«Σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι» (Λουκ. 19,5)
Δὲν
τὸ φανταζόταν κανείς, ἀγαπητοί μου, – ποιό; ἐκεῖνο ποὺ εἶνε ἡ
σπουδαιότερη εἴδησι στὸν κόσμο καὶ ποὺ δὲν θὰ ξαναγίνῃ ποτέ· ὅτι ὁ
Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, ὅμοιος μ᾽ ἐμᾶς πλὴν τῆς ἁμαρτίας, καὶ ἦρθε στὴ γῆ
γιὰ νὰ σώσῃ τὸν ἄνθρωπο.
Ἔτσι καὶ ὁ Ζακχαῖος, ὁ ἄνθρωπος τοῦ σημερινοῦ
εὐαγγελίου, δὲν περίμενε ποτέ, ὅτι ὁ Χριστὸς θὰ
τὸν ἀξίωνε τῆς τιμῆς νὰ τὸν φιλοξενήσῃ στὸ σπίτι του.
Ὁ Ζακχαῖος ἦταν ἕνας πολὺ ἁμαρτωλός, ἄνθρωπος ποὺ τὸν βάραιναν κλοπὲς καὶ ἁρπαγές, «σεσημασμένος λωποδύτης». Ἦταν ἕνα δημόσιο σκάνδαλο. Ἡ ἁμαρτία του, φιλαργυρία καὶ πλεονεξία, ἦταν φανερή, βοῶσα καὶ κράζουσα. Ἦταν αὐτὸς μιὰ βδέλλα τῆς κοινωνίας, ἕνα κοινωνικὸ κάθαρμα.
Ὁ κόσμος τὸν ἀποστρεφόταν· τὸν ἔβλεπε σὰν ἕναν αἱμοβόρο λύκο, ποὺ πέφτει στὸ μαντρὶ καὶ ῥημάζει τὸ κοπάδι. Τί σχέσι εἶχε ὁ Ζακχαῖος μὲ τὸν Ἰησοῦ τὸ Ναζωραῖο; Καμμιά.
Καὶ ὅμως τί μυστήριο! Ὁ Χριστὸς πῆγε στὴν Ἰεριχώ, πόλι ἱερατικὴ μὲ χιλιάδες ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς, μὲ ὡραῖα σπίτια καὶ μέγαρα· κι ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ τὰ σπίτια δὲν διάλεξε κανένα ἄλλο παρὰ τὸ σπίτι αὐτοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ.
τὸν ἀξίωνε τῆς τιμῆς νὰ τὸν φιλοξενήσῃ στὸ σπίτι του.
Ὁ Ζακχαῖος ἦταν ἕνας πολὺ ἁμαρτωλός, ἄνθρωπος ποὺ τὸν βάραιναν κλοπὲς καὶ ἁρπαγές, «σεσημασμένος λωποδύτης». Ἦταν ἕνα δημόσιο σκάνδαλο. Ἡ ἁμαρτία του, φιλαργυρία καὶ πλεονεξία, ἦταν φανερή, βοῶσα καὶ κράζουσα. Ἦταν αὐτὸς μιὰ βδέλλα τῆς κοινωνίας, ἕνα κοινωνικὸ κάθαρμα.
Ὁ κόσμος τὸν ἀποστρεφόταν· τὸν ἔβλεπε σὰν ἕναν αἱμοβόρο λύκο, ποὺ πέφτει στὸ μαντρὶ καὶ ῥημάζει τὸ κοπάδι. Τί σχέσι εἶχε ὁ Ζακχαῖος μὲ τὸν Ἰησοῦ τὸ Ναζωραῖο; Καμμιά.
Καὶ ὅμως τί μυστήριο! Ὁ Χριστὸς πῆγε στὴν Ἰεριχώ, πόλι ἱερατικὴ μὲ χιλιάδες ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς, μὲ ὡραῖα σπίτια καὶ μέγαρα· κι ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ τὰ σπίτια δὲν διάλεξε κανένα ἄλλο παρὰ τὸ σπίτι αὐτοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ.
Ὅταν ὁ Χριστὸς εἶπε «Ζακχαῖε, σήμερα θὰ μείνω στὸ σπίτι σου»,
ταράχτηκαν ὅλοι. Ὅπως ταράζεται τὸ πέλαγος ὅταν φυσήξουν ἄνεμοι, ἔτσι
ἀναστατώθηκε ὅλος ἐκεῖνος ὁ λαὸς ποὺ μὲ θαυμασμὸ περικύκλωνε τὸ
Ναζωραῖο. Ὥστε λοιπόν, μουρμούριζαν, δὲν ὑπάρχουν ἄλλα σπίτια, τιμίων
καὶ εὐσεβῶν ἀνθρώπων, σπίτια ἱερέων καὶ ἀρχιερέων, γιὰ νὰ μείνῃ ὁ
Διδάσκαλος, κ᾽ ἔπρεπε νὰ μείνῃ στὸ σπίτι αὐτοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ;
Σκάνδαλο! σκανδαλίστηκαν ὅλοι καὶ ἐπέκριναν τὸν Ἰησοῦ.
Ἄχ, ἀδελφοί μου, πόσες φορὲς ἡ κρίσι τῶν ἀνθρώπων εἶνε ἐσφαλμένη! Σφάλλει ὁ κόσμος στὶς κρίσεις του. Ὑπάρχουν πέτρες ποὺ γυαλίζουν στὸν ἥλιο, ἀπὸ μακριὰ φαίνονται διαμάντια καὶ μπορεῖ μ᾽ αὐτὲς νὰ ξεγελαστῇ ἕνα παιδὶ ἢ ἕνας ἄπειρος, ἀλλὰ ὁ εἰδικὸς ποὺ τὶς παίρνει στὰ χέρια του θὰ σοῦ πῇ, ὅτι εἶνε κοινὰ γυαλιά, δὲν ἔχουν καμμιά ἀξία. Ὅπως ὑπάρχουν καὶ κάρβουνα μέσα στὰ σπλάχνα τῆς γῆς, ποὺ δὲν τοὺς δίνει κανεὶς προσοχή, ἀλλὰ μέσα στὰ κάρβουνα ἐκεῖνα ὑπάρχει πολύτιμο διαμάντι. Καὶ ὅπως κάτω ἀπὸ χώματα καὶ κοπριὲς κρύβεται πολλὲς φορὲς κάτι πολύτιμο, ἔτσι κάτω ἀπ᾽ αὐτὴ τὴν κοπριὰ –γιατὶ μιὰ κοινωνικὴ κοπριὰ ἦταν ὁ Ζακχαῖος– τὸ βλέμμα τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου, ποὺ διαπερνᾷ τὰ πάντα γιατὶ ὡς Θεὸς ἐρευνᾷ καὶ «ἐτάζει καρδίας καὶ νεφροὺς» (Ψαλμ. 7,10. Ἰερ. 17,10. Ἀπ. 2,23), διέκρινε, ὅτι κάτω ἀπὸ τὴν βρωμιὰ αὐτὴ τῆς πλεονεξίας καὶ τῆς ἁρπαγῆς κρύβεται ἕνα διαμάντι. Καὶ τώρα ἁπλώνει τὸ χέρι του ὁ Χριστὸς νὰ πάρῃ τὸ διαμάντι αὐτό, νὰ τὸ καθαρίσῃ καὶ νὰ τὸ κάνῃ ν᾽ ἀστράψῃ περισσότερο ἀπὸ τὰ ψεύτικα γυαλιὰ τῶν ἱερέων καὶ ἀρχιερέων, ποὺ πλημμύριζαν τὴν πόλι τῆς Ἰεριχοῦς.
Ἦταν διαμάντι ὁ Ζακχαῖος. Καὶ ὑπάρχουν στὴν κοινωνία αὐτή, ἀδελφοί μου, περισσότερο ἀπὸ μᾶς ποὺ κηρύττουμε καὶ περισσότερο ἀπὸ λαϊκοὺς ποὺ ἐκκλησιάζονται, ὑπάρχουν διαμάντια. Ναί, μέσα σ᾽ αὐτὸ τὸ κουρέλι, σ᾽ αὐτὴ τὴν πόρνη ποὺ ἐσὺ δὲν καταδέχεσαι νὰ τὴν κοιτάξῃς, μέσα στὴν κοπριὰ αὐτή, ὑπάρχει ἕνα διαμάντι, ποὺ περιμένει τὸν κατάλληλο ἄνθρωπο νὰ τὸ ἀνασύρῃ καὶ νὰ τὸ πλύνῃ γιὰ ν᾽ ἀστράψῃ. Καὶ κάτω ἀπὸ ἐκεῖνον πού ᾽νε στὶς φυλακὲς γιατὶ διέπραξε ἔγκλημα, καὶ τὸν ἐγκατέλειψαν οἱ πάντες, καὶ ἡ γυναίκα καὶ τὰ παιδιά του, καὶ δὲν θέλουν ν᾽ ἀκοῦνε τὸ ὄνομά του, μέσα σ᾽ ἐκεῖνο τὸν φυλακισμένο, στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του, ὑπάρχουν διαμάντια, ποὺ περιμένουν τὸ χέρι τὸ στοργικὸ νὰ τ᾽ ἀνασύρῃ, γιὰ νὰ λάμψουν σὰν τὸν ἥλιο. Ἔχει μυστήρια ἡ ἀνθρώπινη καρδιά. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ φαντάζουν σὰν ἅγιοι, καὶ πίσω ἀπ᾽ τὴν «ἁγιωσύνη» τους κρύβεται ἐγκληματικότης· καὶ ὑπάρχουν ἐγκληματίες, ποὺ μέσα στὶς καρδιές τους κρύβεται ἕνας ἅγιος ἐκκολαπτόμενος.
Ὁ Χριστός μας λοιπὸν διέκρινε, ὅτι ὁ Ζακχαῖος ἦταν διαμάντι· διαμάντι ἡ βαθειὰ συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητος καὶ ἡ ἀπόφασί του ν᾽ ἀλλάξῃ. Ἅμα ἔχῃς καλὴ διάθεσι!… Ἅμα δὲν ἔχῃς διάθεσι, ὅσο κι ἂν συχνάζῃς στὶς ἐκκλησίες… Ὦ ἀδελφοί μου, τί νιώθουμε ἐμεῖς; Μπαίνουμε στὴν ἐκκλησιὰ καί, ἐνῷ σείεται ὁ οὐρανὸς καὶ τ᾽ ἄστρα, μένουμε ἀναίσθητοι. Ἂν μπαίναμε μὲ πίστι, θὰ τρέμαμε. Μπορεῖ ἐσὺ νὰ ἔρχεσαι χίλιες φορὲς στὴν ἐκκλησιὰ καὶ νὰ μένῃς ἀσυγκίνητος, καὶ μπορεῖ νὰ μπῇ μιὰ πόρνη κλαίγοντας, νὰ συγκλονισθῇ ὁλόκληρη καὶ νὰ μετανοήσῃ. Ἔ, αὐτὴ ἡ πόρνη εἶνε ἀνώτερη ἀπ᾽ ὅλους ἐμᾶς, ποὺ μένουμε ἀσυναίσθητοι, μὲ τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴν ὑπερηφάνεια πὼς εἴμαστε τάχατες ἀφρόκρεμα τῆς κοινωνίας.
Ἄχ, ἀδελφοί μου, πόσες φορὲς ἡ κρίσι τῶν ἀνθρώπων εἶνε ἐσφαλμένη! Σφάλλει ὁ κόσμος στὶς κρίσεις του. Ὑπάρχουν πέτρες ποὺ γυαλίζουν στὸν ἥλιο, ἀπὸ μακριὰ φαίνονται διαμάντια καὶ μπορεῖ μ᾽ αὐτὲς νὰ ξεγελαστῇ ἕνα παιδὶ ἢ ἕνας ἄπειρος, ἀλλὰ ὁ εἰδικὸς ποὺ τὶς παίρνει στὰ χέρια του θὰ σοῦ πῇ, ὅτι εἶνε κοινὰ γυαλιά, δὲν ἔχουν καμμιά ἀξία. Ὅπως ὑπάρχουν καὶ κάρβουνα μέσα στὰ σπλάχνα τῆς γῆς, ποὺ δὲν τοὺς δίνει κανεὶς προσοχή, ἀλλὰ μέσα στὰ κάρβουνα ἐκεῖνα ὑπάρχει πολύτιμο διαμάντι. Καὶ ὅπως κάτω ἀπὸ χώματα καὶ κοπριὲς κρύβεται πολλὲς φορὲς κάτι πολύτιμο, ἔτσι κάτω ἀπ᾽ αὐτὴ τὴν κοπριὰ –γιατὶ μιὰ κοινωνικὴ κοπριὰ ἦταν ὁ Ζακχαῖος– τὸ βλέμμα τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου, ποὺ διαπερνᾷ τὰ πάντα γιατὶ ὡς Θεὸς ἐρευνᾷ καὶ «ἐτάζει καρδίας καὶ νεφροὺς» (Ψαλμ. 7,10. Ἰερ. 17,10. Ἀπ. 2,23), διέκρινε, ὅτι κάτω ἀπὸ τὴν βρωμιὰ αὐτὴ τῆς πλεονεξίας καὶ τῆς ἁρπαγῆς κρύβεται ἕνα διαμάντι. Καὶ τώρα ἁπλώνει τὸ χέρι του ὁ Χριστὸς νὰ πάρῃ τὸ διαμάντι αὐτό, νὰ τὸ καθαρίσῃ καὶ νὰ τὸ κάνῃ ν᾽ ἀστράψῃ περισσότερο ἀπὸ τὰ ψεύτικα γυαλιὰ τῶν ἱερέων καὶ ἀρχιερέων, ποὺ πλημμύριζαν τὴν πόλι τῆς Ἰεριχοῦς.
Ἦταν διαμάντι ὁ Ζακχαῖος. Καὶ ὑπάρχουν στὴν κοινωνία αὐτή, ἀδελφοί μου, περισσότερο ἀπὸ μᾶς ποὺ κηρύττουμε καὶ περισσότερο ἀπὸ λαϊκοὺς ποὺ ἐκκλησιάζονται, ὑπάρχουν διαμάντια. Ναί, μέσα σ᾽ αὐτὸ τὸ κουρέλι, σ᾽ αὐτὴ τὴν πόρνη ποὺ ἐσὺ δὲν καταδέχεσαι νὰ τὴν κοιτάξῃς, μέσα στὴν κοπριὰ αὐτή, ὑπάρχει ἕνα διαμάντι, ποὺ περιμένει τὸν κατάλληλο ἄνθρωπο νὰ τὸ ἀνασύρῃ καὶ νὰ τὸ πλύνῃ γιὰ ν᾽ ἀστράψῃ. Καὶ κάτω ἀπὸ ἐκεῖνον πού ᾽νε στὶς φυλακὲς γιατὶ διέπραξε ἔγκλημα, καὶ τὸν ἐγκατέλειψαν οἱ πάντες, καὶ ἡ γυναίκα καὶ τὰ παιδιά του, καὶ δὲν θέλουν ν᾽ ἀκοῦνε τὸ ὄνομά του, μέσα σ᾽ ἐκεῖνο τὸν φυλακισμένο, στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του, ὑπάρχουν διαμάντια, ποὺ περιμένουν τὸ χέρι τὸ στοργικὸ νὰ τ᾽ ἀνασύρῃ, γιὰ νὰ λάμψουν σὰν τὸν ἥλιο. Ἔχει μυστήρια ἡ ἀνθρώπινη καρδιά. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ φαντάζουν σὰν ἅγιοι, καὶ πίσω ἀπ᾽ τὴν «ἁγιωσύνη» τους κρύβεται ἐγκληματικότης· καὶ ὑπάρχουν ἐγκληματίες, ποὺ μέσα στὶς καρδιές τους κρύβεται ἕνας ἅγιος ἐκκολαπτόμενος.
Ὁ Χριστός μας λοιπὸν διέκρινε, ὅτι ὁ Ζακχαῖος ἦταν διαμάντι· διαμάντι ἡ βαθειὰ συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητος καὶ ἡ ἀπόφασί του ν᾽ ἀλλάξῃ. Ἅμα ἔχῃς καλὴ διάθεσι!… Ἅμα δὲν ἔχῃς διάθεσι, ὅσο κι ἂν συχνάζῃς στὶς ἐκκλησίες… Ὦ ἀδελφοί μου, τί νιώθουμε ἐμεῖς; Μπαίνουμε στὴν ἐκκλησιὰ καί, ἐνῷ σείεται ὁ οὐρανὸς καὶ τ᾽ ἄστρα, μένουμε ἀναίσθητοι. Ἂν μπαίναμε μὲ πίστι, θὰ τρέμαμε. Μπορεῖ ἐσὺ νὰ ἔρχεσαι χίλιες φορὲς στὴν ἐκκλησιὰ καὶ νὰ μένῃς ἀσυγκίνητος, καὶ μπορεῖ νὰ μπῇ μιὰ πόρνη κλαίγοντας, νὰ συγκλονισθῇ ὁλόκληρη καὶ νὰ μετανοήσῃ. Ἔ, αὐτὴ ἡ πόρνη εἶνε ἀνώτερη ἀπ᾽ ὅλους ἐμᾶς, ποὺ μένουμε ἀσυναίσθητοι, μὲ τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴν ὑπερηφάνεια πὼς εἴμαστε τάχατες ἀφρόκρεμα τῆς κοινωνίας.
Ἔφτασε, λοιπόν, μιὰ ματιὰ καὶ ἕνας λόγος τοῦ Χριστοῦ νὰ
συγκλονίσῃ τὸ Ζακχαῖο. Ὅπως ὁ μαγνήτης τραβάει τὰ ῥινίσματα τοῦ
σιδήρου, ἔτσι ὁ Χριστός, ὁ ὑπέρθειος μαγνήτης, τράβηξε τὴν ψυχή του καὶ ὁ
Ζακχαῖος πῆρε τὴ μεγάλη ἀπόφασι νὰ μετανοήσῃ.
Καὶ ἐνῷ ὅλοι τὸν
θεωροῦσαν ἁμαρτωλὸ καὶ τὸν ἀπέφευγαν, τώρα αὐτὸς ἀξιώνεται τῆς μεγάλης
τιμῆς νὰ φιλοξενήσῃ Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖον. «Θὰ μείνω στὸ σπίτι σου
σήμερα», τοῦ λέει. Μπορεῖτε νὰ φανταστῆτε τὴ σκηνή; Νάτος ὁ Χριστός·
παραβλέπει ὅλα, κτήρια, ἱερεῖς, ἀρχιερεῖς, γραμματεῖς, φαρισαίους, ὅλη
τὴν ψευδεπίπλαστη ἁγιότητα, καὶ πάει νὰ συλλάβῃ τὸ διαμάντι.
Ὅταν ἔφτασαν στὸ σπίτι, ὁ Ζακχαῖος στάθηκε στὸ κατώφλι καὶ
λέει· Κύριε, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ μπῇς μέσα· τὸ σπίτι αὐτὸ εἶνε χτισμένο
μὲ ἀδικία καὶ ἁρπαγή. Ἂν στύψῃς κάθε πέτρα του, θὰ στάξῃ αἷμα. Παίρνω
λοιπὸν σήμερα ἀπόφασι· τὴ μισὴ περιουσία μου τὴ μοιράζω στοὺς φτωχούς,
καὶ ὅσους ἀδίκησα θὰ τοὺς ἀποδώσω τετραπλάσια. Νά τὸ διαμάντι. Πολλοὶ
λένε «Μετανοοῦμε». Ποιός παίρνει μιὰ τέτοια ἀπόφασι, ὄχι μὲ λόγια ἀλλὰ
μὲ ἔργα;
Καὶ τότε ὁ Χριστός, ποὺ εἶδε τέτοια μετάνοια, ὕψωσε τὰ χέρια
του, ποὺ θὰ καρφώνονταν στὸ σταυρό, εὐλόγησε ὅλο τὸ σπίτι, σὲ βορρᾶ
καὶ νότο, δύσι καὶ ἀνατολή, τὸ σπίτι τὸ στοιχειωμένο ποὺ κατοικοῦσαν
δαίμονες, ἔδιωξε ὅλα τὰ δαιμόνια ἀπὸ ᾽κεῖ μέσα, καὶ λέει· «Σήμερον
σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο» (Λουκ. 19,9)· σωτηρία σ᾽ ἐσένα, στὴ
γυναῖκα καὶ στὰ παιδιά σου. Εὐλογημένος νά ᾽σαι, Ζακχαῖε!
* * *
Σταματῶ ἐδῶ, ἀγαπητοί μου.
Ἐπιθυμῶ, ταπεινὸς καὶ ἐλάχιστος ἐγὼ λειτουργὸς τοῦ Κυρίου, νὰ διαβιβάσω
καὶ σ᾽ ἐσᾶς τὴν πρόσκλησι ἐκείνη Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου. Ἡ πρόσκλησις
λέει· «Σήμερα θὰ μείνω στὸ σπίτι σας». Ἀπευθύνεται σὲ ὅλους,
ἰδιαιτέρως στοὺς οἰκογενειάρχες ὅπως ὁ Ζακχαῖος. Ὅπως ἐκεῖνος δέχτηκε
τὸ Χριστὸ καὶ τὸ σπίτι του ἀπὸ κόλασι ἔγινε παράδεισος, ἔτσι σήμερα
προσκαλεῖ κ᾽ ἐσᾶς.
Σκεφθῆτε τί τιμή! Τί θὰ κάνατε, ἀγαπητοί μου, ἂν σᾶς ἐρχόταν
ἀπὸ τὸ αὐλαρχεῖο μήνυμα, ὅτι σήμερα θὰ ἔρθῃ στὸ σπίτι σας ὁ ἀνώτατος
ἄρχων; Θὰ κάνατε ν᾽ ἀστράφτουν τὰ πάντα. Ἀλλὰ τί εἶνε κι αὐτός; Ἄνθρωπος
εἶνε. Τί πρέπει λοιπὸν νὰ κάνουμε ἡμεῖς, ὅταν ἀκοῦμε στὴν θεία
λειτουργία «…Ὡς τὸν βασιλέα τῶν ὅλων ὑποδεξόμενοι»(θ. Λειτ., χερουβ.
ὕμν.); Αὐτὴ εἶνε ἡ γενικὴ πρόσκλησίς του σὲ ὅλους.
Κάνει ὅμως καὶ ἰδιαίτερη πρόσκλησι στὸν καθένα καὶ λέει· Σήμερα θὰ ἔλθω στὸ σπίτι σας. Κ᾽ ἐγὼ ἐρωτῶ· εἶστε προετοιμασμένοι νὰ τὸν δεχθῆτε; Δὲν θέλει ὁ Χριστὸς πολυτέλειες· ζητάει νὰ βρῇ μετάνοια. Καὶ ἂν ὁ Χριστὸς ἔρθῃ, ἐρωτῶ· θὰ μποροῦσε ἆραγε νὰ μείνῃ στὸ σπίτι μας; Ὦ ἀδελφοί μου, ἂς ποῦμε ὠμὴ τὴν ἀλήθεια.
Κάνει ὅμως καὶ ἰδιαίτερη πρόσκλησι στὸν καθένα καὶ λέει· Σήμερα θὰ ἔλθω στὸ σπίτι σας. Κ᾽ ἐγὼ ἐρωτῶ· εἶστε προετοιμασμένοι νὰ τὸν δεχθῆτε; Δὲν θέλει ὁ Χριστὸς πολυτέλειες· ζητάει νὰ βρῇ μετάνοια. Καὶ ἂν ὁ Χριστὸς ἔρθῃ, ἐρωτῶ· θὰ μποροῦσε ἆραγε νὰ μείνῃ στὸ σπίτι μας; Ὦ ἀδελφοί μου, ἂς ποῦμε ὠμὴ τὴν ἀλήθεια.
Ἂν ἔρθῃ ὁ Χριστὸς στὸ σπίτι μας,
τί θὰ βρῇ; Πράγματα ἀντίθετα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ δίδαξε. Τὸ πρωὶ μόλις
ξυπνήσουν δὲν κάνουν προσευχή. Τὸ μεσημέρι δὲν κάνουν τὸ σταυρό τους στὸ
τραπέζι. Τὸ βράδυ τὸ ἀντρόγυνο πέφτει γιὰ ὕπνο ὅπως τὰ ζῷα. Τὴν
Κυριακή, ἐνῷ χτυπᾶνε καμπάνες, στὸ σπίτι κοιμοῦνται ἀναίσθητοι ἢ
σηκώνονται νωρὶς ὄχι γιὰ τὴν ἐκκλησία ἀλλὰ γιὰ ἐκδρομές. Τὰ παιδιὰ
κρατοῦν στὰ χέρια τους ὄχι τὸ Εὐαγγέλιο ἀλλὰ ἄθλια ἔντυπα. Ὅλοι
παρακολουθοῦν διαφόρους σταθμοὺς ποὺ μολύνουν αὐτιὰ καὶ μάτια, ψυχὲς
καὶ κορμιά. Τί ἄλλο θά ᾽βλεπε;… Σέβομαι, ἀποσιωπῶ, δὲν θέλω νὰ μιλήσω
πιὸ τολμηρά.
Στὸ σπίτι τὸ ἑλληνικό, ποὺ ἄλλοτε μύριζε θυμάρι καὶ λιβάνι σὰν
νά ᾽ταν ἐκκλησιά, ὁ Χριστὸς σήμερα βλέπει κι ἀκούει πράγματα ποὺ οἱ
ἄγγελοι καλύπτουν τὰ πρόσωπα ἀπὸ ντροπὴ καὶ κλείνουν τ᾽ αὐτιὰ ἀπὸ φρίκη
γιὰ τὸ λεξιλόγιο καὶ τὶς βλαστήμιες. Πῶς νὰ μείνῃ στὰ σπίτια αὐτά; Βάζω
στοίχημα ἂν μέσα σὲ χίλιες οἰκογένειες ὑπάρχῃ μία ποὺ νὰ τὸν πιστεύῃ,
νὰ τὸν ἀγαπᾷ καὶ νὰ τὸν λατρεύῃ.
Γι᾽ αὐτὸ φεύγει ὁ Χριστός, ἡ χάρις καὶ
ἡ δύναμί του.
Δὲν μᾶς ἔχει ἀνάγκη ὁ Χριστός· ἐμεῖς ἔχουμε τὴν ἀνάγκη του. Σπίτι ποὺ πάει κόντρα μὲ τὸ Χριστό, θὰ γίνῃ στάχτη· σπίτι ποὺ ἔχει τὸ Χριστὸ μαζί του, εἶνε εὐλογημένο ἀπὸ τὸ Θεό, τοῦ ὁποίου ἡ δόξα καὶ ἡ εὐλογία ἂς εἶνε μαζί σας.
Δὲν μᾶς ἔχει ἀνάγκη ὁ Χριστός· ἐμεῖς ἔχουμε τὴν ἀνάγκη του. Σπίτι ποὺ πάει κόντρα μὲ τὸ Χριστό, θὰ γίνῃ στάχτη· σπίτι ποὺ ἔχει τὸ Χριστὸ μαζί του, εἶνε εὐλογημένο ἀπὸ τὸ Θεό, τοῦ ὁποίου ἡ δόξα καὶ ἡ εὐλογία ἂς εἶνε μαζί σας.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἐλευθερίου Γκύζη – Ἀθηνῶν τὴν 29-1-1967 τὸ πρωί.augoustinos-kantiotis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου