Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2025

Θα συμπαρασύρει ολόκληρη τη Νέα Δημοκρατία (και την χώρα) στη καταστροφή;

dimitris sotiriou.

Το κύριο ερώτημα που τίθεται δεν αφορά αν, αλλά ποιες ακριβώς πολιτικές εξελίξεις θα προκαλέσουν

οι συγκεντρώσεις της Παρασκευής για τα Τέμπη. Όσο περνούν οι μέρες, καθίσταται όλο και πιο φανερό ότι αυτές θα είναι εξαιρετικά σημαντικές και πιθανότατα πρωτοφανείς για την πολιτική σκηνή.

Αυτή τη στιγμή, οι περισσότεροι στο κυβερνών κόμμα αισθάνονται ιδιαίτερα πιεσμένοι και

αμήχανοι, κάτι που δημιουργεί μια ατμόσφαιρα μουδιάσματος που δεν έχει ξαναζήσει κανείς στο παρελθόν. Σε αυτό το κλίμα, είναι αξιοσημείωτο ότι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, σχεδόν κανένας βουλευτής ή στέλεχος της Ν.Δ. δεν ακολουθεί τη γραμμή του Άδωνι Γεωργιάδη και του Μάκη Βορίδη, αποφεύγοντας τη ρητορική τους, η οποία θεωρείται υπερβολικά επιθετική και επικίνδυνη για το κόμμα.

Αξιοσημείωτο είναι ότι πολλοί δεν υποστηρίζουν αυτούς τους υπουργούς και για τον λόγο ότι πιστεύουν πως αυτοί δρουν με γνώμονα την προσωπική τους στρατηγική και φιλοδοξία να αναδειχθούν ως πιθανή εναλλακτική ηγεσία. Ειδικότερα, παραμένει ασαφές αν η Ν.Δ. θα βγει κερδισμένη από τη στροφή προς πιο επιθετικές και δυναμικές τακτικές ή αν τελικά διακινδυνεύει να δει την αποσυσπείρωσή της να μεγαλώνει.

Όπως και να έχει, η σιωπή που τηρείται εσωτερικά είναι συνειδητή και στρατηγική. Οι βουλευτές και στελέχη προτιμούν να μην εκθέτουν τις θέσεις τους, καθώς κανείς δεν γνωρίζει τι θα φέρουν οι εξελίξεις την επομένη των συλλαλητηρίων. Υπάρχει έντονος φόβος ότι θα βρεθούν απροετοίμαστοι και εκτεθειμένοι. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει μια έμπειρη φωνή εντός του κόμματος: «Η 1η Μαρτίου θα είναι σίγουρα μια διαφορετική ημέρα». Και αυτό, καθώς τα τελευταία πενήντα χρόνια, σε αντίστοιχες κοινωνικές αναταράξεις, το πολιτικό τοπίο έχει ανατραπεί ριζικά μετά από ανάλογες κρίσεις.

Παρά την προσπάθεια να βρεθούν πολιτικοί υποστηρικτές, η τακτική αυτή δεν φαίνεται να αποδίδει, παρά τις υποσχέσεις για ενδεχόμενο ανασχηματισμό. Στο Μέγαρο Μαξίμου διαρρέεται συστηματικά ότι αλλαγές θα πραγματοποιηθούν μέσα στον Μάρτιο, ωστόσο αυτό δεν φαίνεται να αποτελεί πλέον κίνητρο για τους βουλευτές της Ν.Δ., οι οποίοι φοβούνται ότι η εκκίνηση τέτοιων πολιτικών πρωτοβουλιών θα τους εκθέσει ανεπανόρθωτα. Αυτή η κατάσταση αποτελεί την πρώτη φορά που παρατηρείται μια τέτοια αδυναμία του Κυριάκου Μητσοτάκη να κινητοποιήσει το κόμμα του, κάτι που δείχνει και την αποδυνάμωση του ίδιου, και μάλιστα σε εσωκομματικό επίπεδο.

Επιπλέον, έχει ιστορικά αποδειχθεί ότι σε τέτοιες κρίσιμες καταστάσεις, όπου οι πολίτες είναι εξοργισμένοι και επιθυμούν να αποδώσουν ευθύνες, οι υπουργικές θέσεις μόνο αρνητικά μπορούν να επηρεάσουν το κόμμα, καθώς είναι αντιληπτές ως «κόκκινο πανί» για τους πολίτες και προκαλούν ακόμα μεγαλύτερη ζημιά στην εικόνα της κυβέρνησης. Έτσι, η κίνηση για ανασχηματισμό, που φαινόταν ως στρατηγική επιλογή, μοιάζει να έχει ήδη ακυρωθεί πριν ακόμη υλοποιηθεί.

Εν αναμονή των εξελίξεων, όλοι περιμένουν τις αποφάσεις που θα αναγκαστεί να λάβει η κυβέρνηση, αναλόγως με την ένταση των κινητοποιήσεων και το πλήθος που θα συμμετάσχει. Αυτό εξηγεί και το ενδιαφέρον για τη στάση που θα κρατήσει η αντιπολίτευση, ιδιαίτερα ως προς την πρόταση μομφής, για την οποία αναπτύσσονται δύο βασικές προσεγγίσεις: η μία προτείνει άμεση κατάθεση της πρότασης, ενώ η άλλη θεωρεί ότι ο Μητσοτάκης μπορεί να τη χρησιμοποιήσει για να κερδίσει χρόνο, αναβάλλοντας έτσι τις αποφάσεις.

Κάποιοι (ίσως με υπερβολική αισιοδοξία) περιμένουν να δουν αν, από το Σάββατο, θα αρχίσουν επιτέλους να εκφράζονται οι στελέχη της Ν.Δ., που μέχρι στιγμής παραμένουν σιωπηλά παρακολουθώντας την αποσύνθεση της παράταξής τους.

Θα συμπαρασύρει όλη τη ΝΔ στην αποδρομή του ο Κυριάκος; 

Παρά το γεγονός ότι όλες οι δημοσκοπήσεις καταδεικνύουν μια σοβαρή κρίση αξιοπιστίας των θεσμών και της δικαιοσύνης, πέραν της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο ίδιος επιχειρεί να ξεφύγει από τη δύσκολη θέση στην οποία τον έχει θέσει η υπόθεση των Τεμπών, δημιουργώντας ταυτόχρονα τις συνθήκες για έναν νέο κοινωνικό διχασμό. Με αυτή την τακτική, δεν πλήττει μόνο την προσωπική του εικόνα, αλλά και τη συνολική εικόνα της Ν.Δ., την οποία και ταυτίζει με τις δικές του πολιτικές, καθιστώντας την συνενοχή και συνυπεύθυνη για την κρίση.

Μετά από δέκα χρόνια, η ελληνική κοινωνία, που είχε υποστεί σοβαρές συνέπειες την περίοδο των μνημονίων, ξαναβγαίνει μαζικά στους δρόμους. Η 25η Ιανουαρίου αποτέλεσε ορόσημο και η 28η Φεβρουαρίου, η δεύτερη επέτειος από την τραγωδία των Τεμπών, διαφαίνεται ως μια καθοριστική ημέρα για τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα. Αν οι προβλέψεις για τη μαζικότητα των διαδηλώσεων επαληθευτούν, η επόμενη εβδομάδα θα είναι καθοριστική για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και την κυβέρνηση του.

Παρά τις προσπάθειες του Πρωθυπουργού να υποβαθμίσει τις κοινωνικές αντιδράσεις και να τις μετατρέψει σε κομματικούς καυγάδες, η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με μια κοινωνία που της αποδίδει ευθύνες για το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών σε ποσοστό άνω του 70%. Οι πολίτες δεν καταλογίζουν μόνο την τραγωδία στην κυβέρνηση, αλλά και μια συνειδητή προσπάθεια συγκάλυψης των ευθυνών. Περισσότερο από το 65% των πολιτών εκφράζουν αρνητική άποψη για την κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό, καθώς και για την πορεία της χώρας γενικότερα.

Η δυσπιστία δεν περιορίζεται μόνο στην κυβέρνηση, αλλά επεκτείνεται σε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και στους θεσμούς, με τη δικαιοσύνη να βρίσκεται στην κορυφή αυτής της κρίσης εμπιστοσύνης. Το σκάνδαλο των υποκλοπών, το οποίο συντάραξε την κοινή γνώμη, έχει αφήσει τη βεβαιότητα ότι υπήρξε επίσης προσπάθεια συγκάλυψης. Η υπερσυγκέντρωση εξουσιών στο πρωθυπουργικό κέντρο, μέσω του επιτελικού κράτους, έχει προκαλέσει πολιτική και θεσμική απαξίωση. Η απόλυτη εξουσία, σύμφωνα με την παραδοχή του ίδιου του Μητσοτάκη, διαφθείρει απόλυτα.

Στο επίκεντρο αυτής της κρίσης βρίσκεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης, καθώς ο κρατικός μηχανισμός – νομοθετικός, εκτελεστικός και δικαστικός – φαίνεται να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να συγκαλύψει τις ευθύνες για το δυστύχημα. Αστυνομία, πυροσβεστική, εμπειρογνώμονες και Κοινοβούλιο καθυστερούν τις έρευνες, κωλυσιεργούν, καταστρέφουν στοιχεία και αποφεύγουν να καλέσουν βασικούς μάρτυρες. Παρά τις προσπάθειες όλων αυτών των φορέων, τα στοιχεία είναι αδιάψευστα και δείχνουν σαφώς ότι υπάρχει απόπειρα συγκάλυψης, με το Μαξίμου να παραμένει στο επίκεντρο των ευθυνών, όπως συνέβη και στην υπόθεση των υποκλοπών.

Τα πρώτα μεγάλα συλλαλητήρια της 25ης Ιανουαρίου απέδειξαν τη δυναμική του κοινωνικού κινήματος και αποσταθεροποίησαν την κυβέρνηση, η οποία αντιδρά στην αυξανόμενη αμφισβήτηση, εκθέτοντας τα καθεστωτικά της χαρακτηριστικά. Η πρώτη αντίδραση του Πρωθυπουργού, ο οποίος εμφανίστηκε “παραπλανημένος” σε συνέντευξή του στον ALPHA, απέτυχε επικοινωνιακά, οδηγώντας τον σε αλλαγή στρατηγικής. Επέστρεψε στην σκληρή γραμμή, κατηγορώντας τώρα την κοινωνία ότι είναι “παραπλανημένη”.

Αυτή η στροφή σε μια επιθετική και αμυντική στρατηγική αποκαλύπτει την αδυναμία του Κυριάκου Μητσοτάκη να διαχειριστεί την κρίση και τις πολιτικές επιπτώσεις της τραγωδίας των Τεμπών, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να οδηγηθεί σε μεγαλύτερη πολιτική αποδυνάμωση.

Όπως ο χαρτοπαίκτης στο πόκερ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανεβάζει συνεχώς το ποντάρισμα, προσπαθώντας να φοβίσει τον αντίπαλο και να τον εξαναγκάσει να αποσυρθεί. Όμως, αυτός ο «αντίπαλος» πλέον είναι η ίδια η κοινωνία, και το εκβιαστικό δίλημμα που τίθεται είναι σαφές: «Ανεχτείτε τη συγκάλυψη για να συνεχίσουμε να σας κυβερνάμε, παρά τις κατηγορίες για διαφθορά». Αν η κοινωνία υποκύψει, αυτό δεν θα αποτελεί απλώς ένδειξη παρακμής, αλλά ολοκληρωτική ηθική κατάπτωση.

Πριν οι πληγές που άφησαν τα μνημόνια επουλωθούν, η κυβέρνηση δημιουργεί τις συνθήκες για έναν νέο κοινωνικό διχασμό. Οι πολιτικοί της, ειδικά οι γελωτοποιοί της εξουσίας, προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την ήττα του μνημονιακού κινήματος, θεωρώντας την ως απόδειξη της ορθότητας των σημερινών τους θέσεων. Εν τω μεταξύ, η ελληνική δημοσιογραφία βρίσκεται σε πλήρη παρακμή, καθώς, παρά τις λίγες έντιμες φωνές, οι πιο έντονες φωνές λογοδοσίας προέρχονται από κωμικούς, όπως ο Λάκης Λαζόπουλος και ο Αντώνης Κανάκης.

Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, επιστρατεύει όλες τις δυνάμεις της, ακόμη και τα διαδικτυακά τρολ, για να επιτεθεί πρώτα στα πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης και στη συνέχεια στους συγγενείς των θυμάτων του δυστυχήματος. Στο πολιτικό σκηνικό κυριαρχούν οι ακροδεξιοί υπουργοί της, ο Άδωνις Γεωργιάδης και ο Μάκης Βορίδης, οι οποίοι βλέπουν την επόμενη ημέρα της ΝΔ σαν την ευκαιρία να εκφράσουν το ακροδεξιό πυρήνα που απομένει. Παράλληλα, η Αφροδίτη Λατινοπούλου στηρίζει με πάθος τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Εκτός από αυτούς, πρόσφατα επιστρατεύτηκε και ο Κυριάκος Πιερρακάκης, που προβάλλεται ως ο υπασπιστής του Νίκου Δένδια και πιθανός ηγέτης της επόμενης ημέρας στη Νέα Δημοκρατία. Ο Άδωνις Γεωργιάδης επιτίθεται στα τηλεοπτικά παράθυρα, καλώντας τους νεοδημοκράτες να υπερασπιστούν τα κεκτημένα της κυβέρνησης, ενώ ο Μάκης Βορίδης μιλά για την ανάγκη «δημοκρατικής ομαλότητας». Ο Νίκος Ταχιάος, από την άλλη, βλέπει πίσω από το κοινωνικό ξέσπασμα τον «εχθρό» Πούτιν.

Επιπλέον, οι «διανοούμενοι» της δεξιάς, όπως ο Στάθης Καλύβας, εμφανίζονται με την απειλή της «εκτροπής» λόγω της μαζικότητας των διαδηλώσεων. Το υποδόριο επιχείρημα αυτών των προσώπων είναι ότι «οι διαμαρτυρίες ενισχύουν την Αριστερά και τις παραφυάδες της».

Η Νέα Δημοκρατία, με τη συνειδητή σιωπή των στελεχών της, έχει γίνει συνένοχη για τα όσα συμβαίνουν και τη στρατηγική της κυβέρνησης. Ανάμεσα στους πιο επιφανείς δελφίνους που φιλοδοξούν να διαδραματίσουν ρόλο στη διαδοχή είναι οι Νίκος Δένδιας, Κωστής Χατζηδάκης, Μάκης Βορίδης, Άδωνις Γεωργιάδης και Κυριάκος Πιερρακάκης. Όλοι αυτοί είτε διατυπώνουν αποπροσανατολιστικές δηλώσεις κατά της «εργαλειοποίησης της αντιπολίτευσης», είτε παραμένουν σιωπηλοί, δείχνοντας την αδυναμία και την ευνουχισμένη φύση της Ν.Δ.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται να σέρνει το κόμμα στην πτώση του, χωρίς να είναι σαφές αν αυτό θα συμβεί άμεσα ή σε μελλοντικό χρόνο. Ωστόσο, η μοναδική εξαίρεση από αυτή την καταστροφική πορεία είναι ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος με τη δυναμική του παρέμβαση απέτρεψε την κυβερνητική προπαγάνδα και υπογράμμισε το δικαίωμα των συγγενών των θυμάτων να ζητούν δικαιοσύνη, ενώ δήλωσε ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να είναι απέναντι στους χαροκαμένους συγγενείς.

primenews.press

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου