απο τον Dmitri Trenin*
Μετά από σχεδόν επτά χρόνια, ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας τελικά βαίνει προς το τέλος του και οι διάφορες δυνάμεις της Μέσης Ανατολής βλέπουν μπροστά, σε αυτά που έρχονται στην συνέχεια.
Στις 22 Νοεμβρίου, οι ηγέτες του Ιράν, της Ρωσίας και της Τουρκίας [2] συναντήθηκαν στην ρωσική πόλη Σότσι για να συζητήσουν για το μέλλον της Συρίας και στις 28 Νοεμβρίου ξεκίνησε στην
Γενεύη ο πιο πρόσφατος γύρος συνομιλιών που πραγματοποίησε ο ΟΗΕ, μεταξύ των αντιπροσώπων του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ-Άσαντ και της αντιπολίτευσης.
Ένας άλλος γύρος συνομιλιών στο Σότσι σχεδιάζεται για τις αρχές του επόμενου έτους.
Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, και ο πρόεδρος της Συρίας, Μπασάρ αλ-Άσαντ, στην βάση αεροπορικών δυνάμεων Khmeimim της Συρίας, τον Δεκέμβριο του 2017. SPUTNIK PHOTO AGENCY / REUTERS
-----------------------------------------------------------
Μέσω της στρατιωτικής παρέμβασης και διπλωματικών ελιγμών, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν έχει κάνει την χώρα του έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες [3] στην συριακή διαμάχη. Η Ρωσία πήγε στην Συρία τον Σεπτέμβριο του 2015 για να κατανικήσει το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) και να εμποδίσει μια προσπάθεια αλλαγής του καθεστώτος από εξωτερικές δυνάμεις όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σαουδική Αραβία.
Πάνω από δύο χρόνια αργότερα, η στρατιωτική εμπλοκή της Μόσχας έχει αποδώσει.
Το καθεστώς του Assad έχει επιβιώσει και το ISIS έχει νικηθεί.
Ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει, αλλά η εστίαση γίνεται όλο και περισσότερο στην μελλοντική πολιτική διευθέτηση.
Η Ρωσία δεν θα μπορέσει να επιβάλει αυτή την διευθέτηση μόνη της, ούτε καν μαζί με τους συμμάχους της, το Ιράν και την Τουρκία. Αλλά θα έχει εμπλοκή στην συριακή ειρήνη [4] όπως είχε εμπλακεί και στον συριακό πόλεμο.
ΕΝΑΣ ΜΠΕΡΔΕΜΕΝΟΣ ΙΣΤΟΣ
Μεταξύ των ζητημάτων που τίθενται τώρα στην Συρία, η μοίρα του Assad ξεχωρίζει. Κατά την διάρκεια του πολέμου, η Μόσχα τον είδε ως κάποιον που έπρεπε να προστατευτεί για χάρη της πρόληψης του χάους. Τώρα δείχνει και συμπεριφέρεται σαν νικητής και ίσως να σκέφτεται ότι δεν χρειάζεται τους Ρώσους όσο το συνήθιζε. Ο Άσαντ κοιτάζει αφ’ υψηλού την αντιπολίτευση και θέλει το Κόμμα Μπάαθ να γίνει ξανά κυρίαρχο. Ωστόσο, το Κρεμλίνο αντιλαμβάνεται ότι η αποκατάσταση του ελέγχου του σε όλη την Συρία είναι αδύνατη και ίσως και ανεπιθύμητη, καθώς άλλες ομάδες, από την σουνιτική αντιπολίτευση έως τους Κούρδους, απορρίπτουν κατηγορηματικά αυτό το αποτέλεσμα. Ο Άσαντ μπορεί να παραμείνει στην εξουσία στην Δαμασκό, αλλά το πολιτικό τοπίο της χώρας έχει αλλάξει αμετάκλητα. Ωστόσο, η Μόσχα πρέπει να αντιμετωπίσει έναν απείθαρχο Assad, ενώ θα λαμβάνει υπόψη της την επιρροή που άσκησε ο άλλος σύμμαχός του, η Τεχεράνη.
Ακόμη και χωρίς επίσημη ομοσπονδοποίηση, η Συρία είναι de facto χωρισμένη σε διάφορους θύλακες που ελέγχονται από διάφορες δυνάμεις [5]: Την κυβέρνηση Assad˙ ομάδες αντιπολίτευσης κατά του Assad˙ φιλο-τουρκικές και φιλο-ιρανικές πολιτοφυλακές˙ και τους Κούρδους. Η Ρωσία συνεργάστηκε με πολλούς παίκτες, τόσο στο έδαφος της Συρίας όσο και σε ολόκληρη την περιοχή, για να δημιουργήσει αρκετές ζώνες αποκλιμάκωσης, όπου οι μάχες έχουν σταματήσει και η αντιπολίτευση έχει επιτραπεί να παραμείνει έχουσα τον έλεγχο. Μέσα από τις προσπάθειές της στην Αστάνα, την Γενεύη και το Σότσι, η Μόσχα επεδίωξε να οικοδομήσει κοινό έδαφος μεταξύ όλων των αντίπαλων φατριών της χώρας, ανοίγοντας τον δρόμο για κάποια μορφή κυβέρνησης συνασπισμού.
Ο Άσαντ διστάζει να συμφωνήσει σε μια πραγματική κατανομή εξουσίας, και το Ιράν έχει τις δικές του επιφυλάξεις. Έτσι, η Μόσχα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει πολλή πειθώ και περιστασιακές πιέσεις για να επιτύχει το αποτέλεσμα που προτιμά.
Οι Ρώσοι πιστεύουν, ωστόσο, ότι μια διακοινοτική διευθέτηση κατανομής εξουσιών που μοιάζει με του Λιβάνου θα μπορούσε να είναι μια συνταγή σταθερότητας.
Η Ρωσία επιμένει στην εδαφική ενότητα της Συρίας. Η Μόσχα ακολουθεί παρόμοια στάση απέναντι στο Ιράκ, όπου πρόσφατα αρνήθηκε να υποστηρίξει την ανεξαρτησία του Ιρακινού Κουρδιστάν. Στην Συρία, όπως και στο Ιράκ, όμως, η Ρωσία ευνοεί την πραγματική αυτονομία των Κούρδων. Στην διάρκεια πολλών δεκαετιών, η Μόσχα έχει μακροχρόνια σχέση με τις κουρδικές ομάδες στη Μέση Ανατολή, μερικές φορές βοηθώντας τις πολιτικά και στρατιωτικά. Η Ρωσία είναι συνηθισμένη να εξισορροπεί τις σχέσεις της με τους Κούρδους και τους Άραβες, Τούρκους και Ιρανούς γείτονές τους, και η ίδια φιλοξενεί μια μικρή κουρδική διασπορά που διευκολύνει τις ρωσο-κουρδικές επαφές και τα λόμπι για τα κουρδικά συμφέροντα. Στο τέλος, ωστόσο, είναι το εθνικό συμφέρον της Ρωσίας να διατηρεί επαφές με όλους τους σχετικούς παίκτες που θα κερδίσει.
Η Ρωσία, φυσικά, δεν είναι η μόνη εξωτερική δύναμη στην Συρία. Ακόμη και όταν η Μόσχα υποστήριζε το καθεστώς Assad με την αεροπορική της δύναμη, το Ιράν και οι συμμαχικές του πολιτοφυλακές πολεμούσαν επί του πεδίου. Μετά τον πόλεμο, η Τεχεράνη θέλει να θεσμοθετήσει την παρουσία της στο έδαφος της Συρίας, τόσο για να επηρεάσει το μέλλον της χώρας αυτής όσο και για να διατηρήσει μια φυσική σύνδεση με τον βασικό περιφερειακό σύμμαχό της, την Χεζμπολάχ.
*Ο DMITRI TRENIN είναι διευθυντής του Κέντρου Carnegie Μόσχας και ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο What Is Russia Up to in the Middle East? [1]
απο το foreignaffairs.gr
Μετά από σχεδόν επτά χρόνια, ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας τελικά βαίνει προς το τέλος του και οι διάφορες δυνάμεις της Μέσης Ανατολής βλέπουν μπροστά, σε αυτά που έρχονται στην συνέχεια.
Στις 22 Νοεμβρίου, οι ηγέτες του Ιράν, της Ρωσίας και της Τουρκίας [2] συναντήθηκαν στην ρωσική πόλη Σότσι για να συζητήσουν για το μέλλον της Συρίας και στις 28 Νοεμβρίου ξεκίνησε στην
Γενεύη ο πιο πρόσφατος γύρος συνομιλιών που πραγματοποίησε ο ΟΗΕ, μεταξύ των αντιπροσώπων του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ-Άσαντ και της αντιπολίτευσης.
Ένας άλλος γύρος συνομιλιών στο Σότσι σχεδιάζεται για τις αρχές του επόμενου έτους.
Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, και ο πρόεδρος της Συρίας, Μπασάρ αλ-Άσαντ, στην βάση αεροπορικών δυνάμεων Khmeimim της Συρίας, τον Δεκέμβριο του 2017. SPUTNIK PHOTO AGENCY / REUTERS
-----------------------------------------------------------
Μέσω της στρατιωτικής παρέμβασης και διπλωματικών ελιγμών, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν έχει κάνει την χώρα του έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες [3] στην συριακή διαμάχη. Η Ρωσία πήγε στην Συρία τον Σεπτέμβριο του 2015 για να κατανικήσει το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) και να εμποδίσει μια προσπάθεια αλλαγής του καθεστώτος από εξωτερικές δυνάμεις όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σαουδική Αραβία.
Πάνω από δύο χρόνια αργότερα, η στρατιωτική εμπλοκή της Μόσχας έχει αποδώσει.
Το καθεστώς του Assad έχει επιβιώσει και το ISIS έχει νικηθεί.
Ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει, αλλά η εστίαση γίνεται όλο και περισσότερο στην μελλοντική πολιτική διευθέτηση.
Η Ρωσία δεν θα μπορέσει να επιβάλει αυτή την διευθέτηση μόνη της, ούτε καν μαζί με τους συμμάχους της, το Ιράν και την Τουρκία. Αλλά θα έχει εμπλοκή στην συριακή ειρήνη [4] όπως είχε εμπλακεί και στον συριακό πόλεμο.
ΕΝΑΣ ΜΠΕΡΔΕΜΕΝΟΣ ΙΣΤΟΣ
Μεταξύ των ζητημάτων που τίθενται τώρα στην Συρία, η μοίρα του Assad ξεχωρίζει. Κατά την διάρκεια του πολέμου, η Μόσχα τον είδε ως κάποιον που έπρεπε να προστατευτεί για χάρη της πρόληψης του χάους. Τώρα δείχνει και συμπεριφέρεται σαν νικητής και ίσως να σκέφτεται ότι δεν χρειάζεται τους Ρώσους όσο το συνήθιζε. Ο Άσαντ κοιτάζει αφ’ υψηλού την αντιπολίτευση και θέλει το Κόμμα Μπάαθ να γίνει ξανά κυρίαρχο. Ωστόσο, το Κρεμλίνο αντιλαμβάνεται ότι η αποκατάσταση του ελέγχου του σε όλη την Συρία είναι αδύνατη και ίσως και ανεπιθύμητη, καθώς άλλες ομάδες, από την σουνιτική αντιπολίτευση έως τους Κούρδους, απορρίπτουν κατηγορηματικά αυτό το αποτέλεσμα. Ο Άσαντ μπορεί να παραμείνει στην εξουσία στην Δαμασκό, αλλά το πολιτικό τοπίο της χώρας έχει αλλάξει αμετάκλητα. Ωστόσο, η Μόσχα πρέπει να αντιμετωπίσει έναν απείθαρχο Assad, ενώ θα λαμβάνει υπόψη της την επιρροή που άσκησε ο άλλος σύμμαχός του, η Τεχεράνη.
Ακόμη και χωρίς επίσημη ομοσπονδοποίηση, η Συρία είναι de facto χωρισμένη σε διάφορους θύλακες που ελέγχονται από διάφορες δυνάμεις [5]: Την κυβέρνηση Assad˙ ομάδες αντιπολίτευσης κατά του Assad˙ φιλο-τουρκικές και φιλο-ιρανικές πολιτοφυλακές˙ και τους Κούρδους. Η Ρωσία συνεργάστηκε με πολλούς παίκτες, τόσο στο έδαφος της Συρίας όσο και σε ολόκληρη την περιοχή, για να δημιουργήσει αρκετές ζώνες αποκλιμάκωσης, όπου οι μάχες έχουν σταματήσει και η αντιπολίτευση έχει επιτραπεί να παραμείνει έχουσα τον έλεγχο. Μέσα από τις προσπάθειές της στην Αστάνα, την Γενεύη και το Σότσι, η Μόσχα επεδίωξε να οικοδομήσει κοινό έδαφος μεταξύ όλων των αντίπαλων φατριών της χώρας, ανοίγοντας τον δρόμο για κάποια μορφή κυβέρνησης συνασπισμού.
Ο Άσαντ διστάζει να συμφωνήσει σε μια πραγματική κατανομή εξουσίας, και το Ιράν έχει τις δικές του επιφυλάξεις. Έτσι, η Μόσχα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει πολλή πειθώ και περιστασιακές πιέσεις για να επιτύχει το αποτέλεσμα που προτιμά.
Οι Ρώσοι πιστεύουν, ωστόσο, ότι μια διακοινοτική διευθέτηση κατανομής εξουσιών που μοιάζει με του Λιβάνου θα μπορούσε να είναι μια συνταγή σταθερότητας.
Η Ρωσία επιμένει στην εδαφική ενότητα της Συρίας. Η Μόσχα ακολουθεί παρόμοια στάση απέναντι στο Ιράκ, όπου πρόσφατα αρνήθηκε να υποστηρίξει την ανεξαρτησία του Ιρακινού Κουρδιστάν. Στην Συρία, όπως και στο Ιράκ, όμως, η Ρωσία ευνοεί την πραγματική αυτονομία των Κούρδων. Στην διάρκεια πολλών δεκαετιών, η Μόσχα έχει μακροχρόνια σχέση με τις κουρδικές ομάδες στη Μέση Ανατολή, μερικές φορές βοηθώντας τις πολιτικά και στρατιωτικά. Η Ρωσία είναι συνηθισμένη να εξισορροπεί τις σχέσεις της με τους Κούρδους και τους Άραβες, Τούρκους και Ιρανούς γείτονές τους, και η ίδια φιλοξενεί μια μικρή κουρδική διασπορά που διευκολύνει τις ρωσο-κουρδικές επαφές και τα λόμπι για τα κουρδικά συμφέροντα. Στο τέλος, ωστόσο, είναι το εθνικό συμφέρον της Ρωσίας να διατηρεί επαφές με όλους τους σχετικούς παίκτες που θα κερδίσει.
Η Ρωσία, φυσικά, δεν είναι η μόνη εξωτερική δύναμη στην Συρία. Ακόμη και όταν η Μόσχα υποστήριζε το καθεστώς Assad με την αεροπορική της δύναμη, το Ιράν και οι συμμαχικές του πολιτοφυλακές πολεμούσαν επί του πεδίου. Μετά τον πόλεμο, η Τεχεράνη θέλει να θεσμοθετήσει την παρουσία της στο έδαφος της Συρίας, τόσο για να επηρεάσει το μέλλον της χώρας αυτής όσο και για να διατηρήσει μια φυσική σύνδεση με τον βασικό περιφερειακό σύμμαχό της, την Χεζμπολάχ.
*Ο DMITRI TRENIN είναι διευθυντής του Κέντρου Carnegie Μόσχας και ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο What Is Russia Up to in the Middle East? [1]
απο το foreignaffairs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου