απο τον ΠΕΤΡΟ ΣΙΟΥΣΙΟΥΡΑ(είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου και διδάσκει Γεωπολιτική, Θαλάσσιες Μεταφορές και Δίκαιο της Θάλασσας.)
Περίληψη:
Η ΑΟΖ αποτέλεσε διαχρονικό αίτημα των παρακτίων κρατών να διευρύνουν τα όρια ασκήσεως του δικαιώματος αλιείας πέραν των χωρικών υδάτων, καθεστώς που ίσχυε μέχρι την
Πρώτη Συνδιάσκεψη του Δικαίου της Θάλασσας (1957) [1].
Λόγω αυτού του γεγονότος προέκυψε η ανάγκη δημιουργίας μιας sui generis ζώνης [2] εντός της οποίας τα παράκτια κράτη θα είχαν την δυνατότητα εκμετάλλευσης των πόρων της, ενώ τα τρίτα κράτη δεν θα αποκλείονταν από την άσκηση των βασικών δικαιωμάτων που απορρέουν από την αρχή της ελευθερίας των θαλασσών [3].
Σύμφωνα με την Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας (1982, εφεξής Σύμβαση ΔΘ) [4], η ΑΟΖ είναι μια θαλάσσια ζώνη η οποία μπορεί να εκταθεί μέχρι το εύρος των 200 ναυτικών μιλίων, εντός της οποίας το παράκτιο κράτος μπορεί να ασκήσει τα κυριαρχικά δικαιώματα που ασκούσε στην υφαλοκρηπίδα μέχρι τα 200 ν.μ. [5] (έρευνα, εκμετάλλευση), ασκώντας, παράλληλα, σειρά αποκλειστικών δικαιωμάτων όπως είναι αλιεία και η διατήρηση των φυσικών πόρων των υδάτων της ΑΟΖ, η παραγωγή ενέργειας από τα ύδατα, τα ρεύματα και τους ανέμους [6].
Η εφαρμογή της ΑΟΖ παρουσιάζει ενδιαφέρον στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας λόγω του υψηλού γεωπολιτικού/γεωοικονομικού ενδιαφέροντός της, αλλά και στο Αιγαίο Πέλαγος για τους ίδιους λόγους. Επιπρόσθετα το ενδιαφέρον για το Αιγαίο Πέλαγος αυξάνεται λόγω της μη συμμόρφωσης της Τουρκίας στο ισχύον διεθνές δίκαιο και της μη υιοθέτησης από την τελευταία του ισχύοντος διεθνές δικαίου της θάλασσας στο μέτρο που το τελευταίο αποκρυσταλλώνεται στη Σύμβαση ΔΘ.
Αυτό το γεγονός δημιουργεί ένα πλαίσιο αστάθειας και αβεβαιότητας στην περιοχή δεδομένων των πολιτικών διαφορών που επικαλείται η Τουρκία, οι οποίες εξ ορισμού κινούνται εκτός του πλαισίου που οριοθετεί το διεθνές δίκαιο.
ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ, ΑΟΖ ΚΑΙ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η Μαύρη Θάλασσα (βλ. χάρτη 1) είναι ημίκλειστη θάλασσα με μοναδική έξοδο νοτιοδυτικά στα Στενά του Βοσπόρου, την Θάλασσα του Μαρμαρά και τα Στενά των Δαρδανελίων, προς το Αιγαίο Πέλαγος και την Μεσόγειο Θάλασσα που είναι επίσης ημίκλειστες θάλασσες [7].
Η σύνδεση Αιγαίου Πελάγους και Μαύρης Θάλασσας έχει γεωοικονομικό ενδιαφέρον, όχι μόνο λόγω των πετρελαίων της Κασπίας Θάλασσας, της εκμετάλλευσης αυτής καθαυτής της θάλασσας στην βάση των συμφωνιών που έχουν υπογράψει οι χώρες που βρέχονται από την Μαύρη Θάλασσα για τις θαλάσσιες ζώνες και την ΑΟΖ αλλά και των ενεργειακών πόρων που διακινούνται από τις χώρες Καυκάσου προς την κατεύθυνση της στερημένης από ενέργεια Ευρώπης [8].
Αυτές οι ζώνες, πέραν του οικονομικού ενδιαφέροντος που εκ πρώτης όψεως παρουσιάζουν (ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα) στην πραγματικότητα υποκρύπτουν το γεωπολιτικό/στρατηγικό ενδιαφέρον της Ρωσίας σε αυτήν την ζωτική για τα συμφέροντά της περιοχή [9].
Το γεωπολιτικό ενδιαφέρον του ζητήματος κορυφώνεται εφόσον η Μαύρη Θάλασσα αποτελεί στην πραγματικότητα την κρίσιμη διέξοδο της Ρωσίας προς τις θερμές θάλασσες, η οποία ολοκληρώνεται μέσω της Μαύρης Θάλασσας, των Στενών του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων και του Αιγαίου Πελάγους.
Το κρίσιμο στοιχείο στο σημείο αυτό είναι ότι η συγκεκριμένη διέξοδος μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να δώσει στην Ρωσία την δυνατότητα απόκτησης παγκόσμιας κυριαρχίας.
Σε αυτήν ακριβώς την λογική δύναται να κατανοηθεί το ενδιαφέρον της Δύσης, τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία να ευρίσκονται στους κόλπους του ΝΑΤΟ, εφόσον η γεωπολιτική θέση αυτών των κρατών ελέγχει με απόλυτο τρόπο την κάθοδο της Ρωσίας προς τις θερμές θάλασσες.
Κάνοντας μια μικρή αναδρομή στο ιστορικό παρελθόν της Ρωσίας, ήταν πρόδηλη, ήδη από το 968, η στρατηγική της να κατέλθει στις θερμές θάλασσες όταν οι Ρως του Κιέβου, επέτυχαν, σε συνεννόηση με το Βυζάντιο, την κατάληψη της Βουλγαρίας. Ακολούθως, το εγχείρημα των Ρως να μεταφέρουν τη πρωτεύουσα τους στη βουλγαρική πόλη Πρεσλάβ (το οποίο όμως δεν στέφθηκε από επιτυχία) βρισκόταν στην ίδια ακριβώς λογική.
Αλλά και ο «εκχριστιανισμός» του ρωσικού πριγκιπάτου που ακολούθησε ήταν μια επιλογή που είχε έντονα πολιτικό χαρακτήρα και κατευθυνόταν στην ίδια στρατηγική επιδίωξη:
Στην έξοδο των Ρως στις θερμές θάλασσες.
Μάλιστα, κατά την εποχή του Μεγάλου Πέτρου (1672-1725) αυτή η επιδίωξη αποτελούσε τον καίριο στρατηγικό άξονα της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής, επιδίωξη που ευοδώθηκε την περίοδο των πρώτων εξεγέρσεων των υπόδουλων εθνοτήτων εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Τότε, η Ρωσία εκμεταλλευόμενη τις λαϊκές αντιλήψεις περί «ομοδόξων απελευθερωτών από τη Μοσχοβία», δημιουργούσε ένα επαναστατικό κλίμα για τους ορθόδοξους έλληνες κατά των Οθωμανών.
Τα «ορλωφικά» που οργάνωσαν Ρώσοι αξιωματούχοι το 1770 στην Πελοπόννησο, αποτελούν μάλλον την πλέον χαρακτηριστική περίπτωση.
Έκτοτε, η αποσταθεροποίηση και διάσπαση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από μέσα αλλά και η ευθεία αντιπαράθεση μέσω πολεμικών συρράξεων εναντίον της, ήταν το βασικό δόγμα της ρωσικής πολιτικής.
Το εγχείρημα στέφθηκε με επιτυχία αρχικά με την υπογραφή των Συνθηκών του Kιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) και Ιασίου (1792) στην βάση των οποίων η Ρωσία επεξέτεινε την κυριαρχία της από τον Δούναβη έως το Κέρτς και το Ταγκανρόγκ. Τότε απελευθερώθηκε ο πλους των ρώσικων πλοίων στην Μαύρη Θάλασσα, ενώ η Ρωσία αναγορεύτηκε πλέον ως η προστάτιδα δύναμη των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Έκτοτε η Ρωσία, έχοντας σχεδόν αδιάλειπτα από τον Μεσαίωνα και μετά, την πρωτοκαθεδρία στην εν λόγω περιοχή, κατέβαλλε συνεχώς προσπάθειες για έξοδό της προς την Μεσόγειο, μέσω της Μαύρης Θάλασσας. Είχε, δηλαδή, θέσει ως ζήτημα υψηλής στρατηγικής προτεραιότητας τον γεωγραφικό απεγκλωβισμό της.
Η Δύση, από την άλλη πλευρά, είχε προσηλωθεί ακριβώς στην αντίθετη επιδίωξη: Την διατήρηση αυτού του εγκλωβισμού της Ρωσίας και την συνακόλουθη αποκοπή της από τις θερμές θάλασσες.
Πολύ περισσότερο που σύμφωνα με την κρατούσα γεωπολιτική θεωρία η πανίσχυρη χερσαία Ρωσία θα μπορούσε λόγω γεωγραφικής θέσης («Καρδιά της Γης») να αναλάβει θέση παγκόσμιου ηγεμόνα εάν πετύχαινε την κάθοδό της στις θερμές θάλασσες [10].
Η πολιτική των αγωγών που αποτελούν πλέον στρατηγική πολιτική της Ρωσίας κινείται σε αυτήν ακριβώς την λογική: Εφόσον η Ρωσία καταφθάσει μέσω αγωγών στις θερμές θάλασσες για παράδειγμα μέσω της ομόδοξης Ελλάδας, τότε θα παρακάμψει επιτυχώς και αναίμακτα τα Στενά που ελέγχονται από την Τουρκία, πλήττοντας κατ' αυτόν τον τρόπο άμεσα την στρατηγική τους αξία, έμμεσα δε το ΝΑΤΟ στον βαθμό που η Τουρκία είναι μέλος του.
Μια τέτοια προσέγγιση θα άλλαζε την ισορροπία στην περιοχή Ελλάδας - Τουρκίας, αναβαθμίζοντας την Ελλάδα δεδομένης και της παρουσίας σπουδαίων ρωσικών συμφερόντων στην ελληνική επικράτεια.
Πλέον, και μετά από αρκετά χρόνια σιωπής που ακολούθησαν την πτώση του τείχους του Βερολίνου, η πρόσφατη ενδυνάμωση της ρωσικής ισχύος θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι η Ρωσία δεν θα παραμείνει πλέον απλός παρατηρητής αλλά θα αναλάβει έναν κατ' ελάχιστο παρεμβατικό, αν όχι αναθεωρητικό, ρόλο εντός της Ευρασίας.
Σε αυτή τη λογική κινείται και η επέμβαση της Ρωσία στην Γεωργία, πλήττοντας, μεταξύ άλλων, το συγκριτικό πλεονέκτημα που διέθετε η Γεωργία ως κρίσιμος διάδρομος ενέργειας της Κασπίας.
Αλλά και αυτή η de facto προσάρτηση της Κριμαίας, όπως και η στήριξη των αποσχιστικών τάσεων των ρωσοφώνων πληθυσμών των περιοχών της Ανατολικής Ουκρανίας, κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση.
Είναι μάλλον ευνόητο το ότι και μετά τον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου και σε συνδυασμό με την οικονομική κατάρρευση της πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ, που οδήγησε σε μια ιδιαίτερα ανίσχυρη Ρωσία, οι ΗΠΑ παρέμειναν προσηλωμένες στον έλεγχο του περιβόητου «δακτυλίου» του Spykman.
Μάλιστα, χρησιμοποιώντας ως όχημα υλοποίησης αυτής της επιδίωξης είτε την ΕΕ είτε το ΝΑΤΟ, συνέχισαν τον στραγγαλισμό/περικύκλωση του γεωπολιτικού τους αντιπάλου (Ρωσία) εντάσσοντας, για τον ίδιο λόγο, στους δύο προαναφερθέντες οργανισμούς τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης ώστε και μέσω αυτών να συνεχίζουν να αποκόπτουν την ρωσική έξοδο προς την θάλασσα.
Οι ενέργειες των ΗΠΑ έχουν δημιουργήσει τελικά ένα γεωπολιτικό τόξο που αρχίζει από την Βαλτική Θάλασσα και τις Βαλτικές Δημοκρατίες (Λετονία, Εσθονία που οι ΗΠΑ ενθουσιωδώς ενέταξαν στο ΝΑΤΟ) και συνεχίζει προς την κεντρική Ευρώπη με κατεύθυνση Γερμανία και Πολωνία, απλώθηκε πλέον στην Ουκρανία, Μαύρη Θάλασσα, Στενά Βοσπόρου/Δαρδανελίων, Τουρκία, Αιγαίο και καταλήγει στην Μ. Ανατολή και Ασία.
Επομένως, η αστάθεια και η συνεχιζόμενη εμφύλια σύγκρουση στην Ουκρανία εντάσσονται ακριβώς σε αυτή την επιδίωξη: Δηλαδή, την παρεμπόδιση της ρωσικής εξόδου σε θερμές θάλασσες ή ακόμα και την πλήρη περικύκλωση της Ρωσίας από κράτη που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα είναι κάτω από την σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ.
Από την άλλη, ήταν μάλλον αναμενόμενο ότι η αναγεννημένη Ρωσία δεν θα έμενε αδρανής στην απώλεια του ναυστάθμου στην Σεβαστούπολη και αντέδρασε δυναμικά με την προσάρτηση της Κριμαίας.
Εξάλλου, ήταν ενδεικτική η ρωσική αντίδραση του πρόσφατου παρελθόντος όταν και πάλι με αντίστοιχες μεθοδεύσεις υπήρξαν ανάλογες κινήσεις στην Γεωργία:
Με άμεση χρήση στρατιωτικής ισχύος ανέτρεψε τα δεδομένα και σε δεύτερο χρόνο βοήθησε πολυποίκιλα στην ανάδειξη μιας φιλικής προς τα συμφέροντά της πολιτικής ηγεσίας για αυτή την πρώην Σοβιετική Δημοκρατία.
Επομένως, πιθανολογείται ότι ανάλογη θα είναι και η αντίδρασή της στο θέμα της Ουκρανίας. Χρησιμοποιώντας την γεωγραφική της γειτνίαση και με αυτή την χώρα, θα χρησιμοποιήσει το πλεονέκτημα της στρατιωτικής ισχύος ώστε να κάνει ανέφικτο στην ουκρανική κυβέρνηση τον αποτελεσματικό έλεγχο των ανατολικών περιοχών της χώρας, στις οποίες μάλιστα υπάρχει και έντονο ρωσόφωνο/ρωσόφιλο στοιχείο.
Περαιτέρω, θα δημιουργήσει σαφή προσκόμματα στην οικονομία της Ουκρανίας, ώστε σε σύντομο χρόνο να αυξηθεί η δυσαρέσκεια του ουκρανικού λαού ώστε να φέρει και πάλι την Ουκρανία στην αγκαλιά της Ρωσίας.
Ας σημειωθεί ότι σε αυτό το ίδιο γεωπολιτικό πλαίσιο εντάσσεται και η πολιτική αστάθεια και ο συνεχιζόμενος εμφύλιος πόλεμος στην Συρία: Εφόσον στην Ταρτούς της Συρίας φιλοξενείται ναυτική βάση της Ρωσίας σε καθεστώς παρόμοιο με αυτό που ίσχυε στην Κριμαία, στην Σεβαστούπολη (μακρόχρονη μίσθωση), παρουσιάζει ενδιαφέρον η παρατήρηση ότι η Ρωσία για πρώτη έχει στρατηγικά περικυκλώσει το βασικό της ανάχωμα της Ρωσίας στις θερμές θάλασσες (την Τουρκία) έχοντας αυξήσει σημαντικά την στρατιωτική της ισχύ πέριξ αυτής (Κριμαία, ρωσική επικράτεια, ρωσικά στρατεύματα, Γεωργία, συνεργασία με την Αρμενία και ναυτική βάση στην Συρία που περιλαμβάνει και προωθημένη στρατιωτική συνεργασία με στρατιωτικούς συμβούλους και ειδικές δυνάμεις).
Έτσι, η Τουρκία είναι ήδη εγκλωβισμένη από την αναγεννημένη από την τέφρα της Ρωσία, χωρίς η πρώτη να έχει την δυνατότητα δραστικής αντίδρασης κατά της Ρωσίας λόγω ακριβώς του απαγορευτικού σε βάρος της συσχετισμού δυνάμεων.
Αναγκαστικά η αντίδρασή της περιορίζεται μόνον στο μέτωπο της Συρίας που θα διατηρήσει την υποστήριξή της προς το ISIS -κάτι που σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα μπορεί να την φέρει ενάντια στις αμερικανικές θεωρήσεις- με τελικό στόχο την αλλαγή των συνόρων στην περιοχή (και εφόσον επί του παρόντος την ευνοεί και το ισοζύγιο δυνάμεων).
Παράλληλα, η Τουρκία επιχειρεί την αναβάθμιση του ρόλου της στα ενεργειακά δρώμενα της Ανατολικής Μεσογείου, δεδομένων των νέων ενεργειακών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, αλλά και στην περιοχή του θαλασσίου τριγώνου νότιας θαλάσσιας λεκάνης Κρήτης – Καστελόριζου – Κύπρου.
Στο σημείο αυτό, όμως, οι αντιδράσεις της προσκρούουν στον άξονα Τελ Αβίβ-Λευκωσίας-Αθήνας, με τις σχέσεις Τουρκίας και Ισραήλ να είναι εξαιρετικά δύσκολο να βελτιωθούν. Ταυτόχρονα, και το νέο καθεστώς της Αιγύπτου βλέπει την Τουρκία αρνητικά, αφού η χώρα αυτή ήταν από τους βασικούς υποστηρικτές του πρώην προέδρου Μόρσι [11].
Χάρτης 1: Η Μαύρη Θάλασσα και οι περιβάλλουσες χώρες Πηγή: www.worldatlas.com, Ιούλιος 2014.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΟΖ
Με την υιοθέτηση της ΑΟΖ ανέκυψε αυτόματα και το ζήτημα της οριοθέτησής της, δεδομένης και της στενής σύνδεσης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.
Κατά το άρθρο 74(1) της Σύμβασης ΔΘ, η οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ των κρατών με έναντι αλλήλων ή παρακείμενες ακτές πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου, με σκοπό την επίτευξη δίκαιης λύσης.
Αν αυτή η λύση δεν μπορεί να δοθεί, σύμφωνα με την δεύτερη παράγραφο του ιδίου άρθρου προβλέπεται η διευθέτηση της διαφοράς μέσω συνδιαλλαγής.
Λόγω αυτής της ασάφειας και δεδομένης της επικάλυψης των δύο ζωνών, υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, οι διατάξεις που αφορούν στην οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας ισχύουν mutatis mutandis και για την ΑΟΖ, κάτι που επιβεβαιώνεται τόσο από την πρακτική, όσο και από τη νομολογία.
Υποστηρίζεται, εξάλλου, ότι «η οριοθετική γραμμή της ΑΟΖ θα πρέπει να ακολουθεί την οριοθετική γραμμή της υφαλοκρηπίδας, επειδή εντός της ΑΟΖ αναγνωρίζονται στο παράκτιο κράτος κυριαρχικά δικαιώματα στον βυθό όπως αυτά ισχύουν στην υφαλοκρηπίδα. Η νομική φύση των δύο καθεστώτων επιβάλλει την υπεροχή της οριοθετικής γραμμής της υφαλοκρηπίδας» [12].
Λόγω των παραπάνω, για την οριοθέτηση ΑΟΖ μεταβαίνουμε αναγκαστικά στην ευθυδικία (equity) την οποία προβλέπει η Σύμβαση ΔΘ για την οριοθέτηση επικαλυπτομένων υφαλοκρηπίδων [13]. Ενδιαφέρον για την διακρίβωση της νομικής έννοιας της ευθυδικίας παρουσιάζει η Απόφαση του ΔΔ για την Υφαλοκρηπίδα της Βόρειας Θάλασσας, σύμφωνα με την οποία η ευθυδικία είναι νομική έννοια η οποία απορρέει άμεσα από την αρχή της δικαιοσύνης και για τον λόγο αυτό πρέπει να διακρίνεται από μια απόφαση ex aequo et bono γιατί στην πρώτη περίπτωση εφαρμόζεται ένας κανόνας δικαίου που ο ίδιος απαιτεί εφαρμογή των αρχών της ευθυδικίας, ενώ στην δεύτερη περίπτωση ο δικαστής μπορεί να αποφασίσει κατά συνείδηση.
Με άλλα λόγια η ευθυδικία λειτουργεί infra legem, που σημαίνει ότι «απλώς προσθέτει ορισμένες διορθωτικές συνιστώσες ή κατευθυντήριες γραμμές στην κεντρική λογική της μέσης γραμμής που αποτελεί την οριοθετική αφετηρία» [14].
Υπενθυμίζεται εδώ ότι η Σύμβαση της Γενεύης (1958) για την Υφαλοκρηπίδα προσδιορίζει την νομική υφαλοκρηπίδα δίδοντας έμφαση στο γεωλογικό κριτήριο, με την ισοβαθή των 200 μέτρων να αποτελεί σταθερή παράμετρο για τον υπολογισμό της υφαλοκρηπίδας (γεωλογικό κριτήριο και εγγύτητα) ενώ το κριτήριο της εκμεταλλευσιμότητας καθιστούσε αρκετά ασαφή τον προσδιορισμό της νομικής υφαλοκρηπίδας.
Στην ΑΟΖ το κριτήριο της απόστασης από την ξηρά αποδυναμώνει το αντίστοιχο γεωλογικό κριτήριο (φυσική προέκταση) της υφαλοκρηπίδας.
Υπέρ αυτής της άποψης συνηγορεί και το γεγονός ότι το κριτήριο της απόστασης είναι το αποφασιστικό κριτήριο μέχρι τα 200 ν.μ. και για την επιμέτρηση της υφαλοκρηπίδας, ενώ το γεωλογικό κριτήριο «διατηρεί την σημασία του μόνο για το πέραν των 200 ν.μ. υφαλοπλαίσιο.
Η «θεμελιακή αυτή μεταβολή της νομολογίας σημειώθηκε στην απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου του 1985 για την Υπόθεση της Υφαλοκρηπίδας Μάλτας – Λιβύης … ενώ η μεταβολή είχε βέβαια αρχίσει να διαφαίνεται στην απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου του 1982, για την Υφαλοκρηπίδα Λιβύης – Τυνησίας (παρ. 47), όπου αναφερόταν ότι το κριτήριο της απόστασης μετά την Τρίτη Συνδιάσκεψη για το Δίκαιο της Θάλασσας, τροποποίησε το γεωλογικό κριτήριο του τίτλου επί της υφαλοκρηπίδας» [15].
Στην Μαύρη Θάλασσα ήδη από το 1958 η Σοβιετική Ένωση, η Βουλγαρία και η Ρουμανία είχαν υπογράψει συμφωνία αλιείας, με οριοθετικό κανόνα τη μέση γραμμή. Η αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. έγινε αποδεκτή από την Τουρκία, την Βουλγαρία και την Ρουμανία, ενώ στις 17 Απριλίου 1973 η Τουρκία υπέγραψε συμφωνία με την Σοβιετική Ένωση για την οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας ζώνης των 12 ν.μ. στην Μαύρη Θάλασσα [16]. Πλην όμως, η Τουρκία την ίδια στιγμή διαφοροποίησε την πολιτική της στο Αιγαίο Πέλαγος, για το οποίο απαίτησε αιγιαλίτιδα ζώνη 6 ν.μ.
Στην Τρίτη Συνδιάσκεψη για το Δίκαιο της Θάλασσας (1973-1982), η Τουρκία επιχείρησε να εντάξει το Αιγαίο Πέλαγος στο καθεστώς των κλειστών ή ημίκλειστων θαλασσών [17] για τις οποίες πρότεινε μικρό εύρος αιγιαλίτιδας ζώνης [18].
Όταν απέτυχε, κατέθεσε νέα πρόταση κατά την οποία οι νήσοι δεν δικαιούνται δική τους υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ όταν «επικάθηνται» στην υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ παρακτίου κράτους (βλ. Τουρκία), θέση η οποία, κατά τον καθηγητή κ. Οικονομίδη, είναι χωρίς αξία, πέρα από το γεγονός ότι «υπήρξε, πάντοτε, αυθαίρετη και ποτέ μέχρι σήμερα δεν αποδείχθηκε» [19].
Στην συνέχεια η Τουρκία καταψήφισε την Σύμβαση ΔΘ [20].
Έκτοτε, η Τουρκία αντιμετωπίζει την Σύμβαση ΔΘ ως res inter alios acta [21].
Εκείνο, όμως, που έχει σημαντικό ενδιαφέρον είναι το εξής:
Πριν ακόμη ολοκληρωθεί η Τρίτη Συνδιάσκεψη, η Τουρκία άρχισε διαπραγματεύσεις με την Σοβιετική Ένωση για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας στην Μαύρη Θάλασσα, ξεχνώντας τις θέσεις της περί ημίκλειστων θαλασσών, τις οποίες υποστήριζε στην εν λόγω συνδιάσκεψη.
Μάλιστα, τον Ιούνιο του 1978 υπέγραψε Πρωτόκολλο στο οποίο συμφωνείται η «οριοθέτηση με βάση την αρχή της ευθυδικίας (equity)» [22].
Αξίζει ιδιαίτερης προσοχής το γεγονός ότι η Τουρκία επέμεινε να γίνει αναφορά στην αρχή της ευθυδικίας, παρότι η οριοθέτηση στην Μαύρη Θάλασσα έγινε στην πράξη με τον κανόνα της μέσης γραμμής (equidistance).
Ο λόγος είναι προφανής: Προκειμένου, να επικαλεστεί και πάλι την ευθυδικία στο Αιγαίο. Όμως, για την Τουρκία η ευθυδικία στο Αιγαίο θα έχει άλλη έννοια.
Δεν θα είναι η μέση γραμμή ανάμεσα στα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και στην Μικρά Ασία, όπως κατά κάποιο τρόπο ορίζει το διεθνές δίκαιο, αλλά η μέση γραμμή μεταξύ των ελληνικών ακτών (Θεσσαλίας, Στερεάς και Πελοποννήσου) και των τουρκικών ακτών, κάτι που θα σήμαινε τον διαχωρισμό του Αιγαίου στον 25ο μεσημβρινό.
Αντίστοιχη πολιτική ακολούθησε η Τουρκία και στην περίπτωση της ΑΟΖ [23].
Παρ’ όλο που η Τουρκία καταψήφισε την Σύμβαση ΔΘ -η οποία προβλέπει την ΑΟΖ-, εντούτοις, τέσσερα χρόνια μετά υιοθέτησε ΑΟΖ στην Μαύρη Θάλασσα σε διμερή συμφωνία με την πρώην Σοβιετική Ένωση (βλ. χάρτη 2). Η συμφωνία συνομολογήθηκε με την μέθοδο ανταλλαγής επιστολών, στις 23 Δεκεμβρίου 1986 και 6 Φεβρουαρίου 1987, αντίστοιχα [24].
Η οριοθετική γραμμή, ήταν αυτή ακριβώς που είχε συμφωνηθεί με την Σύμβαση του 1978 για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας [25].
Για μια ακόμη φορά, η οριοθέτηση σε θεωρητικό επίπεδο έλαβε χώρα με βάση την ευθυδικία, ενώ στην πράξη η οριοθετική γραμμή κινήθηκε στην λογική της μέσης γραμμής [26].
Χάρτης 2: Τα όρια της Τουρκικής ΑΟΖ στην Μαύρη θάλασσα. Πηγή: www.seaaroundus.org, Δεκέμβριος 2007.
----------------------------------------------------------------------------------------------
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΑΟΖ ΣΤΗΝ ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΠΕΛΑΓΟΣ
Ένα ζήτημα που παρουσιάζει ενδιαφέρον στην Μαύρη Θάλασσα από πλευράς οριοθετήσεων αφορά στη Νήσο Serpent της Ουκρανίας η οποία βρίσκεται 30 έως 40 ν.μ. προς την μεριά του oυκρανικού - ρουμανικού χερσαίου συνόρου, με τρόπο που επηρεάζει σημαντικά στην διαμόρφωση της μέσης γραμμής ανάμεσα στα δύο αυτά κράτη (βλ. χάρτη 3).
Και είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο τον Σεπτέμβριο 2004 η Ρουμανία προσέφυγε κατά της Ουκρανίας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για την οριοθέτηση του θαλασσίου συνόρου.
Το ζήτημα ήταν αρκετά περίπλοκο στο μέτρο που το πολύ μικρό νησί Serpent έκτασης μόλις 0,17 τετραγωνικών χιλιομέτρων, μήκους 662 μέτρων και πλάτους 440 μέτρων, κατοικήθηκε για πρώτη φορά το 2004 από 100 κατοίκους.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει εδώ το γεγονός ότι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης στο οποίο προσέφυγαν οι δύο χώρες, δεν προχώρησε στον νομικό χαρακτηρισμό της μικρής νήσου:
Νήσος ή βράχος. Σημειώνεται ότι στην πρώτη περίπτωση (νήσος) το Serpent δικαιούται, κατά την Σύμβαση ΔΘ, πλήρη δικαιώματα όσον αφορά στις θαλάσσιες ζώνες που προβλέπει η σύμβαση [27], ενώ στη δεύτερη (βράχος) δικαιούται μόνον αιγιαλίτιδα ζώνη.
Από την απόφαση, ωστόσο, του Δικαστηρίου η οποία αναγνώρισε μόνον δικαιώματα χωρικών υδάτων τεκμαίρεται ότι το Serpent αντιμετωπίσθηκε ως βράχος, γεγονός που δικαίωσε κατά πολύ την θέση της Ρουμανίας, η οποία κέρδισε το 79,3% της διεκδικουμένης από αυτήν υφαλοκρηπίδας (βλ. χάρτη 4) [28].
Χάρτης 3: Η διένεξη μεταξύ Ουκρανίας και Ρουμανίας. Πηγή: Maritime Delimitation in the Black Sea (Romania Vs Ukraine), ICJ, Reports of Judgments, 3 Feb 2009, p. 69.
---------------------------------------------------------------------------------------------------
Η απόφαση του Δικαστηρίου προσέλκυσε το ενδιαφέρον των ελληνικών ΜΜΕ λόγω ακριβώς των πολλών ομοιοτήτων που παρουσιάζει η περίπτωση της διαφοράς Ουκρανίας – Ρουμανίας για το Serpent με την αντίστοιχη περίπτωση της διαφοράς Ελλάδας – Τουρκίας για τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους για τα οποία η Τουρκία –όπως και η Ρουμανία για το Serpent– δεν αναγνωρίζει δικαιώματα υφαλοκρηπίδας ή ΑΟΖ.
Ωστόσο, θεωρούμε ότι αυτός ο παραλληλισμός παρουσιάζει σημαντικές δυσχέρειες.
Πρώτον, διότι, το μικρό μέγεθος του Serpent σε συνδυασμό με το γεγονός ότι κατοικείται από πολύ μικρό αριθμό κατοίκων ενώ ήταν ακατοίκητο για πολλά έτη, αποδυναμώνει την απόφαση του Δικαστηρίου στο μέτρο που το Αιγαίο Πέλαγος βρίσκεται υψηλός αριθμός νήσων, κατά πολύ μεγαλύτερου μεγέθους, κατοικούμενων επί το πλείστον από μεγάλο αριθμό κατοίκων [29].
Σημείο που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα ελληνικά συμφέροντα στο Αιγαίο είναι ότι το Δικαστήριο δεν συνέδεσε την απόφασή του με το νομικό χαρακτήρα της Μ. Θάλασσας, ότι δηλαδή αποτελεί κατά τη Σύμβαση ΔΘ ημίκλειστη θάλασσα, κάτι που θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα κατά κάποιο τρόπο δεδικασμένο και για την ελληνοτουρκική διαφορά στο Αιγαίο Πέλαγος το οποίο αποτελεί επίσης ημίκλειστη θάλασσα.
Όμως, το Δικαστήριο δεν παρέκλινε από τη Σύμβαση ΔΘ η οποία αντιμετωπίζει τις ημίκλειστες χωρίς καμία διάκριση όσον αφορά στα θέματα οριοθετήσεων θαλασσίων ζωνών.
Χάρτης 4: Η τελική οριοθέτηση μεταξύ Ουκρανίας και Ρουμανίας. Πηγή: Infognomon, Web forum for issues related to international relations, foreign and defence policy, ICJ Decision for the Maritime Delimitation Ukraine and Romania, διαθέσιμο στο http://infognomonpolitics.blogspot.com/2009/02/blog-post_9036.html, Ιούνιος 2013.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------
Το γεγονός, πάντως, ότι το Δικαστήριο αναγνώρισε χωρικά ύδατα 12 ναυτικών μιλίων στο μικροσκοπικό Serpent σε συνδυασμό με τον μικρό πληθυσμό του, προσφέρει μια κατά κάποιο τρόπο μικρή ικανοποίηση.
Όχι μεγάλη ικανοποίηση γιατί εφόσον υπάρχουν κάτοικοι στο Serpent oι οποίοι μένουν σε αυτό για πολλά χρόνια, τότε σύμφωνα με την Σύμβαση ΔΘ (άρθρο 121) το Serpent αποδεικνύει στην πράξη ότι μπορεί να συντηρήσει ανθρώπινο πληθυσμό, άρα είναι νησί και κατ΄ αποτέλεσμα δικαιούται υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.
Και είναι εξάλλου ακριβώς ο λόγος που το Δικαστήριο δεν προχώρησε στον χαρακτηρισμό του Serpent ως βράχο ή νησί.
Και τούτο διότι, εφόσον το χαρακτήριζε νησί θα έπρεπε να του αναγνωριστούν δικαιώματα οικονομικών ζωνών.
Από την άλλη πλευρά, δεν μπορούσε να το χαρακτηρίσει και βράχο εφόσον πάνω σε αυτό διαμένει επί σειρά ετών ανθρώπινος πληθυσμός. Έτσι, δεν προχώρησε στον χαρακτηρισμό του και αναγνώρισε σε αυτό μόνον δικαιώματα βράχου (δηλαδή χωρικά ύδατα).
Διαφορετική είναι βεβαίως η θέση των ελληνικών νησιών του Αιγαίου Αρχιπελάγους και λόγω ακριβώς της αρχιπελαγικής δομής του, το οποίο μολονότι δεν είναι αρχιπέλαγος με την έννοια της Σύμβασης ΔΘ, η αρχιπελαγική δομή του αποτελεί μια πραγματικότητα η οποία θα πρέπει να ληφθεί υπόψη σε μια οριοθέτηση που θέλει να έχει κάποιο δίκαιο χαρακτήρα υπέρ του παρακτίου κράτους που διαθέτει αυτό το αρχιπέλαγος.
Αυτή η αρχιπελαγική δομή δεν μπορεί να μην ληφθεί υπόψη σε περίπτωση οριοθέτησης, εφόσον η ύπαρξή της διασφαλίζει την πολιτική και οικονομική ενότητα του νησιωτικού με τον ηπειρωτικό χώρο.
Και εφόσον υπάρξει περίπτωση αμφιβολίας, αυτή θα πρέπει να λειτουργήσει υπέρ της ενότητας του αρχιπελάγους και κατά της διάσπασής του. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ως ειδική περίσταση η οποία έχει φυσικό χαρακτήρα [30].
Η Τουρκία επιχείρησε να διακηρύξει ΑΟΖ και στην Μεσόγειο, στην οποία έχει καθιερώσει αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. (βλ. χάρτες 5 και 6). Κατά τον τρόπο αυτό, αδιαφορώντας για τις προβλέψεις του ΔΘ, επιθυμεί να αποκόψει την ΑΟΖ των ελληνικών νήσων του ΝΑ Αιγαίου και την σύνδεση αυτής με την Κυπριακή ΑΟΖ.
Επιπλέον, η Τουρκία προχώρησε σε διατύπωση απειλών σε βάρος της Κύπρου εφόσον η τελευταία προχωρούσε σε διακήρυξη ΑΟΖ.
Όμως, η αγνόηση των απειλών της Άγκυρας από την Κύπρο και η διακήρυξη ΑΟΖ για την οριοθέτηση της οποίας προχώρησε στη σύναψη συμφωνιών οριοθέτησης με την Αίγυπτο, τον Λίβανο και το Ισραήλ - κάτι που η Ελλάδα με τα κράτη της περιφέρειάς της, Αίγυπτο, Λιβύη και Αλβανία πλην Ιταλίας δεν έχει ακόμη κάνει -, απέτρεψε την Τουρκία να προβεί σε αντίστοιχη ενέργεια.
Υπέρ των συμφωνιών συγκατατέθηκε και η ΕΕ η οποία στην Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ επανέλαβε το δικαίωμα όλων των κρατών-μελών για άσκηση των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων σύμφωνα με το κεκτημένο της ΕΕ και το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της Σύμβασης των ΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας.
Σημειώνεται ότι η Κύπρος, την οποία η Τουρκία πεισματικά δεν αναγνωρίζει, είναι διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος, το μόνο νόμιμο κράτος στην Κύπρο, το οποίο εκπροσωπεί όχι μόνο τον κυπριακό λαό, αλλά και τους ίδιους τους Τουρκοκύπριους.
Η Τουρκία, όπως άλλωστε προβλέπεται στην Δήλωση του Συμβουλίου της ΕΕ του Σεπτεμβρίου του 2005, όχι μόνο δεν δικαιούται να αμφισβητεί την ως άνω συμφωνία αλλά αντίθετα έχει την υποχρέωση να προχωρήσει στην αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, κάτι που απαιτεί εξάλλου η ενταξιακή πορείας της.
Η ολοκλήρωση των συμφωνιών και η οριοθέτηση της ΑΟΖ της θαλάσσιας περιοχής της Κύπρου σε ένα ευρύτερο περιφερειακό πλαίσιο είναι αναγκαία για την ενεργοποίηση των συμφωνιών Κύπρου –Αιγύπτου και Κύπρου– Λιβάνου λόγω των επικαλυπτομένων ΑΟΖ στην περιοχή.
Υπέρ αυτών των περιφερειακών συμφωνιών θα λειτουργήσει και η προσχώρηση της Συρίας και του Ισραήλ στη Σύμβαση ΔΘ.
Χάρτης 5: Τα όρια της Τουρκικής ΑΟΖ στο Αιγαίο και την Μαύρη Θάλασσα σύμφωνα με το ΔΘ. Πηγή: www.seaaroundus.org, Απρίλιος 2011.
------------------------------------------------------------------------------------------------------
Χάρτης 6: Η τουρκική άποψη για την ΑΟΖ της Ανατολικής Μεσογείου. Πηγή: www.tudav.org (Turkish Marine Research Foundation), Ιούλιος 2013.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------
Συνοπτικά, οι θέσεις των δύο χωρών σχετικά με το ζήτημα οριοθέτησης της Υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ τους θα μπορούσαν να αποτυπωθούν ως εξής:
Για την Ελλάδα, το Διεθνές Δίκαιο, και ειδικότερα η Σύμβαση της Γενεύης για την Υφαλοκρηπίδα (1958), όπως και η μεταγενέστερη Σύμβαση ΔΘ, προσδίδει στα νησιά το δικαίωμα να ασκήσουν πλήρη δικαιοδοσία στην υφαλοκρηπίδα τους (βλ. σχήμα 7) [31].
Σύμφωνα με την Τουρκία, τα ελληνικά νησιά δεν έχουν δικαίωμα να ασκήσουν πλήρη δικαιοδοσία στην υφαλοκρηπίδα επειδή επικάθηνται στην «τουρκική υφαλοκρηπίδα».
Μάλιστα επιχειρώντας να ενισχύσει την άποψή της περί «φυσικής προέκτασης» (natural prolongation) της ηπειρωτικής τουρκικής υφαλοκρηπίδας μέχρι την μέση του βυθού του Αιγαίου Πελάγους, φθάνει να υποστηρίζει το παντελώς ανυπόστατο νομικά επιχείρημα ότι τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου επικάθηνται επί αυτής ((υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας και βλ. χάρτη 7).
Η εν λόγω τουρκική άποψη βασίζεται στο «γεωλογικό κριτήριο» ορισμού της νομικής υφαλοκρηπίδας της Σύμβασης ΔΘ για τις περιπτώσεις οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας πέραν των 200 ν.μ.
Συνεπώς για τον προσδιορισμό της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου όπου οι αποστάσεις μεταξύ των αντικείμενων ή παρακειμένων ακτών Ελλάδος και Τουρκίας δεν υπερβαίνουν το όριο των 200 ν.μ., το γεωλογικό κριτήριο δεν υφίσταται νομικά.
Αντίθετα, η αρχιπελαγική μορφή του Αιγαίου ενισχύει την ελληνική άποψη για οριοθέτηση με βάση την αρχή της μέσης γραμμής/ίσης απόστασης ανάμεσα στα ελληνικά νησιά του Αιγαίου και την τουρκική ακτή.
Ας τονισθεί ότι αν και το Αιγαίο δεν συνιστά νομικά αρχιπέλαγος σύμφωνα με τον ορισμό της Σύμβασης ΔΘ, εντούτοις το αρχιπελαγικό σχήμα του Αιγαίου είναι μια πραγματικότητα που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη υπέρ του παράκτιου κράτους στο οποίο ανήκει αυτό το «αρχιπέλαγος» κατά την οριοθέτηση, εφόσον αυτή η αρχιπελαγική μορφή διασφαλίζει την πολιτική και οικονομική ενότητα ηπειρωτικής χώρας και νησιωτικού χώρου.
Ενός νησιωτικού χώρου που βρίσκεται σε πολύ κοντινή απόσταση με τις ηπειρωτικές ακτές με υψηλή γεωγραφική πυκνότητα, η οποία δεν επιτρέπει την δημιουργία ενδιάμεσων θαλασσίων κενών με την ηπειρωτική χώρα [32].
Χάρτης 7: Η τουρκική υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου σύμφωνα με την Τουρκική άποψη (διακεκομμένη γραμμή) και σύμφωνα με την ελληνική άποψη (πορτοκαλί χρώμα). Πηγή : Ελληνική Υδρογραφική Υπηρεσία, Ιούλιος 2013.
-------------------------------------------------------------------------------------------------------
AΙΓΙΑΛΙΤΙΔΑ ΖΩΝΗ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙ «ΓΚΡΙΖΩΝ ΖΩΝΩΝ»
Η ελληνική αιγιαλίτιδα ζώνη έχει εύρος 6 ν.μ. από την φυσική ακτογραμμή. Συνδέεται με την αιγιαλίτιδα ζώνη ο Αναγκαστικός Νόμος (Α.Ν.) 230/1936 «Περί καθορισμού Αιγιαλίτιδος Ζώνης της Ελλάδας» [33].
Κατά τις σχετικές διατάξεις του νόμου εξαίρεση αποτελεί το Προεδρικό Διάταγμα του 1931 [34] περί του καθορισμού του εύρους του εναέριου χώρου για τις ανάγκες της Αεροπορίας και Αστυνομίας στα 10 ν.μ. (αρ.2, Ν.5017/31).
Το εν λόγω ΠΔ, δηλαδή, αναφέρεται σε ειδική περίπτωση και συγκεκριμένη λειτουργία (αεροπορία και αστυνομία αυτής) σε μια ζώνη που εκτείνεται μέχρι 10 ν.μ. από τις ακτές (εναέριος χώρος) [35].
Περαιτέρω, η πρόβλεψη περί 6 ν.μ. της ελληνικής Αιγιαλίτιδας Ζώνης επαναλαμβάνεται και ορίζεται πλέον ρητώς στο Άρθρο 139 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου [36].
Ωστόσο, η Σύμβαση ΔΘ δίνει δυνατότητα για επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ν.μ., με την Τουρκία να χαρακτηρίζει μια τέτοια επέκταση ως αφορμή πολέμου ανάμεσα στις δύο χώρες (casus belli) (βλ. χάρτη 8) [37].
Χάρτης 8: Ελληνική Αιγιαλίτιδα Ζώνη 6 νμ, Εναέριος Χώρος 10 νμ και επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης στα 12 νμ. Πηγή: Εθνική Υδρογραφική Υπηρεσία, Ιούλιος 2013.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------
Επιπρόσθετα, η τουρκική διπλωματία από τα μέσα της δεκαετίας του '90, επιχειρεί επανερμηνεία των διεθνών συνθηκών και αναπτύσσει την καινοφανή θεωρία «περί γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο» στην βάση της οποίας αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία σε αριθμό νήσων, νησίδων και βραχονησίδων. Κατά την τουρκική ερμηνεία η ελληνική κυριαρχία εκτείνεται μόνο σε εκείνα τα νησιά του Αιγαίου τα οποία αναφέρονται ρητά (ονομαστικά) στις συνθήκες παραχώρησης των νησιών στην Ελλάδα.
Οι τουρκικοί ισχυρισμοί οδήγησαν σε θερμό επεισόδιο ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία τον Ιανουάριο του 1996, με αντικείμενο την κυριαρχία επί των ελληνικών βραχονησίδων Ίμια ανατολικά της νήσου Καλύμνου.
Το επεισόδιο άρχισε στις 26 Δεκεμβρίου 1995 όταν τουρκικό πλοίο προσάραξε σε νησίδα των Ίμια. Τότε, ο πλοίαρχος αρνήθηκε πεισματικά βοήθεια από τις ελληνικές Αρχές προφασιζόμενος ότι ευρίσκεται μέσα σε τουρκικά χωρικά ύδατα. Τελικά, δέχθηκε την ρυμούλκησή του από ελληνικό ρυμουλκό στην Τουρκία.
Στις 27 Ιανουαρίου 1996, τούρκοι δημοσιογράφοι της Hurriyet κατέβασαν την ελληνική σημαία από τα Ίμια και ύψωσαν την τουρκική. Η Ελλάδα ύψωσε ξανά την ελληνική σημαία και ακολούθως τουρκικά πολεμικά πλοία προσέγγισαν στην περιοχή. Η Τουρκία προχώρησε στην γρήγορη κλιμάκωση του επεισοδίου όταν αποβίβασε στρατιώτες στη δεύτερη από τις νησίδες.
Με την ταυτόχρονη αποχώρηση των δυνάμεων η κρίση αποκλιμακώθηκε.
Η ελληνική κυριαρχία επί των Ιμίων προκύπτει σαφώς από διεθνή συμβατικά κείμενα, δηλαδή την Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, την Συνθήκη των Παρισίων του 1947 και τις ιταλο-τουρκικές συμφωνίες του 1932 καθώς και το συμπληρωματικό αυτής Πρωτοκόλλου της 28ης Δεκεμβρίου 1932, σύμφωνα με τα οποία οριοθετήθηκε η αιγιαλίτιδα ζώνη ανάμεσα στην μικρασιατική ακτή και τα Δωδεκάνησα.
Σημειώνεται ότι τα Ίμια περιήλθαν στην Ιταλία με την Συνθήκη της Λωζάννης, κάτι που απλώς επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι στο σημείο 30 του συμπληρωματικού Πρωτοκόλλου αναφέρονται ως ένα από τα σημεία ιταλικής κυριαρχίας από τα οποία θα υπολογίζεται η μέση γραμμή για τον διαχωρισμό των χωρικών υδάτων μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας.
Πράγματι, με βάση την Συνθήκη της Λωζάννης [38] τα Ίμια και τα Δωδεκάνησα περιήλθαν στην Ιταλία.
Ενώ, κατά τα άρθρα 12 και 16 η Τουρκία παραιτείται όλων των δικαιωμάτων της πάνω σε νησιά που βρίσκονται πέραν των 3 μιλίων από την μικρασιατική ακτή, εκτός από την Ίμβρο, Τένεδο και τις Λαγούσες.
Άρα παραιτήθηκε από κάθε δικαίωμα ακόμη και πάνω στα Ίμια εφόσον αυτά βρίσκονται σε απόσταση 3,7 μιλίων από τις τουρκικές ακτές. Και είναι ακριβώς ο λόγος που ουδέποτε τέθηκε θέμα ανάγκης ονομαστικής αναφοράς σε όλα τα νησιά και τις νησίδες του Αιγαίου [39].
Ακόμη, με βάση την Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων (1947) [40], η κυριαρχία στα Δωδεκάνησα (άρα και στα Ίμια) περιήλθε από την Ιταλία στην Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικός, εξάλλου, ο τουρκικός χάρτης που επιβεβαιώνει ακριβώς τα προαναφερθέντα, προ της κρίσης των Ιμίων του 1996 (χάρτης 9).
Χάρτης 9: Επίσημος τουρκικός χάρτης έκδοσης 1953 του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών,
όπου οι νησίδες Ίμια εμφανίζονται εντός της ελληνικής επικράτειας. Πηγή: Γρ. Τζανέτος, Η Ευρωπαϊκή Διάσταση των Ελληνοτουρκικών Σχέσεων στο Αιγαίο και η Γεωπολιτική Στρατηγική της Δύσης, Σιδέρης, Αθήνα, 2007, Παράρτημα Χαρτών.
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Προβλήματα, όμως, έχει αντιμετωπίσει η Ελλάδα λόγω της Τουρκίας και στην περιοχή του FIR Αθηνών, η οποία προσδιορίζεται από τα δύο σχέδια του ICAO που αφορούν στην ρύθμιση όλων των FIR των ευρωπαϊκών κρατών που είναι μέλη του[41]. Το FIR Αθηνών εκτείνεται από τον εναέριο χώρο του Ιονίου Πελάγους μέχρι την ανατολική γραμμή στο Αιγαίου η οποία συμπίπτει με την γραμμή της αιγιαλίτιδας ζώνης της Τουρκίας.
Ο ορισμός και η οριοθέτηση της Περιοχής Πληροφοριών Πτήσεων ανάγεται στην Σύμβαση του Σικάγου (1944) «περί διεθνούς πολιτικής αεροπορίας» η οποία αποτελεί το παγκόσμια αποδεκτό νομικό κείμενο για την διεθνή εναέρια κυκλοφορία και στον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (International Civil Aviation Organization, ICAO) ο οποίος συστάθηκε το 1947. Ο ICAO οριοθετώντας γεωγραφικά την υδρόγειο προσδιόρισε τις περιοχές FIR προκειμένου να διασφαλίσει τον αποτελεσματικό έλεγχο και την ασφάλεια των πτήσεων της πολιτικής αεροπορίας. Στην περιοχή FIR τα κράτη δεν ασκούν πλήρη και αποτελεσματική κυριαρχία, όπως ακριβώς συμβαίνει στον εθνικό εναέριο χώρο [42].
Από την άλλη, όμως, πλευρά, εντός της περιοχής FIR τα κράτη ασκούν συγκεκριμένες δικαιοδοσίες οι οποίες προσδιορίζονται σαφώς από μια σειρά άρθρων τα οποία αφορούν στην ρύθμιση και τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας, τον καθορισμό αεροδιαδρόμων, των πυλών εισόδου και εξόδου από τον εθνικό εναέριο χώρο και των διαδρόμων που άπτονται θεμάτων ασφαλείας ή άλλων συναφών θεμάτων [43].
Εξαιρετικής σημασίας είναι η απαίτηση για υποβολή σχεδίου πτήσης [44] υπό την έννοια ότι συνιστά αναγκαίο όρο για την υπαγωγή αεροσκάφους αλλοδαπής εθνικότητας στον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας των εθνικών αρχών [45].
Η ίδια σύμβαση προβλέπει για τα κράτη το δικαίωμα έκδοσης νομοθετικών και διοικητικών πράξεων που αφορούν ακριβώς στην υλοποίηση των προαναφερθέντων κυριαρχικών δικαιωμάτων [46]. Αρμόδια για τον έλεγχο, την ασφάλεια και την διευκόλυνση της εναέριας κυκλοφορίας είναι η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ), στην οποία ο ICAO έχει αναθέσει την θέσπιση των σχετικών κανόνων τους οποίους περιλαμβάνει η Αεροναυτική Έκδοση Πληροφοριών (Aeronautical Information Publication, AIP) καθώς επίσης και των Αγγελιών Ασφαλείας (Notice to Airmen, NOTAM).
Τούτο επιβεβαιώνεται και από δύο άλλα συμβατικά κείμενα: Την Σύμβαση των Ανοικτών Θαλασσών που υιοθετήθηκε στις 29 Απριλίου 1958 στην Γενεύη και την Σύμβαση ΔΘ. Σύμφωνα με το άρθρο 2 της πρώτης και το άρθρο 87 παρ.1(β) της δεύτερης σύμβασης, η ελευθερία υπερπτήσης αποτελεί μια από τις ελευθερίες που αναγνωρίζονται για όλα τα κράτη πάνω από την ανοικτή θάλασσα, υπό τον όρο, ωστόσο, ότι τηρούνται οι διεθνείς αεροναυτικοί κανονισμοί για την εφαρμογή των οποίων είναι υπεύθυνα τα παράκτια κράτη όσον αφορά στις περιοχές FIR [47].
Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι η Τουρκία μέχρι το 1974 (χρονιά που εισέβαλε στη Κύπρο) ουδέποτε έθεσε θέμα μη αναγνώρισης του ελληνικού FIR, το οποίο ίσχυσε για 22 συναπτά έτη με αδιατάρακτο καθεστώς.
Όμως, στις 6 Αυγούστου 1974, και μέσα στο πλαίσιο των ευρύτερων επεκτατικών βλέψεών της για την διχοτόμηση του Αιγαίου, εξέδωσε τη NOTAM 714 με την οποία επεξέτεινε μονομερώς τα δυτικά όρια του FIR Κωνσταντινούπολης.
Σύμφωνα με το τελευταίο, εισήλθε εντός του FIR Αθηνών και περιέλαβε ένα μεγάλο αριθμό ελληνικών νήσων στον εναέριο χώρο των οποίων ανέλαβε την ευθύνη του ελέγχου και της ασφάλειας των πτήσεων [48]. Η Ελλάδα άμεσα, στις 13 Σεπτεμβρίου 1974, εξέδωσε τη ΝΟΤΑΜ 1157 η οποία χαρακτήριζε όλο το Αιγαίο Πέλαγος ως επικίνδυνη περιοχή για την ασφάλεια των πτήσεων.
Η Τουρκία ήλθε σε δύσκολη θέση και αναγκάστηκε να ακυρώσει τη ΝΟΤΑΜ 714 [49].
Ακολούθως, η Ελλάδα στις 23 Φεβρουαρίου 1980 προχώρησε στην ακύρωση της ελληνικής ΝΟΤΑΜ 1157.
Και πάλι η Τουρκία επανήλθε με την δημιουργία προβλημάτων στην υποβολή Σχεδίων Πτήσεων για τα στρατιωτικά αεροσκάφη στην λογική ότι οι κανόνες του ICAO αφορούν αποκλειστικά στην πολιτική αεροπορία, ενώ το FIR Αθηνών θα πρέπει να συμπίπτει ακριβώς με τα όρια του εθνικού εναέριου χώρου της Ελλάδας.
Πολιτική η οποία, πέραν του γεγονότος ότι αντιτίθεται στο διεθνές δίκαιο (Σύμβαση του Σικάγου και ΙCAO), εγκυμονεί κινδύνους και δημιουργεί προβλήματα στην διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας εντός του FIR Aθηνών.
Αξίζει επίσης να επισημανθεί ότι στην Τρίτη Συνδιάσκεψη για το Δίκαιο της Θάλασσας η Τουρκία επέδειξε μεγάλη αδιαφορία για το διεθνές δίκαιο και μια αυτοκρατορική προσέγγιση στις επιδιώξεις της.
Στο τέλος καταψήφισε την Σύμβαση ΔΘ.
Πρέπει, όμως, να σημειωθεί εδώ το εξής: Η Σύμβαση ΔΘ δεν είναι οποιοδήποτε συμβατικό κείμενο.
Είναι ένα κείμενο το οποίο έγινε αποδεκτό από το σύνολο της διεθνούς κοινότητας με ελάχιστες πλέον εξαιρέσεις, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου του έχει ήδη καταστεί μέρος του εθιμικού δικαίου. Επομένως η άρνηση της Τουρκίας να αποδεχθεί τις ρυθμίσεις του ισοδυναμεί ουσιαστικά με άρνησή της να αποδεχθεί ισχύον διεθνές δίκαιο.
Από την άλλη, η διαφορετική αντιμετώπιση από πλευράς Τουρκίας του νομικού status quo αναφορικά με τις οριοθετήσεις θαλασσίων ζωνών ανάμεσα σε Αιγαίο και Μαύρη Θάλασσα δεν είναι παράνομη με όρους διεθνούς δικαίου.
Όμως, είναι απόλυτα βέβαιο ότι τέτοιες πολιτικές οι οποίες συνίστανται σε ευκαιριακή ερμηνεία και εφαρμογή διατάξεων μιας σύμβασης παγκοσμίου χαρακτήρα, όπως είναι η Σύμβαση ΔΘ κάθε άλλο παρά μπορούν να συμβάλλουν στην οικοδόμηση ενός ειρηνικού περιβάλλοντος και ενός περιβάλλοντος συνεργασίας και ασφάλειας στην περιοχή [50]. Πολύ περισσότερο που οι περισσότερες ρυθμίσεις της Σύμβασης ΔΘ έχουν θεσπισθεί σε μορφή package deal, δηλαδή σε βάση «δούναι και λαβείν», που σημαίνει ότι ή αποδέχεσαι όλες τις ρυθμίσεις της σύμβασης ως «πακέτο» ή συνολικά τις απορρίπτεις. Αυτό μπορεί να γίνει εύκολα αντιληπτό εάν υποτεθεί ότι ένας αριθμός κρατών που δεν είχε προσχωρήσει στη Σύμβαση ΔΘ έκανε επιλεκτική χρήση των ευνοϊκών διατάξεών της, δηλαδή των σημαντικότερων καρπών αυτής, αγνοώντας τις υποχρεώσεις που ακολουθούν αυτούς τους καρπούς.
Θα επικρατούσε αυτόματα μια χαοτική κατάσταση, όχι σε διμερές, αλλά σε παγκόσμιο, πλέον, επίπεδο. Και τούτο είναι άκρως επικίνδυνο για την διεθνή ασφάλεια που, μαζί με την εθνική αξιοπρέπεια, είναι και τα ζητούμενα.
Παρά ταύτα, η Άγκυρα ανερυθρίαστα απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα εφόσον προχωρήσει σε επέκταση χωρικών υδάτων ή ΑΟΖ στο Αιγαίο Πέλαγος σύμφωνα με την Σύμβαση ΔΘ, παραβλέποντας σκόπιμα το γεγονός ότι το Αιγαίο Πέλαγος είναι ημίκλειστη θάλασσα, αντίστοιχη της Μαύρης Θάλασσας (βλ. χάρτης 10).
Και τούτο παρά το γεγονός ότι η Τουρκία εφαρμόζει κανονικά την Σύμβαση ΔΘ στην Μαύρη Θάλασσα μπροστά στην Σοβιετική Ένωση και πολύ ορθά, εφόσον η Σύμβαση ΔΘ δεν διαφοροποιεί τις ημίκλειστες θάλασσες από τις λοιπές θάλασσες, με εξαίρεση τα θέματα της προστασίας περιβάλλοντος, όπου και ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 123 της Σύμβασης ΔΘ. Το αρνείται, όμως, για το Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου.
Χάρτης 10: Τα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στην Αν. Μεσόγειο σύμφωνα με το ΔΘ Πηγή: Sea Around Us Project, Νοέμβριος 2011.
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Εντούτοις, η από ελληνικής πλευράς επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. στο Ιόνιο Πέλαγος, παράλληλα με την διακήρυξη ΑΟΖ στην ίδια περιοχή, στην οποία η Ιταλία και η Αλβανία έχουν προχωρήσει σε αυτές τις ρυθμίσεις, θα ήταν ένα καλό πρώτο βήμα στην κατεύθυνση της ενεργοποίησης των διατάξεων της Σύμβασης ΔΘ υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Υπό το ίδιο πρίσμα, θα πρέπει σοβαρά να εξετασθεί η απόφαση της Ελλάδας να συναινεί στην ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ, χωρίς συγκεκριμένους όρους. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η άποψη που διατυπώνεται σχετικά από τον Παναγιώτη Κονδύλη: «η ΕΕ, μη μπορώντας να δώσει στην Τουρκία όλα όσα επιθυμεί, θα επιδιώκει να την κατευνάσει με ελληνικό άξονα, πιέζοντας δηλαδή την Ελλάδα να δεχθεί τις τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο και την Κύπρο. Αν αυτό πράγματι συμβεί, όπως φοβούμαι εντονότατα, τότε θα δούμε μια ακόμα από τις τραγικές εκείνες ειρωνείες, τις οποίες τόσο συνηθίζει η Ιστορία. Ενώ, δηλαδή, η Ελλάδα προσανατολίστηκε ψυχή τε και σώματι στην Ευρώπη για να διασφαλισθεί από τον τουρκικό κίνδυνο, ακριβώς ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της θα μεταβληθεί σε όργανο de facto μετατροπής της σε δορυφόρο της Τουρκίας» [51].
Άρα, οι προσδοκίες της Ελλάδας από την ΕΕ, αλλά και το ΝΑΤΟ, δεν θα πρέπει να ξεπερνούν την πραγματικότητα, καλύπτοντας ανασφάλειες που η Ελλάδα θα πρέπει να καλύψει μόνη της αναλαμβάνοντας αυτόνομα την ευθύνη της εξωτερικής της πολιτικής. Η Ελλάδα θα πρέπει να πιστέψει στον εαυτό της και να διεκδικήσει αυτά που δικαιούται, τα οποία κανένας δεν θα της παραχωρήσει με δική του πρωτοβουλία. Η ζωή έχει αποδείξει με σκληρό ή ρεαλιστικό τρόπο ότι τελικά στην ζωή δεν παίρνεις αυτά που δικαιούσαι αλλά αυτά που διεκδικείς. Και για να κερδίσει η Ελλάδα τα δικαιούμενα από το διεθνές δίκαιο πρέπει πρώτα να τα διεκδικήσει. Η Ελλάδα επιβάλλεται να εκμεταλλευτεί όλες τις δυνατότητες που τις παρέχει το διεθνές δίκαιο και να μην απεμπολήσει καμία. Μια τέτοια απώλεια θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή μόνο στο πλαίσιο συνθήκης ειρήνης η οποία επισφράγισε προηγηθείσα πολεμική σύρραξη και μεγάλη ήττα της Ελλάδας από την Τουρκία. Τούτο, όμως, δεν έχει συμβεί. Το μόνο που έχει συμβεί είναι οι απειλές της Άγκυρας. Και δεν μπορεί αυτές οι απειλές να επιφέρουν de facto εδαφικά αποτελέσματα σε βάρος της Ελλάδας, αποτελέσματα ήττας από πολεμική σύρραξη.
Είναι τραγική ειρωνεία το μικροσκοπικό Serpent να απολαμβάνει αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ναυτικών μιλίων και τα νησιά του Αιγαίου, με πολλαπλάσια έκταση, πολλαπλάσιο ελληνικό πληθυσμό που κατοικεί σε αυτά από αρχαιοτάτων χρόνων, να διατηρούν ακόμη την φτωχή και περιορισμένη σε έκταση αιγιαλίτιδα ζώνη 6 ναυτικών μιλίων, όπως εξάλλου και ο ελληνικός ηπειρωτικός κορμός. Η Ουκρανία διεκδίκησε για το Serpent ό,τι περισσότερο δικαιούτο στο πλαίσιο της Σύμβασης ΔΘ: ΑΟΖ και αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. και πέτυχε για το μικροσκοπικό νησί της αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. Η Ελλάδα με σύνδρομα εσωστρέφειας, ανασφάλειας και εδαφικής επιβίωσης, δεν διεκδικεί απολύτως τίποτε. Στο τέλος, τι θα λάβει; Τίποτε.
*Το δοκίμιο αυτό έχει δημοσιευθεί στο τεύχος αριθ. 33 του Foreign Affairs The Hellenic Edition, (Απρίλιος - Μάιος 2015).
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
[1] Βλ. Ε. Gounari, «The Extension and Delimitation of Sea Areas under the Sovereignty», Sovereign Rights and Jurisdiction of Coastal States, 1985, σελ. 87.
[2] Βλ. D.P. O’Connell, The International Law of the Sea, Vol. I, 1982, σελ. 577.
[3] Βλ. Χ. Ροζάκη, Το Δίκαιο της Θάλασσας και η Διαμόρφωση του από τις Διεκδικήσεις των Παράκτιων Κρατών, Παπαζήσης, Αθήνα, 1976, σελ. 152.
Βλ. Β. Καρακωστάνογλου, «Τα Δικαιώματα του Παρακτίου Κράτους στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη: Προκλήσεις και Προοπτικές για το Αιγαίο», από τα Πρακτικά Συμποσίου στην Ρόδο (4 – 6 Νοεμβρίου 1994), με θέμα Το Αιγαίο Πέλαγος και το Νέο Δίκαιο της Θάλασσας, 1996, Σάκκουλας, Αθήνα, σελ. 179.
Κ. Ιωάννου & Α. Στρατή, Εισηγήσεις του Δικαίου της Θάλασσας, τ. Α΄, 1996, σελ. 163 επ.
[4] Βλ. The 1982 Law of the Sea Convention. U.N. Doc. A/Conf./62/122, 7 Οκτωβρίου 1982. U.N. Sales NoE. 83 V.5, 1983. Η Ελλάδα κύρωσε την Σύμβαση και την Συμφωνία (για το Μέρος XI, που αφορά στο Διεθνές Βυθό), με τον Ν. 2321/1995 (ΦΕΚ Α΄, 130/23 Ιουνίου 1995).
[5] Βλ. τα άρθρα 56(3), 57 και Μέρος VI που αναφέρεται στην Υφαλοκρηπίδα (κυρίως τα άρθρα 76(1) και 77) της Σύμβασης ΔΘ.
[6] Βλ. άρθρο 56 (1α) Σύμβασης ΔΘ.
[7] Βλ. T. Scovazzi, «Τhe Black Sea Maritime Boundaries», in J.I. Alexander, International Maritime Boundaries, 1993, Vol. V, σελ. 3489-90.
Βλ. επ. του ιδίου «Selected Cases of Delimitation in the Mediterranean and Black Seas», in Instituto Idrografico della Marina, The Legal Aspects of Maritime Boundaries, 35 (2002).
[8] Βλ. Κ. Αρβανιτόπουλου, Ανάλεκτα Διεθνούς Πολιτικής, Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 2007, σελ. 211- 9, P. Bovet, P. Rekacewicz, A. Sinai & D. Vidal (συντ. - επιμ.): «L’ Atlas Environnement du Monte Diplomatique», Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Απρίλιος 2008, σελ. 19.
[9] Βλ. επ. Ενεργειακή Ασφάλεια: Αγωγός Αερίου South Stream εναντίον Ναμπούκο, στο http://www.setimes.com/cocoon/setimes/xhtml/el/features/setimes/features..., Νοέμβριος 2010.
[10] Βλ. Η. Mackinder, "The Geographical Pivot of History", The Geographical Journal, April 1904. Του ιδίου "The Geographical Pivot of History", in "Democratic Ideals and Reality", Washington, DC: National Defense University Press, 1996, pp. 175–193.
P. Venier "The Geographical Pivot of History and Early 20th Century Geopolitical Culture", Geographical Journal, vol. 170, no 4, December 2004, pp. 330–336.
J. Christopher "Sir Halford Mackinder, Geopolitics, and Policymaking in the 21st Century", Parameters, Summer 2000.
Βλ. N. H. Baynes & H. St. L. B. Moss, Byzantium: An Introduction to East Roman Civilization, Oxford University Press, Oxford
C. A. Mango, Byzantium, Τhe Empire of New Rome, Littlehampton Book Services Ltd, Littlehampton, 1988.
Βλ. επίσης Γ. Πρεβελάκη, Γεωπολιτική της Ελλάδας, Libro, Αθήνα, 1998, σελ. 21-4.
[11] Βλ. εκτενέστερα Π. Σιούσιουρας, Μεγάλες Δυνάμεις, Γεωπολιτική, Παγκόσμια Κυριαρχία, Εκδόσεις Σιδέρης, Αθήνα, 2014.
Π. Σιούσιουρας & Δ. Δαλακλής, Παγκόσμια Γεωγραφία: Ο Κομβικός Ρόλος της Μεσογείου για την Ενέργεια, τις Μεταφορές και το Θαλάσσιο Περιβάλλον, Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 2014.
Π. Σιούσιουρας, Γεωπολιτική και Ζωτικός Χώρος. Η Μικρασιατική Εκστρατεία και ο Ανταγωνισμός των Μεγάλων Δυνάμεων, Εκδόσεις Σιδέρης, Αθήνα, 2013.
[12] Βλ. M. Evans, Relevant Circumstances and Maritime Delimination, Oxford, Clarendon Press, 1989 σε Α. Στρατή, «Η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη», στο συλλογικό έργο Το Δίκαιο της Θάλασσας και η Εφαρμογή του στην Ελλάδα, Σιδέρης, Αθήνα, 2004, σελ. 175.
[13] Βλ. άρθρο 83 Σύμβασης ΔΘ.
[14] Βλ. Χ. Ροζάκη, Οι Ελληνοτουρκικές Σχέσεις 1923-1987, «Το Διεθνές Νομικό Καθεστώς του Αιγαίου και η Ελληνοτουρκική Κρίση. Τα Διμερή και τα Διεθνή Θεσμικά Ζητήματα», Γνώση, Αθήνα, 1988, σελ. 326 επ.
[15] Βλ. ILM Vol. XXIV, No 5, September 1985, Β. Καρακωστάνογλου, «Τα Δικαιώματα του Παρακτίου Κράτους στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη: Προκλήσεις και Προοπτικές για το Αιγαίο»,στο συλλογικό έργο Το Αιγαίο και το Νέο Δίκαιο της Θάλασσας, επιμέλεια Στ. Περράκης, ΕΚΕΜ, Α.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα, 1996, σελ. 189-191.
[16] Βλ. Γρ. Τσάλτα, ό.π.
[17] Για τις κλειστές και ημίκλειστες θάλασσες, βλ. άρθρα 122, 123 Σύμβασης ΔΘ.
[18] Βλ. Χ. Ροζάκη, Οι Ελληνοτουρκικές Σχέσεις 1923-1987, ό.π., σελ. 342-3.
[19] Βλ. Κ. Οικονομίδη, «Η Νέα Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας και η Ελλάδα: Τα Υπέρ και τα Κατά», Ελληνικό Ινστιτούτο Αμυντικής και Εξωτερικής Πολιτικής, 1995-6, σελ. 34.
[20] Βλ. Γρ. Τσάλτα, «Το Καθεστώς της Ηπειρωτικής Υφαλοκρηπίδας σύμφωνα με τη Νέα Σύμβαση (1982) για το Διεθνές δίκαιο της Θάλασσας και τα Ελληνικά Συμφέροντα», Διεθνές Δίκαιο και Διεθνής Πολιτική, τ. 9, Θεσσαλονίκη, 1985, σελ. 201-2.
[21] Βλ. Π. Σιούσιουρας, Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο. Το Δίκαιο Θάλασσας και το Ανθρωπιστικό Δίκαιο, Εκδόσεις Σιδέρης, Αθήνα, 2014
[22] Βλ. United States Department of State (Bureau of Oceans and International Environmental and Scientific Affairs), Limits in the Seas, No 109, International Maritime Boundaries, Vol. II, Edited by J.I. Charney & L.M. Alexander, Martinus Nijhoff Publishers, 1993, σελ. 1693-1700.
[23] Bλ. και T. C. Kariotis, «A Greek Exclusive Economic Zone in the Aegean Sea», Mediterranean Quarterly, Vol (18)3, 2007, σελ. 70.
[24] Η συμφωνία ισχύει για την Γεωργία, την Ρωσία και την Ουκρανία τα οποία είναι τα διάδοχα κράτη της ΕΣΣΔ.
[25] Η συμφωνία ισχύει για την Γεωργία, την Ρωσία και την Ουκρανία τα οποία είναι τα διάδοχα κράτη της ΕΣΣΔ.
[26] Βλ. International Maritime Boundaries, Vol.II, Edited by J.I. Charney & L.M. Alexander, Martinus Nijhoff Publishers, 1993, σελ. 1701-7.
[27] Βλ. άρθρο 121 της Σύμβασης ΔΘ.
[28] Βλ. International Court of Justice, Maritime Delimitation in the Black Sea (Romania v. Ukraine), No. 2009/9, 3 February 2009.
[29] Ας σημειωθεί ότι η νήσος Καστελόριζο ή Μεγίστη, βρίσκεται 1,25 ναυτικά μίλια από τις νοτιοδυτικές τουρκικές ακτές και 72 ν.μ. ανατολικά της Ρόδου, αποτελώντας το ανατολικότερο άκρο της Ελλάδας. Έχει έκταση 8,9 τ. χλμ., μήκος ακτών 19,5 χλμ. και πληθυσμό 430 ατόμων κατά την επίσημη απογραφή του 2001, που συγκροτούν τον Δήμο Μεγίστης. Βλ. http://wikimediafoundation.org (Καστελόριζο) , Νοέμβριος 2010.
[30] Βλ. Κ. Οικονομίδη, Θέματα Διεθνούς Δικαίου και Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής, Σάκκουλας, Αθήνα, 1999, σελ. 53. Βλ. επ. Εισήγηση του Β. Καρακωστάνογλου στην ημερίδα της Εταιρίας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων για τη μνήμη του μακαριστού καθηγητή Κρ. Ιωάννου.
[31] Συνεπώς, κάθε νησί του Αιγαίου δικαιούται υφαλοκρηπίδας της οποίας τα όρια σε σχέση με την Τουρκία πρέπει να καθορισθούν στην βάση της «μέσης γραμμής». Βλ. Άρθρο 6(2) της Συνθήκης της Γενεύης για την Υφαλοκρηπίδα, 29 Απρ 1958.
[32] Βλ. K. Οικονομίδη, Διεθνές Δίκαιο και Θέματα Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής, (1999), σελ. 53
[33] Βλ. ΦΕΚ Α΄ 450/1936.
[34] Βλ. ΦΕΚ Α΄ 325/1931.
[35] Η Τουρκία, ενώ μέχρι το 1975 και για 44 συνεχή έτη αναγνώριζε και σεβόταν την ρύθμιση των 10 νμ, έκτοτε προβάλλει αμφισβητήσεις, προβαίνοντας σε συνεχείς παραβιάσεις του Ελληνικού Εναέριου Χώρου. Μάλιστα, σχηματισμοί τουρκικών μαχητικών, όχι μόνο παραβιάζουν το αμφισβητούμενο πλέον από την Τουρκία τμήμα του ελληνικού εναερίου χώρου μεταξύ 10 και 6 νμ, αλλά διεισδύουν σε μεγάλο βάθος και πέραν των 6 νμ, εντός δηλαδή του τμήματος του ελληνικού εναερίου χώρου που η Τουρκία αναγνωρίζει.
[36] Βλ. Ν.Δ. 187/1973 (ΦΕΚ Α΄ 261/1973).
[37] Είναι, δε, χαρακτηριστικό το ψήφισμα που εξέδωσε η Τουρκική Εθνοσυνέλευση στις 8 Ιουνίου 1995, λίγες μέρες μετά την επικύρωση της Σύμβασης ΔΘ από το Ελληνικό Κοινοβούλιο (31-5-95) με το οποίο εκχωρεί στην τουρκική κυβέρνηση όλες τις αρμοδιότητες συμπεριλαμβανομένων και των στρατιωτικών, για την διατήρηση και υπεράσπιση των ζωτικών συμφερόντων της Τουρκίας. Βλ. ακόμη άρθρο 2, Ν.2321/1995 (ΦΕΚ Α΄ 136/1995).
[38] Βλ. άρθρο 15 της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923.
[39] Επιπλέον, η ελληνική κυριαρχία επί των Ιμίων επιβεβαιώνεται με την Ιταλο-τουρκική Συμφωνία του Ιανουαρίου 1932
[40] Βλ. άρθρο 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων, 1947.
[41] Βλ. το Σχέδιο των Παρισίων του 1952 και το Σχέδιο της Γενεύης του 1958.
[42] Βλ. άρθρο 1 της Σύμβασης του Σικάγου.
[43] Βλ. άρθρα 9, 10, 11 της Σύμβασης του Σικάγου.
[44] Βλ. άρθρο 3 Παραρτήματος 2 της Σύμβασης.
[45] Βλ Παραρτήματα 2 και 11 της Σύμβασης.
[46] Βλ. Α. Γιόκαρη, «Ο Ελληνικός εναέριος χώρος και το FIR Αθηνών. Οι επιπτώσεις από τη Νέα Σύμβαση των Η.Ε. (1982) για το δίκαιο της θάλασσας», από τα Πρακτικά Συμποσίου στην Ρόδο (4-6 Νοεμβρίου 1994) με θέμα Το Αιγαίο Πέλαγος και το Νέο Δίκαιο της Θάλασσας, 1996, σελ. 67 και Βλ. επ. του ιδίου Οι δικαιοδοσίες του παρακτίου κράτους στον εναέριο χώρο, εθνικό και διεθνή (το διεθνές νομικό καθεστώς των περιοχών FIR), Αθήνα, 1991.
[47] Βλ. Α. Γιόκαρη, ό.π.
[48] Την Σαμοθράκη, την Λήμνο, τη Μυτιλήνη, τον Άγιο Ευστράτιο, τα Ψαρά, τα Αντίψαρα, την Χίο, την Ικαρία και όλη την περιοχή των Δωδεκανήσων.
[49] Την περίοδο 1974 – 1980 τα αεροπλάνα κατευθύνονταν στην Τουρκία είτε μέσω Βουλγαρίας είτε νότιας Μεσογείου, γεγονός που μείωσε δραματικά τον αριθμό πτήσεων προς την Τουρκία επιφέροντας σοβαρά πλήγματα στην οικονομία της.
[50] Βλ. άρθρο 15, Σύμβασης ΔΘ. Βλ. International Maritime Boundaries, Vol. II, Edited by J.I. Charney & L.M. Alexander, Martinus Nijhoff Publishers, 1993, σελ. 1681-1691.
[51] Βλ. Π. Κονδύλη, Θεωρία του Πολέμου, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1998, σσ. 408-9.
ForeignAffairs.gr
Περίληψη:
Οι
προσδοκίες της Ελλάδας από την ΕΕ, αλλά και το ΝΑΤΟ, δεν θα πρέπει να
ξεπερνούν την πραγματικότητα, καλύπτοντας ανασφάλειες που η Ελλάδα θα
πρέπει να καλύψει μόνη της αναλαμβάνοντας αυτόνομα την ευθύνη της
εξωτερικής της πολιτικής. Η Ελλάδα θα πρέπει να πιστέψει στον εαυτό της
και να διεκδικήσει αυτά που δικαιούται, τα οποία κανένας δεν θα της
παραχωρήσει με δική του πρωτοβουλία.
Η ΑΟΖ αποτέλεσε διαχρονικό αίτημα των παρακτίων κρατών να διευρύνουν τα όρια ασκήσεως του δικαιώματος αλιείας πέραν των χωρικών υδάτων, καθεστώς που ίσχυε μέχρι την
Πρώτη Συνδιάσκεψη του Δικαίου της Θάλασσας (1957) [1].
Λόγω αυτού του γεγονότος προέκυψε η ανάγκη δημιουργίας μιας sui generis ζώνης [2] εντός της οποίας τα παράκτια κράτη θα είχαν την δυνατότητα εκμετάλλευσης των πόρων της, ενώ τα τρίτα κράτη δεν θα αποκλείονταν από την άσκηση των βασικών δικαιωμάτων που απορρέουν από την αρχή της ελευθερίας των θαλασσών [3].
Σύμφωνα με την Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας (1982, εφεξής Σύμβαση ΔΘ) [4], η ΑΟΖ είναι μια θαλάσσια ζώνη η οποία μπορεί να εκταθεί μέχρι το εύρος των 200 ναυτικών μιλίων, εντός της οποίας το παράκτιο κράτος μπορεί να ασκήσει τα κυριαρχικά δικαιώματα που ασκούσε στην υφαλοκρηπίδα μέχρι τα 200 ν.μ. [5] (έρευνα, εκμετάλλευση), ασκώντας, παράλληλα, σειρά αποκλειστικών δικαιωμάτων όπως είναι αλιεία και η διατήρηση των φυσικών πόρων των υδάτων της ΑΟΖ, η παραγωγή ενέργειας από τα ύδατα, τα ρεύματα και τους ανέμους [6].
Η εφαρμογή της ΑΟΖ παρουσιάζει ενδιαφέρον στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας λόγω του υψηλού γεωπολιτικού/γεωοικονομικού ενδιαφέροντός της, αλλά και στο Αιγαίο Πέλαγος για τους ίδιους λόγους. Επιπρόσθετα το ενδιαφέρον για το Αιγαίο Πέλαγος αυξάνεται λόγω της μη συμμόρφωσης της Τουρκίας στο ισχύον διεθνές δίκαιο και της μη υιοθέτησης από την τελευταία του ισχύοντος διεθνές δικαίου της θάλασσας στο μέτρο που το τελευταίο αποκρυσταλλώνεται στη Σύμβαση ΔΘ.
Αυτό το γεγονός δημιουργεί ένα πλαίσιο αστάθειας και αβεβαιότητας στην περιοχή δεδομένων των πολιτικών διαφορών που επικαλείται η Τουρκία, οι οποίες εξ ορισμού κινούνται εκτός του πλαισίου που οριοθετεί το διεθνές δίκαιο.
ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ, ΑΟΖ ΚΑΙ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η Μαύρη Θάλασσα (βλ. χάρτη 1) είναι ημίκλειστη θάλασσα με μοναδική έξοδο νοτιοδυτικά στα Στενά του Βοσπόρου, την Θάλασσα του Μαρμαρά και τα Στενά των Δαρδανελίων, προς το Αιγαίο Πέλαγος και την Μεσόγειο Θάλασσα που είναι επίσης ημίκλειστες θάλασσες [7].
Η σύνδεση Αιγαίου Πελάγους και Μαύρης Θάλασσας έχει γεωοικονομικό ενδιαφέρον, όχι μόνο λόγω των πετρελαίων της Κασπίας Θάλασσας, της εκμετάλλευσης αυτής καθαυτής της θάλασσας στην βάση των συμφωνιών που έχουν υπογράψει οι χώρες που βρέχονται από την Μαύρη Θάλασσα για τις θαλάσσιες ζώνες και την ΑΟΖ αλλά και των ενεργειακών πόρων που διακινούνται από τις χώρες Καυκάσου προς την κατεύθυνση της στερημένης από ενέργεια Ευρώπης [8].
Αυτές οι ζώνες, πέραν του οικονομικού ενδιαφέροντος που εκ πρώτης όψεως παρουσιάζουν (ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα) στην πραγματικότητα υποκρύπτουν το γεωπολιτικό/στρατηγικό ενδιαφέρον της Ρωσίας σε αυτήν την ζωτική για τα συμφέροντά της περιοχή [9].
Το γεωπολιτικό ενδιαφέρον του ζητήματος κορυφώνεται εφόσον η Μαύρη Θάλασσα αποτελεί στην πραγματικότητα την κρίσιμη διέξοδο της Ρωσίας προς τις θερμές θάλασσες, η οποία ολοκληρώνεται μέσω της Μαύρης Θάλασσας, των Στενών του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων και του Αιγαίου Πελάγους.
Το κρίσιμο στοιχείο στο σημείο αυτό είναι ότι η συγκεκριμένη διέξοδος μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να δώσει στην Ρωσία την δυνατότητα απόκτησης παγκόσμιας κυριαρχίας.
Σε αυτήν ακριβώς την λογική δύναται να κατανοηθεί το ενδιαφέρον της Δύσης, τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία να ευρίσκονται στους κόλπους του ΝΑΤΟ, εφόσον η γεωπολιτική θέση αυτών των κρατών ελέγχει με απόλυτο τρόπο την κάθοδο της Ρωσίας προς τις θερμές θάλασσες.
Κάνοντας μια μικρή αναδρομή στο ιστορικό παρελθόν της Ρωσίας, ήταν πρόδηλη, ήδη από το 968, η στρατηγική της να κατέλθει στις θερμές θάλασσες όταν οι Ρως του Κιέβου, επέτυχαν, σε συνεννόηση με το Βυζάντιο, την κατάληψη της Βουλγαρίας. Ακολούθως, το εγχείρημα των Ρως να μεταφέρουν τη πρωτεύουσα τους στη βουλγαρική πόλη Πρεσλάβ (το οποίο όμως δεν στέφθηκε από επιτυχία) βρισκόταν στην ίδια ακριβώς λογική.
Αλλά και ο «εκχριστιανισμός» του ρωσικού πριγκιπάτου που ακολούθησε ήταν μια επιλογή που είχε έντονα πολιτικό χαρακτήρα και κατευθυνόταν στην ίδια στρατηγική επιδίωξη:
Στην έξοδο των Ρως στις θερμές θάλασσες.
Μάλιστα, κατά την εποχή του Μεγάλου Πέτρου (1672-1725) αυτή η επιδίωξη αποτελούσε τον καίριο στρατηγικό άξονα της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής, επιδίωξη που ευοδώθηκε την περίοδο των πρώτων εξεγέρσεων των υπόδουλων εθνοτήτων εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Τότε, η Ρωσία εκμεταλλευόμενη τις λαϊκές αντιλήψεις περί «ομοδόξων απελευθερωτών από τη Μοσχοβία», δημιουργούσε ένα επαναστατικό κλίμα για τους ορθόδοξους έλληνες κατά των Οθωμανών.
Τα «ορλωφικά» που οργάνωσαν Ρώσοι αξιωματούχοι το 1770 στην Πελοπόννησο, αποτελούν μάλλον την πλέον χαρακτηριστική περίπτωση.
Έκτοτε, η αποσταθεροποίηση και διάσπαση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από μέσα αλλά και η ευθεία αντιπαράθεση μέσω πολεμικών συρράξεων εναντίον της, ήταν το βασικό δόγμα της ρωσικής πολιτικής.
Το εγχείρημα στέφθηκε με επιτυχία αρχικά με την υπογραφή των Συνθηκών του Kιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) και Ιασίου (1792) στην βάση των οποίων η Ρωσία επεξέτεινε την κυριαρχία της από τον Δούναβη έως το Κέρτς και το Ταγκανρόγκ. Τότε απελευθερώθηκε ο πλους των ρώσικων πλοίων στην Μαύρη Θάλασσα, ενώ η Ρωσία αναγορεύτηκε πλέον ως η προστάτιδα δύναμη των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Έκτοτε η Ρωσία, έχοντας σχεδόν αδιάλειπτα από τον Μεσαίωνα και μετά, την πρωτοκαθεδρία στην εν λόγω περιοχή, κατέβαλλε συνεχώς προσπάθειες για έξοδό της προς την Μεσόγειο, μέσω της Μαύρης Θάλασσας. Είχε, δηλαδή, θέσει ως ζήτημα υψηλής στρατηγικής προτεραιότητας τον γεωγραφικό απεγκλωβισμό της.
Η Δύση, από την άλλη πλευρά, είχε προσηλωθεί ακριβώς στην αντίθετη επιδίωξη: Την διατήρηση αυτού του εγκλωβισμού της Ρωσίας και την συνακόλουθη αποκοπή της από τις θερμές θάλασσες.
Πολύ περισσότερο που σύμφωνα με την κρατούσα γεωπολιτική θεωρία η πανίσχυρη χερσαία Ρωσία θα μπορούσε λόγω γεωγραφικής θέσης («Καρδιά της Γης») να αναλάβει θέση παγκόσμιου ηγεμόνα εάν πετύχαινε την κάθοδό της στις θερμές θάλασσες [10].
Η πολιτική των αγωγών που αποτελούν πλέον στρατηγική πολιτική της Ρωσίας κινείται σε αυτήν ακριβώς την λογική: Εφόσον η Ρωσία καταφθάσει μέσω αγωγών στις θερμές θάλασσες για παράδειγμα μέσω της ομόδοξης Ελλάδας, τότε θα παρακάμψει επιτυχώς και αναίμακτα τα Στενά που ελέγχονται από την Τουρκία, πλήττοντας κατ' αυτόν τον τρόπο άμεσα την στρατηγική τους αξία, έμμεσα δε το ΝΑΤΟ στον βαθμό που η Τουρκία είναι μέλος του.
Μια τέτοια προσέγγιση θα άλλαζε την ισορροπία στην περιοχή Ελλάδας - Τουρκίας, αναβαθμίζοντας την Ελλάδα δεδομένης και της παρουσίας σπουδαίων ρωσικών συμφερόντων στην ελληνική επικράτεια.
Πλέον, και μετά από αρκετά χρόνια σιωπής που ακολούθησαν την πτώση του τείχους του Βερολίνου, η πρόσφατη ενδυνάμωση της ρωσικής ισχύος θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι η Ρωσία δεν θα παραμείνει πλέον απλός παρατηρητής αλλά θα αναλάβει έναν κατ' ελάχιστο παρεμβατικό, αν όχι αναθεωρητικό, ρόλο εντός της Ευρασίας.
Σε αυτή τη λογική κινείται και η επέμβαση της Ρωσία στην Γεωργία, πλήττοντας, μεταξύ άλλων, το συγκριτικό πλεονέκτημα που διέθετε η Γεωργία ως κρίσιμος διάδρομος ενέργειας της Κασπίας.
Αλλά και αυτή η de facto προσάρτηση της Κριμαίας, όπως και η στήριξη των αποσχιστικών τάσεων των ρωσοφώνων πληθυσμών των περιοχών της Ανατολικής Ουκρανίας, κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση.
Είναι μάλλον ευνόητο το ότι και μετά τον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου και σε συνδυασμό με την οικονομική κατάρρευση της πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ, που οδήγησε σε μια ιδιαίτερα ανίσχυρη Ρωσία, οι ΗΠΑ παρέμειναν προσηλωμένες στον έλεγχο του περιβόητου «δακτυλίου» του Spykman.
Μάλιστα, χρησιμοποιώντας ως όχημα υλοποίησης αυτής της επιδίωξης είτε την ΕΕ είτε το ΝΑΤΟ, συνέχισαν τον στραγγαλισμό/περικύκλωση του γεωπολιτικού τους αντιπάλου (Ρωσία) εντάσσοντας, για τον ίδιο λόγο, στους δύο προαναφερθέντες οργανισμούς τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης ώστε και μέσω αυτών να συνεχίζουν να αποκόπτουν την ρωσική έξοδο προς την θάλασσα.
Οι ενέργειες των ΗΠΑ έχουν δημιουργήσει τελικά ένα γεωπολιτικό τόξο που αρχίζει από την Βαλτική Θάλασσα και τις Βαλτικές Δημοκρατίες (Λετονία, Εσθονία που οι ΗΠΑ ενθουσιωδώς ενέταξαν στο ΝΑΤΟ) και συνεχίζει προς την κεντρική Ευρώπη με κατεύθυνση Γερμανία και Πολωνία, απλώθηκε πλέον στην Ουκρανία, Μαύρη Θάλασσα, Στενά Βοσπόρου/Δαρδανελίων, Τουρκία, Αιγαίο και καταλήγει στην Μ. Ανατολή και Ασία.
Επομένως, η αστάθεια και η συνεχιζόμενη εμφύλια σύγκρουση στην Ουκρανία εντάσσονται ακριβώς σε αυτή την επιδίωξη: Δηλαδή, την παρεμπόδιση της ρωσικής εξόδου σε θερμές θάλασσες ή ακόμα και την πλήρη περικύκλωση της Ρωσίας από κράτη που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα είναι κάτω από την σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ.
Από την άλλη, ήταν μάλλον αναμενόμενο ότι η αναγεννημένη Ρωσία δεν θα έμενε αδρανής στην απώλεια του ναυστάθμου στην Σεβαστούπολη και αντέδρασε δυναμικά με την προσάρτηση της Κριμαίας.
Εξάλλου, ήταν ενδεικτική η ρωσική αντίδραση του πρόσφατου παρελθόντος όταν και πάλι με αντίστοιχες μεθοδεύσεις υπήρξαν ανάλογες κινήσεις στην Γεωργία:
Με άμεση χρήση στρατιωτικής ισχύος ανέτρεψε τα δεδομένα και σε δεύτερο χρόνο βοήθησε πολυποίκιλα στην ανάδειξη μιας φιλικής προς τα συμφέροντά της πολιτικής ηγεσίας για αυτή την πρώην Σοβιετική Δημοκρατία.
Επομένως, πιθανολογείται ότι ανάλογη θα είναι και η αντίδρασή της στο θέμα της Ουκρανίας. Χρησιμοποιώντας την γεωγραφική της γειτνίαση και με αυτή την χώρα, θα χρησιμοποιήσει το πλεονέκτημα της στρατιωτικής ισχύος ώστε να κάνει ανέφικτο στην ουκρανική κυβέρνηση τον αποτελεσματικό έλεγχο των ανατολικών περιοχών της χώρας, στις οποίες μάλιστα υπάρχει και έντονο ρωσόφωνο/ρωσόφιλο στοιχείο.
Περαιτέρω, θα δημιουργήσει σαφή προσκόμματα στην οικονομία της Ουκρανίας, ώστε σε σύντομο χρόνο να αυξηθεί η δυσαρέσκεια του ουκρανικού λαού ώστε να φέρει και πάλι την Ουκρανία στην αγκαλιά της Ρωσίας.
Ας σημειωθεί ότι σε αυτό το ίδιο γεωπολιτικό πλαίσιο εντάσσεται και η πολιτική αστάθεια και ο συνεχιζόμενος εμφύλιος πόλεμος στην Συρία: Εφόσον στην Ταρτούς της Συρίας φιλοξενείται ναυτική βάση της Ρωσίας σε καθεστώς παρόμοιο με αυτό που ίσχυε στην Κριμαία, στην Σεβαστούπολη (μακρόχρονη μίσθωση), παρουσιάζει ενδιαφέρον η παρατήρηση ότι η Ρωσία για πρώτη έχει στρατηγικά περικυκλώσει το βασικό της ανάχωμα της Ρωσίας στις θερμές θάλασσες (την Τουρκία) έχοντας αυξήσει σημαντικά την στρατιωτική της ισχύ πέριξ αυτής (Κριμαία, ρωσική επικράτεια, ρωσικά στρατεύματα, Γεωργία, συνεργασία με την Αρμενία και ναυτική βάση στην Συρία που περιλαμβάνει και προωθημένη στρατιωτική συνεργασία με στρατιωτικούς συμβούλους και ειδικές δυνάμεις).
Έτσι, η Τουρκία είναι ήδη εγκλωβισμένη από την αναγεννημένη από την τέφρα της Ρωσία, χωρίς η πρώτη να έχει την δυνατότητα δραστικής αντίδρασης κατά της Ρωσίας λόγω ακριβώς του απαγορευτικού σε βάρος της συσχετισμού δυνάμεων.
Αναγκαστικά η αντίδρασή της περιορίζεται μόνον στο μέτωπο της Συρίας που θα διατηρήσει την υποστήριξή της προς το ISIS -κάτι που σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα μπορεί να την φέρει ενάντια στις αμερικανικές θεωρήσεις- με τελικό στόχο την αλλαγή των συνόρων στην περιοχή (και εφόσον επί του παρόντος την ευνοεί και το ισοζύγιο δυνάμεων).
Παράλληλα, η Τουρκία επιχειρεί την αναβάθμιση του ρόλου της στα ενεργειακά δρώμενα της Ανατολικής Μεσογείου, δεδομένων των νέων ενεργειακών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, αλλά και στην περιοχή του θαλασσίου τριγώνου νότιας θαλάσσιας λεκάνης Κρήτης – Καστελόριζου – Κύπρου.
Στο σημείο αυτό, όμως, οι αντιδράσεις της προσκρούουν στον άξονα Τελ Αβίβ-Λευκωσίας-Αθήνας, με τις σχέσεις Τουρκίας και Ισραήλ να είναι εξαιρετικά δύσκολο να βελτιωθούν. Ταυτόχρονα, και το νέο καθεστώς της Αιγύπτου βλέπει την Τουρκία αρνητικά, αφού η χώρα αυτή ήταν από τους βασικούς υποστηρικτές του πρώην προέδρου Μόρσι [11].
Χάρτης 1: Η Μαύρη Θάλασσα και οι περιβάλλουσες χώρες Πηγή: www.worldatlas.com, Ιούλιος 2014.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΟΖ
Με την υιοθέτηση της ΑΟΖ ανέκυψε αυτόματα και το ζήτημα της οριοθέτησής της, δεδομένης και της στενής σύνδεσης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.
Κατά το άρθρο 74(1) της Σύμβασης ΔΘ, η οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ των κρατών με έναντι αλλήλων ή παρακείμενες ακτές πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου, με σκοπό την επίτευξη δίκαιης λύσης.
Αν αυτή η λύση δεν μπορεί να δοθεί, σύμφωνα με την δεύτερη παράγραφο του ιδίου άρθρου προβλέπεται η διευθέτηση της διαφοράς μέσω συνδιαλλαγής.
Λόγω αυτής της ασάφειας και δεδομένης της επικάλυψης των δύο ζωνών, υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, οι διατάξεις που αφορούν στην οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας ισχύουν mutatis mutandis και για την ΑΟΖ, κάτι που επιβεβαιώνεται τόσο από την πρακτική, όσο και από τη νομολογία.
Υποστηρίζεται, εξάλλου, ότι «η οριοθετική γραμμή της ΑΟΖ θα πρέπει να ακολουθεί την οριοθετική γραμμή της υφαλοκρηπίδας, επειδή εντός της ΑΟΖ αναγνωρίζονται στο παράκτιο κράτος κυριαρχικά δικαιώματα στον βυθό όπως αυτά ισχύουν στην υφαλοκρηπίδα. Η νομική φύση των δύο καθεστώτων επιβάλλει την υπεροχή της οριοθετικής γραμμής της υφαλοκρηπίδας» [12].
Λόγω των παραπάνω, για την οριοθέτηση ΑΟΖ μεταβαίνουμε αναγκαστικά στην ευθυδικία (equity) την οποία προβλέπει η Σύμβαση ΔΘ για την οριοθέτηση επικαλυπτομένων υφαλοκρηπίδων [13]. Ενδιαφέρον για την διακρίβωση της νομικής έννοιας της ευθυδικίας παρουσιάζει η Απόφαση του ΔΔ για την Υφαλοκρηπίδα της Βόρειας Θάλασσας, σύμφωνα με την οποία η ευθυδικία είναι νομική έννοια η οποία απορρέει άμεσα από την αρχή της δικαιοσύνης και για τον λόγο αυτό πρέπει να διακρίνεται από μια απόφαση ex aequo et bono γιατί στην πρώτη περίπτωση εφαρμόζεται ένας κανόνας δικαίου που ο ίδιος απαιτεί εφαρμογή των αρχών της ευθυδικίας, ενώ στην δεύτερη περίπτωση ο δικαστής μπορεί να αποφασίσει κατά συνείδηση.
Με άλλα λόγια η ευθυδικία λειτουργεί infra legem, που σημαίνει ότι «απλώς προσθέτει ορισμένες διορθωτικές συνιστώσες ή κατευθυντήριες γραμμές στην κεντρική λογική της μέσης γραμμής που αποτελεί την οριοθετική αφετηρία» [14].
Υπενθυμίζεται εδώ ότι η Σύμβαση της Γενεύης (1958) για την Υφαλοκρηπίδα προσδιορίζει την νομική υφαλοκρηπίδα δίδοντας έμφαση στο γεωλογικό κριτήριο, με την ισοβαθή των 200 μέτρων να αποτελεί σταθερή παράμετρο για τον υπολογισμό της υφαλοκρηπίδας (γεωλογικό κριτήριο και εγγύτητα) ενώ το κριτήριο της εκμεταλλευσιμότητας καθιστούσε αρκετά ασαφή τον προσδιορισμό της νομικής υφαλοκρηπίδας.
Στην ΑΟΖ το κριτήριο της απόστασης από την ξηρά αποδυναμώνει το αντίστοιχο γεωλογικό κριτήριο (φυσική προέκταση) της υφαλοκρηπίδας.
Υπέρ αυτής της άποψης συνηγορεί και το γεγονός ότι το κριτήριο της απόστασης είναι το αποφασιστικό κριτήριο μέχρι τα 200 ν.μ. και για την επιμέτρηση της υφαλοκρηπίδας, ενώ το γεωλογικό κριτήριο «διατηρεί την σημασία του μόνο για το πέραν των 200 ν.μ. υφαλοπλαίσιο.
Η «θεμελιακή αυτή μεταβολή της νομολογίας σημειώθηκε στην απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου του 1985 για την Υπόθεση της Υφαλοκρηπίδας Μάλτας – Λιβύης … ενώ η μεταβολή είχε βέβαια αρχίσει να διαφαίνεται στην απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου του 1982, για την Υφαλοκρηπίδα Λιβύης – Τυνησίας (παρ. 47), όπου αναφερόταν ότι το κριτήριο της απόστασης μετά την Τρίτη Συνδιάσκεψη για το Δίκαιο της Θάλασσας, τροποποίησε το γεωλογικό κριτήριο του τίτλου επί της υφαλοκρηπίδας» [15].
Στην Μαύρη Θάλασσα ήδη από το 1958 η Σοβιετική Ένωση, η Βουλγαρία και η Ρουμανία είχαν υπογράψει συμφωνία αλιείας, με οριοθετικό κανόνα τη μέση γραμμή. Η αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. έγινε αποδεκτή από την Τουρκία, την Βουλγαρία και την Ρουμανία, ενώ στις 17 Απριλίου 1973 η Τουρκία υπέγραψε συμφωνία με την Σοβιετική Ένωση για την οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας ζώνης των 12 ν.μ. στην Μαύρη Θάλασσα [16]. Πλην όμως, η Τουρκία την ίδια στιγμή διαφοροποίησε την πολιτική της στο Αιγαίο Πέλαγος, για το οποίο απαίτησε αιγιαλίτιδα ζώνη 6 ν.μ.
Στην Τρίτη Συνδιάσκεψη για το Δίκαιο της Θάλασσας (1973-1982), η Τουρκία επιχείρησε να εντάξει το Αιγαίο Πέλαγος στο καθεστώς των κλειστών ή ημίκλειστων θαλασσών [17] για τις οποίες πρότεινε μικρό εύρος αιγιαλίτιδας ζώνης [18].
Όταν απέτυχε, κατέθεσε νέα πρόταση κατά την οποία οι νήσοι δεν δικαιούνται δική τους υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ όταν «επικάθηνται» στην υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ παρακτίου κράτους (βλ. Τουρκία), θέση η οποία, κατά τον καθηγητή κ. Οικονομίδη, είναι χωρίς αξία, πέρα από το γεγονός ότι «υπήρξε, πάντοτε, αυθαίρετη και ποτέ μέχρι σήμερα δεν αποδείχθηκε» [19].
Στην συνέχεια η Τουρκία καταψήφισε την Σύμβαση ΔΘ [20].
Έκτοτε, η Τουρκία αντιμετωπίζει την Σύμβαση ΔΘ ως res inter alios acta [21].
Εκείνο, όμως, που έχει σημαντικό ενδιαφέρον είναι το εξής:
Πριν ακόμη ολοκληρωθεί η Τρίτη Συνδιάσκεψη, η Τουρκία άρχισε διαπραγματεύσεις με την Σοβιετική Ένωση για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας στην Μαύρη Θάλασσα, ξεχνώντας τις θέσεις της περί ημίκλειστων θαλασσών, τις οποίες υποστήριζε στην εν λόγω συνδιάσκεψη.
Μάλιστα, τον Ιούνιο του 1978 υπέγραψε Πρωτόκολλο στο οποίο συμφωνείται η «οριοθέτηση με βάση την αρχή της ευθυδικίας (equity)» [22].
Αξίζει ιδιαίτερης προσοχής το γεγονός ότι η Τουρκία επέμεινε να γίνει αναφορά στην αρχή της ευθυδικίας, παρότι η οριοθέτηση στην Μαύρη Θάλασσα έγινε στην πράξη με τον κανόνα της μέσης γραμμής (equidistance).
Ο λόγος είναι προφανής: Προκειμένου, να επικαλεστεί και πάλι την ευθυδικία στο Αιγαίο. Όμως, για την Τουρκία η ευθυδικία στο Αιγαίο θα έχει άλλη έννοια.
Δεν θα είναι η μέση γραμμή ανάμεσα στα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και στην Μικρά Ασία, όπως κατά κάποιο τρόπο ορίζει το διεθνές δίκαιο, αλλά η μέση γραμμή μεταξύ των ελληνικών ακτών (Θεσσαλίας, Στερεάς και Πελοποννήσου) και των τουρκικών ακτών, κάτι που θα σήμαινε τον διαχωρισμό του Αιγαίου στον 25ο μεσημβρινό.
Αντίστοιχη πολιτική ακολούθησε η Τουρκία και στην περίπτωση της ΑΟΖ [23].
Παρ’ όλο που η Τουρκία καταψήφισε την Σύμβαση ΔΘ -η οποία προβλέπει την ΑΟΖ-, εντούτοις, τέσσερα χρόνια μετά υιοθέτησε ΑΟΖ στην Μαύρη Θάλασσα σε διμερή συμφωνία με την πρώην Σοβιετική Ένωση (βλ. χάρτη 2). Η συμφωνία συνομολογήθηκε με την μέθοδο ανταλλαγής επιστολών, στις 23 Δεκεμβρίου 1986 και 6 Φεβρουαρίου 1987, αντίστοιχα [24].
Η οριοθετική γραμμή, ήταν αυτή ακριβώς που είχε συμφωνηθεί με την Σύμβαση του 1978 για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας [25].
Για μια ακόμη φορά, η οριοθέτηση σε θεωρητικό επίπεδο έλαβε χώρα με βάση την ευθυδικία, ενώ στην πράξη η οριοθετική γραμμή κινήθηκε στην λογική της μέσης γραμμής [26].
Χάρτης 2: Τα όρια της Τουρκικής ΑΟΖ στην Μαύρη θάλασσα. Πηγή: www.seaaroundus.org, Δεκέμβριος 2007.
----------------------------------------------------------------------------------------------
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΑΟΖ ΣΤΗΝ ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΠΕΛΑΓΟΣ
Ένα ζήτημα που παρουσιάζει ενδιαφέρον στην Μαύρη Θάλασσα από πλευράς οριοθετήσεων αφορά στη Νήσο Serpent της Ουκρανίας η οποία βρίσκεται 30 έως 40 ν.μ. προς την μεριά του oυκρανικού - ρουμανικού χερσαίου συνόρου, με τρόπο που επηρεάζει σημαντικά στην διαμόρφωση της μέσης γραμμής ανάμεσα στα δύο αυτά κράτη (βλ. χάρτη 3).
Και είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο τον Σεπτέμβριο 2004 η Ρουμανία προσέφυγε κατά της Ουκρανίας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για την οριοθέτηση του θαλασσίου συνόρου.
Το ζήτημα ήταν αρκετά περίπλοκο στο μέτρο που το πολύ μικρό νησί Serpent έκτασης μόλις 0,17 τετραγωνικών χιλιομέτρων, μήκους 662 μέτρων και πλάτους 440 μέτρων, κατοικήθηκε για πρώτη φορά το 2004 από 100 κατοίκους.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει εδώ το γεγονός ότι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης στο οποίο προσέφυγαν οι δύο χώρες, δεν προχώρησε στον νομικό χαρακτηρισμό της μικρής νήσου:
Νήσος ή βράχος. Σημειώνεται ότι στην πρώτη περίπτωση (νήσος) το Serpent δικαιούται, κατά την Σύμβαση ΔΘ, πλήρη δικαιώματα όσον αφορά στις θαλάσσιες ζώνες που προβλέπει η σύμβαση [27], ενώ στη δεύτερη (βράχος) δικαιούται μόνον αιγιαλίτιδα ζώνη.
Από την απόφαση, ωστόσο, του Δικαστηρίου η οποία αναγνώρισε μόνον δικαιώματα χωρικών υδάτων τεκμαίρεται ότι το Serpent αντιμετωπίσθηκε ως βράχος, γεγονός που δικαίωσε κατά πολύ την θέση της Ρουμανίας, η οποία κέρδισε το 79,3% της διεκδικουμένης από αυτήν υφαλοκρηπίδας (βλ. χάρτη 4) [28].
Χάρτης 3: Η διένεξη μεταξύ Ουκρανίας και Ρουμανίας. Πηγή: Maritime Delimitation in the Black Sea (Romania Vs Ukraine), ICJ, Reports of Judgments, 3 Feb 2009, p. 69.
---------------------------------------------------------------------------------------------------
Η απόφαση του Δικαστηρίου προσέλκυσε το ενδιαφέρον των ελληνικών ΜΜΕ λόγω ακριβώς των πολλών ομοιοτήτων που παρουσιάζει η περίπτωση της διαφοράς Ουκρανίας – Ρουμανίας για το Serpent με την αντίστοιχη περίπτωση της διαφοράς Ελλάδας – Τουρκίας για τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους για τα οποία η Τουρκία –όπως και η Ρουμανία για το Serpent– δεν αναγνωρίζει δικαιώματα υφαλοκρηπίδας ή ΑΟΖ.
Ωστόσο, θεωρούμε ότι αυτός ο παραλληλισμός παρουσιάζει σημαντικές δυσχέρειες.
Πρώτον, διότι, το μικρό μέγεθος του Serpent σε συνδυασμό με το γεγονός ότι κατοικείται από πολύ μικρό αριθμό κατοίκων ενώ ήταν ακατοίκητο για πολλά έτη, αποδυναμώνει την απόφαση του Δικαστηρίου στο μέτρο που το Αιγαίο Πέλαγος βρίσκεται υψηλός αριθμός νήσων, κατά πολύ μεγαλύτερου μεγέθους, κατοικούμενων επί το πλείστον από μεγάλο αριθμό κατοίκων [29].
Σημείο που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα ελληνικά συμφέροντα στο Αιγαίο είναι ότι το Δικαστήριο δεν συνέδεσε την απόφασή του με το νομικό χαρακτήρα της Μ. Θάλασσας, ότι δηλαδή αποτελεί κατά τη Σύμβαση ΔΘ ημίκλειστη θάλασσα, κάτι που θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα κατά κάποιο τρόπο δεδικασμένο και για την ελληνοτουρκική διαφορά στο Αιγαίο Πέλαγος το οποίο αποτελεί επίσης ημίκλειστη θάλασσα.
Όμως, το Δικαστήριο δεν παρέκλινε από τη Σύμβαση ΔΘ η οποία αντιμετωπίζει τις ημίκλειστες χωρίς καμία διάκριση όσον αφορά στα θέματα οριοθετήσεων θαλασσίων ζωνών.
Χάρτης 4: Η τελική οριοθέτηση μεταξύ Ουκρανίας και Ρουμανίας. Πηγή: Infognomon, Web forum for issues related to international relations, foreign and defence policy, ICJ Decision for the Maritime Delimitation Ukraine and Romania, διαθέσιμο στο http://infognomonpolitics.blogspot.com/2009/02/blog-post_9036.html, Ιούνιος 2013.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------
Το γεγονός, πάντως, ότι το Δικαστήριο αναγνώρισε χωρικά ύδατα 12 ναυτικών μιλίων στο μικροσκοπικό Serpent σε συνδυασμό με τον μικρό πληθυσμό του, προσφέρει μια κατά κάποιο τρόπο μικρή ικανοποίηση.
Όχι μεγάλη ικανοποίηση γιατί εφόσον υπάρχουν κάτοικοι στο Serpent oι οποίοι μένουν σε αυτό για πολλά χρόνια, τότε σύμφωνα με την Σύμβαση ΔΘ (άρθρο 121) το Serpent αποδεικνύει στην πράξη ότι μπορεί να συντηρήσει ανθρώπινο πληθυσμό, άρα είναι νησί και κατ΄ αποτέλεσμα δικαιούται υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.
Και είναι εξάλλου ακριβώς ο λόγος που το Δικαστήριο δεν προχώρησε στον χαρακτηρισμό του Serpent ως βράχο ή νησί.
Και τούτο διότι, εφόσον το χαρακτήριζε νησί θα έπρεπε να του αναγνωριστούν δικαιώματα οικονομικών ζωνών.
Από την άλλη πλευρά, δεν μπορούσε να το χαρακτηρίσει και βράχο εφόσον πάνω σε αυτό διαμένει επί σειρά ετών ανθρώπινος πληθυσμός. Έτσι, δεν προχώρησε στον χαρακτηρισμό του και αναγνώρισε σε αυτό μόνον δικαιώματα βράχου (δηλαδή χωρικά ύδατα).
Διαφορετική είναι βεβαίως η θέση των ελληνικών νησιών του Αιγαίου Αρχιπελάγους και λόγω ακριβώς της αρχιπελαγικής δομής του, το οποίο μολονότι δεν είναι αρχιπέλαγος με την έννοια της Σύμβασης ΔΘ, η αρχιπελαγική δομή του αποτελεί μια πραγματικότητα η οποία θα πρέπει να ληφθεί υπόψη σε μια οριοθέτηση που θέλει να έχει κάποιο δίκαιο χαρακτήρα υπέρ του παρακτίου κράτους που διαθέτει αυτό το αρχιπέλαγος.
Αυτή η αρχιπελαγική δομή δεν μπορεί να μην ληφθεί υπόψη σε περίπτωση οριοθέτησης, εφόσον η ύπαρξή της διασφαλίζει την πολιτική και οικονομική ενότητα του νησιωτικού με τον ηπειρωτικό χώρο.
Και εφόσον υπάρξει περίπτωση αμφιβολίας, αυτή θα πρέπει να λειτουργήσει υπέρ της ενότητας του αρχιπελάγους και κατά της διάσπασής του. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ως ειδική περίσταση η οποία έχει φυσικό χαρακτήρα [30].
Η Τουρκία επιχείρησε να διακηρύξει ΑΟΖ και στην Μεσόγειο, στην οποία έχει καθιερώσει αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. (βλ. χάρτες 5 και 6). Κατά τον τρόπο αυτό, αδιαφορώντας για τις προβλέψεις του ΔΘ, επιθυμεί να αποκόψει την ΑΟΖ των ελληνικών νήσων του ΝΑ Αιγαίου και την σύνδεση αυτής με την Κυπριακή ΑΟΖ.
Επιπλέον, η Τουρκία προχώρησε σε διατύπωση απειλών σε βάρος της Κύπρου εφόσον η τελευταία προχωρούσε σε διακήρυξη ΑΟΖ.
Όμως, η αγνόηση των απειλών της Άγκυρας από την Κύπρο και η διακήρυξη ΑΟΖ για την οριοθέτηση της οποίας προχώρησε στη σύναψη συμφωνιών οριοθέτησης με την Αίγυπτο, τον Λίβανο και το Ισραήλ - κάτι που η Ελλάδα με τα κράτη της περιφέρειάς της, Αίγυπτο, Λιβύη και Αλβανία πλην Ιταλίας δεν έχει ακόμη κάνει -, απέτρεψε την Τουρκία να προβεί σε αντίστοιχη ενέργεια.
Υπέρ των συμφωνιών συγκατατέθηκε και η ΕΕ η οποία στην Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ επανέλαβε το δικαίωμα όλων των κρατών-μελών για άσκηση των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων σύμφωνα με το κεκτημένο της ΕΕ και το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της Σύμβασης των ΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας.
Σημειώνεται ότι η Κύπρος, την οποία η Τουρκία πεισματικά δεν αναγνωρίζει, είναι διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος, το μόνο νόμιμο κράτος στην Κύπρο, το οποίο εκπροσωπεί όχι μόνο τον κυπριακό λαό, αλλά και τους ίδιους τους Τουρκοκύπριους.
Η Τουρκία, όπως άλλωστε προβλέπεται στην Δήλωση του Συμβουλίου της ΕΕ του Σεπτεμβρίου του 2005, όχι μόνο δεν δικαιούται να αμφισβητεί την ως άνω συμφωνία αλλά αντίθετα έχει την υποχρέωση να προχωρήσει στην αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, κάτι που απαιτεί εξάλλου η ενταξιακή πορείας της.
Η ολοκλήρωση των συμφωνιών και η οριοθέτηση της ΑΟΖ της θαλάσσιας περιοχής της Κύπρου σε ένα ευρύτερο περιφερειακό πλαίσιο είναι αναγκαία για την ενεργοποίηση των συμφωνιών Κύπρου –Αιγύπτου και Κύπρου– Λιβάνου λόγω των επικαλυπτομένων ΑΟΖ στην περιοχή.
Υπέρ αυτών των περιφερειακών συμφωνιών θα λειτουργήσει και η προσχώρηση της Συρίας και του Ισραήλ στη Σύμβαση ΔΘ.
Χάρτης 5: Τα όρια της Τουρκικής ΑΟΖ στο Αιγαίο και την Μαύρη Θάλασσα σύμφωνα με το ΔΘ. Πηγή: www.seaaroundus.org, Απρίλιος 2011.
------------------------------------------------------------------------------------------------------
Χάρτης 6: Η τουρκική άποψη για την ΑΟΖ της Ανατολικής Μεσογείου. Πηγή: www.tudav.org (Turkish Marine Research Foundation), Ιούλιος 2013.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------
Συνοπτικά, οι θέσεις των δύο χωρών σχετικά με το ζήτημα οριοθέτησης της Υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ τους θα μπορούσαν να αποτυπωθούν ως εξής:
Για την Ελλάδα, το Διεθνές Δίκαιο, και ειδικότερα η Σύμβαση της Γενεύης για την Υφαλοκρηπίδα (1958), όπως και η μεταγενέστερη Σύμβαση ΔΘ, προσδίδει στα νησιά το δικαίωμα να ασκήσουν πλήρη δικαιοδοσία στην υφαλοκρηπίδα τους (βλ. σχήμα 7) [31].
Σύμφωνα με την Τουρκία, τα ελληνικά νησιά δεν έχουν δικαίωμα να ασκήσουν πλήρη δικαιοδοσία στην υφαλοκρηπίδα επειδή επικάθηνται στην «τουρκική υφαλοκρηπίδα».
Μάλιστα επιχειρώντας να ενισχύσει την άποψή της περί «φυσικής προέκτασης» (natural prolongation) της ηπειρωτικής τουρκικής υφαλοκρηπίδας μέχρι την μέση του βυθού του Αιγαίου Πελάγους, φθάνει να υποστηρίζει το παντελώς ανυπόστατο νομικά επιχείρημα ότι τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου επικάθηνται επί αυτής ((υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας και βλ. χάρτη 7).
Η εν λόγω τουρκική άποψη βασίζεται στο «γεωλογικό κριτήριο» ορισμού της νομικής υφαλοκρηπίδας της Σύμβασης ΔΘ για τις περιπτώσεις οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας πέραν των 200 ν.μ.
Συνεπώς για τον προσδιορισμό της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου όπου οι αποστάσεις μεταξύ των αντικείμενων ή παρακειμένων ακτών Ελλάδος και Τουρκίας δεν υπερβαίνουν το όριο των 200 ν.μ., το γεωλογικό κριτήριο δεν υφίσταται νομικά.
Αντίθετα, η αρχιπελαγική μορφή του Αιγαίου ενισχύει την ελληνική άποψη για οριοθέτηση με βάση την αρχή της μέσης γραμμής/ίσης απόστασης ανάμεσα στα ελληνικά νησιά του Αιγαίου και την τουρκική ακτή.
Ας τονισθεί ότι αν και το Αιγαίο δεν συνιστά νομικά αρχιπέλαγος σύμφωνα με τον ορισμό της Σύμβασης ΔΘ, εντούτοις το αρχιπελαγικό σχήμα του Αιγαίου είναι μια πραγματικότητα που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη υπέρ του παράκτιου κράτους στο οποίο ανήκει αυτό το «αρχιπέλαγος» κατά την οριοθέτηση, εφόσον αυτή η αρχιπελαγική μορφή διασφαλίζει την πολιτική και οικονομική ενότητα ηπειρωτικής χώρας και νησιωτικού χώρου.
Ενός νησιωτικού χώρου που βρίσκεται σε πολύ κοντινή απόσταση με τις ηπειρωτικές ακτές με υψηλή γεωγραφική πυκνότητα, η οποία δεν επιτρέπει την δημιουργία ενδιάμεσων θαλασσίων κενών με την ηπειρωτική χώρα [32].
Χάρτης 7: Η τουρκική υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου σύμφωνα με την Τουρκική άποψη (διακεκομμένη γραμμή) και σύμφωνα με την ελληνική άποψη (πορτοκαλί χρώμα). Πηγή : Ελληνική Υδρογραφική Υπηρεσία, Ιούλιος 2013.
-------------------------------------------------------------------------------------------------------
AΙΓΙΑΛΙΤΙΔΑ ΖΩΝΗ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙ «ΓΚΡΙΖΩΝ ΖΩΝΩΝ»
Η ελληνική αιγιαλίτιδα ζώνη έχει εύρος 6 ν.μ. από την φυσική ακτογραμμή. Συνδέεται με την αιγιαλίτιδα ζώνη ο Αναγκαστικός Νόμος (Α.Ν.) 230/1936 «Περί καθορισμού Αιγιαλίτιδος Ζώνης της Ελλάδας» [33].
Κατά τις σχετικές διατάξεις του νόμου εξαίρεση αποτελεί το Προεδρικό Διάταγμα του 1931 [34] περί του καθορισμού του εύρους του εναέριου χώρου για τις ανάγκες της Αεροπορίας και Αστυνομίας στα 10 ν.μ. (αρ.2, Ν.5017/31).
Το εν λόγω ΠΔ, δηλαδή, αναφέρεται σε ειδική περίπτωση και συγκεκριμένη λειτουργία (αεροπορία και αστυνομία αυτής) σε μια ζώνη που εκτείνεται μέχρι 10 ν.μ. από τις ακτές (εναέριος χώρος) [35].
Περαιτέρω, η πρόβλεψη περί 6 ν.μ. της ελληνικής Αιγιαλίτιδας Ζώνης επαναλαμβάνεται και ορίζεται πλέον ρητώς στο Άρθρο 139 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου [36].
Ωστόσο, η Σύμβαση ΔΘ δίνει δυνατότητα για επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ν.μ., με την Τουρκία να χαρακτηρίζει μια τέτοια επέκταση ως αφορμή πολέμου ανάμεσα στις δύο χώρες (casus belli) (βλ. χάρτη 8) [37].
Χάρτης 8: Ελληνική Αιγιαλίτιδα Ζώνη 6 νμ, Εναέριος Χώρος 10 νμ και επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης στα 12 νμ. Πηγή: Εθνική Υδρογραφική Υπηρεσία, Ιούλιος 2013.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------
Επιπρόσθετα, η τουρκική διπλωματία από τα μέσα της δεκαετίας του '90, επιχειρεί επανερμηνεία των διεθνών συνθηκών και αναπτύσσει την καινοφανή θεωρία «περί γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο» στην βάση της οποίας αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία σε αριθμό νήσων, νησίδων και βραχονησίδων. Κατά την τουρκική ερμηνεία η ελληνική κυριαρχία εκτείνεται μόνο σε εκείνα τα νησιά του Αιγαίου τα οποία αναφέρονται ρητά (ονομαστικά) στις συνθήκες παραχώρησης των νησιών στην Ελλάδα.
Οι τουρκικοί ισχυρισμοί οδήγησαν σε θερμό επεισόδιο ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία τον Ιανουάριο του 1996, με αντικείμενο την κυριαρχία επί των ελληνικών βραχονησίδων Ίμια ανατολικά της νήσου Καλύμνου.
Το επεισόδιο άρχισε στις 26 Δεκεμβρίου 1995 όταν τουρκικό πλοίο προσάραξε σε νησίδα των Ίμια. Τότε, ο πλοίαρχος αρνήθηκε πεισματικά βοήθεια από τις ελληνικές Αρχές προφασιζόμενος ότι ευρίσκεται μέσα σε τουρκικά χωρικά ύδατα. Τελικά, δέχθηκε την ρυμούλκησή του από ελληνικό ρυμουλκό στην Τουρκία.
Στις 27 Ιανουαρίου 1996, τούρκοι δημοσιογράφοι της Hurriyet κατέβασαν την ελληνική σημαία από τα Ίμια και ύψωσαν την τουρκική. Η Ελλάδα ύψωσε ξανά την ελληνική σημαία και ακολούθως τουρκικά πολεμικά πλοία προσέγγισαν στην περιοχή. Η Τουρκία προχώρησε στην γρήγορη κλιμάκωση του επεισοδίου όταν αποβίβασε στρατιώτες στη δεύτερη από τις νησίδες.
Με την ταυτόχρονη αποχώρηση των δυνάμεων η κρίση αποκλιμακώθηκε.
Η ελληνική κυριαρχία επί των Ιμίων προκύπτει σαφώς από διεθνή συμβατικά κείμενα, δηλαδή την Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, την Συνθήκη των Παρισίων του 1947 και τις ιταλο-τουρκικές συμφωνίες του 1932 καθώς και το συμπληρωματικό αυτής Πρωτοκόλλου της 28ης Δεκεμβρίου 1932, σύμφωνα με τα οποία οριοθετήθηκε η αιγιαλίτιδα ζώνη ανάμεσα στην μικρασιατική ακτή και τα Δωδεκάνησα.
Σημειώνεται ότι τα Ίμια περιήλθαν στην Ιταλία με την Συνθήκη της Λωζάννης, κάτι που απλώς επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι στο σημείο 30 του συμπληρωματικού Πρωτοκόλλου αναφέρονται ως ένα από τα σημεία ιταλικής κυριαρχίας από τα οποία θα υπολογίζεται η μέση γραμμή για τον διαχωρισμό των χωρικών υδάτων μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας.
Πράγματι, με βάση την Συνθήκη της Λωζάννης [38] τα Ίμια και τα Δωδεκάνησα περιήλθαν στην Ιταλία.
Ενώ, κατά τα άρθρα 12 και 16 η Τουρκία παραιτείται όλων των δικαιωμάτων της πάνω σε νησιά που βρίσκονται πέραν των 3 μιλίων από την μικρασιατική ακτή, εκτός από την Ίμβρο, Τένεδο και τις Λαγούσες.
Άρα παραιτήθηκε από κάθε δικαίωμα ακόμη και πάνω στα Ίμια εφόσον αυτά βρίσκονται σε απόσταση 3,7 μιλίων από τις τουρκικές ακτές. Και είναι ακριβώς ο λόγος που ουδέποτε τέθηκε θέμα ανάγκης ονομαστικής αναφοράς σε όλα τα νησιά και τις νησίδες του Αιγαίου [39].
Ακόμη, με βάση την Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων (1947) [40], η κυριαρχία στα Δωδεκάνησα (άρα και στα Ίμια) περιήλθε από την Ιταλία στην Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικός, εξάλλου, ο τουρκικός χάρτης που επιβεβαιώνει ακριβώς τα προαναφερθέντα, προ της κρίσης των Ιμίων του 1996 (χάρτης 9).
Χάρτης 9: Επίσημος τουρκικός χάρτης έκδοσης 1953 του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών,
όπου οι νησίδες Ίμια εμφανίζονται εντός της ελληνικής επικράτειας. Πηγή: Γρ. Τζανέτος, Η Ευρωπαϊκή Διάσταση των Ελληνοτουρκικών Σχέσεων στο Αιγαίο και η Γεωπολιτική Στρατηγική της Δύσης, Σιδέρης, Αθήνα, 2007, Παράρτημα Χαρτών.
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Προβλήματα, όμως, έχει αντιμετωπίσει η Ελλάδα λόγω της Τουρκίας και στην περιοχή του FIR Αθηνών, η οποία προσδιορίζεται από τα δύο σχέδια του ICAO που αφορούν στην ρύθμιση όλων των FIR των ευρωπαϊκών κρατών που είναι μέλη του[41]. Το FIR Αθηνών εκτείνεται από τον εναέριο χώρο του Ιονίου Πελάγους μέχρι την ανατολική γραμμή στο Αιγαίου η οποία συμπίπτει με την γραμμή της αιγιαλίτιδας ζώνης της Τουρκίας.
Ο ορισμός και η οριοθέτηση της Περιοχής Πληροφοριών Πτήσεων ανάγεται στην Σύμβαση του Σικάγου (1944) «περί διεθνούς πολιτικής αεροπορίας» η οποία αποτελεί το παγκόσμια αποδεκτό νομικό κείμενο για την διεθνή εναέρια κυκλοφορία και στον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (International Civil Aviation Organization, ICAO) ο οποίος συστάθηκε το 1947. Ο ICAO οριοθετώντας γεωγραφικά την υδρόγειο προσδιόρισε τις περιοχές FIR προκειμένου να διασφαλίσει τον αποτελεσματικό έλεγχο και την ασφάλεια των πτήσεων της πολιτικής αεροπορίας. Στην περιοχή FIR τα κράτη δεν ασκούν πλήρη και αποτελεσματική κυριαρχία, όπως ακριβώς συμβαίνει στον εθνικό εναέριο χώρο [42].
Από την άλλη, όμως, πλευρά, εντός της περιοχής FIR τα κράτη ασκούν συγκεκριμένες δικαιοδοσίες οι οποίες προσδιορίζονται σαφώς από μια σειρά άρθρων τα οποία αφορούν στην ρύθμιση και τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας, τον καθορισμό αεροδιαδρόμων, των πυλών εισόδου και εξόδου από τον εθνικό εναέριο χώρο και των διαδρόμων που άπτονται θεμάτων ασφαλείας ή άλλων συναφών θεμάτων [43].
Εξαιρετικής σημασίας είναι η απαίτηση για υποβολή σχεδίου πτήσης [44] υπό την έννοια ότι συνιστά αναγκαίο όρο για την υπαγωγή αεροσκάφους αλλοδαπής εθνικότητας στον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας των εθνικών αρχών [45].
Η ίδια σύμβαση προβλέπει για τα κράτη το δικαίωμα έκδοσης νομοθετικών και διοικητικών πράξεων που αφορούν ακριβώς στην υλοποίηση των προαναφερθέντων κυριαρχικών δικαιωμάτων [46]. Αρμόδια για τον έλεγχο, την ασφάλεια και την διευκόλυνση της εναέριας κυκλοφορίας είναι η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ), στην οποία ο ICAO έχει αναθέσει την θέσπιση των σχετικών κανόνων τους οποίους περιλαμβάνει η Αεροναυτική Έκδοση Πληροφοριών (Aeronautical Information Publication, AIP) καθώς επίσης και των Αγγελιών Ασφαλείας (Notice to Airmen, NOTAM).
Τούτο επιβεβαιώνεται και από δύο άλλα συμβατικά κείμενα: Την Σύμβαση των Ανοικτών Θαλασσών που υιοθετήθηκε στις 29 Απριλίου 1958 στην Γενεύη και την Σύμβαση ΔΘ. Σύμφωνα με το άρθρο 2 της πρώτης και το άρθρο 87 παρ.1(β) της δεύτερης σύμβασης, η ελευθερία υπερπτήσης αποτελεί μια από τις ελευθερίες που αναγνωρίζονται για όλα τα κράτη πάνω από την ανοικτή θάλασσα, υπό τον όρο, ωστόσο, ότι τηρούνται οι διεθνείς αεροναυτικοί κανονισμοί για την εφαρμογή των οποίων είναι υπεύθυνα τα παράκτια κράτη όσον αφορά στις περιοχές FIR [47].
Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι η Τουρκία μέχρι το 1974 (χρονιά που εισέβαλε στη Κύπρο) ουδέποτε έθεσε θέμα μη αναγνώρισης του ελληνικού FIR, το οποίο ίσχυσε για 22 συναπτά έτη με αδιατάρακτο καθεστώς.
Όμως, στις 6 Αυγούστου 1974, και μέσα στο πλαίσιο των ευρύτερων επεκτατικών βλέψεών της για την διχοτόμηση του Αιγαίου, εξέδωσε τη NOTAM 714 με την οποία επεξέτεινε μονομερώς τα δυτικά όρια του FIR Κωνσταντινούπολης.
Σύμφωνα με το τελευταίο, εισήλθε εντός του FIR Αθηνών και περιέλαβε ένα μεγάλο αριθμό ελληνικών νήσων στον εναέριο χώρο των οποίων ανέλαβε την ευθύνη του ελέγχου και της ασφάλειας των πτήσεων [48]. Η Ελλάδα άμεσα, στις 13 Σεπτεμβρίου 1974, εξέδωσε τη ΝΟΤΑΜ 1157 η οποία χαρακτήριζε όλο το Αιγαίο Πέλαγος ως επικίνδυνη περιοχή για την ασφάλεια των πτήσεων.
Η Τουρκία ήλθε σε δύσκολη θέση και αναγκάστηκε να ακυρώσει τη ΝΟΤΑΜ 714 [49].
Ακολούθως, η Ελλάδα στις 23 Φεβρουαρίου 1980 προχώρησε στην ακύρωση της ελληνικής ΝΟΤΑΜ 1157.
Και πάλι η Τουρκία επανήλθε με την δημιουργία προβλημάτων στην υποβολή Σχεδίων Πτήσεων για τα στρατιωτικά αεροσκάφη στην λογική ότι οι κανόνες του ICAO αφορούν αποκλειστικά στην πολιτική αεροπορία, ενώ το FIR Αθηνών θα πρέπει να συμπίπτει ακριβώς με τα όρια του εθνικού εναέριου χώρου της Ελλάδας.
Πολιτική η οποία, πέραν του γεγονότος ότι αντιτίθεται στο διεθνές δίκαιο (Σύμβαση του Σικάγου και ΙCAO), εγκυμονεί κινδύνους και δημιουργεί προβλήματα στην διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας εντός του FIR Aθηνών.
Αξίζει επίσης να επισημανθεί ότι στην Τρίτη Συνδιάσκεψη για το Δίκαιο της Θάλασσας η Τουρκία επέδειξε μεγάλη αδιαφορία για το διεθνές δίκαιο και μια αυτοκρατορική προσέγγιση στις επιδιώξεις της.
Στο τέλος καταψήφισε την Σύμβαση ΔΘ.
Πρέπει, όμως, να σημειωθεί εδώ το εξής: Η Σύμβαση ΔΘ δεν είναι οποιοδήποτε συμβατικό κείμενο.
Είναι ένα κείμενο το οποίο έγινε αποδεκτό από το σύνολο της διεθνούς κοινότητας με ελάχιστες πλέον εξαιρέσεις, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου του έχει ήδη καταστεί μέρος του εθιμικού δικαίου. Επομένως η άρνηση της Τουρκίας να αποδεχθεί τις ρυθμίσεις του ισοδυναμεί ουσιαστικά με άρνησή της να αποδεχθεί ισχύον διεθνές δίκαιο.
Από την άλλη, η διαφορετική αντιμετώπιση από πλευράς Τουρκίας του νομικού status quo αναφορικά με τις οριοθετήσεις θαλασσίων ζωνών ανάμεσα σε Αιγαίο και Μαύρη Θάλασσα δεν είναι παράνομη με όρους διεθνούς δικαίου.
Όμως, είναι απόλυτα βέβαιο ότι τέτοιες πολιτικές οι οποίες συνίστανται σε ευκαιριακή ερμηνεία και εφαρμογή διατάξεων μιας σύμβασης παγκοσμίου χαρακτήρα, όπως είναι η Σύμβαση ΔΘ κάθε άλλο παρά μπορούν να συμβάλλουν στην οικοδόμηση ενός ειρηνικού περιβάλλοντος και ενός περιβάλλοντος συνεργασίας και ασφάλειας στην περιοχή [50]. Πολύ περισσότερο που οι περισσότερες ρυθμίσεις της Σύμβασης ΔΘ έχουν θεσπισθεί σε μορφή package deal, δηλαδή σε βάση «δούναι και λαβείν», που σημαίνει ότι ή αποδέχεσαι όλες τις ρυθμίσεις της σύμβασης ως «πακέτο» ή συνολικά τις απορρίπτεις. Αυτό μπορεί να γίνει εύκολα αντιληπτό εάν υποτεθεί ότι ένας αριθμός κρατών που δεν είχε προσχωρήσει στη Σύμβαση ΔΘ έκανε επιλεκτική χρήση των ευνοϊκών διατάξεών της, δηλαδή των σημαντικότερων καρπών αυτής, αγνοώντας τις υποχρεώσεις που ακολουθούν αυτούς τους καρπούς.
Θα επικρατούσε αυτόματα μια χαοτική κατάσταση, όχι σε διμερές, αλλά σε παγκόσμιο, πλέον, επίπεδο. Και τούτο είναι άκρως επικίνδυνο για την διεθνή ασφάλεια που, μαζί με την εθνική αξιοπρέπεια, είναι και τα ζητούμενα.
Παρά ταύτα, η Άγκυρα ανερυθρίαστα απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα εφόσον προχωρήσει σε επέκταση χωρικών υδάτων ή ΑΟΖ στο Αιγαίο Πέλαγος σύμφωνα με την Σύμβαση ΔΘ, παραβλέποντας σκόπιμα το γεγονός ότι το Αιγαίο Πέλαγος είναι ημίκλειστη θάλασσα, αντίστοιχη της Μαύρης Θάλασσας (βλ. χάρτης 10).
Και τούτο παρά το γεγονός ότι η Τουρκία εφαρμόζει κανονικά την Σύμβαση ΔΘ στην Μαύρη Θάλασσα μπροστά στην Σοβιετική Ένωση και πολύ ορθά, εφόσον η Σύμβαση ΔΘ δεν διαφοροποιεί τις ημίκλειστες θάλασσες από τις λοιπές θάλασσες, με εξαίρεση τα θέματα της προστασίας περιβάλλοντος, όπου και ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 123 της Σύμβασης ΔΘ. Το αρνείται, όμως, για το Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου.
Χάρτης 10: Τα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στην Αν. Μεσόγειο σύμφωνα με το ΔΘ Πηγή: Sea Around Us Project, Νοέμβριος 2011.
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Εντούτοις, η από ελληνικής πλευράς επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. στο Ιόνιο Πέλαγος, παράλληλα με την διακήρυξη ΑΟΖ στην ίδια περιοχή, στην οποία η Ιταλία και η Αλβανία έχουν προχωρήσει σε αυτές τις ρυθμίσεις, θα ήταν ένα καλό πρώτο βήμα στην κατεύθυνση της ενεργοποίησης των διατάξεων της Σύμβασης ΔΘ υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Υπό το ίδιο πρίσμα, θα πρέπει σοβαρά να εξετασθεί η απόφαση της Ελλάδας να συναινεί στην ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ, χωρίς συγκεκριμένους όρους. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η άποψη που διατυπώνεται σχετικά από τον Παναγιώτη Κονδύλη: «η ΕΕ, μη μπορώντας να δώσει στην Τουρκία όλα όσα επιθυμεί, θα επιδιώκει να την κατευνάσει με ελληνικό άξονα, πιέζοντας δηλαδή την Ελλάδα να δεχθεί τις τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο και την Κύπρο. Αν αυτό πράγματι συμβεί, όπως φοβούμαι εντονότατα, τότε θα δούμε μια ακόμα από τις τραγικές εκείνες ειρωνείες, τις οποίες τόσο συνηθίζει η Ιστορία. Ενώ, δηλαδή, η Ελλάδα προσανατολίστηκε ψυχή τε και σώματι στην Ευρώπη για να διασφαλισθεί από τον τουρκικό κίνδυνο, ακριβώς ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της θα μεταβληθεί σε όργανο de facto μετατροπής της σε δορυφόρο της Τουρκίας» [51].
Άρα, οι προσδοκίες της Ελλάδας από την ΕΕ, αλλά και το ΝΑΤΟ, δεν θα πρέπει να ξεπερνούν την πραγματικότητα, καλύπτοντας ανασφάλειες που η Ελλάδα θα πρέπει να καλύψει μόνη της αναλαμβάνοντας αυτόνομα την ευθύνη της εξωτερικής της πολιτικής. Η Ελλάδα θα πρέπει να πιστέψει στον εαυτό της και να διεκδικήσει αυτά που δικαιούται, τα οποία κανένας δεν θα της παραχωρήσει με δική του πρωτοβουλία. Η ζωή έχει αποδείξει με σκληρό ή ρεαλιστικό τρόπο ότι τελικά στην ζωή δεν παίρνεις αυτά που δικαιούσαι αλλά αυτά που διεκδικείς. Και για να κερδίσει η Ελλάδα τα δικαιούμενα από το διεθνές δίκαιο πρέπει πρώτα να τα διεκδικήσει. Η Ελλάδα επιβάλλεται να εκμεταλλευτεί όλες τις δυνατότητες που τις παρέχει το διεθνές δίκαιο και να μην απεμπολήσει καμία. Μια τέτοια απώλεια θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή μόνο στο πλαίσιο συνθήκης ειρήνης η οποία επισφράγισε προηγηθείσα πολεμική σύρραξη και μεγάλη ήττα της Ελλάδας από την Τουρκία. Τούτο, όμως, δεν έχει συμβεί. Το μόνο που έχει συμβεί είναι οι απειλές της Άγκυρας. Και δεν μπορεί αυτές οι απειλές να επιφέρουν de facto εδαφικά αποτελέσματα σε βάρος της Ελλάδας, αποτελέσματα ήττας από πολεμική σύρραξη.
Είναι τραγική ειρωνεία το μικροσκοπικό Serpent να απολαμβάνει αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ναυτικών μιλίων και τα νησιά του Αιγαίου, με πολλαπλάσια έκταση, πολλαπλάσιο ελληνικό πληθυσμό που κατοικεί σε αυτά από αρχαιοτάτων χρόνων, να διατηρούν ακόμη την φτωχή και περιορισμένη σε έκταση αιγιαλίτιδα ζώνη 6 ναυτικών μιλίων, όπως εξάλλου και ο ελληνικός ηπειρωτικός κορμός. Η Ουκρανία διεκδίκησε για το Serpent ό,τι περισσότερο δικαιούτο στο πλαίσιο της Σύμβασης ΔΘ: ΑΟΖ και αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. και πέτυχε για το μικροσκοπικό νησί της αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. Η Ελλάδα με σύνδρομα εσωστρέφειας, ανασφάλειας και εδαφικής επιβίωσης, δεν διεκδικεί απολύτως τίποτε. Στο τέλος, τι θα λάβει; Τίποτε.
*Το δοκίμιο αυτό έχει δημοσιευθεί στο τεύχος αριθ. 33 του Foreign Affairs The Hellenic Edition, (Απρίλιος - Μάιος 2015).
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
[1] Βλ. Ε. Gounari, «The Extension and Delimitation of Sea Areas under the Sovereignty», Sovereign Rights and Jurisdiction of Coastal States, 1985, σελ. 87.
[2] Βλ. D.P. O’Connell, The International Law of the Sea, Vol. I, 1982, σελ. 577.
[3] Βλ. Χ. Ροζάκη, Το Δίκαιο της Θάλασσας και η Διαμόρφωση του από τις Διεκδικήσεις των Παράκτιων Κρατών, Παπαζήσης, Αθήνα, 1976, σελ. 152.
Βλ. Β. Καρακωστάνογλου, «Τα Δικαιώματα του Παρακτίου Κράτους στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη: Προκλήσεις και Προοπτικές για το Αιγαίο», από τα Πρακτικά Συμποσίου στην Ρόδο (4 – 6 Νοεμβρίου 1994), με θέμα Το Αιγαίο Πέλαγος και το Νέο Δίκαιο της Θάλασσας, 1996, Σάκκουλας, Αθήνα, σελ. 179.
Κ. Ιωάννου & Α. Στρατή, Εισηγήσεις του Δικαίου της Θάλασσας, τ. Α΄, 1996, σελ. 163 επ.
[4] Βλ. The 1982 Law of the Sea Convention. U.N. Doc. A/Conf./62/122, 7 Οκτωβρίου 1982. U.N. Sales NoE. 83 V.5, 1983. Η Ελλάδα κύρωσε την Σύμβαση και την Συμφωνία (για το Μέρος XI, που αφορά στο Διεθνές Βυθό), με τον Ν. 2321/1995 (ΦΕΚ Α΄, 130/23 Ιουνίου 1995).
[5] Βλ. τα άρθρα 56(3), 57 και Μέρος VI που αναφέρεται στην Υφαλοκρηπίδα (κυρίως τα άρθρα 76(1) και 77) της Σύμβασης ΔΘ.
[6] Βλ. άρθρο 56 (1α) Σύμβασης ΔΘ.
[7] Βλ. T. Scovazzi, «Τhe Black Sea Maritime Boundaries», in J.I. Alexander, International Maritime Boundaries, 1993, Vol. V, σελ. 3489-90.
Βλ. επ. του ιδίου «Selected Cases of Delimitation in the Mediterranean and Black Seas», in Instituto Idrografico della Marina, The Legal Aspects of Maritime Boundaries, 35 (2002).
[8] Βλ. Κ. Αρβανιτόπουλου, Ανάλεκτα Διεθνούς Πολιτικής, Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 2007, σελ. 211- 9, P. Bovet, P. Rekacewicz, A. Sinai & D. Vidal (συντ. - επιμ.): «L’ Atlas Environnement du Monte Diplomatique», Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Απρίλιος 2008, σελ. 19.
[9] Βλ. επ. Ενεργειακή Ασφάλεια: Αγωγός Αερίου South Stream εναντίον Ναμπούκο, στο http://www.setimes.com/cocoon/setimes/xhtml/el/features/setimes/features..., Νοέμβριος 2010.
[10] Βλ. Η. Mackinder, "The Geographical Pivot of History", The Geographical Journal, April 1904. Του ιδίου "The Geographical Pivot of History", in "Democratic Ideals and Reality", Washington, DC: National Defense University Press, 1996, pp. 175–193.
P. Venier "The Geographical Pivot of History and Early 20th Century Geopolitical Culture", Geographical Journal, vol. 170, no 4, December 2004, pp. 330–336.
J. Christopher "Sir Halford Mackinder, Geopolitics, and Policymaking in the 21st Century", Parameters, Summer 2000.
Βλ. N. H. Baynes & H. St. L. B. Moss, Byzantium: An Introduction to East Roman Civilization, Oxford University Press, Oxford
C. A. Mango, Byzantium, Τhe Empire of New Rome, Littlehampton Book Services Ltd, Littlehampton, 1988.
Βλ. επίσης Γ. Πρεβελάκη, Γεωπολιτική της Ελλάδας, Libro, Αθήνα, 1998, σελ. 21-4.
[11] Βλ. εκτενέστερα Π. Σιούσιουρας, Μεγάλες Δυνάμεις, Γεωπολιτική, Παγκόσμια Κυριαρχία, Εκδόσεις Σιδέρης, Αθήνα, 2014.
Π. Σιούσιουρας & Δ. Δαλακλής, Παγκόσμια Γεωγραφία: Ο Κομβικός Ρόλος της Μεσογείου για την Ενέργεια, τις Μεταφορές και το Θαλάσσιο Περιβάλλον, Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 2014.
Π. Σιούσιουρας, Γεωπολιτική και Ζωτικός Χώρος. Η Μικρασιατική Εκστρατεία και ο Ανταγωνισμός των Μεγάλων Δυνάμεων, Εκδόσεις Σιδέρης, Αθήνα, 2013.
[12] Βλ. M. Evans, Relevant Circumstances and Maritime Delimination, Oxford, Clarendon Press, 1989 σε Α. Στρατή, «Η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη», στο συλλογικό έργο Το Δίκαιο της Θάλασσας και η Εφαρμογή του στην Ελλάδα, Σιδέρης, Αθήνα, 2004, σελ. 175.
[13] Βλ. άρθρο 83 Σύμβασης ΔΘ.
[14] Βλ. Χ. Ροζάκη, Οι Ελληνοτουρκικές Σχέσεις 1923-1987, «Το Διεθνές Νομικό Καθεστώς του Αιγαίου και η Ελληνοτουρκική Κρίση. Τα Διμερή και τα Διεθνή Θεσμικά Ζητήματα», Γνώση, Αθήνα, 1988, σελ. 326 επ.
[15] Βλ. ILM Vol. XXIV, No 5, September 1985, Β. Καρακωστάνογλου, «Τα Δικαιώματα του Παρακτίου Κράτους στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη: Προκλήσεις και Προοπτικές για το Αιγαίο»,στο συλλογικό έργο Το Αιγαίο και το Νέο Δίκαιο της Θάλασσας, επιμέλεια Στ. Περράκης, ΕΚΕΜ, Α.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα, 1996, σελ. 189-191.
[16] Βλ. Γρ. Τσάλτα, ό.π.
[17] Για τις κλειστές και ημίκλειστες θάλασσες, βλ. άρθρα 122, 123 Σύμβασης ΔΘ.
[18] Βλ. Χ. Ροζάκη, Οι Ελληνοτουρκικές Σχέσεις 1923-1987, ό.π., σελ. 342-3.
[19] Βλ. Κ. Οικονομίδη, «Η Νέα Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας και η Ελλάδα: Τα Υπέρ και τα Κατά», Ελληνικό Ινστιτούτο Αμυντικής και Εξωτερικής Πολιτικής, 1995-6, σελ. 34.
[20] Βλ. Γρ. Τσάλτα, «Το Καθεστώς της Ηπειρωτικής Υφαλοκρηπίδας σύμφωνα με τη Νέα Σύμβαση (1982) για το Διεθνές δίκαιο της Θάλασσας και τα Ελληνικά Συμφέροντα», Διεθνές Δίκαιο και Διεθνής Πολιτική, τ. 9, Θεσσαλονίκη, 1985, σελ. 201-2.
[21] Βλ. Π. Σιούσιουρας, Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο. Το Δίκαιο Θάλασσας και το Ανθρωπιστικό Δίκαιο, Εκδόσεις Σιδέρης, Αθήνα, 2014
[22] Βλ. United States Department of State (Bureau of Oceans and International Environmental and Scientific Affairs), Limits in the Seas, No 109, International Maritime Boundaries, Vol. II, Edited by J.I. Charney & L.M. Alexander, Martinus Nijhoff Publishers, 1993, σελ. 1693-1700.
[23] Bλ. και T. C. Kariotis, «A Greek Exclusive Economic Zone in the Aegean Sea», Mediterranean Quarterly, Vol (18)3, 2007, σελ. 70.
[24] Η συμφωνία ισχύει για την Γεωργία, την Ρωσία και την Ουκρανία τα οποία είναι τα διάδοχα κράτη της ΕΣΣΔ.
[25] Η συμφωνία ισχύει για την Γεωργία, την Ρωσία και την Ουκρανία τα οποία είναι τα διάδοχα κράτη της ΕΣΣΔ.
[26] Βλ. International Maritime Boundaries, Vol.II, Edited by J.I. Charney & L.M. Alexander, Martinus Nijhoff Publishers, 1993, σελ. 1701-7.
[27] Βλ. άρθρο 121 της Σύμβασης ΔΘ.
[28] Βλ. International Court of Justice, Maritime Delimitation in the Black Sea (Romania v. Ukraine), No. 2009/9, 3 February 2009.
[29] Ας σημειωθεί ότι η νήσος Καστελόριζο ή Μεγίστη, βρίσκεται 1,25 ναυτικά μίλια από τις νοτιοδυτικές τουρκικές ακτές και 72 ν.μ. ανατολικά της Ρόδου, αποτελώντας το ανατολικότερο άκρο της Ελλάδας. Έχει έκταση 8,9 τ. χλμ., μήκος ακτών 19,5 χλμ. και πληθυσμό 430 ατόμων κατά την επίσημη απογραφή του 2001, που συγκροτούν τον Δήμο Μεγίστης. Βλ. http://wikimediafoundation.org (Καστελόριζο) , Νοέμβριος 2010.
[30] Βλ. Κ. Οικονομίδη, Θέματα Διεθνούς Δικαίου και Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής, Σάκκουλας, Αθήνα, 1999, σελ. 53. Βλ. επ. Εισήγηση του Β. Καρακωστάνογλου στην ημερίδα της Εταιρίας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων για τη μνήμη του μακαριστού καθηγητή Κρ. Ιωάννου.
[31] Συνεπώς, κάθε νησί του Αιγαίου δικαιούται υφαλοκρηπίδας της οποίας τα όρια σε σχέση με την Τουρκία πρέπει να καθορισθούν στην βάση της «μέσης γραμμής». Βλ. Άρθρο 6(2) της Συνθήκης της Γενεύης για την Υφαλοκρηπίδα, 29 Απρ 1958.
[32] Βλ. K. Οικονομίδη, Διεθνές Δίκαιο και Θέματα Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής, (1999), σελ. 53
[33] Βλ. ΦΕΚ Α΄ 450/1936.
[34] Βλ. ΦΕΚ Α΄ 325/1931.
[35] Η Τουρκία, ενώ μέχρι το 1975 και για 44 συνεχή έτη αναγνώριζε και σεβόταν την ρύθμιση των 10 νμ, έκτοτε προβάλλει αμφισβητήσεις, προβαίνοντας σε συνεχείς παραβιάσεις του Ελληνικού Εναέριου Χώρου. Μάλιστα, σχηματισμοί τουρκικών μαχητικών, όχι μόνο παραβιάζουν το αμφισβητούμενο πλέον από την Τουρκία τμήμα του ελληνικού εναερίου χώρου μεταξύ 10 και 6 νμ, αλλά διεισδύουν σε μεγάλο βάθος και πέραν των 6 νμ, εντός δηλαδή του τμήματος του ελληνικού εναερίου χώρου που η Τουρκία αναγνωρίζει.
[36] Βλ. Ν.Δ. 187/1973 (ΦΕΚ Α΄ 261/1973).
[37] Είναι, δε, χαρακτηριστικό το ψήφισμα που εξέδωσε η Τουρκική Εθνοσυνέλευση στις 8 Ιουνίου 1995, λίγες μέρες μετά την επικύρωση της Σύμβασης ΔΘ από το Ελληνικό Κοινοβούλιο (31-5-95) με το οποίο εκχωρεί στην τουρκική κυβέρνηση όλες τις αρμοδιότητες συμπεριλαμβανομένων και των στρατιωτικών, για την διατήρηση και υπεράσπιση των ζωτικών συμφερόντων της Τουρκίας. Βλ. ακόμη άρθρο 2, Ν.2321/1995 (ΦΕΚ Α΄ 136/1995).
[38] Βλ. άρθρο 15 της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923.
[39] Επιπλέον, η ελληνική κυριαρχία επί των Ιμίων επιβεβαιώνεται με την Ιταλο-τουρκική Συμφωνία του Ιανουαρίου 1932
[40] Βλ. άρθρο 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων, 1947.
[41] Βλ. το Σχέδιο των Παρισίων του 1952 και το Σχέδιο της Γενεύης του 1958.
[42] Βλ. άρθρο 1 της Σύμβασης του Σικάγου.
[43] Βλ. άρθρα 9, 10, 11 της Σύμβασης του Σικάγου.
[44] Βλ. άρθρο 3 Παραρτήματος 2 της Σύμβασης.
[45] Βλ Παραρτήματα 2 και 11 της Σύμβασης.
[46] Βλ. Α. Γιόκαρη, «Ο Ελληνικός εναέριος χώρος και το FIR Αθηνών. Οι επιπτώσεις από τη Νέα Σύμβαση των Η.Ε. (1982) για το δίκαιο της θάλασσας», από τα Πρακτικά Συμποσίου στην Ρόδο (4-6 Νοεμβρίου 1994) με θέμα Το Αιγαίο Πέλαγος και το Νέο Δίκαιο της Θάλασσας, 1996, σελ. 67 και Βλ. επ. του ιδίου Οι δικαιοδοσίες του παρακτίου κράτους στον εναέριο χώρο, εθνικό και διεθνή (το διεθνές νομικό καθεστώς των περιοχών FIR), Αθήνα, 1991.
[47] Βλ. Α. Γιόκαρη, ό.π.
[48] Την Σαμοθράκη, την Λήμνο, τη Μυτιλήνη, τον Άγιο Ευστράτιο, τα Ψαρά, τα Αντίψαρα, την Χίο, την Ικαρία και όλη την περιοχή των Δωδεκανήσων.
[49] Την περίοδο 1974 – 1980 τα αεροπλάνα κατευθύνονταν στην Τουρκία είτε μέσω Βουλγαρίας είτε νότιας Μεσογείου, γεγονός που μείωσε δραματικά τον αριθμό πτήσεων προς την Τουρκία επιφέροντας σοβαρά πλήγματα στην οικονομία της.
[50] Βλ. άρθρο 15, Σύμβασης ΔΘ. Βλ. International Maritime Boundaries, Vol. II, Edited by J.I. Charney & L.M. Alexander, Martinus Nijhoff Publishers, 1993, σελ. 1681-1691.
[51] Βλ. Π. Κονδύλη, Θεωρία του Πολέμου, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1998, σσ. 408-9.
ForeignAffairs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου