Ὁ τίμιος σταυρός! Εἶνε, ἀγαπητοί
μου, ἄξιος κάθε τιμῆς, εὐλαβείας καὶ προσκυνήσεως γιὰ τὸν Κύριο ποὺ
σταυρώθηκε ἐπάνω σ᾽ αὐτόν. Καὶ πῶς ὄχι;
Ὁ σταυρός, ἡ θυσία τοῦ Θεανθρώπου ἐπάνω σ᾽ αὐτόν, εἶνε τὸ μέσο τῆς λυτρώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ
θανάτου καὶ τῆς ἁμαρτίας.
Ὁ σταυρὸς εἶνε ἡ ἀήττητη σημαία τοῦ Ναζωραίου, τὸ ἱερώτερο σύμβολο τῆς πίστεώς μας.
Ὁ σταυρὸς εἶνε τὸ διακριτικὸ γνώρισμα τῶν Χριστιανῶν.
Ὅπως οἱ βοσκοὶ ἔχουν συνήθεια στὰ δικά τους πρόβατα νὰ βάζουν ἕνα σημάδι, γιὰ νὰ τὰ ξεχωρίσουν ἀπὸ τὰ ξένα, ἔτσι καὶ ὁ δικός μας βοσκός, «ὁ ποιμὴν ὁ καλός» (Ἰω. 10,11,14), ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, στὰ δικά του λογικὰ πρόβατα, ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ ἐξαγόρασε μὲ τὸ αἷμα του ἀπὸ τὶς ἀγορὲς τῆς εἰδωλολατρίας καὶ τῆς ἀπιστίας, τοὺς σφραγίζει, γιὰ νὰ διακρίνωνται ἀπὸ τοὺς ἀπίστους. Τοὺς σφραγίζει – πότε; κατὰ τὴν ἱερὰ ὥρα τοῦ βαπτίσματος.
Ὁ ἱερεὺς κάνει τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ σφραγίζει τὸν βαπτιζόμενο στὸ μέτωπο, στὸ στῆθος, στὸ στόμα, στὴ μύτη, στὰ αὐτιά, στὰ χέρια, στὰ πόδια, στὰ πέλματα· σφραγίζει ὁλόκληρο τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν κορυφὴ μέχρι τὰ νύχια.
Ὁ σταυρὸς σφραγίδα σὲ ὅλες τὶς αἰσθήσεις. Ἀπὸ τότε ὁ βαπτιζόμενος δὲν ἀνήκει στὸν ἑαυτό του, οὔτε στὸν κόσμο, οὔτε στὸν ἑωσφόρο τὸν κοσμοκράτορα· ἀνήκει ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Κύριο. Εἶναι κτῆμα του, πρόβατο τῆς ἁγίας ποίμνης του.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ὁ σταυρός, ἡ θυσία τοῦ Θεανθρώπου ἐπάνω σ᾽ αὐτόν, εἶνε τὸ μέσο τῆς λυτρώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ
θανάτου καὶ τῆς ἁμαρτίας.
Ὁ σταυρὸς εἶνε ἡ ἀήττητη σημαία τοῦ Ναζωραίου, τὸ ἱερώτερο σύμβολο τῆς πίστεώς μας.
Ὁ σταυρὸς εἶνε τὸ διακριτικὸ γνώρισμα τῶν Χριστιανῶν.
Ὅπως οἱ βοσκοὶ ἔχουν συνήθεια στὰ δικά τους πρόβατα νὰ βάζουν ἕνα σημάδι, γιὰ νὰ τὰ ξεχωρίσουν ἀπὸ τὰ ξένα, ἔτσι καὶ ὁ δικός μας βοσκός, «ὁ ποιμὴν ὁ καλός» (Ἰω. 10,11,14), ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, στὰ δικά του λογικὰ πρόβατα, ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ ἐξαγόρασε μὲ τὸ αἷμα του ἀπὸ τὶς ἀγορὲς τῆς εἰδωλολατρίας καὶ τῆς ἀπιστίας, τοὺς σφραγίζει, γιὰ νὰ διακρίνωνται ἀπὸ τοὺς ἀπίστους. Τοὺς σφραγίζει – πότε; κατὰ τὴν ἱερὰ ὥρα τοῦ βαπτίσματος.
Ὁ ἱερεὺς κάνει τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ σφραγίζει τὸν βαπτιζόμενο στὸ μέτωπο, στὸ στῆθος, στὸ στόμα, στὴ μύτη, στὰ αὐτιά, στὰ χέρια, στὰ πόδια, στὰ πέλματα· σφραγίζει ὁλόκληρο τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν κορυφὴ μέχρι τὰ νύχια.
Ὁ σταυρὸς σφραγίδα σὲ ὅλες τὶς αἰσθήσεις. Ἀπὸ τότε ὁ βαπτιζόμενος δὲν ἀνήκει στὸν ἑαυτό του, οὔτε στὸν κόσμο, οὔτε στὸν ἑωσφόρο τὸν κοσμοκράτορα· ἀνήκει ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Κύριο. Εἶναι κτῆμα του, πρόβατο τῆς ἁγίας ποίμνης του.
Φέρει ἐπάνω του τὴ σφραγῖδα του.
Ποιός μπορεῖ νὰ τοῦ κάνῃ κακό;
Μπορεῖ κι αὐτὸς νὰ λέῃ τὸ λόγο τοῦ
ψαλμῳδοῦ «Κύριος ποιμαίνει με καὶ οὐδέν με ὑστερήσει· εἰς τόπον χλόης
ἐκεῖ μὲ κατεσκήνωσεν, ἐπὶ ὕδατος ἀναπαύσεως ἐξέθρεψέ με, τὴν ψυχήν μου
ἐπέστρεψεν» (Ψαλμ. 221-3).
Χριστιανέ, τὸ σκέφτηκες; τί τιμὴ νὰ εἶσαι
πρόβατο τοῦ Χριστοῦ σφραγισμένο! Ἀλλὰ καὶ τί ἀσφάλεια! Λένε, ὅτι
ὑπῆρχε ἕνα ὡραῖο ἐλάφι ποὺ ἔφερε πάνω του μιὰ πινακίδα μὲ τὶς λέξεις
«Εἶμαι τοῦ Καίσαρος» καὶ κανένας κυνηγὸς δὲν τολμοῦσε νὰ τὸ πειράξῃ·
καὶ ὁ Χριστιανὸς φέρει τὴ σφραγῖδα τοῦ Λυτρωτοῦ, τὸ σημεῖο τοῦ τιμίου
σταυροῦ, καὶ ὅταν «περιπατῇ ἀξίως τῆς κλήσεως» (Ἐφ. 4,1), διατελεῖ ὑπὸ
τὴν προστασία τοῦ Κυρίου καὶ κανείς δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ κάνῃ κακό, ἐὰν δὲν
ἐπιτρέψῃ Ἐκεῖνος.
Ἡ Παρακλητικὴ ψάλλει κατανυκτικά· «Ἔδωκας σημείωσιν
τοῖς φοβουμένοις σε, Κύριε, τὸν σταυρόν σου τὸν τίμιον…» (ἦχ. Δ΄, Τετ.
πρ., ἀπόστ. αἴν.). Ὁ σταυρὸς εἶνε ἡ βασιλικὴ σφραγίδα τῶν Χριστιανῶν.
* * *
Ἀπὸ τὶς πρῶτες ἡμέρες τῆς
ἐμφανίσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἀγαπητοί μου, οἱ Χριστιανοὶ ἀπέδιδαν
ἐξαιρετικὴ τιμὴ στὸ σταυρό. Στὴν ἐποχὴ τῶν διωγμῶν προτιμοῦσαν νὰ
ὑποστοῦν τὰ φρικτότερα μαρτύρια παρὰ νὰ καταπατήσουν τὸν τύπο τοῦ
σταυροῦ.
Ἡ καταπάτησι τοῦ σταυροῦ ἰσοδυναμοῦσε μὲ ἄρνησι τοῦ Χριστοῦ.
Οἱ Χριστιανοὶ τῶν πρώτων αἰώνων ζοῦσαν, ἀνέπνεαν καὶ πέθαιναν μέσα στὴν μυροβόλο ἀτμόσφαιρα τοῦ σταυροῦ, καὶ καθένας ἀπὸ αὐτοὺς μποροῦσε μαζὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο νὰ λέῃ· «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ» (Γαλ. 2,20).
Ὁ σταυρὸς ἐτιμᾶτο τότε «καὶ νῷ καὶ καρδίᾳ καὶ γλώσσῃ καὶ αἰσθήσει» (ΟΓ΄ [73ος] καν. τῆς ΣΤ΄ Οἰκ. Συν.).
⃝ Ἐτιμᾶτο μὲ τὸ νοῦ. Ὅταν οἱ Χριστιανοὶ νοερὰ μεταφέρονταν στὸ Γολγοθᾶ καὶ θυμοῦνταν τὸ δρᾶμα τῶν δραμάτων, ἀναλογιζόμενοι τί ἀγαθὰ ἀπέρρευσαν καὶ ἀπορρέουν συνεχῶς καὶ ἀδιαλείπτως ἀπὸ τὴν ἀστείρευτη πηγὴ ποὺ ἄνοιξε ὁ σταυρός, ἔμεναν ἔκθαμβοι ἐμπρὸς στὸ μυστήριο, θαυμάζοντας τὴ σοφία καὶ τὴ δύναμι τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐκδηλώθηκαν ἐν αὐτῷ. Ὄχι ἡ φιλοσοφία τοῦ Πλάτωνος ἀλλὰ ἡ «μωρία» τοῦ σταυροῦ (Α΄ Κορ. 1,18) ἔσωσε τὸν κόσμο. Ὁ νοῦς τους ἔμενε ἔκπληκτος.
⃝ Ἀλλὰ ὁ σταυρὸς ἐτιμᾶτο καὶ μὲ τὴν καρδιά, καὶ πρὸ παντὸς μ᾽ αὐτήν. Διότι ὁ σταυρός, παραπάνω κι ἀπὸ τὰ θαύματα καὶ τὴ διδασκαλία καὶ τὰ πάντα, ἄναψε καὶ ἀνάβει στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν οὐρανομήκεις φλόγες ἀγάπης, τὴν ὁποία οὔτε ποταμοὶ οὔτε ὠκεανοὶ μποροῦν νὰ σβήσουν. «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;» ἐρωτᾷ ὁ ἀπόστολος Παῦλος (῾Ρωμ. 8,35). Ὁ δὲ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος λέει τὰ ἑξῆς συγκινητικώτατα. «Ὁ ἐμὸς ἔρως ἐσταύρωται, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν ἐμοὶ πῦρ φιλόϋλον· ὕδωρ δὲ ζῶν καὶ λαλοῦν ἐν ἐμοί, ἔσωθέν μοι λέγον· Δεῦρο πρὸς τὸν πατέρα» (῾Ρωμ. 7,2).
⃝ Μὲ νοῦ, μὲ καρδιὰ ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ γλῶσσα, τὸ ὄργανο τῆς ἐξωτερικεύσεως τῆς σκέψεως καὶ τοῦ αἰσθήματος, ἐτιμᾶτο ὁ σταυρός. Δὲν λέει τὸ ψαλμικὸ «Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα» (Ψαλμ. 115,1); Καὶ οἱ Χριστιανοὶ τῶν αἰώνων ἐκείνων, ποὺ πίστευαν στὸν Ἐσταυρωμένο, ὅταν ἐπρόκειτο νὰ διηγηθοῦν στοὺς ἄλλους τὰ θαύματα, τὰ κοσμοσωτήρια ἀποτελέσματα τοῦ σταυροῦ, ἡ γλῶσσα τους λυνόταν καὶ γινόταν «κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου» (ἔ.ἀ. 44,2).
Ὁ σταυρὸς ἦταν τὸ πιὸ ἀγαπητὸ θέμα τῶν ὁμιλιῶν τους. Ἐπ᾽ αὐτοῦ ῥητόρευσαν οἱ Χρυσόστομοι οἱ Βασίλειοι καὶ οἱ Γρηγόριοι. Ἐπ᾽ αὐτοῦ οἱ ὑμνογράφοι συνέθεσαν τοὺς πιὸ κατανυκτικοὺς ὕμνους. Ὁ θεσπέσιος κανόνας Κοσμᾶ τοῦ μελῳδοῦ στὴν Ὕψωσι ἔχει ἀκροστιχίδα «Σταυρῷ πεποιθὼς ὕμνον ἐξερεύγομαι». «Ὦ τρισμακάριστον ξύλον! ἐν ᾧ ἐτάθη Χριστὸς ὁ βασιλεὺς καὶ Κύριος· δι᾽ οὗ πέπτωκεν ὁ ξύλῳ ἀπατήσας, τῷ ἐν σοὶ δελεασθεὶς Θεῷ τῷ προσπαγέντι σαρκί, τῷ παρέχοντι τὴν εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν».
Δηλαδή· «Ὦ τρισευλογημένο δένδρο, ποὺ ἐπάνω του ἁπλώθηκε ὁ Χριστός, ὁ Κύριος καὶ βασιλεύς· διὰ σοῦ ὁ διάβολος, ποὺ μὲ δένδρο ἀπάτησε στὸν παράδεισο τοὺς πρωτοπλάστους, ἔπεσε σὲ παγίδα καὶ νικήθηκε· γιατὶ γελάστηκε καὶ κάρφωσε ἐπάνω σου ὡς πρὸς τὴν σάρκα τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος παρέχει στὶς ψυχές μας τὴν εἰρήνη» (ᾠδ. ε΄).
⃝ Τέλος ὁ σταυρὸς ἐτιμᾶτο μὲ τὶς αἰσθήσεις. Οἱ πιστοὶ βλέποντες τὴ λάμψι τοῦ σταυροῦ, ἀκούγοντας τὰ ῥήματα τοῦ σταυροῦ τοὺς ἑπτὰ λόγους τοῦ Σταυρωθέντος, ὀσφραινόμενοι τὴν θεία εὐωδία τῶν λουλουδιῶν ποὺ βλάστησαν ἀπὸ τὴ ῥίζα τοῦ σταυροῦ, γευόμενοι τὸν μυστικὸ δεῖπνο, τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τῆς θείας κοινωνίας, καταφιλοῦσαν τὸν τίμιο σταυρό. Ἔτσι «καὶ νῷ καὶ καρδίᾳ καὶ γλώσσῃ καὶ αἰσθήσει» ἐτιμᾶτο ὁ σταυρός.
Ἡ καταπάτησι τοῦ σταυροῦ ἰσοδυναμοῦσε μὲ ἄρνησι τοῦ Χριστοῦ.
Οἱ Χριστιανοὶ τῶν πρώτων αἰώνων ζοῦσαν, ἀνέπνεαν καὶ πέθαιναν μέσα στὴν μυροβόλο ἀτμόσφαιρα τοῦ σταυροῦ, καὶ καθένας ἀπὸ αὐτοὺς μποροῦσε μαζὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο νὰ λέῃ· «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ» (Γαλ. 2,20).
Ὁ σταυρὸς ἐτιμᾶτο τότε «καὶ νῷ καὶ καρδίᾳ καὶ γλώσσῃ καὶ αἰσθήσει» (ΟΓ΄ [73ος] καν. τῆς ΣΤ΄ Οἰκ. Συν.).
⃝ Ἐτιμᾶτο μὲ τὸ νοῦ. Ὅταν οἱ Χριστιανοὶ νοερὰ μεταφέρονταν στὸ Γολγοθᾶ καὶ θυμοῦνταν τὸ δρᾶμα τῶν δραμάτων, ἀναλογιζόμενοι τί ἀγαθὰ ἀπέρρευσαν καὶ ἀπορρέουν συνεχῶς καὶ ἀδιαλείπτως ἀπὸ τὴν ἀστείρευτη πηγὴ ποὺ ἄνοιξε ὁ σταυρός, ἔμεναν ἔκθαμβοι ἐμπρὸς στὸ μυστήριο, θαυμάζοντας τὴ σοφία καὶ τὴ δύναμι τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐκδηλώθηκαν ἐν αὐτῷ. Ὄχι ἡ φιλοσοφία τοῦ Πλάτωνος ἀλλὰ ἡ «μωρία» τοῦ σταυροῦ (Α΄ Κορ. 1,18) ἔσωσε τὸν κόσμο. Ὁ νοῦς τους ἔμενε ἔκπληκτος.
⃝ Ἀλλὰ ὁ σταυρὸς ἐτιμᾶτο καὶ μὲ τὴν καρδιά, καὶ πρὸ παντὸς μ᾽ αὐτήν. Διότι ὁ σταυρός, παραπάνω κι ἀπὸ τὰ θαύματα καὶ τὴ διδασκαλία καὶ τὰ πάντα, ἄναψε καὶ ἀνάβει στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν οὐρανομήκεις φλόγες ἀγάπης, τὴν ὁποία οὔτε ποταμοὶ οὔτε ὠκεανοὶ μποροῦν νὰ σβήσουν. «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;» ἐρωτᾷ ὁ ἀπόστολος Παῦλος (῾Ρωμ. 8,35). Ὁ δὲ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος λέει τὰ ἑξῆς συγκινητικώτατα. «Ὁ ἐμὸς ἔρως ἐσταύρωται, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν ἐμοὶ πῦρ φιλόϋλον· ὕδωρ δὲ ζῶν καὶ λαλοῦν ἐν ἐμοί, ἔσωθέν μοι λέγον· Δεῦρο πρὸς τὸν πατέρα» (῾Ρωμ. 7,2).
⃝ Μὲ νοῦ, μὲ καρδιὰ ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ γλῶσσα, τὸ ὄργανο τῆς ἐξωτερικεύσεως τῆς σκέψεως καὶ τοῦ αἰσθήματος, ἐτιμᾶτο ὁ σταυρός. Δὲν λέει τὸ ψαλμικὸ «Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα» (Ψαλμ. 115,1); Καὶ οἱ Χριστιανοὶ τῶν αἰώνων ἐκείνων, ποὺ πίστευαν στὸν Ἐσταυρωμένο, ὅταν ἐπρόκειτο νὰ διηγηθοῦν στοὺς ἄλλους τὰ θαύματα, τὰ κοσμοσωτήρια ἀποτελέσματα τοῦ σταυροῦ, ἡ γλῶσσα τους λυνόταν καὶ γινόταν «κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου» (ἔ.ἀ. 44,2).
Ὁ σταυρὸς ἦταν τὸ πιὸ ἀγαπητὸ θέμα τῶν ὁμιλιῶν τους. Ἐπ᾽ αὐτοῦ ῥητόρευσαν οἱ Χρυσόστομοι οἱ Βασίλειοι καὶ οἱ Γρηγόριοι. Ἐπ᾽ αὐτοῦ οἱ ὑμνογράφοι συνέθεσαν τοὺς πιὸ κατανυκτικοὺς ὕμνους. Ὁ θεσπέσιος κανόνας Κοσμᾶ τοῦ μελῳδοῦ στὴν Ὕψωσι ἔχει ἀκροστιχίδα «Σταυρῷ πεποιθὼς ὕμνον ἐξερεύγομαι». «Ὦ τρισμακάριστον ξύλον! ἐν ᾧ ἐτάθη Χριστὸς ὁ βασιλεὺς καὶ Κύριος· δι᾽ οὗ πέπτωκεν ὁ ξύλῳ ἀπατήσας, τῷ ἐν σοὶ δελεασθεὶς Θεῷ τῷ προσπαγέντι σαρκί, τῷ παρέχοντι τὴν εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν».
Δηλαδή· «Ὦ τρισευλογημένο δένδρο, ποὺ ἐπάνω του ἁπλώθηκε ὁ Χριστός, ὁ Κύριος καὶ βασιλεύς· διὰ σοῦ ὁ διάβολος, ποὺ μὲ δένδρο ἀπάτησε στὸν παράδεισο τοὺς πρωτοπλάστους, ἔπεσε σὲ παγίδα καὶ νικήθηκε· γιατὶ γελάστηκε καὶ κάρφωσε ἐπάνω σου ὡς πρὸς τὴν σάρκα τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος παρέχει στὶς ψυχές μας τὴν εἰρήνη» (ᾠδ. ε΄).
⃝ Τέλος ὁ σταυρὸς ἐτιμᾶτο μὲ τὶς αἰσθήσεις. Οἱ πιστοὶ βλέποντες τὴ λάμψι τοῦ σταυροῦ, ἀκούγοντας τὰ ῥήματα τοῦ σταυροῦ τοὺς ἑπτὰ λόγους τοῦ Σταυρωθέντος, ὀσφραινόμενοι τὴν θεία εὐωδία τῶν λουλουδιῶν ποὺ βλάστησαν ἀπὸ τὴ ῥίζα τοῦ σταυροῦ, γευόμενοι τὸν μυστικὸ δεῖπνο, τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τῆς θείας κοινωνίας, καταφιλοῦσαν τὸν τίμιο σταυρό. Ἔτσι «καὶ νῷ καὶ καρδίᾳ καὶ γλώσσῃ καὶ αἰσθήσει» ἐτιμᾶτο ὁ σταυρός.
* * *
Ὁ σταυρὸς ἦταν ὁ ἀχώριστος σύντροφος τῶν Χριστιανῶν. «Σταυρὲ τοῦ Κυρίου, βοήθει μοι» ἦταν ἡ συνηθισμένη ἐπίκλησι τῶν πιστῶν.
⃝ Ὁ Μέγας Ἀντώνιος μὲ τὸ σταυρὸ ἔβγαζε τὰ δαιμόνια καὶ θεράπευε τοὺς ἀρρώστους σφραγίζοντάς τους τρεῖς φορὲς μὲ τὸ σημεῖο του. Σὲ καιρὸ διωγμοῦ ἐνθάρρυνε τοὺς Χριστιανοὺς ποὺ ἔφταναν ὣς τὴν καλύβα του· «Σφραγίστε τοὺς ἑαυτούς σας μὲ τὸ σταυρό», ἔλεγε, «καὶ μὴ φοβᾶστε τὶς ἀπειλὲς οὔτε τῶν ἀνθρώπων οὔτε τῶν δαιμόνων. Ὁ Κύριος εἶνε ἰσχυρότερος ὅλων».
⃝ Ὁ ἅγιος Κύριλλος πατριάρχης Ἰεροσολύμων συνιστᾷ θερμά· «Κι ὅταν τρῶς ψωμί, κι ὅταν πίνεις νερό, κι ὅταν βγαίνεις γιὰ τὴ δουλειά, κι ὅταν γυρίζεις ἀπ᾽ τὴ δουλειά σου, κι ὅταν πρόκειται νὰ κοιμηθῇς, κι ὅταν ξυπνᾷς, κι ὅταν ταξιδεύεις καὶ ὅταν ἠρεμεῖς… ἂς εἶνε ὁ σταυρὸς ἀχώριστος σύντροφός σου. Μέγα τὸ φυλακτήριο. Δωρεὰν γιὰ τοὺς φτωχούς· χωρὶς κόπο γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς· ἐπειδὴ καὶ παρὰ Θεοῦ ἡ χάρις· σημεῖον πιστῶν καὶ φόβος δαιμόνων. Διότι μὲ τὸ σταυρὸ κατατροπώθηκαν οἱ δαίμονες στὸν κρανίου τόπον».
⃝ Ὁ Μέγας Βασίλειος γράφει· Τὸ πρῶτο καὶ κυριώτερο μάθημα εἶνε ὁ σταυρός. Ὁ δὲ ἱερὸς Χρυσόστομος συμβουλεύει τοὺς γονεῖς νὰ διδάσκουν στὰ παιδιά τους ἀπὸ βρέφη τὸ μάθημα τοῦ σταυροῦ. «Συνηθίστε τα», κήρυττε, «νὰ κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ· καὶ ὅταν εἶνε ἀκόμη πολὺ μικρὸ παιδὶ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ κάνῃ μόνο του τὸ σταυρό, βοήθησέ το ἐσύ· πιάσε τὸ χεράκι του, φέρε το στὸ μέτωπο, στὴν κοιλιά, στοὺς ὤμους, γιὰ νὰ μάθῃ νὰ προσεύχεται μὲ τὸν τίμιο σταυρό».
⃝ Ὁ εὐσεβὴς λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου γράφει· «Εἶδα κάτι ῾Ρώσους ψαρᾶδες ποὺ τοὺς λένε Καζάκους καὶ ποὺ κατοικοῦνε γύρω σὲ μία λίμνη λεγόμενη τούρκικα Μανιάζ-γκιόλ κοντὰ στὴν Πάντερμο, ποὺ ὅ,τι δουλειὰ κι ἂν κάνουνε, θὰ σταυροκοπηθοῦνε, εἴτε φᾶνε εἴτε νερὸ πιοῦνε εἴτε φτερνιστοῦνε εἴτε βήξουνε εἴτε χασμουρηθοῦνε εἴτε δουλειὰ πιάσουνε εἴτε καθίσουνε εἴτε σηκωθοῦνε».
⃝ Στὰ νεώτερα χρόνια κήρυκας καὶ ἐγκωμιαστὴς τοῦ σταυροῦ ἦταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Ὅπου κήρυττε, ἔστηνε σταυροὺς ποὺ θαυματουργοῦσαν καὶ μοίραζε χιλιάδες μικροὺς ξύλινους σταυροὺς στοὺς πιστοὺς κατὰ τὶς περιοδεῖες του, διηγεῖτο δὲ μὲ χάρι στοὺς ἀκροατάς του ὡραιότατα ἀνέκδοτα γιὰ τὴ δύναμι τοῦ σταυροῦ (βλ. τὸ βιβλίο μας Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός). [Σὺν Θεῷ θὰ συνεχίσουμε τὸ βράδυ.]
⃝ Ὁ Μέγας Ἀντώνιος μὲ τὸ σταυρὸ ἔβγαζε τὰ δαιμόνια καὶ θεράπευε τοὺς ἀρρώστους σφραγίζοντάς τους τρεῖς φορὲς μὲ τὸ σημεῖο του. Σὲ καιρὸ διωγμοῦ ἐνθάρρυνε τοὺς Χριστιανοὺς ποὺ ἔφταναν ὣς τὴν καλύβα του· «Σφραγίστε τοὺς ἑαυτούς σας μὲ τὸ σταυρό», ἔλεγε, «καὶ μὴ φοβᾶστε τὶς ἀπειλὲς οὔτε τῶν ἀνθρώπων οὔτε τῶν δαιμόνων. Ὁ Κύριος εἶνε ἰσχυρότερος ὅλων».
⃝ Ὁ ἅγιος Κύριλλος πατριάρχης Ἰεροσολύμων συνιστᾷ θερμά· «Κι ὅταν τρῶς ψωμί, κι ὅταν πίνεις νερό, κι ὅταν βγαίνεις γιὰ τὴ δουλειά, κι ὅταν γυρίζεις ἀπ᾽ τὴ δουλειά σου, κι ὅταν πρόκειται νὰ κοιμηθῇς, κι ὅταν ξυπνᾷς, κι ὅταν ταξιδεύεις καὶ ὅταν ἠρεμεῖς… ἂς εἶνε ὁ σταυρὸς ἀχώριστος σύντροφός σου. Μέγα τὸ φυλακτήριο. Δωρεὰν γιὰ τοὺς φτωχούς· χωρὶς κόπο γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς· ἐπειδὴ καὶ παρὰ Θεοῦ ἡ χάρις· σημεῖον πιστῶν καὶ φόβος δαιμόνων. Διότι μὲ τὸ σταυρὸ κατατροπώθηκαν οἱ δαίμονες στὸν κρανίου τόπον».
⃝ Ὁ Μέγας Βασίλειος γράφει· Τὸ πρῶτο καὶ κυριώτερο μάθημα εἶνε ὁ σταυρός. Ὁ δὲ ἱερὸς Χρυσόστομος συμβουλεύει τοὺς γονεῖς νὰ διδάσκουν στὰ παιδιά τους ἀπὸ βρέφη τὸ μάθημα τοῦ σταυροῦ. «Συνηθίστε τα», κήρυττε, «νὰ κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ· καὶ ὅταν εἶνε ἀκόμη πολὺ μικρὸ παιδὶ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ κάνῃ μόνο του τὸ σταυρό, βοήθησέ το ἐσύ· πιάσε τὸ χεράκι του, φέρε το στὸ μέτωπο, στὴν κοιλιά, στοὺς ὤμους, γιὰ νὰ μάθῃ νὰ προσεύχεται μὲ τὸν τίμιο σταυρό».
⃝ Ὁ εὐσεβὴς λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου γράφει· «Εἶδα κάτι ῾Ρώσους ψαρᾶδες ποὺ τοὺς λένε Καζάκους καὶ ποὺ κατοικοῦνε γύρω σὲ μία λίμνη λεγόμενη τούρκικα Μανιάζ-γκιόλ κοντὰ στὴν Πάντερμο, ποὺ ὅ,τι δουλειὰ κι ἂν κάνουνε, θὰ σταυροκοπηθοῦνε, εἴτε φᾶνε εἴτε νερὸ πιοῦνε εἴτε φτερνιστοῦνε εἴτε βήξουνε εἴτε χασμουρηθοῦνε εἴτε δουλειὰ πιάσουνε εἴτε καθίσουνε εἴτε σηκωθοῦνε».
⃝ Στὰ νεώτερα χρόνια κήρυκας καὶ ἐγκωμιαστὴς τοῦ σταυροῦ ἦταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Ὅπου κήρυττε, ἔστηνε σταυροὺς ποὺ θαυματουργοῦσαν καὶ μοίραζε χιλιάδες μικροὺς ξύλινους σταυροὺς στοὺς πιστοὺς κατὰ τὶς περιοδεῖες του, διηγεῖτο δὲ μὲ χάρι στοὺς ἀκροατάς του ὡραιότατα ἀνέκδοτα γιὰ τὴ δύναμι τοῦ σταυροῦ (βλ. τὸ βιβλίο μας Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός). [Σὺν Θεῷ θὰ συνεχίσουμε τὸ βράδυ.]
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Α΄ μέρος ἄρθρου ἀπὸ τὸ περ.
«Σπίθα» (τ. 134/Σεπτ. 1952), τὸ βιβλίο Σημεῖα τῶν καιρῶν (Ἀθῆναι 1953,
σσ. 188-198) καὶ τὸ βιβλίο Ὁ τίμιος Σταυρός (Ἀθῆναι 1995, σσ. 76-97).
augoustinos-kantiotis.gr
augoustinos-kantiotis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου