Λαμπρὰ εἶνε ἡ σημερινὴ ἡμέρα. Τελειώνει
τὸ Δωδεκαήμερο, κλείνει ὁ κύκλος τῶν ἑορτῶν ποὺ ἔχει κέντρο τὴ Γέννησι
τοῦ Χριστοῦ.
Εἴδαμε τὸν Κύριο βρέφος, τὸν εἴδαμε νήπιο ὀκτὼ ἡμερῶν νὰ περιτέμνεται, καὶ σήμερα τὸν βλέπουμε τέλειον ἄνδρα νὰ βαπτίζεται στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου. Ἀνοίγουν οἱ οὐρανοὶ κι ἀκούγεται ἡ
φωνὴ τοῦ Πατρός·
«Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματθ. 3,17).Εἴδαμε τὸν Κύριο βρέφος, τὸν εἴδαμε νήπιο ὀκτὼ ἡμερῶν νὰ περιτέμνεται, καὶ σήμερα τὸν βλέπουμε τέλειον ἄνδρα νὰ βαπτίζεται στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου. Ἀνοίγουν οἱ οὐρανοὶ κι ἀκούγεται ἡ
* * *
Αὐτὰ πιστεύουμε οἱ Χριστιανοί.
Στὸν κόσμο ὅμως ὑπάρχει ἀπιστία. Καὶ μερικοί, ἐκμεταλλευόμενοι ἕνα κενὸ
ποὺ νομίζουν πὼς βρῆκαν στὰ Εὐαγγέλια, τὴν ἀπουσία δηλαδὴ πληροφοριῶν
ἀπὸ τὴν παιδικὴ μέχρι τὴν ὥριμη ἡλικία τοῦ Χριστοῦ ὅταν βαπτίσθηκε στὸν
Ἰορδάνη, λένε· Ποῦ ἦταν ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὰ δώδεκα μέχρι τὰ τριάντα του
χρόνια;
Καὶ πλάθοντας μύθους μὲ τὴ νοσηρὰ φαντασία τους, λένε πὼς ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν στὴν Παλαιστίνη, ἀλλὰ πῆγε στὶς Ἰνδίες, κ᾽ ἐκεῖ διδάχθηκε ὅσα ἔκανε κατόπιν. Ἔτσι λένε, γιὰ νὰ μειώσουν τὸ θεανδρικό του πρόσωπο.
Καὶ πλάθοντας μύθους μὲ τὴ νοσηρὰ φαντασία τους, λένε πὼς ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν στὴν Παλαιστίνη, ἀλλὰ πῆγε στὶς Ἰνδίες, κ᾽ ἐκεῖ διδάχθηκε ὅσα ἔκανε κατόπιν. Ἔτσι λένε, γιὰ νὰ μειώσουν τὸ θεανδρικό του πρόσωπο.
Τί ἀπαντοῦμε;
Δὲν ὑπάρχει κενό. Τὰ Εὐαγγέλια λένε καθαρά, ὅτι κατὰ τὸ ἐπίμαχο αὐτὸ διάστημα ὁ Χριστὸς ἔζησε ὡς παιδὶ μιᾶς φτωχῆς πολυτέκνου οἰκογενείας, τοῦ ξυλουργοῦ Ἰωσήφ, κι ὅτι ἐργαζόταν στὸ ξυλουργεῖο γιὰ τὸν ἐπιούσιο ἄρτο (βλ. Ματθ. 13,55. Μᾶρκ. 6,3). Ἐργάτης ἦταν καὶ γνήσιος φίλος τῶν ἐργαζομένων. Τὰ χέρια του, ποὺ εὐλόγησαν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ θεράπευσαν ἀρρώστους καὶ θώπευσαν τὰ κεφάλια ἀθῴων παιδιῶν καὶ τέλος καρφώθηκαν στὸ σταυρό, ἦταν χέρια ἐργάτου.
Δὲν ὑπάρχει κενό. Τὰ Εὐαγγέλια λένε καθαρά, ὅτι κατὰ τὸ ἐπίμαχο αὐτὸ διάστημα ὁ Χριστὸς ἔζησε ὡς παιδὶ μιᾶς φτωχῆς πολυτέκνου οἰκογενείας, τοῦ ξυλουργοῦ Ἰωσήφ, κι ὅτι ἐργαζόταν στὸ ξυλουργεῖο γιὰ τὸν ἐπιούσιο ἄρτο (βλ. Ματθ. 13,55. Μᾶρκ. 6,3). Ἐργάτης ἦταν καὶ γνήσιος φίλος τῶν ἐργαζομένων. Τὰ χέρια του, ποὺ εὐλόγησαν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ θεράπευσαν ἀρρώστους καὶ θώπευσαν τὰ κεφάλια ἀθῴων παιδιῶν καὶ τέλος καρφώθηκαν στὸ σταυρό, ἦταν χέρια ἐργάτου.
Ἕνας Βιεννέζος ζωγράφος
τὸν ζωγράφισε στὸ ξυλουργεῖο κοντὰ στὸν δίκαιο Ἰωσήφ, μὲ τὸ πριόνι στὸ
χέρι, καὶ δίπλα ἡ Παναγία νὰ γνέθῃ μὲ τὴ ῥόκα. Ἡ εἰκόνα αὐτὴ θὰ ἔπρεπε
νὰ κοσμῇ ὅλα τὰ ἐργατικὰ κέντρα.
Ἀπόδειξις ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἔλειψε ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ εἶνε καὶ ἡ ὀνομασία «Ναζωραῖος» ποὺ τοῦ ἔδωσαν οἱ ἐχθροί του ὅταν τὸν σταύρωσαν (Ἰω. 18,5,7· 19,19). Ἰσχυρότερη ὅμως ἀπόδειξι εἶνε αὐτὰ ποὺ ἔλεγαν οἱ συγχωριανοί του ὅταν ἐκεῖνος ἄρχισε νὰ διδάσκῃ καὶ νὰ θαυματουργῇ· «Πῶς οὗτος γράμματα οἶδε μὴ μεμαθηκώς;» (Ἰω. 7,15). Ἀποροῦσαν πῶς ξέρει γράμματα, ἀφοῦ δὲν πῆγε σχολεῖο· διότι ἤξεραν τὴ ζωή του. Ὅπως γιὰ μένα, ἂν πᾶτε στὸ χωριό μου καὶ ρωτήσετε, τὰ ξέρουν ὅλα καὶ θὰ σᾶς τὰ ποῦν· ἐξ αἰτίας μου ἔμαθαν καὶ τὴ Φλώρινα. Ποιός ἄλλος λοιπὸν γνωρίζει τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ὅσο οἱ πατριῶτες του; Ἂν εἶχε λείψει, θὰ τὸ ἤξεραν πρῶτοι αὐτοί. Οἱ Ναζαρηνοὶ εἶνε μάρτυρες, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἐκπαιδεύθηκε σὲ καμμιά σχολή. Σ᾽ αὐτόν, ὅπως λέει ἡ Γραφή, «κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς» (Κολ. 2,9· βλ. καὶ 1,19).
Ἀπόδειξις ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἔλειψε ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ εἶνε καὶ ἡ ὀνομασία «Ναζωραῖος» ποὺ τοῦ ἔδωσαν οἱ ἐχθροί του ὅταν τὸν σταύρωσαν (Ἰω. 18,5,7· 19,19). Ἰσχυρότερη ὅμως ἀπόδειξι εἶνε αὐτὰ ποὺ ἔλεγαν οἱ συγχωριανοί του ὅταν ἐκεῖνος ἄρχισε νὰ διδάσκῃ καὶ νὰ θαυματουργῇ· «Πῶς οὗτος γράμματα οἶδε μὴ μεμαθηκώς;» (Ἰω. 7,15). Ἀποροῦσαν πῶς ξέρει γράμματα, ἀφοῦ δὲν πῆγε σχολεῖο· διότι ἤξεραν τὴ ζωή του. Ὅπως γιὰ μένα, ἂν πᾶτε στὸ χωριό μου καὶ ρωτήσετε, τὰ ξέρουν ὅλα καὶ θὰ σᾶς τὰ ποῦν· ἐξ αἰτίας μου ἔμαθαν καὶ τὴ Φλώρινα. Ποιός ἄλλος λοιπὸν γνωρίζει τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ὅσο οἱ πατριῶτες του; Ἂν εἶχε λείψει, θὰ τὸ ἤξεραν πρῶτοι αὐτοί. Οἱ Ναζαρηνοὶ εἶνε μάρτυρες, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἐκπαιδεύθηκε σὲ καμμιά σχολή. Σ᾽ αὐτόν, ὅπως λέει ἡ Γραφή, «κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς» (Κολ. 2,9· βλ. καὶ 1,19).
* * *
Ἐνῷ λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἐργαζόταν
στὴ Ναζαρέτ, πέραν τοῦ Ἰορδάνου ἦταν ἕνας ἄλλος ἀετὸς τοῦ πνεύματος,
«ἄγγελος» ἐπίγειος ὅπως τὸν ὑμνεῖ ἡ Ἐκκλησία μας (δοξαστ. αἶν.), ὁ
Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος.
Κατὰ σάρκα ἦταν ἐξάδελφος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ζοῦσε
ἀσκητικά. Τὸ ροῦχο του ἦταν ἀπὸ τρίχες καμήλας καὶ στὴ μέση φοροῦσε
ζώνη ἀπὸ δέρμα. Τροφή του ἦταν χορτάρια, «ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριον»
(Ματθ. 3,4. Μᾶρκ. 1,6).
Ποτό του ἦταν τὸ νερό· ἔσκυβε καὶ ἔπινε μὲ τὶς
φοῦχτες ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη. Στρῶμα του ἡ ἀμμουδιά, στέγη του τὰ ἄστρα, καὶ
συντροφιά του τὰ θηρία – ποὺ συχνὰ ἀποδεικνύονται πιὸ ἥμερα ἀπὸ τοὺς
ἀνθρώπους.
Ἔτσι ἔζησε μέσ᾿ στὴ φύσι κ᾽ ἐκεῖ ἐκπαιδεύθηκε.
Ἔτσι ἔζησε μέσ᾿ στὴ φύσι κ᾽ ἐκεῖ ἐκπαιδεύθηκε.
Καὶ κάποια μέρα
ὁ Ἰωάννης πῆρε ἐντολὴ νὰ κηρύξῃ. Ἔστησε τὸ βῆμα του στὴν ὄχθη καὶ
ἄρχισε.
Τὸ κήρυγμά του δὲν ἦταν σὰν τὰ συνηθισμένα· ἦταν κεραυνὸς –
ἀστροπελέκι.
Στοὺς πλουσίους ἔλεγε· Ἀπ᾿ ὅ,τι ἔχετε, μοιράστε τὰ μισά.
Στοὺς τελῶνες ἔλεγε· Μὴν εἰσπράττετε τίποτα πέρα ἀπ᾽ τὸ νόμιμο.
Στοὺς
στρατιωτικοὺς δὲν ἔλεγε, ῾Ρίξτε τὰ ὅπλα, ἀλλά, Μὴ χρησιμοποιεῖτε βία.
Στοὺς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους ἔλεγε· «Γεννήματα ἐχιδνῶν» – παιδιὰ τῆς
ὀχιᾶς, ἄσπλαχνοι καὶ ἄστοργοι, πῶς θὰ ξεφύγετε ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ;
«Ποιήσατε οὖν καρπὸν ἄξιον τῆς μετανοίας» (Ματθ. 3,7-8)· μετανοῆστε καὶ
κλάψτε.
Καλοῦσε ὅλους σὲ «βάπτισμα μετανοίας» (Μᾶρκ. 1,4), ποὺ θὰ προετοίμαζε τὶς ψυχὲς γιὰ τὸ χριστιανικὸ ἅγιο βάπτισμα.
Καλοῦσε ὅλους σὲ «βάπτισμα μετανοίας» (Μᾶρκ. 1,4), ποὺ θὰ προετοίμαζε τὶς ψυχὲς γιὰ τὸ χριστιανικὸ ἅγιο βάπτισμα.
* * *
Σὰν μαγνήτης ὁ Πρόδρομος εἵλκυε
τὰ πλήθη, ἡ ἔρημος ἔγινε πόλις. Μέσα στοὺς χιλιάδες ἀνεπισήμους νά καὶ
κάποιος ἄγνωστος, ἕνας μαραγκὸς ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ. Ἦταν ὁ Ἰησοῦς ὁ
Ναζωραῖος, ὁ ἐξάδελφος τοῦ Βαπτιστοῦ.
Δὲν τὸν εἶχε δεῖ ποτέ· αὐτὸς ἔμενε
στὴν πόλι, ἐνῷ ὁ Ἰωάννης στὴν ἔρημο. Τὸν εἶδε ἐκεῖ καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ
ἅγιο τοῦ λέει· Αὐτὸς εἶνε «ὁ βαπτίζων ἐν Πνεύματι ἁγίῳ» (Ἰω. 1,33).
–Ἦλθα, λέει, νὰ βαπτιστῶ. –Ἐσύ; ἐγὼ ἔχω ἀνάγκη νὰ βαπτιστῶ ἀπὸ σένα.
–Ἦλθα, λέει, νὰ βαπτιστῶ. –Ἐσύ; ἐγὼ ἔχω ἀνάγκη νὰ βαπτιστῶ ἀπὸ σένα.
–«Ἄφες ἄρτι» – ἄσε τώρα τὶς ἀντιρρήσεις, τοῦ λέει ὁ Ἰησοῦς· ἔτσι
πρέπει νὰ κάνω γιὰ νὰ τηρήσω κάθε θεία ἐντολή (Ματθ. 3,14-15). Ἐπέμενε,
καὶ βαπτίστηκε.
Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ βάπτισμα ὁ Χριστός;
Ἐμεῖς βαπτιζόμαστε διότι εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἀλλὰ ἐκεῖνος εἶνε ὁ μόνος
ἀναμάρτητος. Τὸ λέει αὐτὸ σήμερα τὸ εὐαγγέλιο· τὸ προσέξατε;
Ἔχει μία
λέξι μὲ μεγάλη σημασία.
Πῶς γινόταν τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου· ὅσοι
πήγαιναν ἀναγνώριζαν τὰ σφάλματά τους, μετανοοῦσαν, ἔμπαιναν στὸ νερό,
καὶ τί ἔκαναν· ἐξωμολογοῦντο, καὶ ἔμεναν ἐκεῖ ὅσο διαρκοῦσε ἡ
ἐξομολόγησι, ἄλλος λίγο – ἄλλος πολύ.
Μόνο ὁ Χριστός, μόλις μπῆκε
ἀμέσως βγῆκε.
Βγῆκε «εὐθὺς» –νά ἡ σπουδαία λέξις– ὅπως λέει σήμερα τὸ
εὐαγγέλιο, βγῆκε «εὐθέως» ἀπ᾽ τὸ νερό (Ματθ. 3,16. Μᾶρκ. 1,10).
Γιατί
βγῆκε ἀμέσως; Διότι ὡς ἀναμάρτητος δὲν εἶχε νὰ πῇ τίποτα, δὲν εἶχε
καμμιά ἁμαρτία νὰ ἐξομολογηθῇ.
Ἐμεῖς εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ καὶ πρέπει νά ᾽χουμε συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας. Μόνο ἕνας εἶνε ὁ ἀναμάρτητος. «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός» (Φιλ. 2,11 καὶ θ. Λειτ.). Τὸ «εὐθὺς» ἐκεῖνο εἶνε καταπέλτης.
Τότε λοιπὸν γιατί βαπτίστηκε;
Ἐμεῖς εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ καὶ πρέπει νά ᾽χουμε συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας. Μόνο ἕνας εἶνε ὁ ἀναμάρτητος. «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός» (Φιλ. 2,11 καὶ θ. Λειτ.). Τὸ «εὐθὺς» ἐκεῖνο εἶνε καταπέλτης.
Τότε λοιπὸν γιατί βαπτίστηκε;
Γιὰ νὰ φανερωθῇ τὸ μέγα
μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος, Πατήρ, Υἱὸς καὶ ἅγιον Πνεῦμα – ἁγία Τριάς,
ἐλέησον τὸν κόσμον κ᾽ ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς.
* * *
Ὁ Ἰορδάνης, ἀγαπητοί μου, εἶνε
μικρὸς ποταμός. Ἀλλ᾽ ἀφ᾽ ὅτου στὰ νερά του βαπτίσθηκε ὁ Χριστός, ἔγινε
παγκόσμιος θρῦλος καὶ τρέχουν ἐκεῖ ἀπ᾿ ὅλα τὰ μέρη. Καλὴ συνήθεια, δὲν
τὴν κατηγορῶ. Ἀλλὰ τὸ νερὸ ἐκεῖνο δὲν εἶνε τόσο σπουδαῖο.
Ὑπάρχει ἕνα
ἄλλο νερὸ ἀπείρως ἀνώτερο. Εἶνε τὸ νερὸ τοῦ βαπτίσματος. Βλέπετε τὴν
κολυμβήθρα; Νερὸ ἔχει μέσα, κοινὸ νερό. Ἀλλὰ ἀπ᾿ τὴν ὥρα ποὺ ὁ παπᾶς θὰ
βάλῃ πετραχήλι καὶ θὰ τὸ εὐλογήσῃ, τὸ νερὸ ἐκεῖνο παίρνει τὴ
«ῥαδιενέργεια» τοῦ οὐρανοῦ, τὴ χάρι τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καὶ
καθαρίζει ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἁμαρτίες.
Αὐτὸς ποὺ βαπτίζεται βγαίνει ἄγγελος
ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα, γι᾿ αὐτὸ ἐνδύεται λευκὰ κ᾽ ἡ Ἐκκλησία ψάλλει· «Ὅσοι
εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε» (Γαλ. 3,27). Μπαίνει μὲ
ῥυπωμένη ἐνδυμασία, καὶ βγαίνει μὲ βασιλικὴ ἁλουργίδα.
Αὐτὸ εἶνε τὸ βάπτισμα. Καὶ θὰ ἦταν εὐτύχημα νὰ κρατούσαμε ἀμόλυντη τὴ στολή του. Τί γίνεται ὅμως ὅταν τὴ λερώσουμε; Πάλι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲ μᾶς ἀφήνει· ὥρισε ἕνα ἄλλο βάπτισμα, ἕνα νέο λουτρό. Ποιό; Τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως.
Θὰ τὸ πῶ· εἶμαι πικραμένος. Θὰ φύγω, θὰ πάω στὸ Ἅγιο Ὄρος, θὰ βρῶ ἕνα κελλάκι νὰ πάω νὰ κλειστῶ μέσα νὰ κλάψω τὶς ἁμαρτίες μου. Σᾶς κήρυξα φλογερὰ καὶ σᾶς κάλεσα νὰ μετανοήσετε. Οἱ περισσότεροι ὅμως εἶστε ἀκόμη ἀνεξομολόγητοι. Δὲν μπορῶ νὰ ἀσκήσω βία. Ἐὰν ὅμως πᾶτε, θὰ καταλάβετε.
Αὐτὸ εἶνε τὸ βάπτισμα. Καὶ θὰ ἦταν εὐτύχημα νὰ κρατούσαμε ἀμόλυντη τὴ στολή του. Τί γίνεται ὅμως ὅταν τὴ λερώσουμε; Πάλι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲ μᾶς ἀφήνει· ὥρισε ἕνα ἄλλο βάπτισμα, ἕνα νέο λουτρό. Ποιό; Τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως.
Θὰ τὸ πῶ· εἶμαι πικραμένος. Θὰ φύγω, θὰ πάω στὸ Ἅγιο Ὄρος, θὰ βρῶ ἕνα κελλάκι νὰ πάω νὰ κλειστῶ μέσα νὰ κλάψω τὶς ἁμαρτίες μου. Σᾶς κήρυξα φλογερὰ καὶ σᾶς κάλεσα νὰ μετανοήσετε. Οἱ περισσότεροι ὅμως εἶστε ἀκόμη ἀνεξομολόγητοι. Δὲν μπορῶ νὰ ἀσκήσω βία. Ἐὰν ὅμως πᾶτε, θὰ καταλάβετε.
Γιατὶ ὁ πνευματικὸς ἀσκεῖ ἔργο ἀνώτερο τοῦ Ἰωάννου τοῦ
Προδρόμου.
Τώρα μοιάζετε σὰν κάποιον ποὺ εἶχε ἔμφραγμα καὶ τὸ ρώτησα·
–Ἐξωμολογήθηκες;
–Ὅταν ἤμουν στὸ κατηχητικό, δώδεκα χρονῶν.
–Ἀπὸ
τότε ἔχεις νὰ ἐξομολογηθῇς; Σὰ νὰ μοῦ λές, ὅτι ἀπὸ δώδεκα χρονῶν ἔχεις
ν᾿ ἀλλάξῃς ροῦχα. Ὅπως τακτικὰ κάνεις λουτρὸ καὶ ἀλλάζεις, ἔτσι κάνε καὶ
γιὰ τὴν ψυχή σου, ποὺ ὄζει – βρωμάει. Ἕνα δάκρυ μετανοίας γίνεται
Ἰορδάνης καὶ πλένει τ᾿ ἁμαρτήματα.
Κάντε ἕνα βῆμα, βρῆτε καλὸ ἐξομολόγο. Αὐτὸ ἔκανα κ᾽ ἐγώ, βρῆκα
ἕνα σεβάσμιο γέροντα καὶ ἐξομολογοῦμαι. Μὴ μείνετε ἔτσι καὶ πεθάνετε
ἀμετανόητοι. Δὲ θὰ μᾶς δικάσῃ ὁ Θεὸς διότι ἁμαρτάνουμε – τὸ ἁμαρτάνειν
εἶνε ἀνθρώπινο· θὰ μᾶς δικάσῃ διότι δὲ μετανοοῦμε.
Εὔχομαι ὁ Θεὸς διὰ πρεσβειῶν τοῦ τιμίου Προδρόμου νὰ μᾶς δώσῃ μετάνοια. Θὰ χαρῶ ἐὰν δῶ οὐρὰ στὰ ἐξομολογητήρια (τὸ ἔζησα αὐτό· θυμᾶμαι σὲ χωριὰ ποὺ ἐκήρυξα πόσοι ἔτρεχαν ὣς τὴ νύχτα νὰ ἐξομολογηθοῦν).
Εὔχομαι ὁ Θεὸς διὰ πρεσβειῶν τοῦ τιμίου Προδρόμου νὰ μᾶς δώσῃ μετάνοια. Θὰ χαρῶ ἐὰν δῶ οὐρὰ στὰ ἐξομολογητήρια (τὸ ἔζησα αὐτό· θυμᾶμαι σὲ χωριὰ ποὺ ἐκήρυξα πόσοι ἔτρεχαν ὣς τὴ νύχτα νὰ ἐξομολογηθοῦν).
Διαφορετικά, «πᾶν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς
πῦρ βάλλεται» (Ματθ. 7,19). Τσεκούρι καὶ φωτιὰ τὸ περιμένει.
Ὦ Παναγία
Δέσποινα καὶ ἅγιοι Πάντες, ποιήσατε πρεσβείαν τοῦ ἐλεηθῆναι τὰς
ψυχὰς ἡμῶν· ἀμήν.
Τα νεανικα χρονια του Χριστου
Μετὰ
τὴν γέννησι τοῦ δεσπότου Χριστοῦ ἄλλη σήμερα μεγάλη δεσποτικὴ ἑορτὴ
ἀνέτειλε, ἀγαπητοί μου· τὰ ἅγια Θεοφάνεια!
Τότε εἴδαμε τὸν Κύριο
νήπιο στὴ Βηθλεέμ, σήμερα τὸν βλέπουμε σὲ ὥριμη ἡλικία στὸν Ἰορδάνη νὰ
δέχεται τὸ βάπτισμα. Τί μεσολαβεῖ μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν δεσποτικῶν
ἑορτῶν; Στὸ ζήτημα αὐτὸ εἶνε ἀνάγκη νὰ στρέψουμε τὴν προσοχή μας.
* * *
Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μετὰ τὸν
Εὐαγγελισμὸ τῆς Παναγίας (βλ. Λουκ. 1,26-38) διηγεῖται μὲ χάρι τὰ
περιστατικὰ τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ στὴ Βηθλεὲμ καὶ τὴν προσκύνησι
τῶν ποιμένων (ἔ.ἀ. 2,1-20). Περιγράφει κατόπιν τὴν περιτομή (ἔ.ἀ. 2,21),
τὴ συνήθεια δηλαδὴ τῶν Ἰσραηλιτῶν νὰ περιτέμνουν τὰ ἀρσενικὰ παιδιά
τους τὴν ὀγδόη ἡμέρα ἀπὸ τὴ γέννησι καὶ νὰ τοὺς δίνουν ὄνομα· τότε
δόθηκε στὸ Θεῖο βρέφος τὸ γλυκύτατο ὄνομα Ἰησοῦς, ποὺ σημαίνει
«Σωτήρ».
Ἐν συνεχείᾳ περιγράφει τὴν ὑπαπαντή (ἔ.ἀ. 2,22–39), ὅτι
δηλαδὴ τὴν τεσσαρακοστὴ ἡμέρα ἀπὸ τὴ Γέννησι ἡ Παρθένος ὡδήγησε στὸ ναὸ
τῶν Ἰεροσολύμων τὸ Θεῖο βρέφος, τὸ πῆρε στὴν ἀγκάλη του ὁ γέρων
Συμεὼν καὶ προφήτευσε γι᾽ αὐτὸ ὁ ἴδιος καὶ ἡ γερόντισσα Ἄννα.
Στὸ
σημεῖο αὐτὸ ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος μᾶς λέει ὅτι παρεμβάλλεται ἡ
προσκύνησις τῶν μάγων, ἡ φυγὴ τοῦ Ἰησοῦ στὴν Αἴγυπτο, ἡ σφαγὴ τῶν
νηπίων τῆς Βηθλεὲμ ἀπὸ τὸν Ἡρῴδη καὶ ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ Ἰησοῦ ἀπὸ τὴν
Αἴγυπτο στὴ Ναζαρέτ (βλ. Ματθ. 2,1-23).
Συνεχίζοντας τὴ διήγησι ὁ
εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς προσθέτει, ὅτι ὁ Ἰησοῦς σὲ ἡλικία 12 ἐτῶν πῆγε στὸ
ναὸ τοῦ Σολομῶντος ὡς προσκυνητὴς καὶ ἐπέστρεψε στὴ Ναζαρέτ, ὅπου
συνέχισε νὰ ζῇ ὑποτασσόμενος στὴν Παναγία Μητέρα καὶ τὸν νομιζόμενο
πατέρα του Ἰωσήφ (βλ. Λουκ. 2,41-52). Ἡ τελευταία πληροφορία εἶνε ὅτι,
καθὼς μεγάλωνε ὡς ἄνθρωπος, ἀπεκαλύπτετο ἡ θεία φύσις του (βλ. ἁγ.
Νεκταρίου Πενταπόλεως, Εὐαγγελικὴ ἱστορία δι᾽ ἁρμονίας τῶν ἱ.
εὐαγγελιστῶν, Ἀθῆναι 1903, σ. 34).
Ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ μέχρι τὴν ἐμφάνισι τοῦ Ἰησοῦ στὸν Ἰορδάνη
γιὰ νὰ βαπτισθῇ τὰ ἴχνη του φαίνεται νὰ χάνωνται μέσα σὲ μία Σαχάρα
σιωπῆς· ποῦ ἦταν; ἐκ πρώτης ὄψεως μένει ἡ ἐντύπωσι ὅτι ὑπάρχει κενό.
Εἶνε ἔτσι;
Τὸ νομιζόμενο κενὸ
ἐκμεταλλεύονται μερικοὶ ἐχθροὶ τῆς πίστεώς μας καὶ ἰσχυρίζονται μὲ τὴ
φαντασία τους, ὅτι δῆθεν ὁ Ἰησοῦς μετὰ τὸ 12ο ἔτος του ἔφυγε, πῆγε στὶς
Ἰνδίες, κάθησε ἐκεῖ χρόνια, μαθήτευσε κοντὰ σὲ δασκάλους τοῦ
ἰνδουϊστικοῦ μυστικισμοῦ, ἔμαθε μαγικὲς μεθόδους καὶ πῆρε διδάγματα,
καὶ ἔτσι ἔδρασε ὅταν ἔγινε 30 ἐτῶν.
Ψέμα ὅλα αὐτά, πλαστογραφία,
παραμύθι· ἡ φαντασία αὐτὴ δὲν στηρίζεται πουθενά. Ἀντιθέτως, τὸ
Εὐαγγέλιο ἔχει πληροφορίες, ποὺ καλύπτουν τὸ διάστημα αὐτό. Δὲν ὑπάρχει
κενό.
Θὰ μοῦ ἐπιτραπῇ ν᾽ ἀναφέρω ἕνα παράδειγμα. Ἐγὼ κατάγομαι ἀπὸ
ἕνα χωριὸ τῆς νήσου Πάρου τῶν Κυκλάδων. Ἂν πᾶτε στὸ χωριό μου καὶ
ρωτήσετε, ξέρουν ὅλοι, ὅτι ἐκεῖ ἤμουν μικρὸ παιδὶ καὶ πῆγα στὸ
δημοτικὸ σχολεῖο· μετὰ ἔφυγα, πῆγα στὴν Ἀθήνα, σπούδασα θεολογία, ἔγινα
ἱεροκήρυκας καὶ κήρυξα σὲ διάφορες πόλεις. Αὐτὸ συμβαίνει σὲ κάθε χωριό.
Ἔτσι καὶ στὸ χωριὸ τοῦ Χριστοῦ, τὴ Ναζαρέτ, ὁ Ἰησοῦς ἦταν γνωστός. Ἂν ἔφευγε καὶ ἔλειπε χρόνια στὸ ἐξωτερικό, οἱ πρῶτοι ποὺ θὰ τὸ ἤξεραν θὰ ἦταν οἱ χωριανοί του.
Ἔτσι καὶ στὸ χωριὸ τοῦ Χριστοῦ, τὴ Ναζαρέτ, ὁ Ἰησοῦς ἦταν γνωστός. Ἂν ἔφευγε καὶ ἔλειπε χρόνια στὸ ἐξωτερικό, οἱ πρῶτοι ποὺ θὰ τὸ ἤξεραν θὰ ἦταν οἱ χωριανοί του.
Τί λένε λοιπὸν αὐτοὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς
μεγάλος, σὲ ἡλικία 30 ἐτῶν, διδάσκει στὴ συναγωγή τους; Μένουν
κατάπληκτοι καὶ διερωτῶνται· Αὐτὸς δὲν εἶνε «ὁ τέκτων» (ὁ μαραγκός);
αὐτὸς δὲν εἶνε «ὁ υἱὸς τοῦ τέκτονος» (ὁ γυιὸς τοῦ μαραγκοῦ) καὶ τῆς
Μαριάμ; (Μᾶρκ. 6,2-3· Ματθ. 13,54-55); Ποῦ βρέθηκε σ᾽ αὐτὸν τέτοια σοφία
καὶ δύναμι;
Καὶ μόνο οἱ χωριανοί του;
Καὶ μόνο οἱ χωριανοί του;
Οἱ Ἰουδαῖοι ἐν γένει, φίλοι καὶ
ἐχθροί, ὅλοι τὸν ἤξεραν καὶ τὸν ἔλεγαν «Ναζωραῖον» (Λουκ. 18,37. Ἰω.
18,5,7· 19,19). Καὶ στὰ Ἰεροσόλυμα, ὅταν τὸν ἀκοῦνε νὰ διδάσκῃ στὸ ναό,
ἀποροῦν· «Πῶς οὗτος γράμματα οἶδε μὴ μεμαθηκώς;» (Ἰω. 7,15), ἀπὸ ποῦ
ἔμαθε αὐτὸς τὰ γράμματα, ἀφοῦ δὲν πῆγε σὲ σχολεῖο; – τὸ λένε μὲ
βεβαιότητα. Αὐτὸ τὸ χωρίο, Ἰωάννου 7,15, εἶνε καταπέλτης κατὰ τῆς
θεωρίας αὐτῆς.
* * *
Στὸ ἐρώτημα, τί ἔκανε σὲ ὅλο
αὐτὸ τὸ διάστημα ὁ Χριστός, ἀπὸ 12 μέχρι 30 ἐτῶν;
Τὸ Εὐαγγέλιο μὲ λιτὲς
καὶ λακωνικὲς ἐκφράσεις του ἀπαντᾷ, ὅπως εἴδαμε. Ὁ Ναζωραῖος ἦταν φτωχὸς
ὅσο κανένας ἄλλος· δικό του δὲν εἶχε οὔτε ἕνα φλιντζάνι χῶμα, μιὰ
δραχμὴ στὴν τσέπη του δὲν εὕρισκες. Φτωχὸ τὸ σπίτι του, φτωχὴ ἡ ἁγία
Μητέρα του, φτωχὸς ὁ νομιζόμενος πατέρας του. Ἐργαζόταν λοιπὸν στὸ
ξυλουργεῖο τοῦ Ἰωσήφ. Κρατοῦσε στὰ χέρια του σφυριά, πριόνια, πλάνες.
Ἔφτειαχνε τραπέζια, καθίσματα, παράθυρα, πόρτες. Πήγαινε σὲ σπίτια καὶ
οἰκοδομές. Ἔτσι ἔβγαζε τὸ ψωμί του καὶ τὸ ψωμὶ τῆς Παναγίας μητέρας του.
Ὤ τῆς ταπεινώσεως τοῦ Θεοῦ, τῆς ταπεινώσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μὲ τὴν ὁποία ἁγίασε τὰ πάντα! Γεννήθηκε σὲ μιὰ σπηλιά, γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὴ γῆ. Κατοίκησε σὲ φτωχὸ σπιτάκι γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὶς καλύβες τῶν φτωχῶν. Γεννήθηκε ἀπὸ φτωχὴ μητέρα, γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὴν ἔντιμη φτώχεια. Γεννήθηκε σὰν βρέφος, γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὰ βρέφη. Γεννήθηκε ἀνάμεσα σὲ ζῷα, γιὰ νὰ μᾶς δείξῃ, ὅτι τὰ ζῷα εἶνε πολύτιμοι ὑπηρέτες μας ἄξιοι προστασίας. Ἔζησε κάτω ἀπὸ δύσκολες συνθῆκες, γιὰ νὰ μᾶς διδάξῃ τὴν σκληραγωγία. Διώχθηκε κ᾽ εἶνε ὁ πρῶτος πρόσφυγας καὶ φίλος τῶν προσφύγων. Ἐργάστηκε καὶ ἁγίασε τὴν ἐργασία. Μὲ τὸ παράδειγμά του δίδαξε ἐκεῖνο ποὺ θὰ γράψῃ κατόπιν ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδὲ ἐσθιέτω», ἂν κάποιος δὲν θέλῃ νὰ ἐργάζεται, αὐτὸς καὶ νὰ μὴν τρώῃ (Β΄ Θεσ. 3,10).
Ἔζησε ἀφανής. Ποιός τὸν ἤξερε, ποιός τὸν ὑπολόγιζε; Στὴν ἐποχή του, μέχρις ὅτου βγῇ στὸν δημόσιο βίο, μιλοῦσαν γιὰ τὸν Ἡρῴδη, ποὺ ντυνόταν μὲ βασιλικὴ πορφύρα καὶ ἐκινεῖτο μὲ πολυτελεῖς ἅμαξες. Μιλοῦσαν γιὰ τὸν Πόντιο Πιλᾶτο, ποὺ φοροῦσε σιδερένια πανοπλία καὶ σὰν ἐκπρόσωπος τῆς ῾Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας προκαλοῦσε φόβο καὶ τρόμο. Μιλοῦσαν γιὰ τοὺς ἀρχιερεῖς, γραμματεῖς καὶ φαρισαίους.
Ὤ τῆς ταπεινώσεως τοῦ Θεοῦ, τῆς ταπεινώσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μὲ τὴν ὁποία ἁγίασε τὰ πάντα! Γεννήθηκε σὲ μιὰ σπηλιά, γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὴ γῆ. Κατοίκησε σὲ φτωχὸ σπιτάκι γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὶς καλύβες τῶν φτωχῶν. Γεννήθηκε ἀπὸ φτωχὴ μητέρα, γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὴν ἔντιμη φτώχεια. Γεννήθηκε σὰν βρέφος, γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὰ βρέφη. Γεννήθηκε ἀνάμεσα σὲ ζῷα, γιὰ νὰ μᾶς δείξῃ, ὅτι τὰ ζῷα εἶνε πολύτιμοι ὑπηρέτες μας ἄξιοι προστασίας. Ἔζησε κάτω ἀπὸ δύσκολες συνθῆκες, γιὰ νὰ μᾶς διδάξῃ τὴν σκληραγωγία. Διώχθηκε κ᾽ εἶνε ὁ πρῶτος πρόσφυγας καὶ φίλος τῶν προσφύγων. Ἐργάστηκε καὶ ἁγίασε τὴν ἐργασία. Μὲ τὸ παράδειγμά του δίδαξε ἐκεῖνο ποὺ θὰ γράψῃ κατόπιν ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδὲ ἐσθιέτω», ἂν κάποιος δὲν θέλῃ νὰ ἐργάζεται, αὐτὸς καὶ νὰ μὴν τρώῃ (Β΄ Θεσ. 3,10).
Ἔζησε ἀφανής. Ποιός τὸν ἤξερε, ποιός τὸν ὑπολόγιζε; Στὴν ἐποχή του, μέχρις ὅτου βγῇ στὸν δημόσιο βίο, μιλοῦσαν γιὰ τὸν Ἡρῴδη, ποὺ ντυνόταν μὲ βασιλικὴ πορφύρα καὶ ἐκινεῖτο μὲ πολυτελεῖς ἅμαξες. Μιλοῦσαν γιὰ τὸν Πόντιο Πιλᾶτο, ποὺ φοροῦσε σιδερένια πανοπλία καὶ σὰν ἐκπρόσωπος τῆς ῾Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας προκαλοῦσε φόβο καὶ τρόμο. Μιλοῦσαν γιὰ τοὺς ἀρχιερεῖς, γραμματεῖς καὶ φαρισαίους.
Κανείς δὲν
μιλοῦσε γιὰ τὸν ἐργάτη τῆς Ναζαρέτ.
Καὶ ὅμως ἐκεῖνοι λησμονήθηκαν,
αὐτὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα. Γιατὶ αὐτὸς δὲν ἔχει ἁπλῶς τὴν ἀνθρώπινη
φύσι, ἔχει καὶ τὴν θεία φύσι· στὸ πρόσωπό του κατὰ ἄρρητο τρόπο
ἑνώθηκαν οἱ δύο φύσεις. Ὅπως ἡ φωτιὰ ἑνώνεται μὲ τὸν σίδηρο, καὶ ὁ
σίδηρος δὲν εἶνε πλέον σίδηρος ἀλλὰ μιὰ πυρίνη μᾶζα, κατὰ παρόμοιο
τρόπο, ὅπως διδάσκουν οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀνθρωπίνη φύσις
ἑνώθηκε μὲ τὸ πῦρ τῆς θεότητος, καὶ ἔτσι ὡς θεανδρικὸ πρόσωπο εἰσέβαλε
στὴν σκηνὴ τοῦ κόσμου, γιὰ νὰ δώσῃ τὴν λύσι στὸ δρᾶμα τῆς ἀνθρωπότητος. Ὤ
τῆς ταπεινώσεως τοῦ Χριστοῦ! Ποιός φανταζόταν, ὅτι ὁ ἐργάτης ἐκεῖνος
εἶνε ὁ Θεός; Ὤ μυστήριο ἀνέκφραστο!
Στὸ τριακοστὸ ὅμως ἔτος ἔγινε ἐμφανής. Ἦλθε στὸν Ἰορδάνη. Ἦλθε
νὰ βαπτισθῇ. Γιατί νὰ βαπτισθῇ; Ὄχι γιατὶ ἦταν ἁμαρτωλός. Ἐκεῖνος εἶνε
καθαρώτερος καὶ τῶν ἀκτίνων τοῦ ἡλίου. Βαπτίσθηκε, γιὰ νὰ γίνῃ «Τριάδος ἡ
φανέρωσις» (η΄ ᾠδ. πεζ. καν.), ἡ ἀποκάλυψις τοῦ μεγάλου μυστηρίου τοῦ
Θεοῦ. Γι᾽ αὐτὸ ἀκριβῶς ἡ σημερινὴ ἑορτὴ λέγεται Θεοφάνεια. Ἐμφανίσθηκε ὁ
Θεὸς ἐν τρισὶν ὑποστάσεσιν· ὁ Πατὴρ βεβαιῶν ἐξ οὐρανοῦ διὰ τῆς φωνῆς, ὁ
Υἱὸς βαπτιζόμενος καὶ δεχόμενος τὴν μαρτυρία τοῦ Πατρός, καὶ τὸ Πνεῦμα
τὸ ἅγιο κατερχόμενον ἐπ᾽ αὐτὸν «ἐν εἴδει (=μὲ τὴ μορφή) περιστερᾶς»
(ἀπολυτίκ.). Δὲν εἶνε περιστέρι τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, εἶνε ἄυλο· τὸ
περιστέρι εἶνε σύμβολο ἁπλῶς τῆς καθαρότητος καὶ ἁγνότητος τοῦ ἁγίου
Πνεύματος. Αὐτὸ ἑορτάζουμε.
Ὁ Χριστὸς λοιπὸν βαπτίσθηκε γιὰ νὰ γίνῃ ἡ φανέρωσις τοῦ μεγάλου
μυστηρίου τῆς Θεότητος. Βαπτίσθηκε, γιὰ νὰ δοθῇ σ᾽ αὐτὸν ἡ ἄνωθεν
πιστοποίησις τῆς ἀποστολῆς του στὸν κόσμο. Βαπτίσθηκε, γιὰ νὰ μᾶς
διδάξῃ ἐμπράκτως ὅτι χωρὶς τὸ βάπτισμα δὲν σῴζεται ὁ ἄνθρωπος.
Βαπτίσθηκε ἀκόμα, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, καὶ γιὰ νὰ ἁγιάσῃ τὰ
ὕδατα, ποὺ μολύνονται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο μὲ ἐγκλήματα.
Κακοῦργοι στὴν
Πρέσπα, ὅπως βεβαιώνουν μάρτυρες, ἔπνιξαν Ἕλληνες, ἄλλα θύματα ὁ Ἀλῆ
πασᾶς στὴ λίμνη τῶν Ἰωαννίνων, ἄλλους Ἕλληνες Χριστιανοὺς σουλτᾶνοι στὸ
Βόσπορο καὶ τὰ Δαρνανέλλια!
Γι᾽ αὐτὸ τελεῖται ὁ μέγας ἁγιασμὸς σήμερα.
Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Ὁ
Χριστὸς εἶνε Θεός! τὸ φωνάζουν τὰ ἄστρα καὶ οἱ γαλαξίες, οἱ λίμνες καὶ
οἱ ποταμοί, οἱ μάγοι καὶ οἱ ποιμένες, οἱ οὐράνιοι ἄγγελοι καὶ ὁ ἐπίγειος
ἄγγελος ὁ Ἰωάννης ὁ βαπτιστής, ἀλλὰ καὶ τὰ ἑκατομμύρια ὅλων τῶν
ἁγίων.
Ἂς τὸ ὁμολογοῦμε κ᾽ ἐμεῖς. Γιατὶ ἂν ἐμεῖς σιωπήσουμε, τότε καὶ
«οἱ λίθοι κεκράξονται» (πρβλ. Λουκ. 19,40), ὅτι «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος,
Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός· ἀμήν» (Φιλ. 2,11 καὶ θ. Λειτ.).
Δόξα τῷ Θεῷ, δόξα τῇ ἁγίᾳ Τριάδι, δόξα τῷ ἐν Ἰορδάνῃ βαπτισθέντι Χριστῷ
εἰς αἰῶνας αἰώνων! ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου