Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2025

Ο Απόστολος της Κυριακής 16 Νοεμβρίου 2025 - ΚΓ' Κυριακής του Αγίου Ματθαίου του Αποστόλου και Ευαγγελιστού

Ἀπόστολος (Ρωμ. ι΄ 11 -ια΄ 2)

Αδελφοί, λέγει ἡ γραφή· «Πᾶς ὁ πιστεύων ἐπί τῷ Θεῷ οὐ καταισχυνθήσεται». Οὐ γάρ ἐστι διαστολὴ Ἰουδαίου τε καὶ Ἕλληνος· ὁ γὰρ αὐτὸς Κύριος πάντων, πλουτῶν εἰς πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους αὐτόν· «Πᾶς γὰρ ὃς ἂν ἐπικαλέσηται τὸ ὄνομα Κυρίου σωθήσεται». Πῶς οὖν ἐπικαλέσονται εἰς ὃν οὐκ ἐπίστευσαν; Πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν; Πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος; Πῶς δὲ

κηρύξουσιν ἐὰν μὴ ἀποσταλῶσι; Καθὼς γέγραπται· «Ὡς ὡραῖοι οἱ πόδες τῶν εὐαγγελιζομένων εἰρήνην, τῶν εὐαγγελιζομένων τὰ ἀγαθά!» Ἀλλ' οὐ πάντες ὑπήκουσαν τῷ εὐαγγελίῳ· Ἡσαΐας γὰρ λέγει· «Κύριε, τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν»; Ἂρα ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ῥήματος Θεοῦ. Ἀλλὰ λέγω, μὴ οὐκ ἤκουσαν; Μενοῦνγε εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν, καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῶν. 

Ἀλλὰ λέγω, μὴ οὐκ ἔγνω Ἰσραήλ; Πρῶτος Μωϋσῆς λέγει· «Ἐγὼ παραζηλώσω ὑμᾶς ἐπ' οὐκ ἔθνει, ἐπὶ ἔθνει ἀσυνέτῳ παροργιῶ ὑμᾶς». Ἡσαΐας δὲ ἀποτολμᾷ καὶ λέγει· «Εὑρέθην τοῖς ἐμὲ μὴ ζητοῦσιν, ἐμφανὴς ἐγενόμην τοῖς ἐμὲ μὴ ἐπερωτῶσι». Πρὸς δὲ τὸν Ἰσραὴλ λέγει· «Ὃλην τὴν ἡμέραν ἐξεπέτασα τὰς χεῖράς μου πρὸς λαὸν ἀπειθοῦντα καὶ ἀντιλέγοντα». Λέγω οὖν, μὴ ἀπώσατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ; Μὴ γένοιτο· καὶ γὰρ ἐγὼ Ἰσραηλίτης εἰμί, ἐκ σπέρματος Ἀβραάμ, φυλῆς Βενιαμίν. Οὐκ ἀπώσατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ ὃν προέγνω.

 Μετάφραση

Αδελφοί, ὃπως λέει ἡ Γραφή: Ὃποιος πιστεύει στόν Θεό δέν θά ντροπιαστεῖ. Καμιά διάκριση δέν γίνεται ἂν εἶσαι Ἰουδαῖος ἢ ὂχι, γιατί ὁ ἲδιος εἶναι Κύριος γιά ὃλους, πού σκορπᾶ πλούσια τή χάρη του σ’ ὃλους ὃσοι τόν ἐπικαλοῦνται. Γιατί, ὁποιοσδήποτε ἐπικαλεσθεῖ τό ὂνομα τοῦ Κυρίου θά σωθεῖ. Πῶς ὃμως θά τόν ἐπικαλεστοῦν, ἂν δέν τόν πιστέψουν; 

Καί πῶς θά τόν πιστέψουν, ἂν δέν ἒχουν ἀκούσει γι’ αὐτόν; Και πῶς πάλι θά ἀκούσουν γι’ αὐτόν, ἂν κάποιος δέν τούς τόν κυρήξει; Καί πῶς θά κηρύξουν σωστά, ἂν δέν τούς αποστείλει ὁ Κύριος;

 Γι’ αὐτό προφήτεψε ἡ Γραφή: Πόσο ὂμορφος εἶναι ὁ ἐρχομός αὐτῶν πού φέρνουν τή χαρμόσυνη εἲδηση γιά τήν εἰρήνη, τή χαρμόσυνη εἲδηση γιά τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ!  Μά τό χαρμόσυνο αὐτό μήνυμα δέν τό δέχτηκαν ὃλοι. Ὃπως τό ἒχει πεῖ κιόλας ὁ Ἡσαΐας, Κύριε, ποιος πίστεψε στό κήρυγμά μας;

 Ἑπομένως, για νά πιστέψει κανείς χρειάζεται ν’ ἀκούσει τό κήρυγμα καί τό κήρυγμα γίνεται μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. 

Ἀναρωτιέμαι ὃμως, μήπως οἱ Ἰουδαῖοι δέν ἂκουσαν τό κήρυγμα; Καί βέβαια τό ἂκουσαν!  Γιατί, λέει ἡ Γραφή: Σ’ ὃλη τή γῆ ἀντήχησε ἡ φωνή τους, στά πέρατα τῆς οἰκουμένης τά λόγια τους. 

Καί πάλι άναρωτιέμαι: μήπως ὁ Ἱσραήλ δέν τά κατάλαβε; Τήν ἀπάντηση τή δίνει πρῶτος ὁ Μωυσῆς: Θά σᾶς κάνω νά ζηλέψετε ἓνα ἒθνος, πού δέν εἶναι ἒθνος· θά σᾶς κάνω νά ἐξοργιστεῖτε μ’ ἒνα λαό πού δέν ἒχει σύνεση

Κι ὁ Ἡσαΐας φτάνει στό σημεῖο νά λέει: Μέ βρῆκαν αὐτοί πού δέν μ’ ἀναζητοῦσαν. Φανερώθηκα σ’ ἐκείνους πού δέν ρωτοῦσαν κἂν για μένα. Γιά τόν Ἰσραήλ ὃμως λέει: Ὃλη τή μέρα ἂπλωνα τά χέρια μου σ’ ἒνα λαό ἀνυπάκουο, πού ὃλο μοῦ ἀντιμιλᾶ. 

Ἒπειτα ἀπ’ ὃλα αὐτά ἀναρωτιέμαι: μήπως ὁ Θεός ἀπέρριψε τόν λαό του; Ἀποκλείεται! Γιατί κι ἐγῶ εἶμαι Ἰσραηλίτης, ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, ἀπό τή φυλή Βενιαμίν. Δέν ἀπέρριψε, λοιπόν, ὁ Θεός τόν λαό το, πού ἀπό παλιά τόν ἒχει ξεχωρίσει καί ἀγαπήσει.

Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΣΩΤΗΡΙΑΣ

Στή σύνδεση τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς μας μέ τήν ἀποδοχή τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί τήν τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν προβαίνει ὁ Πρωτοκορυφαῖος Παῦλος, στό σημερινό Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Διδάσκει ὅτι καθένας πού θά ἐπικαλεστεῖ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου, θά σωθεῖ. Γιά νά συμβεῖ ὅμως αὐτό, πρέπει νά πιστέψει στόν Χριστό, ὡς Σωτῆρα καί Λυτρωτή. Καί αὐτή ἡ πίστη ἔρχεται διά τοῦ θείου λόγου, τόν ὁποῖο ἀναλαμβάνει ἡ Ἐκκλησία νά διδάξει διά τῶν διδασκάλων της. Ἀλλά δέν ἀρκεῖ μόνον αὐτό. Ἀπαιτεῖται ἡ ἀποδοχή τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, πού συνίσταται στήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του. Προηγεῖται, δηλαδή, ἡ ἐναλλαγή συγκεκριμένων προϋποθέσεων, πού ὁδηγοῦν στή σωτηρία.

**Στό ἐπίκεντρο ἡ κάθε τοπική Ἐκκλησία** 

Ἀπό τή διδασκαλία αὐτή γίνεται σαφής ἡ βασική ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ἡ προσφορά τοῦ θείου λόγου σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀνεξαιρέτως, ὅλες τίς ἐποχές καί μέ ὅλους τούς τρόπους. Κέντρο αὐτῆς τῆς προσφορᾶς εἶναι ἡ κάθε τοπική Ἐκκλησία, Ἐνορία καί οἱ Μονές, γιά τίς ἀδελφότητες καί τούς προσκυνητές τους. Σέ διαφορετική περίπτωση, ἄν δηλαδή ἡ Ἐκκλησία δέν ἀνταποκρίνεται στό ὑψηλό αὐτό καθῆκον, δέν ἐκπληρώνει τήν ἀποστολή της. 

Ἔλεγε μακαριστός γέρων ὅτι, «δέν ὑπάρχει ἐλπίδα πνευματικῆς ζωῆς, ἐάν δέν ὑπάρχει λόγος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι προτιμότερο νά ἀλλάξουμε μοναστήρι (ἤ ἐνορία) καί νά ἀναζητήσουμε κάποιον πού εἶναι ἔστω μιά ταπεινή φωνή, ἀρκεῖ νά μιλάει γιά τόν Θεόν, παρά νά καθίσωμε στό μοναστήρι αὐτό καί ἄν ἀκόμη ὑπάρχει ἁγιότης» (ἱερομόναχος Αἰμιλ. Σιμωνοπετρίτης).

Στή συνέχεια, ἀπαιτεῖται ἡ ἀποδοχή τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί ἡ πρόσληψή του ὡς ἀνάγκη, προκειμένου ἡ πνευματική ζωή νά διατηρεῖται ἀκμαία καί ἀειθαλής. Δίδασκε μακαριστός Μητροπολίτης ὅτι «ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τόσο ἀναγκαῖος γιά τήν πνευματική ζωή τοῦ ἀνθρώπου ὅσο εἶναι τό ψωμί γιά τή σωματική του συντήρηση. “Ἄρτῳ μέν σῶμα τρέφεται, λόγῳ δέ θείῳ ψυχή στηρίζεται”, διδάσκει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ὁ ἄρτος, “ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς”, εἶναι τόσο ἀναγκαῖος ὅσο καί “ὁ ἄρτος ὁ ἐπιούσιος”, μᾶλλον δέ σέ ὁρισμένες περιπτώσεις ὁ θεῖος Λόγος εἶναι ἀναγκαιότερος ἀπό τήν ὑλική τροφή».

**Ἡ παιδαγωγία τῶν θείων ἐντολῶν**  

Τό ἑπόμενο καί καθοριστικό στάδιο, πού νοηματοδοτεῖ τήν πίστη, εἶναι ἡ τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν. Μέ ἁπλό, ἀλλά καί βαθύ λόγο, δίδασκε αὐτή τήν ἀλήθεια ὁ ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης:  

«Τό βρέφος, πρίν γεννηθεῖ, εἶναι φυλαγμένο μέσα στήν κοιλιά τῆς μητέρας του. Εἶναι ὑπό περιορισμόν. Ὅταν γεννηθεῖ, οἱ γονεῖς τό βάζουν στό κρεβατάκι του, πού γύρω-γύρω ἔχει κάγκελα. Εἶναι σάν νά τό βάζουν σέ μιά φυλακή. Αὐτό, ὅμως, τό κάνουν ἀπό ἀγάπη, γιά τό καλό του. 

Μόλις ἀρχίσει νά κάνει βήματα, τό πιάνουν ἀπό τό χέρι, γιά νά μήν πέφτει. Καί, ὅταν μεγαλώσει, ὑπάρχουν οἱ νόμοι τοῦ κράτους, πού πρέπει νά τούς τηρεῖ. Χρειάζεται, δηλαδή, νά ὑπάρχει δέσμευση, γιατί ἡ ἀσυδοσία καί ἡ ἀνυποταξία ὁδηγοῦν στήν καταστροφή. 

Ἔτσι καί οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ προφυλάσσουν τούς ἀνθρώπους, γιά νά μήν πέφτουν. Ὁ Θεός δηλαδή, ἀπό ἀγάπη, γιά τό καλό μας, ἔδωσε τίς ἐντολές, γιά νά μᾶς βοηθήσει νά διορθωθοῦμε. Δέν εἶναι ὅτι ὁ Θεός ἔχει ἀνάγκη νά κάνουμε τό θέλημά Του· ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη νά κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά αὐτό πρέπει νά τό αἰσθανθοῦμε ὡς ἀνάγκη».

Ὑπό τίς προϋποθέσεις αὐτές νοηματοδοτεῖται ἡ πίστη καί γίνεται ὁδός σωτηρίας. Διαφορετικά, κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, «εἶναι τυφλή ἡ πίστη αὐτοῦ πού δέν ἐφαρμόζει τίς προσταγές τοῦ Θεοῦ καί πού νομίζει ὅτι πιστεύει. Ἀφοῦ τά προστάγματα τοῦ Θεοῦ εἶναι φῶς, εἶναι ὁλοφάνερα σίγουρο ὅτι βρίσκεται στό σκοτάδι αὐτός πού δέν συμμορφώνεται μέ τά θεϊκά προστάγματα καί, κατά συνέπεια, φέρει ἀνούσια τό ὄνομα τοῦ χριστιανοῦ καί ψεύδεται, κάθε φορά πού θέλει νά λέγεται καί νά θεωρεῖται χριστιανός».

Ἄς προσέξουμε τόν λόγο τῶν Ἁγίων. Πρῶτοι αὐτοί ἐφαρμόζουν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ στή ζωή τους, δείχνοντας σέ ὅλους μας τόν δρόμο καί τόν τρόπο τῆς σωτηρίας μας.  

Ἀρχιμ. Ἐ. Οἰκ.  

https://apostoliki-diakonia.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου