«Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐαγγελισάμην ὑμῖν, …ὅτι ὁ Χριστὸς ἀπέθανεν…, καὶ ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται…» (Α΄ Κορ. 15,1-4)
Τί ἆραγε νὰ σημαίνουν, ἀδελφοί μου, τὰ λόγια αὐτά; Εἶνε λόγια τοῦ ἀποστόλου ποὺ ἀκούσαμε, λόγια χρυσᾶ, «νόμισμα» μεγάλης ἀξίας, καὶ πρέπει νὰ τὰ «ἐξαργυρώσουμε», νὰ τὰ ἁπλοποιήσουμε, νὰ τὰ κάνουμε λιανά. Θὰ προσπαθήσω μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ νὰ σᾶς ἑρμηνεύσω τοὺς στίχους αὐτούς.
* * *
Ἀρχίζω μ᾿ ἕνα παράδειγμα, τὸ
δέντρο. Εἶνε ἕνα δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχει ἕνα μέρος του ὁρατὸ
καὶ ἕνα μέρος ἀόρατο, δὲν φαίνεται. Αὐτὸ ποὺ φαίνεται εἶνε ὁ κορμός,
τὰ κλαδιά, τὰ φύλλα, τὰ
ἄνθη, οἱ καρποί. Ὑπάρχει ὅμως καὶ τὸ ἀόρατο μέρος, οἱ ῥίζες, κάτω ἀπ᾽ τὴν ἐπιφάνεια τοῦ ἐδάφους βαθειὰ στὸ χῶμα.
ἄνθη, οἱ καρποί. Ὑπάρχει ὅμως καὶ τὸ ἀόρατο μέρος, οἱ ῥίζες, κάτω ἀπ᾽ τὴν ἐπιφάνεια τοῦ ἐδάφους βαθειὰ στὸ χῶμα.
Ποιό εἶνε σπουδαιότερο; Οἱ ῥίζες ποὺ δὲν φαίνονται! Αὐτὲς εἶνε τὸ
στόμα τοῦ δέντρου· τραβοῦν σὰν ἀντλία τὸ νερὸ καὶ τὸ μεταφέρουν μέχρι
καὶ τὸ τελευταῖο φυλλαράκι στὸ ὑψηλότερο σημεῖο. Οἱ ῥίζες γιὰ τὸ
δέντρο εἶνε τὸ πᾶν· ἂν αὐτὲς εἶνε στερεὲς καὶ γερές, τὸ δέντρο εἶνε
σταθερὸ καὶ θαλερὸ καὶ οἱ καρποὶ ὑγιεῖς.
Ὑπάρχει ὅμως κ᾽ ἕνα ἄλλο δέντρο, ποὺ τὸ φύτεψε ὄχι ἄνθρωπος
ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἡ ἁγία Τριάδα, καὶ δὲν θὰ μπορέσῃ κανένας διάβολος
νὰ τὸ ξερριζώσῃ. Αὐτὸ εἶνε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ πίστι μας. Τὸ
δέντρο αὐτὸ προῆλθε ἀπὸ ἕνα σπόρο. Ποιόν σπόρο· ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ
Εὐαγγελίου, ἀπὸ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ τὰ ἁπλᾶ λόγια, ποὺ εἶπε ὁ
Χριστός, φύτρωσε τὸ δέντρο αὐτὸ καὶ ἔβγαλε καρπούς.
Τὸ ὁρατὸ μέρος τοῦ δέντρου εἴμαστε ἐμεῖς· εἶνε οἱ ἐκκλησιές, οἱ
καμπάνες, οἱ πολυέλεοι, οἱ κολυμβῆθρες κ.τ.λ.. Ἀλλ᾽ αὐτὰ μπορεῖ μιὰ
μέρα νὰ λείψουν· μπορεῖ νὰ ᾿ρθῇ ἕνας ἀντίχριστος νὰ γκρεμίσῃ ὅλες τὶς
ἐκκλησίες –καὶ θὰ ᾿ρθῇ ἡ ὥρα αὐτή!…–, νὰ κάψῃ τὶς εἰκόνες κ.λπ..
Τὸ
δέντρο κόβεται, ἀλλὰ ἡ ῥίζα μένει.
Ποιά εἶνε ἡ ῥίζα, ποὺ κανείς δὲν
θὰ μπορέσῃ νὰ τὴν ξερριζώσῃ; Εἶνε ἡ πίστις. Ποιά πίστις; «Τὸ
εὐαγγέλιον», ποὺ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος. «Γνωρίζω ὑμῖν», σᾶς
γνωστοποιῶ, ἀδελφοί μου, λέει, ὅτι ἡ πίστι μας δὲν εἶνε μιὰ
φιλοσοφία, μιὰ θεωρία, ἕνας μῦθος, ἕνα παραμύθι, ἕνας φανταχτερὸς
λόγος. «Γνωρίζω ὑμῖν», σᾶς κάνω γνωστό, «τὸ εὐαγγέλιον», τὸ ὁποῖο
«καὶ παρελάβετε», στὸ ὁποῖο «καὶ ἑστήκατε» καὶ διὰ τοῦ ὁποίου «καὶ
σῴζεσθε» (Α´Κορ.15,1-2).
Ποιό εἶνε τὸ «εὐαγγέλιο», οἱ ῥίζες τῆς πίστεώς μας; Ὅπως κάθε
δέντρο ἔχει ῥίζες, ἔτσι καὶ ἡ πίστις μας ἔχει ῥίζες βαθειές. Καὶ σήμερα
ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει τὶς ῥίζες πού, ἐφ᾿ ὅσον αὐτὲς ὑπάρχουν,
τὸ δέντρο τῆς πίστεώς μας θὰ εἶνε ἀμάραντο.
Πρώτη ῥίζα, πρώτη ἀλήθεια δηλαδὴ τῆς πίστεώς μας, ποιά εἶνε;
τί διδάσκει ἡ πίστι μας; Διδάσκει, ὅτι ἦρθε. Ποιός ἦρθε; Ὁ Κύριος.
Οἱ
Ἑβραῖοι ἀκόμα περιμένουν καὶ λένε «θὰ ἔρθῃ»· ἐμεῖς λέμε «ἦρθε».
Ποιός,
ἀπὸ ποῦ ἦρθε; ἄγγελος, ἀρχάγγελος, βασιλιᾶς ἐπίγειος, κανένας
ἐξωγήινος ποὺ φαντάζονται κάποιοι; Ἦρθε πάνω ἀπὸ τὰ ἄστρα καὶ τοὺς
γαλαξίες, ἀπὸ τοὺς «οὐρανοὺς τῶν οὐρανῶν» (Ψαλμ. 148,4) – ποιός; Ὁ
Θεός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Ἦρθε, ὅπως λέει ἡ Ἀποκάλυψις (βλ. 12,14), σὰν
«ἀετός», ποὺ πετάει ἀπὸ τὰ ὕψη διαγράφει κύκλους, χαμηλώνει κ᾽
ἔρχεται καὶ κάθεται σ᾽ ἕνα βράχο. Ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς κατέβηκε ἐδῶ στὴ
γῆ. «Ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἀνατολὴ ἐξ ὕψους» (Λουκ. 1,78). Ἐνανθρώπησε ἀπὸ
τὰ καθαρώτατα αἵματα τῆς Παναγίας, γεννήθηκε καὶ ἔζησε ἀνάμεσά μας·
«ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη καὶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη» (Βαρ. 3,38). Ἡ
πρώτη ῥίζα λοιπὸν εἶνε νὰ πιστέψῃς, ὅτι ὁ Θεὸς ἦρθε ἐπὶ τῆς γῆς· ἡ
πίστις μᾶς δείχνει τὴ φάτνη κι ἀκοῦμε τὸν ἀγγελικὸ ὕμνο «Δόξα ἐν
ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14).
Ἡ δεύτερη ῥίζα. Φεύγουμε ἀπὸ τὴ φάτνη καὶ πᾶμε στὸ φρικτὸ
Γολγοθᾶ, ποὺ ὁ Χριστός μας τὸν ἔβαψε μὲ τὸ αἷμα του. Ἐκεῖ ἕνας
ἄγγελος γράφει ἐπάνω στὸ σταυρὸ τὶς λέξεις ποὺ λέει σήμερα ὁ
ἀπόστολος Παῦλος· «ὅτι ὁ Χριστὸς ἀπέθανεν…, καὶ ὅτι ἐτάφη» (Α´ Κορ.
15,3-4) νὰ πιστέψῃς λοιπὸν καὶ νὰ παραδεχθῇς, ὅτι δὲν ἦλθε ἁπλῶς στὴ
γῆ, ἀλλὰ καὶ ἀπέθανε.
Ποιός; Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Παρθένου. Καὶ πῶς
ἀπέθανε;
Ὡς καταδικασμένος ἁμαρτωλός, ὡς ὁ δυστυχέστερος ἄνθρωπος· μὲ
ἀγκάθινο στεφάνι στὸ κεφάλι, μὲ τὰ χέρια τρυπημένα, μὲ τὴν πλευρὰ
σχισμένη, μὲ τὰ πόδια του ματωμένα· γυμνός, ἐγκαταλελειμμένος,
διψασμένος· αὐτὸς ποὺ ἔκανε τὶς πηγές, τοὺς ποταμοὺς καὶ τοὺς
ὠκεανούς, δὲν εἶχε ἕνα ποτήρι νερὸ καὶ εἶπε «Διψῶ» καὶ φώναξε
«Τετέλεσται» (ἔ.ἀ. 19,28,30).
Νὰ κρατήσῃς ἀκόμα μιὰ τρίτη ῥίζα. Ἀπέθανε ὁ Χριστὸς καὶ
ἐτάφη· μέχρι ἐκεῖ συμφωνοῦν ὅλοι. Ἀλλὰ στὸ ἑπόμενο κάποιοι διαφωνοῦν.
Τί λέει ὁ ἀπόστολος· ὅτι ὁ Χριστὸς «ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν»
(Α´Κορ. 15,3), ἀπέθανε γιὰ μᾶς· γιὰ μένα, γιὰ σένα, γιὰ ὅλες τὶς
γενεὲς τῶν γενεῶν, γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.
Γιατί ἀπέθανε; Γιὰ νὰ μᾶς
σώσῃ. Ἀπὸ τί; Ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες μας. Ἂν μπορούσαμε νὰ σωθοῦμε μόνοι
μας, δὲν θὰ κατέβαινε στὴ γῆ, μὰ ὁ κόσμος δὲν μποροῦσε νὰ σωθῇ μὲ ἄλλο
μέσο.
Ἦταν βαρειὰ ἡ ἀρρώστια τοῦ ἀνθρώπου καὶ χρειαζόταν νὰ γίνῃ
μετάγγισις αἵματος, νὰ μπῇ μέσα στὴν ἀνθρωπότητα ἁγνὸ αἷμα.
Ἦταν
μεγάλο τὸ χρέος μας, πολλὰ τὰ γραμμάτια τῶν ἁμαρτιῶν μας, καὶ πῶς νὰ
ξεχρεωθοῦμε; Ὤ τ᾽ ἁμαρτήματά μας!
Τὰ γραμμάτια αὐτὰ ποιός νὰ τὰ
ἐξοφλήσῃ; Μὰ καὶ χίλια χρόνια νὰ κάνῃς νηστεῖες καὶ μετάνοιες, δὲν
ξοφλᾷς τὰ χρέη σου αὐτά. Πῶς ἐξοφλοῦνται αὐτὰ τὰ γραμμάτια; πῶς ν᾽
ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν κατάρα τοῦ νόμου; «Χριστὸς ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ
τῆς κατάρας τοῦ νόμου» (Γαλ. 3,13).
Φτάνει νὰ πέσῃ, ἀδέρφια μου, μιὰ
σταλαγματιά, ἕνα ἠλεκτρόνιο τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὰ σβήνει ὅλα.
Αὐτὸς εἶνε «ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰω.
1,29). «Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει…». Μὴ διαβάζετε μόνο ἐφημερίδες·
ἀνοῖξτε τὴ Γραφή, τοὺς προφῆτες, διαβάστε τὸν Ἠσαΐα ποὺ λέει «Οὗτος
τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται», κ᾽ ἐμεῖς «ἐλογισάμεθα
αὐτὸν εἶναι ἐν πόνῳ καὶ ἐν πληγῇ ὑπὸ Θεοῦ καὶ ἐν κακώσει. …Τῷ μώλωπι
αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν» (Ἠσ. 53,4-5). Τὸ φάρμακό μας εἶνε τὸ αἷμα τοῦ
Χριστοῦ μας.
Λοιπόν, Χριστιανέ, κράτα τὴ μία ῥίζα ὅτι ὁ Κύριος
ἐνανθρώπησε, τὴ δεύτερη ῥίζα ὅτι ὁ Χριστὸς ἀπέθανε μαρτυρικῶς, τὴν τρίτη
ῥίζα ὅτι ἀπέθανε ὑπὲρ ἡμῶν. Καὶ ἡ τέταρτη ῥίζα ποιά εἶνε; Θὰ μὲ ῥωτήσῃς
ἐμένα· Πῶς νὰ πεισθῶ ὅτι εἶνε Θεός; Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀλήθεια ἀπ᾽
τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός, καὶ τὴ βεβαίωσε μὲ τὴ σφραγῖδα της ἡ ἁγία
Τριάδα· ἡ δὲ σφραγίδα τῆς ἁγίας Τριάδος εἶνε ἡ ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ.
Γι᾿ αὐτὸ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος «…καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ
κατὰ τὰς γραφάς» (Α´Κορ. 15,4), ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν, ἐμφανίστηκε καὶ
τὸν εἶδαν χίλια μάτια.
* * *
Αὐτά, ἀδέρφια μου, εἶνε τὰ
μεγαλεῖα τῆς πίστεώς μας. Γιὰ νὰ μὴν τὰ ξεχνᾶμε, ἡ Ἐκκλησία ὥρισε νὰ
κάνουμε μνημόσυνο τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως κάνεις μνημόσυνο τῶν γονέων σου,
ἔτσι ὄχι μιὰ φορὰ τὸ χρόνο ἀλλὰ μιὰ φορὰ τὴν ἑβδομάδα τοὐλάχιστον, κάθε
Κυριακή, ὀφείλουμε νὰ ἐκκλησιαζώμαστε. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δίνει
ἐντολή· Νὰ θυμᾶσαι τὸ Χριστό, «Μνημόνευε Ἰησοῦν Χριστὸν ἐγηγερμένον ἐκ
νεκρῶν» (Β ´Τιμ. 2,8).
Γι᾽ αὐτὸ στὴν θεία Λειτουργία ἀκοῦμε· «Μεμνημένοι
τοίνυν τῆς σωτηρίου ταύτης ἐντολῆς καὶ πάντων τῶν ὑπὲρ ἡμῶν
γεγενημένων, τοῦ σταυροῦ, τοῦ τάφου, τῆς τριημέρου ἀναστάσεως…» (πρὸ
τοῦ καθαγ.). Ἐνθυμούμενοι τὸ θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ
κάνουμε ἐκεῖ, στὴν θεία εὐχαριστία, τὸ μνημόσυνό του.
Ἡ λατρεία μας εἶνε ὁλοζώντανη. Μπαίνοντας στὴν ἐκκλησία, βλέπεις ἐκεῖ τὴ φάτνη καὶ τὸ Γολγοθᾶ κι ἀκοῦς τὴν οὐράνια μουσικὴ «Οἱ τὰ Χερουβὶμ μυστικῶς εἰκονίζοντες…». Τὸ κομμάτι αὐτὸ δὲν εἶνε γῆ, εἶνε οὐρανός. Οἱ ἀγράμματοι πρόγονοί μας, ὅταν περνοῦσαν τὰ ἅγια, δάκρυζαν καὶ ἔλεγαν «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)· ζοῦσαν τὸν Μυστικὸ δεῖπνο «Λάβετε, φάγετε… Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες…» (βλ. Ματθ. 26,26,28 κ.ἀ.).
Σήμερα ὅμως οἱ ἐκκλησίες εἶνε ἄδειες. Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· πιστεύουμε;
Ἡ λατρεία μας εἶνε ὁλοζώντανη. Μπαίνοντας στὴν ἐκκλησία, βλέπεις ἐκεῖ τὴ φάτνη καὶ τὸ Γολγοθᾶ κι ἀκοῦς τὴν οὐράνια μουσικὴ «Οἱ τὰ Χερουβὶμ μυστικῶς εἰκονίζοντες…». Τὸ κομμάτι αὐτὸ δὲν εἶνε γῆ, εἶνε οὐρανός. Οἱ ἀγράμματοι πρόγονοί μας, ὅταν περνοῦσαν τὰ ἅγια, δάκρυζαν καὶ ἔλεγαν «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)· ζοῦσαν τὸν Μυστικὸ δεῖπνο «Λάβετε, φάγετε… Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες…» (βλ. Ματθ. 26,26,28 κ.ἀ.).
Σήμερα ὅμως οἱ ἐκκλησίες εἶνε ἄδειες. Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· πιστεύουμε;
Ἂν πιστεύαμε, τὴν Κυριακὴ τὸ πρωὶ θὰ κάναμε φτερὰ στὰ
πόδια νὰ ᾿ρθοῦμε στὴν ἐκκλησιὰ κατὰ τὸ ψαλμικὸ «Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά
σου, Κύριε τῶν δυνάμεων. ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχή μου εἰς τὰς αὐλὰς
τοῦ Κυρίου» (Ψαλμ. 83,2-3).
Ἀδελφοί μου, σᾶς τὸ λέω μὲ πόνο·
νὰ μετανοήσουμε, νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ Θεό. Μὴ χάσουμε τὴν πίστι μας, δὲν
ὑπάρχει χειρότερο κακό. Μὲ τὴν πίστι μας θὰ ζήσουμε. Γι᾽ αὐτό, κι ἂν
ὅλοι οἱ ἄλλοι γίνουν αἱρετικοί, μασόνοι, ὑλισταί, ἄθεοι, καὶ ἕνας παιδί
μου ἂν μείνῃς, νὰ μείνῃς μὲ τὸ Χριστό, κι ὅταν πλησιάσῃ ἡ τελευταία
στιγμὴ τῆς ζωῆς σου νὰ πῇς «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ
βασιλείᾳ σου»· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἀναλήψεως Κυρίου Βριλησσίων – Ἀθηνῶν τὴν 25-8-1963
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου