Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Φτωχές παραμένουν οι επιδόσεις της Ελλάδας στο μέτωπο της φορολογικής ανταγωνιστικότητας, το οποίο και κρίνεται καθοριστικής σημασίας για την προσέλκυση επενδύσεων, αλλά και την τόνωση κατανάλωσης και ανάπτυξης.
Στη σχετική κατάταξη του ΟΟΣΑ (παρουσιάζεται στην Ελλάδα από το ΚΕΦίΜ), η χώρα μας είναι
29η μεταξύ 37 κρατών, έχοντας διατηρήσει τη θέση που είχε και το περυσινό έτος.Η θέση αυτή αφορά στη φορολογία των επιχειρήσεων τους φόρους φυσικών προσώπων, τους φόρους κατανάλωσης, τους φόρους ιδιοκτησίας, και τους φόρους κερδών που παράγονται στο εξωτερικό (κανόνες διεθνούς φορολόγησης).
Στις περισσότερες από αυτές τις κατηγορίες η Ελλάδα κατατάσσεται στους ουραγούς. Εκτός από μία. Τους φόρους των φυσικών προσώπων όπου βρίσκεται στην 10η θέση (από 8η θέση πέρυσι) μεταξύ 37 χωρών.
Θα ρωτούσε εύλογα κάποιος πως είναι δυνατόν η Ελλάδα να τα πηγαίνει τόσο καλά όταν ο ανώτατος φορολογικός ανέρχεται στο 45%, επιβάλλεται εισφορά αλληλεγγύης (το 2021 μόνο στους δημοσίους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους), ενώ οι ασφαλιστικές εισφορές είναι παρά τη μείωση τους ακόμα τσουχτερές. Η απάντηση όμως είναι απλή.
Η 8η θέση δεν αφορά μόνο τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές. Αφορά την πολυπλοκότητα των φόρων των φυσικών προσώπων αλλά και το ύψος των συντελεστών από κεφαλαιουχικά κέρδη και μερίσματα. Στις δύο τελευταίες κατηγορίας τα πάμε εξαιρετικά.
Στον φετινό Δείκτη, επισημαίνονται οι εξής αδυναμίες του φορολογικού συστήματος της Ελλάδας:
● Οι εταιρείες αντιμετωπίζουν αυστηρούς περιορισμούς ως προς τα ποσά των καθαρών ζημιών χρήσης με τα οποία μπορούν να αντισταθμίσουν μελλοντικά κέρδη. Επίσης, δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ζημιές για να μειώσουν προηγούμενο φορολογητέο εισόδημα.
● Η Ελλάδα έχει έναν σχετικά περιορισμένο αριθμό φορολογικών συμβάσεων (57 συμβάσεις έναντι 75 του μέσου όρου του ΟΟΣΑ).
● Η χώρα μας έχει έναν από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στον ΟΟΣΑ (24%) με μία από τις πιο περιορισμένες φορολογικές βάσεις.
Μεταξύ των θετικών σημείων του ελληνικού φορολογικού συστήματος από την άλλη, οι συγγραφείς της έρευνας ξεχωρίζουν τα εξής:
● Ο καθαρός φορολογικός συντελεστής φυσικών προσώπων επί μερισμάτων, στο 5% είναι σημαντικά κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (24,1%).
● Η πολυπλοκότητα του φόρου επί της εργασίας είναι χαμηλότερη από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.
● Οι κανονισμοί Ελεγχόμενων Αλλοδαπών Εταιρειών στην Ελλάδα είναι μετριοπαθείς και εφαρμόζονται μόνο στο παθητικό εισόδημα.
Ανάμεσα σε άλλες αξιοσημείωτες αλλαγές σε σχέση με την περσινή χρονιά η Ελλάδα μείωσε τον φορολογικό συντελεστή εταιρικού εισοδήματος από το 24% το 2020 στο 22% το 2021, επεκτείνοντας τις φορολογικές επιδοτήσεις για έρευνα και ανάπτυξη και μειώνοντας ελάχιστα τον ανώτατο θεσμοθετημένο φορολογικό συντελεστή ατομικού εισοδήματος.
Για έβδομη συνεχόμενη χρονιά, η χώρα με τον υψηλότερα βαθμολογούμενο φορολογικό κώδικα στον ΟΟΣΑ είναι η Εσθονία (1η). Οι χώρες ανάμεσα στις οποίες βρέθηκε η χώρα μας στη φετινή κατάταξη είναι η Δανία (28η) και η Ισπανία (30η), με την Πορτογαλία στην 34η θέση και τελευταία χώρα του Δείκτη την Ιταλία (37η).
Ο Εκτελεστικός Διευθυντής του ΚΕΦίΜ Νίκος Ρώμπαπας έκανε την ακόλουθη δήλωση:
"Παρά τη σημαντική μείωση των φορολογικών βαρών, η χώρα μας δεν σημείωσε αντίστοιχη βελτίωση στον Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι πολλές χώρες του ΟΟΣΑ προχώρησαν σε αντίστοιχα μέτρα για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, στο ότι ο Δείκτης αντιμετωπίζει αρνητικά την παροχή στοχευμένων φορολογικών κινήτρων υπό τη λογική ότι περιορίζουν την ουδετερότητα και αυξάνουν την πολυπλοκότητα του φορολογικού συστήματος, αλλά και στο ότι ένα τμήμα των δεδομένων, όπως το ύψος του ΕΝΦΙΑ, με βάση τα οποία υπολογίζεται ο Δείκτης συλλέγονται από δευτερογενείς πηγές και συνεπώς αφορούν προηγούμενα έτη".
"Ο ανταγωνισμός είναι αυτός που καθοδηγεί την καινοτομία, τις επενδύσεις και τελικά τους μισθούς. Είναι ζωτικής σημασίας λοιπόν να γνωρίζουμε πού βρίσκονται οι χώρες σήμερα καθώς οι συζητήσεις στην παγκόσμια σκηνή προχωρούν" σημείωσε από τη δική του πλευρά ο Αντιπρόεδρος Διεθνών Προγραμμάτων του Tax Foundation και βασικός συγγραφέας του Δείκτη, Daniel Bunn.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου