Το Ευαγγέλιο της Κυριακής |
«Μὴ μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον· ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσῃ τὰ ἑαυτῆς· ἀρκετὸν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς» (Ματθ. 6,34)
-Τί θὰ γίνουμε; Τί θὰ φᾶμε; Τί θὰ πιοῦμε; Τί θὰ ντυθοῦμε; Τί θὰ …; Νά, ἀγαπητοί
μου, σκέψεις ποὺ δὲν ἀφήνουν νὰ ἠρεμήσῃ ὁ ψυχικὸς κόσμος τοῦ ἀνθρώπου.
Νά σκέψεις οἱ ὁποῖες σὰν κύματα, ποὺ διαδέχονται ἀδιάκοπα τὸ ἕνα τὸ
ἄλλο, δημιουργοῦν ζάλη, ζάλη σοβαρή, στὰ κεφάλια τῶν ἀνθρώπων.
Νά
σκέψεις, ποὺ σὰν ἀγκάθια συμπνίγουν τὸν σπόρο τοῦ λόγου τοῦ εὐαγγελίου
καὶ δὲν τὸν ἀφήνουν νὰ καρποφορήσῃ (βλ. Ματθ. 13,7. Μᾶρκ. 4,7,18-19.
Λουκ. 8,7).
Νά σκέψεις ποὺ σὰν μαῦρα καὶ ἀπαίσια φτερωτὰ ὄρνεα πετᾶνε
στὸν
πνευματικὸ ὁρίζοντα τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ὁ ταλαίπωρος προσπαθεῖ νὰ τὰ διώξῃ, ἀλλ᾿ αὐτὰ ἔρχονται μέρα μὲ τὴν ἡμέρα ὅλο καὶ περισσότερα καὶ γίνονται ὅλο καὶ πιὸ ἐνοχλητικά.
πνευματικὸ ὁρίζοντα τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ὁ ταλαίπωρος προσπαθεῖ νὰ τὰ διώξῃ, ἀλλ᾿ αὐτὰ ἔρχονται μέρα μὲ τὴν ἡμέρα ὅλο καὶ περισσότερα καὶ γίνονται ὅλο καὶ πιὸ ἐνοχλητικά.
Ἔτσι ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ἕνα μαρτύριο. Γιατί συμβαίνει αὐτό;
* * *
Ὁ ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου, ζῇ
μέσα σὲ μέριμνες πολλὲς καὶ ποικίλες.
Ἀνησυχεῖ, ταράζεται, τρέμει ὅπως
τρέμουν τὰ φύλλα τῶν δέντρων ὅταν φυσάει δυνατὸς ἄνεμος.
Τὸ αὔριο γιὰ
τὸν ἑαυτό του, τὴν οἰκογένειά του, τὴν κοινωνία, τὸ ἔθνος, τὴν
ἀνθρωπότητα τοῦ φαίνεται σκοτεινό.
–Τί θὰ γίνουμε;… ἀκούγεται ἀπὸ τὰ
στόματα ὅλων μας. Κι ἂν ἀκόμα δὲν τὸ λέῃ ἡ γλῶσσα μας, πάντως ἡ καρδιά
μας εἶνε ταραγμένη, ταραγμένη περισσότερο ἀπ᾽ ὅ,τι εἶνε ὁ ὠκεανὸς ὅταν
ἄνεμοι ὁρμητικοὶ σηκώνουν ἐκεῖνα τὰ τεράστια κύματα.
Σὰν νὰ μὴν ἔφταναν οἱ
φροντίδες καὶ οἱ κόποι, στοὺς ὁποίους ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς μας
ὑποβάλλεται κάθε μέρα γιὰ ν᾽ ἀντιμετωπίσῃ τὰ διάφορα ζητήματα τοῦ
σήμερα, προστίθεται ἐπὶ πλέον σ᾽ αὐτὰ καὶ ἡ μέριμνα γιὰ τὸ αὔριο, ἡ
ἀγωνία πῶς θὰ λύσουμε προβλήματα τοῦ μέλλοντος, ποὺ ἀκόμα δὲν ἔχουν
ἔρθει μπροστά μας.
Τὸ παρὸν μᾶς καλεῖ σὲ ἐργασία ἐντατικὴ καὶ συνεχῆ, κ᾽
ἐμεῖς ἀσχολούμεθα διαρκῶς μὲ τὸ μέλλον.
Ξέρετε πῶς μοιάζουμε;
εἴμαστε
σὰν ἕνα πλοίαρχο πού, ἀντὶ νὰ κοιτάζῃ πῶς θὰ ξεπεράσῃ τὸ κῦμα ποὺ εἶνε
ἐμπρὸς στὴν πλώρη τοῦ πλοίου του, αὐτὸς σκέπτεται πῶς θὰ ἀντιμετωπίσῃ τὰ
κύματα ποὺ μόλις διακρίνονται στὸ βάθος τοῦ ὁρίζοντος.
Ἄνθρωπε! τακτοποίησε ὅσο μπορεῖς
πιὸ καλὰ τὸ παρόν· μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν καὶ τὸ αὔριο, ἐὰν ἀνατείλῃ, θὰ
εἶνε ἀσφαλῶς καλύτερο.
Ποιός ὁ λόγος νὰ ταράζεσαι ἀπὸ τώρα γιὰ κάτι ποὺ
ἀκόμα δὲν ἀνέκυψε; Δὲν ἀκοῦς τί λέει ὁ Χριστός; Φτάνουν, λέει, οἱ
φροντίδες καὶ ὁ βασανισμὸς ποὺ ἔχετε γιὰ τὴ σημερινὴ ἡμέρα, μὴ φορτωθῆτε
καὶ βάσανα τῆς ἡμέρας ποὺ ἀκόμη δὲν ἦρθε.
Τὴ στιγμὴ ποὺ εἶστε ἤδη
πιεσμένοι ἀπὸ ἀρκετὴ δυσκολία, εἶνε παράλογο νὰ προσθέτετε καὶ ἄλλη
δυσκολία πρὶν τὴν ὥρα της.
Ἡ θεία πρόνοια ἀναθέτει σὲ κάθε ἄνθρωπο τὴν
κάθε ἡμέρα τῆς ζωῆς του νὰ σηκώσῃ ἕνα ὡρισμένο βάρος. Εἶνε ἀρκετὸ αὐτό,
δὲν χρειάζεται νὰ προστεθῇ κι ἄλλο.
Ἐσεῖς περιορισθῆτε νὰ σηκώσετε αὐτὸ
ποὺ σᾶς ἔχει ἀνατεθῆ σήμερα· μὲ τὰ αὐριανὰ βάρη θὰ ἀσχοληθῆτε αὔριο. «Μὴ
μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον· ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσῃ τὰ ἑαυτῆς· ἀρκετὸν
τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς» (Ματθ. 6,34).
Ἀλλὰ γιατί ταράζεται τόσο πολὺ ὁ
ἄνθρωπος; γιατί τόσο πολὺ φοβᾶται τὸ μέλλον; γιατί ἡ μέριμνα γιὰ τὴν
αὐριανὴ ἡμέρα πιέζει τὰ στήθη τῆς ἀνθρωπότητος σὰν ἐφιάλτης;
Νά γιατί. Διότι ὁ ἄνθρωπος δὲν
πιστεύει στὴν Θεία Πρόνοια· εἶνε ἢ ἄπιστος ἢ ὀλιγόπιστος. Δὲν εἶνε
ὡπλισμένος μὲ τὸ ὅπλο τῆς πίστεως. Γι᾿ αὐτό, μόλις σκεφτῇ τὸ μέλλον, τὸν
κυριεύει ὁ πανικός. Νομίζει πὼς εἶνε ἔρημος στὸν κόσμο καὶ δὲν ὑπάρχει
δύναμις ἱκανὴ νὰ τὸν προστατεύσῃ. Αὐτὴ ἡ ἀπιστία ἢ ὀλιγοπιστία του εἶνε
ἀδικαιολόγητη. Τοῦ εἶνε τόσο δύσκολο νὰ τὴν ὑπερνικήσῃ;
Δὲν ἀκούει τὸ Χριστὸ ποὺ μᾶς
λέει· «Μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία· πιστεύετε εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς ἐμὲ
πιστεύετε»· μὴν ἀφήνετε τὴν καρδιά σας νὰ ταράζεται· ἔχετε πίστι στὸ Θεὸ
καὶ σ᾽ ἐμένα (Ἰω. 14,1);
Δὲν μελετᾷ τὸ Εὐαγγέλιο, νὰ δῇ
ὅτι μέσα στὶς σελίδες του ὁ Κύριος δίνει τόσες πολύτιμες ὑποσχέσεις καὶ
βεβαιώσεις, ὅτι παρακολουθεῖ μὲ ἀγάπη καὶ ἐνδιαφέρον πατρικὸ τὴ ζωὴ τοῦ
ἀνθρώπου καὶ σ᾽ αὐτὲς ἀκόμη τὶς ἐλάχιστες λεπτομέρειες;
Δὲν ἐμπιστεύεται τὴ ζωή του σ᾽
Ἐκεῖνον ποὺ τρέφει τὰ πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ντύνει τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ
μὲ στολὲς ποὺ τὴ μεγαλοπρέπειά τους θὰ ζήλευαν καὶ βασιλιᾶδες;
Δὲν βλέπει ὅτι πάνω ἀπὸ τὰ
ἀνθρώπινα πράγματα ἁπλώνεται κάποιο μεγάλο χέρι· τὸ χέρι τοῦ
παντοδύναμου καὶ πάνσοφου καὶ πανάγαθου Δημιουργοῦ, ποὺ μοιράζει
ἀκατάπαυστα τὶς δωρεές του (τροφή, νερό, φῶς, ἀέρα…) στὰ ζῷα καὶ δὲν
ἀφήνει νὰ πεθάνουν ἀπὸ τὴν πεῖνα οὔτε αὐτὰ τὰ νεογέννητα πουλάκια τῶν
κοράκων;
Ἂν λοιπὸν ὁ Πλάστης φροντίζῃ γιὰ
τὰ νεογέννητα κοράκια, πῶς θ᾿ ἀφήσῃ ἔξω ἀπ᾽ τὴ φροντίδα του τὸν
ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο ἔπλασε καὶ τὸν ὥρισε βασιλέα τῆς Γῆς; Καὶ ἐὰν παρέχῃ
στὰ ζῷα τὰ μέσα γιὰ νὰ ἐκπληρώνουν αὐτὰ τὸν προορισμό τους, πῶς θ᾽ ἀφήσῃ
ἀπροστάτευτο τὸν ἄνθρωπο; Ἡ ἁπλῆ λογική, ἡ καθημερινὴ πεῖρα, ἡ φύσι
γύρω μας, καὶ πρὸ παντὸς ὁ γραπτὸς λόγος τοῦ Θεοῦ, τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο,
στηρίζουν τὴν πίστι καὶ ἀποκρούουν τὰ αὐθαίρετα συμπεράσματα κατὰ τῆς
θείας προνοίας, στὰ ὁποῖα μόνο μιὰ ἄπιστη καρδιὰ κ᾽ ἕνα χαλασμένο μυαλὸ
μποροῦν νὰ καταλήξουν.
Ἀκούσαμε σήμερα τὸ Χριστὸ στὸ
εὐαγγέλιο νὰ λέῃ· «Μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε,
μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε», δηλαδή· μὴ φροντίζετε μὲ ἀγωνία γιὰ
τὴ ζωή σας τί θὰ φᾶτε καὶ τί θὰ πιῆτε, μήτε γιὰ τὸ σῶμα σας τί θὰ
ντυθῆτε (Ματθ. 6,25). Τὰ λόγια αὐτὰ κάποιοι τὰ παρεξηγοῦν.
–Τί λοιπόν, θὰ μᾶς ποῦν ἀμέσως
αὐτοί, δὲν πρέπει δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐργάζεται; μὰ τότε, ἂν ὅλα τὰ
περιμένῃ ἀπὸ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ δὲν εἶνε μοιρολατρία;…
Τοὺς ἀπαντοῦμε μὲ συντομία τὰ ἑξῆς.
Δὲν ἔχετε δίκιο. Παρεξηγεῖτε ἢ
μᾶλλον διαστρέφετε τὴν ἔννοια τῶν λόγων τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὁ Χριστὸς δὲν
καταδικάζει τὴν ἐργασία· ἀντιθέτως, αὐτὸς τὴν διέταξε, τὴν δίδαξε καὶ
τὴν καθαγίασε μὲ τὸ ἔμπρακτο παράδειγμά του, ὅπως γνωρίζουμε.
Ἐκεῖνο ποὺ
καταδικάζει ὁ Χριστὸς εἶνε μόνο ἡ ἀγχώδης μέριμνα γιὰ τὴν αὐριανὴ ἡμέρα
καὶ ἡ ἐναγώνιος φροντίδα, ἡ ὁποία κατατρώει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου
ὅπως τὸ σκουλήκι τρώει τὸ ξύλο. Δὲν εἶπε τὸ Εὐαγγέλιο, «Ὅλα, ἄνθρωπε, νὰ
τὰ περιμένῃς ἀπὸ τὸ Θεό» – ποὺ εἶνε μοιρολατρικό· οὔτε ὅμως
ἐπιδοκιμάζει τὸ ἀντίθετο ἐκεῖνο «Γιὰ ὅλα, ἄνθρωπε, στηρίξου ἀποκλειστικὰ
στὸν ἑαυτό σου, στὶς δικές σου δυνάμεις, στὴ δική σου εὐφυΐα καὶ
δραστηριότητα» – ποὺ εἶνε ἐγωιστικό.
Γιατὶ ὅσο κι ἂν κοπιάσῃ ὁ ἄνθρωπος,
ὅλες αἱ προσπάθειές του, ὅλοι οἱ κόποι του, ὅλοι οἱ ἀγῶνες του θ᾿
ἀποτύχουν, ἂν ἔχῃ τὸ Θεὸ ἀντιμέτωπο.
Καὶ θὰ τὸν ἔχῃ ἀντιμέτωπο, ἐὰν
νομίζῃ ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε τὸ πᾶν, ἐὰν δὲν βαδίζῃ σύμφωνα μὲ τὶς
θεοδίδακτες ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου, ἐὰν σὲ κάθε ἔργο του, καὶ στὸ
ἐλάχιστο, δὲν ὑψώνῃ μὲ ταπείνωσι τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του πρὸς τὰ ἄνω,
ἐπικαλούμενος τὴ βοήθεια Ἐκείνου ποὺ ἔχει τὴ δύναμι νὰ διαλύῃ τὶς βουλὲς
τῶν ἐθνῶν καὶ τὰ σχέδια τῶν ἀρχόντων τους σὰν ἀσθενικὰ συννεφάκια. Γι᾽
αὐτὸ τὸ Εὐαγγέλιο προτρέπει· ἐργάζεσθε μέν, ἀλλὰ «μὴ μεριμνᾶτε»· ναὶ μὲν
μὴ μένετε ἀργοί, ἀλλὰ καὶ μὴ γίνεστε ἄπληστοι. Ὁ συνδυασμὸς αὐτὸς καὶ ἡ
ἰσορρροπία βρίσκεται στὸν ἄλλο λόγο τοῦ Χριστοῦ· «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα
προστεθήσεται ὑμῖν» (ἔ.ἀ. 6,33).
* * *
Ἀγαπητοί μου! Ἡ ταραχή, ἡ
ἀνησυχία, ἡ ἀγωνία, ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος γιὰ τὸ μέλλον, ὅλα αὐτά, εἶνε
καρποὶ τῆς ὀλιγοπιστίας μας στὴν θεία Πρόνοια.
Ταραζόμαστε, γιατὶ δὲν
ἔχουμε βαθειὰ πίστι στὸ Θεό, τὸν Κύριο τῶν δυνάμεων. Ἀγωνιοῦμε, γιατὶ τὴ
ζωή μας, τὶς ὑποθέσεις μας, τὰ ἔργα μας, ὅλα τὰ ἔχουμε ἐξαρτήσει ἀπὸ
τὴν ἀνθρώπινη δύναμι, ἡ ὁποία ἀποδεικνύεται ὅτι εἶνε μία λεπτὴ – λεπτὴ
κλωστή· ἡ κλωστὴ αὐτὴ κόβεται, κ᾽ ἐμεῖς πέφτουμε στὸ κενὸ μὲ φωνὲς
ἀλλοφροσύνης.
Κι ὅτι αὐτὴ εἶνε ἡ βαθύτερη αἰτία ὅλης τῆς ταραχῆς καὶ τῆς
δικῆς μας ζωῆς καὶ τῆς ζωῆς τῶν ἄλλων, θὰ πεισθοῦμε, ἐὰν «ἑαυτοὺς καὶ
ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα» (θ. Λειτ.).
Τότε θὰ δοῦμε, ὅτι τὴν ταραχή μας θὰ διαδεχθῇ εἰρήνη βαθειά, ἡ εἰρήνη
τοῦ Χριστοῦ!
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
1939 (18-6-1939 Μεσολόγγι γραπτὸ κήρυγμα) Χριστιανέ, διατί ταράττεσαι; (Ματθ. 6,34)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου