«Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ ᾿Ιησοῦς
ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος. καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν
ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγαζεν αὐτῷ λέγουσα· ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ
Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται
(:Και αφού έφυγε από κει ο Ιησούς, αναχώρησε προς τα μέρη της Τύρου και Σιδώνας. Τότε μια γυναίκα Χαναναία που βγήκε από τα σύνορα εκείνα, Του φώναξε δυνατά: ‘’Ελέησέ με, Κύριε, ένδοξε απόγονε του Δαβίδ. Η κόρη μου κατέχεται από δαιμόνιο και υποφέρει φρικτά’’)»[Ματθ.15,21-22].
(:Και αφού έφυγε από κει ο Ιησούς, αναχώρησε προς τα μέρη της Τύρου και Σιδώνας. Τότε μια γυναίκα Χαναναία που βγήκε από τα σύνορα εκείνα, Του φώναξε δυνατά: ‘’Ελέησέ με, Κύριε, ένδοξε απόγονε του Δαβίδ. Η κόρη μου κατέχεται από δαιμόνιο και υποφέρει φρικτά’’)»[Ματθ.15,21-22].
Ο ευαγγελιστής Μάρκος λέγει ότι δεν μπόρεσε να εισέλθει στην
οικία διαφεύγοντας την
προσοχή του πλήθους[Μαρκ.7,24: «Καὶ ἐκεῖθεν ἀναστὰς ἀπῆλθεν εἰς τὰ μεθόρια Τύρου καὶ Σιδῶνος. καὶ εἰσελθὼν εἰς οἰκίαν οὐδένα ἤθελε γνῶναι, καὶ οὐκ ἠδυνήθη λαθεῖν(:Έπειτα ο Ιησούς έφυγε από εκεί και πήγε κοντά στα σύνορα της Τύρου και της Σιδώνος. Κι αφού μπήκε σ’ ένα σπίτι, όπου διάλεξε να μείνει, δεν ήθελε να γίνει γνωστό ότι ήταν εκεί.
προσοχή του πλήθους[Μαρκ.7,24: «Καὶ ἐκεῖθεν ἀναστὰς ἀπῆλθεν εἰς τὰ μεθόρια Τύρου καὶ Σιδῶνος. καὶ εἰσελθὼν εἰς οἰκίαν οὐδένα ἤθελε γνῶναι, καὶ οὐκ ἠδυνήθη λαθεῖν(:Έπειτα ο Ιησούς έφυγε από εκεί και πήγε κοντά στα σύνορα της Τύρου και της Σιδώνος. Κι αφού μπήκε σ’ ένα σπίτι, όπου διάλεξε να μείνει, δεν ήθελε να γίνει γνωστό ότι ήταν εκεί.
Αλλά δεν μπόρεσε να ξεφύγει την προσοχή του
κόσμου)»].
Γιατί όμως πήγαινε τακτικά στα μέρη αυτά; Όταν τους απάλλαξε
από την φροντίδα της τροφής, τότε πλέον προχωρεί και ανοίγει τη θύρα της
σωτηρίας και στα έθνη· όπως ακριβώς λοιπόν και ο Πέτρος, αφού έλαβε
εντολή πρώτα να καταργήσει αυτόν τον νόμο, αποστέλλεται στον Κορνήλιο:
«τοῦ δὲ Πέτρου διενθυμουμένου περὶ τοῦ ὁράματος εἶπεν αὐτῷ τὸ Πνεῦμα·
ἰδοὺ ἄνδρες τρεῖς ζητοῦσί σε· ἀλλὰ ἀναστὰς κατάβηθι καὶ πορεύου σὺν
αὐτοῖς μηδὲν διακρινόμενος, διότι ἐγὼ ἀπέσταλκα αὐτούς. καταβὰς δὲ
Πέτρος πρὸς τοὺς ἄνδρας εἶπεν· ἰδοὺ ἐγώ εἰμι ὃν ζητεῖτε· τίς ἡ αἰτία δι᾿
ἣν πάρεστε; οἱ δὲ εἶπον· Κορνήλιος ἑκατοντάρχης, ἀνὴρ δίκαιος καὶ
φοβούμενος τὸν Θεόν, μαρτυρούμενός τε ὑπὸ ὅλου τοῦ ἔθνους τῶν Ἰουδαίων,
ἐχρηματίσθη ὑπὸ ἀγγέλου ἁγίου μεταπέμψασθαί σε εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ καὶ
ἀκοῦσαι ῥήματα παρὰ σοῦ(: Ενώ λοιπόν ο Πέτρος κυκλοφορούσε στο νου του
το όραμα που είδε, και προσπαθούσε να το εξηγήσει, του είπε το Άγιο
Πνεύμα με εσωτερική έμπνευση: ‘’Ιδού, τρεις άνδρες σε ζητούν.
Μην τους
αποφύγεις επειδή είναι εθνικοί και ακάθαρτοι.Αλλά σήκω γρήγορα, κατέβα
από την ταράτσα και πήγαινε μαζί τους χωρίς να έχεις κανένα δισταγμό,
διότι εγώ τους έχω στείλει να σε συναντήσουν’’.Τότε ο Πέτρος κατέβηκε
στους άνδρες και τους είπε: ‘’Ιδού, εγώ είμαι εκείνος που ζητάτε. Για
ποιό λόγο ήλθατε εδώ και για ποιό σκοπό; ‘’. Και αυτοί απάντησαν: ‘’Ο
Κορνήλιος ο εκατόνταρχος, άνθρωπος δίκαιος και θεοφοβούμενος – και το
ομολογούν αυτό όλοι όσοι τον γνωρίζουν από το ιουδαϊκό έθνος – πήρε
εντολή και οδηγία από έναν άγιο άγγελο να στείλει και να σε καλέσει στο
σπίτι του και να ακούσει από σένα λόγια που θα τον οδηγήσουν στη
σωτηρία’’)»[Πραξ. 10,19-21].
Εάν όμως αναρωτιόταν κάποιος: «Πώς λοιπόν, ενώ παραγγέλλει
στους μαθητές Του [Ματθ.10,5: «Τούτους τοὺς δώδεκα ἀπέστειλεν ὁ Ἰησοῦς
παραγγείλας αὐτοῖς λέγων· εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε καὶ εἰς πόλιν
Σαμαρειτῶν μὴ εἰσέλθητε· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ πρόβατα τὰ
ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ(:Αυτούς τους δώδεκα μαθητές τους απέστειλε και
τους έδωσε τις εξής παραγγελίες: ‘’Μην πάτε σε δρόμο που θα σας οδηγήσει
σε χώρα που κατοικούν ειδωλολάτρες, και μην μπείτε σε πόλη που ανήκει
σε Σαμαρείτες. Πηγαίνετε καλύτερα στα χαμένα πρόβατα που κατάγονται από
το γένος του Ισραήλ’’)»], δέχεται να Τον πλησιάσει αυτή η γυναίκα;»
Πρώτον μεν θα μπορούσαμε να πούμε το εξής, ότι ο Ίδιος δεν ήταν
υποχρεωμένος να τηρήσει αυτό που πρόσταξε τους μαθητές Του, δεύτερον
επίσης ότι δεν μετέβη εκεί για να κηρύξει, πράγμα που υπαινισσόμενος και
ο Μάρκος έλεγε ότι δηλαδή κρύφτηκε, αλλά δεν κατάφερε να διαφύγει την
προσοχή του πλήθους. Διότι όπως ακριβώς ήταν σύμφωνο προς τη φυσική
ακολουθία των πραγμάτων, το να μην τρέξει πρώτα προς τους ειδωλολάτρες,
έτσι δεν ήταν σύμφωνο προς τη φιλανθρωπία Του να διώξει αυτούς που Τον
πλησίαζαν. Διότι αν έπρεπε να αναζητεί αυτούς που έφευγαν, πολύ
περισσότερο δεν έπρεπε να αποφύγει αυτούς που Τον αναζητούσαν.
Πρόσεξε λοιπόν πως η γυναίκα ήταν άξια κάθε ευεργεσίας, αφού
ούτε καν τόλμησε να έλθει στα Ιεροσόλυμα, επειδή φοβούνταν και θεωρούσε
ανάξιο τον εαυτό της. Διότι το ότι θα μπορούσε να φθάσει εκεί, αν δεν
ήταν αυτή η αιτία, φαίνεται καθαρά από τη μεγάλη επιμονή της τώρα, και
από το ότι βγήκε έξω από τα σύνορά της.
Ορισμένοι πάλι, ερμηνεύοντας
αλληγορικά το σημείο αυτό, λέγουν ότι όταν βγήκε έξω από την Ιουδαία ο
Χριστός, τότε τόλμησε να Τον πλησιάσει η Εκκλησία, εξερχόμενη και αυτή
από τα δικά της όρια. Διότι λέγει: «ἄκουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε καὶ κλῖνον
τὸ οὖς σου καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου καὶ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου(:
Εσύ, μελλόνυμφη κόρη, άκουσε τη συμβουλή μου. Κλίνε το αυτί σου, ώστε να
ακούει με προσοχή και να δέχεται τις εντολές του και λησμόνησε εντελώς
τον λαό, στον οποίο μέχρι τώρα ανήκες, και αυτόν ακόμη τον πατρικό σου
οίκο)» [Ψαλμ.44,11]. Καθόσον και ο Χριστός εξήλθε από τα όριά Του, και η
γυναίκα από τα δικά της όρια, και έτσι μπόρεσαν να συναντηθούν. Διότι
λέγει: «ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα (:Ιδού μια
γυναίκα Χαναναία που βγήκε από τα σύνορα εκείνα)».
Ο ευαγγελιστής αναφέρει την ιδιότητα της γυναίκας για να κάνει
φανερό το θαύμα και να την εξυμνήσει περισσότερο. Διότι ακούγοντας ότι
ήταν Χαναναία, φέρε στη σκέψη σου εκείνα τα παράνομα ειδωλολατρικά έθνη,
που ανέτρεψαν εκ θεμελίων τους νόμους της φύσεως.
Αφού πάλι θυμηθείς
αυτά, τότε αναλογίσου και τη δύναμη της παρουσίας του Χριστού. Διότι
αυτοί που είχαν εκδιωχθεί, για να μη διαφθείρουν τους Ιουδαίους, αυτοί
φάνηκαν τόσο περισσότερο πρόθυμοι από τους Ιουδαίους, ώστε και να
εξέλθουν από τα όρια της χώρας τους και να πλησιάσουν τον Χριστό, ενώ
εκείνοι Τον εκδίωκαν και όταν ερχόταν προς αυτούς.
Αφού λοιπόν Τον πλησίασε, τίποτε άλλο δεν Του λέγει, παρά μόνο
«ελέησέ με», και με την κραυγή της προσείλκυσε πολύ πλήθος ανθρώπων.
Καθόσον πράγματι ήταν θέαμα ελεεινό να βλέπει κανείς μία γυναίκα να
φωνάζει με τόσο πόνο και μάλιστα γυναίκα μητέρα και να παρακαλεί για τη
θυγατέρα της, και μάλιστα για τη θυγατέρα της που βρισκόταν σε τόσο
θλιβερή κατάσταση. Διότι ούτε καν τόλμησε να φέρει τη δαιμονισμένη
μπροστά στα μάτια του Διδασκάλου, αλλά αφού την άφησε κατάκοιτη στο
σπίτι, έρχεται η ίδια να Τον παρακαλέσει.
Και αναφέρει μόνο το πάθος της και δεν προσθέτει τίποτε
επιπλέον, ούτε φέρει τον ιατρό στο σπίτι της όπως ακριβώς εκείνος ο
αξιωματικός του βασιλέως που έλεγε: «Κατέβα στην Καπερναούμ γρήγορα πριν
πεθάνει το παιδί μου» και όπως εκείνος ο άρχοντας της συναγωγής, ο
Ιάειρος που έλεγε στον Κύριο για τη νεκρή του κόρη :«έλα και θέσε επάνω
της το χέρι Σου» [Ιω.4,46-49: «Ἦλθεν οὖν πάλιν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν Κανᾶ τῆς
Γαλιλαίας, ὅπου ἐποίησε τὸ ὕδωρ οἶνον. καὶ ἦν τις βασιλικός, οὗ ὁ υἱὸς
ἠσθένει ἐν Καπερναούμ· οὗτος ἀκούσας ὅτι Ἰησοῦς ἥκει ἐκ τῆς Ἰουδαίας εἰς
τὴν Γαλιλαίαν, ἀπῆλθε πρὸς αὐτὸν καὶ ἠρώτα αὐτὸν ἵνα καταβῇ καὶ ἰάσηται
αὐτοῦ τὸν υἱὸν· ἤμελλε γὰρ ἀποθνήσκειν. εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτόν·
ἐὰν μὴ σημεῖα καὶ τέρατα ἴδητε, οὐ μὴ πιστεύσητε. λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ
βασιλικός· Κύριε, κατάβηθι πρὶν ἀποθανεῖν τὸ παιδίον μου(:Ήλθε λοιπόν ο
Ιησούς πάλι στην Κανά της Γαλιλαίας, όπου παλιότερα είχε μετατρέψει το
νερό σε κρασί. Εκεί υπήρχε κάποιος άνθρωπος που ανήκε στη βασιλική αυλή
του Ηρώδη, και το παιδί του ήταν βαριά άρρωστο στην Καπερναούμ. Αυτός
λοιπόν, μόλις άκουσε ότι ο Ιησούς είχε έλθει από την Ιουδαία στη
Γαλιλαία, έφυγε από την Καπερναούμ και πήγε να Τον συναντήσει˙ κι άρχισε
να Τον παρακαλεί να κατεβεί από την Κανά στην Καπερναούμ και να
θεραπεύσει το γιο του˙ διότι ήταν βαριά άρρωστος και κινδύνευε να
πεθάνει. Του είπε λοιπόν τότε ο Ιησούς, ενώ Τον άκουγαν και οι άλλοι που
ήταν εκεί: ‘’Εάν δεν δείτε θαύματα που να δείχνουν φανερά τη δύναμη του
Θεού και να προκαλούν τρόμο και κατάπληξη, δεν θα πιστέψετε’’.
Του λέει
ο αυλικός: ‘’Κύριε, κατέβα στην Καπερναούμ γρήγορα, πριν πεθάνει το
παιδί μου’’)»
και Ματθ.9,18: «Ταῦτα αὐτοῦ λαλοῦντος αὐτοῖς ἰδοὺ ἄρχων
εἷς προσελθὼν προσεκύνει αὐτῷ λέγων ὅτι ἡ θυγάτηρ μου ἄρτι ἐτελεύτησεν·
ἀλλὰ ἐλθὼν ἐπίθες τὴν χεῖρά σου ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ ζήσεται(:Κι ενώ τους έλεγε
αυτά ο Ιησούς, την ώρα εκείνη κάποιος άρχοντας της συναγωγής Τον
πλησίασε και Τον προσκύνησε λέγοντας ότι ‘’η κόρη μου πριν από λίγο
πέθανε. Έλα όμως και βάλε το χέρι σου πάνω της και θα ζήσει’’)»].
Αλλά
αφού ανέφερε και τη συμφορά της και τη χειροτέρευση της ασθένειας,
επικαλείται την ευσπλαχνία του Κυρίου φωνάζοντας δυνατά. Και δεν λέγει
«ελέησε τη θυγατέρα μου», αλλά «ελέησέ με». «Διότι εκείνη μεν δεν έχει
συναίσθηση της ασθένειάς της, εγώ όμως είμαι εκείνη που υποφέρω από
μύρια κακά, που συναισθάνομαι την ασθένειά μου, που το γνωρίζω ότι είναι
μανιακή».
«ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον(:Ο Κύριος όμως δεν της αποκρίθηκε
ούτε λέξη)». Γιατί αυτό το πρωτάκουστο και παράξενο; Τους μεν Ιουδαίους
παρόλη την αχαριστία τους δεν παύει να τους συμβουλεύει, και αν και Τον
βλασφημούν, τους παρακαλεί, και μολονότι Τον πειράζουν, δεν τους
εγκαταλείπει. Αυτήν όμως που τρέχει κοντά Του και Τον παρακαλεί και Τον
ικετεύει και δείχνει τόση ευλάβεια, αν και δεν ανατράφηκε με τον νόμο
και τους προφήτες, αυτή δεν τη θεωρεί άξια ούτε καν να της απαντήσει.
Ποιον δε θα ήταν δυνατόν να σκανδαλίσει αυτή η ενέργεια, όταν έβλεπε
αυτά που γίνονταν να είναι αντίθετα προς τη φήμη της ευσπλαχνίας του
Ιησού; Καθόσον άκουσαν ότι περιόδευε τα χωριά και θεράπευε· αυτήν όμως
που ήλθε μόνη της την απομακρύνει από κοντά Του. Ποιον δε θα ήταν
δυνατόν να συγκινήσει το πάθος και η παράκληση, που έκανε για τη
θυγατέρα της, η οποία βρισκόταν σε τόσο κακή κατάσταση; Διότι ούτε
προσήλθε, θεωρώντας τον εαυτό της άξιο, ούτε αυτό που ζητούσε, το
ζητούσε σαν οφειλή, αλλά απλώς παρακαλούσε να την ευσπλαχνιστεί και τη
συμφορά της μόνο θρηνολογούσε, και παρ’ όλ’ αυτά δε θεωρείται ούτε καν
άξια να τύχει απαντήσεως.
Ίσως πολλοί από αυτούς που άκουγαν σκανδαλίστηκαν, εκείνη όμως
δε σκανδαλίστηκε. Και γιατί λέγω από αυτούς που άκουγαν; Καθόσον έχω τη
γνώμη ότι και οι ίδιοι οι μαθητές θα ένιωσαν κάτι για τη συμφορά της
γυναίκας και ότι θα ταράχτηκαν και θα λυπήθηκαν. Αλλά όμως παρόλο που
ταράχτηκαν, δεν τόλμησαν να Του πουν: «χάρισέ της αυτό που ζητεί».
Αλλά
αφού Τον πλησίασαν οι μαθητές Του Τον παρακαλούσαν, λέγοντας: «ἀπόλυσον
αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν (:Πες της να φύγει διότι κραυγάζει πίσω
μας)». Και εμείς βέβαια όταν θέλουμε να πείσουμε κάποιον, του λέμε
πολλές φορές τα αντίθετα. Ο Χριστός όμως απάντησε: «οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ
εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ(:Δεν με απέστειλε ο Πατέρας
μου παρά για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικού γένους)».
Τι έκανε λοιπόν η γυναίκα, όταν άκουσε αυτά; Σιώπησε και έφυγε;
Ή εγκατάλειψε την προθυμία της;
Κάθε άλλο· αλλά αντίθετα έγινε
περισσότερο ορμητική. Δεν ενεργούμε όμως και εμείς έτσι· αλλά όταν δεν
ικανοποιηθεί το αίτημά μας, απομακρυνόμαστε, ενώ ακριβώς για τον λόγο
αυτόν πρέπει να επιμένουμε περισσότερο.
Αν και ποιον δε θα ήταν δυνατόν
να απογοητεύσει εκείνος τότε ο λόγος; Ακόμη και η σιωπή μόνο ήταν αρκετή
να την οδηγήσει σε απελπισία, ενώ η απάντηση συντελούσε να αυξηθεί
ακόμη περισσότερο η απελπισία της. Διότι το να διαπιστώσει ότι μαζί με
αυτήν περιήλθαν σε αμηχανία και οι συνήγοροί της, και το να αντιληφθεί
ότι το πράγμα είχε φθάσει στο απροχώρητο, ήταν κάτι που μπορούσε να την
οδηγήσει σε απερίγραπτη απορία.
Και όμως δεν τα έχασε η γυναίκα· αλλά όταν είδε ότι οι
προστάτες της δεν είχαν καμία δύναμη, έδειξε την ωραία αδιαντροπιά της.
Διότι πριν από αυτό δεν τολμούσε ούτε μπροστά Του να παρουσιαστεί.
Διότι, λέγει, «φωνάζει πίσω από εμάς»· όταν όμως όπως ήταν φυσικό,
έπρεπε να φύγει ακόμη πιο μακριά, λόγω της αμηχανίας που την κατέλαβε,
τότε και πλησιάζει ακόμη περισσότερο και προσκυνεί τον Κύριο, λέγοντας:
«Κύριε, βοήθει μοι (:Κύριε, βοήθα με στη δυστυχία μου)». Τι σημαίνει
αυτό, γυναίκα; Μήπως έχεις περισσότερο θάρρος από τους αποστόλους; Μήπως
έχεις μεγαλύτερη δύναμη; «Θάρρος και δύναμη», λέγει, «δεν έχω καθόλου,
απεναντίας είμαι γεμάτη από ντροπή, αλλά όμως αυτήν την αναισχυντία
προβάλλω σαν παράκλησή μου· θα σεβαστεί το θάρρος μου». Και τι σημασία
έχει αυτό; Δεν Τον άκουσες να λέγει ότι «οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ
πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ (:Δεν με απέστειλε ο Πατέρας μου παρά
για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικού γένους)»; «Τον άκουσα», λέγει,
«αλλά Αυτός είναι ο Κύριος». Για τον λόγο αυτόν δεν Του έλεγε
«παρακάλεσε και προσευχήσου» αλλά «βοήθησέ με».
Τι έκανε λοιπόν ο Χριστός; Δεν αρκέστηκε ούτε σε αυτά, αλλά
μεγαλώνει και πάλι την αμηχανία της λέγοντας· «οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν
ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις(:Δεν είναι σωστό να πάρει
κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλάκια)». Και όταν της
έκανε την τιμή να της ομιλήσει, τότε την πλήγωσε ακόμη περισσότερο, παρά
με τη σιωπή Του. Και δε μεταφέρει πλέον σε άλλον την αιτία, ούτε λέγει :
«δεν είναι αυτή η αποστολή μου», αλλά όσο εκείνη μεγάλωνε την παράκλησή
της, τόσο και Εκείνος αύξανε την άρνησή Του. Και δεν τους ονομάζει
πλέον αυτούς «πρόβατα», αλλά «τέκνα», και αυτήν την ονομάζει «σκυλάκι».
Τι κάνει λοιπόν η γυναίκα; Από τις ίδιες λέξεις του Κυρίου
συνθέτει την υπεράσπισή της. «Διότι», λέγει, «αν και είμαι πράγματι
σκυλάκι, δεν είμαι όμως ξένη». Είχε δίκιο ο Χριστός που έλεγε: «εἰς
κρῖμα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μὴ βλέποντες βλέπωσι καὶ
οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται(:Μετά λοιπόν από την πίστη αυτή που
εκδήλωσε ο τυφλός που θεραπεύτηκε, σε αντίθεση με την απιστία των
Ιουδαίων, είπε ο Ιησούς: ‘’Εγώ ήλθα στον κόσμο αυτό για να τον φέρω σε
κρίση και να ξεχωρίσουν οι καλοπροαίρετοι από τους διεστραμμένους. Και
αυτή η κρίση θα έχει το εξής αποτέλεσμα: Εκείνοι που θεωρούνται από τους
νομομαθείς γραμματείς ότι είναι τυφλοί και βυθισμένοι στο σκοτάδι της
άγνοιας και της πλάνης, αυτοί θα δουν το φως της αλήθειας. Και εκείνοι
που παρουσιάζονται ως γνώστες των Γραφών και νομίζουν αλαζονικά ότι
βλέπουν, θα καταντήσουν σε πνευματική τύφλωση’’)» [Ιω.9,39].
Η μεν γυναίκα φιλοσοφεί και αποκαλύπτει όλη την καρτερία και
την πίστη της, παρ’ όλες τις προσβολές που δέχεται. Ενώ εκείνοι αν και
θεραπεύονται και τιμώνται από Αυτόν, Τον πληρώνουν με τα αντίθετα. «Το
ότι η τροφή είναι αναγκαία για τα τέκνα», λέγει η Χαναναία, «το γνωρίζω
και εγώ, πλην όμως αυτό σε τίποτε δεν εμποδίζει εμένα, που είμαι
σκυλάκι. Διότι αν δεν είναι σωστό το σκυλάκι να πάρει, ούτε στα ψίχουλα
θα είναι σωστό να έχει μερίδιο· αν όμως πρέπει να έχει έστω και μικρό
μερίδιο, τότε ούτε εγώ εμποδίζομαι, έστω και αν είμαι σκυλάκι. Αλλά
ακριβώς για τον λόγο αυτόν δικαιούμαι να έχω μερίδιο σε αυτήν, επειδή
είμαι σκυλάκι».
Για τον λόγο αυτόν ανέβαλλε ο Χριστός· διότι γνώριζε ότι θα
μιλούσε έτσι. Για τον λόγο αυτόν αρνιόταν τη δωρεά, για να φανερώσει την
όλη ευσέβειά της. Διότι εάν δεν επρόκειτο να της δώσει, ούτε και μετά
από αυτά θα της έδινε, αλλά και ούτε πάλι θα ήταν δυνατόν να την
αποστομώσει. Αυτός όμως όπως κάνει στην περίπτωση του εκατόνταρχου που
του λέγει: «ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν(:Θα έλθω εγώ στο σπίτι σου και θα
τον θεραπεύσω)» [Ματθ.8,7], για να μάθουμε την ευλάβειά του και να τον
ακούσουμε να λέγει: «Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην
εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου(:Κύριε, δεν
είμαι άξιος να εισέλθεις κάτω από τη στέγη του σπιτιού μου. Αλλά πες
αυτό που θέλεις μόνο μ’ έναν απλό λόγο, και θα γιατρευθεί ο δούλος μου)»
[Ματθ.8,8].
Και αυτό ακριβώς που κάνει και στην αιμορροούσα, που της
λέγει: «ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿
ἐμοῦ(:‘’Κάποιος με άγγιξε. Διότι εγώ κατάλαβα ότι βγήκε από πάνω μου
δύναμη θαυματουργική’’)» [Λουκ.8,46], για να κάνει φανερή σε όλους την
πίστη της και όπως ενήργησε στην περίπτωση της Σαμαρείτιδας, για να
δείξει πως δεν απομακρύνεται ούτε και μετά τον έλεγχο που της έκανε, το
ίδιο κάνει και στην περίπτωση αυτήν. Διότι δεν ήθελε να μείνει κρυμμένη η
τόσο μεγάλη αρετή της γυναίκας.
Ώστε δεν ήσαν λόγια προσβλητικά τα όσα
της έλεγε, αλλά λόγια προκλητικά με σκοπό να αποκαλύψει τον κρυμμένο
θησαυρό.
Εσύ όμως σε παρακαλώ, πρόσεξε μαζί με την πίστη της και την
ταπεινοφροσύνη της. Διότι ο μεν Κύριος ονόμασε «παιδιά» τους Ιουδαίους,
αυτή όμως δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτό, αλλά τους ονομάζει και «κυρίους».
Τόσο πολύ απείχε από το να λυπάται για τα εγκώμια για τους άλλους.
Διότι
λέγει «ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν
πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν(:Ναι, Κύριε˙ δέχομαι ότι
είμαι σκυλάκι. Διότι και τα σπιτίσια σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που
πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους)».
Είδες σύνεση γυναικός, που
ούτε καν τόλμησε να φέρει αντίρρηση, που ούτε καν πληγώθηκε από τους
επαίνους των άλλων, και ούτε αγανάκτησε από την προσβολή;
Είδες υπομονή;
Αυτός έλεγε «δεν είναι καλό», ενώ εκείνη απαντούσε «ναι, Κύριε». Αυτός
ονόμαζε τους Ιουδαίους «παιδιά», ενώ εκείνη «κυρίους». Αυτός την ονόμασε
«σκυλάκι», ενώ εκείνη πρόσθεσε και το έργο του σκυλιού.
Είδες την ταπεινοφροσύνη της;
Άκουσε τώρα και την καυχησιολογία
των Ιουδαίων: «σπέρμα Ἀβραάμ ἐσμεν καὶ οὐδενὶ δεδουλεύκαμεν πώποτε· πῶς
σὺ λέγεις ὅτι ἐλεύθεροι γενήσεσθε;(: Του αποκρίθηκαν οι Ιουδαίοι, οι
οποίοι μέσα στην έξαψη και την παραφορά τους λησμόνησαν τη δουλεία της
Αιγύπτου και της Βαβυλώνας, και το ρωμαϊκό ζυγό: ‘’Εμείς είμαστε
απόγονοι και κληρονόμοι του Αβραάμ, προορισμένοι να κατακτήσουμε
ολόκληρο τον κόσμο, και δεν γίναμε ποτέ έως τώρα δούλοι σε κανέναν. Μόνο
κυβερνήτη και Κύριό μας έχουμε τον Θεό. Πώς εσύ λες ότι «θα
ελευθερωθείτε»’’;)» [Ιω.8,33] και :«ἡμεῖς ἐκ πορνείας οὐ γεγεννήμεθα·
ἕνα πατέρα ἔχομεν, τὸν Θεόν(:Εσείς κάνετε τα έργα του πατέρα σας, τον
οποίο αποφεύγω να κατονομάσω. Μετά λοιπόν από την κατηγορία αυτή του
Κυρίου του είπαν οι Ιουδαίοι: ‘’Εμείς δεν έχουμε γεννηθεί από αθέμιτη
και πορνική επιμειξία με ειδωλολάτρες, ώστε να έχει νοθευθεί η καταγωγή
μας από τον Αβραάμ. Δεν ανήκουμε στην οικογένεια του σατανά, τους
ειδωλολάτρες, αλλά ανήκουμε στο λαό του Θεού που κατάγεται από τον
Αβραάμ. Έναν πατέρα έχουμε, τον Θεό’’)»[Ιω.8,41].
Αλλά αυτή δεν ενεργεί έτσι· αντιθέτως ονομάζει τον εαυτό της
«σκυλάκι» και εκείνους «κυρίους»· και ακριβώς για τον λόγο αυτόν έγινε
τέκνο.
Τι λέγει λοιπόν ο Χριστός προς αυτήν; «ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ
πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις(:Ω γυναίκα, είναι μεγάλη η πίστη σου. Ας
γίνει σε σένα όπως το θέλεις)».
Ακριβώς για τον λόγο αυτόν ανέβαλλε, για
να βροντοφωνάξει αυτόν τον λόγο, για να στεφανώσει τη γυναίκα: «Ας
γίνει όπως ακριβώς θέλεις».
Η σημασία αυτών των λόγων Του είναι η εξής:
«Η μεν πίστη σου μπορεί και μεγαλύτερα από αυτά να επιτύχει, αλλά όμως
τώρα ας γίνει όπως θέλεις». Αυτός ο λόγος ομοιάζει με τη φωνή εκείνη που
έλεγε: «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω στερέωμα ἐν μέσῳ τοῦ ὕδατος καὶ ἔστω
διαχωρίζον ἀνὰ μέσον ὕδατος καὶ ὕδατος. καὶ ἐγένετο οὕτως(: και είπε ο
Θεός: ‘’να γίνει ο ουράνιος θόλος της γης μεταξύ των υδάτων που
καλύπτουν την επιφάνειά της και των νεφών που αιωρούνται στην
ατμόσφαιρα, και να διαχωρίζει μεταξύ των υδάτων της γης και των υδάτων
του ουρανού)» [Γεν.1,6]. «καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας
ἐκείνης(:Και πράγματι απ’ την ώρα ακριβώς εκείνη γιατρεύτηκε η κόρη
της)».
Είδες πόσο πολύ βοήθησε και εκείνη για τη θεραπεία της κόρης
της;
Για τον λόγο αυτόν λοιπόν δεν είπε ο Χριστός «ας γίνει καλά το
κορίτσι σου», αλλά «είναι μεγάλη η πίστη σου, ας γίνει όπως θέλεις», για
να μάθεις ότι δεν ήσαν τα λόγια της τυχαία, ούτε ήσαν λόγια κολακείας,
αλλά ότι ήταν μεγάλη η δύναμη της πίστεως. Τον ακριβή λοιπόν έλεγχο και
την απόδειξή της τα άφησε στην εξέλιξη των πραγμάτων στη συνέχεια. Διότι
αμέσως θεραπεύτηκε η κόρη της.
Εσύ όμως σε παρακαλώ, πρόσεξε πως, ενώ νικήθηκαν οι απόστολοι
και δεν κατόρθωσαν τίποτε, αυτή πέτυχε τόσο μεγάλη ωφέλεια.
Τόσο μεγάλη
δύναμη έχει η επιμονή στην προσευχή.
Καθόσον θέλει για τις δικές μας
υποθέσεις να Τον παρακαλούμε μάλλον εμείς που είμαστε οι άμεσα
ενδιαφερόμενοι, παρά να Τον παρακαλούν άλλοι για εμάς.
Μολονότι βέβαια
οι απόστολοι είχαν περισσότερο θάρρος, όμως αυτή έδειξε περισσότερη
υπομονή. Με το τελικό αποτέλεσμα μάλιστα ο Κύριος δικαιολογήθηκε προς
τους μαθητές Του για την αναβολή και τους απέδειξε ότι δικαιολογημένα
αρνήθηκε όταν αυτοί Του το ζήτησαν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ),εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 11, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΝΒ΄, σελίδες 108-123.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 67, σελ. 11-18 (ή: 2 – 6 του PDF) .
[https:drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLa01IYjNYZEZ3YUk/view]
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ),εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 11, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΝΒ΄, σελίδες 108-123.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 67, σελ. 11-18 (ή: 2 – 6 του PDF) .
[https:drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLa01IYjNYZEZ3YUk/view]
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου