Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2021

Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως (Ἰω. 3,13-17)- 12 Σεπτεμβρίου 2021- Του Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου

 

Να πεταξουμε ψηλα!

«Οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ» (Ἰω. 3,13)

Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ εὐαγγέλιο. Δὲν ἀρκεῖ ὅμως νὰ τ᾽ ἀκούῃ κανείς, πρέπει καὶ νὰ τὸ ἐννοῇ. Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο εἶ­­νε ἕνας διάλογος, τμῆμα μᾶλλον ἑνὸς διαλόγου, ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐν και­ρῷ νυκτὸς μὲ τὸ Νικόδημο, ἐκεῖ­νον ποὺ ἀξιώθηκε ἔπειτα μαζὶ μὲ τὸν Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ἀ­ριμαθαίας νὰ κηδεύσουν τὸ ἄχραν­το σῶμα τοῦ Κυρίου. Οἱ φιλόσοφοι θαυμάζουν τοὺς

διαλόγους ποὺ ἔκανε ὁ Σωκράτης· ἀλλὰ τί εἶνε οἱ δι­άλογοι ἐκείνου καὶ ὁποιουδήποτε ἄλλου φι­λοσόφου μπροστὰ στὸν διάλογο αὐτόν!
Τὸ θέμα τοῦ διαλόγου δὲν εἶνε γήινο, εἶνε οὐράνιο, ὑπερφυσικό· εἶνε ἡ ἀναγέννησις, ζήτημα ποὺ ἔχει νὰ κάνῃ μὲ κάθε ψυχή.

* * *

Ἀναγέννησις! Ποιός –καὶ σήμερα, μετὰ ἀ­πὸ δυὸ χιλιάδες χρόνια Εὐαγγελίου– σκέπτε­ται τὴν ἀναγέννησι; Ἂν σᾶς μιλήσω γιὰ φουτ-μπώλ, γιὰ φίλμς κ.λπ., θὰ τεντώσετε τ᾽ αὐτιά· ἂν ὅ­μως σᾶς πῶ γιὰ ἀναγέννησι, εἶμαι βέ­­βαιος ὅτι ὄχι ἐγὼ ἀλλ᾽ ὁποιοσδήποτε, ὅσο καλὰ καὶ ἂν χειριστῇ τὸ θέμα, καὶ Χρυσόστομος καὶ Βασίλειος νά ᾽νε, καὶ ἄγγελος ἀπὸ τὰ οὐράνια νὰ τὸ ἐξηγή­­σῃ, θὰ χασμουριέστε· ἄλλα εἶνε τὰ ἐνδι­αφέρον­τά σας. Τὸ νὰ μιλήσῃ κάποιος σήμερα πε­ρὶ ἀ­ναγεννήσεως εἶνε σὰν νὰ μιλάῃ κινέζικα.
Ἔτσι ἔνιωθε καὶ ὁ Νικόδημος. Ἄνοιξε μαζί του ὁ Χριστὸς διάλογο περὶ ἀναγεννήσεως, κι αὐτὸς δὲν καταλάβαινε τίποτε. Τοῦ εἶχε πεῖ· 

–Νικόδημε, πρέπει νὰ ἀναγεννηθοῦμε, νὰ ξανα­γεννηθοῦμε. 

Κι ὁ Νικόδημος ἀπήντησε· 

–Μὰ πῶς, Κύριε, θὰ γίνῃ αὐτό; εἶνε δυνατὸν ἕνας γέρος ὅπως ἐγὼ νὰ ξαναμπῇ στὴν κοιλιὰ τῆς μάνας μου καὶ νὰ ξαναγεννηθῇ; (βλ. Ἰω. 3,3-4).

Δὲν μποροῦσε τότε νὰ τὸ καταλάβῃ. 

Ἔ­πρεπε νὰ θυσιασθῇ ὁ Χριστός, νὰ χύσῃ τὸ τίμιο αἷ­­μα του ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, ν᾽ ἀνεβῇ στοὺς οὐ­ρανούς, νὰ ἔλθῃ Πνεῦμα ἅγιο, καὶ τότε νὰ φωτισθῇ ὁ νοῦς. Διότι, ἂν δὲν ἔλθῃ Πνεῦμα ἅγιο, δὲν πά᾽ νά ᾽ρ­χεσαι στὴν ἐκκλησιὰ καὶ νὰ ψάλλουν οἱ καλύ­τεροι ψάλτες καὶ νὰ λειτουργῇ εὐλαβέστατος ἱερεύς, δὲν πά᾽ νὰ κατεβοῦν τὰ οὐράνια στὴ γῆ; τίποτα· ἐσὺ σκοτάδι θά ᾽χῃς. Ἔχου­με ἀνάγκη ἀπὸ Πνεῦμα ἅγιο. Καὶ οἱ περισσότεροι Χριστιανοὶ εἶνε χωρὶς Πνεῦμα ἅγιο. Γι᾽ αὐ­τὸ τὰ θέματα αὐτὰ φαίνονται σὰν κινέζικα.

* * *

Τί ἐννοοῦσε λοιπὸν ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου; Ὑπάρχουν δύο κοιλιές, κι ὁ ἄνθρωπος γεν­νιέται δύο φορές. Ἡ μία κοιλιὰ εἶνε ἡ κοιλιὰ τῆς μάνας μας, ἀπ᾽ τὴν ὁποία βγήκαμε καὶ εἴ­δα­με τὸ φῶς τοῦ ἥλιου. Ἡ ἄλλη εἶνε κοιλία πνευμα­τική· εἶνε ἡ ἱερὰ κολυμβήθρα, τὰ Ἰ­ορδάνεια ῥεῖθρα τοῦ βαπτίσματος. 

Ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας μας βγαίνουμε παιδιὰ τῆς γῆς, μυρίζου­με χωματίλα λόγῳ τῆς ἁ­μαρτίας καὶ ὁ ψαλμῳ­δὸς λέει· «ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσ­σησέ με (=μὲ συνέ­λαβε στὴ μήτρα καὶ μὲ γέννησε) ἡ μήτηρ μου» (Ψαλμ. 50,7). 

Ἀπὸ τὴν ἱερὰ κολυμβήθρα, ποὺ εἶνε σὰν κοιλιά, γεννιῶνται ὅλοι οἱ πιστοί. Ἀπὸ ἐκεῖ γεννή­θηκες κ᾽ ἐσύ. Καὶ μετὰ τὸ ἅγιο βάπτισμα δὲν εἶ­σαι πλέον παιδὶ τοῦ ἄλφα ἢ τοῦ βῆτα· εἶσαι παιδὶ τῆς Ἐκκλησίας, πρίγκιπας τοῦ οὐ­ρανοῦ· ἔχεις χάρι καὶ αἴγλη πνευματική, εὐωδιάζεις τὴν ὀσμὴ τοῦ ἁγίου Πνεύματος.

Αὐτὰ ἐννοοῦσε ὁ Χριστός, ἀλλὰ ὁ Νικόδημος δὲν καταλάβαινε. Τὸ μάθημα ἦταν δύσ­κο­­λο, ὅπως εἶνε δύσκολο σ᾽ ἕνα μαθητή, ἐνῷ ἔ­χει ἀνάγκη νὰ μάθῃ πρῶτα τὸ ἀλφάβητο, ἐσὺ νὰ τοῦ διδά­σκῃς ἄλγεβρα ἢ ἀνώτερα μαθηματικά. Ὁ Νικό­δημος δὲν καταλάβαινε, γιατὶ ἐπρόκειτο γιὰ ἀλήθεια ὑπερφυσική, τὴν ὁποία δὲν ἐπινό­ησε ἄνθρωπος ἀλλὰ τὴν ἀπεκάλυψε ὁ Θεός.

Ἄλλο ἀνακάλυψις καὶ ἄλ­λο ἀποκάλυψις· ὑ­πάρχει διαφορά. 

Ποιά; Ἀνακάλυψις εἶνε κάτι, μιὰ ἀλήθεια – μία πραγματικότητα, ποὺ βρίσκει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ μόχθο καὶ τὴν ἐπιστήμη του. 

Οἱ ἀλήθειες ὅμως καὶ πρα­γματικότητες ποὺ ὑπάρχουν στὸ Εὐ­αγγέλιο δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ τὶς σκεφθῇ καὶ νὰ τὶς ἐπινο­ήσῃ τὸ ἀνθρώπινο μυαλό, ὅσο κόπο καὶ ἂν κα­τέβαλλε. Αὐτὰ δὲν τ᾽ ἀνακαλύψα­με ἐμεῖς· εἶ­νε ἀποκάλυψις, τὰ φανέρωσε δηλαδὴ ὁ Θεός. Ἐ­κεῖνος μόνο τὰ γνωρίζει καὶ μπορεῖ νὰ μᾶς τὰ πῇ. Ὁ Χριστὸς λοιπόν, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔ­­χει τὸ θρόνο του στὸν οὐρανὸ ἀλλὰ κατέβηκε ἀπὸ ἐκεῖ στὴ γῆ, ἐπειδὴ ὡς Θεὸς κατέχει τὶς οὐράνιες πραγματικότητες, αὐτὸς μόνο μπο­ρεῖ νὰ μᾶς τὶς φανερώσῃ. 

Αὐτὸ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο· «Οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐ­ρα­νὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀν­θρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐ­ρανῷ» (Ἰω. 3,13).
–«Οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανόν»; καν­ένας δὲν ἀναβέβηκε στὸν οὐρανό; Μπᾶ, θὰ πῇ κάποιος, ἐδῶ τὸ Εὐαγγέλιο διαψεύδεται. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ ἴσχυε «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ» ποὺ λέτε σεῖς οἱ παπᾶδες· ἀλλὰ σήμερα, ποὺ κον­τεύουμε νά ᾽χουμε ἀεροδρόμια στὸ διάστημα, πῶς λέτε «Κανείς δὲν ἀνέβηκε στὸν οὐρανό»;
Τί ἔχουμε ν᾽ ἀπαντήσουμε;
Πρῶτον. Ἄνθρωπε ὑπερήφανε, τί καυχᾶ­σαι; Ἐπειδὴ βγῆκες λίγο ἔξω ἀπὸ τὴ γῆ, νομίζεις ὅ­τι ἔφτασες καὶ στὰ ἄστρα; Ξέρεις πῶς μοιάζεις; Σὰν νὰ βγῇ ἕνα μυρμηγκάκι ἀπὸ τὴ φωλιά, νὰ κάνῃ ἕνα περίπατο, καὶ μετὰ νὰ ἰσχυρί­ζεται ὅτι γύρισε καὶ γνώρισε ὅλη τὴ γῆ. Ἔτσι εἴμαστε κ᾽ ἐμεῖς παρ᾽ ὅλη τὴν ἐπιστήμη μας· μυρ­μηγκάκια μπροστὰ στὸ ἀπέραντο σύμ­παν, ποὺ γιὰ νὰ τὸ διατρέξῃ κανεὶς θὰ ἔπρεπε νὰ ζή­σῃ ἑκατομμύρια χρόνια καὶ νὰ τρέχῃ μὲ τὴν ταχύτητα τοῦ φωτός. Τί καυχᾶσαι λοιπόν;
Δεύτερον. Ὅταν πολλοὶ διαβάζουν ἐδῶ γιὰ «οὐ­ρανό», καταλαβαίνουν λάθος· καὶ ἰσχύει γι᾽ αὐ­τοὺς ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ἄλλοτε ὁ Χριστός, «Πλα­νᾶσθε μὴ εἰδότες τὰς γραφάς» (Ματθ. 22,29). Ὅ­­ταν ἡ Γραφὴ λέῃ «οὐρανός», ἐννοεῖ τριῶν εἰδῶν οὐρανούς. 

 • Πρῶτος «οὐρανὸς» εἶνε ἡ γήινη ἀτμόσφαιρα (μὲ τὰ σύννεφα, τὶς ἀ­στραπές, τὶς βροχές, τοὺς ἀνέμους κ.τ.λ.). • Δεύτε­ρος «οὐρανὸς», σὲ ἄλλα χωρία, πάνω ἀπὸ τὴ γήινη ἀτμό­σφαι­ρα ἐννοεῖται ὁ ἀστερώδης οὐ­ράνιος θόλος (μὲ τὰ ἄστρα, τὴ σελήνη, τὰ πλα­νητικὰ συστήματα, τοὺς γαλα­ξίες, κ.τ.λ.). • Καὶ τρίτος οὐρανός, παραπάνω ἀπ᾽ ὅλο τὸ ὑλικὸ σύμπαν, εἶνε ὁ ἄυλος πλέον κόσμος, χωρὶς οὔ­τε γραμμάριο ὕλης, ὁ κόσμος τῶν πνευ­μάτων· ἐδῶ εἶνε ζήτημα πίστεως, ἂν θέ­λῃς πιστεύεις. Πάνω δηλαδὴ ἀπὸ τὰ ἄ­στρα καὶ τοὺς γαλαξίες εἶνε οἱ ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι· ὑπερ­άνω αὐτῶν εἶνε ἡ Παναγία, ἡ βασίλισσα τῶν οὐ­ρανῶν, ἡ Παντάνασσα τῶν ἀΰλων καθαρωτάτων πνευμάτων· καὶ τέλος ὑπεράνω ὅλων ἡ ἁγία Τριάς, Πατήρ, Υἱὸς καὶ ἅγιο Πνεῦμα, ἡ τρισήλιος Θεότης ποὺ φωτίζει τὸν κόσμο.
Αὐτοὺς τοὺς οὐρανοὺς ἐννοεῖ ὁ Χριστὸς ὅταν λέῃ σήμερα ὅτι «Οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐ­ρα­νόν». Αὐτοὺς ἐννοεῖ καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅταν ὁμιλεῖ περὶ «τρίτου οὐ­ρανοῦ» (Β΄ Κορ. 12,2). Αὐτοὺς ἐννοοῦμε κ᾽ ἐμεῖς ὅ­ταν λέμε «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς…» (Ματθ. 6,9)

Καὶ τέτοιους «καινοὺς οὐρανοὺς» μετὰ τὴν ἀνακαίνισι τοῦ σύμπαντος «προσδοκῶμεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ» (Β΄ Πέτρ. 3,13).

* * *

Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε, ἀγαπητοί μου;
Πρῶτον. Μὴν κλαῖτε τοὺς νεκρούς. Μὴν εἶ­στε ἄπιστοι. Ὅσο εἶνε βέβαιο ὅτι ὑπάρχει γῆ, φεγγάρι, ἥλιος καὶ ἄστρα, τόσο βέβαιο εἶνε ὅ­τι ὑπάρχει ἄλλη ζωή, μακαρία καὶ αἰωνία, ζωὴ τῶν ἀθανάτων πνευμάτων· ἐκεῖ ποὺ εἶνε ἡ Παναγία καὶ οἱ ἅγιοι, ἐκεῖ ποὺ ζοῦν οἱ γονεῖς μας, οἱ ψυχὲς ὅλων τῶν προσφιλῶν μας. Ὅσο εἶ­νε βέβαιο ὅτι τώρα πατᾷς στὴ γῆ, τόσο βέβαιο εἶνε ὅτι ὁ Χριστὸς σοῦ ἀνοίγει πόρτα γιὰ νὰ βρεθῇς ἐκεῖ, στὴ χώρα τῶν ζώντων.
Καὶ δεύτερον· «Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας!» (θ. Λειτ.). Ὁ ἄν­θρω­πος εἶνε βαρύς, πολὺ βαρύς, καὶ δυσκολεύεται νὰ ὑψωθῇ πάνω ἀπὸ τὴ γῆ. Καὶ οἱ πύρ­αυλοι εἶνε βαρεῖς, ζυγίζουν πολλοὺς τόννους, ἄν­θρωποι δὲν μποροῦν νὰ τοὺς κινήσουν· ἔρχεται ὅμως ἡ ὠστικὴ ἐνέργεια μιᾶς ἐκρήξεως καὶ κάνει τὸν πύρ­αυλο νὰ πετάῃ σὰν τὸ πουλί. Ἔ, λοιπόν, ἔτσι εἴμαστε κ᾽ ἐ­­μεῖς· βαρεῖς καὶ δυσκίνητοι καὶ χρειαζόμαστε μιὰ δύναμι νὰ μᾶς πετάξῃ ψηλά.
Δός μας, Χριστέ, τὴ δύναμι ν᾽ ἀπαγκιστρω­θοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη (τὴ δόξα, τὸ χρῆμα, τὴ σάρκα, τὴν ἁμαρτία ἐν γένει)· δός μας, Χριστέ, φτερὰ νὰ πετάξουμε ψηλά, νὰ πλησι­άσουμε ἐκεῖ ποὺ ψάλλουν τὸ «ἀλληλούϊα»!
Ποιά εἶνε ἡ δύναμις αὐτή; Ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου! Αὐτὸς παίρνει τὸν ἁμαρτωλό, τὸν ἐ­λευθερώνει ἀπὸ τὰ δεσμά, τὸν ὠθεῖ ἰσχυρὰ καὶ τὸν ὑψώνει ψηλά. 

Ὅποιος πιστεύει, προσ­εύχεται θερμά, μελετᾷ τὸ Εὐαγγέλιο, μεταλαμ­βάνει τὰ θεῖα μυστήρια, λατρεύει στὸ ναὸ ὄχι τυπικὰ ἀλλὰ «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» (Ἰω. 4,24), αὐτὸς δὲν πατάει στὴ γῆ, ἀκούει τὸ «ἀλληλούϊα». Στὰ παλιὰ τὰ εὐλογημένα χρόνια οἱ πιστοὶ στὴν θεία λειτουργία μαζὶ μὲ τὸν παπᾶ –δὲν εἶνε ψέμα–, ἄκουγαν φωνὲς ἀγγελικές.
Εἴθε ἡ ζωή μας νὰ γίνῃ ἕνα «ἀλληλούϊα», εἴθε τὸ «Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας» νὰ γίνῃ καὶ γιὰ ἐμᾶς μιὰ πρα­γματικότητα.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἀγνοουμένη ἀπὸ τὸν Κατάλογο, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἀποστόλων Ὑμηττοῦ – Ἀθηνῶν τὴν 8-9-1967 τὸ πρωί. 

augoustinos-kantiotis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου