Τό Εὐαγγέλιο κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο δέν προέρχεται ἀπό ἄνθρωπο.
Στόν ἴδιο τό ἀποκάλυψε ὁ Κύριος Ἰησοῦς.
Γι’ αὐτό καί ἡ Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ἐνυπόστατη, δηλαδή ταυτίζεται μέ τό Πρόσωπο τοῦ
Χριστοῦ. Καί ναί μέν τό Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ φανερώθηκε σέ συγκεκριμένο ἱστορικό πλαίσιο καί διατυπώθηκε μέ τήν γλώσσα τῆς ἐποχῆς, ὅμως ταυτόχρονα δέν παύει νά ἔχει αἰώνιο καί
«χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13,8).
Αὐτή ἡ ἀλήθεια ἀποτελεῖ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας.
Στήν Μικρά Εἴσοδο τῆς θείας Λειτουργίας ὁ λειτουργός ὑψώνοντας τό Εὐαγγέλιο
ἐκφωνεῖ· «Σοφία· ὀρθοί». Ἰδού ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στό μέσον τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν καρδιῶν τῶν πιστῶν· ἄς σταθοῦμε ὀρθοί, στό πνεῦμα καί τό σῶμα, γιά νά ἐκφράσουμε τόν σεβασμό καί τήν ἀφοσίωσή μας πρός Αὐτόν πού ἔγινε τά πάντα γιά τόν ἄνθρωπο.
Καί ἡ σύναξη τῶν πιστῶν ὑμνεῖ τόν Θεό ψάλλοντας· «δεῦτε προσκυνήσωμεν καί προσπέσωμεν Χριστῷ...». Ἐλᾶτε οἱ πάντες καί τά πάντα νά αἰνέσουμε τόν Θεό, νά προσκυνήσουμε καί νά προσπέσουμε ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ ἐναγκαλιζόμενοι Αὐτόν.
Ὡς ἐκ τούτου, τό Εὐαγγέλιο πού κηρύσσει ὁ Παῦλος δέν εἶναι κά-
ποια ἀνθρώπινη ἠθική διδασκαλία, ἀλλά ἡ προσφορά τῆς προσωπικῆς
ἐμπειρίας του ἀπό τήν σωτηριώδη μετά τοῦ Κυρίου κοινωνία καί ἕνωσή
του.
Ἔτσι ἡ φράση «οὐκ ἔστι κατά ἄνθρωπον» δέν σημαίνει τήν ὑποτί-
μηση τοῦ ἀνθρώπινου παράγοντα ἐκ μέρους τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά φανε-
ρώνει τήν ὑπερύψωση καί καταξίωση τοῦ ἀνθρώπου ὡς συνεργοῦ τοῦ
Θεοῦ στό ἔργο τῆς σωτηρίας.
Ὁ Χριστιανισμός διωκόμενος
Ὁ Χριστιανισμός ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱστορικῆς του ἐμφανίσεως διώ-
χθηκε τόσο ἐξωτερικά ὅσο καί ἐσωτερικά, μέ ἰδιαίτερη σκληρότητα.
Εἶναι ἀναρίθμητοι οἱ ἅγιοι Μάρτυρες πού θυσίασαν τήν ζωή τους γιά τό
Εὐαγγέλιο καί τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Μάλιστα, ὅπως καί ἄλλοτε ἔχουμε ἐπισημάνει, εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι καί στίς ἡμέρες μας ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἡ μόνη θρησκεία πού διώκεται παντοιοτρόπως καί ἔχει νά παρουσιάσει καί σήμερα μάρτυρες σέ ὅλη τήν γῆ.
Ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν σημερινή μας περικοπή, ἀφοῦ κάνει μία ἀνασκόπηση τῆς
ζωῆς του πρίν ἀπό τό κάλεσμά του στό ἀποστολικό ἀξίωμα, λέγει ὅτι καταδίωξε μέ πάθος τήν Ἐκκλησία.
Καί αὐτό, γιατί εἶχε μεγάλο ζῆλο γιά τίς προγονικές του παραδόσεις
καί ἦταν ἀφοσιωμένος στόν Ἰουδαϊσμό. Ἐνῶ, ὅμως, κατευθυνόταν πρός τήν Δαμασκό, μέ σκοπό νά ἐξαφανίσει τήν Ἐκκλησία καί νά φυλακίσει τούς χριστιανούς, ἀξιώθηκε νά συναντήσει τόν Ἀναστάντα Χριστό. Καί τότε ἀπό διώκτης ἔγινε διωκόμενος καί ἀπό πολέμιος τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀναδείχθηκε ὁ κατ’ ἐξοχήν Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἀγάπησε τόν Χριστό περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον. Αὐτά τά θαύματα ἐνεργεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ τότε καί σήμερα.
Ἡ συκοφάντηση τοῦ Παύλου
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή του, ἀπό τήν ὁποία προέρχεται ἡ περικοπή μας, τονίζει ὅτι τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ
δικαιώνει, σώζει τόν ἄνθρωπο, διά τῆς πίστεως. Καί γενικῶς κηρύττει ὅτι
ἡ σταυρική θυσία τοῦ Κυρίου φέρει ὡς καρπό τήν ἀπόκτηση τῶν ἀγαθῶν
τῆς υἱοθεσίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό καί τήν ἐλευθερία του ἀπό τόν
ζυγό καί τούς νομικούς τύπους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού, οὕτως ἤ
ἄλλως, εἶχαν παιδαγωγικό καί προσωρινό χαρακτήρα.
Ὅμως, ἰουδαΐζοντες χριστιανοί ψευδοδιδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι περιέρχονταν τίς νεοσύστα-
τες ἐκκλησίες τῆς Γαλατίας πού ἵδρυσε ὁ Παῦλος, τόν συκοφαντοῦσαν,
προκαλώντας ταραχή καί σκανδαλισμό στούς πιστούς. Ὑποστήριζαν ὅτι
γιά τήν ἐν Χριστῷ σωτηρία ἦταν ἀπαραίτητη ἡ τήρηση τῶν τελετουρ-
γικῶν διατάξεων τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου καί προσπαθοῦσαν νά ἀκυρώ-
σουν τό ἔργο καί νά κλονίσουν τό ἀποστολικό κύρος τοῦ Παύλου, ὁ
ὁποῖος δίδασκε τήν ἀποδέσμευση ἀπό τόν νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ἐδῶ πρόκειται περί μιᾶς ἄλλης μορφῆς διωγμοῦ, ἐσωτερικοῦ αὐτήν τήν
φορά, πού ἀφορᾶ στήν διαστρέβλωση τῆς εὐαγγελικῆς ἀληθείας.
Ἡ Ἐκκλησία, φορέας καί ἐγγύηση τῆς ἀληθείας
Ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, παρά τά ὅποια ἀναπόφευκτα ἀνθρώπινα λάθη κατά τήν ἱστορική της πορεία καί τήν ἀνακολουθία ὁρισμένων
ἐκπροσώπων της, δέν παύει νά κηρύσσει τό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὡς ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο καί πρόσκληση γιά κοινωνία καί ἕνωση μαζί Του. Αὐτό εἶναι τό Εὐαγγέλιο τῆς Ἀληθείας· τό Εὐαγγέλιο τοῦ Παύλου καί ὅλων τῶν Ἁγίων· τό κριτήριο, ἐν τέλει, τῆς συνειδήσεώς μας καί ἡ δύναμη τῆς ἐν Χριστῷ ἀναγεννήσεώς μας.
Ἀρχιμ. Ν. Κ
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Γαλ. α´ 11-19)
Τό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου
Ἀδελφοί, γνωρίζω ὑμῖν τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ’ ἐμοῦ ὅτι οὐκ
ἔστι κατὰ ἄνθρωπον· οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτὸ
οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι’ ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν
ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ, ὅτι καθ’ ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ
Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτήν, καὶ προέκοπτον ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλι-
κιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου πα-
ραδόσεων. Ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ
καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί, ἵνα εὐαγγελίζω-
μαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, οὐδὲ ἀνῆλθον
εἰς Ἱεροσόλυμα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς Ἀραβίαν, καὶ
πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμασκόν. Ἔπειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς Ἱεροσόλυμα
ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε· ἕτερον δὲ τῶν ἀπο-
στόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου.
Μετάφραση τῆς Ἀποστολικῆς περικοπῆς
Ἀδελφοί, σᾶς δηλώνω, ὅτι τό εὐαγγέλιο πού κήρυξα δέν εἶναι ἐπινόηση ἀνθρώπου·
γιατί οὔτε ἐγώ τό παρέλαβα ἤ τό διδάχθηκα ἀπό κάποιον ἄνθρωπο, ἀλλά μοῦ τό
ἀποκάλυψε ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἀσφαλῶς, θά ἔχετε ἀκούσει γιά τή συμπεριφορά
μου στό παρελθόν, ὅταν ἀνῆκα στήν ἰουδαϊκή θρησκεία, ὅτι καταδίωκα μέ πάθος
τήν ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καί προσπαθοῦσα νά τήν ἐξαφανίσω, καί προόδευα στόν
Ἰουδαϊσμό περισσότερο ἀπό πολλούς ἄλλους συνομήλικους ὁμοεθνεῖς μου, ἐπειδή
εἶχα μεγαλύτερο ζῆλο γιά τίς παραδόσεις τῶν πατέρων μου. Ὅταν ὅμως εὐαρε-
στήθηκε ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος μέ εἶχε ξεχωρίσει ἀπό τήν κοιλιά τῆς μητέρας μου, καί
μέ κάλεσε μέ τή χάρη του νά μοῦ ἀποκαλύψει τόν Υἱό του, νά τόν κηρύσσω μέ
τό εὐαγγέλιο στούς εἰδωλολάτρες, δέν ἔσπευσα νά συμβουλευθῶ κανέναν ἄνθρω-
πο, οὔτε ἀνέβηκα στά Ἱεροσόλυμα νά συναντήσω τούς πρίν ἀπό μένα ἀπο-
στόλους, ἀλλά ἀναχώρησα στήν Ἀραβία, καί ξαναγύρισα στή Δαμασκό. Κατόπιν,
μετά ἀπό τρία χρόνια, ἀνέβηκα στά Ἱεροσόλυμα, νά γνωρίσω τόν Πέτρο καί ἔμεινα
κοντά του δεκαπέντε ἡμέρες. Ἄλλον ὅμως ἀπό τούς ἀποστόλους δέν εἶδα, ἐκτός
ἀπό τόν Ἰάκωβο, τόν ἀδελφό τοῦ Κυρίου.
(Ἀπό τή νέα ἔκδοση: Ἡ Καινή Διαθήκη, τό πρωτότυπο κείμενο μέ νεοελληνική ἀπόδοση
τοῦ ὁμοτ. καθηγ. Χρ. Βούλγαρη, ἔκδ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ)
apostoliki-diakonia.gr
Στόν ἴδιο τό ἀποκάλυψε ὁ Κύριος Ἰησοῦς. Γι’ αὐτό καί ἡ Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ἐνυπόστατη, δηλαδή ταυτίζεται μέ τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Καί ναί μέν τό Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ φανερώθηκε σέ συγκεκριμένο ἱστορικό πλαίσιο καί διατυπώθηκε μέ τήν γλώσσα τῆς ἐποχῆς, ὅμως ταυτόχρονα δέν παύει νά ἔχει αἰώνιο καί διαχρονικό κύρος. Καθότι Εὐαγγέλιο εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ὁποῖος εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13,8).
Αὐτή ἡ ἀλήθεια ἀποτελεῖ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας. Στήν Μικρά Εἴσοδο τῆς θείας Λειτουργίας ὁ λειτουργός ὑψώνοντας τό Εὐαγγέλιο ἐκφωνεῖ· «Σοφία· ὀρθοί». Ἰδού ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στό μέσον τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν καρδιῶν τῶν πιστῶν· ἄς σταθοῦμε ὀρθοί, στό πνεῦμα καί τό σῶμα, γιά νά ἐκφράσουμε τόν σεβασμό καί τήν ἀφοσίωσή μας πρός Αὐτόν πού ἔγινε τά πάντα γιά τόν ἄνθρωπο.
Καί ἡ σύναξη τῶν πιστῶν ὑμνεῖ τόν Θεό ψάλλοντας· «δεῦτε προσκυνήσωμεν καί προσπέσωμεν Χριστῷ…». Ἐλᾶτε οἱ πάντες καί τά πάντα νά αἰνέσουμε τόν Θεό, νά προσκυνήσουμε καί νά προσπέσουμε ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ ἐναγκαλιζόμενοι Αὐτόν.
Ὡς ἐκ τούτου, τό Εὐαγγέλιο πού κηρύσσει ὁ Παῦλος δέν εἶναι κάποια ἀνθρώπινη ἠθική διδασκαλία, ἀλλά ἡ προσφορά τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας του ἀπό τήν σωτηριώδη μετά τοῦ Κυρίου κοινωνία καί ἕνωσή του. Ἔτσι ἡ φράση «οὐκ ἔστι κατά ἄνθρωπον» δέν σημαίνει τήν ὑποτίμηση τοῦ ἀνθρώπινου παράγοντα ἐκ μέρους τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά φανερώνει τήν ὑπερύψωση καί καταξίωση τοῦ ἀνθρώπου ὡς συνεργοῦ τοῦ Θεοῦ στό ἔργο τῆς σωτηρίας.
Πηγή: http://kirigmata.blogspot.com/2023/10/blog-post_9.html#ixzz8GlXpJuUl
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου