Ο Νουριέλ Ρουμπινί φέρεται να είπε, στην εκδήλωση που διοργανώθηκε από την εταιρεία συμβούλων επιχειρήσεων Better Business Bureau, ότι «η έξοδος από το ευρώ είναι η μόνη λύση για την ελληνική οικονομία». Και φαντάζομαι ότι με αυτό τον τρόπο απάντησε σε εκείνους που αναζητούν διαρκώς λύσεις κατόπιν εορτής. Είναι μια έντιμη επιστημονικά άποψη που σχηματίζεται από την μελέτη της υπόθεσης έτσι όπως την αρθρώνει η τρόικα και επιχειρεί να την εξειδικεύσει με σειρά αντιλαϊκών μέτρων η κυβέρνηση.
Η απολύτως ορθή διατύπωση θα ήταν, όμως: η έξοδος από το ευρώ θα είναι σε λίγο η μόνη λύση για την ελληνική οικονομία, έτσι που το πάτε. Με δυο κουβέντες ο άνθρωπος έρχεται στα λόγια μας. Αφού ο Γιώργος Παπανδρέου και οι σύμβουλοί του δεν επέλεξαν να περιορίσουν την διαχείριση της ελληνικής δημοσιονομικής κρίσης στο κλειστό σύστημα λήψης αποφάσεων εντός της ΕΕ, αλλά αποφάσισαν να διεθνοποιήσουν την υπόθεση, προκαλώντας με βεβαιότητα κρίση δανεισμού, δεν είχαν καμία άλλη επιλογή παρά να απαιτήσουν αναδιάρθρωσης του χρέους, στο πλαίσιο ένταξης της χώρας σε οποιονδήποτε ευρωπαϊκό μηχανισμό. Μόνον έτσι θα υπήρχε ελπίδα, μέσω ενός σχεδίου μεταρρυθμίσεων, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε να οδηγεί σε ύφεση, να διατηρηθεί η χώρα εντός της ευρωζώνης. Δεν το έπραξαν όμως. Ούτε καν το υπαινίχθηκαν. Το αντίθετο, το εξόρκισαν! Δεν ήταν στα σχέδια του ΔΝΤ και ούτε εξυπηρετούσε το καθεστώς. Πως θα έπραττε ο Γιώργος τα αντίθετα από αυτά που διακήρυσσε προεκλογικά, δίχως την απειλή άμεσης πτώχευσης προς τους Έλληνες; Πως θα έμπαινε το ΔΝΤ στην ευρωζώνη; Δεν θα είχαμε political correct φτωχοποίηση!
Τώρα πλέον δεν υπάρχουν αντικειμενικά, οικονομικά μέσα ικανά να εξυπηρετήσουν αυτόν τον στόχο: την παραμονή μας στη ζώνη του ευρώ. Ασφαλώς υπάρχουν πολιτικά, αλλά τούτα διαμορφώνονται ως αποτέλεσμα των σχέσεων και των συμφερόντων των παραγόντων που εμπλέκονται αποφασιστικά στην διεθνοποιημένη πλέον ελληνική κρίση (ΕΕ, Γερμανία, τραπεζικό σύστημα, χρηματοπιστωτική ελίτ, ΗΠΑ). Άρα, η Ελλάδα με τις κινήσεις Παπανδρέου βγήκε έξω από το παιχνίδι. Ακύρωσε κάθε δυνατότητα αυτόνομης δράσης και διαπραγμάτευσης της χώρας. Αυτό αποτελεί μια οδυνηρή εξέλιξη, για την αποφυγή της οποίας κάναμε ότι μπορούσαμε κάμποσοι άνθρωποι μέσω κυρίως του διαδικτύου.
Αυτό που θα πρέπει να συνειδητοποιηθεί από όλους είναι ότι δεν είναι η βούληση κάποιων ευρωσκεπτικιστών που οδηγεί την χώρα εκτός ευρωζώνης -διατηρώντας την μάλιστα μόνον μετά από απαραίτητη ειδική ρύθμιση εντός της ΕΕ - αλλά αποκλειστικά η στρατηγική που ακολούθησε η κυβέρνηση, υποστηριζόμενη με πάθος από το καθεστώς, τον κ. Καρατζαφέρη και την κα Μπακογιάννη. Και εγώ πριν από λίγο καιρό απάντησα σε επίμονες ερωτήσεις φίλων αναγνωστών όπως ακριβώς σήμερα ο Ρουμπινί, αφού όμως προηγουμένως εξάντλησα κάθε δυνατότητα που προσφέρει ο λόγος (μου) για να περιοριστεί η κρίση στα δύο προηγούμενα στάδια: (1) αποφυγή μετεξέλιξης της δημοσιονομικής κρίσης σε κρίση δανεισμού, (2) απειλή για μη αναγνώριση μεγάλου μέρους του χρέους σε περίπτωση άρνησης των τραπεζιτών να συναινέσουν σε σοβαρή απομείωση του και στην έκδοση νέων ομολόγων του ελληνικού δημοσίου που θα αντικαθιστούσαν τα υπάρχοντα, περιλαμβάνοντας ευνοϊκότερους όρους εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών μας. Μετά το τελευταίο στάδιο θα μπορούσε η χώρα να δεχτεί την ένταξή της σε κάποιον διαφορετικό ασφαλώς μηχανισμό, ώστε να επανακτηθεί η εμπιστοσύνη των αγορών και να ηρεμήσει η χώρα από την έντονη πίεσή τους. Παράλληλα θα ήταν εύλογη η παρέμβαση της ΕΚΤ για να αποκλιμακωθούν οι πιέσεις στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ενώ μάλλον πιο εύκολα θα πείθονταν οι Γερμανοί για την περιορισμένη έκδοση ευρωομολόγων. Αυτή θα ήταν μια μετριοπαθής πορεία την οποία έπρεπε να ακολουθήσει η κυβέρνηση αν ήθελε να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της ελληνικής κοινωνίας. Αντ’ αυτής όμως «το έπαιξε» έξαλλη!
Οι «εξαλλοσύνες» του καθεστώτος, που μάλιστα εμφανίζονται ως συνετές και μετρημένες επιλογές, οδήγησαν σε σύγκρουση με τους κεντροευρωπαίους και σε διάσταση το ΔΝΤ με την Γερμανία και άλλους αποφασιστικούς παράγοντες εντός της ΕΕ. Το αποτέλεσμα είναι η Ελλάδα να βρίσκεται πλέον καταρρακωμένη στην γωνία της ΕΕ, εκλιπαρώντας για την υποστήριξη των αγορών δια του ΔΝΤ, καθώς και των κυβερνήσεων των ΗΠΑ και της Γαλλίας. Δεν θεωρώ ότι η γερμανική κυβέρνηση χειρίστηκε καλά την υπόθεση. Απερίγραπτοι υπήρξαν και αυτοί, αλλά είναι αλήθεια ότι ο Γιώργος Παπανδρέου με τους διεθνείς συμβούλους του και τα πολιτικο-οικονομικά κέντρα που τον θεωρούν «άνθρωπό τους στην Αθήνα» έκανε ότι μπορούσε για να φτάσουμε σε αυτήν τη μορφή λανθάνουσας διένεξης, που εξασθενεί πολιτικά ακόμη περισσότερο την ελληνική θέση.
Έτσι καταλήξαμε να κουβεντιάζουμε το μέχρι χθες «αποκρουστικό» σενάριο: την έξοδο μας από την ευρωζώνη, το οποίο σε λίγο θα φαντάζει λυτρωτικό αν συνδυαστεί με άρνηση του δημόσιου χρέους, ασφαλώς. Μεταξύ αυτού, όμως, και του σημερινού αδιεξόδου με το πρόγραμμα της τρόικας υπάρχουν και άλλα πολλά σενάρια, τα οποία το καθεστώς μπορεί να εμφανίσει πάλι ως «αναγκαίες λύσεις για να μην υπάρξουν συσσίτια στους δρόμους». Δεν θέλω να αναφέρω κάποια από αυτά. Οι άπληστοι εγχώριοι πολιτικοί, νταβάδες και μαυραγορίτες που προσπαθούν να εμφανιστούν ως σοβαροί τραπεζίτες τα γνωρίζουν και τα ερευνούν διεξοδικώς. Δεν ωφελεί να τους κάνουμε «σοφότερους», ούτε να «συνηθίσουμε» την κοινή γνώμη σε νέες ιδέες που θα βαθαίνουν και επεκτείνουν την φτωχοποίηση των δύο-τρίτων της κοινωνίας.
Τελικά την πατήσαμε! Αναφερόμενοι σε σενάρια απειλών, εξαιτίας των πολιτικών επιλόγων της κυβέρνησης, αντικειμενικά βοηθήσαμε στο να εξοικειωθεί η κοινωνία με αυτά. Κάναμε τη ζωή πιο εύκολη στους κυβερνώντες, στο βαθμό που ο ελληνικός λαός δεν ήταν έτοιμος να αντιδράσει μαζικά εν όψει αυτών. Τα έχει αυτά ο ακτιβισμός, όπως και η εκλαΐκευση επιστημονικών υποθέσεων, αν δεν συνοδεύονται από κάποια μεταπολιτευτική στρατηγική. Ιδού γιατί επισημαίνουμε διαρκώς την ανάγκη εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης, θεωρώντας κρίσιμη την στήριξη σύσσωμης της αριστεράς πέραν όλων των άλλων προοδευτικών, μη-νεοφιλελεύθερων δυνάμεων, ώστε η εκτίμηση των απειλών να συνοδεύεται και από κοινωνική, πολιτική παρέμβαση με όρους διακυβέρνησης.
Σήμερα έρχομαι να προτείνω να συγκροτηθεί αμέσως μια Επιτροπή Ελέγχου του Δημόσιου και Ιδιωτικού Χρέους της χώρας από Έλληνες ειδικούς που βρίσκονται έξω από οποιαδήποτε κομματική επιρροή. Η επιτροπή αυτή θα πρέπει να αντλεί κύρος από τη βουλή με ανεπιφύλακτη υποστήριξη από όλα τα κόμματα και να λειτουργήσει αναφερόμενη στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, μετά από σχετική νομοθετική ρύθμιση. Θα πρέπει να εξοπλιστεί με την δυνατότητα να ελέγξει ανεμπόδιστα το ζήτημα του χρέους, χρησιμοποιώντας κατά περίπτωση και ξένους ειδικούς, καταλήγοντας μέσα σε ένα μήνα σε πόρισμα, το οποίο θα αποκαλύπτει την πραγματική κατάσταση του χαρτοφυλακίου του εξωτερικού μας χρέους. Αμέσως μετά να προκηρυχτούν εκλογές με κεντρικό ζήτημα την διαγραφή σημαντικού μέρους του χρέους και τις προτάσεις διακυβέρνησης στη βάση αυτής της στρατηγικής. Αυτό είναι πιθανό να οδηγήσει σε έξοδο από την ευρωζώνη, αλλά μπορεί και όχι. Είναι ζήτημα εσωτερικών πολιτικών συσχετισμών, έξυπνης διαπραγμάτευσης με τους εταίρους μας, των συσχετισμών στην ΕΕ και των σχέσεων που θα έχουν διαμορφωθεί μεταξύ ΕΚΤ και ΔΝΤ, της συγκυριακής κατάστασης στις αγορές κλπ. Αν ασφαλώς δεν ευδοκιμήσει αυτή η διαπραγμάτευση, τότε θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για αποχώρηση από την ευρωζώνη, εθνικοποιώντας ένα μέρος των αναπτυξιακών πηγών και του τραπεζικού τομέα με παράλληλη ίδρυση μιας Κεντρικής Τράπεζας που θα έχει τις αρμοδιότητες που ασκεί η Fed στις ΗΠΑ, απορροφώντας ασφαλώς μεταξύ άλλων και υπηρεσίες της σημερινής Τράπεζας της Ελλάδας και της «Στατιστικής».
Προφανώς, στο πλαίσιο αυτού του ενδεχομένου, δεν θα μπορούσαν να συμβάλλουν δημιουργικά οι δυνάμεις που υποστήριξαν το μνημόνιο. Αυτές θα πρέπει να τεθούν στο περιθώριο της πολιτικής ζωής από το εκλογικό σώμα, ώστε η αναγκαστική έξοδός μας από την ευρωζώνη, για την οποία θα είναι υπεύθυνες, να αποτελέσει αντικείμενο διαχείρισης από εκείνους που θα μπορούσαν να προσφέρουν στην ανοικοδόμηση της χώρας σε μια βάση αυτο-διακυβέρνησης με κριτήριο αυτήν τη φορά τα συμφέροντα των δύο-τρίτων της κοινωνίας και όχι των μεσαζόντων, των άπληστων χρηματιστών, νταβάδων και τραπεζιτών.
Σε κάθε περίπτωση η έξοδος από την ευρωζώνη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η καλύτερη επιλογή για τον λαό, μόνον υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Κακώς μπήκαμε σε αυτή την περιπέτεια της νομισματικής ένωσης απροετοίμαστοι και εν πολλοίς δίχως ρεαλιστικό συμφέρον για ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας. Δεν θεωρώ όμως πως πρέπει να αποχωρήσουμε, δίχως προηγουμένως να εξαντλήσουμε κάθε δυνατότητα εντός της ΕΕ. Θα αποτελούσε τραγωδία να πληρώσει ο ελληνικός λαός δυο φορές το μάρμαρο του «ευρώ»! Θα είναι όμως μια λύση σωτηρίας της χώρας, εάν το καθεστώς φέρει τα πράγματα σε αδιέξοδο. Και σήμερα μοιάζει να είμαστε πολύ κοντά στο αδιέξοδο με τις επιλογές της κυβέρνησης και την στρατηγική της τρόικας. Έτσι σίγουρα δεν..πάει! Ή μάλλον «πάει» εκεί που εκτιμά ο Ρουμπινί. Πάντως, μόνον με αριστερή-προοδευτική κυβέρνηση η έξοδός μας από την ευρωζώνη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μια καλή λύση στο αδιέξοδο. Σε άλλη περίπτωση θα ήταν μια δοκιμασία, δίχως χαρακτηριστικά ουσιαστικής μεταπολίτευσης. Άρα, μια νέα περιπέτεια δίχως νέα ελπίδα, όραμα και διάθεση για δημιουργική υπέρβαση του καθεστώτος.
Απομάκρυνση από το ευρώ, δίχως απόλυτη ανατροπή του καθεστώτος και πραγματική (ουσιαστική) επανίδρυση του κράτους σε μια δημοκρατικότερη, ασφαλώς μη πελατειακή βάση με συγκεκριμένο αναπτυξιακό σχέδιο, δεν θα ήθελα να φανταστώ. Δεν γνωρίζω αν η «φαντασία» του Νουριέλ Ρουμπινί μπορεί να το συλλάβει!
Article Author: Δημήτρης Γιαννακόπουλος, διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου