Χρόνια και χρόνια οι Αμερικανοί αξιωματούχοι πίεζαν την Κίνα να ανατιμήσει το νόμισμά της, με το επιχείρημα ότι το υποτιμημένο ρεμνίμπι συνιστούσε αθέμιτο ανταγωνισμό, έπληττε τις αμερικανικές θέσεις εργασίας και έτρεφε το αμερικανικό εμπορικό έλλειμμα.
Λίγο πριν την πρόσφατη συνάντηση κορυφής των 20 πλουσιότερων οικονομιών του κόσμου στο Τορόντο, η Κίνα ανακοίνωσε ότι θα επιτρέψει την ελεύθερη διακύμανση του νομίσματός της και τη σταδιακή ανατίμησή του, χωρίς όμως να πείσει πολλούς Αμερικανούς γερουσιαστές που συνέχισαν να απειλούν με αύξηση των δασμών στα κινεζικά προϊόντα.
Η Αμερική απορροφά μεγάλο μέρος των κινεζικών εξαγωγών, πληρώνει την Κίνα σε δολάρια και η Κίνα τα κρατά, συγκεντρώνοντας αποθεματικά 2,5 τρις δολαρίων, ως επί το πλείστον σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Για ορισμένους παρατηρητές το γεγονός αυτό αντιπροσωπεύει μια σημαντική μετατόπιση της ισορροπίας της παγκόσμιας ισχύος, επειδή αν η Κίνα έκανε να πουλήσει τα δολάρια της, θα μπορούσε να γονατίσει την Αμερική.
Αν όμως το Πεκίνο επιχειρούσε όντως να γονατίσει την Αμερική, θα έχανε και το ίδιο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Πουλώντας τα δολάριά της, η Κίνα αφενός θα δει την αξία των αποθεματικών της να μειώνεται κατά την πτώση της αξίας του δολαρίου, και αφετέρου θα θέσει σε κίνδυνο την αμερικανική προθυμία για την αγορά των φτηνών κινεζικών προϊόντων, ενδεχόμενο που για το Πεκίνο σημαίνει απώλεια θέσεων εργασίας και εσωτερική αστάθεια.
Για να κρίνεις πώς λειτουργεί η οικονομική αλληλεξάρτηση σήμερα και τι αποδίδει σε επίπεδο παγκόσμιας ισχύος, πρέπει να δεις την ισορροπία των ασυμμετριών συνολικά, όχι μόνο τη μια πλευρά της εξίσωσης. Στην περίπτωση της Κίνας και της Αμερικής, η αλληλεξάρτηση δημιουργεί μια ‘ισορροπία χρηματοπιστωτικού τρόμου’, ανάλογη της ‘ισορροπίας τρόμου’ του Ψυχρού Πολέμου, όπου οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ δεν χρησιμοποίησαν ποτέ την καταστροφική πυρηνική ισχύ τους προκειμένου να πλήξουν η μια την άλλη.
Την περασμένη εβδομάδα, μια ομάδα ανώτατων αξιωματούχων του κινεζικού στρατού, ενοχλημένη από την πώληση αμερικανικών όπλων στην Ταϊβάν, ζήτησε από την κινεζική κυβέρνηση να πουλήσει αμερικανικά κρατικά ομόλογα για εκδίκηση. Η πρότασή τους δεν εισακούστηκε. Μάλιστα ο διευθυντής της κρατικής υπηρεσίας διαχείρισης των συναλλαγματικών αποθεμάτων της Κίνας Γι Γκανγκ δήλωσε ότι «οι κινεζικές τοποθετήσεις στα αμερικανικά κρατικά ομόλογα είναι επενδυτική συμπεριφορά και δεν θέλουμε να της δώσουμε πολιτικό χαρακτήρα».
Αυτό όμως δε σημαίνει ότι η συγκεκριμένη ισορροπία εγγυάται τη σταθερότητα. Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος για ενέργειες με ‘αθέλητες παράπλευρες επιπτώσεις’, ιδίως από τη στιγμή που και οι δύο χώρες επιχειρούν ελιγμούς προκειμένου να αλλάξουν το πλαίσιο και να περιφρουρήσουν τα αδύναμα σημεία τους. Για παράδειγμα, μετά την κρίση του 2008 και ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες πίεζαν την Κίνα να επιτρέψει την ανατίμηση του νομίσματός της, κορυφαίοι αξιωματούχοι της κεντρικής τράπεζας της Κίνας άρχισαν να υποστηρίζουν ότι η Αμερική έπρεπε να αυξήσει τις αποταμιεύσεις της, να μειώσει τα ελλείμματά της και να στηρίξει μια κίνηση συμπλήρωσης του ρόλου του δολαρίου σαν αποθεματικού νομίσματος με τα ειδικά τραβηχτικά δικαιώματα του ΔΝΤ.
Αλλά φαίνεται πως η Κίνα πιο πολύ γαβγίζει παρά δαγκώνει. Η αυξημένη οικονομική ισχύς του Πεκίνου ενισχύει μεν τις δυνατότητες της να αντιστέκεται στις αμερικανικές πιέσεις αλλά, παρά τις περί του αντιθέτου προβλέψεις, ο ρόλος του ως πιστωτή δεν αρκεί για να υποχρεώσει τις ΗΠΑ να αλλάξουν πολιτική.
Η Κίνα έχει λάβει ορισμένα ελάχιστα μέτρα να επιβραδύνει την αύξηση των περιουσιακών της στοιχείων που αποτιμώνται σε δολάριο, ωστόσο δεν θέλει να διακινδυνεύσει μια πλήρη μετατρεψιμότητα του νομίσματός της για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους. Έτσι δεν προβλέπεται ότι το ρεμνίμπι θα μπορέσει να απειλήσει το ρόλο του δολαρίου ως βασικού νομίσματος των παγκοσμίων αποθεμάτων (άνω του 60%) μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Παράλληλα, καθώς η εσωτερική κατανάλωση θα αυξάνεται στην Κίνα και θα μειώνεται η εξάρτηση της κινεζικής οικονομίας από τις εξαγωγές ως βασικού μοχλού ανάπτυξης, ίσως η κινεζική ηγεσία νιώσει λιγότερο εξαρτημένη από την πρόσβαση στις αμερικανικές αγορές ως πηγής δημιουργίας θέσεων εργασίας και, άρα, εσωτερικής πολιτικής σταθερότητας. Στην περίπτωση αυτή ένα αδύναμο ρεμνίμπι θα προστατέψει το εμπορικό ισοζύγιο από μια μαζική εισροή εισαγωγών.
Οι ασυμμετρίες της αγοράς νομισμάτων αποτελούν μια ιδιαιτέρως σημαντική όψη της οικονομικής ισχύος, αφού αποτελούν τη βάση του παγκόσμιου εμπορίου και των χρηματοπιστωτικών αγορών. Περιορίζοντας την μετατρεψιμότητα του νομίσματός της, η Κίνα προστατεύεται από τις δυνατότητες των νομισματικών αγορών να της επιβάλουν οικονομικές αποφάσεις.
Ας συγκρίνουμε για παράδειγμα την δημοσιονομική πειθαρχία που οι διεθνείς τράπεζες και το ΔΝΤ μπόρεσαν να επιβάλουν στην Ινδονησία και τη Νότια Κορέα το 1998 και την σχετική ελευθερία που απολαμβάνουν οι ΗΠΑ σήμερα – χάρη στην αποτίμηση του αμερικανικού δημοσίου χρέους σε δολάρια – αυξάνοντας τις κρατικές δαπάνες τους για να αντιμετωπίσουν την κρίση του 2008. Πράγματι αντί να εξασθενήσει, το δολάριο έχει ανατιμηθεί καθώς οι επενδυτές το αντιμετωπίζουν ως ‘ασφαλές λιμάνι’.
Προφανώς η χώρα που το νόμισμα της αντιπροσωπεύει πάνω από το ήμισυ των παγκόσμιων αποθεμάτων κερδίζει διεθνή ισχύ εξ αυτού χάρη στους ευκολότερους όρους των δημοσιονομικών της προσαρμογών και τη δυνατότητά της να επηρεάζει άλλες χώρες. Όπως διαμαρτύρονταν κάποτε ο Γάλλος πρόεδρος Ντε Γκολ, «αφού το δολάριο είναι το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, κάνει τους άλλους να πληρώνουν τις επιπτώσεις της κακής διαχείρισης του. Αυτό δεν είναι αποδεκτό και δεν μπορεί να πάει μακριά».
Κι όμως πήγε. Η οικονομική και στρατιωτική ισχύς της Αμερικής ενισχύει την εμπιστοσύνη στο δολάριο. Όπως το θέτει ένας Καναδός αναλυτής, «ο συνδυασμός της προωθημένης αγοράς κεφαλαίων με μια ισχυρή στρατιωτική μηχανή για την υπεράσπιση αυτής της αγοράς, καθώς και άλλες διαστάσεις όπως η ισχυρή παράδοση προστασίας των δικαιωμάτων της ιδιοκτησίας, καθιστούν εύκολο για τις ΗΠΑ να προσελκύουν κεφάλαια».
Οι 20 πλουσιότερες χώρες του κόσμου εστιάζουν στην ανάγκη για μια εκ νέου εξισορρόπηση των διεθνών αγορών χρήματος, που θα μεταβάλει το μέχρι σήμερα σχήμα των αμερικανικών ελλειμμάτων έναντι των κινεζικών πλεονασμάτων. Ένας τέτοιος μετασχηματισμός απαιτεί δύσκολες πολιτικές αλλαγές στην κατανάλωση και τις επενδύσεις, με την Αμερική να αυξάνει τις αποταμιεύσεις της και την Κίνα την εγχώρια κατανάλωσή της. Δεν πρόκειται για αλλαγές που θα συμβούν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Καμιά πλευρά δεν βιάζεται να σπάσει τη συμμετρία της εύθραυστης αλληλεξάρτησής τους, αλλά και οι δυο ελίσσονται προκειμένου να δώσουν δομή και σχήμα στη σχέση των αγορών τους. Για το καλό της παγκόσμιας οικονομίας, ας ελπίσουμε πως καμιά τους δεν θα κάνει λάθος υπολογισμούς.
ΠΗΓΗ:sofokleous10.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου