Κυριακή 26 Απριλίου 2020

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

15 Χριστιανισμός θεμελιώθηκε ἐπάνω σέ ἕναν «κενό τάφο», εἶπε κάποιος πολύ παραστατικά. «Εἰ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται ματαία ἡ πίστις ὑμῶν».
 Ἄν ὁ Χριστός δέν ἀνασταίνονταν ἄδικα πιστεύετε, δίδαξε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Μέ τίς φράσεις αὐτές διακηρύσσεται ἡ πίστη στό μεγαλύτερο γεγονός τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, στό θαῦμα τῶν θαυμάτων, ἡ πίστη στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ.

Γύρω ἀπό τόν «κενό τάφο» τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ ἔγινε καί γίνεται ἡ μεγαλύτερη μάχη ἀνά τούς αἰῶνες μεταξύ πίστεως καί ἀπιστίας. Εἶναι πολλές ἑκατοντάδες τά
ἑκατομμύρια τῶν πιστῶν πού ἐπαναλαμβάνουν τόν νικητήριο ὕμνο «Χριστός Ἀνέστη». Δέν ἔλειψαν ὅμως καί ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἀμφιβάλλουν ἤ κλονίζονται ὡς πρός τό μοναδικό καί μεγάλο αὐτό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου.
Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, νά ἀσχοληθοῦμε καί ἐμεῖς μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας, γιά νά στερεωθεῖ ἡ πίστη μας στό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ἐκεῖνο πού πρέπει νά τονίσουμε ἀπό τήν ἀρχή, εἶναι ὅτι ὅσοι ἀρνοῦνται τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἔρχονται σέ σύγκρουση μέ στοιχειώδεις λογικές καί ψυχολογικές ἀλήθειες. «Γιά νά γίνει κάποιος ἄπιστος, λέγει ὁ Pascal, πρέπει νά ἐφοδιασθεῖ μέ ἰσχυρή δόση εὐπιστίας. Οἱ ἄπιστοι εἶναι οἱ περισσότερο  εὔπιστοι καί ἀναγκάζονται μερικές φορές νά πιστεύουν κάθε ἄλλο παρά ἐκεῖνο πού πρέπει νά πιστεύουν».

Ἄς δοῦμε τώρα τί ἐπιχειρήματα χρησιμοποιοῦν ὅσοι ἀρνοῦνται τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου:   

ΠΡΩΤΟ: Ἰσχυρίσθηκαν μερικοί, ὅτι ὁ Χριστός δέν πέθανε ἐπάνω στόν Σταυρό, ἀλλά ἀφοῦ λιποθύμησε, ἔπεσε σέ ἕναν βαθύ λήθαργο. Ὅταν τοποθετήθηκε στόν τάφο, ἡ δροσιά τοῦ βράχου καί ἡ μυρωδιά τῶν ἀρωμάτων τόν ἐπανέφεραν στήν ζωή, τόν ξεζάλισαν. Ὕστερα παρουσιάστηκε στούς μαθητές του κι ἐκεῖνοι νόμισαν ὅτι ἀναστήθηκε.
Ἡ ὑπόθεση αὐτή πού κάνουν οἱ ἀρνητές τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου εἶναι φανταστική καί ἀστήρικτη. Οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστές μιλᾶνε γιά πραγματικό καί ὄχι φαινομενικό θάνατο. Ἡ Ἰουδαϊκή παράδοση, ἡ  ὁποία διασώθηκε  στό Ταλμούδ,  δέν ἀφήνει  τήν παραμικρή ἀμφιβολία γιά τόν πραγματικό θάνατο τοῦ  Χριστοῦ, ἀλλά καί ἡ ἰατρική ἐπιστήμη ἔρχεται μέ τήν σειρά της νά ἐπιβεβαιώσει  τόν πραγματικό θάνατο τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ R. A.Torrey στό προαναφερθέν βιβλίο του, ἀναφέρει, ὅτι ὁ James Simson, (ἰατρική αὐθεντία, εἶναι αὐτός πού ἐφεῦρε τό χλωροφόρμιο), ἔγραψε ἕνα σοβαρό ἔργο στό ὁποῖο ἀπέδειξε ὅτι τό αἷμα καί τό νερό πού βγῆκαν ἀπό τήν πλευρά τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀπόδειξη πραγματικοῦ θανάτου. Ἐκεῖνος πού πεθαίνει μ᾽ αὐτόν τόν τρόπο, λέγει ὁ  James Simson, βγάζει δυνατή κραυγή πράγμα τό ὁποῖο συνέβη καί στήν περίπτωση τοῦ Χριστοῦ: «καὶ κράξας φωνὴν μεγάλην παρέδωκεν τὸ πνεῦμα», ἀναφέρουν τά ἱερά Εὐαγγέλια. Ἀλλά καί ἄν δέν πέθαινε ἐπάνω στόν Σταυρό ὁπωσδήποτε θά πέθαινε ὁ Χριστός μέσα στόν τάφο ἀπό ἀσφυξία, γιατί μέσα στόν τάφο εἶχαν ρίξει περίπου 100 λίτρα  ἀρώματα.
 Ἀλλά ἐκτός αὐτοῦ, καί ἄν ἀκόμα ὁ Ἰησοῦς συνέρχονταν ἀπό τήν  λιποθυμία,   καθώς ἦταν  ἐξαντλημένος, μέ ποιές  σωματικές δυνάμεις θά μποροῦσε νά κυλήσει τόν ὀγκώδη λίθο τοῦ μνήματος; Καί  ἄν   ἀκόμη  ἐμφανίστηκε  στούς  μαθητές  του, σέ κατάσταση ἀπελπιστικῆς σωματικῆς ἐξαντλήσεως,  συρόμενος  στήν γῆ μετά βίας,  πῶς ἦταν δυνατόν νά ἐμπνεύσει τούς μαθητές του, δημιουργώντας  τους  τήν ἐντύπωση τοῦ θριαμβευτοῦ καί νικητοῦ τοῦ θανάτου; 
Ὁ Reville συμπληρώνει ὅτι εἶναι ἀδύνατον κάποιος  ἄνθρωπος  ἐξαντλημένος, ταλαιπωρημένος, ἐξουθενωμένος σωματικά καί καθηλωμένος ὧρες ὁλόκληρες ἐπάνω στόν σταυρό, ἀφοῦ ταφεῖ καί παραμείνει ἐγκαταλειμμένος  μέσα στόν τάφο γιά τριάντα ἕξι ὧρες  νά βγεῖ μόνος του ἀπό τόν τάφο καί νά κάνει τόσες μετακινήσεις πού ἀναφέρουν τά ἱερά Εὐαγγελία.
Τήν θεωρία αὐτή τήν ἀπορρίπτουν καί οἱ πιό φανατικοί ἀπό ὅσους ἀρνοῦνται τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ὅπως εἶναι ὁ Straus καί ὁ Renan. Ὁ Renan μάλιστα εἶπε, ὅτι τόσο μεγάλο ἦταν τό μίσος τῶν σταυρωτῶν τοῦ Ἰησοῦ ὥστε ἦταν ἀδύνατο νά κάνουν λάθος καί νά μήν τόν θανατώσουν.
ΔΕΥΤΕΡΟ: Τό δεύτερο ἐπιχείρημα τῶν ἀρνητῶν εἶναι, ὅτι δῆθεν ἔκλεψαν τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ καί δόθηκε ἡ ἐντύπωση ὅτι ἀναστήθηκε. Ἡ ἀλήθεια εἶναι  ὅτι τό ψέμα αὐτό κυκλοφόρησε ἀμέσως μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί μάλιστα οἱ Ρωμαῖοι εἶπαν στούς στρατιῶτες ὅταν τούς ἀνάγγειλαν τήν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ: «Εἴπατε ὅτι οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς ἐλθόντες ἔκλεψαν αὐτόν, ἡμῶν κοιμωμένων.
Ὁ ἱερός Αὐγουστίνος ἀπαντώντας στό ψέμα αὐτό λέγει, ὅτι πολύ ὕποπτος φαίνεται ὁ ὕπνος τῶν στρατιωτῶν. Ἤ κοιμόνταν οἱ φύλακες ἤ δέν κοιμόνταν. Ἄν ὅμως κοιμόνταν πῶς εἶδαν ὅτι ἔκλεψαν τό σῶμα; Καί ἄν δέν κοιμόνταν οἱ φύλακες γιατί δέν τούς ἐμπόδισαν;
Ἄλλωστε εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ μετά τήν σύλληψή του διασκορπίστηκαν πανικόβλητοι καί ἦταν κλεισμένοι σ᾽ ἕνα σπίτι «διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων».
Ὁ Reimarus, ἄν καί ἦταν ἀρνητής ρωτᾶ: «πού θά ἔβρισκαν τό θάρρος οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ γιά νά κάνουν μία τέτοια κλοπή τήν στιγμή πού στά Ἱεροσόλυμα τίς μέρες ἐκεῖνες βρίσκονταν περισσότεροι ἀπό δύο ἑκατομμύρια προσκυνητές; Μέσα σέ μιά τέτοια λαοθάλασσα, πῶς ἦταν δυνατόν νά παραμείνει μυστική ἡ μεταφορά ἑνός νεκροῦ;»
Στήν περίπτωση πού οἱ στρατιῶτες κοιμόνταν εἶχαν νά ἀντιμετωπίσουν τό ἐκτελεστικό ἀπόσπασμα γιατί οἱ νόμοι τῶν Ρωμαίων ἦταν αὐστηροί σέ τέτοιες περιπτώσεις,  ὅπως  ἀκριβῶς  συνέβη  ἀργότερα  καί  μέ  τούς  φύλακες  τοῦ  Πέτρου. Κι ὅμως  καμιά τιμωρία δέν ἀναφέρθηκε ἀπό τίς Ἰουδαϊκές παραδόσεις.
Ἄν οἱ Ἀπόστολοι ἔκλεψαν τό σῶμα τοῦ Κυρίου καί διέδωσαν ψευδῶς ὅτι ἀναστήθηκε, στήν περίπτωση αὐτή ἐξαπάτησαν ὅλο τόν κόσμο. Πῶς ὅμως εἶναι δυνατόν νά ἔγινε κάτι τέτοιο τήν στιγμή πού οἱ Ἀπόστολοι ἀποδείχθηκαν αἰώνια ἠθικά πρότυπα εἰλικρίνειας, αὐταπάρνησης καί ἐντιμότητας;
Μήπως ὅμως οἱ  ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ προέβησαν σέ πράξη ὑπεξαίρεσης; Ἀλλά καί πάλι τί θά κέρδιζαν; Θά  μποροῦσαν  κάλλιστα νά παρουσιάζαν τό σῶμα τοῦ νεκροῦ Ἰησοῦ στούς μαθητές του,  καί μέ τόν τρόπο αὐτό θά τούς ἀποστόμωναν,  ὥστε νά σταματήσουν νά διακηρύσσουν    τήν ἀνάστασή του.
Τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, λοιπόν, δέν ἐκλάπη  ἀλλά ἀναστήθηκε. Ὁ τάφος τοῦ Χριστοῦ βρέθηκε  κενός, διότι  «Χριστός ἐκ νεκρῶν ἐγήγερται».
ΤΡΙΤΟ: Τό τρίτο ἐπιχείρημα προβάλλεται  ἀρχικά ἀπό τόν ἐθνικό φιλόσοφο Κέλσο τόν β´ αἰώνα  καί ἐπανεμφανίζεται κατά τόν προηγούμενο  αἰώνα ἀπό τόν Renan.
Καί οἱ δύο ἰσχυρίζονται, ὅτι ὁ Χριστός δέν ἀναστήθηκε πραγματικά καί ὅλα ὅσα λέγονται σχετικά μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου προέκυψαν ἀπό τήν φαντασία τῆς Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς καί ἀπό τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ πού πίστεψαν στά λόγια της.
Ἀπάντηση στήν ἀστήρικτη αὐτή ὑπόθεση τῶν δύο ἀρνητῶν δίνουν οἱ πολλές ἐμφανίσεις τοῦ Χριστοῦ μετά τήν Ἀνάστασή του.

Ὁ Κύριός μας, μετά τήν Ἀνάστασή του, ἐμφανίστηκε:
1.Στήν Μαρία τήν Μαγδαληνή , τό πρωί τῆς Κυριακῆς.
2.Στίς ἄλλες μυροφόρες, περίπου τήν ἴδια ὥρα.
3.Στόν Ἀπόστολο Πέτρο.
4.Στούς δύο μαθητές πού πήγαιναν πρός Ἐμμαούς, τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας.
5.Στούς δέκα Ἀποστόλους ἐνῶ ἀπουσίαζε ὁ Θωμᾶς.
6.Μετά ὀκτώ ἡμέρες στούς ἕντεκα Ἀποστόλους παρόντος καί τοῦ Θωμᾶ.
7.Στούς ἑπτά Ἀποστόλους στήν θάλασσα τῆς Τιβεριάδος.
8.Στούς ἕντεκα Ἀποστόλους στό ὄρος τῆς Γαλιλαίας.
9.Σέ ὅλους τούς Ἀποστόλους στήν Βηθανία γιά τελευταία φορά τήν ἡμέρα τῆς Ἀναλήψεως.
10.Στόν ἀδελφόθεο Ἰάκωβο.
11.Μετά λίγα χρόνια στόν Ἀπόστολο Παῦλο.

Ὅλοι, λοιπόν, αὐτοί οἱ μάρτυρες ἔπαθαν παραίσθηση; Ἡ Ἱστορία καί ἡ ψυχολογία δέν γνωρίζουν κανένα παράδειγμα ὁμαδικῆς παραίσθησης καί μάλιστα ὅταν πρόκειται, γιά πρόσωπα πού ἦταν παραπάνω ἀπό πεντακόσια. 
Το πόσο αστήρικτη είναι ή θεωρία αυτή αποδεικνύεται και απο τό ὅτι ό Γερμανός συγγραφέας Κάϊμ, μολονότι ὀρθολογιστής, αναγκάζεται νά ὁμολογήσει, ὅτι ή πίστη στήν Ανάσταση «συνωδεύθη ἀμέσως ὑπὸ καταπληκτικῆς διαυγείας καὶ λογικῶν ἀποφάσεων τῆς βουλήσεως».
Ἔπειτα, ἐάν ἐπρόκειτο γιά παραπλάνηση φαντασίας, πῶς ἐξηγεῖται ἡ παροιμιώδης δυσπιστία τῶν μαθητῶν, ὅταν ἄκουσαν τήν εἴδηση σχετικά μέ τήν  Ἀνάσταση; Ὁ ὀνειροπόλος εἶναι εὔπιστος καί εὔκολα  παρασύρεται ἀπό τήν ἀρρωστημένη  του φαντασία. Ἐμφανίζεται καί στούς δικούς του καί  ἐκεῖνοι πάλι δύσπιστοι, «ἐδόκουν πνεῦμα θεωρεῖν». Χρειάσθηκε νά τόν ψηλαφήσουν, νά τόν δοῦν νά παρακάθηται στήν τράπεζά τους, νά συντρώγει μαζί  τους, γιά νά πιστέψουν  καί νά διακηρύξουν, ὅτι  «ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως ».
Ἡ δυσπιστία ὅμως τοῦ Θωμᾶ ἀποτελεῖ τό ἰσχυρότατο χτύπημα στήν θεωρία περί παραισθήσεως. «Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων καὶ βάλω τὴν χείραν μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ οὐ μὴ πιστεύσω».
Τόν εἶδε, λοιπόν, ὁ Θωμᾶς, τόν ψηλάφισε καί τότε φώναξε: «ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου». Ποιό ἄλλο γεγονός τῆς Ἱστορίας ἀποκαλύφθηκε καί ἐπιβεβαιώθηκε ἀπό ἀνθρώπους, oἱ ὁποῖοι  στήν ἀρχή ἔδειξαν τόση δυσπιστία καί στήν συνέχεια  προχώρησαν σέ ἔρευνα   διά τῆς  ψηλαφήσεως;
Πῶς, λοιπόν, εἶναι δυνατόν νά σταθεῖ ἡ παράλογη αὐτή ὑπόθεση, ὅτι δηλαδή οἱ Ἀπόστολοι εἶδαν μέ τήν φαντασία τους τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου; Ἔπειτα ἡ παραίσθηση αὐτή θά διαλύονταν ἀμέσως μέ μία ἐπίσκεψη στόν τάφο ὅπου, ὅλοι ὅσοι ἀμφέβαλλαν θά  ἔβλεπαν τόν  Ἰησοῦν νεκρό. Ἀλλά ὁ τάφος ἦταν κενός. Ἐπάνω, λοιπόν, στόν κενό τάφο τοῦ Χριστοῦ συντρίβεται καί καταπίπτει καί αὐτό τό ἀστήρικτο ἐπιχείρημα τῆς ἀρνήσεως, περί παραισθήσεως καί φαντασιοπληξίας. Ἡ παραίσθηση στήν περίπτωση αὐτή  καταστρέφει   τήν σκέψη ὄχι τῶν μαρτύρων, ἀλλά τῶν ἀρνητῶν τῆς Ἀναστάσεως.
Τήν μαρτυρία τῶν Ἀποστόλων σχετικά μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἔρχεται νά τήν ἐπιβεβαιώσει καί ὁ πρώην διώκτης τῶν Χριστιανῶν, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. «Καί μόνον ἡ ἐπιστροφή στόν Χριστό ἑνός τέτοιου  μάρτυρα, μόνη ἡ μεταστροφή τοῦ Σαύλου σέ  Παῦλο, εἶναι ἀρκετή ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ».
 Ὁ Baur, καίτοι ὀρθολογιστής δέν δυσκολεύθηκε νά προβεῖ στήν ἑξῆς ὁμολογία: «Δὲν  δυνάμεθα νὰ ἴδωμεν ἄλλο τι ἐν τῇ ἐπιστροφῇ τοῦ Παύλου παρὰ  ἕν θαῦμα· οὐδεμία ἀνάλυσις διαλεκτικὴ ἢ ψυχολογικὴ δὲν δύναται νὰ διαλευκάνῃ τὸ ἐσωτερικὸν μυστήριον τῆς πράξεως ταύτης».
Ὁ J. Holzner, στό ἔργο του «Παῦλος», μεταξύ ἄλλων γράφει: «Εἶχε ἀμετάβλητη πεποίθηση, ὅτι εἶχε πραγματικά ἰδεῖ καί εἶχε συνομιλήσει μέ τόν Ἀναστάντα... Χωρίς τήν ἐμφάνιση τοῦ Ἀναστάντος, ποτέ δέν θά μποροῦσε ὁ Παῦλος νά ἀλλάξει γνώμη γιά τό «σκάναλον τοῦ Σταυροῦ» γιά τήν Ἰουδαϊκή δηλαδή,  ἀντίληψη, ὅτι ὁ σταυρός ἦταν τό ξύλο τῆς καταισχύνης. Μόνο ἡ Ἀνάσταση μποροῦσε νά βγάλει ἀπό τήν μέση αὐτό τό ἐμπόδιο, τό «σκάνδαλον»».  Ὁ Παῦλος εἶχε τήν ἀπόλυτη πεποίθηση ὅτι ἦταν μάρτυρας τοῦ Ἀναστάντος.
Χωρίς τήν δύναμη τοῦ Ἀναστάντος Ἰησοῦ, οὔτε οἱ Ἀπόστολοι, οὔτε τά ἑκατομμύρια τῶν μαρτύρων θά παρουσίαζαν τόν μεγαλειώδη καί ἀπαράμιλλο ἡρωισμό. Χωρίς τήν Ἀνάσταση, παραμένει ἀνεξήγητο τό αἰώνιο θαῦμα, πού λέγεται Χριστιανισμός
Στόν ὁρίζοντα τῆς Παλαιστίνης πρό δύο χιλιάδων καί δεκαπέντε ἐτῶν ἀντήχησε γιά πρώτη φορά ὁ νικητήριος παιάνας: «Χριστός ἀνέστη». Ἔκτοτε, σέ ὅλες τίς ἠπείρους, καί στά δύο ἡμισφαίρια,  ὅπου ὑπάρχουν Χριστιανοί, ἀκούγεται μυριόστομο τό σύνθημα αὐτό τῆς μεγαλύτερης νίκης πού εἶδε ὁ κόσμος. Καί τό σύνθημα αὐτό γίνεται πηγή δυνάμεως γιά τούς πιστούς, πού ἀγωνίζονται κάτω ἀπό τήν σημαία τοῦ μεγάλου Νικητή, ὁ ὁποῖος μέ τήν Ἀνάστασή του συνέτριψε καί κατέλυσε τό κράτος τοῦ θανάτου. 
 Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου εἶναι καί τό πλέον ἐλπιδοφόρο καί χαροποιό μήνυμα γιά τόν ἄνθρωπον πού προσπαθεί νά σπάσει τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας καί νά ἀντιμετωπίσει τήν στιγμή τοῦ θανάτου μέ πλήρη γαλήνη καί ἠρεμία.
 Ὁ Χριστιανός γνωρίζει, ὅτι, μέ τήν δύναμη τοῦ Ἀναστάντος, θά ἀναστηθεῖ μία ἡμέρα καί αὐτός καί θά λάβει νέο σῶμα, ἄφθαρτο, ἔνδοξο καί ἀθάνατο. Μέ τήν πεποίθηση αὐτή ὁ Χριστιανός ἀκολουθεῖ τόν δρόμο τῆς πίστεως καί τῆς ἀρετῆς χωρίς ταλαντεύσεις, μέ αἰσιοδοξία καί χαρά.

                                            «Εἰ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται ματαία ἡ πίστης ὑμῶν».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου