Σε μια «μαύρη» χρονιά για τον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας-ένδυσης εξελίχθηκε το 2024, καθώς στα ήδη προϋπάρχοντα σοβαρά προβλήματα προστέθηκε και η κάθετη υποχώρηση της ζήτησης που σημειώθηκε στις ευρωπαϊκές αγορές. Όπως εκτιμάται, το σύνολο των εισηγμένων εταιρειών του κλάδου θα υποχρεωθεί σε ζημιογόνο αποτέλεσμα, ενώ μέσα στη
φετινή χρονιά είχαμε:- Τη διαγραφή των μετοχών από το ΧΑ δύο επιχειρήσεων που σταμάτησαν τη λειτουργία τους (η Νήματα Βαρβαρέσος στη Νάουσα και η εταιρεία παραγωγής υφασμάτων Fieratex στο Κιλκίς) .
- Την αναστολή διαπραγμάτευσης της Επίλεκτος (παραγωγή νημάτων, εκκοκκιστήρια, εναλλακτικές πηγές ενέργειας στη Θεσσαλία), η διοίκηση της οποίας βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές της με στόχο την αναδιάρθρωση-κούρεμα των υποχρεώσεών της.
Εκτός διαπραγμάτευσης βρίσκονται από την 1η Απριλίου του 2023 και οι μετοχές της εταιρείας ενδυμάτων Δούρος.
Οι αιτίες
Παράγοντες της αγοράς αποδίδουν την έντονα πτωτική πορεία των κλάδων της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης -μεταξύ άλλων- στο μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κατά τις τελευταίες δεκαετίες, το οποίο εστιάστηκε στην κατανάλωση μέσω δανεισμού και όχι στον τομέα της παραγωγής.
Ενδεικτικά αναφέρουν το γεγονός ότι το 2005 δεχτήκαμε ως χώρα το πλήρες άνοιγμα του εμπορίου με την Ασία χωρίς να ζητήσουμε ως αντάλλαγμα κάποια κοινοτικά κονδύλια για εκσυγχρονισμό του κλάδου, ή ακόμη το πολύ υψηλό ενεργειακό κόστος, την αδυναμία των εταιρειών να εκμεταλλευθούν επενδυτικά κίνητρα, τη δυσκολία πρόσβασης στη χρηματοδότηση, κ.λπ.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δηλώνει στο Euro2day.gr παράγοντας εισηγμένης εταιρείας: «Ο κλάδος δεν ζητάει κίνητρα, αλλά την άρση των υπαρχόντων αντικινήτρων. Οι εταιρείες μας μπορούν να γίνουν ανταγωνιστικές αρκεί να τις αφήσουν. Δυστυχώς, εδώ και δεκαετίες η απραξία των κυβερνήσεων σε Ευρώπη και Ελλάδα είχαν ως αποτέλεσμα την αποψίλωση του κλάδου. Μόλις πρόσφατα κατάλαβαν το πόσο αναγκαία είναι η ύπαρξη παραγωγής και τώρα απομένει να δούμε ποια μέτρα θα πάρουν».
Από το Χρηματιστήριο στην αναμονή ή στο... νεκροταφείο
Σε κάθε περίπτωση, πέραν αυτών των τεσσάρων επιχειρήσεων που τέθηκαν εκτός διαπραγμάτευσης κατά την τελευταία διετία, μετοχές άλλων 21 εταιρειών από τους κλάδους της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης έχουν διαγραφεί από το Χρηματιστήριο της Αθήνας κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια, ενώ σε τρεις άλλες περιπτώσεις οι εταιρείες εξακολουθούν μεν να είναι ζωντανές, έχοντας ωστόσο διακόψει την παραγωγική τους δραστηριότητα.
Συγκεκριμένα, δεν λειτουργούν εδώ και πολλά χρόνια οι μονάδες της Λανακάμ στην Κερατέα, της Εριουργίας Τρία Άλφα στη Νέα Ιωνία και της Βιοκαρπέτ στη Θεσσαλία (η εταιρεία δραστηριοποιείται στην εμπορία χαλιών και στην ενέργεια, ενώ διαθέτει ως θυγατρική την βιομηχανία προφίλ αλουμινίου Exalco).
Το μεγαλύτερο «λουκέτο» της εικοσαετίας ήταν αυτό της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας, η οποία ήταν το αποτέλεσμα της συγχώνευσης τεσσάρων άλλων εισηγμένων εταιρειών του ΧΑ: των Κλωστηρίων Ναούσης, των Κλωστοϋφαντηρίων Δούδος στη Θεσσαλονίκη, του βαφείου της Γιαννούσης στο Σχηματάρι Βοιωτίας και της εταιρείας παραγωγής ενδυμάτων Fanco στη Θράκη.
Μετά το συγκεκριμένο «λουκέτο», έγιναν κάποιες προσπάθειες επαναλειτουργίας τμήματος του πάλαι ποτέ κραταιού ομίλου, οι οποίες τελικά δεν απέδωσαν.
Η Ελληνική Υφαντουργία ήταν από τις πρώτες εισηγμένες εταιρείες στο ΧΑ που είχε προσελκύσει μεγάλης φήμης στρατηγικό επενδυτή από το εξωτερικό (την ολλανδική Ten Cate). Παρόλα αυτά, δεν απέφυγε το «λουκέτο» τόσο η ίδια, όσο και οι θυγατρικές της εταιρείες.
Στον κλάδο των βαφείων, αναγκάστηκαν να διακόψουν τη λειτουργία τους αρκετές εισηγμένες εταιρείες (πέραν της προαναφερθείσας Γιαννούσης), όπως η Ελφίκο στα Οινόφυτα Βοιωτίας, η Maxim-Περτσινίδης και η Τεξαπρέτ στη Θεσσαλονίκη.
Ο όμιλος ΕΤΜΑ είχε τρεις εισηγμένες εταιρείες στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, τη μητρική εταιρεία και τις θυγατρικές Ελλατέξ και Νηματεμπορική. Και οι τρεις διέκοψαν τη δραστηριότητά τους.
Δεν κατάφερε επίσης να επιβιώσει η εριουργία Μπριτάννια, η οποία αρχικά είχε απορροφήσει τα εισηγμένα Αθηναϊκά Εριοκλωστήρια, πριν συγχωνευθεί με θυγατρικές εταιρείες του ομίλου Κορασίδη, δημιουργώντας την Micromedia-Μπριτάννια (ακολούθησε η πτώχευση της συγχωνευμένης επιχείρησης).
Η Fintexport ήταν μια εξαγωγική εταιρεία παραγωγής μοκετών με έδρα τον Άγιο Στέφανο, η οποία δεν άντεξε τον έντονο ανταγωνισμό από το εξωτερικό.
Η εταιρεία Λεβεντάκης (παραγωγική μονάδα επί της Εθνικής Οδού Αθηνών-Λαμίας) είχε περιορισμένη χρονική διάρκεια στο ΧΑ, καθώς είχε ουσιαστικά «αντικαταστήσει» την Βερνίκος Κότερα.
Η εταιρεία παραγωγής εσωρούχων και καλσόν Χατζηιωάννου εισήλθε στο ΧΑ εξαγοράζοντας -και στη συνέχεια συγχωνεύοντας- την εισηγμένη Ηλιοφίν (βαφείο ελεγχόμενο από την Εθνική Τράπεζα στη Θεσσαλονίκη). Στη συνέχεια μετατράπηκε σε εταιρεία συμμετοχών, αποκτώντας μεταξύ άλλων και την αλυσίδα καταστημάτων (και μετέπειτα εισηγμένη) Sprider. Τόσο η Χατζηιωάννου, όσο και η Sprider υποχρεώθηκαν σε λουκέτο.
Άλλες μετοχές των δύο κλάδων που έχουν διαγραφεί από το Χρηματιστήριο της Αθήνας κατά την τελευταία εκοσαετία είναι αυτές της εταιρείας παραγωγής εσωρούχων Sex Form, της Connection καθώς και των Κλωστηρίων Κορίνθου (ΚΟΡΦΙΛ), τα οποία είχαν αποτελέσει το «όχημα» για την εισαγωγή της επιχείρησης Πραξιτέλειο (κλάδος υγείας) στο ΧΑ.
Να σημειωθεί πως υπήρξαν και πολλές άλλες εισηγμένες εταιρείες που είχαν διακόψει την παραγωγική τους δραστηριότητα πριν από το έτος 2000, όπως για παράδειγμα η Πειραϊκή-Πατραϊκή, το Αιγαίο, η Βόμβυξ, τα Μακεδονικά Κλωστήρια,
η Εριουργία 3Δ (Δημητριάδης, εξελίχθηκε σε «όχημα» των Αθηναϊκών Συμμετοχών), η Cosmos, η ΓΕΠΑ, η Ανατόλια, η Μαβής, η Μπαρκό, η Άριστον, η Μερινός, η Περφίλ, η Χρισλάν, κ.λπ.Ποιες έχουν αντέξει στον χρόνο
Παρά τις δυσκολίες, υπάρχουν εταιρείες των δύο αυτών κλάδων που εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται παραγωγικά και οι μετοχές τους να διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο της Αθήνας.
Η Κλωστοϋφαντουργία Ναυπάκτου έχει διπλασιάσει το capacity και έχει βελτιώσει την παραγωγικότητά της κατά τα τελευταία χρόνια μέσω υλοποίησης επενδυτικού προγράμματος. Πρόσφατα αποφάσισε την πώληση ακινήτου της στους βασικούς της μετόχους προκειμένου να ενισχύσει τη ρευστότητά της.
Η κλωστοβιομηχανία Ελευθέριος Μουζάκης εξακολουθεί να έχει (περιορισμένη) παραγωγή, εισπράττοντας σημαντικά έσοδα ενοικίων, ενώ η Μινέρβα συνεχίζει την παρουσία της στην παραγωγή εσωρούχων.
Πηγή: euro2day
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου