Τετάρτη 8 Ιουνίου 2016

"Η ελληνική κρίση είναι σκληρότερη από την ύφεση του 1929"

Την επαναφορά του waiver* για τα ελληνικά ομόλογα, ως κέρδος από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, υπογράμμισε ο διοικητής της ΤτΕ
Την εκτίμηση ότι τα οφέλη για τις ελληνικές τράπεζες από την
ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος διάσωσης θα είναι σημαντικά εξέφρασε σήμερα, Τετάρτη 8 Ιουνίου, ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, κ. Γιάννης Στουρνάρας, σε ομιλία του υπό τον τίτλο: 
«The impact of the Greek sovereign crisis on the banking sector: challenges to financial stability and policy responses by the Bank of Greece» 
(Ο αντίκτυπος της ελληνικής κρίσης στον τραπεζικό τομέα: οι προκλήσεις για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και η απαντήσεις  από την Τράπεζα της Ελλάδος). 

Ειδικότερα, ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε στην επαναφορά του waiver για τα ελληνικά ομόλογα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), που αναμένεται μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ενώ επισήμανε ότι «αργότερα μέσα στο έτος» τα ελληνικά ομόλογα θα καταστούν επιλέξιμα στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ.
Σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, οι ελληνικές τράπεζες αναμένεται να συμμετάσχουν στο TLTRO2 της ΕΚΤ.
«Το κόστος χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών αναμένεται να μειωθεί σημαντικά», επισήμανε, ακόμα, ο κ. Στουρνάρας.
Προσέθεσε, δε, πως η υποχώρηση των spreads θα επηρεάσει θετικά το τραπεζικό σύστημα, καθώς λειτουργεί ως «πάτωμα» για τα επιτόκια με τα οποία οι τράπεζες μπορούν να λειτουργούν, αλλά και για τις αξιολογήσεις τους.
Ωστόσο, τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ, το σύστημα συνεχίζει να αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις και «δεν υπάρχει χώρος για εφησυχασμό».
«Ο SSM (Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός) έχει εστιάσει στο επιχειρηματικό μοντέλο και την κερδοφορία των τραπεζών ως κορυφαίες προτεραιότητες για την εποπτική δράση του το 2016», σημείωσε ο Στουρνάρας, ο οποίος επισήμανε ότι το μακροοικονομικό περιβάλλον είναι ακόμα εύθραυστο, η αγορά ευμετάβλητη και οι κεφαλαιακοί έλεγχοι (capital controls) σε ισχύ.

Στη συνέχεια, ο διοικητής της ΤτΕ, υπογράμμισε χαρακτηριστικά το ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) και τη διαχείρισή τους.
Όπως ανέφερε, τα ανοίγματα αυτά λειτουργούν ως ένα σημαντικό εμπόδιο στην προσπάθεια που καταβάλουν οι τράπεζες για επαναπροσανατολισμό του επιχειρηματικού τους μοντέλου, καθώς και γενικότερα, στην ανάπτυξη και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, ιδίως στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου.
Ο Γ. Στουρνάρας εμφανίστηκε, πάντως, αισιόδοξος, καθώς υπογράμμισε ότι «είμαστε σε καλή θέση για να διαχειριστούμε αυτές τις προκλήσεις», ενώ προσέθεσε πως «χάρη στη δουλειά που έχουμε κάνει τα τελευταία χρόνια, γνωρίζουμε πολύ καλά τα ποσοτικά δεδομένα των προβλημάτων, ενώ έχουμε συλλέξει σημαντική γνώση για το έλεγχο και τη διαχείριση των προβληματικών στοιχείων ενεργητικού».
Επιπλέον, όπως σημείωσε, πρόσφατη έρευνα της Τραπέζης της Ελλάδος κατέληξε στο πόρισμα ότι τα εγχώρια μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα είναι κυρίως αποτέλεσμα της ύφεσης.
«Η διαπίστωση αυτή μας οδηγεί στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι η ενεργητική αναδιάρθρωση των δανείων και η άμεση συμμετοχή των διαχειριστών δανείων και των hedge funds μπορεί να προσθέσει αξία», υπογράμμισε ο κ. Στουρνάρας, ενώ προσδιόρισε ως κορυφαία προτεραιότητα της Τραπέζης της Ελλάδος να συνεισφέρει σε μία βιώσιμη λύση για τη διαχείριση των NPEs.
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, ο διοικητής της ΤτΕ είχε τονίσει πως σε αντίθεση με άλλες εμπειρίες χρηματοπιστωτικής αστάθειας, η ελληνική κρίση δεν είχε τις ρίζες της στον τραπεζικό τομέα.
Προχώρησε, μάλιστα, στην εκτίμηση ότι η ελληνική κρίση είναι σκληρότερη από την ύφεση του 1929.
Ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε και στις απώλειες που δέχτηκαν οι ελληνικές τράπεζες, οι οποίες έχασαν «38 δισ. το 2011, δηλαδή το 170% των βασικών ιδίων κεφαλαίων τους εκείνη την εποχή», από το PSI, ενώ υπογράμμισε πως οι καταθέσεις μειώθηκαν κατά 44% ή 117 δισ. ευρώ, μέσα σε λιγότερο από έξι χρόνια (9/2009-12/2015), κυρίως λόγω της έντονης ανησυχίας των πολιτών για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.

*waiver, ήτοι την κατ' εξαίρεση αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εγγύηση (εξαιτίας της χαμηλής πιστοληπτικής τους ικανότητας) στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών. 
Η εξέλιξη αυτή θα σηματοδοτήσει την σταδιακή απαγκίστρωση των ελληνικών τραπεζών από τον μηχανισμό Έκτακτης Ρευστότητας (ΕLA) και την ένταξή τους στους μηχανισμούς που εφαρμόζονται για όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες. 
Υπολογίζεται ότι με τον τρόπο αυτό οι ελληνικές τράπεζες θα μπορέσουν να μεταφέρουν ρευστότητα περίπου 25 δισ. ευρώ από τον ELA στους μηχανισμούς της ΕΚΤ απευθείας. Με τον τρόπο αυτό εκτιμάται ότι οι ελληνικές τράπεζες θα γλιτώσουν τόκους, που σε ετήσια βάση ανέρχονται σε περίπου 300 εκατομμύρια ευρώ, καθώς η ρευστότητα χορηγείται από τον ELA με υψηλότερα επιτόκια. 
Το δεύτερο βήμα προς τη συνολική ομαλοποίηση αφορά τη συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE), δηλαδή την εξαγορά τους από την ΕΚΤ. Παρόλο που η αξία των ελληνικών ομολόγων είναι περιορισμένη, η κίνηση αυτή έχει κυρίως συμβολική σημασία.


Πηγή: reporter.gr


www.bankingnews.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου