απο τον
Η κυβέρνηση πρέπει να διευρύνει τη συνεργασία της Ελλάδας με τη Ρωσία και με την Κίνα, χωρίς να έλθει σε σύγκρουση με την Ευρώπη, καθώς επίσης με τις Η.Π.Α. – επιμένοντας σε μία δίκαιη απαίτηση, στη διαγραφή χρέους και συμβιβαζόμενη στα υπόλοιπα
Το πρόβλημα που είχε μέχρι σήμερα η πολιτική στην Ελλάδα, εκτός από τη διαφθορά, ήταν η «υπεξαίρεση» της εξουσίας από διάφορα κόμματα, με τη βοήθεια προεκλογικών δεσμεύσεων και
υποσχέσεων που δεν τηρούνταν ποτέ. Το σημερινό πρόβλημα είναι ακριβώς το αντίθετο: η έντιμη, πιστή τήρηση των προεκλογικών δεσμεύσεων από την κυβέρνηση, παρά το ότι η χώρα κινδυνεύει να οδηγηθεί στο χάος.
Στην προκειμένη περίπτωση οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ελλάδα οφείλονται στο ότι, έχει εκλεγεί μία κυβέρνηση, η οποία δεσμεύθηκε προεκλογικά με μία οικονομική και κοινωνική πολιτική (ανάλυση) που αδυνατεί να εφαρμόσει άμεσα – ενώ δεν είναι πρόθυμη να κάνει τον παραμικρό συμβιβασμό, φοβούμενη τους ψηφοφόρους της.
Εμείς είχαμε ανέκαθεν την άποψη πως η πολιτική των μνημονίων ήταν εντελώς εσφαλμένη, απόλυτα καταστροφική για την Ελλάδα, τεκμηριώνοντας το με κάθε λεπτομέρεια (ανάλυση). Από την άλλη πλευρά οι Έλληνες, με κριτήριο τις δημοσκοπήσεις, τάσσονται υπέρ ενός έντιμου συμβιβασμού, έτσι ώστε να μην διακινδυνεύσει η παραμονή τους στην Ευρωζώνη – ενώ η κυβέρνηση δεν φαίνεται διατεθειμένη να φτάσει στα άκρα, απαιτώντας μία ριζική λύση, με εναλλακτική τη χρεοκοπία (ανάλυση).
Ο έντιμος συμβιβασμός όμως σημαίνει πως θα πρέπει να υπάρξουν παραχωρήσεις «ένθεν κακείθεν» – οι οποίες να εξασφαλίζουν αφενός μεν τη βιωσιμότητα της χώρας μας, αφετέρου τις όποιες δίκαιες απαιτήσεις των δανειστών και εταίρων της ή, έστω, αυτές που θεωρούν ως δίκαιες, με κριτήριο τους δικούς τους εκλογείς.
Στα πλαίσια αυτά έχουμε την άποψη ότι, η κυβέρνηση θα έπρεπε να περιορίσει τις απαιτήσεις της σε μία και μοναδική: στην ονομαστική διαγραφή μέρους του χρέους (50%), με ρήτρα εξαγωγών για το υπόλοιπο, έτσι ώστε να μπορεί στο μέλλον να χρηματοδοτείται από τις αγορές, τουλάχιστον για τους αναπτυξιακούς της σχεδιασμούς. Όλοι γνωρίζουν πλέον πως η χώρα μας, μετά από έξι χρόνια ύφεσης, είναι αδύνατον να επιστρέψει σε ρυθμούς ανάπτυξης, χωρίς ξένη χρηματοδότηση – χωρίς ανάπτυξη δε, οι όποιες ελπίδες για το μέλλον είναι ουτοπικές.
Έναντι αυτού, οφείλει να εφαρμόσει όλα τα υπόλοιπα που απαιτούν οι δανειστές, έτσι όπως η ίδια τα έχει υπογράψει στις 20 Φεβρουαρίου του 2015, χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση – αντί να επιμένει στο ακριβώς αντίθετο, όπως συμπεραίνεται από την αναίρεση της απαίτησης για διαγραφή του χρέους προτού καν συζητηθεί, παράλληλα με την επιμονή της σε θέματα που είναι αδύνατον να συμφωνηθούν.
Άλλωστε, όπως συμβαίνει και στις επιχειρήσεις, προηγείται η εξυγίανση τους της αύξησης των αμοιβών του προσωπικού τους, της πρόσληψης νέων εργαζομένων κοκ. – αφού όλοι κατανοούν πως μία υπερχρεωμένη, ζημιογόνα εταιρεία είναι ουσιαστικά αναγκασμένη να μειώνει μισθούς και να μην προσλαμβάνει, έως ότου καταφέρει να αποφύγει τη χρεοκοπία, επιστρέφοντας στην κερδοφορία.
Η νομοθεσία δε της επιτρέπει να διαγράψει μέρος των χρεών της, όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο – καθώς επίσης να αναζητήσει νέους χρηματοδότες, για να μπορέσει να γίνει ξανά ανταγωνιστική.
Συνεχίζοντας, πολύ σωστά τοποθετείται η κυβέρνηση εναντίον μέτρων που προκαλούν ύφεση – όπως είναι ασφαλώς οι περαιτέρω μειώσεις των μισθών και των συντάξεων (αν και η Τρόικα αναφέρθηκε μόνο στις υψηλές συντάξεις, εάν δεν κάνουμε λάθος). Εν τούτοις, αυτό που κυριολεκτικά δυναμιτίζει την ανάπτυξη, αυτό που προκαλεί δηλαδή τη μεγαλύτερη ύφεση σε σύγκριση με όλα τα υπόλοιπα, δεν είναι άλλο από τη μειωμένη ρευστότητα – η οποία, παρά το ότι καταστρέφει κυριολεκτικά τη χώρα μας, δεν αντιμετωπίζεται καθόλου από τη κυβέρνηση.
Ειδικότερα, το πλέον σημαντικό όλων δεν είναι τόσο η αποφυγή της χρεοκοπίας, με νέα δανεικά (ποτέ δεν αποπληρώνονται τα χρέη με νέα χρέη), ή με τη μη εξόφληση των υποχρεώσεων του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, όσο η ρευστότητα στην οικονομία – η οποία έχει κυριολεκτικά «στραγγίξει».
Η εξασφάλιση της πληρωμής των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων με νέα δάνεια, όταν την ίδια στιγμή ο ιδιωτικός τομέας έχει παραλύσει, αδυνατώντας να πληρώσει τις οφειλές του, τους μισθούς του προσωπικού του ή να δώσει λύση στο πρόβλημα του 1,5 εκ. ανέργων, δεν οδηγεί πουθενά – αντίθετα, εντείνει την καταστροφή, χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον.
Από την άλλη πλευρά, όταν οι τράπεζες κινδυνεύουν να χρεοκοπήσουν, δανειζόμενες από το πρόγραμμα εκτάκτου ανάγκης της ΕΚΤ (ELA) για να μπορούν να ανταπεξέρχονται με τις συνεχείς αναλήψεις των καταθετών τους, μέσω των οποίων αυξάνονται συνεχώς οι εκροές κεφαλαίων προς το εξωτερικό (μεταγγίσεις αίματος για να είναι εφικτή η αιμορραγία, χωρίς να πεθάνει ο ασθενής – η πληγή του οποίου όμως επιδεινώνεται συνεχώς), δεν έχει κανένα νόημα η αποφυγή της χρεοκοπίας του δημοσίου.
Είναι δε αδύνατον να βρεθεί μία αντίστοιχου ύψους χρηματοδότηση από τρίτους, όσον αφορά το ελληνικό τραπεζικό σύστημα – τα δάνεια του οποίου από την ΕΚΤ ξεπερνούν πλέον τα 100 δις €.
Ακόμη λοιπόν και αν εξασφαλιζόταν ένα δάνειο από τη Ρωσία, από το λευκό ιππότη, όπως αποκαλείται ο κ. Putin, ο οποίος λέγεται πως θα προκαταβάλλει 5 δις € για την κατασκευή του αγωγού «Blue Stream» προς την Ευρώπη, μέσω της Τουρκίας (γράφημα), θα επρόκειτο για μία απλή ασπιρίνη σε έναν ετοιμοθάνατο ασθενή – η οποία θα επιμήκυνε τον επιθανάτιο ρόγχο του.
.
© Copyright 2015
απο το Analyst.gr.
Η κυβέρνηση πρέπει να διευρύνει τη συνεργασία της Ελλάδας με τη Ρωσία και με την Κίνα, χωρίς να έλθει σε σύγκρουση με την Ευρώπη, καθώς επίσης με τις Η.Π.Α. – επιμένοντας σε μία δίκαιη απαίτηση, στη διαγραφή χρέους και συμβιβαζόμενη στα υπόλοιπα
Το πρόβλημα που είχε μέχρι σήμερα η πολιτική στην Ελλάδα, εκτός από τη διαφθορά, ήταν η «υπεξαίρεση» της εξουσίας από διάφορα κόμματα, με τη βοήθεια προεκλογικών δεσμεύσεων και
υποσχέσεων που δεν τηρούνταν ποτέ. Το σημερινό πρόβλημα είναι ακριβώς το αντίθετο: η έντιμη, πιστή τήρηση των προεκλογικών δεσμεύσεων από την κυβέρνηση, παρά το ότι η χώρα κινδυνεύει να οδηγηθεί στο χάος.
Στην προκειμένη περίπτωση οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ελλάδα οφείλονται στο ότι, έχει εκλεγεί μία κυβέρνηση, η οποία δεσμεύθηκε προεκλογικά με μία οικονομική και κοινωνική πολιτική (ανάλυση) που αδυνατεί να εφαρμόσει άμεσα – ενώ δεν είναι πρόθυμη να κάνει τον παραμικρό συμβιβασμό, φοβούμενη τους ψηφοφόρους της.
Εμείς είχαμε ανέκαθεν την άποψη πως η πολιτική των μνημονίων ήταν εντελώς εσφαλμένη, απόλυτα καταστροφική για την Ελλάδα, τεκμηριώνοντας το με κάθε λεπτομέρεια (ανάλυση). Από την άλλη πλευρά οι Έλληνες, με κριτήριο τις δημοσκοπήσεις, τάσσονται υπέρ ενός έντιμου συμβιβασμού, έτσι ώστε να μην διακινδυνεύσει η παραμονή τους στην Ευρωζώνη – ενώ η κυβέρνηση δεν φαίνεται διατεθειμένη να φτάσει στα άκρα, απαιτώντας μία ριζική λύση, με εναλλακτική τη χρεοκοπία (ανάλυση).
Ο έντιμος συμβιβασμός όμως σημαίνει πως θα πρέπει να υπάρξουν παραχωρήσεις «ένθεν κακείθεν» – οι οποίες να εξασφαλίζουν αφενός μεν τη βιωσιμότητα της χώρας μας, αφετέρου τις όποιες δίκαιες απαιτήσεις των δανειστών και εταίρων της ή, έστω, αυτές που θεωρούν ως δίκαιες, με κριτήριο τους δικούς τους εκλογείς.
Στα πλαίσια αυτά έχουμε την άποψη ότι, η κυβέρνηση θα έπρεπε να περιορίσει τις απαιτήσεις της σε μία και μοναδική: στην ονομαστική διαγραφή μέρους του χρέους (50%), με ρήτρα εξαγωγών για το υπόλοιπο, έτσι ώστε να μπορεί στο μέλλον να χρηματοδοτείται από τις αγορές, τουλάχιστον για τους αναπτυξιακούς της σχεδιασμούς. Όλοι γνωρίζουν πλέον πως η χώρα μας, μετά από έξι χρόνια ύφεσης, είναι αδύνατον να επιστρέψει σε ρυθμούς ανάπτυξης, χωρίς ξένη χρηματοδότηση – χωρίς ανάπτυξη δε, οι όποιες ελπίδες για το μέλλον είναι ουτοπικές.
Έναντι αυτού, οφείλει να εφαρμόσει όλα τα υπόλοιπα που απαιτούν οι δανειστές, έτσι όπως η ίδια τα έχει υπογράψει στις 20 Φεβρουαρίου του 2015, χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση – αντί να επιμένει στο ακριβώς αντίθετο, όπως συμπεραίνεται από την αναίρεση της απαίτησης για διαγραφή του χρέους προτού καν συζητηθεί, παράλληλα με την επιμονή της σε θέματα που είναι αδύνατον να συμφωνηθούν.
Άλλωστε, όπως συμβαίνει και στις επιχειρήσεις, προηγείται η εξυγίανση τους της αύξησης των αμοιβών του προσωπικού τους, της πρόσληψης νέων εργαζομένων κοκ. – αφού όλοι κατανοούν πως μία υπερχρεωμένη, ζημιογόνα εταιρεία είναι ουσιαστικά αναγκασμένη να μειώνει μισθούς και να μην προσλαμβάνει, έως ότου καταφέρει να αποφύγει τη χρεοκοπία, επιστρέφοντας στην κερδοφορία.
Η νομοθεσία δε της επιτρέπει να διαγράψει μέρος των χρεών της, όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο – καθώς επίσης να αναζητήσει νέους χρηματοδότες, για να μπορέσει να γίνει ξανά ανταγωνιστική.
Συνεχίζοντας, πολύ σωστά τοποθετείται η κυβέρνηση εναντίον μέτρων που προκαλούν ύφεση – όπως είναι ασφαλώς οι περαιτέρω μειώσεις των μισθών και των συντάξεων (αν και η Τρόικα αναφέρθηκε μόνο στις υψηλές συντάξεις, εάν δεν κάνουμε λάθος). Εν τούτοις, αυτό που κυριολεκτικά δυναμιτίζει την ανάπτυξη, αυτό που προκαλεί δηλαδή τη μεγαλύτερη ύφεση σε σύγκριση με όλα τα υπόλοιπα, δεν είναι άλλο από τη μειωμένη ρευστότητα – η οποία, παρά το ότι καταστρέφει κυριολεκτικά τη χώρα μας, δεν αντιμετωπίζεται καθόλου από τη κυβέρνηση.
Ειδικότερα, το πλέον σημαντικό όλων δεν είναι τόσο η αποφυγή της χρεοκοπίας, με νέα δανεικά (ποτέ δεν αποπληρώνονται τα χρέη με νέα χρέη), ή με τη μη εξόφληση των υποχρεώσεων του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, όσο η ρευστότητα στην οικονομία – η οποία έχει κυριολεκτικά «στραγγίξει».
Η εξασφάλιση της πληρωμής των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων με νέα δάνεια, όταν την ίδια στιγμή ο ιδιωτικός τομέας έχει παραλύσει, αδυνατώντας να πληρώσει τις οφειλές του, τους μισθούς του προσωπικού του ή να δώσει λύση στο πρόβλημα του 1,5 εκ. ανέργων, δεν οδηγεί πουθενά – αντίθετα, εντείνει την καταστροφή, χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον.
Από την άλλη πλευρά, όταν οι τράπεζες κινδυνεύουν να χρεοκοπήσουν, δανειζόμενες από το πρόγραμμα εκτάκτου ανάγκης της ΕΚΤ (ELA) για να μπορούν να ανταπεξέρχονται με τις συνεχείς αναλήψεις των καταθετών τους, μέσω των οποίων αυξάνονται συνεχώς οι εκροές κεφαλαίων προς το εξωτερικό (μεταγγίσεις αίματος για να είναι εφικτή η αιμορραγία, χωρίς να πεθάνει ο ασθενής – η πληγή του οποίου όμως επιδεινώνεται συνεχώς), δεν έχει κανένα νόημα η αποφυγή της χρεοκοπίας του δημοσίου.
Είναι δε αδύνατον να βρεθεί μία αντίστοιχου ύψους χρηματοδότηση από τρίτους, όσον αφορά το ελληνικό τραπεζικό σύστημα – τα δάνεια του οποίου από την ΕΚΤ ξεπερνούν πλέον τα 100 δις €.
Ακόμη λοιπόν και αν εξασφαλιζόταν ένα δάνειο από τη Ρωσία, από το λευκό ιππότη, όπως αποκαλείται ο κ. Putin, ο οποίος λέγεται πως θα προκαταβάλλει 5 δις € για την κατασκευή του αγωγού «Blue Stream» προς την Ευρώπη, μέσω της Τουρκίας (γράφημα), θα επρόκειτο για μία απλή ασπιρίνη σε έναν ετοιμοθάνατο ασθενή – η οποία θα επιμήκυνε τον επιθανάτιο ρόγχο του.
.
Ελλάδα, Ρωσία, πολιτική – η πορεία του αγωγού «Blue Stream» προς την Ευρώπη, μέσω της Τουρκίας
Φυσικά θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς πως ίσως έτσι δημιουργούταν οι προϋποθέσεις μίας εναλλακτικής λύσης για την Ελλάδα – όπως η έξοδος της από την ΕΕ, από την Ευρωζώνη και από το ΝΑΤΟ, με την είσοδο της στην Ευρασιατική Ένωση της Ρωσίας.
Εν τούτοις, η χώρα μας είναι σημαντική για τη Ρωσία επειδή είναι μέλος
της ΕΕ, οπότε μπορεί να θέσει veto σε θέματα που είναι εναντίον των
συμφερόντων της Ρωσίας – ενώ οι Πολίτες της είναι υπέρ της παραμονής
τους στη νομισματική ένωση.
Παράλληλα, αμφιβάλλουμε πως η Ρωσία είναι σε θέση να παρέχει στην Ελλάδα τη χρηματοδότηση που χρειάζεται, για να αποφύγει να μετατραπεί σε ένα αποτυχημένο κράτος – ενώ οι Η.Π.Α. μάλλον δεν είναι τόσο αδύναμες, τουλάχιστον στρατιωτικά, ή πρόθυμες να επιτρέψουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Επομένως, η θεωρία του λευκού ιππότη είναι περισσότερο επικίνδυνη παρά ωφέλιμη για την πατρίδα μας – παρά το ότι μας είναι εξαιρετικά συμπαθής ο Ρώσος πρόεδρος, όπως άλλωστε στην πλειοψηφία των Ελλήνων. Αντίθετα, μας είναι εξαιρετικά αντιπαθής η στάση της Γερμανίας, τόσο όσον αφορά τον τρόπο, με τον οποίο αντιμετωπίζει την κυβέρνηση μας, όσο και τις οφειλές της απέναντι μας – για τις οποίες νοιώθουν ντροπή οι ίδιοι οι Πολίτες της (άρθρο).
Γνωρίζοντας δε το πόσο έχει ωφελήσει η κρίση της πατρίδας μας, καθώς επίσης γενικότερα της Ευρώπης τη Γερμανία, η οποία κυριολεκτικά τρέφεται από αυτήν (ανάλυση), έχουμε την εντύπωση πως εάν η κυβέρνηση χειριζόταν σωστά τις διαπραγματεύσεις, θα μπορούσε να είναι η Ελλάδα ο νικητής, ενώ η Γερμανία ο ηττημένος – αφού είναι αδύνατον να μην κατανοούν όλα τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη, ιδίως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, που οδηγείται η ήπειρος μας, εάν συνεχίσει να αποδέχεται ως απολυταρχικό ηγεμόνα της την καγκελάριο, καθώς επίσης τον «ψυχασθενή» υπουργό οικονομικών της.
.
Με βάση τον ίδιο (πηγή), τυχόν κατάρρευση του δολαρίου δεν θα κατέστρεφε μόνο όλες τις αξίες στις Η.Π.Α. αλλά, επίσης, ολόκληρη τη μεσαία τάξη και τη χώρα – με αποτέλεσμα να προκληθούν σοβαρές αναταραχές, ιδίως στις μεγάλες πόλεις, σε συνδυασμό με μία κρίση πολύ μεγαλύτερη, συγκριτικά με αυτήν της Μεγάλης Ύφεσης ή του 2008.
Αυτό που λείπει τώρα για να προκληθεί κάτι τέτοιο δεν είναι άλλο από εκείνη τη μικρή σταγόνα που θα έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει – αφού η οικονομική κατάσταση των Η.Π.Α. είναι κάτι περισσότερο από προβληματική. Οι παραποιημένες στατιστικές δεν μπορούν να κρύψουν το πρόβλημα του διπλασιασμού των κουπονιών σίτισης μετά το 2008 ή της υπερβολικής διόγκωσης των μεγάλων τραπεζών, καθώς επίσης της εξαιρετικά επικίνδυνης έκθεσης τους στις αγορές παραγώγων.
Το γεγονός δε ότι, κάθε ώρα που περνάει η υπερδύναμη ξοδεύει 200 εκ. $ τα οποία δεν διαθέτει, 4 τρις $ συνολικά (νέα χρήματα της Fed) εντός των προηγουμένων λίγων ετών, τα οποία δημιουργεί από το πουθενά, είναι αρκετό για να κλονίσει την εμπιστοσύνη στο δολάριο – κάτι που θα ισοδυναμούσε με την αρχή του τέλους μίας χώρας, στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της οποίας στηρίζεται ολόκληρος ο πλανήτης.
Σε κάθε περίπτωση, τα δημόσια χρέη των Η.Π.Α. διπλασιάστηκαν εντός των 6 προηγουμένων ετών - έχοντας αυξηθεί κατά 8,5 τρις $, όσο όλα τα προηγούμενα χρόνια της ιστορίας τους και παρά το ότι ήταν σχεδόν μηδενικά το 1966 (γράφημα).
.
.
Στα πλαίσια αυτά, εάν οι Η.Π.Α. δεν αλλάξουν πολιτική, η κατάρρευση είναι απλά θέμα χρόνου – αφού μία τέτοια εξέλιξη είναι αδύνατον να συνεχιστεί. Το γεγονός αυτό φαίνεται ήδη από την απόσυρση πολλών χωρών τόσο από το δολάριο (ιδίως τα αραβικά κράτη), όσο και από τα ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου – τα οποία πωλούν σχεδόν όλα τα κράτη που δανείζουν τις Η.Π.Α., μεταξύ των οποίων η Κίνα και η Ιαπωνία, φοβούμενα μεταξύ άλλων τη μείωση των αποδόσεων τους, όταν θα αυξηθούν τα βασικά επιτόκια εκ μέρους της Fed.
Πάντως, κατά την άποψη πολλών, η ώρα της κρίσης για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, θα είναι η ημερομηνία αύξησης των επιτοκίων εκ μέρους της Fed – εκτός εάν προηγηθεί τυχόν ανεξέλεγκτη χρεοκοπία της Ελλάδας, η οποία θα λειτουργούσε όπως η σπίθα σε ένα εντελώς αποξεραμένο δάσος.
.
Εάν λοιπόν καταφέρει να διευρύνει τη συνεργασία της χώρας μας με τη Ρωσία και με την Κίνα, χωρίς να έλθει σε σύγκρουση με την Ευρώπη και με τις Η.Π.Α., επιμένοντας σε μία δίκαιη απαίτηση (διαγραφή χρέους) και συμβιβαζόμενη στα υπόλοιπα (τα οποία θα μπορούσε να εφαρμόσει αργότερα, όταν η χώρα επέστρεφε στην ανάπτυξη), τότε θα είχε πράγματι εκπληρώσει την αποστολή της – για την οποία και έχει εκλεγεί από τους Έλληνες.
Ειδικά εάν πετύχει ταυτόχρονα μία ευρύτερη συναίνεση όλων των πολιτικών κομμάτων, στη βάση των παραπάνω - τα οποία εύλογα δεν θα μπορούσε να αρνηθεί κανένα. Όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις, η εξαίρεση των κοινωφελών και των στρατηγικών επιχειρήσεων του δημοσίου είναι εφικτό να επιτευχθεί – όπως επίσης η αναβολή των υπολοίπων για αργότερα, όταν θα έχουν αυξηθεί οι τιμές τους σε φυσιολογικά επίπεδα.
Βασίλης Βιλιάρδος, Senior Analyst (Macro-economics)
.
Παράλληλα, αμφιβάλλουμε πως η Ρωσία είναι σε θέση να παρέχει στην Ελλάδα τη χρηματοδότηση που χρειάζεται, για να αποφύγει να μετατραπεί σε ένα αποτυχημένο κράτος – ενώ οι Η.Π.Α. μάλλον δεν είναι τόσο αδύναμες, τουλάχιστον στρατιωτικά, ή πρόθυμες να επιτρέψουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Επομένως, η θεωρία του λευκού ιππότη είναι περισσότερο επικίνδυνη παρά ωφέλιμη για την πατρίδα μας – παρά το ότι μας είναι εξαιρετικά συμπαθής ο Ρώσος πρόεδρος, όπως άλλωστε στην πλειοψηφία των Ελλήνων. Αντίθετα, μας είναι εξαιρετικά αντιπαθής η στάση της Γερμανίας, τόσο όσον αφορά τον τρόπο, με τον οποίο αντιμετωπίζει την κυβέρνηση μας, όσο και τις οφειλές της απέναντι μας – για τις οποίες νοιώθουν ντροπή οι ίδιοι οι Πολίτες της (άρθρο).
Γνωρίζοντας δε το πόσο έχει ωφελήσει η κρίση της πατρίδας μας, καθώς επίσης γενικότερα της Ευρώπης τη Γερμανία, η οποία κυριολεκτικά τρέφεται από αυτήν (ανάλυση), έχουμε την εντύπωση πως εάν η κυβέρνηση χειριζόταν σωστά τις διαπραγματεύσεις, θα μπορούσε να είναι η Ελλάδα ο νικητής, ενώ η Γερμανία ο ηττημένος – αφού είναι αδύνατον να μην κατανοούν όλα τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη, ιδίως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, που οδηγείται η ήπειρος μας, εάν συνεχίσει να αποδέχεται ως απολυταρχικό ηγεμόνα της την καγκελάριο, καθώς επίσης τον «ψυχασθενή» υπουργό οικονομικών της.
.
Οι Η.Π.Α.
Η υπερδύναμη κατανοεί επίσης πόσο καταστροφική θα ήταν για το
παγκόσμιο σύστημα και όχι μόνο για την Ευρωζώνη ή για την ΕΕ, η τυχόν
ανεξέλεγκτη χρεοκοπία της Ελλάδας – πόσο μάλλον όταν το δολάριο, σύμφωνα με τις δηλώσεις γνωστού πολιτικού της (Ron Paul), κινδυνεύει να καταρρεύσει, λόγω της απώλειας της εμπιστοσύνης των ανθρώπων.Με βάση τον ίδιο (πηγή), τυχόν κατάρρευση του δολαρίου δεν θα κατέστρεφε μόνο όλες τις αξίες στις Η.Π.Α. αλλά, επίσης, ολόκληρη τη μεσαία τάξη και τη χώρα – με αποτέλεσμα να προκληθούν σοβαρές αναταραχές, ιδίως στις μεγάλες πόλεις, σε συνδυασμό με μία κρίση πολύ μεγαλύτερη, συγκριτικά με αυτήν της Μεγάλης Ύφεσης ή του 2008.
Αυτό που λείπει τώρα για να προκληθεί κάτι τέτοιο δεν είναι άλλο από εκείνη τη μικρή σταγόνα που θα έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει – αφού η οικονομική κατάσταση των Η.Π.Α. είναι κάτι περισσότερο από προβληματική. Οι παραποιημένες στατιστικές δεν μπορούν να κρύψουν το πρόβλημα του διπλασιασμού των κουπονιών σίτισης μετά το 2008 ή της υπερβολικής διόγκωσης των μεγάλων τραπεζών, καθώς επίσης της εξαιρετικά επικίνδυνης έκθεσης τους στις αγορές παραγώγων.
Το γεγονός δε ότι, κάθε ώρα που περνάει η υπερδύναμη ξοδεύει 200 εκ. $ τα οποία δεν διαθέτει, 4 τρις $ συνολικά (νέα χρήματα της Fed) εντός των προηγουμένων λίγων ετών, τα οποία δημιουργεί από το πουθενά, είναι αρκετό για να κλονίσει την εμπιστοσύνη στο δολάριο – κάτι που θα ισοδυναμούσε με την αρχή του τέλους μίας χώρας, στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της οποίας στηρίζεται ολόκληρος ο πλανήτης.
Σε κάθε περίπτωση, τα δημόσια χρέη των Η.Π.Α. διπλασιάστηκαν εντός των 6 προηγουμένων ετών - έχοντας αυξηθεί κατά 8,5 τρις $, όσο όλα τα προηγούμενα χρόνια της ιστορίας τους και παρά το ότι ήταν σχεδόν μηδενικά το 1966 (γράφημα).
.
Στα πλαίσια αυτά, εάν οι Η.Π.Α. δεν αλλάξουν πολιτική, η κατάρρευση είναι απλά θέμα χρόνου – αφού μία τέτοια εξέλιξη είναι αδύνατον να συνεχιστεί. Το γεγονός αυτό φαίνεται ήδη από την απόσυρση πολλών χωρών τόσο από το δολάριο (ιδίως τα αραβικά κράτη), όσο και από τα ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου – τα οποία πωλούν σχεδόν όλα τα κράτη που δανείζουν τις Η.Π.Α., μεταξύ των οποίων η Κίνα και η Ιαπωνία, φοβούμενα μεταξύ άλλων τη μείωση των αποδόσεων τους, όταν θα αυξηθούν τα βασικά επιτόκια εκ μέρους της Fed.
Πάντως, κατά την άποψη πολλών, η ώρα της κρίσης για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, θα είναι η ημερομηνία αύξησης των επιτοκίων εκ μέρους της Fed – εκτός εάν προηγηθεί τυχόν ανεξέλεγκτη χρεοκοπία της Ελλάδας, η οποία θα λειτουργούσε όπως η σπίθα σε ένα εντελώς αποξεραμένο δάσος.
.
Επίλογος
Η κυβέρνηση έχει αρκετά διαπραγματευτικά χαρτιά στη διάθεση της, με
τα οποία θα μπορούσε να επιτύχει μία θετική συμφωνία για την Ελλάδα. Αυτό που όμως δεν διαθέτει είναι ο χρόνος -
οπότε δεν επιτρέπεται να τον σπαταλάει, καθυστερώντας να λάβει τις
σωστές αποφάσεις που οφείλουν να είναι σταθερές, χωρίς «ήξεις αφήξεις».Εάν λοιπόν καταφέρει να διευρύνει τη συνεργασία της χώρας μας με τη Ρωσία και με την Κίνα, χωρίς να έλθει σε σύγκρουση με την Ευρώπη και με τις Η.Π.Α., επιμένοντας σε μία δίκαιη απαίτηση (διαγραφή χρέους) και συμβιβαζόμενη στα υπόλοιπα (τα οποία θα μπορούσε να εφαρμόσει αργότερα, όταν η χώρα επέστρεφε στην ανάπτυξη), τότε θα είχε πράγματι εκπληρώσει την αποστολή της – για την οποία και έχει εκλεγεί από τους Έλληνες.
Ειδικά εάν πετύχει ταυτόχρονα μία ευρύτερη συναίνεση όλων των πολιτικών κομμάτων, στη βάση των παραπάνω - τα οποία εύλογα δεν θα μπορούσε να αρνηθεί κανένα. Όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις, η εξαίρεση των κοινωφελών και των στρατηγικών επιχειρήσεων του δημοσίου είναι εφικτό να επιτευχθεί – όπως επίσης η αναβολή των υπολοίπων για αργότερα, όταν θα έχουν αυξηθεί οι τιμές τους σε φυσιολογικά επίπεδα.
Ολοκληρώνοντας, το «ή όλα ή τίποτα» δεν είναι μία
στρατηγική που υπόσχεται επιτυχία – αν και μπορεί να κάνουμε λάθος.
Εκτός αυτού, κανένας δεν πείθεται πως η
Ελλάδα είναι δυνατόν να επιστρέψει στις αγορές, καθώς επίσης σε πορεία
ανάπτυξης, χωρίς τη διαγραφή χρέους – οπότε δεν πρέπει
να το αναιρεί η κυβέρνηση, επιλέγοντας να επιμένει σε όλα τα υπόλοιπα,
κυρίως επειδή έτσι δεν γίνεται καθόλου πιστευτή. Καλύτερα λοιπόν η
διαγραφή, χωρίς όλα τα υπόλοιπα, παρά το αντίθετο – αυτό τουλάχιστον
θεωρούμε εμείς ως την καλύτερη στρατηγική.
.
απο το Analyst.gr.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου