Δευτέρα 17 Απριλίου 2023

Απρίλιος 1948: Σχέδιο Μάρσαλ! Που πήγαν τα δολάρια;

Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος

Στις 12 Μαρτίου 1947 ο 33ος Πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρρυ Τρούμαν εξήγγειλε, σε κοινή συνεδρίαση της Γερουσίας και του Κογκρέσου, το «δόγμα» της μεταπολεμικής εξωτερικής των ΗΠΑ, με ειδική αναφορά στην Ελλάδα.

Η παροχή οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα ήταν η αφορμή, μετά τη δήλωση της Βρετανίας ότι

αδυνατεί να συνεχίσει την οικονομική ενίσχυση της Ελλάδος.

 

Ο κύριος στόχος του Δόγματος Τρούμαν ήταν πολιτικός και συγκεκριμένα η ανάσχεση κομμουνισμού και του «σοβιετικού επεκτατισμού».

«ΚΑΛΩΣ ΟΡΙΣΑΤΕ ΕΞΟΧΩΤΑΤΕ»

Ο Τρούμαν είχε στείλει στην Ελλάδα, τον Ιανουάριο 1947, τον έμπιστο φίλο του Πολ Πόρτερ με σκοπό να συντάξει έκθεση για την πολιτική και οικονομική κατάσταση.

 Θερμή, αλλά και «ολίγον δουλική» η υποδοχή από κάποιες εφημερίδες. Το «Εμπρός» έγραφε 

«Εξοχώτατε !

 Καλώς ορίσατε !

 Ο Ελληνικός λαός σας υποδέχεται με ειλικρινή χαράν και με βαθυτάτην συγκίνησιν.

 Διότι γνωρίζει ποιος είσθε και ποιος είναι ο σκοπός της επισκέψεως.

 Και ότι έρχεσθε ως απεσταλμένος της μεγάλης πατρίδος σας δια να εξετάσετε και να καθορίσετε τον καλύτερον τρόπον με τον οποίον η Αμερική θα βοηθήσει την Ελλάδα….

Παρακαλούμεν όμως συγχρόνως να πιστεύσετε ότι ποτέ άνθρωπος δεν ετιμήθη με τοιαύτην ιεράν αποστολήν».

Η ΠΡΟΕΔΡΙΚΗ ΥΠΟΓΡΑΦΗ

Στις 3 Απριλίου του 1948 ο Αμερικανός πρόεδρος , υπογράφει το «Σχέδιο Μάρσαλ», σύμφωνα με το οποίο παρέχεται οικονομική βοήθεια σε χώρες της Ευρώπης, ύψους 13 δισ. δολαρίων, ενώ ταυτόχρονα διευρύνει τη ζώνη εμπορίου των ΗΠΑ. 

Επρόκειτο για οικονομική βοήθεια που χορηγήθηκε σε χώρες της Ευρώπης. Αποσκοπούσε αφενός στην τόνωση των οικονομιών τους, (που με σημαντικά δάνεια χρηματοδότησαν έτσι τις κατεστραμμένες από τον πόλεμο αγορές τους) και αφετέρου, εξυπηρετούσε άμεσα την αμερικανική εξωτερική πολιτική, που επιθυμούσε να αποφευχθεί ο κίνδυνος να περιέλθουν οι χώρες αυτές, εξαιτίας ανέχειας, στη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης.

Είχε προηγηθεί στις 5 Ιουνίου 1947 ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ στρατηγός Τζόρτζ Μάρσαλ ο οποίος ανακοίνωσε στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ το οικονομικό σκέλος του Δόγματος Τρούμαν, το οποίο αφορούσε όλη την Ευρώπη, νικητές και ηττημένους.

 Υποστήριξε ότι «οι ανάγκες της Ευρώπης σε τροφή και άλλα βασικά προϊόντα για τα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια – κυρίως από την Αμερική – είναι τόσο μεγαλύτερες από την ικανότητά της να πληρώσει για αυτές, ώστε θα πρέπει να λάβει σημαντική επιπλέον βοήθεια, είτε θα αντιμετωπίσει πολύ σοβαρή οικονομική, κοινωνική και πολιτική υποχώρηση.

ΡΕΕΙ ΤΟ ΔΟΛΑΡΙΟ

Μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο, η αμερικανική βοήθεια προς την Ελλάδα είχε αρχίσει να εισρέει με το πρόγραμμα της UNRRA.

 Μεταξύ 1945 και 1947 η χώρα έλαβε περί τα $347 εκ. (εκ των οποίων τουλάχιστον τα ¾ από τις ΗΠΑ) σε βοήθεια για είδη πρώτης ανάγκης και υπηρεσίες.

 Ένα μέρος από αυτά, τα καρπώθηκαν επιτήδειοι, καλύφθηκαν όμως σε σημαντικό βαθμό οι επείγουσες ανάγκες ενός πληθυσμού στα πρόθυρα της λιμοκτονίας.

Ακολούθησε η Συμφωνία των Αθηνών, με βάση την οποία η Ελλάδα έλαβε $146,5 εκ. σε οικονομική βοήθεια (και κάτι περισσότερο σε στρατιωτική – συνολικά $ 300 εκ.).

Το «Σχέδιο Μάρσαλ» επρόκειτο να διαρκέσει τέσσερα χρόνια. 

Για την Ελλάδα, όμως, το πρόγραμμα παρατάθηκε για δύο επιπλέον χρόνια και μεταφράστηκε σε άλλα $865 εκ. – από $12,9 δισ. συνολικά, με συνέπεια, βάσει της αναλογίας πληθυσμού/βοήθειας, η χώρα να θεωρείται από τις πλέον ευνοημένες.

Η παράταση του Σχεδίου οφειλόταν στο γεγονός ότι η Ελλάδα είχε χάσει δύο πολύτιμα χρόνια εξαιτίας του εμφυλίου πολέμου, στη διάρκεια του οποίου το έργο της ανασυγκρότησης αναπόφευκτα πέρασε σε δεύτερη μοίρα. 

Μόνο κατά το πρώτο έτος εφαρμογής του Σχεδίου, οι στρατιωτικές ανάγκες απορρόφησαν πέντε στα έξι δολάρια της βοήθειας.

Το «Σχέδιο Μάρσαλ» έβγαλε ουσιαστικά  την Ελλάδα από την εξαθλίωση και έθεσε τα θεμέλια για μια ταχεία οικονομική ανάπτυξη που επέτρεψε στη χώρα να ενσωματωθεί στην ενιαία Ευρώπη,

Ήταν το πιο επιτυχημένο σύγχρονο πρόγραμμα ξένης οικονομικής βοήθειας μεγάλης κλίμακας, που πέρα από τη δεδομένη φύση του ως εργαλείου οικονομικής διπλωματίας των ΗΠΑ, συνέβαλε καθοριστικά στην αποκατάσταση της οικονομικής συγκρότησης της ελεύθερης Ευρώπης και στην ριζική αναδιαμόρφωση της ατμόσφαιρας διεθνικού μίσους και καχυποψίας που είχε επιβάλει η σύγκρουση.

H Ελλάδα είχε απαλλαγεί από την γερμανική κατοχή με την παραγωγική της κοινωνία  διαλυμένη, τα μεσαία και κατώτερα στρώματα σε κατάσταση φτώχειας, τις υπάρχουσες αστικές και περιφερειακές υποδομές σε συνθήκες αχρηστίας και όλους εκείνους τους πυλώνες που συντηρούσαν ακόμα και την ασθενική προπολεμική της οικονομική υπόσταση, σοβαρά ζημιωμένους. 

Αν προσθέσουμε σ’ αυτά τα δεδομένα την διχαστική ατμόσφαιρα που υπέσκαπτε το δίπολο «κομμουνιστές – κυβέρνηση» και το γενικότερο κλίμα έντασης που ακολούθησε τις εκλογές του Γενάρη του 1946, τότε γίνεται πιο εύκολο να αντιληφθούμε ότι η αστάθεια συνομιλούσε με το χάος.

ΣΧΕΔΟΝ ΟΛΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ!

Και μπορεί η συνολική αμερικανική βοήθεια ύψους 1,7 δις. της εποχής εκείνης να συνέβαλε στην ανακατασκευή και ενίοτε στην επέκταση των υποδομών, στην επιβίωση εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων και απόρων και στην χρηματοδότηση κομβικών βιομηχανιών, ωστόσο οι εσωτερικές συγκυρίες και  δομικές δυσλειτουργίες του ελληνικού κράτους, δεν επέτρεψαν στις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες να οδηγήσουν στην διαμόρφωση ενός νέου και βιώσιμου παραγωγικού μοντέλου.

Δεν υπήρξε τοµέας στοιχείο της οικονομίας της Ελλάδος το οποίο να µην επιδοτηθεί και οργανωθεί από το «σχέδιο Μάρσαλ». 

Η αμερικανική αποστολή  στην Ελλάδα είχε όλα τα επιµέρους οργανωτικές Υπηρεσίες, Υπηρεσία Μεταφορών, Γεωργίας, Μεταλλείων, Ηλεκτρικής ενεργείας, Υγείας που κατάφερε να εκδιώξει τελείως την ελονοσία από ολόκληρη την χώρα και ταυτόχρονα µε τα τµήµατα αυτά υπήρχαν και άλλα που αφορούσαν σε οργανωτικές δοµικές, κοινωνικές και φορολογικές μεταρρυθμίσεις.

Ανεξάρτητα όμως από τις δυσλειτουργίες που εμπόδισαν την πλήρη οικειοποίηση και εφαρμογή των απαραίτητων για την ανάκαμψη μεταρρυθμίσεων, το «Σχέδιο Μάρσαλ» αποτέλεσε τομή στα ελληνικά πράγματα, καθώς εξασφάλισε την θέση της χώρας στον ελεύθερο κόσμο, θέτοντας παράλληλα τις βάσεις για την θεαματική ανάπτυξη των δεκαετιών του ’50 και του ’60. 

Η «ΕΞΟΥΣΙΑ» ΤΩΝ ΗΠΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΤΡΑΓΟΥΔΑ

Αμέσως μετά την επικύρωση της συμφωνίας συγκροτήθηκε η AMAG (AmericanMissionAidGreece).

 To πρώτο κλιμάκιο έφθασε στην Αθήνα στις αρχές Ιουλίου 1947 και εγκαταστάθηκε στο Μέγαρο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, στην οδό Σταδίου. 

Αρχηγός της Αποστολής ορίστηκε ο Ντουάιτ Γκρίσγουολντ, Ρεπουμπλικανός πρώην κυβερνήτης της Νεμπράσκα. 

Το αρχικό οργανόγραμμα της Αποστολής προέβλεπε 696 άτομα (295 Αμερικανούς, 393 Έλληνες και 8 Βρετανούς).

Η πολιτική της Αμερικανικής Αποστολής μέχρι κάποιο σημείο δικαιολογεί την ουσιαστική εγκατάλειψη του αναπτυξιακού σκέλους του τετραετούς προγράμματος.

 Δεν ήταν, όμως, μόνο οι Αμερικανοί οι οποίοι ήσαν αντίθετοι, την εποχή εκείνη, στην εγκαθίδρυση βαριάς βιομηχανίας, η οποία θα απαιτούσε σημαντικά κεφάλαια και θα ήταν ήσσονος ανταγωνιστικότητας, δεδομένου ότι με το «Σχέδιο Μάρσαλ» χρηματοδοτούνταν ανάλογες βιομηχανίες στην Ευρώπη, για παράδειγμα στη Γερμανία, όπου υπήρχε σημαντική προπολεμική εμπειρία και πρώτες ύλες.

Ένας σημαντικός λόγος περιορισμού του αναπτυξιακού σκέλους του προγράμματος ήταν η απόφαση να δοθεί προτεραιότητα στην αντιμετώπιση του ελλείμματος του προϋπολογισμού και του ισοζυγίου πληρωμών, αλλά και του συνεχώς ανερχόμενου πληθωρισμού.

 Ήταν ένας φαύλος κύκλος, ο οποίος οδηγούσε σε απαξίωση την δραχμή με συνέπεια τον αποθησαυρισμό και την αθρόα αγορά λιρών. 

Οι καταθέσεις στις τράπεζες μειώνονταν συνεχώς και συνεπώς δεν υπήρχε δυνατότητα χρηματοδότησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Παρά το γεγονός ότι οι μισθοί και οι συντάξεις ήταν σε χαμηλά επίπεδα η επιβάρυνση του προϋπολογισμού ήταν σημαντική λόγω του μεγάλου αριθμού των υπαλλήλων – του μεγαλύτερου στη Δυτική Ευρώπη – και παρά την πίεση των Αμερικανών οι κυβερνήσεις αρνούνταν τη μείωση.

 Αντίθετα συνεχώς προχωρούσαν και σε νέες προσλήψεις.

 Σημαντική η επιβάρυνση με στρατιωτικές δαπάνες, οι οποίες ξεπερνούσαν το 40% του προϋπολογισμού. 

Το μεγάλο έλλειμμα του προϋπολογισμού καλύπτονταν με τους άδηλους πόρους, κυρίως, από τη Ναυτιλία και την έκδοση νέου χρήματος. 

Από τον Δεκέμβριο 1947 μέχρι τον Δεκέμβριο 1949 η κυκλοφορία χρήματος διπλασιάστηκε με συνέπεια την αύξηση των εισαγωγών, και μάλιστα σε είδη πολυτελείας, και του πληθωρισμού.

Το 1952, το τέλος του τετραετούς προγράμματος, η κυβέρνηση Κέντρου και προσωπικά ο υπουργός Συντονισμού Γεώργιος Καρτάλης παρουσίασε τον απολογισμό του.

Ο Καρτάλης αποκάλυψε ότι «από το σύνολο των 750 εκ. δολαρίων του Σχεδίου Μάρσαλ μέχρι το τέλος Ιουνίου 1951 πλέον του 75% κατηναλώθησαν δι’εισαγωγάς καταναλωτικών αγαθών προς ικανοποίησιν των τρεχουσών αναγκών της χώρας και ολιγώτερον των 25% απέμειναν δια τη χρηματοδότησιν αγαθών κεφαλαίου».

Η ΜΕΣΑΙΑ ΤΑΞΗ

Ο καθηγητής Κ. Τσουκαλάς περιγράφει τη «συγκρότηση», την εποχή του Σχεδίου Μάρσαλ, της «παρασιτικής μεσαίας αστικής τάξης» . 

«Οι οικοδομικές επιχειρήσεις και το εμπόριο απέδιδαν μεγαλύτερα κέρδη από τη βιομηχανία και παρείχαν μεγαλύτερη ασφάλεια.

 Εφόσον το οικονομικό σύστημα δεν μπορούσε να απορροφήσει το εργατικό δυναμικό ο λαός έπρεπε να φροντίσει μόνος για την τύχη του. 

Το εφευρετικό μεσογειακό μυαλό «ανακάλυψε» νέα προϊόντα, νέες τεχνολογίες, νέες υπηρεσίες και νέα επαγγέλματα. 

Αναρίθμητα άτομα κατόρθωσαν να αποκτήσουν περισσότερες ή λιγότερες παρασιτικές προσόδους, κινούμενα στο περιθώριο του παραγωγικού συστήματος.

 Το μικροεμπόριο, οι προσωπικές υπηρεσίες όλων των ειδών και διάφορες μεσολαβητικές δραστηριότητες (συχνά συνδεδεμένες με τον παραδιοικητικό μηχανισμό μέσω του οποίου ο πολίτης κατόρθωνε να πλησιάσει ναρκωμένες και ανίκανες δημόσιες υπηρεσίες) απορρόφησαν εκατοντάδες χιλιάδες άτομα.

 Με το πέρασμα του χρόνου αυτός ο τρόπος ζωής σταθεροποιήθηκε.

 Σταδιακά δημιουργήθηκε ένα στρώμα ατόμων που «έκαναν το κομπόδεμά τους» και από αυτούς προήλθε μια νέα και μεγάλη παρασιτική μεσαία τάξη. Οι μισθωτοί υπάλληλοι πύκνωναν τις τάξεις αυτού του κοινωνικού στρώματος.

 Το σταθερό, όμως, υψηλό ποσοστό ανεργίας (20% του ενεργού πληθυσμού των πόλεων) και η συνακόλουθη υπερβολική διακύμανση των απασχολουμένων εμπόδισαν τη δημιουργία μιας νέας σταθερής αστικής τάξης.

Ο ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 

Το Νοέμβριο 1951 έφθασε στην Ελλάδα ο Tenenbaum για να σχεδιάσει τη τελική φάση του σταθεροποιητικού προγράμματος.

 Η έκθεση του συνιστά και έναν απολογισμό του Σχεδίου Μάρσαλ : 

«Μια ειλικρινής και έγκυρη αξιολόγηση – γράφει – των πολιτικών που ακολουθήσαμε στο παρελθόν οδηγεί αναπόφευκτα στο συμπέρασμα ότι τα αποτελέσματά τους είναι αρνητικά.

 Σταματήσαμε τον κομμουνισμό. 

Αλλά δεν έχουμε τίποτε το βιώσιμο στη θέση του. 

Δώσαμε πολύ βοήθεια στην Ελλάδα. 

Αλλά ελάχιστη έφθασε στους Έλληνες που την χρειάζονταν περισσότερο. 

Πληρώσαμε για ακριβές επενδύσεις.

 Αλλά όσο τις εξετάζουμε, τόσο λιγότερο νόημα φαίνεται να έχουν … 

Αποκαταστήσαμε τη τάξη. 

Αλλά αυτή η τάξη προστατεύεται από διαδοχικές αδύναμες κυβερνήσεις, αντιδημοφιλείς, αναξιόπιστες και διαβρωμένες από τη διαφθορά.

 Προκαλέσαμε την ανασυγκρότηση στα χαρτιά. 

Αλλά η Ελλάδα δεν δείχνει ακόμα σημάδια ότι μπορεί να στηρίξει τον εαυτό της στο μέλλον.

 Χτίσαμε δρόμους, σύντομα θα καταρρεύσουν. 

Αυξήσαμε τους μισθούς – οι τιμές αυξήθηκαν πιο γρήγορα. 

Δώσαμε πλοία (τα περίφημα λίμπερτυ) τα έσοδά τους δεν επιστρέφουν στην Ελλάδα.

 Συνοπτικά η Ελλάδα είναι μια χώρα διαλυμένη από τον πόλεμο, με τεράστια κοινωνικά προβλήματα και χωρίς θεμελιακές αλλαγές, που αντιμετωπίζει ένα διογκωμένο πληθωρισμό και συνεχίζει να επιβιώνει με τη δική μας συνεχιζόμενη βοήθεια».

Η ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΦΡΕΙΔΕΡΙΚΗΣ-ΜΑΡΣΑΛ

Η Βασίλισσα Φρειδερίκη είχε γνωρίσει τον στρατηγό Μάρσαλ στο Λονδίνο το 1947 με μεσολάβηση του Τσόρτσιλ.

 Είχε ζητήσει από τον Βρετανό πρωθυπουργό ενίσχυση του ορεινού πυροβολικού. 

Την παρέπεμψε στον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρσαλ.

 Η συνάντηση έγινε στο διαμέρισμα της στο ξενοδοχείο Κλάριτζες.

 Η Φρειδερίκη περιγράφει :

 «Θυμάμαι ακόμη το έκπληκτο βλέμμα του όταν ανταλλάξαμε χειραψία.

 Φαντάζομαι ότι θα περίμενε να δη κάποιο πρόσωπο σαν τη γηραιά Βασίλισσα Μαίρη και δεν ήταν προετοιμασμένος να συναντήσει ένα άτομο που δεν φαινόταν να είναι αρκετά ώριμο για το ρόλο της Βασιλίσσης».

 Ήταν, όμως, εντυπωσιακή ως γυναίκα…

Από τότε άρχισε μια φιλία και τακτική αλληλογραφία μεταξύ της Μεγαλειοτάτης, όπως την προσφωνούσε ο Μάρσαλ και του «Αγαπητού Στρατηγού Μάρσαλ». 

Σε μία από τις τελευταίες επιστολές η Φρειδερίκη έγραφε στο Στρατηγό για την επιλογή Καραμανλή.

 Ημερομηνία 13 Οκτωβρίου 1955 «Ο Παπάγος ήταν σε απελπιστική κατάσταση, κατάκοιτος στο σπίτι του…

 Βαδίζαμε σε πλήρες χάος.

 Κι έπειτα ο Παπάγος πέθανε.

 Μέσα σε μερικές ώρες ο σύζυγός μου διόρισε Πρωθυπουργό ένα νέον άνδρα, αυτοδημιούργητον, από τη Μακεδονία. 

Για να τον βοηθήση του παραχώρησε το δικαίωμα να διαλύση το Κοινοβούλιο και να προκηρύξει νέες εκλογές, εφ’όσον δεν θα πετύχαινε να λάβη ψήφο εμπιστοσύνης.

«Ο κύριος Καραμανλής, ο σημερινός Πρωθυπουργός, είχε διατελέσει υπουργός – εξαιρετικά επιτυχημένος – στην Κυβέρνηση Παπάγου.

 Η χώρα αισθάνθηκε σαν να είχε πιεί σαμπάνια.

 Σε διάστημα επτά ωρών μία νέα κυβέρνηση σχηματίστηκε, ορκίστηκε και παρουσιάσθηκε στο Κοινοβούλιο.

Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν 200 υπέρ Καραμανλή και 77 κατά, πράγμα που ήλθε σαν πλήρης δικαίωσις του Βασιλέως… 

Από τότε εξασφαλίσαμε κα πάλι ήσυχο ύπνο τη νύκτα…».

militaire.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου