ πιὸ ὑπέροχη·
ἐκεῖ
πραγματικὰ λατρεύεται ὁ ἀληθινὸς Θεός.
Ἔτσι ὁ Βλαδίμηρος ἀποφάσισε καὶ οἱ ῾Ρῶσοι
βαπτίσθηκαν ὀρθόδοξοι.
Ἀπὸ μία λειτουργία ποὺ παρακολούθησαν στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας
Σοφίας!
Τέτοια δύναμι ἔχει ἡ θεία λειτουργία.
Τώρα τελευταῖα ἀρχίζουν τὰ λειτουργικά
βιβλία μας (Παρακλητική, Μηναῖα, Τριῴδιο κ.λπ.) νὰ τὰ μεταφράζουν στὴν Ἀμερική,
στὴν Αὐστραλία, στὴν Ἀφρική.
Γιατὶ δὲν ὑπάρχουν ὡραιότερα τραγούδια· δὲν τὰ ἔφτειαξαν
ἐπιστήμονες στὰ γραφεῖα μὲ τὸ μυαλό, τὰ ἔφτειαξαν ἀσκηταὶ μὲ τὴν καρδιὰ μέσα σὲ
σπήλαια.
Αὐτὴ λοιπὸν εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία μας· ἡ ἱερὰ παράδοσις καὶ τὸ θεῖο μυστήριο στὴ θεία λειτουργία.
Δὲν τελειώσαμε. Τί εἶνε ἀκόμα ἡ Ὀρθοδοξία μας;
Θὰ συνεχίσουμε σὺν Θεῷ αὔριο.
Τι είνε Ορθοδοξία
(ἐν Χριστῷ ἐλευθερία & ἁγιότης)
Μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Ὀρθοδοξίας εἴπαμε, ἀγαπητοί μου, ὅτι τὰ πρῶτα χαρακτηριστικὰ τῆς Ἐκκλησίας μας εἶνε ἡ ἱερὰ παράδοσις καὶ ἡ θεία εὐχαριστία.
Συνεχίζουμε τώρα προσθέτοντας ἄλλα δύο.
3. ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Ἡ
Ὀρθοδοξία μας κρατεῖ τὸ κήρυγμα τῆς ἐλευθερίας, τὴν διακήρυξι τοῦ Χριστοῦ ποὺ
λέει «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν…» (Ματθ. 16,24· βλ. καὶ Μᾶρκ. 8,34. Λουκ.
9,23).
Μόνο ἡ Ὀρθοδοξία δὲν χρησιμοποίησε βία γιὰ νὰ ὑποτάξῃ ἀνθρώπους.
Δὲν εἶπε σὰν τὸν πάπα, ποὺ ἔγινε κοσμικὸς ἄρχοντας, Θὰ πέσετε νὰ μὲ προσκυνήσετε, νὰ φιλήσετε τὴν παντούφλα μου.
Μόνο ἡ Ὀρθοδοξία δὲν χρησιμοποίησε βία γιὰ νὰ ὑποτάξῃ ἀνθρώπους.
Δὲν εἶπε σὰν τὸν πάπα, ποὺ ἔγινε κοσμικὸς ἄρχοντας, Θὰ πέσετε νὰ μὲ προσκυνήσετε, νὰ φιλήσετε τὴν παντούφλα μου.
Ἡ
Ἐκκλησία μας δὲν ἔχει παπικό, αὐταρχικό, ὑπερήφανο χαρακτῆρα· δὲν ἔχει τὰ συνθήματα
τῶν ἀρχόντων τῆς γῆς, δὲν λέει· Ἂν δὲ μ᾽ ἀκούσῃς, θὰ σὲ ἀφορίσω, θὰ σὲ κάψω.
Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἐλευθερία· ἔχει τὸ φιλελεύθερο καὶ δημοκρατικὸ ἢ ἐν ἐκκλησιαστικῇ γλώσσῃ τὸ συνοδικόν.
Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἐλευθερία· ἔχει τὸ φιλελεύθερο καὶ δημοκρατικὸ ἢ ἐν ἐκκλησιαστικῇ γλώσσῃ τὸ συνοδικόν.
Ἡ Ἐκκλησία μας δὲν δέχεται, ὅτι ὁ ἕνας ἔχει τὸ ἀλάθητο.
Τὸ
ἀλάθητο, τὸ νὰ μὴ σφάλλῃ, οἱ παπικοὶ λένε ὅτι τὸ ἔχει μόνο ὁ πάπας· ὅ,τι πεῖ αὐτὸς
εἶνε ἀλάθητο, δὲν σφάλλει ποτέ.
Ἀντίθετα ἐμεῖς λέμε, ὅτι τὸ ἀλάθητο δὲν τὸ ἔχει
ἕνας, ἔστω κι ἂν εἶνε Βασίλειος, Χρυσόστομος, Ἀντώνιος· τὸ ἀλάθητο τὸ ἔχει ἡ Ἐκκλησία
σὲ Συνόδους οἰκουμενικὲς ἢ τοπικές.
Καὶ ὄχι ἁπλῶς σὲ τοπικὲς καὶ οἰκουμενικὲς συνόδους.
Καὶ ὄχι ἁπλῶς σὲ τοπικὲς καὶ οἰκουμενικὲς συνόδους.
Γιατὶ μπορεῖ νὰ μαζευτοῦν
καὶ χίλιοι ἀκόμη δεσποτάδες καὶ νὰ βγάλουν μία ἀπόφασι.
Νομίζετε ὅτι ἀρκεῖ αὐτὸ
γιὰ νὰ εἶνε αὐτὴ μία ἁγία Σύνοδος; Γιὰ νὰ ὀνομασθῇ μία σύνοδος οἰκουμενικὴ ἢ
τοπική, ἐκτὸς τοῦ ὅτι αὐτοὶ πρέπει προηγουμένως νὰ νηστέψουν καὶ νὰ παρακαλέσουν
τὸ Θεὸ νὰ ἔλθῃ ἐπ᾽ αὐτοὺς Πνεῦμα ἅγιο, χρειάζεται καὶ κάτι ἄλλο.
Μπορεῖ νὰ γίνῃ
καὶ σήμερα μιὰ τοπικὴ σύνοδος, νὰ μαζευτοῦν ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι· ἀλλὰ γιὰ νὰ εἶνε
ἡ συνέλευσίς τους ἁγία Σύνοδος καὶ ὄχι σύνοδος παρανομούντων, πρέπει, μόλις βγῇ
καὶ ἀκουστῇ ἡ ἀπόφασις, ν᾽ ἀναπαύσῃ τὸ λαό.
Τί ὅρους ἔχει θέσει ἡ Ἐκκλησία μας!
Ἔβγαλε λόγου χάριν ἡ σύνοδος μιὰ ἀπόφασι; πρέπει ὅλο τὸ πλήρωμα, μικροὶ καὶ
μεγάλοι, νὰ ποῦν «Μάλιστα, ἐδῶ εἶνε ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ», νὰ ἐπιδοκιμάσουν δηλαδὴ
αὐτὸ ποὺ ἀποφάσισε ἡ σύνοδος.
Ἐὰν ὁ εὐσεβὴς λαὸς διαφωνήσῃ –δὲ μᾶς ἐνδιαφέρουν
οἱ αἱρετικοὶ ποὺ διαφωνοῦν, ἐννοοῦμε τοὺς πιστούς, τοὺς μοναχούς, αὐτοὺς ποὺ
πονοῦν τὴν Ἐκκλησία–, ἐὰν αὐτὸς ὁ λαὸς διαφωνήσῃ, τότε ξέρετε τί θὰ γίνῃ;
Ἡ
σύνοδος δὲν θὰ εἶνε ἁγία, ἀλλὰ θὰ ὀνομασθῇ λῃστρική.
Καὶ ἔχουμε τέτοιες
συνόδους στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία. Ὥστε κριτήριο πάνω ἀπ᾿ ὅλα εἶνε ὁ λαός,
αὐτὸς εἶνε ὁ φύλακας τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἡ
Ἐκκλησία μας ἔχει τὸ φιλελεύθερο καὶ συνοδικόν. Ἀπόδειξις αὐτοῦ εἶνε ὅτι στὶς
χειροτονίες λαμβάνει μέρος ἀπαραιτήτως ὁ λαός.
Ὑπάρχει κανόνας!
Ἄλλο τώρα ὅτι
πήραμε τοὺς κανόνες καὶ τοὺς θάψαμε.
Οἱ κανόνες λένε· δὲν ἐπιτρέπεται διᾶκος
ἢ παπᾶς ἢ δεσπότης νὰ χειροτονηθῇ νύχτα μὲ κλειστὲς πόρτες.
Ὄχι, δὲν εἶνε ὑπόθεσις
οἰκογενειακή, τεσσάρων – πέντε ἀνθρώπων.
Θὰ χειροτονηθῇ Κυριακὴ ἢ μεγάλη ἑορτή,
καὶ θὰ εἰδοποιηθῇ νὰ παρίσταται ὅλος ὁ λαὸς ποὺ θὰ τὸν ἔχῃ ποιμένα.
Καὶ πρὶν τὴ
χειροτονία ὁ προεστὼς θὰ ρωτήσῃ·
–Εἶνε ἄξιος;
Ἐὰν ἀπὸ τὸ ἐκκλησίασμα ἀκουστῇ
φωνὴ «ἀνάξιος», τί λένε τὰ βιβλία, οἱ κανόνες;
– ἄλλο τὸ τί γίνεται τώρα· ἡ Ὀρθοδοξία
λέει· θὰ σταματήσῃ ἡ χειροτονία καὶ ὁ ἀρχιερεὺς ποὺ ἔχει συνείδησι τῆς ἀποστολῆς
του θὰ πῇ·
–Ποιός φωνάζει; Ἔλα ἐδῶ, παιδί μου. Τί ἔχεις νὰ πῇς γιὰ τὸν
χειροτονούμενο; –Ἔχω αὐτὰ κι αὐτά…
–Πολὺ καλά.
Ἀναβάλλεται ἡ χειροτονία γιὰ
δύο μῆνες· δὲν χάθηκε ὁ κόσμος. Καὶ στὸ διάστημα αὐτὸ θ᾿ ἀποδειχθῇ, ἂν οἱ
κατηγορίες ἀληθεύουν ἢ εἶνε συκοφαντία. Καὶ ἂν μὲν εἶνε συκοφαντία, οὐαὶ καὶ ἀλλοίμονο
στὸν συκοφάντη.
Ἂν ὅμως γίνουν ἀνακρίσεις, ἐξετασθοῦν μάρτυρες καὶ ἀποδειχθῇ ὅτι
οἱ καταγγελίες ἀληθεύουν, τότε ἡ χειροτονία ματαιώνεται. Δυστυχῶς τώρα, ὄχι
πέντε – δέκα, ἀλλὰ ὅλη ἡ Ἑλλάδα νὰ φωνάξῃ «ἀνάξιος», αὐτοὶ μὲ τὴ δύναμι ποὺ
διαθέτουν, μὲ βίαια μέσα, χειροτονοῦν τοὺς ἀναξίους.
Σᾶς λέω ὑπευθύνως· χειροτονίες ποὺ γίνονται μὲ φωνὲς «ἀνάξιος», εἶνε ἀντικανονικές.
4. ΑΓΙΟΤΗΣ. Τὸ
ἑπόμενο χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας ποιό εἶνε; Ὁ σκοπός, τὸ ἰδανικό
της.
Ὅλα ὅσα γίνονται στὴν Ἐκκλησία ποιό σκοπὸ ἔχουν; γιατί ἀνάβουμε τὸ κερὶ ἢ
τὸν πολυέλεο, γιατὶ διαβάζουμε τὸ Εὐαγγέλιο, γιατί κηρύττει ὁ ἱεροκήρυκας,
γιατί γίνεται τὸ μυστήριο;
Ἀπαντᾷ ὁ Παῦλος· «πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων»
(Ἐφ. 4,12).
Τὸ ἰδανικὸ τῆς Ἐκκλησίας, στὸ ὁποῖο κατατείνουν ὅλα, εἶνε ἡ ἁγιότης·
«ἅγιοι γίνεσθε» (Α΄ Πέτρ. 1,16· βλ. Λευϊτ. 20,7,26).
Τί
θὰ πῇ ἁγιότης;
Νά· ἕναν ἀγράμματο τσοπᾶνο ποὺ βόσκει τὰ πρόβατά του καὶ μόλις ἀκούσῃ
τὴν καμπάνα –εἶδα τέτοιους– σταματάει καὶ κάνει τὸ σταυρό του καὶ λέει «Κύριε
Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» καὶ τὰ μάτια του δακρύζουν, μοῦ ᾽ρχεται νὰ πέσω νὰ τὸν
προσκυνήσω.
Ἕνας τέτοιος, ποὺ πιστεύει στὸ Θεό, ζυγίζει παραπάνω ἀπ᾿ ὅλους
τοὺς πολυγραμματισμένους καθηγητάδες καὶ θεολόγους, αὐτοὺς ποὺ ξέρουν πολλά,
μὰ δὲν ἔχουν μέσα τους οὔτε δράμι ἀπὸ τὴν πίστι αὐτή.
Ἕνας τέτοιος ἀγράμματος
πιστὸς στὸ Θεὸ εἶνε ἀνώτερος ἀπὸ δαύτους.
Ἡ Ἐκκλησία μας παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα ἐκτιμᾷ
τὴν ἁγιότητα.
Εἶνε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Παῦλος· «Βλέπετε τὴν κλῆσιν ὑμῶν, ἀδελφοί,
ὅτι οὐ πολλοὶ σοφοὶ κατὰ σάρκα, οὐ πολλοὶ δυνατοί, οὐ πολλοὶ εὐγενεῖς»· δὲν εἶνε
μεταξύ σας πολλοὶ σοφοί, πολλοὶ ἰσχυροὶ καὶ μεγάλοι· «ἀλλὰ τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου
ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνῃ»· «ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; ποῦ
συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου;» (Α΄ Κορ. 1,26-27,20). Ναί, αὐτοὺς ποὺ ὁ κόσμος
θεωρεῖ ἀνοήτους, αὐτοὺς ἐκτιμᾷ ἡ Ἐκκλησία μας.
Ἕνα
δράμι ἁγιότης ζυγίζει περισσότερο ἀπὸ ἕνα τόννο ἀνθρωπίνης σοφίας. Δῶστε μου
λίγη ἁγιότητα ἀπ᾽ αὐτὴν ποὺ εἶχαν οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ νὰ σᾶς χαρίσω
τὰ διπλώματα καὶ τὶς γλῶσσες καὶ ὅλη τὴν ἐγκυκλοπαιδικὴ μόρφωσι ποὺ ἔχουν
σήμερα μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς ἀρχιερεῖς μας.
Ἡ ἁγιότης εἶνε παραπάνω·
σ᾽ αὐτὴν κατευθύνει κάθε προσπάθεια ἡ Ἐκκλησία μας.
Τί εἶνε ἁγιότης;
Τὸ νὰ κόψῃ κανεὶς τὰ ἐλαττώματά του. Ὁ ἅγιος, ἐνῷ αὐτὸς εἶνε ὁ μεγάλος ἥρωας,
ὁ νικητὴς τῶν παθῶν καὶ θριαμβευτής, ἐμπαίζεται σήμερα. Ποιόν νὰ ρωτήσουμε τί
εἶνε ἁγιότης; Τὸ ἄνθος τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸν ἅγιο Ἰσαὰκ τὸν Σῦρο. Ὅταν τὸν
ρώτησαν τί εἶνε ἁγιότης, ἀπήντησε· βάθος ταπεινώσεως.
Ἕνα παράδειγμα.
Κάποιος ἀσκητὴς εἶχε ἕνα ὑποτακτικό. Μιὰ μέρα αὐτὸς κατέβηκε
στὸν κόσμο. Ὅταν τὸ βράδυ γύρισε στὸ κελλὶ ἦταν διαφορετικός· δὲν ἐκτιμοῦσε
πιὰ τὸ γέροντα.
Τὸ κατάλαβε ἐκεῖνος καὶ λέει·
–Τί ἔπαθες, παιδάκι μου;
–Ξέρεις, γέροντα, τί σοῦ σέρνουν οἱ γλῶσσες;
–Τί, παιδί μου;
–Σ᾽ ἕνα σπίτι ἄκουσα
ὅτι εἶσαι ὑπερήφανος.
–Ναί, παιδί μου, εἶμαι.
–Σὲ ἄλλο σπίτι σὲ κατηγοροῦν ὅτι
εἶσαι πόρνος.
–Ναί, παιδί μου, εἶμαι.
–Ἄλλοι λένε πὼς εἶσαι κλέφτης.
–Ναί, εἶμαι.
–Ἀλλοῦ σὲ κατηγοροῦν ὅτι εἶσαι θυμώδης.
–Ναί, παιδί μου, εἶμαι· παρακάλει τὸ
Θεὸ νὰ μ᾽ ἐλεήσῃ.
–Λένε ἀκόμα πὼς εἶσαι καὶ μοιχός.
–Ναί, παιδί μου, εἶμαι.
–Κάποιοι μοῦ εἶπαν, ὅτι εἶσαι αἱρετικός.
–Τί, αἱρετικός; ὄχι, παιδί μου, αἱρετικὸς
δὲν εἶμαι!…
Ὅλα τὰ δέχτηκε ὁ ἀσκητής, γιατὶ ἦταν ἅγιος κ᾽ εἶχε ταπείνωσι·
τὴν
κατηγορία τοῦ αἱρετικοῦ δὲν τὴ δέχτηκε, γιατὶ ἦταν ὄντως ὀρθόδοξος.
Σήμερα πᾶνε
στὸν πνευματικὸ καὶ ζητοῦν νὰ δικαιωθοῦν.
Ἐγὼ δὲν ἔκανα τίποτα! λένε.
Μὰ ἡ Ὀρθοδοξία
ἔχει λεπτὸ κόσκινο, ζυγαριὰ φαρμακείου. Ἂν μᾶς κοσκινίσῃ ὁ ἄγγελος!…
Μά, ἀφοῦ δὲν ἦταν πόρνος, θὰ πῆτε, γιατί ἔλεγε πὼς εἶνε;
Μά, ἀφοῦ δὲν ἦταν πόρνος, θὰ πῆτε, γιατί ἔλεγε πὼς εἶνε;
Δὲν ἁμαρτάνεις μόνο
μὲ τὸ κορμί· κ᾽ ἕνα βλέμμα κ᾽ ἕνα λογισμὸ νὰ δεχτῇς μέσα σου, πάει, τὴν ἔκανες
τὴν καρδιά σου οἶκο ἀνοχῆς.
«Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός…» (Ψαλμ.
50,12).
Τὸ εἶπε ὁ Χριστός·
Ὅποιος δῇ γυναῖκα μὲ βλέμμα φιλήδονο, ἁμάρτησε, «ἐμοίχευσεν
αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ» (Ματθ. 5,28). Ἂν περάσῃς ἀπὸ ἕνα περιβόλι καὶ πῇς «Ἄχ
νὰ τά ᾿χα ἐγὼ αὐτά», ἔγινες κλέφτης μὲ τὴ διάθεσι.
Καὶ ἂν μέσα σου δεχθῇς γιὰ κάποιον
λογισμὸ μίσους, ἔ τὸν σκότωσες· «πᾶς ὁ μισῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἀνθρωποκτόνος ἐστί»
(Α΄ Ἰω. 3,15).
Ἀπὸ
τὶς εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας μας ὡραία εἶνε ἐκείνη τῆς Πεντηκοστῆς, ποὺ γονατίζουμε
καὶ λέμε·
«Σοὶ μόνῳ ἁμαρτάνομεν, ἀλλὰ καὶ σοὶ μόνῳ λατρεύομεν» (γ΄). Εἴμαστε ἁμαρτωλοί,
ἀλλ᾽ ὄχι ἀσεβεῖς καὶ αἱρετικοί.
Αὐτὴ
εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία μας.
Μερικὲς πτυχὲς σᾶς ἔδειξα· ἱερὰ παράδοσις, μυστήριο θείας
εὐχαριστίας, ἐν Χριστῷ ἐλευθερία, ἁγιότης.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
- Β΄ μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας ποὺ ἔγινε στὴν αἴθουσα τοῦ συλλόγου «Τρεῖς Ἱεράρχαι» Ἀθηνῶν τὴν Κυριακὴ 26-2-1961 βράδυ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου