ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ
«Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. 6,31)
ΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο Εὐαγγέλιο. Θέλω
νὰ πιστεύω, ὅτι ὅλοι ἐσεῖς ἀγαπᾶτε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ δὲν περιμένετε νὰ
᾿ρθῇ ἡ Κυριακὴ γιὰ νὰ τὸ ἀκούσετε στὸ ναό – μιὰ φορὰ τὴν ἑβδομάδα, ἀλλὰ
τὸ διαβάζετε τακτικά, καθημερινῶς· καὶ ὄχι μόνο τὸ διαβάζετε, ἀλλὰ
καὶ προσπαθεῖτε καὶ ὡς ἄτομα καὶ ὡς οἰκογένειες νὰ τὸ ἐφαρμόζετε.
Ἔτσι θὰ εἶστε εὐτυχισμένοι, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ Κυρίου «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ
φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. 11,28).
Ὑπάρχουν ὅμως κάποιοι ἄλλοι πού, ἅμα τοὺς πῇς, Διάβαζε τὸ Εὐαγγέλιο, κάνουν ἕνα μορφασμὸ εἰρωνείας καὶ λένε· Οὔφ, καημένε τώρα! τὸ Εὐαγγέλιο ἦταν… «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ»· πάλιωσε πλέον, τώρα νέες ἰδέες ἐπικρατοῦν… Τί ἔχουμε ν᾽ ἀπαντήσουμε σ᾿ αὐτούς;
Ταλαίπωροι ἄνθρωποι! Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶνε ὅπως τ᾿ ἄλλα βιβλία ποὺ παλιώνουν. Τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε πάντοτε νέο· καὶ χθὲς καὶ σήμερα καὶ αὔριο καὶ εἰς αἰῶνας αἰώνων (πρβλ. Ἑβρ. 13,8)· εἶνε αἰώνιο. Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν παλιώνει, ὅπως δὲν παλιώνει ὁ ἥλιος, ποὺ χιλιάδες τώρα χρόνια ἐξαποστέλλει φῶς παντοῦ. Τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε ἕνας ἥλιος πνευματικὸς ποὺ φωτίζει τὸν κόσμο. Τὸ διαβάζουν οἱ λευκοί, οἱ μαῦροι, οἱ ἐρυθρόδερμοι, οἱ κίτρινοι, λαοὶ φυλὲς καὶ γλῶσσες, ἄνθρωποι ὅλων τῶν τάξεων, καὶ ὁμολογοῦν, ὅτι βιβλίο ἀνώτερο, ὑψηλότερο, ἁγιώτερο, σοφώτερο ἀπὸ αὐτὸ δὲν ὑπάρχει.
Ἀπόδειξις εἶνε τὰ λόγια τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου. Τί μᾶς λέει· «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. 6,31). Δώδεκα λέξεις εἶνε, ἀλλὰ μέσα σ᾽ αὐτὲς περικλείονται τὰ πάντα.
Ἔτσι θὰ εἶστε εὐτυχισμένοι, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ Κυρίου «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ
φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. 11,28).
Ὑπάρχουν ὅμως κάποιοι ἄλλοι πού, ἅμα τοὺς πῇς, Διάβαζε τὸ Εὐαγγέλιο, κάνουν ἕνα μορφασμὸ εἰρωνείας καὶ λένε· Οὔφ, καημένε τώρα! τὸ Εὐαγγέλιο ἦταν… «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ»· πάλιωσε πλέον, τώρα νέες ἰδέες ἐπικρατοῦν… Τί ἔχουμε ν᾽ ἀπαντήσουμε σ᾿ αὐτούς;
Ταλαίπωροι ἄνθρωποι! Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶνε ὅπως τ᾿ ἄλλα βιβλία ποὺ παλιώνουν. Τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε πάντοτε νέο· καὶ χθὲς καὶ σήμερα καὶ αὔριο καὶ εἰς αἰῶνας αἰώνων (πρβλ. Ἑβρ. 13,8)· εἶνε αἰώνιο. Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν παλιώνει, ὅπως δὲν παλιώνει ὁ ἥλιος, ποὺ χιλιάδες τώρα χρόνια ἐξαποστέλλει φῶς παντοῦ. Τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε ἕνας ἥλιος πνευματικὸς ποὺ φωτίζει τὸν κόσμο. Τὸ διαβάζουν οἱ λευκοί, οἱ μαῦροι, οἱ ἐρυθρόδερμοι, οἱ κίτρινοι, λαοὶ φυλὲς καὶ γλῶσσες, ἄνθρωποι ὅλων τῶν τάξεων, καὶ ὁμολογοῦν, ὅτι βιβλίο ἀνώτερο, ὑψηλότερο, ἁγιώτερο, σοφώτερο ἀπὸ αὐτὸ δὲν ὑπάρχει.
Ἀπόδειξις εἶνε τὰ λόγια τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου. Τί μᾶς λέει· «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. 6,31). Δώδεκα λέξεις εἶνε, ἀλλὰ μέσα σ᾽ αὐτὲς περικλείονται τὰ πάντα.
* * *
Ἐδῶ, ἀγαπητοί μου, ὁ Κύριος μᾶς
ὑποδεικνύει τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο μποροῦμε νὰ ζήσουμε ἁρμονικὰ μέσα
στὴν κοινωνία· μᾶς δίνει ἕνα χρυσὸ κανόνα ποὺ πρέπει νὰ τηρήσουμε. Ὅ,τι
δυσκολίες καὶ κοινωνικὰ προβλήματα ὑπάρχουν στὴν συμβίωσί μας, ὅλα, καὶ
τὰ δυσκολώτερα ἀκόμα, λύνονται μὲ τὸν κανόνα αὐτόν. Καὶ γιὰ νὰ δοῦμε
ὅτι ὁ κανόνας αὐτὸς δὲν ἦταν μόνο γιὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ ἀλλὰ ἔχει
ἰσχὺ σὲ κάθε ἐποχὴ καὶ μέχρι σήμερα, ἀναφέρω μερικὰ συγκεκριμένα
παραδείγματα.
Μᾶς λέει ἐδῶ ὁ Κύριος· Προτοῦ νὰ κάνῃς κάτι, νὰ ρωτᾷς τὸν ἑαυτό σου. Ποιόν ἑαυτό· ὄχι τὸν διεφθαρμένο ἀλλὰ τὸν ἀναγεννημένο. Διότι ὁ καθένας μας ἔχει ἀκόμα μέσα του καὶ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, τὸν πρῶτο Ἀδὰμ ποὺ δουλεύει στὰ πάθη, καὶ τὸ νέο ποὺ γεννήθηκε μὲ τὸ βάπτισμα· φέρει δηλαδὴ ἐντός του ἕνα θηρίο καὶ ἕναν ἄγγελο. Τὸν ἄγγελο λοιπὸν νὰ ρωτήσῃς, δηλαδὴ τὴ συνείδησί σου. Προτοῦ νὰ κάνῃς κάτι, νὰ λές· Αὐτὸ ποὺ σκέπτομαι νὰ κάνω στὸν ἄλλο, θέλω νὰ τὸ κάνῃ ἐκεῖνος σ᾽ ἐμένα;
Πιὸ συγκεκριμένα. Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ πάῃ στὸ χωράφι σου καὶ νὰ σοῦ κάνῃ ζημιὰ στὰ δέντρα; Σ᾿ ἕνα χωριὸ στὰ σύνορα, πῆγε κάποιος τὴ νύχτα κ᾽ ἔκοψε μὲ πριόνι ὅλες τὶς ἐλιὲς τοῦ ἄλλου· καὶ ὅταν τὸ πρωὶ ἐκεῖνος εἶδε τὸ χωράφι του χωρὶς ἐλιές, ἔκλαιγε ὁ δυστυχής. Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ μετακινήσῃ – ν᾿ ἀλλάξῃ τὰ ὅρια τοῦ χωραφιοῦ σου; Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ βάλῃ φωτιὰ στὸ σπίτι σου καὶ νὰ τὸ κάψῃ; Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ ἐργάζεσαι ἐσὺ καὶ νὰ μὴ σοῦ δίνῃ τὸ μισθό σου; Θέλεις νὰ σὲ κλέψῃ, νὰ σὲ ἀδικήσῃ; Ὄχι ὄχι, θ᾽ ἀπαντήσῃς· δὲ θέλω νὰ μὲ ἐκμεταλλεύωνται, νὰ μὲ ἀπατοῦν, νὰ πειράζουν τὰ πράγματά μου. Ἔ λοιπόν· ὅπως ἐσὺ δὲν θέλεις ὁ ἄλλος νὰ πειράξῃ τὴν περιουσία σου, ἔτσι κ᾽ ἐσὺ πρέπει νὰ σεβαστῇς τὴ δική του περιουσία. «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».
Πέρα ὅμως ἀπὸ τὴν περιουσία ὑπάρχει κάτι ἄλλο ἀνώτερο, καὶ αὐτὸ εἶνε ἡ ζωή. Ὅλοι οἱ ἐπιστήμονες νὰ μαζευτοῦν, ἕνα μυρμηγκάκι δὲν φτειάχνουν. Καὶ ἂν κάθε ζωὴ εἶνε κάτι πολύτιμο, πόσῳ μᾶλλον ἡ ζωὴ ἑνὸς ἀνθρώπου! Λοιπὸν σὲ ρωτῶ· Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ πάρῃ ἕνα μαχαίρι καὶ νὰ σοῦ κόψῃ τὴ μύτη ἢ τ᾿ αὐτιά; θέλεις νὰ σοῦ ξερριζώσῃ τὰ δόντια, νὰ σοῦ κλαδέψῃ τὰ πόδια, νὰ σὲ ἀκρωτηριάσῃ, νὰ σ᾽ ἀφήσῃ ἀνάπηρο; Θέλεις νὰ πάρῃ πιστόλι νὰ σὲ σκοτώσῃ; Θέλεις νὰ ῥίξῃ στὸ φαγητό σου φαρμάκι; νὰ νοθεύσῃ τὰ τρόφιμα ποὺ ἀγοράζεις; νὰ ἀλλοιώσῃ τὰ φάρμακα ποὺ παίρνεις; Ὄχι, δὲν τὰ θέλεις αὐτά. Ὅπως λοιπὸν ἐσὺ θέλεις ὁ ἄλλος νὰ σέβεται τὴ ζωή σου, ἔτσι κ᾽ ἐσὺ νὰ σεβαστῇς τὴ δική του ζωή. «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».
Ἀλλὰ οἱ Ἕλληνες παραπάνω κι ἀπ᾽ τὴ ζωὴ κι ἀπ᾽ τὴν περιουσία καὶ τὰ πλούτη ἔχουμε τὴν τιμή. «Ἡ τιμὴ τιμὴ δὲν ἔχει». Θέλεις λοιπὸν ὁ ἄλλος νὰ σὲ διαβάλῃ, νὰ σὲ συκοφαντήσῃ, νὰ σὲ πάῃ στὸ δικαστήριο καὶ μὲ ψευδορκίες νὰ σὲ ῥίξῃ στὴ φυλακή;
Μᾶς λέει ἐδῶ ὁ Κύριος· Προτοῦ νὰ κάνῃς κάτι, νὰ ρωτᾷς τὸν ἑαυτό σου. Ποιόν ἑαυτό· ὄχι τὸν διεφθαρμένο ἀλλὰ τὸν ἀναγεννημένο. Διότι ὁ καθένας μας ἔχει ἀκόμα μέσα του καὶ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, τὸν πρῶτο Ἀδὰμ ποὺ δουλεύει στὰ πάθη, καὶ τὸ νέο ποὺ γεννήθηκε μὲ τὸ βάπτισμα· φέρει δηλαδὴ ἐντός του ἕνα θηρίο καὶ ἕναν ἄγγελο. Τὸν ἄγγελο λοιπὸν νὰ ρωτήσῃς, δηλαδὴ τὴ συνείδησί σου. Προτοῦ νὰ κάνῃς κάτι, νὰ λές· Αὐτὸ ποὺ σκέπτομαι νὰ κάνω στὸν ἄλλο, θέλω νὰ τὸ κάνῃ ἐκεῖνος σ᾽ ἐμένα;
Πιὸ συγκεκριμένα. Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ πάῃ στὸ χωράφι σου καὶ νὰ σοῦ κάνῃ ζημιὰ στὰ δέντρα; Σ᾿ ἕνα χωριὸ στὰ σύνορα, πῆγε κάποιος τὴ νύχτα κ᾽ ἔκοψε μὲ πριόνι ὅλες τὶς ἐλιὲς τοῦ ἄλλου· καὶ ὅταν τὸ πρωὶ ἐκεῖνος εἶδε τὸ χωράφι του χωρὶς ἐλιές, ἔκλαιγε ὁ δυστυχής. Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ μετακινήσῃ – ν᾿ ἀλλάξῃ τὰ ὅρια τοῦ χωραφιοῦ σου; Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ βάλῃ φωτιὰ στὸ σπίτι σου καὶ νὰ τὸ κάψῃ; Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ ἐργάζεσαι ἐσὺ καὶ νὰ μὴ σοῦ δίνῃ τὸ μισθό σου; Θέλεις νὰ σὲ κλέψῃ, νὰ σὲ ἀδικήσῃ; Ὄχι ὄχι, θ᾽ ἀπαντήσῃς· δὲ θέλω νὰ μὲ ἐκμεταλλεύωνται, νὰ μὲ ἀπατοῦν, νὰ πειράζουν τὰ πράγματά μου. Ἔ λοιπόν· ὅπως ἐσὺ δὲν θέλεις ὁ ἄλλος νὰ πειράξῃ τὴν περιουσία σου, ἔτσι κ᾽ ἐσὺ πρέπει νὰ σεβαστῇς τὴ δική του περιουσία. «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».
Πέρα ὅμως ἀπὸ τὴν περιουσία ὑπάρχει κάτι ἄλλο ἀνώτερο, καὶ αὐτὸ εἶνε ἡ ζωή. Ὅλοι οἱ ἐπιστήμονες νὰ μαζευτοῦν, ἕνα μυρμηγκάκι δὲν φτειάχνουν. Καὶ ἂν κάθε ζωὴ εἶνε κάτι πολύτιμο, πόσῳ μᾶλλον ἡ ζωὴ ἑνὸς ἀνθρώπου! Λοιπὸν σὲ ρωτῶ· Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ πάρῃ ἕνα μαχαίρι καὶ νὰ σοῦ κόψῃ τὴ μύτη ἢ τ᾿ αὐτιά; θέλεις νὰ σοῦ ξερριζώσῃ τὰ δόντια, νὰ σοῦ κλαδέψῃ τὰ πόδια, νὰ σὲ ἀκρωτηριάσῃ, νὰ σ᾽ ἀφήσῃ ἀνάπηρο; Θέλεις νὰ πάρῃ πιστόλι νὰ σὲ σκοτώσῃ; Θέλεις νὰ ῥίξῃ στὸ φαγητό σου φαρμάκι; νὰ νοθεύσῃ τὰ τρόφιμα ποὺ ἀγοράζεις; νὰ ἀλλοιώσῃ τὰ φάρμακα ποὺ παίρνεις; Ὄχι, δὲν τὰ θέλεις αὐτά. Ὅπως λοιπὸν ἐσὺ θέλεις ὁ ἄλλος νὰ σέβεται τὴ ζωή σου, ἔτσι κ᾽ ἐσὺ νὰ σεβαστῇς τὴ δική του ζωή. «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».
Ἀλλὰ οἱ Ἕλληνες παραπάνω κι ἀπ᾽ τὴ ζωὴ κι ἀπ᾽ τὴν περιουσία καὶ τὰ πλούτη ἔχουμε τὴν τιμή. «Ἡ τιμὴ τιμὴ δὲν ἔχει». Θέλεις λοιπὸν ὁ ἄλλος νὰ σὲ διαβάλῃ, νὰ σὲ συκοφαντήσῃ, νὰ σὲ πάῃ στὸ δικαστήριο καὶ μὲ ψευδορκίες νὰ σὲ ῥίξῃ στὴ φυλακή;
Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ προσβάλῃ τὴν
οἰκογένειά σου;
Θέλεις, ὅταν ἐσὺ λείπῃς, αὐτὸς νὰ τρυπώσῃ νύχτα στὸ
σπίτι σου σὰν φίδι καὶ ν᾽ ἀτιμάσῃ τὴ γυναῖκα ἢ τὸ κορίτσι σου;
Ὄχι ὄχι!
ἀκούγεται ἀπὸ τὰ στόματα ὅλων. Ὅπως λοιπὸν ἐσὺ ἔχεις τὴν ἀξίωσι ὁ ἄλλος
νὰ σέβεται τὴν οἰκογενειακή σου τιμή, ἔτσι κ᾽ ἐσὺ ἔχεις ὑποχρέωσι νὰ
σέβεσαι τὴν τιμὴ τὴ δική του. «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».
Ἡ θεία αὐτὴ ἐντολή, ὁ χρυσὸς κανόνας, ἔχει δύο ὄψεις.
Ἡ μία
εἶνε αὐτὴ ποὺ εἴπαμε, ἡ ἀρνητική.
Ἡ ἄλλη ὄψις εἶνε ἡ θετική· θέλεις ὁ
ἄλλος, ὄχι μόνο νὰ μὴ σοῦ κάνῃ κακό, ἀλλὰ καὶ νὰ σοῦ κάνῃ καλό.
Πεινᾷς; θέλεις νὰ σοῦ δώσῃ ψωμί.
Διψᾷς; θέλεις νὰ σοῦ δώσῃ ἕνα ποτήρι
νερό. Εἶσαι ἄρρωστος; θέλεις νὰ σὲ ἐπισκεφθῇ. Ἀδικεῖσαι; θέλεις νὰ σὲ
ὑποστηρίξῃ. Εἶσαι ὀρφανὸς ἢ χήρα; θέλεις νὰ σὲ προστατεύσῃ. Ἔχεις
δικαστήριο; θέλεις νὰ σὲ ὑπερασπίσῃ καὶ νὰ σὲ ἀθῳώσῃ. Πέθανε ὁ
πατέρας ἢ ἡ μητέρα σου; θέλεις νὰ σὲ παρηγορήσῃ. Ἔ λοιπόν, αὐτὰ ποὺ
θέλεις νὰ σοῦ κάνουν οἱ ἄλλοι, νὰ τὰ κάνῃς κ᾽ ἐσὺ σ᾽ αὐτούς. «Καθὼς
θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».
Αὐτὰ ἰσχύουν πάντοτε.
* * *
Γεννᾶται τώρα, ἀγαπητοί μου, τὸ ἐρώτημα· ἐφαρμόζει σήμερα ὁ κόσμος τὰ χρυσᾶ αὐτὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ;
Ὄχι δυστυχῶς. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν γίνει φίλαυτοι, ἰδιοτελεῖς,
συμφεροντολόγοι· κέντρο τῆς ζωῆς ἔχουν τὸν ἑαυτό τους, τὰ παιδιά τους,
τὴν οἰκογένειά τους· τίποτα πιὸ πέρα δὲν τοὺς ἐνδιαφέρει. Κάθεστε καὶ
τρῶτε τὸ μεσημέρι· ἐρωτῶ, πόσοι ἀπὸ σᾶς σκέπτεσθε ὅτι κάπου στὴ
γειτονιὰ ὑπάρχει ἕνας πεινασμένος ποὺ κάτι περιμένει; Πέντε πιάτα
φαγητὸ ἔχεις; κάν᾽ τα ἕξι, νὰ σ᾽ εὐλογήσῃ ὁ Θεός. Ἀφήνεις τὰ ἀχάριστα
παιδιά σου καὶ τρῶνε χωρὶς σταυρὸ καὶ προσευχή. Κ᾽ ἔρχεται ὁ χειμώνας
μὲ τὰ κρύα, τὰ χιόνια, τοὺς πάγους, κ᾽ ἐσὺ ἔχεις στὸ σπίτι σου
σεντούκια γεμᾶτα ροῦχα, διπλᾶ καὶ τριπλᾶ σκεπάσματα καὶ βελέντζες.
Γιά σκέψου ὅτι κάπου ἀλλοῦ κάποιοι τουρτουρίζουν. Εἶσαι
Χριστιανός, πιστεύεις στὸ Χριστό; ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό σου τὰ θέλεις; Ὁ
Χριστὸς ἦρθε ν᾽ ἀνατρέψῃ αὐτὴ τὴν πυραμίδα τῆς ἁμαρτίας. Ὁ σατανᾶς λέει·
Ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό σου, τίποτα γιὰ τὸν ἄλλο. Ὁ Χριστὸς λέει· Ὅλα γιὰ
τὸν ἄλλο, τίποτα γιὰ τὸν ἑαυτό σου.
Κι ὄχι μόνο στὰ ἄτομα καὶ τὶς οἰκογένειες ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ
διεθνοῦς πεδίου ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ δὲν ἐφαρμόζεται. Ἂν
μποροῦσα, θὰ πήγαινα ἐκεῖ ποὺ συνεδριάζουν τὰ Ἡνωμένα Ἔθνη, νὰ γράψω
μὲ φωτεινὰ γράμματα·
Ὦ ἰσχυροὶ τῆς ἡμέρας (Ἀμερική, ῾Ρωσία, Ἀγγλία,
Γερμανία…), «καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς
ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως»! Θέλετε νὰ κάνῃ ἄλλος εἰσβολὴ στὸ ἔδαφός σας καὶ
νὰ φτάσῃ ὣς τὴν πρωτεύουσα;
Ὄχι. Ἔ λοιπόν, ἔτσι νὰ σκέπτεσθε καὶ νὰ
ἐνεργῆτε καὶ γιὰ τὰ μικρὰ ἔθνη. Δὲν τὸ ἐφαρμόζετε ὅμως. Κοιτάξτε τὸ
χάρτη· στὴν ἀνατολικὴ γωνία τῆς Μεσογείου ἕνα μικρὸ κράτος, ἡ Κύπρος,
δέχθηκε βάρβαρη ἐπίθεσι ἀπὸ τὸν «Ἀττίλα» ἀντίθετα πρὸς κάθε ἔννοια
δικαίου. Τί ἔπρεπε νὰ κάνετε ἐσεῖς; Ἐὰν πιστεύατε στὰ ἰδεώδη τῆς
ἐλευθερίας καὶ τῆς εἰρήνης, ἦταν ἀρκετὸ ἕνα τελεσίγραφό σας στὸν
βάρβαρο Ἀσιάτη γιὰ νὰ ἐκκενώσῃ μέσα σὲ 24 ὧρες τὰ κατεχόμενα. Δὲν τὸ
κάνατε. Καὶ ὄχι μόνο δὲν ὑπερασπισθήκατε τὸ δίκαιο, ἀλλὰ κάνατε καὶ
πλάτες στὸν βάρβαρο, ὅπως καὶ τὸ 1922 στὴ Μικρὰ Ἀσία. Δὲν ἐφαρμόζεται
ὁ νόμος τοῦ Εὐαγγελίου· βασιλεύει ὁ νόμος τῆς ζούγκλας ποὺ λέει ὅτι «τὸ
μεγάλο ψάρι τρώει τὸ μικρό»· δὲν ἐπικρατεῖ τὸ δίκαιο καὶ ἡ ἠθική, ἀλλὰ ἡ
βία, ἡ πυγμή, τὸ ξίφος.
Ἂς ἔχουμε ὅμως θάρρος. Παραπάνω
ἀπὸ τὰ Ἡνωμένα Ἔθνη ὑπάρχει ὁ παντοδύναμος Κύριος, ὁ προστάτης καὶ τοῦ
δικοῦ μας μικροῦ ἔθνους. Δὲν πιστεύουμε στοὺς μεγάλους· πιστεύουμε στὸν
Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, στὴν ὑπεραγία Θεοτόκο. Ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ
ἐπικρατήσῃ τὸ δίκαιο. Ὁ κόσμος θὰ κυβερνηθῇ μὲ τὸ νόμο τοῦ Χριστοῦ μας.
Αὐτὸ εἶνε τὸ χρυσὸ κλειδί, ποὺ λύνει ὅλα τὰ προβλήματα (ἀτομικά,
οἰκογενειακά, κοινωνικά, διεθνῆ). Εἶπεν ὁ Κύριος· «Καθὼς θέλετε ἵνα
ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Τριάδος – Πτολεμαΐδος τὴν 29-9-1974.
augoustinos-kantiotis.gr
augoustinos-kantiotis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου