απο τον Κωνσταντίνο Τσάτσο(φωτο)
τ. Πρόεδρο τής Ελληνικής Δημοκρατίας (1975-1980)1
Παρότι οι σημερινές μέθοδοι άσκησης εξωτερικής πολιτικής δεν είναι επ' ουδενί πιο ηθικές ή πιο αποτελεσματικές από τίς αντίστοιχες μεθόδους κατά τήν εποχή τού Κονγκρέσσου τής Βιέννης τό 1815, οι μέθοδοι εκείνης τής εποχής συνεχίζουν να προκαλούν ενόχληση στους συγχρόνους μας, τουλάχιστον σε εκείνους που έχουν τήν εντύπωση ότι
έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος από τότε [στη γεωπολιτική αρένα].Η πολιτική δραστηριότητα τού Καποδίστρια είναι άρρηκτα συνυφασμένη με εκείνη τήν προφανώς περασμένη εποχή. Ο Καποδίστριας δεν θα μπορούσε να γοητεύσει τά πλήθη, δηλαδή όλους εκείνους που θαυμάζουν θορυβώδεις και «πολύχρωμες» [πληθωρικές] προσωπικότητες. Οι επιδέξιοι διπλωματικοί ελιγμοί δεν εμπνέουν προσωπολατρεία, η οποία μάλιστα σπάνια απορρέει από πολιτικούς συμβιβασμούς, όσο και αν αυτοί επιτυγχάνουν συχνά μεγαλύτερη πρόοδο από ό,τι οι αδιάλλακτες και άκαμπτες θέσεις.
Όταν ο Καποδίστριας ήλθε στην εμπόλεμη Ελλάδα (1828), θεωρήθηκε από κάποιους ότι ήταν υπεροπτικός. Ο Καποδίστριας ήταν φιλικός και ευγενικός, αλλά κρατούσε τήν απόσταση που διατηρεί ένας πολιτισμένος άνδρας τόσο από τούς ανωτέρους του όσο και από τούς κατωτέρους του. Ίσως μάλιστα να εφαίνετο κάπως ξένος—ο πιο διανοητικός από τούς διανοουμένους.
Ωστόσο, ήταν ο πατριωτισμός του, η αγάπη του για τήν Ελλάδα που κίνησε τίς πράξεις του καθ' όλη τήν διάρκεια τής ζωής του. Δεν ήταν όμως μόνο η αγάπη του για τήν Ελλάδα, η επιθυμία του να δημιουργήσει μια νέα Ελλάδα, που τόν έκανε Έλληνα.
Ήταν επίσης τό μεγαλείο ψυχής που τόν διέκρινε: Αυτός είναι ο λόγος για τόν οποίο επέδειξε τόσο μεγάλη ανοχή και κατανόηση για τίς εκτροπές τών μαχητών τού Αγώνα τής Παλιγγενεσίας, είτε ήσαν στρατιώτες είτε ηγέτες.
Εκείνη όμως η κατανόηση είχε τό όριό της, στο σημείο όπου κάποιες από εκείνες τίς εκτροπές [ξενοκίνητες συνομωσίες] απειλούσαν να καταστρέψουν τήν ενότητα και τήν βιωσιμότητα τού νεοφυούς Ελληνικού κράτους.
Πώς ήταν δυνατόν για τόν Καποδίστρια να υποταχθή στις κατ' ουσία αυτονομιστικές απαιτήσεις τής φάρας τών Μαυρομιχαλέων και στις χρηματικές διεκδική-σεις τών Υδραίων; Είναι πιθανόν ότι στις επαφές του με τούς εξεγερθέντες εφάνη σκληρός—δεδομένου μάλιστα ότι εκείνες οι συναντήσεις ήσαν τόσο διαφορετικές από τίς συνήθεις κουβέντες και παζαρέματα στα οποία εκείνοι ήσαν εθισμένοι [ως τουρκόδουλοι ραγιάδες επί αιώνες].
Ωστόσο, η όποια τέτοια ευθύνη [τού Καποδίστρια], δεν μπορεί να συγκριθεί με τήν βαριά ευθύνη εκείνων [τών πραξικοπηματιών τού 1831] που ευρίσκοντο τότε παρασάγγας μακράν τού σημείου να αντιληφθούν, έστω και κατ' ελάχιστον, τήν έννοια τής τάξεως και τήν έννοια τής ελευθερίας στο πλαίσιο μιας ελευθέρας πολιτείας.
Όταν ο Καποδίστριας αφίχθη στην Ελλάδα [1828] ήταν ήδη διάσημος, αλλά και εν πολλοίς προχαρακτηρισμένος ως άνθρωπος τού Τσάρου. Μερικοί Έλληνες [κοτσαμπάσηδες, πλοιοκτήτες, φαναριώτες] υπέθαλπαν τίς υποψίες τών Γάλλων και τών Άγγλων εναντίον του και έτσι κατάφεραν να κάνουν τό έργο του πιο δύσκολο.5 Ένα έργο που ήταν πέρα από τόν έλεγχο τών ιδίων τών ηγετών τών Μεγάλων Δυνάμεων [αυτοκρατόρων, βασιλέων, πρωθυπουργών], πόσον δε μάλλον πέρα από τόν έλεγχο τών εκπροσώπων τους στην Ελλάδα οι οποίοι συγκριτικά αποτελούσαν μετριότητες [πρόξενοι και λοιποί εντεταλμένοι].6
Αν λοιπόν κατ' εκείνη τήν εποχή οι αντιπολιτευόμενες πολιτικές φατρίες προσπαθούσαν να συκοφαντήσουν τόν Καποδίστρια ως (δήθεν) εργαλείο τής Ρωσίας, τι μπορούμε να πούμε για εκείνους που 200 χρόνια αργότερα7 ισχυρίζονται ότι ο Καποδίστριας προσπάθησε (δήθεν) «να επιβάλει τήν προσωπική του δικτατορία» στην Ελλάδα και ότι (δήθεν) «η εξωτερική του πολιτική είχε ως στόχο να υποτάξει τό νέο έθνος στις επιθυμίες τού Τσάρου»; Έτσι, αυτός ο άνθρωπος που γύρισε τήν πλάτη του σε όλες τίς λαμπρές τιμές τής Ρωσικής Αυλής για να υπηρετήσει τήν χώρα του, ο οποίος απομακρύνθηκε εκουσίως από τη Ρωσία για να συμβάλει στην πραγματοποίηση τού Ελληνικού προτάγματος [εθνική ανεξαρτησία], ο οποίος αγωνίστηκε για μήνες στο Λονδίνο και στο Παρίσι [1827] για να κερδίσει από τίς άλλες δύο δυνάμεις [Αγγλία και Γαλλία] τήν έγκριση τού σχεδίου του για τήν πλήρη απελευθέρωση τής Ελληνικής πατρίδος, ο οποίος είναι ο πρώτος και έκτοτε ο μοναδικός στην Ελλάδα που αγωνίσθηκε για να διατηρήσει μια ισορροπημένη φιλία8 με όλες τίς Προστάτιδες Δυνάμεις, αυτός λοιπόν ο άνθρωπος παρουσιάζεται από τούς ανίδεους7 ως πράκτορας τής Αυτοκρατορικής Ρωσίας...
Είναι πραγματική ντροπή που ο πολιτικός φανατισμός οδηγεί Έλληνες ακαδημαϊκούς μελετητές σε τέτοιες αδαείς7 στρεβλώσεις. Τά Καποδι-στριακά Αρχεία, καθώς σταδιακά έρχονται στο φως, θα ρίξουν άπλετο φως σε όσους θέλουν να τό δούν [το μεγαλειώδες έργο τού Καποδίστρια]. Οι υπόλοιποι7 θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν τήν ιστορία ως πεδίο για τήν προβολή τού πολιτικού τους σκοπού.9
Υποσημειώσεις
1 Προσαρμοσμένο απόσπασμα από τόν Πρόλογο—«Preface», σσ. v-x, εκδοθέντος στην Αγγλική τό 1977 από τόν τότε εν ενεργεία Πρόεδρο τής Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τσάτσο—τού βιβλίου με τίτλο «Letter to the Tsar Nicholas I», Doric Publications Ltd. (Αθήνα 1977). Το βιβλίο εμπεριέχει μετάφραση στην Αγγλική τού από 12/24 Δεκεμβρίου 1826 πρωτοτύπου υπομνήματος τού Ιωάννου Καποδίστρια εις τήν Γαλλική προς τόν Τσάρο Νικόλαο Ι με πρωτότυπο τίτλο «À Sa Majesté l'Empereur: Aperçu de ma carrière politique de 1798 à 1822», εκδοθέντος αρχικά στην Αγ. Πετρούπολη (Ρωσία) τό 1868. Η μετάφραση στην Ελληνική τού εν λόγω αποσπάσματος έγινε από τόν συγγραφέα τής μονογραφίας «Καποδίστριας ο Μέγας», που ειδικότερα προσδιορίζεται παρακάτω στην τελευταία υποσημείωση (9). Εντός αγκυλών στο ελληνικό κείμενο εμπεριέχονται μινιμαλιστικές επεξηγήσεις τού
μεταφραστή.
Η γλώσσα τού κειμένου τής μετάφρασης και των υποσημειώσεων ακολουθεί τούς εννέα (9) κανόνες που προσδιορίζονται στη μονογραφία «Περί Παιδείας Παρακαταθήκη Ιωάννου Καποδίστρια: Κείμενα Ι. Καποδίστρια 1806-1831 περί Ιδιογενούς Παιδαγωγίας τών Ελλήνων» (σσ. 54-55), η οποία είναι δωρεάν αναγνώσιμη και διαθέσιμη (freely readable/downloadable) εδώ:
https://www.academia.edu/
2 Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος υπαινίσσεται τήν προπαγανδιστική μέθοδο που εφαρμόζεται σε μαθητικά βιβλία ιστορίας σχετικά με τόν Καποδίστρια, σύμφωνα με τά οποία ο Απελευθερωτής τής Ελλάδος υποβαθμίζεται συστηματικά αφενός ως απλώς διαθέτων «οργανωτική ικανότητα» (organizational ability) ή «οργανωτικές δεξιότητες» (organizational skills), ωσάν δηλαδή να ήταν κάτι σαν «ο Σημίτης τής εποχής του», και αφετέρου ως απλώς ένας καλός διπλωμάτης που επεδίδετο σε «επιδέξιους πολιτικούς ελιγμούς» (adroit diplomatic maneuvers), ωσάν δηλαδή να ήταν κάτι σαν «ο Αβραμόπουλος τής εποχής του». Κατά συνέπεια, τόσον «αδαείς» καθηγητές (όπως ρητά τούς χαρακτηρίζει ο Κ. Τσάτσος) όσον και ανυποψίαστοι μαθητές και φοιτητές συνήθως αιφνιδιάζονται όταν μαθαίνουν όλη τήν αλήθεια για τόν Καποδίστρια, για τούς ξενοκίνητους ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς τής δολοφονίας του, για τούς λόγους τής δολοφονίας του, για τίς διαχρονικές επιπτώσεις τής δολοφονίας του, και τελικά για τούς πολιτικούς επιγόνους τών δολοφόνων του από τό 1831 μέχρι σήμερα.
3 Ο Κ. Τσάτσος αιτιάται μετά λόγου γνώσεως τό εκπαιδευτικό σύστημα τής Ελλάδος για τήν συστηματική συσκότιση και παραπλάνηση τής μαθητιώσης νεολαίας όσον αφορά στο εθνοαπελευθερωτικό έργο τού Καποδίστρια: Ο Κ. Τσάτσος διετέλεσε Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων από 20 Ιανουαρίου 1949 μέχρι 6 Ιανουαρίου 1950, ήτοι ανέλαβε τά καθήκοντά του σε αυτό τό αξίωμα μαινομένου ακόμη τού Εμφυλίου Πολέμου στην Ψυχροπολεμική Εποχή. Κατά συνέπεια, μάλλον διεπίστωσε τότε ότι ως Υπουργός Παιδείας ήταν παντελώς αδύναμος να θεραπεύσει αυτήν τήν διαχρονική Ύβρι τής Δημοσίας Παιδείας τής χώρας, αφενός διότι μετέσχε κυβερνήσεως πολιτικών επιγόνων τών δολοφόνων τού Καποδίστρια (εμφυλιακή Κυβέρνηση Θεμιστοκλή Σοφούλη), η οποία μάλιστα ευρίσκετο σε πολεμική σύρραξη με άλλους επιδόξους πολιτικούς επιγόνους (κομμουνιστές) εκείνων τών δολοφόνων, και αφετέρου διότι τό γεωστρατηγικό δόγμα τού Καποδίστρια για τήν Ελλάδα ήταν διαμετρικώς αντίθετο από τά στρατιωτικά και γεωπολιτικά δόγματα τόσον τού δυτικού μπλοκ (ΝΑΤΟ) όσον και τού τότε αντιπαρατιθεμένου ανατολικού μπλοκ (ΣΥΜΦΩΝΟ ΒΑΡΣΟΒΙΑΣ), όπως περαιτέρω επισημαίνεται παρακάτω (Υποσημείωση 8).
4 Προφανώς ο Κ. Τσάτσος, έχων απογοητευθεί από τήν παραχάραξη τής ιστορίας τού Αγώνα τής Παλιγγενεσίας από τό μετακαποδιστριακό ξενόδουλο «βαθύ κράτος» τής Ελλάδος επί δύο αιώνες—ειδικά όσον αφορά στην απόκρυψη τού ρόλου τού Καποδίστρια ως Πολεμαρχούντος Εθνάρχου και Απελευθερωτού τής Ελλάδος—θεωρούσε ότι στους ενήλικες (γονείς) πρέπει να αναζητηθεί ο γνωσιολογικός μίτος για τήν άρση τής Ύβρεως τών Ελλήνων κατά τού Καποδίστρια, ώστε στο μέλλον, η εθνοαπελευθερωτική μεγαλοσύνη του να συνειδητοποιηθή από ενήλικες (to be appreciated by adults), και δι' αυτών από μαθητές, έστω και εάν συνεχίζει να μην διδάσκεται στα σχολεία (not taught to school-children).
5 Μία εύστοχη σύνοψη τού ηρακλείου εθνοαπελευθερωτικού έργου τού Καποδίστρια—με επιγραμματικές αναφορές στον τριμέτωπο εθνοαπελευθετωτικό αγώνα τού Πολεμαρχούντος Εθνάρχου Καποδίστρια κατά (1) τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, (2) τών Μεγάλων Δυνάμεων και (3) τών Ελλήνων συνωμοτών εναντίον του—παρατίθεται παρακάτω [Γενική Ιστορία τών Ελλήνων (Δ. Απέργη - Κ. Εμμανουήλ & Σία Ο.Ε.: Αθήνα 1974), τ. 11, σσ. 56, 59].
“Πάντα ταῦτα εἶναι ἔργα τῆς ἀκλονήτου καὶ ἀδαμάστου θελήσεως τοῦ Καποδιστρίου, ὁ ὁποῖος παλαίων πρὸ μυρίων δυσχερειῶν καὶ μιᾶς ἀχαλινώτου ἐν τῷ εσωτερικῷ ἀντιπολιτεύσεως ἐπέτυχεν σοβαρωτάτην διπλωματικὴν νίκην εἰς τὸ ζήτημα τῆς ὁροθεσίας. Τὸ ἄρθρον 10 τῆς συνθήκης τῆς Ἀνδριανουπόλεως 1829 καὶ τὸ Πρωτόκολλον τῆς Ἑλληνικής Ἀνεξαρτησίας τοῦ Λονδίνου 1830 [σ.μ. ὅπως ἐπίσης καὶ τὸ Πρωτόκολλον τῆς Ἑλληνικής Ὁροθεσίας τοῦ Λονδίνου 1831] εἶναι κατὰ ἐν μέγιστον ποσοστὸν ἔργον τοῦ Κυβερνήτου, τῆς διπλωματικῆς του ἱκανότητος καὶ τοῦ ἐπιδεξίου διπλωματικοῦ καὶ πολεμικοῦ χειρισμοῦ τοῦ ἑλληνικοῦ ζητήματος... Ὁ Κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδος δὲν συνεκρότησεν οὕτω μόνον κράτος ἐκ τοῦ μηδενός, ἀλλ' ἠγωνίσθη καὶ διὰ τῶν διπλωματικῶν του χειρισμῶν ἐπέβαλε μέχρι μεγάλου βαθμοῦ τὴν διεθνῆ αυτοῦ ἀναγνώρισιν. ῾Η ἐλευθέρα Ἑλλάς, τὸ ἀνεξάρτητον ἑλληνικὸν κράτος εἶναι ἔργον τοῦ ἀγωνισθέντος ἐπί ἐννεαετίαν καὶ θυσιασθέντος ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἀλλά καὶ ἔργον τοῦ Κυβερνήτου του, ο ὁποῖος ἐγνώριζε πῶς νὰ ἀξιοποιήσῃ ἐπὶ τοῦ διπλωματικοῦ πεδίου τὰς θυσίας του καὶ τὸ ἐπέτυχε μέχρις ἑνὸς σημαντικοῦ βαθμοῦ, ἴσως δὲ θὰ τὸ ἐπετύγχανε καὶ κατὰ μεγαλύτερον ποσοστὸν ἐὰν δὲν ἐμεσολάβει τὸ γεγονὸς τῆς δολοφονίας του.”
6 Η αντιπαραβολή τής συλλογικής αδυναμίας τών ηγετών όλων τών Μεγάλων Δυνάμεων να εξεύρουν λύση στο Ελληνικό Ζήτημα μέχρι τό 1826—πολλώ δε μάλλον να τήν επιβάλουν μέχρι τότε—με τήν λύση που τελικά τελικά κατόρθωσε να επιβάλει ο Εθνάρχης Καποδίστριας δια διπλωματικών χειρισμών και πολεμικών δράσεων τό 1827-1831, αποτελεί μια λαμπρή αναγωγή τού Κ. Τσάτσου: Αυτή η αντιπαραβολή, πέραν παντός άλλου επιχειρήματος, αναδεικνύει τήν μεγαλοσύνη και παγκόσμια εμβέλεια τού Απελευθερωτού τής Ελλάδος.
7 Στο πρωτότυπο στην Αγγλική, τά χρόνια από τόν Αγώνα τής Παλιγγενεσίας προσδιορίζονται ως 150 (δεδομένου ότι ο Κ. Τσάτσος συνέγραψε τό πόνημά του τό 1976-1977), και όχι 200 χρόνια όπως προσδιορίζονται στην ελληνική μετάφραση ελευθέρως προς θεματική επικαιροποίησή της. Είναι όμως ιστορικώς αξιοσημείωτο, εν όψει μάλιστα τής Διακοσιετηρίδος, ότι παρότι έχει περάσει σχεδόν μισός αιώνας από τότε, τό ρηξικέλευθο κείμενο τού Κ. Τσάτσου παραμένει επίκαιρο σήμερα. Ενδεικτικά, στο πόνημά του ο Κ. Τσάτσος, παρότι ήταν τότε εν ενεργεία Πρόεδρος τής Δημοκρατίας, δεν εφείσθη καταγγελτικών χαρακτηρισμών κατά τών απολογητών τών πολιτικών επιγόνων τών δολοφόνων τού Εθνάρχου Καποδίστρια, χαρακτηρίζοντας συλλήβδην τέτοιους προπαγανδιστές—ακόμη και εάν είναι καθηγητές Α.Ε.Ι.—ως «αδαείς» ή «ανίδεους» (ignorant), «άγονα και στενόμυαλα πνεύματα» (barren and narrow-minded spirits), «Φιλισταίους» (Philistines), απολειφάδια τής ιστορίας, ήτοι «τους υπολοίπους» (the remainder) τής ιστοριογραφίας, κ.τ.λ. Προφανώς, η (εφήμερη) θεσμική ιδιότητα τού Κ. Τσάτσου τότε δεν τόν απέτρεψε από τό να διατυπώσει τίς σκέψεις του με παρρησία για τόν Μέγα Καποδίστρια ενώπιον τού ελληνικού έθνους (το οποίο έχει διαχρονική διάσταση). Σε αυτό τό πλαίσιο, ο Κ. Τσάτσος είπε τότε τά πράγματα με τό όνομά τους, κατά τρόπο που αποτελεί σήμερα κόλαφο για κάποια διαβόητα αντικαποδιστριακά ατοπήματα και προπαγανδιστικά φαιδρολογήματα τής Επιτροπής «Αθήνα 2021» και πλείστων όσων πολιτικών επιγόνων τών δολοφόνων τού εθνομάρτυρος Καποδίστρια.
8 Η αναφορά τού Κ. Τσάτσου στη γεωστρατηγική παρακαταθήκη τού Εθνάρχου Καποδίστρια, όσον αφορά στην ανάγκη τής Ελλάδος «να διατηρήσει μια ισορροπημένη φιλία με όλες τίς Προστάτιδες Δυνάμεις» (to maintain a balanced friendship with the Protecting Powers) απήτησε μεγάλη γενναιότητα από μέρους τού τ. Προέδρου τής Δημοκρατίας, διότι μεταξύ άλλων διετυπώθη εν μέσω τού Ψυχρού Πολέμου (1977). Προφανώς, η εξωτερική πολιτική τήν οποία εφήρμοσε λυσιτελώς ο Μέγας Καποδίστριας—π.χ. ευπρόσδεκτος ελλιμενισμός στην Ελλάδα τών πολεμικών πλοίων όλων τών Μεγάλων Δυνάμεων—και τήν οποία απέτυχαν να εφαρμόσουν οι πολιτικοί επίγονοι τών δολοφόνων του έκτοτε, αντίκειται προς τήν ΝΑΤΟϊκή αντίληψη περί τής θέσεως τής Ελλάδος στη νέα τάξη πραγμάτων που επεκράτησε μετά τόν B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ίσως όμως, η ούτως επιδειχθείσα γενναιότητα τού Κ. Τσάτσου ενισχύθηκε τότε από τό γεγονός ότι η Ελλάς είχε αποχωρήσει από τό στρατιωτικό σκέλος τού ΝΑΤΟ κατά τήν περίοδο τής Προεδρίας του.
9 Τό παρόν προσαρμοσμένο απόσπασμα, σε ελληνική μετάφραση, συμπεριλαμβάνεται στη μονογραφία «Καποδίστριας ο Μέγας» (pp. 11-14), μετά τού πρωτοτύπου κειμένου εις τήν Αγγλική (pp.
14-16) και συναφείς επεξηγηματικές και ιστοριογραφικές επισημειώσεις
(σσ. 25-28), η οποία είναι δωρεάν αναγνώσιμη και διαθέσιμη (freely readable/downloadable) εδώ: https://www.academia.edu/
istorikathemata.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου