Το ουσιαστικότερο μήνυμα από το αποτέλεσμα των πρόσφατων γερμανικών εκλογών προκύπτει από τη μεταβολή του αθροίσματος των δυο μεγάλων κομμάτων από άνω του 90% πριν από 50 χρόνια τη δεκαετία του ’70 σε λιγότερο από 50% προχθές.
Τούτο σημαίνει πως η Γερμανία εισέρχεται σε μια περίοδο ακόμη μεγαλύτερης αβεβαιότητας και
"θολών" προσανατολισμών, κάτι που θα έχει επιπτώσεις σε όλη την Ευρώπη σε περίοδο που αυτή χρειάζεται ανασύνταξη και ανάταξη.Η πολυδιάσπαση του πολιτικού σκηνικού σε πολλά μικρότερα κόμματα ευνοεί τη δημιουργία πολυκομματικών κυβερνήσεων με κυβερνητικό πρόγραμμα στη βάση συμβιβασμών και των ελάχιστων κοινών σημείων όσων μετέχουν του κυβερνητικού συνασπισμού.
Τουτέστιν, θα έχουμε να κάνουμε με έναν πολιτικό "χυλό" ενδεχομένως περισσότερο άγευστο και από αυτόν του μεγάλου συνασπισμού κατά τις δύο τελευταίες τετραετίες.
Η βαθμιαία αποδυνάμωση των ισχυρών μεταπολεμικών παρατάξεων οδηγεί σταδιακά σε κυβερνητικούς συμβιβασμούς αναδεικνύοντας και πριμοδοτώντας τους διαχειριστές έναντι των οραματιστών σε μια εποχή που ο κόσμος αλλάζει γρήγορα και η Γερμανία οφείλει να προσαρμοστεί σε αυτές τις αλλαγές προς όφελος δικό της αλλά και της Ε.Ε., της οποίας αποτελεί την οικονομική ατμομηχανή και τη μεγαλύτερη δύναμη.
Γεωπολιτική "αφασία"...
Η Γερμανία μεταπολεμικά σαν χώρα έχει χάσει την αντίληψη των εξελίξεων και του κόσμου μέσω του πρίσματος της γεωπολιτικής ισχύος και των στρατιωτικών και πολιτικών ανταγωνισμών που αυτή επιβάλει.
Τούτο εν μέρει οφείλεται στην ενοχή και αποστροφή των μεταπολεμικών γενεών στον ρόλο της χώρας τους κατά την περίοδο πριν και κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όταν ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός και ο φυλετικός εθνικισμός αποτελούσαν τα βασικά εργαλεία με τα οποία το γερμανικό έθνος έβλεπε τον εαυτό του και τη σχέση του με τις άλλες χώρες...
Κατά ένα άλλο μέρος η γεωπολιτική "αφασία" που επιδεικνύουν οι Γερμανοί οφείλεται στη δωρεάν ασφάλεια που παρείχαν μεταπολεμικά οι ΗΠΑ στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Γερμανία η οποία ξεκίνησε σαν χώρα υπό την Κατοχή των Συμμάχων...
Τέλος, σημαντικό ρόλο έχει παίξει και η "χρυσή εποχή" της Παγκοσμιοποίησης και των ανοιχτών αγορών που κυριάρχησε μετά τη δεκαετία του ΄80 μέχρι την περίοδο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κραχ του 2008.
Από τότε οι ανοιχτές αγορές συρρικνώνονται και χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα, η Τουρκία, η Πολωνία, η Ουγγαρία και κυρίως οι ΗΠΑ της περιόδου Τραμπ στρέφονται προς τον προστατευτισμό, το νομισματικό ανταγωνισμό και κυρίως προς τη μεγέθυνση της πολιτικής και οικονομικής επιρροής μέσω της ανάπτυξης στρατιωτικής ισχύος.
Ο George Friedman είχε γράψει, σε ένα από τα τελευταία βιβλία του σε σχέση με τη γεωπολιτική "αφασία" των Γερμανών, πως η Γερμανία είναι μια πλούσια χώρα η οποία δεν διαθέτει τη στρατιωτική ισχύ να υπερασπιστεί τον πλούτο της αν χρειαστεί...
Μοιραία σε αυτήν την "αφασική" στάση έχει παρασύρει και την υπόλοιπη Ε.Ε. με εξαίρεση τη Γαλλία η οποία διαθέτει τη βούληση αλλά όχι τους πόρους να εξασφαλίσει μια ομπρέλα προστασίας για όλη την Ευρώπη.
Ακόμη μεγαλύτερες είναι οι ανατροπές του πολιτικού σκηνικού μεταξύ των νεότερων ψηφοφόρων όπου στις ηλικίες κάτω των 30 ετών το FDP και οι Πράσινοι προηγούνται με μεγάλη διαφορά, με την Ένωση (CDU/CSU) να συγκεντρώνει μόνο περί το 10%.
Οι νεότερες γενιές Γερμανών μεταπολεμικά συνηθίζουν να διαφοροποιούνται έντονα και ενίοτε βίαια με τις παλαιότερες και το παρελθόν τους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως κατά την περίοδο των κοινωνικών αναταράξεων των δεκαετιών του ’60 και ’70 οι βιαιότερες αυτών έλαβαν χώρα στη Γερμανία και την Ιταλία όπου οι τρομοκρατικές δραστηριότητες έτυχαν ευρείας αποδοχής μεταξύ των νέων. Αμφότερες οι χώρες αποτελούσαν μέλη του Άξονα ο οποίος προκάλεσε τον β’ Π.Π. και ο οποίος ηττήθηκε.
Παρά ταύτα το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα δεν δείχνει πως θα αλλάξει κάτι άμεσα σε σχέση με τους γερμανικούς δισταγμούς στη δημιουργία Ευρωπαϊκού στρατιωτικού βραχίονα (Ευρωστρατού) ή την περαιτέρω οικονομική και πολιτική ενοποίηση της Ε.Ε.
Αντιθέτως, σε μια περίοδο που αλλάζει το υπόδειγμα των διεθνών σχέσεων, οι Γερμανοί παραμένουν προσηλωμένοι στην άποψη πως οι οικονομικές συναλλαγές και οι εμπορικές συμφωνίες μπορούν να εξομαλύνουν τους αναδυόμενους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς.
Χαρακτηριστικό δείγμα της γεωπολιτικής "αφασίας" και του ακτιβίστικου "περιβαλλοντισμού" της Γερμανίας είναι η απρογραμμάτιστη στροφή προς τις ΑΠΕ και το εισαγόμενο φυσικό αέριο με ταυτόχρονο κλείσιμο των πυρηνικών μονάδων που διαφοροποιούσαν στοιχειωδώς το ενεργειακό μείγμα της χώρας και τη μεγάλη οικονομία της.
Στην θυμική και απρογραμμάτιστη αυτή στροφή έχουν παρασύρει και την υπόλοιπη Ευρώπη με αποτέλεσμα την υπερβολική εξάρτηση από το φυσικό αέριο και τη Ρωσία, η οποία φυσικά το εκμεταλλεύεται.
Τον χειμώνα που έρχεται η Ευρώπη ίσως βιώσει τα τερατώδη λάθη στα οποία την έχει παρασύρει η Γερμανία σε σχέση με την κακώς προγραμματισμένη ενεργειακή μετάβαση.
Στην Ελλάδα φυσικά παρακολουθούμε τις γερμανικές εκλογές από την οπτική γωνία της χρεοκοπημένης "ψωροκώσταινας" το πολιτικό προσωπικό και ο λαός της οποίας προσβλέπουν μόνο στο μέγεθος της δημοσιονομικής χαλάρωσης προκειμένου να υπάρχουν περιθώρια για προσλήψεις στο δημόσιο και την ομαλή καταβολή των συντάξεων. Η ελληνική "αφασία" είναι χειρότερη και από τη γερμανική.
Ούτε στη στάση της Γερμανίας απέναντι στην Τουρκία αναμένονται σημαντικές αλλαγές παρά την ενίσχυση των Πρασίνων που έχουν σαφείς αντι-Ερντογανικές θέσεις. Το παρελθόν έχει δείξει πως τα κόμματα όταν έρχονται στην εξουσία προσαρμόζονται στη μακροπρόθεσμη στρατηγική θέση της χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου