Στις 29 Μαρτίου του 1987 έληγε η μεγάλη ελληνοτουρκική κρίση που οδήγησε τις δύο χώρες στα πρόθυρα του πολέμου, με αφορμή την απόφαση της Καναδικής κοινοπραξίας πετρελαίου «Ντένισον», η οποία διαχειριζόταν τη γεώτρηση στον Πρίνο, να προχωρήσει σε έρευνες εκτός των χωρικών μας υδάτων, στη θαλάσσια περιοχή «Μπάμπουρας», στα 10 μίλια από την ακτή, αλλά πάνω στην
ελληνική υφαλοκρηπίδα (η οποία βέβαια δεν είχε οριοθετηθεί).Γράφει ο
Κώστας Μαρδάς
Ο τότε Πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου απείλησε να βυθίσει το τουρκικό σκάφος «Πίρι Ρέϊς», που έστειλε η κυβέρνηση του Τουργκούτ Οζάλ ως απάντηση για την παραβίαση της Συμφωνίας- Πρωτόκολλο της Βέρνης ,στην οποία Συμφωνία είχαν καταλήξει Καραμανλής και Ντεμιρέλ για να εκτονωθεί η κρίση του «Χόρα» τον Αύγουστο του 1976 και η οποία επέβαλε αμοιβαίο πάγωμα ερευνών. Συμφωνία που όμως δεν αναγνώριζε ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.
Η κατάληξη της τριήμερης κρίσης ,με απόσυρση του τουρκικού ερευνητικού πλοίου, είχε ως αποτέλεσμα να περάσει στο Πασοκικό εορτολόγιο ότι επρόκειτο για μια νικηφόρα μάχη με την Τουρκία να έχει… κατατροπωθεί.
Στο βιβλίο μου ΠΡΟ-ΙΜΙΑ ΠΟΛΕΜΟΥ, καταρρίπτω αυτό τον μύθο. Αξιοποιώντας γεγονότα, πηγές, μαρτυρίες πρωταγωνιστών και έγγραφα, αποδεικνύω ότι δεν υπήρξε ελληνική νίκη, όπως έχει περάσει στην κοινή γνώμη, αφού:
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, στο κρίσιμο τριήμερο 26- 29 Μαρτίου, ναι μεν κινητοποίησε στρατό και λαό κατά τρόπο δυναμικό, όμως , προφανώς εν ονόματι της αποφυγής πολέμου, στο τέλος δέχθηκε να επανενεργοποιηθεί η Καραμανλική Συμφωνία- Πρωτόκολλο της Βέρνης, οδηγώντας όλο το Αιγαίο σε ένα είδος γκρίζας περιοχής από άποψη υποθαλάσσιων ερευνών. Γεγονός που το 1976, στην κρίση του «Χόρα», όταν το συμφώνησε το Πρωτόκολλο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με τον Ντεμιρέλ, το είχε χαρακτηρίσει πράξη… «παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας» !…
Η διπλωματική αποκλιμάκωση της κρίσης άρχισε με την επίσκεψη που έκανε, στις 10 το πρωί του Σαββάτου 28 Μαρτίου 1987, ο Τούρκος πρεσβευτής Ναζμί Ακιμάν στο υπουργείο Εξωτερικών, όπου διάβασε και παρέδωσε στον υφυπουργό Καψή, παρουσία του Κώστα Ζέππου και άλλων υπηρεσιακών παραγόντων, το εξής κείμενο:
«Η πρόσφατη κατάσταση στο Αιγαίο είναι αποτέλεσμα μονομερών ενεργειών της Ελλάδας, στην υφαλοκρηπίδα, πέραν των χωρικών υδάτων κατά παράβασιν της αποφάσεως του Συμβουλίου Ασφαλείας υπ. Αρ. 395 και της Συμφωνίας της Βέρνης. Εφόσον η Ελλάδα σταματήσει τις ενέργειες αυτές και απόσχει από δραστηριότητες, πέραν των χωρικών της υδάτων σε σχέση με την υφαλοκρηπίδα, η Τουρκία, από την μεριά της, θα συνεχίσει να συμμορφώνεται με την απόφαση υπ.αρ. 395 του Συμβουλίου Ασφαλείας και τη Συμφωνία της Βέρνης».
Ο Τούρκος πρεσβευτής ζήτησε να μάθει για το πρόγραμμα ερευνών της Δημόσιας Επιχείρησης Πετρελαίου. Ο υφυπουργός του απάντησε ότι το πρόγραμμα θα καταρτιστεί μετά την εξαγορά της κοινοπραξίας. Η απάντηση αυτή άφηνε πάλι υποψίες στην τουρκική πλευρά. Μετά από ένα δίωρο ο Ακιμάν επέστρεψε στο υπουργείο Εξωτερικών για να παραλάβει την ελληνική δήλωση εκτόνωσης της κρίσης:
«Δεδομένου ότι η επιθυμία της ελληνικής κυβέρνησης είναι να συνεχιστεί η αποκλιμάκωση της έντασης εις το Αιγαίο, καλεί για μια ακόμη φορά την τουρκική κυβέρνηση και προτείνει τα εξής:
1. Έναρξη διαπραγματεύσεων προς διερεύνηση των δυνατοτήτων συνάψεως συνυποσχετικού για την υποβολή του ζητήματος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
2. Είναι αυτονόητο ότι αμφότερες οι πλευρές διατηρούν τις απόψεις τους και αντιλαμβανόμεθα ότι οι προοπτικές συμφωνίας είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Εν τούτοις, μια προσπάθεια για τη σύναψη συνυποσχετικού θα έχει σαν αποτέλεσμα την αποκλιμάκωση της έντασης και τον σαφή προσδιορισμό των θέσεων των δυο πλευρών.Κατά συνέπεια, επαναλαμβάνω ότι η συγκεκριμένη πρότασή μας είναι να συμφωνήσουμε την έναρξη των διαπραγματεύσεων προς διερεύνηση των δυνατοτήτων υπογραφής συνυποσχετικού, αναγνωρίζοντας, ταυτόχρονα, ότι αμφότερες οι πλευρές διατηρούν τις απόψεις τους. Είναι αυτονόητο ότι, κατά την περίοδο των διαπραγματεύσεων, θα τηρηθεί ένα de facto moratorium».
Επειδή στο κείμενο δεν υπήρχε ρητή δέσμευση για αμοιβαία αποχή ερευνών στο Αιγαίο, ο Τούρκος πρεσβευτής, φεύγοντας από το γραφείο του υφυπουργού, παρακάλεσε να του πει ο Γ. Καψής αν υπήρχε πρόγραμμα ερευνών στο προσεχές μέλλον.
Ο υφυπουργός απάντησε αλληγορικά με ένα ανέκδοτο αλλά ο Ακιμάν επέμενε σε σοβαρή απάντηση, οπότε ο υφυπουργός του είπε: «Και να θέλαμε να κάνουμε γεωτρήσεις, δεν έχουμε πλωτό γεωτρύπανο.
Η κοινοπραξία έλυσε τη μίσθωση του πλωτού γεωτρύπανου που βρίσκεται στο Κερατσίνι για επισκευές».
Την Κυριακή 29 Μαρτίου του 1987 ο Τούρκος πρεσβευτής μετά από πρόσκληση του Α. Παπανδρέου συναντήθηκε στη κατοικία του στο Καστρί και παρέλαβε το μήνυμα του Τούρκου πρωθυπουργού υπό μορφή «talking points» όπως αυτό είχε διατυπωθεί προφορικά στο Λονδίνο στο BBC. Ιδού η συνοδευτική επιστολή: «Η Τουρκία τίμησε πάντοτε τις υποχρεώσεις της, που περιέχονται στη Συμφωνία της Βέρνης. Ο Τούρκος πρωθυπουργός έχει δηλώσει ότι, όσο η Ελλάδα ενεργεί κατά τον ίδιο τρόπο και απέχει από ενέργειες πέρα από τα χωρικά της ύδατα όπως τίθεται στη Συμφωνία της Βέρνης, η Τουρκία θα απέχει επίσης από παρόμοιες ενέργειες στις αμφισβητούμενες περιοχές, μη χρησιμοποιώντας τις άδειες προς τη Δημόσια Επιχείρηση Πετρελαίων της Τουρκίας. Αυτή η προσέγγιση υπογραμμίζει το γεγονός ότι η Τουρκία πάντοτε πιστεύει στην ειρήνη. Πράγματι αυτή η προσέγγιση είναι που απέτρεψε την κλιμάκωση της παρούσας έντασης. Στο ίδιο πνεύμα η Τουρκία προτείνει την έναρξη διαπραγματεύσεων, με σκοπό τη διερεύνηση των δυνατοτήτων για την κατάληξη, με ειρηνικά μέσα σε μια συμφωνία, με την κατανόηση ότι οι δυο πλευρές θα διατηρήσουν αντίστοιχα τις θέσεις τους απέχοντας από κάθε δραστηριότητα σχετική με την υφαλοκρηπίδα έξω από τα χωρικά τους ύδατα».
Στο κείμενο ο Τουργκούτ Οζάλ μιλούσε για «αμφισβητούμενες περιοχές» στο Αιγαίο, ζητώντας διερευνητικές διαπραγματεύσεις με σκοπό μια τελική συμφωνία.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός επιστρέφοντας στην Άγκυρα έγινε δεκτός στο αεροδρόμιο ως νικητής της μάχης στο Αιγαίο. Οπαδοί του Κόμματος της Μητέρας Πατρίδας έσφαξαν μπροστά του αρνιά, σύμφωνα με το ισλαμικό έθιμο.
Για την κοινή γνώμη οι απειλές του Οζάλ και του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας ότι η Άγκυρα θα προχωρούσε σε έρευνες εφόσον θα το έπραττε και η Ελλάδα και αντιθέτως θα απείχε από αυτές εφόσον απείχε και η Ελλάδα, οδήγησαν εντέχνως στην επανενεργοποίηση του Συμφώνου της Βέρνης.
Κατά την τουρκική αντίληψη, η κρίση του Μαρτίου οδήγησε σε αποτροπή ελληνικών ερευνών.
Κατά την ελληνική αντίληψη, η απειλή πολεμικής αναμέτρησης εξανάγκασε την Άγκυρα σε αναδίπλωση.
Ο μέσος Έλληνας έμεινε στο απλοποιημένο σχήμα που έλεγε:
1. Η Τουρκία απείλησε με έρευνες.
2. Η Ελλάδα θα την σταματήσει έστω και με πόλεμο.
3. Η Τουρκία υποχώρησε άρα η Ελλάδα νίκησε.
Το ίδιο απλοποιημένο σχήμα πέρασε και στην τουρκική κοινή γνώμη:
1. Η Ελλάδα προγραμμάτισε έρευνες παραβιάζοντας τη Συμφωνία της Βέρνης
2. Η Τουρκία απείλησε με πόλεμο.
3. Η Ελλάδα υποχώρησε άρα η Τουρκία νίκησε με την επαναφορά των δεσμεύσεων αποχής της Βέρνης.
Η αλήθεια ήταν ότι η κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου όχι μόνο δεν προγραμμάτιζε έρευνες στις 28 Μαρτίου αλλά έκανε το παν για να ακυρώσει τις σχετικές διαθέσεις της «Ντένισον». Όμως, η χρόνια καχυποψία στις σχέσεις των δυο χωρών οδήγησε την τουρκική ηγεσία να παρεξηγήσει την ελληνική στάση.
Τη δέσμευση της Ελλάδας για αποφυγή ερευνών πετρελαίου στο Αιγαίο μετέδωσαν τα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία, αναγκάζοντας τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, πρόεδρο της ΝΔ, Κ. Μητσοτάκη να προβεί σε δηλώσεις:
«Η υποχώρηση αυτή σημαίνει ότι η Ελλάδα παραιτείται των δικαιωμάτων της σε όλη την έκταση των διεθνών υδάτων του Αιγαίου. Ακόμη και σε περιοχές που ουδέποτε αμφισβητήθηκαν. Και η Ελλάδα προφανώς ζημιώνεται, διότι είναι βέβαιο ότι σε αδιαμφισβήτητα ελληνική υφαλοκρηπίδα έχουμε σημαντικά κοιτάσματα πετρελαίου».
Ο Κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι κατά τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό Α. Παπανδρέου διαπίστωσε ότι ήταν κακά ενημερωμένος σχετικά με το πρακτικό της Βέρνης και του εξήγησε πως η συμφωνία δεν ανέφερε πουθενά τα χωρικά ύδατα και προφανώς δεν αφορούσε έρευνες σε περιοχές τις οποίες η Τουρκία ουδέποτε αμφισβήτησε.
Η απάντηση του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Ρουμπάτη, έλεγε: «Ο Κ. Μητσοτάκης, αυτός ο μέγας πατριώτης, έφτασε στο σημείο, κατά την προχθεσινή συνάντησή του με τον πρωθυπουργό, να προτείνει να προχωρήσουμε αμέσως σε γεωτρήσεις έξω από τα χωρικά μας ύδατα, όταν γνώριζε καλά ότι αν αυτό γινόταν πράξη θα οδηγούσε τη χώρα σε περιπέτειες με άγνωστες συνέπειες».
Στη συνέχεια, αφού κατηγόρησε τον πρόεδρο της ΝΔ. ότι δεν ήταν εθνικά υπεύθυνος τόνισε πως ο Κ. Μητσοτάκης αναγνώριζε την ισχύ του πρωτοκόλλου της Βέρνης αλλά ψευδόταν για το περιεχόμενό του διότι ως υπουργός Εξωτερικών το εφάρμοσε.
Ανταπαντώντας η ΝΔ ισχυρίστηκε ότι «Ο Α. Παπανδρέου έκανε απαράδεκτες εθνικές υποχωρήσεις και έπαιξε θέατρο παριστάνοντας τον λέοντα, ενώ με την ανερμάτιστη πολιτική του η Ελλάδα κινδύνευε να οδηγηθεί εξασθενημένη σε πολεμική τραγωδία».
Το ΚΚΕ σε ανακοίνωσή του υπογράμμισε πως αντί η κρίση να αξιοποιείται για ανέξοδους πανηγυρισμούς για ήττες και υποχωρήσεις της Τουρκίας ή για ανεύθυνη δικομματική αντιπαράθεση και πλειοδοσία, θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο εξαγωγής σοβαρών συμπερασμάτων γύρω από την εξωτερική και αμυντική πολιτική της χώρας.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, αντικειμενικά, με την παρακάτω δήλωση αποδέχθηκε τη δέσμευση αμοιβαίας αποχής ερευνών επανενεργοποιώντας την «γκρίζα» υφαλοκρηπίδα της Βέρνης.
Στις 22 Δεκεμβρίου του 1987 έγινε δεκτός από τον Έλληνα πρωθυπουργό ο πρόεδρος του Διεθνούς Οικονομικού Συμποσίου στο Νταβός Σβάμπ, ο οποίος διευθέτησε τη διαδικασία συνάντησης των δυο πρωθυπουργών.
Μετά από λίγες ημέρες, στις 30-31 Ιανουαρίου του 1988 πραγματοποιήθηκε η συνάντηση Παπανδρέου – Οζάλ στο Νταβός της Ελβετίας. Όπως είχε προσυμφωνηθεί από την ανταλλαγή των μηνυμάτων, οι δυο πρωθυπουργοί υπέγραψαν κοινό ανακοινωθέν που, μεταξύ άλλων, υπογράμμιζε:
«Οι πρωθυπουργοί παρουσίασαν τις απόψεις τους για τις τουρκοελληνικές σχέσεις και την επιδείνωσή τους με την πάροδο του χρόνου, αρχίζοντας από μια ιστορική προοπτική.
Ασχολήθηκαν ειδικότερα με την πρόσφατη κρίση του Αιγαίου που έφερε τις δυο χώρες στα πρόθυρα πολέμου και εξέφρασαν συγχρόνως την αισιοδοξία τους, η οποία δημιουργήθηκε ως συνέπεια της ανταλλαγής μηνυμάτων μεταξύ τους.
Συμφώνησαν ότι από τώρα και στο εξής μια τέτοια κρίση δεν πρέπει να επαναληφθεί και ότι και οι δυο πλευρές πρέπει να συγκεντρώσουν τις προσπάθειες τους στη δημιουργία μόνιμων ειρηνικών σχέσεων».
Οι δυο πρωθυπουργοί συμφώνησαν στη συγκρότηση δυο επιτροπών διαλόγου.
Η μια αφορούσε την εξέταση των τομέων οικονομικής συνεργασίας και η άλλη «τον καθορισμό των τομέων όπου υπήρχαν προβλήματα για την εξέταση των δυνατοτήτων γεφύρωσης του χάσματος».
Ο Α. Παπανδρέου σε κοινή συνέντευξη Τύπου χαρακτήρισε τη νέα πολιτική ως «περίοδο μη πολέμου».
Πέντε χρόνια μετά την κρίση, ο ναύαρχος Χρήστος Λυμπέρης, αρχηγός του Στόλου στην κρίση του Μαρτίου του ’87, μίλησε για συμβιβαστική κατάληξη. Στο βιβλίο του «Ελληνική αμυντική στρατηγική» έγραψε:
«Η κρίση εκτονώθηκε χωρίς αναγνώριση εκ μέρους της Τουρκίας της οριζόμενης από την Ελλάδα υφαλοκρηπίδας ούτε αποδοχή της προσφυγής στο Δικαστήριο της Χάγης. Απεναντίας δεσμεύτηκαν και οι δυο χώρες να απόσχουν προσωρινά –κάτι που ακολουθείται μέχρι σήμερα- από δραστηριότητες γεωτρήσεων πέραν των χωρικών υδάτων.
Η παράταση αυτής της κατάστασης όπως και η άσκηση του κυριαρχικού δικαιώματος στην επέκταση των χωρικών υδάτων, με την πάροδο του χρόνου, μάλλον μας ζημιώνουν και αυξάνουν την πιθανότητα ενισχυμένης τουρκικής παρουσίας στο Αιγαίο».
Σε αυτό το πλαίσιο είναι και το σχόλιο του χειριστή της κρίσης υφυπουργού Γιάννη Καψή στο βιβλίο του «Οι 3 μέρες του Μάρτη» :.
«Άραγε, ο ιστορικός του μέλλοντος θα καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα:
Ότι το μόνο αποτέλεσμα και της κρίσης του ’87 ήταν να συρθούμε σε διαπραγματεύσεις εφ’ όλης της ύλης, σε επαναχάραξη των ελληνικών συνόρων;».
Προσοχή: Και οι δύο εντυπωσιακές κινήσεις που έκανε ο Ανδρέας Παπανδρέου έπεσαν στο κενό:
Το ταξίδι του υπουργού Εξωτερικών Κάρολου Παπούλια στη Σόφια έφερε απλώς μια ουδέτερη δήλωση του Βούλγαρου Προέδρου Ζίβκωφ υπέρ της… ειρήνης και του διαλόγου, ενώ η βάση της Μάκρης, που ο Πρωθυπουργός ζήτησε να κλείσει ως μέτρο πίεσης προς της ΗΠΑ, δεν έκλεισε ούτε ένα λεπτό …
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου