ΠΕΡΙ ΑΙΩΝΙΟΥ ΖΩΗΣ
«Τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;» (Λουκ. 18,18)
Ὅταν, ἀγαπητοί μου, ὅταν ὁ
Χριστὸς ἦταν ἐδῶ στὸν κόσμο, πολλοὶ τὸν πλησίαζαν. Ποιοί ἦταν αὐτοὶ ποὺ
ἔρχονταν κοντὰ στὸ Χριστό; Ἦταν οἱ ἄρρωστοι· οἱ τυφλοί, οἱ παράλυτοι, οἱ
λεπροί… Τοὺς ἔφερνε ἡ ἀνάγκη. Ἂν δὲν ἦταν ἀσθενεῖς, ἀμφιβάλλω ἂν θὰ
πλησίαζαν τὸ Χριστό.
Αὐτὸ ἐξακολουθεῖ νὰ γίνεται καὶ σήμερα. Ἐκεῖνο ποὺ κάνει συχνὰ
τοὺς ἀνθρώπους νὰ πλησιάζουν τὴ θρησκεία εἶνε ἡ ἀνάγκη.
Ὅταν εἶνε καλά, ὅταν
βρίσκωνται στὰ ἀξιώματα, δὲν θυμοῦνται τὸ Χριστό. Ὅταν ἀντίξοα γεγονότα σαρώσουν τὴ ζωή μας, τότε θυμούμεθα τὸ Χριστό. Στὰ νοσοκομεῖα λ.χ. ὅλοι παρακαλοῦν τὴν Παναγία καὶ τοὺς ἁγίους. Ἡ ὑλικὴ – σωματικὴ ἀνάγκη εἶνε ἐκείνη ποὺ σπρώχνει τοὺς ἀνθρώπους πρὸς τὸ Θεό.Καὶ στὸ
Εὐαγγέλιο διαβάζουμε ὅτι, ὅταν ὁ Χριστὸς χόρτασε τοὺς χιλιάδες
ἀνθρώπους, τὴν ἄλλη μέρα ἦρθαν κοντά του διπλάσιοι. Εἴσαστε, τοὺς εἶπε,
διπλάσιοι ὄχι γιατὶ θέλατε νὰ ἀκούσετε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γιατὶ
φάγατε τὰ ψωμιὰ καὶ χορτάσατε (βλ. Ἰωάν. 6,26).
Στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων δυστυχῶς κυριαρχοῦν οἰκονομικοὶ
παράγοντες. Συνήθως λίγοι ἔρχονται στὴν ἐκκλησία. Ἂν ὅμως ἀκουστῇ, ὅτι ὁ
παπᾶς αὔριο θὰ λειτουργήσῃ καὶ στὸ τέλος θὰ μοιράσῃ ἀπὸ μιὰ λίρα, τότε
ὄχι μόνο ὁ ναὸς θὰ εἶνε γεμᾶτος ἀλλὰ καὶ τὰ προαύλια καὶ τὰ νεκροταφεῖα
ἀκόμα. Τὰ πνευματικὰ δὲν τὰ ἐκτιμοῦμε…
* * *
Μέσα ὅμως στὸ πλῆθος ὑπάρχουν καὶ εὐγενικὲς ψυχές, ποὺ θέτουν πάνω ἀπὸ τὰ ὑλικὰ πράγματα τὰ πνευματικά.
Μία τέτοια ὕπαρξι ἦταν ὁ ἄνθρωπος τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου.
Ἦταν πολὺ πλούσιος, ὑγιής, νέος, ἔνδοξος. Εἶχε ὅμως καὶ μία
ἀνάγκη πνευματική, ποὺ τὴν αἰσθανόταν βαθύτατα. Τί νὰ τὰ κάνῃ ὅλα τὰ
ἄλλα; Δὲν εἶνε μόνο στομάχι καὶ κόκκαλα ὁ ἄνθρωπος· ἔχει καὶ πνεῦμα,
ἔχει καὶ ψυχή. Ὅπως πεινᾷ τὸ σῶμα, πεινᾷ καὶ ἡ ψυχή· καὶ ὅπως τὸ σῶμα
ἔχει ἀνάγκη ἰατρῶν καὶ φαρμάκων, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή.
Ἔρχεται, λοιπόν, μπροστὰ στὸ Χριστό, γονατίζει στὰ πόδια του καὶ τὸν παρακαλεῖ. Ζητεῖ τὴν «αἰώνιον ζωήν» (Λουκ. 18,18).
Τί εἶνε αὐτὴ ἡ αἰώνιος ζωή;
Ὅσα καὶ ἂν σᾶς πῶ, Χρυσόστομος καὶ Βασίλειος νὰ γίνω, δὲν θὰ
σᾶς πείσω· διότι ὁ ὑλισμὸς ἔχει κυριαρχήσει. Ἐνδύεται ὅλα τὰ προσωπεῖα·
ὑλισμὸς κόκκινος, ὑλισμὸς μαῦρος, ὑλισμὸς κίτρινος. Παρακαλῶ τὸ Πνεῦμα
τὸ ἅγιο, νὰ σᾶς φωτίσῃ νὰ καταλάβετε, ὅτι ἐκτὸς τῶν ὑλικῶν ἀναγκῶν
ὑπάρχουν καὶ ἄλλες ἀνάγκες, πνευματικές. Καὶ ἀλλοίμονο ἐὰν δὲν τὶς
αἰσθάνεσθε.
Ἡ αἰώνιος ζωὴ εἶνε ἀτελεύτητη. Ἡ ἐπίγειος ζωὴ πόσο διαρκεῖ;
Πενήντα, ἑξήντα, ἑβδομήντα, ὀγδόντα χρόνια; ἔστω νὰ φτάσῃ καὶ στὰ ἑκατό,
ὅπως ὑπόσχονται οἱ γιατροὶ ὅτι θὰ παρατείνουν τὸ ὅριο ἡλικίας. Ἀξία δὲν
ἔχουν τὰ χρόνια, ἀξία ἔχει τὸ περιεχόμενο τῆς ζωῆς. Ὑπάρχει ἕνα πουλί, ὁ
κόρακας, ποὺ ζῇ διακόσα χρόνια· γι᾿ αὐτὸ ὅταν θέλουν νὰ εὐχηθοῦν σὲ
κάποιον νὰ ζήσῃ πολλὰ χρόνια, τοῦ λένε «κορακοζώητος». Τί νὰ τὸν κάνῃς
ὅμως τὸν κόρακα ποὺ ζῇ διακόσα χρόνια μὲ τὴν πτωμαΐνη; Προτιμότερο ἕνα
ἀηδονάκι, ποὺ ζῇ δυὸ – τρία χρόνια καὶ κελαηδάει μέσα στὸ δάσος, παρὰ
διακόσα χρόνια ἄχρηστα κ᾿ ἐλεεινά.
«Καλύτερα μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωή,
παρὰ σαράντα χρόνια σκλαβιὰ καὶ φυλακή».
Οἱ κράχτες τῆς ἀπιστίας σφύριξαν στὰ αὐτιὰ τοῦ εὐγενικοῦ μας
λαοῦ, ὅτι ὁ τάφος εἶνε τὸ τέρμα. Ὄχι! Δὲν εἶνε τὸ τέρμα ὁ τάφος· εἶνε ἡ
ἀρχὴ μιᾶς νέας ἀπέραντης ζωῆς, τῆς ζωῆς ποὺ ποθοῦσε καὶ ὁ νέος τοῦ
σημερινοῦ εὐαγγελίου.
–Ἄ, ἐγὼ θέλω ντοκουμέντα! θὰ πῇς.
Θέλεις λοιπὸν ἀποδείξεις ὅτι ὑπάρχει ψυχή; Πολλὲς ἀποδείξεις θὰ μπορούσαμε ν᾿ ἀναφέρουμε, ἀλλὰ ἡ μεγαλύτερη εἶνε μία.
Σᾶς ἐρωτῶ· Τί ἰδέα ἔχετε γιὰ τὸ Χριστό; Εἶνε ἁπλῶς ἕνας
φιλόσοφος; ἕνας κοινωνιολόγος; ἕνας ποιητής; ἕνας δημιουργὸς μεγάλων
ἔργων; Ἀπαντῆστε. Ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε ἁπλῶς ἄνθρωπος· εἶνε Θεάνθρωπος,
τέλειος ἄνθρωπος καὶ τέλειος Θεός. Συνεπῶς, ὅ,τι εἶπε εἶνε ἀληθινό. Οἱ
ἄλλοι ψεύδονται. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ψεύδονται· «Πᾶς ἄνθρωπος ψεύστης»
(Ψαλμ. 115,2). Αἰῶνες πέρασαν καὶ αἰῶνες θὰ κυλήσουν, ὁ κόσμος θ᾽
ἀλλάξῃ, ἀλλὰ οἱ λόγοι του «οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35).
Τί εἶπε λοιπὸν ὁ Χριστός; Δὲν μ᾿ ἐνδιαφέρει τί εἶπε ὁ Σωκράτης
καὶ ὁ Πλάτων, μ᾿ ἐνδιαφέρει τί εἶπε ὁ Χριστός· διότι ὅ,τι εἶπε ἐκεῖνος
εἶνε ἀληθινό. Ὁ Χριστὸς βεβαίωσε, ὅτι ἀπελεύσονται «οἱ τὰ ἀγαθὰ
ποιήσαντες» εἰς ζωὴν αἰώνιον «οἱ δὲ τὰ φαῦλα πράξαντες» εἰς κόλασιν
αἰώνιον (Ἰω. 5,29).
Εἶπε ὁ Χριστὸς μιὰ ἀλήθεια, ἕνα διαμάντι. Τὸ διαμάντι αὐτό, ὅσο
καὶ νὰ ψάξῃς σ᾿ ὅλα τὰ βιβλία τῶν ἀρχαίων καὶ νεωτέρων φιλοσόφων, δὲν
θὰ τὸ βρῇς. Ποιό εἶνε τὸ διαμάντι· «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν
κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;» (Μᾶρκ. 8,36). Ἰδού λοιπόν· ὁ
Χριστὸς κηρύττει τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς. Κηρύττει, ὅτι ὑπάρχει πέραν
τοῦ τάφου ἀπέραντη καὶ αἰώνια ζωή, πέλαγος ἀτελείωτο.
Τὴ Μεγάλη Παρασκευή, ὅταν ἦταν πάνω στὸ σταυρὸ καὶ δίπλα του ὁ
σκληρὸς λῃστής, τότε ἄνοιξαν τὰ μάτια τοῦ λῃστοῦ, εἶδε ὅτι δὲν ὑπάρχει
μόνο ἡ γῆ αὐτὴ ἀλλὰ πέραν τῆς γῆς ὑπάρχει ἄλλος κόσμος, καὶ εἶπε·
«Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου». Ὄχι τὴ βασιλεία
τοῦ κόσμου, ὄχι τὴ βασιλεία τοῦ καίσαρος, ὄχι τὴ βασιλεία τοῦ Πιλάτου,
ὄχι τὴ βασιλεία τοῦ πλούτου, ὄχι τὴ βασιλεία τῶν ἡδονῶν. Τὴ βασιλεία τοῦ
Κυρίου ζήτησε ὁ λῃστής. Καὶ ὁ Χριστὸς τί ἀπήντησε· «Ἀμήν λέγω σοι,
σήμερον μετ᾿ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ» (Λουκ. 23,42-43). Αὐτὸς εἶνε
λόγος φοβερός. Ἐβεβαίωσε ὁ Χριστός, ὅτι θὰ ξεψυχήσῃ ἐπάνω στὸ σταυρὸ ὁ
λῃστής, κοράκια θὰ φᾶνε τὶς σάρκες του, ἀλλὰ ἡ ψυχή του θὰ φτερουγίσῃ
στὸν οὐράνιο κόσμο.
Πουλῆστε τὸ πουκάμισό σας καὶ πάρτε τὴν Ἀποκάλυψι τοῦ Ἰωάννου. Διαβάστε αὐτὰ ποὺ εἶνε στὴν Ἀποκάλυψι· ἔχουν κῦρος αἰώνιο.
Τὰ δύο τελευταῖα κεφάλαια (Ἀπ. 21ο-22ο) περιγράφουν τὴν αἰώνιο ζωὴ μὲ χρώματα ζωηρότατα, ἀθάνατα. Εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων καὶ τῶν ἀθέων ὑπάρχει αἰώνιος ζωή. Αὐτὸ εἶνε τὸ δόγμα, ἐπὶ τοῦ ὁποίου στηρίζεται ὁ χριστιανισμός.
* * *
Εἶνε γεγονός, ὅτι σπανίως σκεπτόμαστε τὴν αἰώνιο ζωή.
Ἄχ, πατρίδα εὐλογημένη, ἅγια! Ἀγράμματοι ἄνθρωποι στὸ χωριό μου
ἔλεγαν στὶς ἑορτὲς «Καλὸν παράδεισο!». Τὴν ἀκοῦτε τώρα αὐτὴ τὴ λέξι; Ὁ
ἕνας περιμένει κίτρινο παράδεισο, ὁ ἄλλος κόκκινο παράδεισο, ὁ ἄλλος
μαῦρο, ὁ ἄλλος περιμένει τὸν παράδεισο τῶν πετρελαίων… Γίναμε πλέον
κτήνη, καὶ τὸ σύνθημά μας εἶνε· «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ
ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13. Α΄ Κορ. 15,32).
Καὶ ὅμως τὸ «σκουλήκι» ὑπάρχει. Καὶ στὸ μεγαλύτερο ἄθεο καὶ
ὑλιστὴ ἔρχονται στιγμές, ποὺ κάτι τὸν κεντάει μέσα του καὶ ἀναρωτιέται·
Τί ὑπάρχει ἆραγε πέραν τοῦ τάφου;
Τελειώνω μὲ ἕνα ἀνέκδοτο. Ἕνας λαμπρὸς νέος ἔδωσε ἐξετάσεις στὴ Σχολὴ τῶν Εὐελπίδων, πέτυχε μεταξὺ τῶν πρώτων, καὶ τελείωσε τὴ σχολὴ πάλι πρῶτος.
Τὸν πλησίασε κάποιος θεολόγος, πνευματικὸς ἄνθρωπος, καὶ τοῦ λέει·
–Μπράβο, Γιῶργο, ἔγινες ἀνθυπολοχαγός. Μετὰ τί περιμένεις; –Θὰ
γίνω ὑπολοχαγός. –Μετά; –Λοχαγός. –Μετά; –Ταγματάρχης. –Μετά;
–Συνταγματάρχης. –Μετά; –Ταξίαρχος. –Μετά; –Στρατηγός. –Μετά;…
–Ἀπόστρατος. –Μετά; –Γηρατειά. –Μετά;… –Ἕνα φέρετρο. –Μετά; –… Ἐκεῖ
σταμάτησε ὁ νέος.
Πέρα ἀπὸ τὴ ματαία δόξα τῶν ὑλικῶν πραγμάτων βρίσκεται ἡ
ἀθάνατη δόξα τοῦ οὐρανοῦ. Γι᾿ αὐτὸ ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία.
Ὁ κόσμος μᾶς
δείχνει τὴν ὕλη, ἡ Ἐκκλησία μᾶς δείχνει τὸν οὐρανό. Ἡ Ἐκκλησία εἶνε ὁ
φάρος, ποὺ φωτίζει τὰ σκότη τῆς ὑπάρξεώς μας καὶ μᾶς λέει· «Ἄνω σχῶμεν
τὰς καρδίας» (θ. Λειτ.). Μᾶς δίνει φτερὰ ἀετοῦ, γιὰ νὰ πετοῦμε ψηλὰ καὶ
νὰ φτάσουμε μέχρι τὸν οὐρανό.
Εὔχομαι, ὅταν πλησιάσῃ ἡ τελευταία μας στιγμή, ὅλοι νὰ
τελειώσουμε τὸν βίο μας μὲ τὸ ὅραμα τῆς αἰωνίου ζωῆς καὶ νὰ σφραγίσουμε
τὰ χείλη μας μὲ τὴ φωνὴ τοῦ λῃστοῦ· «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν
τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης τὴν 24-11-1974.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου