Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2010

Η αναγέννηση του Γκόρντον Γκέκο

Του Νούριελ Ρουμπίνι -Στην ταινία ‘Γουόλ Στριτ’ του 1987 ο χαρακτήρας Γκόρντον Γκέκο διατύπωνε τη διάσημη ρήση: «Η απληστία είναι καλή». Το πιστεύω του έγινε το ήθος μιας δεκαετίας εταιρικών και χρηματοπιστωτικών υπερβολών που κατέληξαν στην μεγάλη κατάρρευση της αγοράς των ομολόγων – ‘σκουπιδιών’ και στην κρίση των αμερικανικών περιφερειακών ταμιευτηρίων της ύστερης δεκαετίας του 1980. Ο ίδιος ο Γκόρντον Γκέκο κατέληξε στη φυλακή.

Μια γενιά μετά, στο σίκουελ της ‘Γουόλ Στριτ’ - που θα βγει στις αίθουσες τον επόμενο μήνα - ο Γκόρντον Γκέκο βγαίνει από τη φυλακή και επιστρέφει στον χρηματοπιστωτικό κόσμο. Η επανεμφάνισή του συμπίπτει με το σκάσιμο της μεγάλης φούσκας που τροφοδοτήθηκε από την έκρηξη των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου και οδήγησε στην ισχυρότερη οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση του κόσμου μετά τη Μεγάλη Ύφεση. Η νοοτροπία «Η απληστία είναι καλή» αποτελεί τυπικό χαρακτηριστικό των χρηματοπιστωτικών κρίσεων. Αλλά ήταν άραγε οι διαχειριστές και οι τραπεζίτες του … έπους των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων πιο άπληστοι, πιο αλαζόνες και πιο ανήθικοι από τους διάφορους Γκέκος της δεκαετίας του 80; Όχι, γιατί η απληστία και η έλλειψη ηθικής αποτελούν τυπικό χαρακτηριστικό των χρηματοπιστωτικών αγορών ανά τις εποχές. Αυτές οι συμπεριφορές δεν πρόκειται να τιθασευτούν με τη διδασκαλία της ηθικής και των αξιών στις επιχειρηματικές σχολές, αλλά με την αλλαγή των κινήτρων που σήμερα ανταμείβουν τα βραχυπρόθεσμα κέρδη και κάνουν τους τραπεζίτες και τους διαχειριστές να αναλαμβάνουν υπερβολικούς κινδύνους.

Οι τραπεζίτες και οι διαχειριστές της τελευταίας κρίσης ανταποκρίθηκαν ορθολογικά στα υπάρχοντα σχήματα αμοιβών που τους επέτρεπαν να προχωρούν σε υψηλή μόχλευση και τους εξασφάλιζαν υψηλές αμοιβές, οι οποίες, εν τούτοις, εγγυώνταν σχεδόν με βεβαιότητα τη χρεοκοπία μεγάλου μέρους των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων κάπου προς το τέλος.

Για να αποφύγουμε τέτοιες υπερβολές δεν αρκεί η βελτίωση του εποπτικού συστήματος και των εποπτικών πρακτικών από μόνη της, κι αυτό για τρεις λόγους:

Ο πρώτος είναι ότι οι έξυπνοι και άπληστοι διαχειριστές και τραπεζίτες θα βρίσκουν πάντα τρόπους να παρακάμπτουν τους νέους κανόνες.

Ο δεύτερος ότι οι διευθύνοντες σύμβουλοι και τα διοικητικά συμβούλια των χρηματοπιστωτικών εταιριών - πέρα από τις εποπτικές αρχές - δεν μπορούν να ελέγξουν αποτελεσματικά τους κινδύνους και τις συμπεριφορές των χιλιάδων επιμέρους κέντρων παραγωγής κέρδους και ζημίας σε μια εταιρεία, όσο μπορεί να το κάνει ο κάθε διαχειριστής και τραπεζίτης στον τομέα του.

Ο τρίτος είναι ότι οι CEO και τα ΔΣ υπόκεινται κι αυτά σε μείζονες συγκρούσεις συμφερόντων γιατί δεν αντιπροσωπεύουν τα πραγματικά συμφέροντα των μετόχων.

Κατά συνέπεια, κάθε μεταρρύθμιση του εποπτικού συστήματος και των εποπτικών πρακτικών δεν πρόκειται να θέσει υπό έλεγχο τα φαινόμενα φούσκας και τις υπερβολές, εκτός κι αν αλλάξουν παράλληλα άλλες βασικές όψεις του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Καταρχήν, θα πρέπει να αλλάξουν ριζικά τα σχήματα στελεχικών αμοιβών με απόφαση των εποπτικών αρχών, κι αυτό γιατί οι ίδιες οι τράπεζες δεν πρόκειται να το κάνουν φοβούμενες μήπως χάσουν ταλέντα προς όφελος των ανταγωνιστών τους. Πρωτίστως πρέπει να αντικατασταθούν τα σχήματα ανταμοιβών που βασίζονται στα βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα με σχήματα αμοιβών που βασίζονται σε μεσοπρόθεσμα αποτελέσματα των επικίνδυνων συναλλαγών και επενδύσεων.

Δεύτερον, υπήρξε μεγάλο λάθος η ακύρωση του νόμου Glass-Steagall, που διαχώρισε την εμπορική από την επενδυτική τραπεζική. Το παλαιό μοντέλο των ιδιωτικών εταιριών – όπου οι εταίροι είχαν κίνητρο να παρακολουθούν ο ένας τον άλλον για να αποφεύγουν τις επικίνδυνες επενδύσεις – έδωσε τη θέση του σε ένα μοντέλο δημοσίων εταιρειών που ανταγωνίζονταν επιθετικά μεταξύ τους και εμπορικών τραπεζών που ενίσχυαν όλο και περισσότερο την κερδοφορία τους, γεγονός που επιτυγχάνεται μόνο με αστόχαστα επίπεδα μόχλευσης.

Κατ’ αναλογία, η μετάβαση από ένα μοντέλο δανεισμού «χορηγώ και κρατώ» σε ένα μοντέλο δανεισμού «χορηγώ και διανέμω» στη βάση των τιτλοποιήσεων, οδήγησε σε μεγάλη διασπορά του κινδύνου. Σε αυτό το μοντέλο δεν απειλείται κανείς εκτός από τον τελευταίο παίκτη της αλυσίδας των τιτλοποιήσεων που εκτίθεται στον τελικό πιστωτικό κίνδυνο. Οι υπόλοιποι απλά σωρεύουν υψηλές αμοιβές και προμήθειες.

Τρίτον, οι χρηματοπιστωτικές αγορές και οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες έχουν μετατραπεί σε γόρδιο δεσμό αντικρουόμενων συμφερόντων, που με κάποιο τρόπο πρέπει να λυθεί. Αυτές οι συγκρούσεις συμφερόντων είναι ενσωματωμένες στο ίδιο το μοντέλο, επειδή οι εταιρείες που κάνουν επενδυτική τραπεζική, εμπορική τραπεζική, συναλλαγές για λογαριασμό τους, συναλλαγές για άλλους στην αγορά, ασφαλίσεις, διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, δραστηριότητες hedge funds και άλλες υπηρεσίες βρίσκονται σε όλες τις πλευρές της κάθε συμφωνίας (η πρόσφατη ιστορία της Goldman Sachs ήταν απλά η κορυφή του παγόβουνου).

Πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε το μεγάλο πρόβλημα των εντολοδόχων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Οι εντολείς (όπως οι μέτοχοι) δεν μπορούν να εποπτεύσουν με το σωστό τρόπο τις ενέργειες των εντολοδόχων (CEO, διαχειριστές, traders, τραπεζίτες), οι οποίοι κινούνται για να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα. Το πρόβλημα έχει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις επειδή δεν έγκειται μόνο ότι οι μακροχρόνιοι μέτοχοι παγιδεύονται από τους βραχυπρόθεσμους εντολοδόχους. Ακόμα και σε ό,τι αφορά το ρόλο των μετοχών μπορεί να διακρίνουμε τέτοια προβλήματα. Για παράδειγμα, σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δεν έχουν επαρκή κεφάλαια, οι μέτοχοι δεν διακυβεύουν σημαντικά δικά τους κεφάλαια, έτσι μπορεί και αυτοί να ωθούν τους CEO και τους τραπεζίτες να αναλαμβάνουν πολλούς κινδύνους και να προχωρούν σε υψηλή μόχλευση, επειδή δεν διακυβεύεται δική τους περιουσία.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης το πρόβλημα που ανακύπτει από το ότι οι τελικοί μέτοχοι – οι ιδιώτες μέτοχοι – δεν ελέγχουν ευθέως τα ΔΣ και τους CEO. Οι μέτοχοι αυτοί αντιπροσωπεύονται από τους θεσμικούς επενδυτές (συνταξιοδοτικά ταμεία κ.τ.λ.), των οποίων όμως τα συμφέροντα, η ατζέντα και οι οικείες σχέσεις συχνά τους οδηγούν να ευθυγραμμίζονται περισσότερο με τους διευθύνοντες συμβούλους και τους διαχειριστές των εταιριών. Κατά συνέπεια, οι επαναλαμβανόμενες χρηματοπιστωτικές κρίσεις αποτελούν και μια επίπτωση της αποτυχίας του συστήματος εταιρικής διακυβέρνησης.

Τέταρτον, η απληστία δεν ελέγχεται με εκκλήσεις στην ηθική και τις αξίες. Η απληστία τιθασεύεται με το φόβο για ζημίες, που απορρέει από τη γνώση ότι δεν θα υπάρξει καμιά διάσωση για τα άστοχα ιδρύματα και τους άστοχους παράγοντες της αγοράς. Τα συστηματικά εγχειρήματα διάσωσης της τελευταίας κρίσης – όσο αναγκαία και αν ήσαν για να αποφύγουμε την παγκόσμια οικονομική κατάρρευση – επιδείνωσαν αυτό το πρόβλημα του ηθικού κινδύνου. Όχι μόνο διασώθηκαν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα συστημικού μεγέθους, αλλά η στρέβλωση έγινε ακόμα μεγαλύτερη επειδή τα ιδρύματα αυτά έγιναν – μέσω των συγχωνεύσεων στον χρηματοπιστωτικό τομέα – ακόμα μεγαλύτερα. Αλλά αν ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα είναι πολύ μεγάλο για να αφεθεί σε πτώχευση, είναι απλά πολύ μεγάλο και πρέπει να σπάσει σε κομμάτια.

Αν δεν προχωρήσουμε σε αυτές τις δραστικές μεταρρυθμίσεις, θα εμφανιστούν νέοι Γκόρντον Γκέκος – όπως επίσης και Τσαρλς Πόντζι. Για κάθε τιμωρημένο και ξαναγεννημένο Γκέκο – όπως είναι ο Γκέκο στη νέα ‘Γουόλ Στριτ’ - θα εμφανιστούν χιλιάδες Γκέκος ακόμη πιο άπληστοι και ανήθικοι.

ΠΗΓΗ:sofokleous10.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου