Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2025

Ποιος κυβερνά πραγματικά;

Τι είναι το κράτος, ποια είναι η προέλευσή του και ποιος το ελέγχει; Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι αυτές οι ερωτήσεις έχουν προφανείς απαντήσεις. 
Στην πραγματικότητα, η απάντηση είναι αόριστη και δεν αναγνωρίζεται εύκολα, ακόμη και από εκείνους που αποτελούν μέρος του συστήματος.

Ο Τραμπ το ανακάλυψε αυτό κατά την πρώτη του θητεία. Φυσικά, υπέθεσε ότι ο πρόεδρος θα ήταν υπεύθυνος, τουλάχιστον όσον αφορά την εκτελεστική εξουσία. Διαπίστωσε κάτι διαφορετικό, όταν κρατικές υπηρεσίες συνεργάστηκαν στενά με τα μέσα ενημέρωσης για να τον υπονομεύσουν σε κάθε του βήμα. Μετά από ένα τετραετές διάλειμμα, επέστρεψε με πραγματική αποφασιστικότητα να γίνει πράγματι πρόεδρος.

Είναι πιο εύκολο να το λες παρά να το κάνεις. Οι διορισμένοι σε επίπεδο υπουργικού συμβουλίου συχνά παραπονιούνται κατ’ ιδίαν ότι αντιμετωπίζουν αδίστακτες γραφειοκρατίες, οι οποίες διαθέτουν όλη τη θεσμική γνώση. Συχνά αισθάνονται σαν υποκατάστατα ή «γλάστρες».

 Ο Τραμπ είναι ο ασυνήθιστος πρόεδρος που επιχείρησε ακόμη και να ασκήσει την εξουσία. Οι περισσότεροι είναι απλώς χαρούμενοι με τις απολαβές του αξιώματος και τους επαίνους που το συνοδεύουν. 
Σε κάθε περίπτωση, όποιος φτάνει στα υψηλότερα κλιμάκια οποιουδήποτε κρατικού μηχανισμού ανακαλύπτει ότι πρόκειται για κάτι διαφορετικό από αυτό που περιγράφεται στα σχολικά βιβλία.

Ο Πλάτων αντιλαμβανόταν το κράτος ως οργανικό στοιχείο της ίδιας της ζωής, που αντανακλά τη δομή της ανθρώπινης ψυχής. Η πολιτεία χωριζόταν μεταξύ των ηγεμόνων (φιλόσοφοι-βασιλείς), των φυλάκων (πολεμιστές) και των παραγωγών (εργάτες). Το κράτος υπάρχει για να επιτυγχάνει τη δικαιοσύνη, όπου κάθε τάξη εκτελεί αρμονικά τον καθορισμένο ρόλο της.

Ο Αριστοτέλης πρότεινε μια πιο ρεαλιστική άποψη. Μολονότι το κράτος είναι οργανικό, δεν έχει ψυχή. Έχει συγκεκριμένες λειτουργίες για την προώθηση της ευημερίας όλων μέσω νόμων και παιδείας, εξισορροπώντας τα συμφέροντα των διαφορετικών τάξεων. Προτιμούσε μια μικτή διακυβέρνηση, για την πρόληψη της τυραννίας και την προώθηση της σταθερότητας.

Κατά την περίοδο του Διαφωτισμού, οι θεωρίες για το κράτος στη Δύση εξελίχθηκαν παράλληλα με την πρόοδο της τεχνολογίας και της οικονομίας. 
Ο Τόμας Χομπς θεωρούσε το κράτος απαραίτητο για την παύση του εμφύλιου πολέμου μεταξύ των φραξιών· χωρίς αυτό, η ζωή θα ήταν «μοναχική, άσχημη, κτηνώδης και σύντομη» — έγραφε, άλλωστε, εν μέσω του Αγγλικού Εμφυλίου. 
Ο Τζον Λοκ, στη Δεύτερη Πραγματεία περί Κυβερνήσεως, θεωρούσε επίσης το κράτος ουσιώδες αλλά αυστηρά περιορισμένο: έργο του είναι να προστατεύει την ιδιοκτησία και τα ουσιώδη δικαιώματα και μπορεί να ανατραπεί υπό τυραννία. Το ζήτημα ήταν προσωπικό για εκείνον, ως θύμα του τραύματος του πολέμου, της επανάστασης και της λογοκρισίας. 

Ο Λοκ υπήρξε το πρότυπο για ό,τι αργότερα έγινε η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας: το κράτος ως «αναγκαίο κακό», μια άποψη που υιοθέτησαν σε μεγάλο βαθμό οι Ιδρυτές Πατέρες των ΗΠΑ.

Λίγο αργότερα, η εγελιανή (Χέγκελ) άποψη αναδύθηκε μέσα στην πλατωνική παράδοση. Ο Χέγκελ προσέδωσε στο κράτος χαρακτήρα «θεού που βαδίζει στη γη», συγκεντρωτική δύναμη του κοινωνικού στερεώματος που λυγίζει την ιστορία προς την αναπόφευκτη επικράτηση των «νόμιμων» νικητών. 

Αυτή η οπτική υιοθετήθηκε τόσο από τη δεξιά (εθνικοσοσιαλισμός) όσο και από την αριστερά (διεθνιστικός σοσιαλισμός), προσδίδοντας σε άλλες αντιλήψεις για το κράτος αύρα ιστορικής αναγκαιότητας.

Η συζήτηση για τον οργανικό και ουσιώδη χαρακτήρα του κράτους φάνηκε απελπιστικά αφελής σε μια πιο ριζοσπαστική παράδοση.
 Ο Φραντς Όπενχαϊμερ έγραψε ότι το κράτος είναι μη οργανική δύναμη εισβολής, κατακτητική και πάντοτε ανεπιθύμητη, θεσμός εξωγενής προς την ίδια την κοινωνία. 

Αυτή η άποψη προωθήθηκε από τον Άλμπερτ Τζέι Νωκ και αργότερα από τον Μάρεϊ Ρόθμπαρντ, οι οποίοι είδαν το κράτος ως εγγενώς εκμεταλλευτικό. 
Η λύση ήταν απλή: να απαλλαγούμε από αυτό μια για πάντα — όχι, όμως, κατά τον τρόπο που φανταζόταν ο Μαρξ. Η απουσία του κράτους δεν θα οδηγούσε στην ουτοπία αλλά σε κάτι πιο κοντά στον Λοκ: μια εύρυθμη και ειρηνική κοινωνία, οργανωμένη πάνω στην ιδιοκτησία και την εθελοντική συνεργασία.

Μια βαθιά τεκμηριωμένη ιστορική προοπτική για το κράτος προσφέρει ο Bertrand de Jouvenel. 
Κατά την άποψή του, το κράτος οργανώνεται μέσα από το στερέωμα της ίδιας της κοινωνίας, καθώς οι φυσικές ελίτ κερδίζουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην επίλυση διαφορών. 

Αυτές οι ελίτ αυτοαναγορεύονται σε διαιτητές και πολιτισμικές προσωπικότητες, αποκτώντας σταδιακά μονοπωλιακό έλεγχο επί της νόμιμης χρήσης του καταναγκασμού.
 Αυτή η γραμμή σκέψης υποστηρίχθηκε από τους Erik von Kuehnelt-Leddihn, Hans-Hermann Hoppe και, στις μέρες μας, τον Auron MacIntyre. Διαφωνούν στις λεπτομέρειες, αλλά συμφωνούν ότι το κράτος είναι προϊόν των ελίτ — για καλό και για κακό.

Υπάρχει, φυσικά, εκτενής βιβλιογραφία. 
Κάθε ιδεολογία προσφέρει θεωρία για το τι είναι το κράτος και τι θα έπρεπε να είναι. Μια άποψη που ταιριάζει με τη διαίσθησή μου για το κράτος του περασμένου αιώνα προέρχεται από τον Gabriel Kolko και το βιβλίο του για την Προοδευτική Εποχή. 
Κατά την άποψή του, δεν είναι γενικώς οι ελίτ που κινούν την κρατική πολιτική, αλλά ιδίως οι βιομηχανικές ελίτ. 
Μελετώντας την ιστορία του σύγχρονου βιομηχανισμού, διαπίστωσε ότι οι κυρίαρχες βιομηχανίες βρίσκονται στην καρδιά κάθε κρατικής υπηρεσίας.
 Ο Νόμος περί Ασφαλών Τροφίμων και Φαρμάκων (1906) προωθήθηκε από τη βιομηχανία τροφίμων, που επιζήτησε τη συνεργασία με την κρατική εξουσία για να περιορίσει τον ανταγωνισμό. 
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα είναι καρτέλ τραπεζών. Το Υπουργείο Εμπορίου και το Υπουργείο Εργασίας είναι, επίσης, προϊόντα της οργάνωσης της βιομηχανίας.

Όλοι αυτοί οι θεσμοί ενσαρκώνουν αυτό που ο James Burnham ονόμασε «διαχειριστική επανάσταση»: βιομηχανικές ελίτ που διαφημίζουν την επιστημονική και οργανωτική τους ικανότητα ως ανώτερη από το «χάος» της φυσικής κοινωνίας και των αγορών.
 «Δώστε στους αυτόκλητους εκπροσώπους της αξιοκρατίας εξουσία και πόρους και θα κάνουν καλύτερη δουλειά», λέει το αφήγημα, «από τους κοινούς ανθρώπους στην εισαγωγή ορθολογικότητας στην οικονομική και κοινωνική ζωή». Στην ίδια παράδοση κινούνται ο C. Wright Mills, ο Philip H. Burch, ο G. William Domhoff και ο Carroll Quigley.

Από αυτή τη βιβλιογραφία προκύπτει η εικόνα του κράτους που κληρονομήσαμε. Κανείς ζων σήμερα δεν έχει γνωρίσει άλλο είδος κράτους. 
Πέρα από τα συνθήματα περί δημοκρατίας και ελευθερίας, το κράτος όπως το γνωρίζουμε συνίσταται σε ένα φιλόδοξο καρτέλ κυρίαρχων βιομηχανικών συμφερόντων σε κάθε τομέα, που επιδίδονται σε διαρκείς συνωμοσίες κατά μιας ελεύθερης και ανταγωνιστικής αγοράς. 
Συνήθως δεν σκεφτόμαστε το κράτος έτσι, αλλά αυτή μοιάζει η πιο ρεαλιστική αντίληψη για το τι είναι και τι πράττει.

Σκεφτείτε τον FDA. Η κινητήρια δύναμή του είναι η ίδια η βιομηχανία, η οποία πληρώνει περίπου τους μισούς λογαριασμούς του και μοιράζεται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας με αυτήν, μαζί με τους «αδελφούς» και «μητρικούς» του φορείς: NIH, CDC και HHS. 
Οι φαρμακευτικές εταιρείες ασκούν τη μεγαλύτερη επιρροή στη λειτουργία αυτών των φορέων — γι’ αυτό και ο Robert F. Kennedy Jr., ορκισμένος αντίπαλος των φαρμακευτικών, αντιμετωπίζει τόσο μεγάλα εμπόδια στη διαχείρισή τους και στον αναπροσανατολισμό των προτεραιοτήτων τους.
 Δεν προκαλεί έκπληξη: αυτή υπήρξε εξαρχής η προέλευση του θεσμού, η βιομηχανία που αναζητά νομιμοποίηση και προστασία από την κυριαρχία των καταναλωτών.

Το ίδιο δράμα επηρεάζει τις προσπάθειες μεταρρύθμισης στην (τράπεζες), στο Υπουργείο Γεωργίας (μεγάλες αγροχημικές), στη Στέγαση και Αστική Ανάπτυξη (κατασκευαστές κατοικιών), στο Υπουργείο Παιδείας (συνδικάτα εκπαιδευτικών), στο Υπουργείο Μεταφορών (σιδηρόδρομοι και αυτοκινητοβιομηχανία) και στο Υπουργείο Άμυνας/Πολέμου (βιομηχανία πυρομαχικών). 

Παντού στην Ουάσινγκτον —και στις περισσότερες πρωτεύουσες— βλέπεις το χέρι ισχυρών βιομηχανικών παικτών.

Αυτό το «βιομηχανικό κράτος» έχει τουλάχιστον τρία στρώματα. 
Ένα βαθύ στρώμα, που αποτελείται από υπηρεσίες πληροφοριών και τους ευεργέτες/εταίρους τους στη βιομηχανία. Η NSA και η CIA αναθέτουν μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων τους σε ψηφιακές εταιρείες του ιδιωτικού τομέα, με αποτελέσματα απόρρητα. 
Ένα ρηχό στρώμα, όπου οι ρυθμιζόμενες βιομηχανίες εκτελούν τις βουλήσεις των υπηρεσιών που έχουν αιχμαλωτίσει· γι’ αυτό το CVS αφαίρεσε θεραπευτικά προϊόντα υπέρ των τροποποιημένων εμβολίων mRNA και γι’ αυτό το ιατρικό κατεστημένο συμμετείχε με τόσο ενθουσιασμό στην αντίδραση κατά του κορωνοϊού.
 Και ένα μεσαίο στρώμα, των ίδιων των κρατικών υπηρεσιών που κανόνισαν όλες τις χρηματικές μεταβιβάσεις.

Αν αυτό είναι το κράτος σήμερα, τι γίνεται με το παρελθόν;
 Ισχύει το μοντέλο; 
Αν μιλήσουμε για την Εκκλησία ως κλάδο της οικονομίας, μπορούμε να δούμε παρόμοιες δυνάμεις στον Μεσαίωνα. 
Αν θεωρήσουμε τα στρατιωτικά κατεστημένα ως «βιομηχανίες», αποκτούμε διαφορετική οπτική για τα κίνητρα των αρχαίων κρατών στη Ρώμη και την Αθήνα.

Πώς συνάδει αυτή η απτή και ελαφρώς σκοτεινή άποψη για τη γένεση και λειτουργία του κράτους με τις παλαιότερες θεωρίες; 
Καταργεί τον ιδεαλισμό του Πλάτωνα και του Χέγκελ, φέρνει ρεαλισμό από τον Χομπς και τον Λοκ, προσθέτει ουσία στον Μαρξ και τον Ρόθμπαρντ και δίνει σάρκα και οστά στις θεωρίες των de Jouvenel και Hoppe.

Απ’ όσο μπορούμε να διαπιστώσουμε, αυτή είναι η πιο ακριβής περιγραφή της πραγματικότητας του σύγχρονου κρατισμού. 
Και το γεγονός αυτό υπογραμμίζει την τεράστια πρόκληση που αντιμετωπίζουν όσοι, έστω προσωρινοί διαχειριστές, ισχυρίζονται ότι θα «αποστραγγίσουν τον βάλτο», θα εξαλείψουν την αιχμαλωσία των υπηρεσιών ή θα περιορίσουν τη διαφθορά.
 Το πρόβλημα είναι ότι, στην πράξη, ο βάλτος είναι ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός. Η αιχμαλωσία αποτελεί την ουσία του. 
Η διαφθορά είναι ενσωματωμένη στις λειτουργίες του.

Τίποτε από αυτά δεν σημαίνει ότι δεν αξίζει να προσπαθήσουμε για τη μεταρρύθμισή του. 
Είναι όμως κρίσιμο να κατανοήσουμε ότι κανένας μηχανισμός του δεν έχει ρυθμιστεί για να προσαρμόζεται σε μεταρρυθμιστές και δημοκρατική πίεση· όλη του η ορμή κινείται αντίθετα. 

Ήδη ό,τι συμβαίνει με τον «Τραμπ 2.0», ακόμη και με τις περιορισμένες επιτυχίες που είδαμε, αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα. Για περαιτέρω βελτιώσεις θα χρειαστεί θαύμα — αλλά μπορεί να συμβεί.

Μία από τις σοφότερες διατυπώσεις στην ιστορία της πολιτικής θεωρίας ανήκει στον Ντέιβιντ Χιουμ: ο ρόλος της κοινής γνώμης είναι κρίσιμος σε όλες τις πτυχές της ισχύος. Όταν η κοινή γνώμη αλλάζει, το κράτος δεν έχει άλλη επιλογή από το να ακολουθήσει.

«Τίποτε δεν φαίνεται πιο εκπληκτικό, σε όσους εξετάζουν τις ανθρώπινες υποθέσεις με φιλοσοφική ματιά, από την ευκολία με την οποία οι πολλοί κυβερνώνται από τους λίγους και από την έμμεση υποταγή με την οποία οι άνθρωποι παραδίδουν τα δικά τους συναισθήματα και πάθη σε εκείνα των ηγεμόνων τους.
 Όταν διερευνήσουμε με ποια μέσα επιτυγχάνεται αυτό το θαύμα, θα διαπιστώσουμε ότι, καθώς η αριθμητική ισχύς είναι πάντα με το μέρος των κυβερνωμένων, οι κυβερνώντες δεν έχουν τίποτα να τους υποστηρίζει παρά μόνο την κοινή γνώμη.
 Επομένως, η κυβέρνηση εδράζεται μόνο στην κοινή γνώμη, και αυτό το αξίωμα επεκτείνεται στις πιο δεσποτικές και στρατοκρατικές κυβερνήσεις, καθώς και στις πιο ελεύθερες και λαοφιλείς.»

Η μεταστροφή της κοινής γνώμης: αυτό είναι το ουσιώδες καθήκον.

https://primenews.press/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου