Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2019

Ὕψωσις τοῦ τιμίου Σταυροῦ

Ὁ τίμιος σταυρός! Εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἄ­ξι­ος κάθε τιμῆς, εὐλαβείας καὶ προσκυνή­σεως γιὰ τὸν Κύριο ποὺ σταυρώθηκε ἐπάνω σ᾽ αὐτόν. Καὶ πῶς ὄχι;
 Ὁ σταυρός, ἡ θυσία τοῦ Θεανθρώπου ἐπάνω σ᾽ αὐτόν, εἶνε τὸ μέσο τῆς λυτρώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ
θανάτου καὶ τῆς ἁμαρτίας. 
Ὁ σταυρὸς εἶνε ἡ ἀήττητη σημαία τοῦ Ναζωραίου, τὸ ἱερώτερο σύμβολο τῆς πίστεώς μας.  
Ὁ σταυρὸς εἶνε τὸ διακριτικὸ γνώρισμα τῶν Χριστιανῶν. 
Ὅ­πως οἱ βοσκοὶ ἔχουν συνήθεια στὰ δικά τους πρόβατα νὰ βάζουν ἕνα σημάδι, γιὰ νὰ τὰ ξεχωρίσουν ἀπὸ τὰ ξένα, ἔτσι καὶ ὁ δικός μας βοσκός, «ὁ ποιμὴν ὁ καλός» (Ἰω. 10,11,14), ὁ Κύρι­ος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, στὰ δικά του λογι­κὰ πρόβατα, ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ ἐξαγό­ρασε μὲ τὸ αἷμα του ἀπὸ τὶς ἀγορὲς τῆς εἰδωλολατρίας καὶ τῆς ἀπιστίας, τοὺς σφραγίζει, γιὰ νὰ διακρίνωνται ἀπὸ τοὺς ἀπίστους. Τοὺς σφραγίζει – πότε; κατὰ τὴν ἱ­ερὰ ὥρα τοῦ βαπτίσματος.

 Ὁ ἱερεὺς κάνει τὸ σημεῖο τοῦ σταυ­ροῦ καὶ σφρα­γίζει τὸν βαπτιζόμενο στὸ μέτω­πο, στὸ στῆθος, στὸ στόμα, στὴ μύτη, στὰ αὐ­τιά, στὰ χέρια, στὰ πόδια, στὰ πέλματα· σφρα­­γίζει ὁλόκληρο τὸν ἄν­θρωπο ἀπὸ τὴν κορυφὴ μέχρι τὰ νύχια.
 Ὁ σταυρὸς σφραγίδα σὲ ὅλες τὶς αἰσθήσεις. Ἀπὸ τότε ὁ βαπτιζόμενος δὲν ἀ­νήκει στὸν ἑαυτό του, οὔτε στὸν κόσμο, οὔτε στὸν ἑωσφόρο τὸν κοσμοκράτορα· ἀνήκει ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Κύριο. Εἶναι κτῆμα του, πρόβατο τῆς ἁγίας ποίμνης του.
Φέρει ἐπάνω του τὴ σφραγῖδα του. Ποιός μπορεῖ νὰ τοῦ κάνῃ κακό;
Μπορεῖ κι αὐτὸς νὰ λέῃ τὸ λόγο τοῦ ψαλμῳδοῦ «Κύριος ποιμαίνει με καὶ οὐδέν με ὑστερήσει· εἰς τόπον χλόης ἐ­κεῖ μὲ κατεσκήνωσεν, ἐπὶ ὕδατος ἀναπαύσε­ως ἐξέθρεψέ με, τὴν ψυχήν μου ἐπέστρεψεν» (Ψαλμ. 221-3). 
Χριστιανέ, τὸ σκέφτηκες; τί τιμὴ νὰ εἶ­σαι πρόβατο τοῦ Χριστοῦ σφραγι­σμένο! Ἀλλὰ καὶ τί ἀσφάλεια! Λένε, ὅτι ὑπῆρ­χε ἕνα ὡραῖο ἐ­λάφι ποὺ ἔφερε πάνω του μιὰ πινακίδα μὲ τὶς λέξεις «Εἶμαι τοῦ Καίσαρος» καὶ κανένας κυνηγὸς δὲν τολμοῦσε νὰ τὸ πει­ράξῃ· καὶ ὁ Χριστιανὸς φέρει τὴ σφραγῖδα τοῦ Λυτρωτοῦ, τὸ σημεῖο τοῦ τιμίου σταυροῦ, καὶ ὅταν «περιπα­τῇ ἀξίως τῆς κλήσεως» (Ἐφ. 4,1), διατελεῖ ὑπὸ τὴν προστασία τοῦ Κυρίου καὶ κανείς δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ κάνῃ κακό, ἐὰν δὲν ἐπιτρέψῃ Ἐκεῖ­νος. 
Ἡ Παρακλητικὴ ψάλλει κατανυκτικά· «Ἔδωκας σημείωσιν τοῖς φοβουμένοις σε, Κύριε, τὸν σταυ­ρόν σου τὸν τίμιον…» (ἦχ. Δ΄, Τετ. πρ., ἀπόστ. αἴν.). Ὁ σταυρὸς εἶνε ἡ βασιλικὴ σφραγίδα τῶν Χριστιανῶν.

* * *

Ἀπὸ τὶς πρῶτες ἡμέρες τῆς ἐμφανίσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἀγαπητοί μου, οἱ Χριστιανοὶ ἀπέδιδαν ἐξαιρετικὴ τιμὴ στὸ σταυρό. Στὴν ἐποχὴ τῶν διω­γμῶν προτιμοῦσαν νὰ ὑποστοῦν τὰ φρικτότερα μαρτύρια παρὰ νὰ καταπατήσουν τὸν τύ­πο τοῦ σταυροῦ. 
Ἡ κατα­πάτησι τοῦ σταυροῦ ἰσοδυναμοῦσε μὲ ἄρ­νησι τοῦ Χριστοῦ. 
Οἱ Χριστιανοὶ τῶν πρώτων αἰώνων ζοῦσαν, ἀνέπνεαν καὶ πέθαιναν μέσα στὴν μυροβόλο ἀτμόσφαιρα τοῦ σταυροῦ, καὶ καθένας ἀπὸ αὐτοὺς μποροῦσε μαζὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο νὰ λέῃ· «Χριστῷ συνεσταύρω­μαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ» (Γαλ. 2,20).
Ὁ σταυρὸς ἐ­τιμᾶτο τότε «καὶ νῷ καὶ καρδίᾳ καὶ γλώσσῃ καὶ αἰσθήσει» (ΟΓ΄ [73ος] καν. τῆς ΣΤ΄ Οἰκ. Συν.).
⃝ Ἐτιμᾶτο μὲ τὸ νοῦ. Ὅταν οἱ Χριστιανοὶ νοε­ρὰ μεταφέρονταν στὸ Γολγοθᾶ καὶ θυμοῦν­ταν τὸ δρᾶμα τῶν δραμάτων, ἀναλογιζόμενοι τί ἀγαθὰ ἀπέρρευσαν καὶ ἀπορρέουν συνε­χῶς καὶ ἀδιαλείπτως ἀπὸ τὴν ἀστείρευτη πη­γὴ ποὺ ἄνοιξε ὁ σταυρός, ἔμεναν ἔκθαμβοι ἐμ­πρὸς στὸ μυστήριο, θαυμάζοντας τὴ σοφία καὶ τὴ δύναμι τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐκδηλώθηκαν ἐν αὐ­τῷ. Ὄχι ἡ φιλοσοφία τοῦ Πλάτωνος ἀλ­λὰ ἡ «μωρία» τοῦ σταυροῦ (Α΄ Κορ. 1,18) ἔσωσε τὸν κόσμο. Ὁ νοῦς τους ἔμενε ἔκπληκτος.  
 ⃝ Ἀλλὰ ὁ σταυρὸς ἐτιμᾶτο καὶ μὲ τὴν καρδιά, καὶ πρὸ παντὸς μ᾽ αὐτήν. Διότι ὁ σταυρός, παραπάνω κι ἀπὸ τὰ θαύματα καὶ τὴ διδασκαλία καὶ τὰ πάντα, ἄναψε καὶ ἀνάβει στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν οὐρανομήκεις φλόγες ἀγάπης, τὴν ὁποία οὔτε ποταμοὶ οὔτε ὠκεανοὶ μποροῦν νὰ σβήσουν. «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;» ἐρωτᾷ ὁ ἀπόστολος Παῦλος (῾Ρωμ. 8,35). Ὁ δὲ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος λέει τὰ ἑξῆς συγκινητικώτατα. «Ὁ ἐμὸς ἔρως ἐσταύρωται, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν ἐμοὶ πῦρ φιλόϋλον· ὕ­δωρ δὲ ζῶν καὶ λαλοῦν ἐν ἐμοί, ἔσωθέν μοι λέγον· Δεῦρο πρὸς τὸν πατέρα» (῾Ρωμ. 7,2).
  ⃝ Μὲ νοῦ, μὲ καρδιὰ ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ γλῶσσα, τὸ ὄργανο τῆς ἐξωτερικεύσεως τῆς σκέψεως καὶ τοῦ αἰσθήματος, ἐτιμᾶτο ὁ σταυρός. Δὲν λέει τὸ ψαλμικὸ «Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα» (Ψαλμ. 115,1); Καὶ οἱ Χριστιανοὶ τῶν αἰώνων ἐκείνων, ποὺ πίστευαν στὸν Ἐσταυρωμένο, ὅταν ἐπρόκειτο νὰ διηγηθοῦν στοὺς ἄλλους τὰ θαύματα, τὰ κοσμοσωτήρια ἀποτελέσματα τοῦ σταυροῦ, ἡ γλῶσσα τους λυνόταν καὶ γινόταν «κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου» (ἔ.ἀ. 44,2). 
Ὁ σταυ­ρὸς ἦ­ταν τὸ πιὸ ἀγαπητὸ θέμα τῶν ὁμιλιῶν τους. Ἐπ᾽ αὐτοῦ ῥητόρευσαν οἱ Χρυσόστομοι οἱ Βα­σίλειοι καὶ οἱ Γρηγόριοι. Ἐπ᾽ αὐτοῦ οἱ ὑ­μνογράφοι συνέθεσαν τοὺς πιὸ κατανυκτικοὺς ὕμνους. Ὁ θεσπέσιος κανόνας Κοσμᾶ τοῦ μελῳδοῦ στὴν Ὕψωσι ἔχει ἀκροστιχίδα «Σταυρῷ πεποι­θὼς ὕμνον ἐξερεύγομαι». «Ὦ τρισμακάριστον ξύλον! ἐν ᾧ ἐτάθη Χριστὸς ὁ βασιλεὺς καὶ Κύρι­ος· δι᾽ οὗ πέπτωκεν ὁ ξύλῳ ἀπατήσας, τῷ ἐν σοὶ δελεασθεὶς Θεῷ τῷ προσπαγέντι σαρκί, τῷ παρέχοντι τὴν εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡ­μῶν».
Δηλαδή· «Ὦ τρισευλογημένο δένδρο, ποὺ ἐπά­­νω του ἁ­πλώθηκε ὁ Χριστός, ὁ Κύρι­ος καὶ βασιλεύς· διὰ σοῦ ὁ διάβολος, ποὺ μὲ δένδρο ἀπάτησε στὸν παράδεισο τοὺς πρωτο­πλάστους, ἔπεσε σὲ παγίδα καὶ νικήθηκε· γιατὶ γελάστηκε καὶ κάρφωσε ἐπάνω σου ὡς πρὸς τὴν σάρκα τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος παρέχει στὶς ψυχές μας τὴν εἰρήνη» (ᾠδ. ε΄).  
 ⃝ Τέλος ὁ σταυρὸς ἐτιμᾶτο μὲ τὶς αἰσθήσεις. Οἱ πιστοὶ βλέποντες τὴ λάμψι τοῦ σταυροῦ, ἀ­κούγοντας τὰ ῥήματα τοῦ σταυροῦ τοὺς ἑπτὰ λόγους τοῦ Σταυρωθέντος, ὀσφραινόμενοι τὴν θεία εὐωδία τῶν λουλουδιῶν ποὺ βλάστη­σαν ἀπὸ τὴ ῥίζα τοῦ σταυροῦ, γευόμενοι τὸν μυστικὸ δεῖπνο, τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τῆς θείας κοινωνίας, καταφιλοῦσαν τὸν τίμιο σταυρό. Ἔτσι «καὶ νῷ καὶ καρδίᾳ καὶ γλώσσῃ καὶ αἰ­σθήσει» ἐτιμᾶτο ὁ σταυρός.

* * *

Ὁ σταυρὸς ἦταν ὁ ἀχώριστος σύντροφος τῶν Χριστιανῶν. «Σταυρὲ τοῦ Κυρίου, βοήθει μοι» ἦταν ἡ συνηθισμένη ἐπίκλησι τῶν πιστῶν.  
 ⃝ Ὁ Μέγας Ἀντώνιος μὲ τὸ σταυρὸ ἔβγαζε τὰ δαιμόνια καὶ θεράπευε τοὺς ἀρρώστους σφρα­γίζοντάς τους τρεῖς φορὲς μὲ τὸ σημεῖο του. Σὲ καιρὸ διωγμοῦ ἐνθάρρυνε τοὺς Χριστι­ανοὺς ποὺ ἔφταναν ὣς τὴν καλύβα του· «Σφρα­γίστε τοὺς ἑ­αυτούς σας μὲ τὸ σταυρό», ἔλεγε, «καὶ μὴ φο­βᾶ­στε τὶς ἀπειλὲς οὔτε τῶν ἀν­θρώπων οὔτε τῶν δαιμόνων. Ὁ Κύριος εἶνε ἰ­σχυρό­τερος ὅλων».  
 ⃝ Ὁ ἅγιος Κύριλλος πατρι­άρχης Ἰ­εροσο­­λύμων συνιστᾷ θερμά· «Κι ὅταν τρῶς ψωμί, κι ὅ­ταν πίνεις νερό, κι ὅταν βγαίνεις γιὰ τὴ δου­λειά, κι ὅ­ταν γυρίζεις ἀπ᾽ τὴ δουλειά σου, κι ὅ­­ταν πρόκει­ται νὰ κοιμηθῇς, κι ὅταν ξυπνᾷς, κι ὅταν ταξι­δεύ­­εις καὶ ὅταν ἠρεμεῖς… ἂς εἶνε ὁ σταυρὸς ἀχώρι­στος σύντροφός σου. Μέγα τὸ φυλακτήριο. Δω­ρε­ὰν γιὰ τοὺς φτωχούς· χω­ρὶς κόπο γιὰ τοὺς ἀσθε­νεῖς· ἐπειδὴ καὶ παρὰ Θεοῦ ἡ χάρις· σημεῖον πιστῶν καὶ φόβος δαιμό­νων. Διότι μὲ τὸ σταυρὸ κα­τατροπώθηκαν οἱ δαί­μονες στὸν κρανίου τόπον».  
 ⃝ Ὁ Μέγας Βασίλειος γράφει· Τὸ πρῶ­το καὶ κυριώτερο μάθημα εἶνε ὁ σταυρός. Ὁ δὲ ἱε­ρὸς Χρυσόστομος συμβουλεύει τοὺς γονεῖς νὰ διδάσκουν στὰ παιδιά τους ἀ­πὸ βρέφη τὸ μάθημα τοῦ σταυροῦ. «Συνηθίστε τα», κήρυτ­τε, «νὰ κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ σταυ­ροῦ· καὶ ὅ­ταν εἶνε ἀκόμη πολὺ μικρὸ παιδὶ καὶ δὲν μπο­ρεῖ νὰ κάνῃ μόνο του τὸ σταυρό, βοήθησέ το ἐ­σύ· πιάσε τὸ χεράκι του, φέρε το στὸ μέτωπο, στὴν κοιλιά, στοὺς ὤμους, γιὰ νὰ μά­θῃ νὰ προσεύχεται μὲ τὸν τίμιο σταυρό».
⃝ Ὁ εὐσεβὴς λο­γοτέχνης Φώτης Κόντογλου γράφει· «Εἶδα κά­τι ῾Ρώσους ψαρᾶδες ποὺ τοὺς λένε Καζάκους καὶ ποὺ κατοικοῦνε γύρω σὲ μία λίμνη λε­γόμε­νη τούρκικα Μανιάζ-γκιόλ κοντὰ στὴν Πάντερ­μο, ποὺ ὅ,τι δουλειὰ κι ἂν κάνουνε, θὰ σταυρο­κοπηθοῦνε, εἴτε φᾶνε εἴ­τε νερὸ πιοῦ­νε εἴτε φτερ­νιστοῦνε εἴτε βήξου­­νε εἴτε χασμουρηθοῦνε εἴ­τε δουλειὰ πιάσουνε εἴτε καθίσουνε εἴτε σηκωθοῦνε».  
 ⃝ Στὰ νεώτερα χρόνια κήρυκας καὶ ἐγκωμιαστὴς τοῦ σταυροῦ ἦταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰ­τωλός. Ὅπου κήρυττε, ἔστηνε σταυ­ροὺς ποὺ θαυματουργοῦσαν καὶ μοίραζε χιλιάδες μικροὺς ξύλινους σταυροὺς στοὺς πιστοὺς κα­τὰ τὶς περιοδεῖ­ες του, διηγεῖτο δὲ μὲ χάρι στοὺς ἀ­κροατάς του ὡραιότατα ἀνέκδοτα γιὰ τὴ δύναμι τοῦ σταυροῦ (βλ. τὸ βιβλίο μας Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός). [Σὺν Θεῷ θὰ συνεχίσουμε τὸ βράδυ.]

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Α΄ μέρος ἄρθρου ἀπὸ τὸ περ. «Σπίθα» (τ. 134/Σεπτ. 1952), τὸ βιβλίο Σημεῖα τῶν καιρῶν (Ἀθῆναι 1953, σσ. 188-198) καὶ τὸ βιβλίο Ὁ τίμιος Σταυρός (Ἀθῆναι 1995, σσ. 76-97).

augoustinos-kantiotis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου