Σάββατο 2 Μαρτίου 2013

Κυριακή του Ασώτου - Ἂς κλάψουμε… (+Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)



Ἂς κλάψουμε…
 
«Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου…» (Λουκ. 15,18,21)
 
Θὰ ἔπρεπε πάντοτε, ὅλες τὶς Κυριακές, οἱ Χριστιανοὶ νὰ σπεύδουν στὸ ναό, ἰδιαιτέρως ὅμως σήμερα·
 γιατὶ τὴν Κυριακὴ αὐτὴ ἑορτάζουμε ὅλοι.
 
Ἑορτάζουμε ὅλοι; μὰ τί περίεργος λόγος εἶν᾽ αὐτός; θὰ πῆτε. Ἐμεῖς,ἄντρες - γυναῖκες, ἔχουμε ὀνόματα ἁγίων καὶ γιορτάζουμε σὲ διάφορες ἡμερομηνίες, πῶς ἐσὺ λὲς ὅτι σήμερα γιορτάζουμε ὅλοι;
 
Ἑορτάζουμε, ἀγαπητοί μου, γιατὶ σήμερα εἶνε Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου καὶ λίγο ἢ πολὺ ὅλοι εἴμαστε ἄσωτοι, μοιάζουμε μὲ τὸν ἄσωτο τοῦ εὐαγγελίου, συνεπῶς ἔχουμε τὴν πανήγυρί μας.

Καὶ γιὰ νὰ δῆτε ὅτι αὐτὸ εἶνε ἀλήθεια, θὰ προσπαθήσω νὰ σᾶς δείξω, ὅτι τὸ καρτ-ποστάλ, ἡ φωτογραφία αὐτὴ ποὺ παρουσιάζει σήμερα ὁ φακὸς τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου, εἶνε φωτογραφία καὶ δική μου καὶ δική σας καὶ ὅλου τοῦ κόσμου.
 
Ἀπὸ ποῦ ν᾽ ἀρχίσουμε, ἀγαπητοί μου; ἀπὸ τοὺς πλουσίους ἢ τοὺς φτωχούς, ἀπὸ τοὺς βασιλιᾶδες καὶ ἄρχοντες καὶ μεγιστᾶνες ἢ τοὺς ἄσημους τῆς γῆς, ἀπὸ τοὺς γέρους ἢ τοὺς νέους καὶ τὰ παιδιά; Ὅλοι κατὰ κάποιο τρόποβρισκόμαστε μέσα στὸν κύκλο τῆς ἀσωτίας. 
 
Ἂς παρουσιάσουμε ἕνα κατάλογο τῶν ἀσώτων.
 
Ἄσωτος εἶνε ἄντρας ἐκεῖνος πού, ἐνῶ καὶ ἄνεσι καὶ ὑγεία ἔχει καὶ θὰ μποροῦσε μὲ τὴνεὐλογία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εὐχὴ τῶν γονέων του νὰ παντρευτῇ, ν᾽ ἀνοίξῃ σπίτι καὶ νὰ ζῇ ἥσυχη οἰκογενειακὴ ζωή, αὐτὸς γυρίζει τὶς νύχτες ἀσύδοτος δεξιὰ κι ἀριστερά.
 
Ἄσωτη ἐπίσης εἶνε γυναίκα ἐκείνη ποὺ ὅλη μέρα ἀντὶ νὰ ἐργάζεται κοιμᾶται καὶ τὴ νύχτα βγαίνει σὰν νυχτερίδα τοῦ διαβόλου σὲ κέντρα διασκεδάσεως, γιὰ νὰ ῥουφήξῃ τὸ αἷμα ἄμυαλων νέων, ν᾽ ἁρπάξῃ τὰ χρήματά τους καὶ νὰ καταστρέψῃ τὴν ὑγεία τους.
 
Ἄσωτο εἶνε τὸ ἀγόρι τὸ κορίτσι ἐκεῖνο ποὺ δὲν μαζεύονται πιὰ ὅπως ἄλλοτε μὲ τὴ δύσιτοῦ ἥλιου στὴ φωλιὰ τῆς οἰκογενείας, ἀλλὰξενυχτοῦν, γυρίζουν τὶς πρωινὲς ὧρες ζαλισμένοι ἀπ᾽ τὰ ποτὰ καί, ἐνῷ μιὰ μάνα ἀγωνιᾷποῦ βίσκονται καὶ τί κάνουν, αὐτοὶ ἔχουν τὸσπίτι σὰν ξενοδοχεῖο ὕπνου καὶ φαγητοῦ.
 
Ἄσωτος εἶνε κι ἐργοστασιάρχης ἐκεῖνοςπού, ἐνῷ μὲ τὸν ἱδρῶτα τῶν ἐργατῶν κερδί-ζει ἑκατὸ καὶ διακόσα τοῖς ἑκατὸ καὶ μποροῦ-σε νὰ τοὺς ἀμείβῃ ὥστε νὰ ζοῦν κ᾽ ἐκεῖνοισὰν ἄνθρωποι, αὐτὸς τοὺς δίνει ψίχουλα, «ἡμερομίσθια πείνας», τὴ στιγμὴ ποὺ ἴδιος μὲ λιμουζῖνες ἀεροπλάνα κόττερα καὶ θαλαμηγοὺς ταξιδεύει καὶ γλεντάει.
 
 Γιὰ νὰ εἴμαστε δίκαιοι ὅμως, ἀσωτία ὑπάρχει καὶ στὰ κατώτερα κοινωνικὰ στρώματα· 
 
ἄσωτος εἶνε κι ἐργάτης ἐκεῖνος, ποὺ δουλεύει μὲν τίμια ὅλη τὴ ᾽βδομάδα, ἀλλὰ τὸ Σάββατο μόλις πληρωθῇ, ἐνῷ γυναίκα του περιμένει ἕνα ῥοῦχο, τὸ παιδί του ἕνα τετράδιο, μάνα του τὸ φάρμακό της, αὐτὸς βάζει φωτιὰ καὶ καίει ὅλα τὰ λεφτά του σὲ κέντρα κα ὶκαπηλειὰ καὶ ποικίλα διαφθορεῖα.Ἀλλὰ δὲν τελειώσαμε.
 
 Θὰ μοῦ πῆτε· 
 Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀπ᾽ αὐτούς· 
 εἶμαι παντρεμένος, εἶ μαι γυναίκα τίμια, εἶμαι παιδὶ ποὺ πηγαίνω στὸ σχολειὸ καὶ σπουδάζω· ἐμεῖς δὲν σπατα-λοῦμε, ζοῦμε μὲ οἰκονομία
 Πῶς λοιπὸν λές, ὅτι ὅλοι εἴμαστε ἄσωτοι;…
 
Ἂς διευρύνουμε τὸν κύκλο.  
 
Ἐκτὸς ἀπ᾽ τὸν κατάλογο αὐτὸ ἀσώτων ποὺ ἀνέφερα, ὑπάρχει κ᾽ ἕνας ἄλλος.  
 
Ἂς τολμήσω ν᾽ ἀνοίξω τὸν δεύτερο κατάλογο ἀσώτων.
 
Ἄσωτος εἶνε κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ σπαταλάει ὄχι μόνο χρήματα, ἀλλὰ καὶ κάτι ἄλλο ἀνώτερο ἀπὸ τὸ χρῆμα καὶ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά
 
 Ἄσωτος εἶνε κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ σπαταλᾷ τὸ χρόνο του, τὰ χαρίσματά του (ὅπως ψάλλει σήμερα ὑμνῳδός, «…τῆς ψυχῆς τὰ χαρίσματα ἀσώτως διεσκόρπισα»δοξαστ. αἴνων Κυρ. Ἀσώτ.), τὰ πολύτιμα ἐκεῖνα πετράδιαποὺ ἔδωσε Θεὸς στὸν κάθε ἄνθρωπο κατ᾽ ἀναλογία, τὰ τάλαντά του, ἐκεῖνος ποὺ μὲ καταχρήσεις ἐπιβαρύνει καὶ βλάπτει τὴν ὑγεία του (π.χ. ἀλκοολικός, ναρκομανής, καπνι-στής, ἡδυπαθής, ἀσελγὴς καὶ ἀκόλαστος, κοιλιόδουλος καὶ τρυφηλός).
  τελευταῖος αὐτὸς χρησιμοποιεῖ  τὸ σῶμα του ὄχι ὅπως θέλει Θεὸς ἀλλ᾽ ὅπως θέλει διάβολος.
  ἀπόστολος σήμερα λέει, ὅτι τὸ κορμί μας δὲν τὸ ἐξουσιάζουμε, δὲν εἶνε δικό μας· τὸ κορμί μας πρέπει νὰ εἶνε σὰν μιὰ λαμπάδα ποὺ καίει μπροστὰ στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μας.  
 
Πῶς λοιπὸν χρησιμοποιοῦν σήμερα οἱ ἄνθρωποι τὸ κορμί, τὶς δυνάμεις καὶ τὶς αἰσθήσεις του;
Φέρονται δυστυχῶς σὰν ἄσωτοι.
 
Κύριος σοῦ ᾽δωσε τὰ μάτια γιὰ νὰ βλέπῃς τὰ ὡραῖα ποὺ «ἐποίησεν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐν  τῇ γῇ» (Ψαλμ. 134,6) καὶ νὰ τὸν δοξάζῃς, ὄχι γιὰ νὰ βλέπῃς τὰ αἰσχρὰ καὶ ἀκατονόμαστα καὶ νὰ τὰ χρησιμοποιεῖς γιὰ κακό· ἔτσι φέρεσαι σὰν ἄσωτος.
 
Σοῦ ᾽δωσε τὰ αὐτιὰ γιὰ ν᾽ ἀκοῦς τὸ εὐαγγέλιο,τὸν ἀπόστολο, τὸν Ἀκάθιστο ὕμνο, τὰ τροπάρια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, τὴ θεία λειτουργία,τὸ κήρυγμα, γιὰ ν᾽ ἀκοῦς τὴ συμβουλὴ τῆς μάνας καὶ τοῦ πατέρα, ὄχι γιὰ νὰ τὰ τεντώνῃς σὲ ἀκούσματα ἀσεβῆ καὶ φθοροποιά. Ὅποιος χρησιμοποιεῖ τὴν ἀκοή του γιὰ κακὸ εἶνε ἄσωτος.
 
Ἄσωτος εἶνε ἀκόμα ἐκεῖνος πού, ἐνῷ Θε-ὸς τοῦ ᾽δωσε χέρια καὶ μπορεῖ μ᾽ αὐτὰ νὰ κάνῃ τόσα καλά, χρησιμοποιεῖ τὰ χέρια γιὰ ἀτιμίες, κλοπές, πλεονεξίες, ἀνηθικότητες.
 
Ἄσωτος εἶνε κ᾽ ἐκεῖνος πού, ἐνῷ ἔχει πόδια καὶ μπορεῖ νὰ ἔρχεται στὴν ἐκκλησία τοὐλάχι-στον μιὰ φορὰ τὴν ἑβδομάδα, ἐν τούτοις τὰ πόδια τά ᾽χει γιὰ τὸ διάβολο, ὄχι γιὰ τὸ Θεό, κ᾽ εἶ νε ζήτημα ἂν ἐκκλησιάζεται μιὰ φορὰ τὸ χρόνο.
 
 Ἄσωτος ἀκόμα εἶνε ἐκεῖνος πού, ἐνῷ  Θεὸςτοῦ ᾽δωσε γλῶσσα κ᾽ γλῶσσα του ἔπρεπε νά᾽νε μιὰ κιθάρα ποὺ θὰ ὑμνῇ τὸν Πλάστη, θὰ λαλῇ τὰ ὠφέλιμα καὶ θὰ συμβουλεύῃ τὰ πρέ-ποντα, αὐτὸς κάνει τὴ γλῶσσα ὄργανο ἁμαρτίας καὶ κεντάει σὰν τὸ σκορπιό
 
 Μιὰ γλῶσσα ποὺ ψεύδεται, συκοφαντεῖκουτσομπολεύει,γλῶσσα ποὺ γίνεται πριόνι τοῦ διαβόλου, δυναμίτης, φωτιὰ τοῦ ᾅδου, γλῶσσα πρὸ παντὸς ποὺ βρίζει τὰ θεῖα, εἶνε ἄσωτη, κατασπαταλᾷ τὸ μεγάλο αὐτὸ προνόμιο ποὺ δόθηκε στὸν ἄνθρωπο· προτιμότερο θά ᾽ταν νὰ ξερριζωθῇ.
 
 Ἔχουμε ὅμως καὶ κάποιο ἄλλο ἀγαθὸ πού᾽νε ἀνώτερο ἀπ᾽ ὅλα ὅσα εἴπαμε. Τὸ μεγάλοπρονόμιο, θησαυρός μας, εἶνε  Ὀρθοδοξία ,τὸ ὅτι ἀναγεννηθήκαμε στὴν ἱερὰ κολυμβήθρα. 
Καὶ ὅμως δὲν ἐκτιμοῦμε τὴν Ὀρθοδοξία· πολλοὶ τὴν ἀνταλλάσσουν μὲ διάφορες αἱρέσεις.
 Αὐτοὶ εἶνε οἱ μεγαλύτεροι ἄσωτοι· 
 μοιάζουνμὲ τὸν ἀνόητο ἐκεῖνον, ποὺ ἔχει χρυσᾶ νομί-σματα καὶ τὰ ἀνταλλάσσει μὲ εὐτελῆ χαλίκια.Ἰδού, ἀγαπητοί μου, κύκλος τῆς ἀσωτίας.
 
Ἐγώ, ἀδελφοί μου, θαυμάζω πῶς Ἐσταυρωμένος μᾶς ἀνέχεται, πῶς ἀκόμη μᾶς ἀγαπᾷ!Λέει σήμερα γι᾽ αὐτὸν ὡραῖος ὕμνος τῆς Ἐκκλησίας· « δι᾽ ἐμὲ ἐν σταυρῷ τὰς   χράντους σου χεῖρας ἁπλώσας, ἵνα τοῦ δεινοῦ θηρὸς ἀφαρπάσῃς με»(δοξ. αἴν.)· ἅπλωσες, λέει, τὰ ματωμένα χέρια σου, γιὰ νὰ μ᾽ ἁρπάξῃς ἀπ᾽ τὸ στόμα τοῦ φοβεροῦ θηρίου
 Καὶ ἐνῷ Χριστὸς μὲ ἀνοιχτὰ τὰ χέρια μᾶς καλεῖ ὅλους στὴν ἀγκάλη του, ἐμεῖς, ἀντὶ νὰ τὸν πλησιάσουμε, ἐξακολουθοῦμε νὰ ἀσωτεύουμε. Πόσα κέντρα διαφθορᾶς, πόσες πορνεῖες, πόσα καζῖνα, πόσεςχαρτοπαιξίες, πόσες παράνομες συμβιώσεις, πόσες ψευδορκίες, πόσες κλοπές, πόσες ἀδικίες, πόση αὐθάδεια, πόσες ὕβρεις, πόσες βλαστήμιες!
 Ἀπορῶ πῶς δὲν ἀνοίγουν οἱ καταρρά-κτες τοῦ οὐρανοῦ νὰ πέσῃ φωτιά, πῶς τὰ πο-τάμια δὲν φουσκώνουν νὰ μᾶς πνίξουν, πῶςδὲν γίνεται σεισμὸς καὶ νὰ μὴν ἀφήσῃ τίποτα ὄρθιο, πῶς δὲν ἀνοίγει ἡ γῆ νὰ μᾶς καταπιῇ τὰσκουλήκια. 
«Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε».
 
Ἀλλὰ ἕως πότε;
 Ἂς μετανοήσουμε , ἀγαπητοί μου. Εἴμαστε ὅλοι ἄσωτοι· διαβάτες ποὺ ἔχασαν τὸ δρόμο τους, πρόβατα ποὺ ἔχασαν τὴ στάνη καὶ τὸν ποιμένα τους, ναυαγοὶ στ᾽ ἄγριακύματα. Ὁ δρόμος εἶνε ὁ Χριστός, ὁ βοσκός μας εἶνε ὁ Χριστός, ὁ πατέρας μας εἶνε ὁ Χρι-στός. Ὅλοι οἱ ἄσωτοι ἂς γυρίσουμε σ᾽ αὐτόν.
 
Ἂς μιμηθοῦμε τὸν Ἄσωτο. Ὅπως τὸν μιμηθήκαμε στὴ ζωὴ τῆς ἁμαρτίας, νὰ τὸν μιμηθοῦμε τώρα στὴ ζωὴ τῆς μετανοίας καὶ ἐπιστροφῆς. Ἂς πέσῃ ἕνα δάκρυ ἀπ᾽ τὰ μάτια μας.
Ἄγγελος σήμερα περιφέρει δίσκο, τὸ δίσκοτῆς μετανοίας· δὲν ζητάει τὰ λεφτά μας, ζητάει τὰ δάκρυά μας. Κλάψαμε πολλὲς φορὲς καὶ γιὰ πολλὲς αἰτίες, μὰ δὲν κλάψαμε ποτέ γιὰ τ᾽ ἁμαρτήματά μας. Ἕνα δάκρυ μετανοίας, σὰν τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, αὐτὸ περιμένει ὁ Κύριος.
Ἂς κλάψουμε λοιπόν!
 Τί εἴμαστε, πέτρες;τίποτα δὲν μᾶς συγκινεῖ; Ἂς κλάψουμε γιὰ τὶς πορνεῖες μας, γιὰ τὶς μοιχεῖες μας, γιὰ τὶς πλεονεξίες μας, γιὰ τὶς ἀδικίες μας, γιὰ τὶς βλασφημίες μας, γιὰ τὶς ἁμαρτίες πού ᾽νε σὰν τὴν ἄμμο τῆς θαλάσσης καὶ σὰν τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς μας. Ἂς πέσουμε μπροστὰ στὸν Ἐσταυρωμένο.
 Ἕνα δάκρυ τὸ παίρνει ὁ ἄγγελος, τὸ πάει στὰ οὐράνια, καὶ γίνεται διαμάντι μπροστὰ στὸ Θεό. Κι ἂς ποῦμε ὅλοι σήμερα μικροὶ καὶ μεγάλοι·
 «Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐ ρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄ - ξιος κληθῆναι υἱός σου»(Λουκ. 15,21)· ἀμήν.
 
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία,  ὁποία ἔγινε στὸν ναὸ Τριῶν Ἱεραρχῶν Καισαριανῆς- Ἀθηνῶντὴν 1-3-1964. 

απο τις http://aktines.blogspot.gr


Σχόλια στην Κυριακή του Ασώτου ( Ἀρχιμ. Βασιλείου Ἰβηρίτου)

Ἡ εὐαγγελική παραβολή
 
Ἡ εὐαγγελική παραβολή πού διαβάζεται σήμερα εἶναι γνωστή σέ ὅλους μας ὡς παραβολή τοῦ Ἀσώτου.
Ἕνας ἄνθρωπος ἔχει δύο γιούς. Ὁ νεώτερος γιός ζητάει χωρίς περιστροφές ἀπό τόν πατέρα του τό μερίδιό του ἀπό τήν κληρονομιά.
Ἀλλά τό κομμάτι αὐτό ἀποκομμένο ἀπό τό σύνολο τῆς ἀλήθειας τῆς ζωῆς τοῦ πατέρα δέν μπορεῖ νά ζήσει, δέν μπορεῖ νά καρποφορήσει. Τό κομμάτι αὐτό, ὅταν τό παίρνουμε δυναστικά, ἀντάρτικα, ὅπως καί ὅταν θέλουμε, δέν μᾶς ὁδηγεῖ στή ζωή, ἀλλά στήν ἀπόγνωση καί τήν καταστροφή.
Ἡ ἁμαρτία, ἡ ἀδυναμία, ἄν θέλετε, τοῦ νεώτερου γιοῦ, εἶναι ὅτι ὄντας ἀνώριμος δέν ἔχει φθάσει στό νά ξέρει, ὅτι ἡ οὐσία τοῦ πατέρα εἶναι ἡ ἴδια μέ τήν οὐσία τοῦ υἱοῦ.
Καί ὁ πατέρας τοῦ δίνει τό κομμάτι, τό ἐπιβάλλον μέρος τῆς περιουσίας, πού ζητάει. Εἶναι ἄρχοντας ἀγάπης. Δέν ἐνδιαφέρεται γιά τόν ἑαυτό του. Ἐνδιαφέρεται νά σώση τό παιδί του. 
Αὐτό βρίσκεται στό σκοπό τῆς ζωῆς του, εἶναι καταξίωση τοῦ εἶναι του. Δέν τόν ἐνδιαφέρει τί θά πῆ ὁ κόσμος, ὅπως ἐνδιαφέρει τόσο πολύ ἐμᾶς γιά τό πῶς θά χαρακτηρίσουν τό παιδί μας γιά τίς ἀστοχίες του, δέν τόν ἐνδιαφέρει ἄν θά χάση τό κῦρος του, ἄν παρουσιαστεῖ ὡς πατέρας ἀποτυχημένος, μέ παιδί πού ἀφήνει τό σπίτι καί φεύγει μακρυά. Ἡ ἀγάπη τοῦ πατέρα πάει πιό μακριά ἀπ' ὅ,τι μπορεῖ νά πάει ἡ κρίση τοῦ κόσμου ἤ ἡ ἀνταρσία τοῦ γιοῦ του.
Γιά τόν λόγο αὐτό δέν τοῦ κάνει διδασκαλία μέ λόγια. Τώρα πρέπει νά τόν ἀφήσει νά περιπλανηθεῖ, νά πάθει, νά μάθει, νά δεῖ προσωπικά τό ψεῦδος καί τίς ἀνυπόστατες ἀπάτες.
Αὐτό ξέρει ὁ πατέρας, ὅτι εἶναι κάτι θανάσιμα ἐπικίνδυνο, ἀλλά δέν βλέπει ἄλλη λύση. Τό μόνο πού μπορεῖ νά κάνει εἶναι νά τόν συντροφεύει πάντοτε μέ τήν ἀγάπη του, πού ὑπάρχει στό σπίτι, ἀλλά ἁπλώνεται παντοῦ. Δίνει ἀγωγή στό παιδί του ὑποφέροντας μυστικά ὁλόκληρος, βγαίνοντας στό σταυρό τῆς ἀναμονῆς.
 
Τό θέμα δέν εἶναι ὁ πατέρας νά κρατήσει διά τῆς βίας τόν γιό κοντά του, ἀλλά νά τοῦ δώση τή δυνατότητα, νά δημιουργήση τίς προϋποθέσεις, ὥστε ὁ ἴδιος μόνος του νά ἔλθει πρός αὐτόν. Αὐτή ἡ κίνηση πρός τόν πατέρα ὁρίζει τόν υἱό.
 
Καί ὁ ἄσωτος φεύγει. Πηγαίνει γιά νά ζήσει σέ μιά χώρα ξένη, ὅπου τά πάντα ξοδεύονται χωρίς νά ἀνανεώνονται. Ἀλλά μετά ἀπό λίγο μένει μόνος. Οἱ φίλοι του ἔμειναν κοντά του ὅσο κράτησαν τά πλούτη του. Ἀρχίζει νά ζεῖ τήν ἔκπτωση καί τήν ἐξαθλίωση. Καί ὅταν πηγαίνει νά ζητήσει βοήθεια τόν σπρώχνουν πιό χαμηλά. Τόν στέλνουν νά βόσκει χοίρους, νά ποιμάνει τά πάθη. Τόν κάνουν χοιροβοσκό. Τοῦ ἀρνοῦνται τή φύση του, τήν ἀνθρωπιά του, τήν ἀξιοπρέπειά του, τήν εὐγένειά του. Τόν θεωροῦν ζῶο. 
 
Ἡ ἐπιστροφή καί ἡ μετάνοια
 
Ὅμως, ἡ δοκιμασία τοῦ νεώτερου γιοῦ στή μακρινή χώρα φανέρωσε καί τό τί ἔκρυβε μέσα του, τί ἀντοχή εἶχε, τί ἔμεινε ἀνέπαφο, σέ ποιόν νά καταφύγει, ποῦ ὑπάρχει τροφή, ζωή καί ἀνάσταση γιά ὅλους.
Καί ἀρχίζει νά μονολογεῖ: "Μπορεῖ νά τά ἔχασα ὅλα! Μπορεῖ νά χάθηκα κι ἐγώ. Κυριολεκτικά νά πέθανα. Ἀλλά ὑπάρχει κάτι πού δέν χάνεται, δέν πεθαίνει. Εἶναι ὁ πατέρας μου καί ἡ ἀγάπη του. Δέν σκέφτομαι τά παιδιά του - εἶμαι ἀνάξιος γιά κάτι τέτοιο - σκέφτομαι τούς ὑπηρέτες του, πῶς τούς φέρεται, πῶς τούς χορταίνει. Θά σηκωθῶ καί θά γυρίσω πίσω καί θά πῶ στόν πατέρα μου: Ἁμάρτησα στόν οὐρανό καί ἐνώπιόν σου. Σέ σένα πού ἔχεις τέτοια ἀγάπη πού γεμίζει οὐρανό καί γῆ. Σέ σένα πού ἀκόμη ἐδῶ, στή μακρινή χώρα τῆς στέρησης καί τῆς κόλασης, μέ συνοδεύεις. Δέν εἶμαι ἄξιος νά λέγωμαι γιός σου. Ξέπεσα, ἔχασα τήν υἱοθεσία. Αὐτή εἶναι ἡ ἁμαρτία μου. Δέν εἶναι ἡ περιουσία σου πού σπατάλησα. Καθύβρισα τή μιά σχέση τοῦ παιδιοῦ πρός τόν πατέρα.
 Πάτερ ἥμαρτον".
Ξέρετε, εἶναι σχετικά εὔκολο νά παραδεχθῶ τά λάθη καί τά ἐλαττώματά μου, ἀλλά εἶναι πολύ δύσκολο νά ἀναγνωρίσω ξαφνικά πώς ἔχω προδώσει, πώς ἔχω χάσει τήν πνευματική μου, τήν ἀληθινή μου ὀμορφιά, πώς βρίσκομαι τόσο μακριά ἀπό τό ἀληθινό μου σπίτι.
Καί ὁ ἄσωτος παίρνει τό δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Πρίν ἀκόμη φθάσει στό σπίτι, ὁ πατέρας τόν βλέπει ἀπό μακρυά καί τρέχει. Χωρίς νά τοῦ πεῖ τίποτα, πέφτει ὁλόκληρος στήν ἀγκαλιά του καί τόν καταφιλεῖ.
 Ἤδη ὁ γιός κατάλαβε, πῆρε τήν ἀπάντηση.
 Ὁ πατέρας ἄκουσε τήν ἐξομολόγηση.
 Γιατί πάντοτε ἦταν μαζί μέ τό παιδί του. Αὐτό τό ὁποῖο παρακαλῶ νά προσέξουμε εἶναι ὅτι ἡ πρώτη λέξη τῆς ὁμολογίας του δέν εἶναι "συγχώρα με", ἀλλά "πατέρα". Εἶναι τό ὄνομα τοῦ πατέρα πού ἀνεβαίνει ἀπό τά βάθη τοῦ εἶναι του καί τοῦ δίνει τό θάρρος νά ἐλπίζει.
Ἡ πατρική ἀγάπη
 
Ἐκείνη τή στιγμή ὁ ἄσωτος ὁμολογεῖ τό λάθος του καί σιωπᾶ.
Δέν μπορεῖ νά συνεχίσει. Τά χάνει μέ τόν χείμαρρο τῆς ἀγάπης τοῦ πατέρα πού τόν διαλύει.
 Καί τό λόγο παίρνει ὁ πατέρας πού μιλᾶ ξεκάθαρα ἐν σιωπῇ. 
Δέν λέει στό παιδί του γιά τόν ἑαυτό του. Οὔτε ἄν πόνεσε, οὔτε πόσο πόνεσε ὅταν ἔφυγε. Οὔτε πόσο χαίρεται τώρα πού γύρισε. Οὔτε τόν μαλώνει γιά νά δικαιώσει τόν ἑαυτό του. Αὐτά δέ λέγονται.
 Διότι ἡ μυσταγωγία τῆς σχέσης τους ἱερουργεῖται σέ χῶρο βαθειᾶς σιωπῆς. Πυράκτωμα ἀγάπης πού παραλύει τή γλώσσα.
Ἔτσι νίκησε ἡ πατρική ἀγάπη τό θάνατο. Καί ἄναψε τούτη ἡ χαρά, τό πανηγύρι, πού ἐνδύεται καί πάλι ὁ γιός τήν στολή τήν πρώτη, καί φορᾶ τό δακτυλίδι τῆς υἱοθεσίας, καί θύεται ὁ μόσχος ὁ σιτευτός. 
Οἱ δικές μας ἐπιστροφές
 
Αὐτή ἡ ἐπιστροφή δέν μοιάζει μέ τίς δικές μας ἐπιστροφές ἤ τουλάχιστον αὐτές πού ἔχουμε στό μυαλό μας. Οἱ δικές μας εἶναι τοποθετημένες λίγο-πολύ σέ μιά νομικίστικη σχέση, σέ μιά ἀντίληψη πού καλλιεργεῖ μᾶλλον τίς συμφωνίες μεταξύ κυρίων πού δέν ἀθετοῦν τό λόγος τους, κατά τόν ἀκόλουθο τρόπο: Λοιπόν, πατέρα, νά τά συζητήσουμε, νά δοῦμε τά πράγματα ψύχραιμα. Νά δοῦμε σέ τίς φταῖς καί σέ τί φταίω. Νά βροῦμε ἕνα τρόπο συμβίωσης. 
Ὄχι ὅτι δέν μπορῶ νά ζήσω μακρυά ἀπό σένα. Μπορῶ, ἀλλά μιά καί εἶσαι πατέρας μου εἶπα νά γυρίσω. Τώρα ὅμως πρέπει νά μήν ἐπαναληφθοῦν τά ἴδια.
Αὐτή ἡ ἐπιστροφή εἶναι ἡ κόλαση τῆς λογικῆς καί τῆς δικαιοσύνης. Βλέπετε ὑπάρχει παραμονή στό σπίτι πού εἶναι περιπλάνηση σέ χώρα μακρινή. Ὑπάρχει ἐπιστροφή πού εἶναι μεγαλύτερη ἀπομάκρυνση ἀπό τό σπίτι.
 
Δέν γνωρίζω πόση σχέση ἔχει ὁ καθένας μας μέ τόν πατέρα καί τό νεώτερο γιό. Αὐτό ὅμως πού γνωρίζουμε ὅλοι εἶναι, ὅτι μποροῦμε νά γυρίσουμε στόν Πατέρα μας, γιατί ἐκεῖνος εἶναι ἡ ζωή, ἡ ἐπικύρωση τῆς ἀξιοπρέπειάς μας, ἡ ἐπανεύρεση τῆς ἀνθρωπιᾶς μας.
 Γι' αὐτό, σύμφωνα μέ τό λόγο τοῦ Ἐκκλησιαστῆ, μᾶς λέγει: "Υἱέ μου δός μου τήν καρδιά σου. Ὅλα τά ἄλλα θά στά δώσω ἐγώ".
 

Πηγή : Ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο «Ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ», τοῦ Ἀρχιμ. Βασιλείου, Προηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων) -Αποστολική Διακονία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου