Η Ελληνική Ένωση Τραπεζών είχε προτείνει τρία μέτρα για τη διευκόλυνση των συναλλαγών των ιδιωτών, τα οποία μπαίνουν στο συρτάρι με... άνωθεν εντολές:
1. Μετρητά που δεν αναλήφθηκαν κάποια ημέρα ή ημέρες να μπορούν να αναληφθούν σωρευτικά έως του ποσού των δυο χιλιάδων (2.000) ευρώ σε χρονικό διάστημα ενός ημερολογιακού μήνα (από 840 ευρώ ανά δυο εβδομάδες που ισχύει σήμερα).
2. Να επιτραπεί: α) να ανοίγονται νέοι λογαριασμοί όψεως ή καταθετικοί και να προστίθενται συνδικαιούχοι στους ήδη υφιστάμενους ακόμα και εάν δημιουργείται νέος κωδικός πελάτη (Customer ID) από την τράπεζα, και β) να ενεργοποιούνται αδρανείς, κατά την έννοια του Ν. 4151/2013 (Α΄ 103), λογαριασμοί.
3. Να επιτραπεί η ανάληψη μετρητών έως ποσοστού του 60% συνολικά (από 30% σήμερα) από χρηματικά ποσά τα οποία, μετά την έναρξη ισχύος της σχετικής τροποποίησης, θα πιστώνονται με μεταφορά πίστωσης από τράπεζα που λειτουργεί στο εξωτερικό, σε τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων νομικών και φυσικών προσώπων.
Αποθησαυρίζουμε μετρητά
Η μεγάλη αύξηση του νομίσματος σε κυκλοφορία είναι ασφαλώς προϊόν της κρίσης, που οδήγησε τους καταθέτες να αποσύρουν μεγάλα ποσά μετρητών από τις τράπεζες και να τα κρατήσουν στα σπίτια τους. Αυτά τα χρήματα θα πρέπει να επιστρέψουν σε μεγάλο βαθμό, για να κριθεί από την Φραγκφούρτη ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα λειτουργεί με σχετική ασφάλεια και μπορεί να πορευθεί χωρίς περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων.
Ανησυχητική εξέλιξη
Όμως, αυτός ο κρίσιμος δείκτης για την άσκηση πολιτικής σε σχέση με τα capital control αντί να βελτιώνεται, επιδεινώνεται! Τον Μάιο του 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το νόμισμα σε κυκλοφορία έφθανε τα 29,926 δισ. ευρώ, ακολουθώντας σταθερή πορεία αύξησης από το τέλος Ιανουαρίου, όταν είχε μειωθεί σε 29,474 δισ. ευρώ.
Στο τέλος του 2015, πρώτου χρόνου ισχύος των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, τα μετρητά σε κυκλοφορία ήταν 28,972 δισ. ευρώ, ενώ στο τέλος του 2016 είχαν αυξηθεί κατά 957 εκατ. ευρώ και έφθαναν τα 29,929 δισ. ευρώ.
Προφανώς, αυτή η συνεχής αύξηση αντανακλά ένα διαρθρωτικό πρόβλημα εμπιστοσύνης των πολιτών στο τραπεζικό σύστημα και την οικονομία εν γένει. Αν η αποθησαύριση μετρητών δεν σταματήσει, η έξοδος από τα capital control θα γίνει πολύ δύσκολη, τονίζουν τραπεζικά στελέχη.
Για να αντιληφθεί κανείς τη σοβαρότητα του προβλήματος, θα πρέπει να εξετάσει τη σχέση χαρτονομίσματος σε κυκλοφορία και Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος.
Στην Ελλάδα, με τα σημερινά δεδομένα (ΑΕΠ περίπου 180 δισ. ευρώ και χαρτονόμισμα σχεδόν 30 δισ. ευρώ), τα μετρητά αντιστοιχούν σε ποσοστό της τάξεως του 16,5% του ΑΕΠ!
Σε κανονικές συνθήκες, το 2007, τα μετρητά ήταν 16,2 δισ. ευρώ και, λόγω του υψηλότερου, τότε, ΑΕΠ αντιστοιχούσαν σε ποσοστό περίπου 6% του μεγέθους της οικονομίας.
Τέτοια ποσοστά συναντά κανείς μόνο σε αναπτυσσόμενες οικονομίες: στην Ινδία, όπου άρχισε «βίαιη» κατάργηση των μετρητών η κυβέρνηση, το ποσοστό ήταν 12%, δηλαδή χαμηλότερο από το ελληνικό.
Σειρά αναπτυσσόμενων οικονομιών (Βραζιλία, Μεξικό, Νότια Αφρική) έχουν μονοψήφια ποσοστά, ενώ μόνο η Αίγυπτος, που λειτουργεί σε ακραίες συνθήκες πολιτικής/οικονομικής κρίσης, εφαρμόζοντας πρόγραμμα του ΔΝΤ, έχει υψηλότερο ποσοστό χαρτονομίσματος σε κυκλοφορία/ΑΕΠ από την Ελλάδα 29,3%.
Πλαφόν στις συναλλαγές
Για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της αποθησαύρισης μετρητών, οι τραπεζίτες έχουν προτείνει στην κυβέρνηση δραστικά μέτρα, που δεν σχετίζονται με το πλαίσιο των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, αλλά με την απαγόρευση των μετρητών στις καθημερινές συναλλαγές.
Ειδικότερα, το βασικό μέτρο αυτής της κατηγορίας, που όμως είναι ιδιαίτερα αντιδημοφιλές και η κυβέρνηση θα προτιμούσε να το αποφύγει, είναι να μειωθεί κι άλλο το ανώτατο όριο συναλλαγών που επιτρέπεται να εξοφλούνται μετρητοίς.
Σήμερα, το όριο έχει τεθεί στα 1.500 ευρώ, αλλά οι τραπεζίτες έχουν προτείνει από τον Απρίλιο να μειωθεί δραστικά, στα 500 ευρώ ή και χαμηλότερα.
απο το sofokleousin.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου