απο τον Γεώργιο Βάμβουκα (Καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών )
Την τελευταία διετία οι ελληνοτουρκικές σχέσεις μονοπωλούν την ημερήσια επικαιρότητα. Από τις αρχές του 2020 η πανδημία του κορωνοϊού Covid-19 αποτελεί κορυφαίο θέμα της τρέχουσας επικαιρότητας.
Το σύνολο των μέσων μαζικής ενημέρωσης, δηλαδή ραδιοτηλεοπτικά μέσα και ιστότοποι (sites) του διαδικτύου, νυχθημερόν μας βομβαρδίζουν με το
ενδεχόμενο ελληνοτουρκικού θερμού πολεμικού επεισοδίου και τις διαστάσεις που προσλαμβάνει η επιδημία του κορωνοϊού στη χώρα μας. Ουδείς αμφισβητεί ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι κάκιστες και το ενδεχόμενο ενός θερμού επεισοδίου πολύ πιθανό. Η πανδημία του κορωνοϊού Covid-19 επεκτείνεται με ταχείς ρυθμούς ανά την ελληνική επικράτεια και μέχρι στιγμής οι επιδημιολόγοι αδυνατούν να βάλουν φρένο στις δραματικές διαστάσεις της.Με γνώμονα το παρελθόν, η ιατρική επιστήμη αναμένεται την επόμενη διετία ότι θα ανακαλύψει αποτελεσματικά εμβόλια και δραστικά φάρμακα που θα νικήσουν τον κορωνοϊό Covid-19.
Πέραν πάσης αμφιβολίας, τα καίριας σημασίας προβλήματα που απασχολούν την Πατρίδα μας και επείγουν λυσιτελούς επίλυσης προς όφελος του Έθνους, είναι ο τουρκικός οθωμανικός σωβινισμός, η λαθρομετανάστευση, η δημογραφική συρρίκνωση του ελληνικού πληθυσμού και η καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής μας οικονομίας.
Στη σημερινή μας επιφυλλίδα θα ασχοληθούμε με τις τάσεις και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Ειδικότερα, η ανάλυσή μας θα εστιαστεί στον προσδιορισμό της πραγματικής κατάστασης της εθνικής οικονομίας, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην εξέλιξη των βασικών μακροοικονομικών μας μεγεθών.
Σοκαριστικές Διαπιστώσεις
Τα στατιστικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στον πίνακα του κειμένου είναι λίαν αποκαλυπτικά και δυστυχώς σοκάρουν αναφορικά με την συγκλονιστική επιδείνωση του συνόλου των μακροοικονομικών μεγεθών της χώρας. Για το 2020 η συρρίκνωση του πραγματικού ΑΕΠ εκτιμάται γύρω στο -10%.
Εντούτοις, η σοκαριστική διαπίστωση είναι ότι την περίοδο 2007-2020 το πραγματικό ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) της Ελλάδας από 250,5 εκτιμάται ότι ελαττώθηκε σε 163,5 δις ευρώ. Δηλαδή την περίοδο αυτή το πραγματικό ΑΕΠ της χώρας σημείωσε συνολική μείωση -34,7%!! Σημειωτέων ότι την περίοδο 2007-2020 ο μέσος ετήσιος αναπτυξιακός ρυθμός της οικονομίας ήταν αρνητικός της τάξης του -3,2%, που σημαίνει ότι κατά την περίοδο αυτή το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές μειωνόταν κάθε χρόνο –3,2%. Αν ανατρέξουμε στην οικονομική ιστορία του νεώτερου ελληνικού έθνους, θα παρατηρήσουμε ότι ουδέποτε στο παρελθόν υπήρξε μια τόσο μακρά περίοδος κρίσης της εθνικής οικονομίας. Στην κυριολεξία πρόκειται για «κραχ» της ελληνικής οικονομίας άνευ ιστορικού προηγούμενου.
Η δεύτερη σοκαριστική διαπίστωση είναι απόρροια της πρώτης και αφορά την διατήρηση της ανεργίας σε πολύ υψηλά επίπεδα. Το ποσοτικό συμπέρασμα που συνάγεται από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (Ελληνική Στατιστική Αρχή) και του ΟΑΕΔ (Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού), ότι, κατά την περίοδο 2010-2020 το μέσο ποσοστό ανεργίας υπερβαίνει το 20%, αντικατοπτρίζει εμπράκτως το παρατεταμένο «κραχ» της ελληνικής οικονομίας μετά το 2009. Λαμβάνοντας υπόψη το συνολικό εργατικό δυναμικό που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ, προκύπτει ότι με βάση τα στοιχεία της εγγεγραμμένης ανεργίας του ΟΑΕΔ, το ποσοστό ανεργίας στη χώρα μας το 2020 εκτιμάται σε 24,5% που αντιστοιχεί σε 1.130.100 ανέργους. Αξιοσημείωτο είναι ότι το 24,5% αποτελεί ιστορικό ρεκόρ εγγεγραμμένης ανεργίας, καθότι στο παρελθόν τα στοιχεία του ΟΑΕΔ ουδέποτε κατέγραψαν ένα τόσο υψηλό ποσοστό ανεργίας. Ωστόσο, συγκρίνοντας τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και του ΟΑΕΔ διαπιστούται μια σαφής αντίφαση που αφορά το σύνολο της περιόδου 2013-2020. Ενώ τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ υποδεικνύουν την πτωτική τάση του ποσοστού ανεργίας κατά την περίοδο 2013-2020, αντιθέτως ο ΟΑΕΔ καταγράφει την ανοδική πορεία της ανεργίας κατά την περίοδο αυτή.
Η τρίτη σοκαριστική διαπίστωση καθρεφτίζεται στην συγκλονιστική αύξηση του δημοσίου χρέους της Ελλάδας. Για τον υπολογισμό του δημοσίου χρέους χρησιμοποιούμε το «χρέος της κεντρικής κυβέρνησης». Την περίοδο 2007-2020, δηλαδή την περίοδο καθίζησης της ελληνικής οικονομίας, το δημόσιο χρέος της χώρας από 239,7 εκσφενδονίστηκε σε 372 δις ευρώ, με συνέπεια το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ από 103% να εξακοντιστεί στο 228,2%!
Κατά την διάρκεια της περιόδου 1948-2020, όπου υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με την εξέλιξη του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης, το 2020 συνιστά έτος σοκ, με την έννοια ότι είναι η πρώτη φορά που ο λόγος δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ σπάει το φράγμα του 200%. Το γεγονός ότι κατά την περίοδο 2007-2020 το κρατικό χρέος αυξάνεται αλματωδώς σε συνθήκες παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, καταδεικνύει την παταγώδη αποτυχία της ασκούμενης μακροοικονομικής πολιτικής από τα κόμματα κυβερνητικής εξουσίας ήτοι ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.
Δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι την μεταπολιτευτική περίοδο 1974-2020, τα κόμματα κυβερνητικής εξουσίας αύξησαν το δημόσιο χρέος της Ελλάδας κατά 97,9 φορές, καθότι το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης από 3,8 εκτοξεύτηκε στα 372 δις ευρώ!! Τα κόμματα που μετά το 1974 κρατούν τα ηνία της κυβερνητικής εξουσίας, πιθανολογείται ότι φέρουν μειοδοτικές ευθύνες για την χρεοκοπία του 2009, για την υποταγή της ελληνικής κοινωνίας στις ανερμάτιστες μνημονιακές πολιτικές και για το οικονομικό κραχ της περιόδου 2007-2020. Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας είναι μη βιώσιμο, δηλαδή μη διαχειρίσιμο. Οι ετήσιες δαπάνες τοκοχρεολυσίων για την εξυπηρέτηση του τερατώδους χρέους εκτιμώνται σε δεκάδες δις ευρώ, με αναπόφευκτη συνέπεια οι διαθέσιμοι πόροι του κρατικού προϋπολογισμού να μην επαρκούν για την συνεπή και απρόσκοπτη εξυπηρέτησή του
Το τέταρτο σοκαριστικό συμπέρασμα είναι ότι την περίοδο 2007-2020 συντελείται η πρωτοφανής ελάττωση των ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου. Ο όρος «ακαθάριστες» υποδηλώνει ότι στο σύνολο των επενδύσεων συμπεριλαμβάνονται και οι «αποσβέσεις». Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι από εθνικολογιστικής άποψης ως «επενδύσεις» θεωρούνται οι δαπάνες σε υλικό κεφάλαιο, όπως είναι οι δαπάνες για την αγορά μηχανολογικού εξοπλισμού, οι δαπάνες για την κατασκευή οδικών δικτύων, οι δαπάνες για την υλοποίηση έργων υποδομής, κ.ο.κ. Την περίοδο 2007-2020 οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου από 61,5 εκτιμάται ότι μειώθηκαν σε 16,2 δις ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι την περίοδο αυτή οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου ως ποσοστό του ΑΕΠ από 24,6% έπεσαν στο 9,9%. Σύμφωνα με τα στοιχεία διεθνών οργανισμών παραγωγής στατιστικών στοιχείων, όπως είναι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Παγκόσμια Τράπεζα, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, η Eurostat, κ.λπ., τόσο στις προηγμένες χώρες όσο και στις δυναμικά αναπτυσσόμενες χώρες της υφηλίου, παρατηρείται ότι οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 20% του ΑΕΠ. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι με βάση τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, η Ελλάδα αποτελεί την μοναδική χώρα της παγκόσμιας οικονομίας, όπου ο λόγος επενδύσεις παγίου κεφαλαίου προς ΑΕΠ κυμαίνεται σε τόσο χαμηλά επίπεδα, δηλαδή γύρω στο 10%.
Η πέμπτη σοκαριστική παρατήρηση αντανακλάται στο τρομακτικό επίπεδο του εξωτερικού μας χρέους. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, τον Ιούνιο του 2020 το εξωτερικό χρέος της Ελλάδας ανήλθε σε 472,7 δις ευρώ. Αν υποτεθεί ότι τον Δεκέμβριο του 2020 το εξωτερικό χρέος διαμορφωθεί σε 490 δις ευρώ, τότε ο λόγος εξωτερικό χρέος προς ΑΕΠ θα προσεγγίσει το 300%. Σύμφωνα με τα στοιχεία του πίνακα, την περίοδο 2007-2020 το εξωτερικό χρέος της χώρας από 310,9 εκτινάχτηκε σε αστρονομικά επίπεδα, που ενδεχομένως τον Δεκέμβριο του 2020 υπερβούν τα 500 δις ευρώ. Αν στο εξωτερικό χρέος προστεθεί και το εσωτερικό χρέος προκύπτει ένα τερατώδες συνολικό χρέος της Ελλάδας, που διαισθάνομαι ότι ούτε ο υπουργός Οικονομικών με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας γνωρίζουν το πραγματικό απόλυτο επίπεδό του.
Η συρρίκνωση του τουριστικού συναλλάγματος εντός του 2020 προκαλεί σοκ και δέος. Το κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο και η Τράπεζα της Ελλάδας απέτυχαν πλήρως στις αρχικές προβλέψεις τους αναφορικά με την πορεία των εισπράξεων τουριστικού συναλλάγματος κατά την διάρκεια του τρέχοντος έτους. Τον Μάρτιο του 2020 και όταν η πανδημία του κορωνοϊού παγκοσμίως είχε αρχίσει να προσλαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις, οι οικονομικοί επιτελείς της κυβέρνησης μαζί με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας προσδοκούσαν σε εισροές τουριστικού συναλλάγματος το 2020 τουλάχιστον σε οκτώ δις ευρώ.
Με βάση τα στοιχεία της περιόδου Ιανουαρίου-Αυγούστου 2020, στο σύνολο του έτους το τουριστικό συνάλλαγμα αναμένεται σε 4,5 δις έναντι 18,2 δις ευρώ το 2019. Επίσης, κατάπληξη προκαλεί η στατιστική παρατήρηση ότι την περίοδο 2019-2020, η προσέλευση ξένων τουριστών στη χώρα μας από 34,1 προβλέπεται ότι θα μειωθεί μόλις στα 7,0 εκατομμύρια άτομα.
Η φοβερή ελάττωση στις εισροές τουριστικού συναλλάγματος σε συνδυασμό με την πτωτική πορεία των εισροών ναυτιλιακού συναλλάγματος προκαλούν την σοβαρή επιδείνωση του «ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών» κατά την διάρκεια του 2020. Ήδη την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2019/2020, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών από -1,0 διευρύνθηκε στα -7,9 δις ευρώ. Με συντηρητικές εκτιμήσεις την περίοδο 2019-2020 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών από -2,7 αναμένεται να υπερβεί τα -10 δις και ενδεχομένως προσεγγίσει τα -14 δις ευρώ. Στις αρχές της πανδημίας ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος προέβλεπε για το 2020 έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών γύρω στα -5 δις ευρώ. Η πασιφανής αστοχία στις προβλέψεις του κυβερνητικού οικονομικού επιτελείου και της Τράπεζας της Ελλάδας, δηλαδή των θεσμών που εμπλέκονται στην χάραξη της μακροοικονομικής πολιτικής, καταδεικνύει ότι οι τύχες της εθνικής οικονομίας εναπόκεινται σε αμφίβολης επιστημονικής αξίας άτομα που αδυνατούν να κάνουν ορθολογικές προβλέψεις σε χρονικό ορίζοντα μερικών μηνών.
Ζοφερό το Τοπίο της Οικονομίας
Οι προαναφερθείσες διαπιστώσεις όντως είναι σοκαριστικές. Με την πανδημία του κορωνοϊού Covid-19 να καλπάζει με γρήγορους ρυθμούς, με την ύπαρξη ενός κολοσσιαίου δημόσιου χρέους που οι πάντες παραδέχονται ότι είναι μη βιώσιμο και με μια εγχώρια οικονομία η οποία μετά το 2007 διέρχεται φάση διαιωνιζόμενης ύφεσης, πασιφανές είναι ότι οι βραχυμεσοπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας προδιαγράφονται ζοφερές και αβέβαιες. Μετά το 2010 όλα τα Μεσοπρόθεσμα Πλαίσια Δημοσιονομική Στρατηγικής που έχουν εφαρμοστεί από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης και της σημερινής, έχουν αποτύχει στην επίτευξη των δύο κεντρικών τους στόχων και πιο συγκεκριμένα στην ώθηση της οικονομίας σε αναπτυξιακή τροχιά και στην μείωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Η Ελλάδα αποτελεί την μοναδική χώρα του κόσμου, όπου επί δεκατρία συναπτά έτη το δημόσιο χρέος αυξάνεται αλματωδώς σε συνθήκες παρατεταμένης οικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του πίνακα την περίοδο 2007-2020 το πραγματικό ΑΕΠ από 250,5 μειώθηκε σε 163,5 δις ευρώ. Αν υποτεθεί ότι στο μέλλον ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας ήταν 2%, τότε θα απαιτούντο 23 χρόνια ήτοι το 2043 για να αυξανόταν το πραγματικό ΑΕΠ στα 250,5 δις ευρώ που ήταν το 2007.
Η διαφθορά του κομματικού συστήματος κυβερνητικής εξουσίας, οι εκτεταμένες δραστηριότητες της άνομης παραοικονομίας και η αποτυχία της ασκούμενης μακροοικονομικής πολιτικής, συνιστούν τους σημαντικότερους αιτιώδεις παράγοντες που μετά το 1974 συντελείται η καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής οικονομίας.
Η επίτευξη ικανοποιητικών αναπτυξιακών επιδόσεων προϋποθέτει την άνοδο τόσο της ανταγωνιστικότητας όσο και της παραγωγικότητας της εγχώριας οικονομίας.
Ποιοι όμως ευθύνονται για το σημερινό κατάντημα της ελληνικής οικονομίας και για την δημιουργία του γιγαντιαίου δημοσίου χρέους; Αν κάποιος ρωτούσε τα κομματικά στελέχη της εκάστοτε κυβερνητικής εξουσίας, δηλαδή των κομμάτων της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, θα έδιναν την γνωστή κουτόχορτη τηλεοπτική απάντηση για άγρα ψήφων, ότι δηλαδή φταίει η προηγούμενη κυβέρνηση. Ναι, συμφωνούμε ότι για το κακό χάλι της οικονομίας φταίνε οι προηγούμενες κυβερνήσεις, εφόσον όλες μαζί οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης δημιούργησαν το σημερινό θηριώδες δημόσιο χρέος, που όπως θα αναλύσουμε σε επόμενο άρθρο μας εκτιμάται ότι το 2020 υπερβαίνει τα 1.400 δις ευρώ έναντι μόλις 3,8 δις ή 18,2% του ΑΕΠ το 1974!!
Το αναπτυξιακό έδαφος που η χώρα μας απώλεσε κατά την περίοδο της μεταπολίτευσης είναι τεράστιο και δυσεπούλωτο. Το 1974 η Ελλάδα είχε πολλαπλάσιο ΑΕΠ από χώρες όπως Ιρλανδία, Ισραήλ, Σιγκαπούρη, κ.ά. Σήμερα οι χώρες αυτές έχουν αισθητά μεγαλύτερο ΑΕΠ από τη χώρα μας, επιβεβαιώνοντας την διαχρονική εξασθένηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Οι ανταγωνίστριες μας χώρες προοδεύουν και εμείς οπισθοδρομούμε.
Είναι δυνατόν η ελληνική οικονομία να μην διέρχεται φάση οπισθοδρόμησης, όταν την περίοδο 1974-2019 ο αγροτικός και ο βιομηχανικός τομές από 50% έφρασαν στο τραγικό σημείο να παράγουν μόλις το 18% του ΑΕΠ;
Ποιοι όμως ευθύνονται για το μεταπολιτευτικό κατρακύλημα της οικονομίας; Σήμερα φταίει ο κορωνοϊός Covid-19. Τα προηγούμενα χρόνια έφταιγε κάποιος άλλος παράγοντας. Ποτέ όμως δεν έφταιγαν οι θεσιθήρες που κατείχαν τους θώκους της κυβερνητικής, κρατικής και τραπεζικής εξουσίας.
Η ιστορική μαρτυρία όμως είναι αδιάσειστη. Φαύλοι και ανιστόρητοι πολιτικοί, καρεκλοκένταυροι της κρατικής-τραπεζικής εξουσίας και συστημικοί κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες, συνέβαλαν στην διαμόρφωση ενός πολιτικοοικονομικού φατριαστικού καθεστώτος, με βασικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά, την διαφθορά, τον αμοραλισμό και την ατιμωρησία της κλεπτοκρατίας. Στις δομές του κλεπτοσυστήματος αναζητούνται τα βαθύτερα αίτια της διαχρονικής αποδυνάμωσης της ανταγωνιστικότητας του οικονομικού μας συστήματος, της φάσης οπισθοδρόμησης που μετά την μεταπολίτευση διέρχεται η χώρα και της εκτόξευσης του δημοσίου χρέους σε δυσθεώρητα επίπεδα. Με γνώμονα τα διδάγματα της ιστορίας, το παρελθόν προδιαγράφει τις μελλοντικές προοπτικές της οικονομίας.
Η περίοδος 2007-2020 έχει ήδη καταγραφεί στις μελανές σελίδες της οικονομικής ιστορίας της Ελλάδας. Το μέλλον θα δείξει αν οι μελανές σελίδες γίνουν μελανότερες ή αν στο βάθος του ορίζοντα ακουστούν τα χαρμόσυνα αγγέλματα της οικονομικής ανάπτυξης, της κοινωνικής ευημερίας και της Εθνικής έξαρσης.
Πίνακας: Κύρια Μακροοικονομικά Μεγέθη της Ελληνικής Οικονομίας
Έτη | Δημόσιο Χρέος Ελλάδας (δις ευρώ) | Εξωτερικό Χρέος Ελλάδας (δις ευρώ) | Πραγματικό ΑΕΠ (δις ευρώ) | Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου Κεφαλαίου (δις ευρώ) | Ονομαστικό ΑΕΠ (δις ευρώ) |
2007 2008 2009 2010 2013 2014 2015 2016 2017 2018 2019 2020 | 239,7 262,1 298,5 340,3 321,5 324,1 321,3 326,4 328,7 359,0 356,0 372,0 | 310,9 366,9 417,7 419,1 428,8 424,4 441,5 430,8 405,3 413,8 445,2 472,7 | 250,5 249,9 239,1 216,3 175,6 176,8 176,1 175,2 177,5 180,3 183,6 163,5 | 61,5 57,1 49,2 35,9 19,6 19,0 19,0 19,4 21,0 19,6 18,7 16,2 | 232,7 242,0 237,5 224,1 179,6 177,3 176,1 174,2 177,2 179,7 183,4 163,0 |
Πίνακας (συνέχεια):Κύρια Μακροοικονομικά Μεγέθη της Ελληνικής Οικονομίας
Έτη | Ποσοστό Ανεργίας ΕΛΣΤΑΤ | Ποσοστό Ανεργίας ΟΑΕΔ | Έλλειμμα Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών (δις ευρώ) | Τουριστικό Συνάλλαγμα (δις ευρώ) | Δημόσιο Χρέος Ελλάδας προς ΑΕΠ | Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου Κεφαλαίου προς ΑΕΠ |
2007 2008 2009 2010 2013 2014 2015 2016 2017 2018 2019 2020 | 8,4% 7,8% 9,6% 12,7% 27,5% 26,5% 24,9% 23,6% 21,5% 19,3% 17,3% 18,6% | 8,9% 8,4% 11,2% 14,2% 21,5% 21,1% 20,7% 21,0% 20,7% 21,3% 21,5% 24,5% | -35,3 -36,6 -29,3 -22,6 -2,6 -1,3 -1,4 -3,1 -3,4 -5,2 -2,7 -14,0 | 11,3 11,6 10,4 9,6 12,2 13,4 14,1 13,2 14,6 16,1 18,2 4,5 | 103,0% 108,3% 125,7% 151,9% 179,0% 182,8% 182,5% 187,4% 185,5% 199,8% 194,1% 228,2% | 24,6% 22,8% 20,6% 16,6% 11,2% 10,7% 10,8% 11,1% 11,8% 10,9% 10,2% 9,9% |
Παρατηρήσεις: Τα στοιχεία του 2020 βασίζονται σε εκτιμήσεις. Το Δημόσιο Χρέος της Ελλάδας αφορά το Χρέος της Κεντρικής Κυβέρνησης. Τα στοιχεία του Εξωτερικού Χρέους της Ελλάδας του 2020 αναφέρονται στο μήνα Ιούνιο.
Το πραγματικό ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) αποκαλείται επίσης ΑΕΠ σε σταθερές τιμές. Οι Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου Κεφαλαίου απεικονίζονται σε σταθερές τιμές με έτος βάσης το 2015. Το ονομαστικό ΑΕΠ αποτυπώνεται και με τους όρους “απόλυτο ΑΕΠ” και “ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές”.
Έτος βάσης του πραγματικού ΑΕΠ είναι το 2015. ΕΛΣΤΑΤ είναι η Ελληνική Στατιστική Αρχή και ΟΑΕΔ ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού. Πηγή των στοιχείων είναι το Υπουργείο Οικονομικών, η ΕΛΣΤΑΤ και η Τράπεζα της Ελλάδας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου