Ανησυχία για μία ακόμα οικονομική απειλή, από το lockdown της Σαγκάης αυτή τη φορά αλλά και γενικότερα από την κατάσταση της εφοσιαστικής αλυσίδας στην Κίνα και παγκοσμίως, εκφράζουν επιτελείς της κυβέρνησης. Φοβούνται ακόμα μεγαλύτερο πλήγμα στην ανάπτυξη, που μπορεί να τη ρίξει και κάτω από 3% φέτος, αλλά και στον πληθωρισμό, που μπορεί να φτάσει ακόμα και στο 10%, αν προκληθούν καθυστερήσεις και ελλείψεις στην
τροφοδοσία, αυξήσεις στους ναύλους ή άλλες διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και την παραγωγή.Αν και αποδείχθηκε πολλαπλά ανθεκτική στα απανωτά χτυπήματα τον τελευταίο χρόνο -και όχι μόνο-, η ελληνική οικονομία τραμπαλίζεται και πάλι από το ναδίρ της ύφεσης έως το ζενίθ του πληθωρισμού.
Προτού καν βγει από τη δίνη της πανδημίας του κορωνοϊού, η Ελλάδα βρίσκεται να βάλλεται πανταχόθεν – κάθε μήνα σχεδόν και από μια νέα οικονομική κρίση:
■ Πρώτα ήταν η κατρακύλα της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου: από 1,22 τον περυσινό Μάιο σε 1,13 τον φετινό Ιανουάριο (-7,4%) και έως μόλις 1,07 στο τέλος Απριλίου (-12,2%), εξέλιξη που εκτινάσσει αυτομάτως τις τιμές για οτιδήποτε καθορίζεται διεθνώς σε δολάριο.
■ Υστερα ήρθαν οι διεθνείς τιμές στο φυσικό αέριο, οι οποίες εξαπλασιάστηκαν από 0,20 ευρώ/kwh τον περυσινό Μάιο σε 1,16 ευρώ τον φετινό Ιανουάριο και πάνω από 1,30 έως τον Μάρτιο.
■ Τέλος, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο απογείωσε διεθνώς τις τιμές σε βασικά τρόφιμα, σε πρώτες ύλες και στο αργό πετρέλαιο: από 65 δολάρια/βαρέλι τον περυσινό Μάιο στα 85 δολάρια/βαρέλι τον φετινό Ιανουάριο και στα 123 δολάρια/βαρέλι τον Μάρτιο.
Επί ενάμισι έτος, όμως, και παρά το εκρηκτικό κοκτέιλ πανδημίας, πολέμου, κυρώσεων και άλλων διεθνών διαταραχών η χώρα καταφέρνει να ισορροπεί σε… θετικό έδαφος. Ο τιμάριθμος δεν έχει ξεφύγει από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (4,4% έναντι 5,3% για το 2021 και 8% έναντι 7,5% τον Μάρτιο, τον πιο σκληρό μήνα της τελευταίας 40ετίας πανευρωπαϊκά).
Και εν καιρώ πολέμου μάλιστα, η ελληνική οικονομία συνεχώς αναβαθμίζεται από τους οίκους αξιολόγησης επειδή θεωρούν «αποδεδειγμένα αποτελεσματική» την πολιτική της κυβέρνησης, όπως ο Standard and Poor’s τονίζει στην ανακοίνωση της αναβάθμισης.
«Ο Πειραιάς της Ασίας»
Οι επιπτώσεις είναι φυσικά άμεσα ορατές και δυσάρεστες για όλους κυρίως σε λογαριασμούς ρεύματος και τιμές καυσίμων, αλλά και στην οικονομική ανάπτυξη που αναθεωρείται προς τα κάτω από την κυβέρνηση για το 2022 κατά 1-1,5 μονάδα του ΑΕΠ.
Αν και παραμένει σε θετικό έδαφος, η ανάπτυξη στο νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα ψαλιδίζεται σε περίπου 3%-3,5% για φέτος. Χωρίς, όμως, να υπολογίζεται σε αυτά το κακό σενάριο της οικονομίας για το lockdown της Σαγκάης.
Οι εξελίξεις –και οι κίνδυνοι– από το μακρινό λιμάνι της Κίνας παραμένουν άγνωστες, αλλά είναι απολύτως σημαντικές επειδή αποτελεί:
■ Το τρίτο οικονομικό κέντρο στον κόσμο, μετά τη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο.
■ Το πρώτο σε μέγεθος και σημασία λιμάνι στην Κίνα και την Απω Ανατολή – «ο Πειραιάς της Ασίας», όπως λένε χαρακτηριστικά παράγοντες που εξετάζουν στενά τα ζητήματα.
■ Τη μεγαλύτερη και πιο εύπορη πόλη της Κίνας (με ΑΕΠ 566 δισ. ευρώ το 2021 έναντι 520 δισ. του Πεκίνου).
Πέρα από το ανθρωπιστικό δράμα των 25 εκατομμυρίων κατοίκων, κρύβεται όμως κι ένα παγκόσμιο οικονομικό θρίλερ για τον κατασκευαστικό και ναυτιλιακό κόμβο που παρέμεινε επί έναν μήνα σε σκληρό lockdown. Η κυβέρνηση της Κίνας υπόσχεται «σταδιακή επανεκκίνηση». Και έτσι, όμως, τα απόνερα της κατάστασης δεν έχουν φανεί ακόμη.
Αναλόγως των εξελίξεων, στην Ελλάδα θα μπορούσαν να κοστίσουν 0,3%-0,5% του ΑΕΠ φέτος, ώστε να πέσει κάτω και από 3% η ανάπτυξη -ή και χαμηλότερα- ενώ ο ευρωπαϊκός και ο ελληνικός τιμάριθμος μπορούν να ανέβουν 1 ή 2 μονάδες ακόμα (έως και 10% Ιούνιο ή Ιούλιο) αντί να υποχωρήσει, όπως προβλέπουν ΔΝΤ και διεθνείς οργανισμοί.
Νέος «εφοδιαστικός εφιάλτης»
Δυτικές εταιρείες-κολοσσοί, πάντως, αναμένουν για τις επόμενες εβδομάδες ή μήνες ότι πιθανόν να βρεθούν αντιμέτωπες με έναν νέο «εφοδιαστικό εφιάλτη». Ακόμα και με εργαζομένους να κοιμούνται στα εργοστάσια ή σε άλλους χώρους εργασίας, οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού ή οι εφοδιαστικές ανωμαλίες δύσκολα θα αποκατασταθούν.
Μόλις προ ημερών εκατοντάδες πλοία που μετέφεραν εμπορευματοκιβώτια συνωστίζονταν έξω από τα λιμάνια της Σαγκάης και του κοντινού Νίνγκμπο. Οι μεταφορείς στράφηκαν σε μείωση της χωρητικότητας των φορτηγών και σε κλείσιμο των εργοστασίων και των αποθηκών, γεγονός που οδήγησε τα πλοία να αποφεύγουν τη Σαγκάη και τα γειτονικά λιμάνια που επίσης είχαν προβλήματα καθυστερήσεων.
Οι περιορισμοί, εκτός από τις καθυστερήσεις, φέρνουν όμως και υψηλότερο κόστος στη μεταφορά. Γεννάται κίνδυνος, επίσης, και για νέα ανισορροπία στην τροφοδοσία ή για τοπικές ελλείψεις πρώτων υλών και προϊόντων.
Ακόμα και ο διευθύνων σύμβουλος της Tesla, ο Ελον Μασκ, έγραψε στο Twitter, το οποίο στη συνέχεια και αγόρασε, ότι η εταιρεία του θα έχει μπροστά της ένα «εξαιρετικά δύσκολο τρίμηνο, λόγω των διακοπών της αλυσίδας εφοδιασμού».
Πώς επηρεάζει η Σαγκάη τη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα; Μαζί με την Κουνσάν και άλλες ανατολικές πόλεις, φιλοξενούν το πρώτο gigafactory της Tesla στην Ασία και είναι σημαντικοί κόμβοι παραγωγής για βιομηχανίες, από αυτοκίνητα μέχρι ημιαγωγούς. Η Pegatron, βασική προμηθεύτρια της Apple, ανέστειλε την παραγωγή στα εργοστάσιά της στη Σαγκάη και την Κουνσάν μέχρι νεωτέρας. Το ίδιο έπραξε και η ταϊβανέζικη Unimicron, η οποία προμηθεύει πλακέτες κυκλωμάτων στην Apple, καθώς και η Eson Precision, θυγατρική της Foxconn, που προμηθεύει iPhone και εξαρτήματα στην Tesla. Η Volkswagen και η General Motors επίσης έχουν εργοστάσια στη Σαγκάη. Η TSMC, η μεγαλύτερη κατασκευάστρια τσιπ σε όλο τον κόσμο, καθώς και κορυφαίοι κινεζικοί κατασκευαστές τσιπ (SMIC και Hua Hong Semiconductor) έχουν επίσης εργοστάσια στα προάστια της πόλης.
Η καλή όψη
Τα πράγματα, βεβαίως, μπορεί να εξελιχθούν και χειρότερα αν, αντί για χαλάρωση, ακολουθήσει lockdown στο Πεκίνο ή αλλού. Υπάρχει όμως και μία άλλη, πιο αισιόδοξη ανάγνωση της κατάστασης – ειδικά από τη σκοπιά της ακρίβειας. Σύμφωνα με αυτή, το σύνδρομο της Σαγκάης ίσως ρίξει τις υπερβολικές τιμές των καυσίμων -και εμμέσως τα κόστη γενικότερα- που είχαν πάρει φωτιά, ακόμα και πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η έλλειψη ζήτησης βραχυκυκλώνει πετρελαιοπαραγωγές εταιρείες, χώρες ή άλλους παίκτες που ίσως ήθελαν να βγάλουν τα σπασμένα της πρώτης καραντίνας, όταν οι διεθνείς τιμές είχαν γκρεμιστεί στα 20 δολάρια/βαρέλι τον Απρίλιο του 2020, από 70 δολάρια τον Ιανουάριο εκείνης της χρονιάς.
Περίμεναν έναν χρόνο για να ξαναπιάσουν τιμή 70 δολάρια (Φεβρουάριος 2021), αλλά μετά ξέφυγαν… Οταν έφτασαν στα 130 δολάρια τον Μάρτιο, το lockdown στη Σαγκάη φρέναρε τις τιμές στα 100 δολάρια, καθώς οι ανησυχίες «διόρθωσαν» πρόσκαιρες ελλείψεις, κερδοσκοπία ή και υπερβάλλουσα αισιοδοξία για απογείωση της οικονομίας στη μετά COVID εποχή. Κάτι τέτοιο, λοιπόν, ίσως αποδειχθεί θετικό στο εγγύς μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου