Κυριακή τῶν Προπατόρων σήμερα. Bρισκόμαστε, στά πρόθυρα τῆς μεγάλης γιορτῆς τῶν Χριστουγέννων.
Τό σημερινό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ἔχει σχέση μέ τό μεγάλο γεγονός, πού
περιμένουμε. Μᾶς ἀναφέρει τήν παραβολή τοῦ Μεγάλου Δείπνου, πού εἶναι ἡ
Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Κύριος, ὁμιλεῖ γιά κάποιον οἰκοδεσπότη, πού
εἶναι ὁ Θεός Πατέρας, πού ἑτοίμασε μεγάλο δεῖπνο, δηλαδή βραδινό
συμπόσιο, γιά ὅλη τήν οἰκουμένη.
Γιά νά καταλάβουμε καλύτερα τί θέλει ὁ Κύριος νά μᾶς πεῖ, θά κάνουμε μιά
Κάποιος γνωστός, φίλος ἤ συγγενής, πάντρεψε τό παιδί του καί στό τραπέζι, πού ἔκανε, κάλεσε πάρα πολλούς, ἀλλά δέν προσκάλεσε κάποιον ἀπό ἐμᾶς. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος, πού δέν προσκλήθηκε, τί λέτε, δέν θά στενοχωρηθεῖ; Δέν θά θεωρήσει τόν ἑαυτό του περιφρονημένο καί προσβεβλημένο; Τώρα ἄς πάρουμε τήν ἄλλη περίπτωση. Ὁ οἰκοδεσπότης κάλεσε πολλούς στό τραπέζι, μά δέν πῆγε κανένας. Δέν θά στενοχωρηθεῖ καί αὐτός; Δέν θά ὀργισθεῖ; Δέν θά τά βάλει μέ τούς καλεσμένους, πού ὅλοι τόν περιφρόνησαν;
Στήν πρώτη περίπτωση, κατά τήν ὁποία δέν μᾶς κάλεσε κάποιος ἄνθρωπος, εἶναι μικρό τό κακό, πολύ ἀσήμαντο, μηδαμινό. Δέν χρειάζεται στενοχώρια, οὔτε κἄν νά τό λάβουμε ὑπόψιν μας. Τό πρόβλημα εἶναι ἀλλοῦ, εἶναι στήν δεύτερη περίπτωση.
Μᾶς καλεῖ στό τραπέζι ὄχι ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος, οὔτε ἕνας ἐπίσημος, κάποιος πλούσιος. Μᾶς καλεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη τιμή ἀπό αὐτό. Καί μάλιστα δέν τό κάνει μία φορά μόνο, ἀλλά προσκαλεῖ καί ξαναπροσκαλεῖ. Μᾶς κάνει ἐντύπωση ἡ ἐπιμονή τοῦ Χριστοῦ, νά μᾶς πείσει νά λάβουμε μέρος στό δεῖπνο Του, νά παρακαθήσουμε στό τραπέζι Του.
Τό
βλέπουμε ὁλοκάθαρα στήν σημερινή Εὐαγγελική περικοπή. Ἔστειλε καί ξανά
ἔστειλε τόν ὑπηρέτη του νά εἰδοποιήσει τούς καλεσμένους, ὅτι ὅλα εἶναι
ἕτοιμα. Τό σπίτι του, ἡ αἴθουσα δεξιώσεων τοῦ Χριστοῦ εἶναι μεγάλη καί
εὐρύχωρη. Μᾶς χωράει ὅλους. Ἐμεῖς γιατί προκλητικά ἀρνούμαστε τήν
πρόσκληση καί δέν προσερχόμαστε νά παρακαθήσουμε, στό Δεῖπνο;
Ὁ
ἕνας προφασίσθηκε τό χωράφι του. Ἤθελε νά δεῖ πόσο καλό εἶναι. Τί
σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ὅτι, ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἦταν φιλάργυρος. Ὁ ἄλλος
ἦταν ζωέμπορος. Ἀγόρασε πέντε ζευγάρια βόδια καί ἤθελε νά τά δοκιμάσει.
Μέ ἄλλα λόγια, ἔβοσκε κι αὐτός σάν τά ζῶα, στήν ζωή τῶν πέντε αἰσθήσεων.
Ἦταν φιλήδονας. Ὁ τρίτος ἦταν νιόπαντρος καί εἶπε ἀδιάντροπα, ἐγώ πάω
νά γλεντήσω μέ τήν γυναίκα μου, ἄφησέ με ἥσυχο. Αὐτός πάλι ἦταν
φίλαυτος. Νά, λοιπόν, πού ἔχουν ἀπόλυτο δίκαιο οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας,
ὅταν λένε, ὅτι οἱ ἁμαρτίες χωρίζονται σέ τρεῖς κατηγορίες, τῆς
φιλαυτίας, τῆς φιληδονίας καί τῆς φιλαργυρίας. Αὐτές εἶναι πού μᾶς
ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό.
Καί
σήμερα ἀκοῦμε πολλές καί διάφορες δικαιολογίες ἀπό ἐκείνους, πού δέν
θέλουν νά ἐκκλησιαστοῦν. Βλέπετε, δέν εἶπα, πού δέν μποροῦν νά
ἐκκλησιαστοῦν, ἀλλά πού δέν θέλουν νά ἐκκλησιαστοῦν. Ἄν ἤθελαν θά
εὕρισκαν τρόπο. Ὁ χρόνος ἔχει 52 Κυριακές. Πόσες Κυριακές εἶχαν ἐμπόδιο
καί δυσκολία καί δέν κατώρθωσαν νά προσέλθουν στόν Ναό; Ἐκεῖνο, πού θά
μᾶς κρατήσει μακρυά ἀπό τήν Ἐκκλησία, εἶναι μόνο τά βαθειά γηρατειά καί ἡ
σοβαρή ἀρρώστια. Τίποτε ἄλλο. Ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ὑπόλογοι καί ὑπόδικοι
μπροστά στόν Θεό.
Βλέπουμε,
κάποιες φορές, ἄδειους τούς Ναούς καί μᾶς πιάνει στενοχώρια. Αὐτό εἶναι
μεγάλο λάθος. Ὁ Ναός ποτέ δέν εἶναι ἄδειος, οὔτε καί ὅταν δέν τελεῖται ἡ
θεία Λειτουργία. Ἄν ἐμεῖς ἀδειάζουμε τίς Ἐκκλησίες. Ἄν ἐμεῖς δέν
προσερχόμαστε. Ὁ Θεός δέν μᾶς ἔχει ἀνάγκη, γι᾿ αὐτό καί δέν χρειάζεται
νά ἐρχόμαστε μέ τό ζόρι. Οἱ Ἐκκλησίες εἶναι πάντοτε γεμᾶτες. Εἶναι
γεμᾶτες ἀπό Ἄγγέλους καί Ἁγίους. Ἄν δέν ἐκκλησιαζόμαστε, κακό κάνουμε
μόνο στόν ἑαυτό μας. Δέν ἔχει ἀνάγκη ὁ ἥλιος ἀπό τά δέντρα. Τά δέντρα
ἔχουν ἀνά-γκη τόν ἥλιο. Ἔτσι κι᾿ ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη τόν Θεό καί τήν
πίστη μας, γιατί αὐτά τά δύο θά μᾶς σώσουν. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι πολύ
μικρά, ἀνούσια καί μάταια.
Πάνω
σ᾽ αὐτό τό θέμα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει: Ποιούς νά κλάψω;
Αὐτούς πού ἀπουσιάζουν ἀπό τόν Ναό ἤ αὐτούς πού ἐκκλησιάζονται;
Ἄλλοι,
συνομιλοῦν μεταξύ τους. Ἄλλοι ξύνονται καί χασμουριοῦνται. Ἄλλοι
σκέφτονται τίς ἐργασίες τους. Ἄλλοι, ἄν καί ἦρθαν πρός τό τέλος τῆς
θείας Λειτουργίας, βιάζονται νά φύγουν, σάν νά τούς εἶχαν σέ
καταναγκαστικά ἔργα. Μάλιστα κάποιοι φεύγουν πρίν ἀπό τό τέλος, πρίν ἀπό
τό «Δι᾿ εὐχῶν». Αὐτοί μοιάζουν μέ τόν Ἰούδα, πού ἔφυγε βιαστικά, πρίν τελειώσει ὁ Μυστικός Δεῖπνος.
Μά,
καί ἀπό τούς τόσους πού παραμένουν μέχρι τό τέλος, ποιοί καί πόσοι
κοινωνοῦν τῶν Ἀχράντων Μυστυρίων; Ὅταν εἴμαστε καλεσμένοι σέ τραπέζι,
πηγαίνουμε γιά νά φᾶμε, ὄχι γιά νά δοῦμε ἁπλῶς τό φαγητό ἤ μόνο νά τό
μυρίσουμε καί νά φύγουμε. Ἔτσι καί πάλι προσβάλλουμε αὐτόν, πού μᾶς
κάλεσε.
Στήν θεία
Λειτουργία δέν ἐρχόμαστε μόνο γιά νά προσευχηθοῦμε. Ἐρχόμαστε γιά νά
κοινωνήσουμε. Ἄν δέν ἦταν νά κοινωνήσουμε, δέν θά τελούσαμε τήν θεία
Λειτουργία. Θά κάμναμε μόνο τόν ὄρθρο καί θά φεύγαμε.
Η παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου λέγεται, λίγες ἡμέρες πρίν ἀπό τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων.
Ἡ Ἐκκλησία μας ἐπίτηδες τήν θέτει σ᾽ αὐτό τό χρονικό
σημεῖο, γιά νά δείξει ὅτι, ἄν δέν προετοιμαστοῦμε κι ἐμεῖς γιά νά
συμμετάσχουμε στό τραπέζι τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, δηλαδή, στήν θεία
Εὐχαριστία, δέν ὑπάρχει περίπτωση νά ἑορτάσουμε ἀληθινά Χριστούγεννα, ὡς
γέννηση τοῦ Χριστοῦ, στίς καρδιές μας.
Καί
βεβαίως δέν χρειάζεται νά ἐπαναλάβουμε ὅτι, δέν ἀρκεῖ νά καθίσει κανείς
στό τραπέζι τῆς Βασιλείας, ἀλλά νά ἔχει καί τό κατάλληλο ἔνδυμα.
Δηλαδή, τήν ὅσο τό δυνατόν καθαρή ψυχή του, λουσμένη στά δάκρυα τῆς
μετανοίας του. Τότε πράγματι θά δεῖ ὅτι, ὄχι μόνο θά φάει καί θά πιεῖ
τόν προσφερόμενο «ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάντα ἄρτον», ἀλλά θά ἔχει καί τόν Ἴδιο τόν οἰκοδεσπότη νά τόν διακονεῖ.
Ἀπομένει
σέ μᾶς νά ἀποδεχτοῦμε αὐτήν τήν πρόσκληση, καί νά μήν παρασυρθοῦμε οὔτε
ἀπό ἀνθρώπινες κοσμοθεωρίες, οὔτε ἀπό βιοτικές μέριμνες, οὔτε ἀπό τίς
προσωπικές μας ἐπιθυμίες. Ἀπομένει σέ μᾶς νά ἀποδεχτοῦμε τήν πρόσκληση
τοῦ Θεοῦ καί νά προετοιμαστοῦμε κατάλληλα, ὥστε νά ἀξιωθοῦμε νά ζήσουμε
καί τήν μεγάλη ἑορτή τῶν Χριστουγέννων, πού πλησιάζει, σέ ὅλο τό
πνευματικό της μεγαλεῖο. Νά ἑτοιμαστοῦμε κατάλληλα, γιά νά ὑποδεχτοῦμε,
αὐτές τίς Ἅγιες ἡμέρες, τό θεῖο βρέφος ὡς Σωτήρα καί Λυτρωτή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου