Παίζοντας σύμφωνα με τους κανόνες του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, η κυβέρνηση ορθά έχει επιδιώξει την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Ήταν μία φιλόδοξη προσδοκία, καθώς το δημόσιο χρέος παραμένει υψηλό και οι εξελίξεις στο ευρύτερο περιβάλλον δεν βοηθούσαν. Όχι αναπάντεχα ήρθε το κακό μαντάτο—από την Moody’s και, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, αναμένεται παρόμοια προσέγγιση από την Fitch.
Η Ελλάδα δεν είναι, βέβαια, η μόνη χώρα που αγωνιά για την κατάταξη της στην διεθνή επενδυτική αγορά. Έτσι κι αλλιώς, ο καπιταλισμός της παραγωγής έχει μετουσιωθεί στον καπιταλισμό του
χρήματος—σ’ ένα παγκόσμιο πλέγμα αλληλοκαλυπτόμενων συμφερόντων τραπεζών, κρατικών και ιδιωτικών επενδυτικών οργανισμών, αγορών παραγωγών κάθε μορφής και οίκων αξιολόγησης. Κι αν η Ελλάδα απολαμβάνει στοιχειώδη προφύλαξη με τον ευρωπαϊκό μανδύα της, δεν συμβαίνει το ίδιο με τις αναδυόμενες αγορές –όρος πολιτικά ορθός (!) καθώς δεν «προσβάλει» τις φτωχές και υποανάπτυκτες χώρες– που τρέμουν μήπως χάσουν κάθε πρόσβαση στις διεθνείς κεφαλαιαγορές επειδή έτσι έκριναν οι οίκοι αξιολόγησης.Αναπόφευκτα, όμως, προκύπτουν ορισμένα ερωτήματα. Συνοπτικά, τα κυριότερα είναι τα ακόλουθα:
- Ποιος «διόρισε» τους οίκους στην θέση να αποφασίζουν για τις τύχες κρατών και λαών;
- Ποιος τους ελέγχει ως προς αξιοπιστία τους;
- Ποιος διασφαλίζει την διαφάνεια των διαδικασιών που ακολουθούν;
- Ποιος εξασφαλίζει ότι δεν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων;
- Με βάση τα γεγονότα, τι συμπεράσματα εξάγονται ως προς την ακρίβεια των προβλέψεων τους;
Για την Ε.Ε. συζητείται –π.χ. στο ίδιο το Ευρωκοινοβούλιο—η ύπαρξη ενός σοβαρού δημοκρατικού ελλείμματος, καθώς η νομιμοποίηση όσων κατέχουν κρίσιμες θέσεις είναι έμμεση, επειδή διορίζονται από εκλεγμένες κυβερνήσεις αλλά, αφού διοριστούν ουσιαστικά δεν λογοδοτούν σε κανένα. Για τους οίκους αξιολόγησης ισχύει ακριβώς η ίδια παρατήρηση, αλλά όποια κριτική πάει να ξεκινήσει συνήθως πνίγεται στην γέννησή της.
Τον Σεπτέμβριο του 2021, με αφορμή την πανδημία, η ανεξάρτητη σύμβουλος του ΟΗΕ Yuefen Li, σε έκθεση της προς το Συμβούλιο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων τόνισε ότι « οι προηγούμενες χρηματοπιστωτικές κρίσεις και ειδικά η κρίση με τις υποβαθμισμένες στεγαστικές υποθήκες και η κρίση της Ασίας, αποκάλυψαν τα ενδογενή δομικά προβλήματα του οίκων αξιολόγησης».
Η έκθεση φέρει τον επίσημο τίτλο “Debt relief, debt crisis prevention and human rights: the role of credit rating agencies”, και είναι 18 σελίδες καταπέλτης για τους οίκους αξιολόγησης.
Συνέχεια στην έκθεση δεν δόθηκε.
Στην πράξη τρία είναι τα μεγάλα προβλήματα
Σε μεγάλο βαθμό και οι τρεις μεγάλοι οίκοι (μαζί με την Standard & Poor’s) κυριαρχούν με τρόπο απόλυτα αντιδημοκρατικό στις ζωές μερικών δισεκατομμυρίων πολιτών και στις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις σχεδόν όλων των κρατών.
Οι αξιολογήσεις τους είναι καθαρά τεχνοκρατικές και δεν λαμβάνουν υπόψη ούτε στο ελάχιστο στις επιπτώσεις που έχουν π.χ. στην υγεία, στην τροφή, στην στέγη των πολιτών, στην εκπαίδευση, στην ίδια την επιβίωση. Οι αξιολογητές βλέπουν μόνο νούμερα.
Δεύτερο, οι αξιολογήσεις τους είναι προ-κυκλικές, δηλαδή έχουν ως αποτέλεσμα να εντείνουν την φάση του κύκλου οικονομικής συγκυρίας στην οποία βρίσκεται μία χώρα. Αν, για παράδειγμα, μία χώρα με φτωχά συναλλαγματικά αποθέματα έχει πιαστεί στην δίνη της πανδημίας και υποχρεωθεί να δανειστεί αυξάνοντας το δημόσιο χρέος της, οι οίκοι αξιολόγησης θα την υποβαθμίσουν επενδυτικά, οπότε η χώρα είτε δεν θα μπορεί να δανειστεί καθόλου, είτε θα δανείζεται με πολύ ακριβά επιτόκια. Πολύ απλά, δηλαδή, την βυθίζουν ακόμη βαθύτερα στην ύφεση και το χρέος.
Τρίτο, η ακρίβεια των προβλέψεων τους μόνο ως άθλια μπορεί να χαρακτηριστεί. Μέχρι σήμερα δεν έχουν μπορέσει να προβλέψουν ούτε μία από τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις. Τις παραμονές της κατάρρευσης των Lehman Brothers, εξακολουθούσαν να βαθμολογούν τα δομημένα ομόλογα ως απόλυτα αξιόπιστα. Κανένας δεν γνωρίζει αν πρόκειται για ανικανότητα ή για συγκρουόμενα συμφέροντα ή αν κρύβουν δικές τους κινήσεις επένδυσης ή αποεπένδυσης που γίνονται μέσω καλά κρυμμένων θυγατρικών.
Με την ισχύ λέιζερ, οι οίκοι αξιολόγησης επικεντρώνονται στην αξιολόγηση κρατών. Το πρόβλημα του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, όμως, δεν είναι απλά η συμπεριφορά και η προοπτική ενός «παίκτη» αλλά η συνολική εικόνα. Κι αυτήν την συνολική εικόνα οι οίκοι αξιολόγησης δεν την εκτιμούν. Επικεντρώνονται στην ρευστότητα και στα βάρη που έχει μία μονάδα. Υποτίθεται ότι με τον τρόπο αυτόν διαχειρίζονται τα ρίσκα του συστήματος. Όταν όμως, όλο το σύστημα υποφέρει από υπερβολική ρευστότητα και μόχλευση, αυτόν τον συστημικό κίνδυνο ποιος τον παρακολουθεί; Πάντως όχι οι οίκοι αξιολόγησης.
Θεωρητικά, οι μεγάλοι τρεις (που ελέγχουν πάνω από το 80% της αγοράς) προειδοποιούν για τους πιστωτικούς κινδύνους. Στην πράξη δεν προηγούνται των εξελίξεων, τις ακολουθούν και ταυτόχρονα χειροτερεύουν την προοπτική μίας χώρας που όντως αντιμετωπίζει πρόβλημα.
Δεκάδες τα βιβλία, εκατοντάδες τα άρθρα για τα προβλήματα του καπιταλισμού.
Για τους οίκους αξιολόγησης σχεδόν λέξη.
Αντώνης Κεφαλάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου