Επειδή άκουγαν ότι τρέχει πολύς κόσμος στόν Πατέρα Αρσένιο, νόμιζαν ότι θά έχει πολλά χρήματα, ενώ ό Πατήρ χρήματα ούτε έπιανε στά χέρια του.
Οί ληστές λοιπόν πήγαν ημέρα Τετάρτη, γιά νά τόν βρουν σίγουρα στό κελί του, επειδή είχαν υπόψη τους ότι τήν Τετάρτη καί τήν Παρασκευή έμενε έγκλειστος στό κελί του.
Οί μέν δυό κλέφτες κάθισαν απ’ έξω, ό δε τρίτος, αφού μπήκε από τό παράθυρο, άνοιξε τήν πόρτα τού κελιού του καί πέρασε τό ένα πόδι μέσα.
Ό Πατήρ Αρσένιος, εκείνη τήν ώρα διάβαζε τήν νυχτερινή του ακολουθία καί όταν άκουσε θόρυβο, έριξε μιά ματιά πρός τή πόρτα, τήν στιγμή ακριβώς πού περνούσε τό ένα του πόδι ό ληστής μέσα στό κελί του. Εκείνη ή ματιά όμως τού Πατρός Αρσενίου, λές καί ήταν δυνατόν ηλεκτρικό ρεύμα, τόν κοκάλωσε, όπως βρισκόταν, μέ τό ένα πόδι μέσα καί μέ τό άλλο απ΄ έξω καί οπλισμένο μέ τά μαχαίρια καί τά φυσεκλίκια του.
Ό Πατήρ, μετά τήν ματιά εκείνη, συνέχισε τήν ακολουθία του ατάραχος.
Οί άλλοι δυο όμως ληστές πού ήταν απ’ έξω ανησυχούσαν, γιατί άραγε καί θά τούς έπαιρνε ή ημέρα καί μπήκαν καί αυτοί.
Οί άλλοι δυο όμως ληστές πού ήταν απ’ έξω ανησυχούσαν, γιατί άραγε καί θά τούς έπαιρνε ή ημέρα καί μπήκαν καί αυτοί.
Όταν είδαν τό σύντροφό τους ακίνητο μέ τό πόδι μέσα στό κελί καί τά άλλο απ’ έξω, στό μικρό διάδρομο τούς έπιασε τρόμος. Παρακάλεσαν τότε τό Πατέρα Αρσένιο νά τούς συγχωρέσει καί νά λύσει τό σύντροφο τους από εκείνο τό αόρατο δέσιμο.
Ό Πατήρ Αρσένιος, χωρίς νά διακόψει τήν ακολουθία του, έκανε νόημα νά φύγει, καί έτσι μπόρεσε νά λυθεί, καί έφυγαν.
Οί Τούρκοι αυτοί μετά τό ομολογούσαν καί στούς άλλους Τούρκους αυτό πού έπαθαν καί έλεγαν: «Αμάν, αμάν٠ μήν πάτε νά ληστέψετε τόν Χατζηεφέντη!».
(Αυτό τό ανέφεραν οί Φαρασιώτες από τήν Θεσσαλονίκη).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου