Ελάχιστοι άνθρωποι αξιώθηκαν να λάβουν τον τίτλο του «Μεγάλου» στην ιστορία της ανθρωπότητας, διότι αυτό προϋποθέτει να υπάρξει κάποιος υπέρμετρα σπουδαίος και να προσφέρει υπέρτατες και μοναδικές υπηρεσίες σε αυτή. Ένας από αυτούς είναι και ο Μέγας Αθανάσιος, ο οποίος εκτός από τον τίτλου του «Μεγάλου» του αποδόθηκε και ο μοναδικός τίτλος «Στύλος της Ορθοδοξίας». Μελετώντας κάποιος την προσωπικότητα και το τιτάνιο έργο του, δε μπορεί παρά να συμφωνήσει με την επιλογή αυτή της Εκκλησίας μας.
Γεννήθηκε περί το 298 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από ευσεβείς Έλληνες γονείς και ανατράφηκε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Οι ευκατάστατοι γονείς του φρόντισαν να λάβει μια σπάνια κλασική παιδεία, η οποία άκμαζε ακόμα στην Αλεξάνδρεια. Παράλληλα φοίτησε στην περίφημη Κατηχητική Σχολή θεολογία, αναδεικνυόμενος ως ένας από τους σπουδαιότερους Πατέρες και Διδασκάλους της Εκκλησίας μας όλων των εποχών.
Καθοριστική σημασία για την κατοπινή πορεία του Αθανασίου υπήρξε η γνωριμία του και η πνευματική του σύνδεση με τον μέγιστο ασκητή της Εκκλησίας μας Μέγα Αντώνιο. Κοντά του μυήθηκε στην ευσέβεια και χαλυβδώθηκε ο χαρακτήρας του να είναι αμετακίνητος και απόλυτα προσηλωμένος στην αλήθεια της Εκκλησίας. Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών εισέρχεται στις τάξεις του ιερού κλήρου, ως διάκονος της αλεξανδρινής Εκκλησίας, μπαίνοντας στην υπηρεσία του γηραιού και σεβάσμιου επισκόπου Αλεξάνδρου.
Δεν έμελλε όμως να βιώσει μια ειρηνική ιερατική διακονία, διότι κατά την χρονική εκείνη περίοδο ξέσπασε μια από τις μεγαλύτερες και πιο επικίνδυνες θεολογικές θύελλες στην ιστορία της Εκκλησίας μας, η φοβερή αίρεση του αρειανισμού.
Ο πρεσβύτερος της αλεξανδρινής Εκκλησίας Άρειος δίδασκε άκρως βλάσφημες και κακόδοξες διδασκαλίες, ανατρέποντας εκ θεμελίων την διδασκαλία της Εκκλησίας μας.
Απέρριπτε το θεμελιώδες δόγμα της Αγίας Τριάδος, υποβιβάζοντας τον Υιό σε κτίσμα του Θεού και αρνούμενος την προσωπική υπόσταση του Αγίου Πνεύματος.
Ο νεαρός διάκονος Αθανάσιος, με την ευλογία του επισκόπου Αλεξάνδρου ανέλαβε να ανασκευάσει τις βλάσφημες δοξασίες του Αρείου.
Στα 325 συγκροτήθηκε η Α Οικουμενική Σύνοδος στην Νίκαια της Βηθυνίας για να συζητηθεί η αρειανική κακοδοξία και να διατυπωθεί με σαφήνεια το ορθόδοξο δόγμα. Ο διάκονος Αθανάσιος εκπροσώπησε τον Αλέξανδρο και μάλιστα ορίστηκε και γραμματείας της Συνόδου. Στις θυελλώδεις συζητήσεις με τον αιρεσιάρχη Άρειο και τους οπαδούς του, ο Αθανάσιος εξέπληξε με την ωριμότητα της σκέψεώς του, τη θεολογική του κατάρτιση και προ πάντων την ακριβή έκφραση της ορθόδοξης διδασκαλίας. Δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξουμε πως ο Μέγας Αθανάσιος υπήρξε ο πρωταγωνιστής της Συνόδου και ο εκφραστής της αλήθειας της Εκκλησίας.
Το 328 κοιμήθηκε ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος και ο λαός απαίτησε να ανέβει στον επισκοπικό θρόνο ο Αθανάσιος, ο οποίος αποδέχτηκε την ύψιστη αυτή διακονία, διαρκούσης της αρειανικής λαίλαπας, παρά την καταδίκη της από την Α Οικουμενική Σύνοδο. Εργάστηκε σκληρά αναδιοργανώνοντας την αλεξανδρινή Εκκλησία. Επέλεξε άξιους συνεργάτες από την τάξη των ασκητών και των μοναχών, οι οποίοι είχαν αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο εκκλησιαστικό έργο.
Το μεγάλο βάρος το έδωσε στην προάσπιση της ορθόδοξης πίστης και τον αντιαιρετικό αγώνα. Αυτό είχε όμως δυσμενείς εξελίξεις για τον ίδιο. Οι αρειανοί και οι άλλοι αιρετικοί της επισκοπής του κατείχαν υψηλά κρατικά αξιώματα και οικονομική δύναμη. Κάνοντας χρήση αυτών, είχαν κηρύξει ανελέητο πόλεμο κατά του Αθανασίου και οχετούς λάσπης συκοφαντιών, οι οποίες έφταναν ως την αυτοκρατορική εξουσία της Κωνσταντινουπόλεως. Γι’ αυτό και ολόκληρη η ζωή του υπήρξε μαρτυρική.
Από τα 46 έτη της επισκοπικής του διακονίας τα 17 τα πέρασε στις εξορίες! Έχουν διασωθεί οι φρικτές συκοφαντίες εναντίον του από τους αιρετικούς, προς τον αυτοκράτορα. Κατηγορήθηκε ο ασκητής Αθανάσιος για δήθεν πορνεία και βιασμό γυναίκας! Κατηγορήθηκε επίσης ο ένθερμος αυτός ζηλωτής του Χριστού και ως μάγος!
Αλλά ο Αθανάσιος υπόμενε με καρτερία τις συκοφαντίες και τις άδικες διώξεις. Την προσωπική του πίκρα και τις ατέλειωτες ταλαιπωρίες του τις προσπερνούσε με την νυχθημερόν συγγραφή θεολογικών πραγματικών και αντιαιρετικών έργων.
Από τα σπουδαιότερα συγγράμματά του ξεχωρίζουμε το μοναδικό έργο του «Περί της Ενανθρωπήσεως του Λόγου», όπου αν αναπτύσσει με καταπληκτική ακρίβεια την αλήθεια της Εκκλησίας μας για το θείο πρόσωπο του Σωτήρος Χριστού.
Στα έργο του «Κατά Αρειανών» καταρρίπτει πανηγυρικά τις αρειανικές κακοδοξίες. Στο επίσης περισπούδαστο έργο του «Κατά Ειδώλων» καταρρίπτει το σαθρό οικοδόμημα της ειδωλολατρίας, η οποία στην εποχή του ήταν ακόμη μια μεγάλη απειλή και μια σοβαρή πρόκληση για την Εκκλησία. Συνέγραψε ακόμη το βίο του δασκάλου του Μ. Αντωνίου, καθώς και πάμπολλες επιστολές σε διάφορα εξέχοντα πρόσωπα, οι οποίες αποπνέουν σπάνιο ζήλο για την διαφύλαξη της αλήθειας της Εκκλησίας, διότι είναι συνώνυμη με τη σωτηρία. Αξίζει να σημειώσουμε πως με την 39η εορταστική επιστολή του ορίζεται ο λεγόμενος «κανόνας της Καινής Διαθήκης», δηλαδή ορίζονται τα 27 γνήσια βιβλία, από τα ψευδεπίγραφα (απόκρυφα) που κυκλοφορούσαν στην αρχαία Εκκλησία και έσπερναν πλάνες στους πιστούς.
Κατάκοπος και τσακισμένους από τους ατέλειωτους αγώνες και τις προσωπικές ταλαιπωρίες, κοιμήθηκε στις 2 Μαΐου του 373. Η Εκκλησία μας τον κατέταξε στους αγίους της και τον ανακήρυξε «Μέγα» για τις μοναδικές του υπηρεσίες του προς Αυτήν.
Ορίστηκε δε να συνεορτάζεται η μνήμη του στις 18 Ιανουαρίου, μαζί με τον επίσης σπουδαίο αλεξανδρινό επίσκοπο, τον άγιο Κύριλλο, ο οποίος και αυτός έδωσε παρόμοιους αγώνες για την Ορθόδοξη πίστη.
Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας:Ο μεγάλος δογματικός θεολόγος της Εκκλησίας
Οι αλεξανδρινοί Πατέρες έβαλαν και εκείνοι τη δική τους σφραγίδα στην ανάπτυξη της Θεολογίας της Εκκλησίας μας. Με κέντρο ανάπτυξης των θεολογικών σπουδών την περίφημη Κατηχητική Σχολή, η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας ανέδειξε μεγάλες μορφές.
Μια από αυτές είναι και ο άγιος Κύριλλος αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, ο κορυφαίος δογματικός θεολόγος και υπερασπιστής της Ορθοδοξίας.
Αλλά και ένας από τους πλέον συκοφαντημένους Πατέρες και αγίους της Εκκλησίας μας.
Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια περί το 378 από εύπορους γονείς και ήταν ανεψιός του πατριάρχη Θεοφίλου. Οι γονείς του φρόντισαν να του δώσουν σοβαρή μόρφωση. Σπούδασε γραμματική, ρητορική και φιλοσοφία στις ονομαστές εθνικές σχολές της Αλεξάνδρειας και τέλος σπούδασε θεολογία και βιβλικές σπουδές στην ονομαστή Κατηχητική Σχολή.
Περί το 400 χειροτονήθηκε από το θείο του Θεόφιλο αναγνώστης και στη συνέχεια διάκονος και πρεσβύτερος, ο οποίος έδειξε νωρίς τα χαρίσματά του και την βαθιά προσήλωσή του στην ορθόδοξη παράδοση.
Το 403 συνόδευσε το Θεόφιλο προκειμένου να συμμετάσχει στην λεγομένη παρά την Δρυν Σύνοδο, η οποία καθαίρεσε τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο. Ήταν η πρώτη ατυχής συγκυρία της ζωής του. Μετά την επιστροφή του στην Αλεξάνδρεια ένοιωσε την ανάγκη για να αναπτύξει περαιτέρω την πνευματική του ανάπτυξη και τον καταρτισμό του.
Γι’ αυτό κατέφυγε στα ονομαστά μοναστήρια της Αιγύπτου, όπου υπήρχαν άγιοι ασκητές, για να πάρει από αυτούς τα πνευματικά εφόδια, τα οποία θα του ήταν απαραίτητα για την κατοπινή εκκλησιαστική του διακονία. Ο θείος του Θεόφιλος τον έστειλε στις Μονές της Νιτρίας, για να εντρυφήσει στην ευσέβεια. Έμεινε πέντε χρόνια στην Μονή του Αγίου Μακαρίου, μελετώντας την Αγία Γραφή υπό την καθοδήγηση του αγίου Σεραπίωνος.
Στις 15 Οκτωβρίου του 412 στην Αλεξάνδρεια για να παραστεί στην κηδεία του Θεόφιλου και να διεκδικήσει τον επισκοπικό θρόνο. Αν και η αριστοκρατία της Αλεξάνδρειας προωθούσε για τον επισκοπικό θρόνο τον Τιμόθεο, όπως και η πολιτική διοίκηση της πόλεως, εν τούτοις εξελέγη ο Κύριλλος, ο οποίος ενθρονίστηκε στις 17 Οκτωβρίου του 412 και ποίμανε την Εκκλησία της Αλεξανδρείας για 32 χρόνια.
Η επισκοπική του διακονία δεν υπήρξε ειρηνική, διότι η μεγάλη πόλη των αλεξανδρινών ταρασσόταν από συχνές επαναστάσεις και η τοπική Εκκλησία σπαράσσονταν από αιρέσεις και σχίσματα.
Στη μεγαλούπολη και πολυεθνική Αλεξάνδρεια είχαν βρει καταφύγιο υπολείμματα αρχαίων αιρετικών και σχισματικών ομάδων, όπως των αρειανών, των μαρκιωνιτών, των οπαδών του Παύλου Σαμοσατέως, των νοβατιανών, κ.α. οι οποίοι δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα στους Ορθοδόξους. Ο άγιος Κύριλλος ανέπτυξε μια αξιοθαύμαστη αντιαιρετική ποιμαντική, ώστε εξουδετέρωσε στην ουσία τις αιρετικές ομάδες, με αποτέλεσμα να βρεθεί στο στόχαστρο των αιρεσιαρχών.
Προβλήματα δημιουργούσαν επίσης και οι εναπομείναντες φανατικοί ειδωλολάτρες του θνήσκοντος εθνισμού. Οι ιερείς των ειδώλων, οι μάντεις και όλα τα παράσιτα της αρχαίας θρησκείας, βλέποντας τα συμφέροντά τους να θίγονται σοβαρά από την ερήμωση των ναών και των μαντείων, καλλιεργούσαν στις αμαθείς και φανατισμένες μάζες των εθνικών μίσος και εκδίκηση κατά της Εκκλησίας και των Χριστιανών και ιδιαιτέρως κατά του επισκόπου Κυρίλλου.
Τέλος η πολυπληθής ιουδαϊκή κοινότητα της Αλεξάνδρειας, συνεχίζοντας την αρχαία έχθρα προς τους Χριστιανούς, κρυβόταν συχνά πίσω από ραδιουργίες, εξωθώντας τους φανατισμένους ειδωλολάτρες κατά των Χριστιανών, καθώς και την πολιτική διοίκηση της πόλεως, η οποία συντάσσονταν με τους εχθρούς της Εκκλησίας.
Ο άγιος Κύριλλος προσπαθούσε να είναι ειρηνοποιός ανάμεσα στις αντίπαλες παρατάξεις, που όμως δεν το κατόρθωνε πάντα.
Μια από τις ατυχέστερες στιγμές της ποιμαντορίας του αγίου Κυρίλλου υπήρξε η δολοφονία της αλεξανδρινής φιλοσόφου Υπατία το 416, στον οποίο αποδίδουν κάποιοι κακεντρεχείς και ανιστόρητοι ευθύνες.
Αφορμή υπήρξε η ενεργοποίηση κάποιου νόμου για τη δήμευση των ιουδαϊκών συναγωγών, διότι ο ιουδαϊκός όχλος είχε βιαιοπραγήσει κατά των Χριστιανών.
Κάποιοι Ιουδαίοι προσεταιρίστηκαν τον δύστροπο Έπαρχο Ορέστη, τον οποίο έστρεψαν κατά του Κυρίλλου. Σε μια διαδήλωση άνθρωποι του Ορέστη σκότωσαν κάποιον μοναχό Αμμώνιο, με αποτέλεσμα οι Χριστιανοί να εξαγριωθούν και να κινηθούν κατά του Επάρχου. Οι Ιουδαίοι βρήκαν αφορμή και κινήθηκαν κατά των Χριστιανών, έχοντας μαζί τους πλήθος ειδωλολατρών της πόλεως, οι οποίοι, όπως είπαμε, μισούσαν τους Χριστιανούς. Σε αυτή την άγρια συμπλοκή, άγνωστο πως και από ποιους, συνελήφθη η Υπατία, η οποία δολοφονήθηκε οικτρά. Αλλά οι μόνοι που δεν είχαν λόγο να δολοφονήσουν τη φιλόσοφο ήταν οι Χριστιανοί, διότι, εκτός από το ότι είχε μαθητές διακεκριμένους Χριστιανούς της πόλεως, όπως τον Συνέσιο επίσκοπο Πτολεμαΐδας, βρισκόταν στο στάδιο της κατηχήσεώς της και το επόμενο Πάσχα επρόκειτο να βαπτισθεί χριστιανή!
Οι μόνοι που είχαν λόγο να τη δολοφονήσουν ήταν οι ειδωλολάτρες, που τη θεωρούσαν αποστάτη και οι υποκινητές της στάσεως Ιουδαίοι. Επίσης είναι ιστορικά βεβαιωμένο πως ο Κύριλλος δε φέρει ευθύνη για τη δολοφονία, διότι έλειπε από την πόλη.
Ο άγιος Κύριλλος υπήρξε ένας από τους κορυφαίους δογματικούς θεολόγους της εποχής του, ο οποίος κατανόησε και διατύπωσε το χριστολογικό δόγμα με απόλυτη σαφήνεια και ακρίβεια. Πρωτοστάτησε στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία καταδίκασε τον αιρετικό Νεστόριο, ο οποίος αρνούνταν τη θεία φύση του Χριστού.
Στα βαθυστόχαστα θεολογικά του συγγράμματα εκφράζει την πίστη της Εκκλησίας στην αληθινή σάρκωση του Θεού Λόγου και την τέλεια ένωση της θείας και ανθρωπίνης φύσεως στο πρόσωπο του Θεανθρώπου. Επίσης ο άγιος Κύριλλος είναι ο κατ’ εξοχήν θεολόγος της Θεοτόκου.
Κοιμήθηκε στις 27 Ιουνίου του 444. Τιμάται ως άγιος και οικουμενικός διδάσκαλος από την Εκκλησία και η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Ιουνίου και στις 18 Ιανουαρίου, μαζί με τον Μ. Αθανάσιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου