Τετάρτη 2 Αυγούστου 2017

Ποιος κυβερνά τις Ηνωμένες Πολιτείες;




Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου*


«Υπήρχαν πάντα δύο CIA. Η κανονική, που αναλύει την πραγματικότητα για να ενημερώσει την ηγεσία των ΗΠΑ και η … άλλη, που φτιάχνει την πραγματικότητα που χρειάζεται για να δικαιολογηθεί μια πολιτική».
Ο άνθρωπος που μας τα λέει αυτά δεν είναι τυχαίος.
Πρώην ανώτερος αναλυτής της CIA, ο Ray McGovern ήταν ο άνθρωπος που
ενημέρωνε πέντε διαδοχικούς Αμερικανούς Προέδρους για αυτά που έπρεπε να γνωρίζουν για το τι έκανε και τι σχεδίαζε η Μόσχα.

Οι ΗΠΑ είναι μια παγκόσμια υπερδύναμη, με τη δυνατότητα να καταστρέψει τον πλανήτη σε μερικές ώρες.
Το ποιος ελέγχει πραγματικά το κράτος αυτό, το πως και από ποιόν παίρνονται για παράδειγμα αποφάσεις όπως η επίθεση κατά της Συρίας του Άσαντ ή οι απειλές πολέμου κατά της Βορείου Κορέας τον περασμένο Απρίλιο, είναι ένα θέμα ζωτικής, παγκόσμιας σημασίας.

Πολύ περισσότερο σε μια εξαιρετικά χαοτική διεθνή κατάσταση, όπου τίποτα δεν μοιάζει σταθερό, όπου έντονες φήμες κάνουν λόγο για πιθανό νέο πόλεμο στον Λίβανο, ενώ δεν μπορεί να αποκλεισθεί νέο πραξικόπημα στην Τουρκία ή άλλες, πολύ «απρόβλεπτες» εξελίξεις στην Ανατ. Μεσόγειο.
 Την ίδια στιγμή, οι σχέσεις των δύο πυρηνικών υπερδυνάμεων είναι σε ένα από τα χειρότερα σημεία της ιστορίας τους και δεν υφίσταται το πλαίσιο και οι κώδικες συνεννόησης του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ τους.

Από το Commentary στους Νεοσυντηρητικούς
Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου αίφνης, ένα ιδεολογικό ρεύμα γύρω από το περιοδικό Commentary, εργαζόταν συστηματικά για να υπερμεγενθύνει τη «σοβιετική απειλή», παραποιώντας τα στοιχεία γύρω από το σοβιετικό οπλοστάσιο για να υπονομεύσει όλα τα σχέδια ύφεσης και κάποιας συνεννόησης μεταξύ των υπερδυνάμεων και να προετοιμάσει αν ήταν δυνατό, ακόμα και ένα αιφνιδιαστικό πρώτο πλήγμα εναντίον των Σοβιετικών. Ήταν πραγματικά πρόσωπα, οι εκπρόσωποί του, που ενέπνευσαν τον σκηνοθέτη Στάνλευ Κούμπρικ στην κλασική παρωδία του, μεγαλοφυή ανατομία της ψυχολογίας της πυρηνικής αντιπαράθεσης, το «Dr. Strangelove» («ΣΟΣ Πεντάγωνο καλεί Μόσχα», στα ελληνικά).
Στα καθ΄ ημάς, πολλοί εκτιμούν ότι διάφορα γεγονότα όπως η επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας του 1967 στην Ελλάδα και ιδίως το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο, το 1974, υπό τη γενική διεύθυνση του Χένρι Κίσσινγκερ, ήταν επίσης έργο μιας ριζοσπαστικής «φράξιας» στο εσωτερικό της υπερδύναμης. Τα προβλήματα ιδίως του Νίξον με το Watergate επέτρεψαν στον Κίσσινγκερ να «ασχοληθεί» με την Κύπρο χωρίς ουσιαστικό έλεγχο και με τα αποτελέσματα που γνωρίζουμε.

Πάντα βέβαια, υπήρχε και το plan Β της Αυτοκρατορίας.
Η χρήση δηλαδή της απειλής για να οδηγήσει τους αντιπάλους της στις επιθυμητές από την ίδια αντιδράσεις.
Λέγοντας ότι θα πατήσει ένα κουμπί και θα εξαφανίσει την «Αυτοκρατορία του Κακού», ο Ρήγκαν δημιουργούσε, όπως ξέρουμε εκ των υστέρων, τις συνθήκες για να επηρεαστούν προς την επιθυμητή κατεύθυνση οι σοβιετικοί μεταρρυθμιστές, μια στρατηγική που απέδωσε απρόβλεπτα ακόμα και για τους εμπνευστές της αποτελέσματα, προκαλώντας την τελική κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.
Αυτή, λένε ορισμένοι μελετητές του, είναι και η αγαπημένη μέθοδος του Χένρι Κίσσινγκερ, του δολοφόνου της Κύπρου, που είναι και σήμερα μια πολύ ισχυρή φιγούρα στην αμερικανική εξωτερική πολιτική και στις διεθνείς υποθέσεις.
Χρησιμοποιεί ενσυνειδήτως την παραφροσύνη και τον παραλογισμό για να «ζαλίσει» και να τρομάξει τους αντιπάλους του, φέρνοντάς τους στο σημείο που εκείνος επιθυμεί.
Ενα «μοντέλο» που είδαμε να εφαρμόζεται τον περασμένο Απρίλιο, άγνωστο ποίου τη εμπνεύσει, από τον Πρόεδρο Τραμπ, με τον βομβαρδισμό του Άσαντ και τις έμμεσες ή άμεσες πολεμικές απειλές κατά της Ρωσίας, της Κορέας και της Κίνας.

Πολλοί περίμεναν ότι η πτώση της ΕΣΣΔ, το 1989-91, θα οδηγούσε σε παρακμή τέτοια ρεύματα, σε ένα είδος «Τέλους της Ιστορίας», περιλαμβανομένων των μεγάλων αντιπαραθέσεων  που Εικοστού Αιώνα, δίκης Καντιανής «Διαρκούς Ειρήνης».
Το αντίθετο όμως συνέβη.
Η εξαφάνιση του «Μεγάλου Εχθρού», απλώς οδήγησε σε αποχαλίνωση αυτά τα ρεύματα, που επανεμφανίζονται με τη μορφή του Νεοσυντηρητισμού και που τα βρίσκει κανείς και πάλι παρόντα και κυρίαρχα στην αμερικανική εξωτερική πολιτική.

Ένας Ιμπεριαλισμός της Καταστροφής
Τα σχέδια των Νεοσυντηρητικών είναι γνωστά και δημοσιοποιημένα εδώ και δεκαετίες. Περιλαμβάνουν την αλλαγή καθεστώτος σχεδόν όλων των κρατών της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Κορέας, ενώ στην πορεία προσετέθησαν και οι «επιχειρήσεις» κατά της Ρωσίας, βαθιά στο εσωτερικό της πρ. ΕΣΣΔ (Γεωργία το 2008, Ουκρανία το 2013). Ούτως ή άλλως όμως, και ευθύς εξ αρχής, τα σχέδια αυτά αν ήταν άμεσα ένας πόλεμος κατά του ισλαμικού κόσμου, εμμέσως πλην σαφώς ήταν και μια άσκηση πλανητικής αυτοκρατορικής εξουσίας, με αποδέκτες τη Μόσχα, το Πεκίνο και … όλους τους υπόλοιπους. Πας μη μεθ’ ημών, καθ’ ημών, ήταν το δόγμα του Μπους του νεότερου.
Η κατίσχυση των νεοσυντηρητικών στην Ουάσιγκτον, αλλά και άλλα διεθνή κέντρα όπως το Παρίσι (που χρησιμοποιήθηκε ιδιαιτέρως για την εκστρατεία κατά της Λιβύης) επέτρεψε να μπουν σε εφαρμογή τα σχέδια αυτά, με αποτέλεσμα την ολοσχερή ή μερική καταστροφή του Αφγανιστάν, του Ιράκ, της Λιβύης, της Συρίας, της Υεμένης, του Σουδάν, του Μαλί κλπ., τους πολέμους σε Γεωργία και Ουκρανία και την καταστροφή των σχέσεων ΕΕ και Ρωσίας. Η αντίθεση μέρους του αμερικανικού και ισραηλινού «βαθέος κράτος», του Ομπάμα και του Πούτιν, επέτρεψαν μόνο να αποτραπεί ένας πόλεμος κατά του Ιράν, που θα εξελισσόταν πιθανότατα σε πυρηνικό, όπως και μια αμερικανική μαζική στρατιωτική επέμβαση στη Συρία.

«Παρακράτος» στην υπερδύναμη!
Αυτά  όλα έγιναν δυνατά με διάφορα μέσα και ένα από αυτά ήταν η διείσδυση του νεοσυντηρητικού «Κόμματος του Πολέμου», ο «εισοδισμός» του στον ίδιο τον κυβερνητικό και κρατικό μηχανισμό των ΗΠΑ. Oι νεοσυντηρητικοί δημιούργησαν ένα κανονικό «παρακράτος» στο εσωτερικό του αμερικανικού κράτους.
 Ο ίδιος ο αρχηγός της CIA George Tennet, αναγνώρισε, καταθέτοντας στην Επιτροπή Ενόπλων Δυνάμεων της Γερουσίας ότι «μια ειδική ομάδα πληροφοριών στο Πεντάγωνο έκανε ιδιωτικά μπρήφινγκ προ του πολέμου στο Ιράκ σε ανώτερους αξιωματούχους του Λευκού Οίκου, για τις υποτιθέμενες σχέσεις του Ιράκ με την Αλ Κάιντα, χωρίς να το γνωρίζει ο Διευθυντής της CIA.
Οπως σημείωσε ο δημοσιογράφος Greg Miller των Los Angeles Times (9.3.2004), «η αποκάλυψη αυτή υποδεικνύει ότι ένα αμφιλεγόμενο γραφείο στο Πεντάγωνο έπαιξε μεγαλύτερο ρόλο από ότι προηγουμένως γινόταν κατανοητό στο να διαμορφώσει τις απόψεις της κυβέρνησης για τους υποτιθέμενους δεσμούς του Ιράκ με το τρομοκρατικό δίκτυο πίσω από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και παρέκαμψε τα συνήθη κανάλια για να υποστηρίξει μια υπόθεση που ερχόταν σε σύγκρουση με τα συμπεράσματα της CIA.
Η δύναμη αυτών των μηχανισμών απεδείχθη ισχυρότατη και διαχρονική.
Αν και ο Ομπάμα εξελέγη και εξαιτίας της προσπάθειας ενός τμήματος του αμερικανικού και διεθνούς κατεστημένου να περιορίσει τον νεοσυντηρητικό εξτρεμισμό, μόνο μερικά τα κατάφερε.
Ο ίδιος ομολόγησε ότι οι επιφυλάξεις του δεν ήταν αρκετές για να μην γίνει η επέμβαση στη Λιβύη, χάρη σε μια συμμαχία της Υπουργού Εξωτερικών Κλίντον και του Νικολά Σαρκοζί, ενώ δεν μπόρεσε να κλείσει, όπως είχε ο ίδιος ανακοινώσει ότι θα κάνει, το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Γκουαντάναμο, σύμβολο για πολλούς του επερχόμενου παγκόσμιου ολοκληρωτισμού.

Κέντρα παραεξουσίας 
Μετά την εκλογή Τραμπ όλα αυτά ήρθαν ξανά δραματικά στην επικαιρότητα, καθώς η επίθεση κατά της Συρίας του Άσαντ και οι απειλές κατά της Ρωσίας και του Ιράν, όπως και οι απειλές κατά της Βορείου Κορέας, που είναι εμμέσως και απειλές κατά της Κίνας έδειξαν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια αναζωπύρωση του νεοσυντηρητικού προγράμματος σε μια ακόμα πιο ρηξικέλευθη και επικίνδυνη εκδοχή του.

Επανεμφάνιση των «παρακέντρων εξουσίας»
Όσο πιο «ριζοσπαστικό» είναι το «πρόγραμμα», τόσο πιο μεγάλη είναι και η ανάγκη να παρακάμπτονται οι συνήθεις μηχανισμοί λήψης αποφάσεων.

Μια πληθώρα αποκαλυπτικών δημοσιευμάτων από δημοσιογράφους και αναλυτές εγνωσμένου κύρους στις ΗΠΑ, αλλά και βετεράνους των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, αρχίζουν να ρίχνουν ένα μάλλον ανησυχητικό φως τους στους μηχανισμούς που παίρνουν τις κρίσιμες αποφάσεις εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής και ιδίως στον ρόλο του ειδικού προεδρικού συμβούλου για μεσανατολικά θέματα και γαμπρού του Προέδρου Τραμπ Jared Kushner.
«Ξέρει τίποτα για τις χώρες με τις οποίες ασχολείται;» ο Kushner, διερωτάται χαρακτηριστικά το πολύ γνωστό αμερικανικό περιοδικό The Nation. Αλλά ακόμα πιο αποκαλυπτικό είναι το άρθρο του έγκυρου και κριτικού αναλυτή Μάντσεν (http://www.intrepidreport.com/archives/21612),  σύμφωνα με τον οποίο ο Kushner υποστηρίζει μια ισχυρή νεοσυντηρητική ομάδα που λειτουργεί στον Λευκό Οίκο και που είναι υπεύθυνη τόσο για τις κατηγορίες εναντίον του Άσαντ ότι δήθεν χρησιμοποίησε χημικά όπλα τον Απρίλιο, όσο και για τις πρόσφατες προειδοποιήσεις της Ουάσιγκτον τη Συρία, το Ιράν και τη Ρωσία να μη χρησιμοποιήσουν χημικά, όπως δήθεν σχεδιάζουν, που προκάλεσαν την πολύ έντονη διάψευση και αντίδραση της Δαμασκού και της Μόσχας. Σημειωτέον ότι δεν έχει εμφανισθεί καμία απόδειξη για τη βασιμότητα όλων αυτών των ισχυρισμών. (http://www.intrepidreport.com/archives/21612)

Σύμφωνα με τον Mandsen, ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών Tillerson είναι έξαλλος με τον Kushner αλλά και με τον επιτελάρχη του Λευκού Οίκου Reince Priebus,  γιατί κανείς δεν τον ενημέρωσε για αυτές τις κατηγορίες και προειδοποιήσεις, ούτε και για τα στοιχεία στα οποία υποτίθεται ότι βασίζονται πριν εκδοθούν.
Σύμφωνα πάντα με το άρθρο η νεοσυντηρητική ομάδα κυρίως δρα μέσω του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας (NSC), με επικεφαλής τον υπεύθυνο πληροφοριών του Ezra Cohen-Watnick και τον Derek Harvey, τον άνθρωπο του NSC για τη Μέση Ανατολή και στενό συνεργάτη του στρατηγού Petraeus. H ομάδα αυτή χρησιμοποιεί την πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ Nikki Haley ως δημόσια εκπρόσωπό της, συχνά παρακάμπτει τον ίδιο τον McMaster και αναφέρεται απευθείας στον  Kushner.

Αν και ο Ομπάμα εξελέγη και εξαιτίας της προσπάθειας ενός τμήματος του αμερικανικού και διεθνούς κατεστημένου να περιορίσει τον νεοσυντηρητικό εξτρεμισμό, μόνο μερικά τα κατάφερε. Ο ίδιος ομολόγησε ότι οι επιφυλάξεις του δεν ήταν αρκετές για να μην γίνει η επέμβαση στη Λιβύη, χάρη σε μια συμμαχία της Υπουργού Εξωτερικών Κλίντον και του Νικολά Σαρκοζί, ενώ δεν μπόρεσε να κλείσει, όπως είχε ο ίδιος ανακοινώσει ότι θα κάνει, το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Γκουαντάναμο, σύμβολο για πολλούς του επερχόμενου παγκόσμιου ολοκληρωτισμού.

Ο Cohen-Watnick συνδέεται, σύμφωνα με το άρθρο, στενά με τον «αρχιερέα» του νεοσυντηρητισμού» Frank Gaffney και τον David Horowitz, στενό συνεργάτη του συμβούλου του Τραμπ και ενός από τους στενότερους συμμάχους του Kushner στον Λευκό Οίκο, τον Stephen Miller. Τον Cohen-Watnick τον έφερε ο Flynn στο NSC, αλλά παρέμεινε εκεί και μετά από αυτόν παρόλο που ο  McMaster ήθελε να τον αντικαταστήσει, λόγω της υποστήριξης που είχε και από τον Kushner, αλλά και επίσης από τον Miller and τον σύμβουλο του Τραμπ Sebastian Gorka.

To άρθρο του Madsen χαρακτηρίζει επίσης παράξενους τους δεσμούς του Miller με τον Αμερικανό νεοναζιστή Richard Spencer και του Gorka με ηγετικά στελέχη των Ούγγρων νεοναζιστών, τη στιγμή μάλιστα που διατηρούν και ισχυρούς δεσμούς με έντονα ανστιμουσουλμάνους και σιωνιστές νεοσυντηρητικούς όπως οι Cohen-Watnick, Gaffney και Horowitz.
 Τα σχέδια του «νεοσυντηρητικού πυρήνα φαίνεται ότι περιλαμβάνουν, κατά το άρθρο, τη συνέχιση των προσπαθειών να πληγούν από τους Αμερικανούς συριακοί στρατιωτικοί στόχοι αλλά και να επεκταθεί το «πρόγραμμα» εναντίον της Χεζμπολά, των Ιρανών Φρουρών της Επανάστασης, ακόμα και ρωσικών μονάδων στη Συρία!  Στη συνέχεια, οι αμερικανικές δυνάμεις θα πλήξουν δυνάμεις της Χεζμπολά νοτίως του ποταμού Λιτανί.
Το άρθρο προβλέπει επίσης την κρίση με το Κατάρ που σημειώθηκε στο μεταξύ.
Αλλά δεν είναι μόνο ο έλεγχος του μηχανισμού λήψης αποφάσεων που ελέγχεται από Κύριος Οίδε ποιές δυνάμεις.

Μια άλλη υπόθεση, ανέδειξε την πραγματικότητα ενός βαθμού ελέγχου, από αφανή κέντρα, των αμερικανικών και βρετανικών ΜΜΕ που δεν έχει ιστορικό προηγούμενο.
Ο δημοσιογράφος Σέιμουρ Χέρς, ο άνθρωπος που αποκάλυψε τη σφαγή του Μάι Λάι στο Βιετνάμ, παγκόσμια γνωστός και τιμημένος με το βραβείο Πούλιτζερ,  θεωρείται περίπου συνώνυμο της εγκυρότητας, το κατ' εξοχήν παράδειγμα των λαμπρότερων παραδόσεων της αμερικανικής ερευνητικής δημοσιογραφίας.
Ο Σέιμουρ Χερς υποστήριξε ότι όλη η ιστορία για χρήση πρόσφατα χημικών όπλων από τον ?Ασαντ, που δικαιολόγησε την επίθεση των ΗΠΑ κατά της Συρίας, δεν στέκεται και υποστήριξε μετά από έρευνα ότι το όλο περιστατικό οφείλεται σε συμβατικό βομβαρδισμό θέσεων τζιχαντιστών, που έπληξε δικό τους απόθεμα χημικών ουσιών που διεσπάρησαν στο περιβάλλον.
Μπορεί να είναι σωστή ή μπορεί να μην είναι η έρευνα του Χερς.
Κι όμως. Κανένα αμερικανικό ή βρετανικό main stream έντυπο δεν βρέθηκε να θέλει να δημοσιεύσει μια τέτοια έρευνα, για ένα τόσο κεντρικό θέμα, από τον κορυφαίο Αμερικανό ερευνητή δημοσιογράφο, που αναγκάστηκε να τη δημοσιεύσει τελικά στη γερμανική Welt.

Είναι ίσως η πιο κραυγαλέα ένδειξη πόσο κοντά βρισκόμαστε στον ολοκληρωτισμό. 
Να σημειώσουμε επίσης, ότι τα φαινόμενα αφανών κέντρων που καθορίζουν την αμερικανική πολιτική δεν περιορίζεται στην εξωτερική πολιτική. Κατά το περιοδικό Nation, ο Πρόεδρος Τραμπ έχει περιβάλει ουσιαστικά με εξουσίες «Πρωθυπουργού» για την οικονομία τον επικεφαλής της Goldman Sachs (γνωστό και από την ανάμειξή του στο ελληνικό) Γκάρι Κον, ενώ οι αδερφοί Κοχ φαίνονται οι εμπνευστές της πολιτικής του για τον κλίμα, που συνιστά, για πολλούς επιστήμονες, τεράστια απειλή για την επιβίωση της ζωής στον πλανήτη μετά τον 21ο αιώνα (και εφόσον τη γλυτώσουμε από τα πυρηνικά!)

* Ο Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Διετέλεσε ειδικός συνεργάτης στο Γραφείο του Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου με αντικείμενο της σχέσεις Ανατολής-Δύσης και τον έλεγχο των εξοπλισμών.

ΑΠΟ ΤΟ ΑΠΕ- ΜΠΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου