Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2018

Το βασικό σενάριο της οικονομίας και γιατί δεν... βγαίνει στο ταμπλό

Η οικονομία ανακάμπτει, τα δημοσιονομικά πλεονάσματα ξεπερνούν τους στόχους και τα εταιρικά κέρδη να αυξάνονται όμως οι τιμές των μετοχών παραμένουν υπό πίεση. Το ζήτημα των τραπεζών, η έντονη πολιτική οξύτητα και η ατζέντα παροχών

Oι αγορές φαίνεται πως έχουν αρχίσει να αμφιβάλλουν για το βασικό σενάριο των αναλυτών για την ελληνική οικονομία, που τη θέλει να μπαίνει σε ανοδικούς ρυθμούς ανάπτυξης, μέσα σε ένα κλίμα άμβλυνσης των δημοσιονομικών της αβεβαιοτήτων, της άρσης των capital controls και της σταδιακής δανειοδότησης του κράτους από τις διεθνείς αγορές ομολόγων.

Σε μια περίοδο κατά την οποία τα δημοσιονομικά πλεονάσματα ξεπερνούν τους στόχους, το ΔΝΤ προβλέπει ανάπτυξη 2,4% για το 2019 και τα εταιρικά κέρδη συνεχίζουν να αυξάνονται, το παράδοξο είναι πως οι τιμές των μετοχών (όχι μόνο των τραπεζικών) υποχωρούν σημαντικά, οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων διατηρούνται σε απαγορευτικά υψηλά επίπεδα και το ελληνικό χρηματιστήριο απαξιώνεται, πότε μέσα από την αποχώρηση ισχυρών ομίλων και πότε μέσα από τη μειωμένη εκπροσώπησή του σε διεθνείς δείκτες (πρόσφατη περίπτωση η αποχώρηση τριών τραπεζικών τίτλων από τον MSCI).

Και κάπως έτσι, οι Έλληνες επιχειρηματίες, οι επενδυτές στο Χ.Α., οι πολίτες συνολικά, παραμένουν αμήχανοι αναμένοντας μια πιο στιβαρή ένδειξη για την τάση στην ελληνική οικονομία και την αγορά.
Πολλοί περιορίζουν το πρόβλημα ως «ζήτημα τραπεζών», ωστόσο δεν φαίνεται να έχουν έτσι τα πράγματα. Και αυτό γιατί, σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια όταν έπεφταν οι τραπεζικοί τίτλοι και ανέβαιναν οι υπόλοιποι, φέτος βλέπουμε όχι μόνο τις τράπεζες να υποχωρούν κατά 47%, αλλά και τον δείκτη της μεσαίας κεφαλαιοποίησης να καταγράφει απώλειες 19% από την 1η Ιανουαρίου.

Μάλιστα, αν δεν υπήρχε η σθεναρή αντίσταση της Coca Cola HBC (μετοχή με μεγάλη στάθμιση) και αν συνυπολογίζονταν οι απώλειες από τη Folli-Follie, τότε η φετινή πτώση του Γενικού Δείκτη θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη από την καταγραφόμενη (-22,4%).

Οι ξένοι επενδυτές φοβούνται πως η Ελλάδα έχει εισέλθει σε μια φάση «μεταρρυθμιστικής κόπωσης» και επιπλέον ανησυχούν για το κλίμα χαλαρότητας που μπορεί να παρατηρηθεί μέσα στη μακρά προεκλογική περίοδο, η οποία άτυπα έχει ήδη ξεκινήσει από την ΔΕΘ του περασμένου Σεπτεμβρίου.

Η έντονη πολιτική οξύτητα, η ατζέντα παροχών, που συχνά έχει τη στήριξη και της αντιπολίτευσης, αλλά και ο φόβος ότι κατά τους επόμενους μήνες θα χαλαρώσει η κρατική μηχανή, προβληματίζουν επενδυτές και αναλυτές. Και όλα αυτά όταν υπάρχουν, εδώ και πολύ καιρό, σειρά ανοιχτών μετώπων που δεν λένε να κλείσουν: από τη ΔΕΗ ΔΕΗ -2,76% έως την ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ και την εκκίνηση της περιβόητης επένδυσης στο Ελληνικό.
Παράλληλα, οι ξένοι αναλυτές διαπιστώνουν προβλήματα στο μέτωπο της αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ δείχνουν επιφυλακτικοί στα διάφορα σχέδια που καταστρώνονται από τους αρμόδιους για την αντιμετώπιση του συγκεκριμένου προβλήματος.
Είτε πρόκειται για δημιουργία νέων εταιρειών στις οποίες θα εισφερθεί «αναβαλλόμενη φορολογία» είτε για άλλα εναλλακτικά σχέδια, οι αγορές γνωρίζουν καλά πως «κάποιος ή κάποιοι θα πρέπει να βάλουν τα λεφτά» και το μεγάλο ζητούμενο είναι το πώς τελικά θα επιμεριστεί ο λογαριασμός ανάμεσα στους μετόχους των τραπεζών και το ελληνικό Δημόσιο.

Ήδη στην Κύπρο, το Δημόσιο αποφάσισε να στηρίξει με δικούς του πόρους το τραπεζικό σύστημα, παρότι το ΑΕΠ της χώρας έχει ανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών του εξαιτίας της κρίσης. Ωστόσο, όλοι αντιλαμβάνονται πως το ελληνικό Δημόσιο έχει περιορισμένες δυνατότητες, άρα παραμένει πάντα ανοιχτό το ενδεχόμενο για νέες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών μέχρι το 2020 (τουλάχιστον, αυτό δείχνουν πως έχουν προεξοφλήσει οι αγορές).

Το βασικό σενάριο

«Οι επενδυτές δεν θέλουν τίποτε περισσότερο από το να υλοποιηθεί στην πράξη το βασικό σενάριο για την ελληνική οικονομία, με την επιβεβαίωση των προβλέψεων που έχει κάνει η πλειονότητα των αναλυτών». Αυτό υποστηρίζουν εγχώριοι χρηματιστηριακοί παράγοντες, καθώς θεωρούν τις τρέχουσες αποτιμήσεις πολλών δεκάδων μετοχών ελκυστικές και πιστεύουν ότι οι κερδοφορίες αυτών των εταιρειών θα ενισχυθούν περαιτέρω στον βαθμό που δεν παρατηρηθούν νέοι κλυδωνισμοί και περιπέτειες στην ελληνική οικονομία μέσα στο 2019.

Ποιο όμως είναι το βασικό σενάριο;

-Σε πρόσφατη έκθεσή του, το Δημοσιονομικό Συμβούλιο αναφέρθηκε σε αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ που θα κυμανθεί γύρω στο 2,1% φέτος, όταν ο στόχος του +2,5% για το 2019 δείχνει να είναι μάλλον ρεαλιστικός (προβλέψεις αναλυτών μεταξύ του +2% και του +2,5%). Ειδικότερα, η έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου αναφέρθηκε σε «διαφαινόμενη θετική δυναμική για την ιδιωτική κατανάλωση, με συνεχή βελτίωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης κατά τους τελευταίους μήνες».

Προς την ίδια κατεύθυνση βαδίζει και η πρόσφατη έκθεση της HSBC, με τον ξένο οίκο να σημειώνει πως «τα χειρότερα φαίνεται να βρίσκονται οριστικά πίσω μας και τώρα οι ελληνικές καταναλωτικές εταιρείες μάλλον θα πρέπει να εστιάσουν σε μέτρα που θα οδηγήσουν σε υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, παρά σε αμυντικές πολιτικές».
-Από το 2019 θα αρχίσει να εμφανίζεται μια περιορισμένη τόνωση στην εγχώρια ζήτηση τσιμέντου (εκτιμήσεις ομίλου Τιτάν), όταν ταυτόχρονα αυξημένος είναι ο όγκος των εκδιδόμενων οικοδομικών αδειών.
-Εμφανίζονται συνεχώς μεγάλα δημοσιονομικά υπερπλεονάσματα, που δείχνουν ότι θα συνεχιστούν και μέσα στην επόμενη χρονιά.
-Και πέραν αυτών, ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας προέβλεψε ότι κάπου στα μέσα του 2019 θα υπάρξει άρση των capital controls.

Με άλλα λόγια, κοινή αντίληψη των αναλυτών είναι πως η Ελλάδα έχει μπει σε μια μακροχρόνια πορεία αύξησης του ΑΕΠ (π.χ. +2,4% βλέπει το ΔΝΤ για το 2019), με τη διαφορά ότι αρκετοί φοβούνται πως ο ρυθμός ανάπτυξης θα περιοριστεί σε αρκετά χαμηλά επίπεδα.
 Πάντως, η ανοδική προοπτική του ΑΕΠ δεν αμφισβητείται.

Το Χρηματιστήριο

Αν λοιπόν επιβεβαιωθούν στην πράξη όλα τα παραπάνω, τότε υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις να δούμε τις τιμές των περισσότερων ελληνικών μετοχών σε σαφώς υψηλότερα επίπεδα, υποστηρίζουν χρηματιστηριακοί αναλυτές, βασιζόμενοι στο ότι:
Οι δείκτες με τους οποίους διαπραγματεύονται οι ελληνικές μετοχές είναι αρκετά ελκυστικότεροι σε σύγκριση με εκείνων της Ευρώπης.

-Ήδη τα εταιρικά αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου (και του εννεαμήνου για όσους ομίλους τα έχουν ανακοινώσει) εμφανίζουν μια νέα σημαντική άνοδο, η οποία φαίνεται πως θα συνεχιστεί (τουλάχιστον για τους μη κυκλικούς κλάδους) ή και θα ενισχυθεί μέσα στο 2019.

-Ειδικότερα για την πορεία των εταιρικών αποτελεσμάτων του 2019, εκτιμάται θα επιδράσουν θετικά παράγοντες όπως η τόνωση της ζήτησης σε Ελλάδα και εξωτερικό (εξαγωγές και τουρισμός, όπου τα πρώτα μηνύματα είναι θετικά), αλλά και η σταδιακή μείωση των επιτοκίων. Αντίθετα, φόβοι υπάρχουν για αυξήσεις τιμολογίων της ΔΕΗ ΔΕΗ -2,76% σε μια σειρά βιομηχανιών, αλλά και για τις επιπτώσεις από το ήδη αυξημένο ενεργειακό κόστος (βλέπε τιμή πετρελαίου).
 Ωστόσο, οι περισσότεροι προβλέπουν σε ακόμη πιο υψηλή κερδοφορία την επόμενη χρονιά.

-Η υποχώρηση που έχουν υποστεί πολλές μετοχές από την αρχή του έτους (και μάλιστα από τα φετινά υψηλά τους) σε συνδυασμό με τις αυξημένες χρηματικές διανομές των εταιρειών (μερίσματα και επιστροφές κεφαλαίου) έχουν ανεβάσει τον μέσο δείκτη «μερισματικής απόδοσης» των μη τραπεζικών μετοχών πάνω από το επίπεδο του 3,5%.
-Οι ΑΕΕΑΠ διαπραγματεύονται με αξιοσημείωτο discount έναντι των εσωτερικών τους αξιών, παρά τις προβλέψεις των αναλυτών για επικείμενες αυξήσεις στις τιμές των επαγγελματικών ακινήτων.
-Ήδη, πολλές από τις εισηγμένες εταιρείες έχουν καταφέρει να ανεξαρτητοποιηθούν σε μεγάλο βαθμό από τις εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας, διατηρώντας υψηλές κερδοφορίες ακόμη και σε περιόδους χαμηλής εγχώριας ζήτησης.

Στέφανος Kοτζαμάνης

euro2day.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου